[….
[24.1] μετὰ δὲ τὴν Αἰγέως
τελευτὴν μέγα καὶ θαυμαστὸν ἔργον εἰς νοῦν βαλόμενος συνῴκισε τοὺς τὴν
Ἀττικὴν κατοικοῦντας εἰς ἓν ἄστυ, καὶ μιᾶς πόλεως ἕνα δῆμον ἀπέφηνε,
τέως σποράδας ὄντας καὶ δυσανακλήτους πρὸς τὸ κοινὸν πάντων συμφέρον,
ἔστι δ᾽ ὅτε καὶ διαφερομένους ἀλλήλοις καὶ πολεμοῦντας.[ 24.1 Μετά τον θάνατο του Αιγέως, έβαλε στο νου του (ο Θησεύς) μεγάλο και θαυμαστό έργο' μετέφερε και συνοίκησε τους κατοίκους της Αττικής, σε ένα άστυ και έλαμψε ένας δήμος σε μία πόλη, αυτούς που μέχρι τότε ζούσαν σποραδικά και δύσκολα συγκεντρώνονταν για το κοινό συμφέρον, ήσαν χωρισμένοι και πολεμούσαν μεταξύ τους. ]
[24.2] ἐπιὼν οὖν ἀνέπειθε κατὰ δήμους καὶ γένη, τῶν μὲν ἰδιωτῶν καὶ πενήτων ἐνδεχομένων ταχὺ τὴν παράκλησιν αὐτοῦ, τοῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου καὶ νόμων φύλακι χρησομένην, τῶν δὲ ἄλλων παρέξουσαν ἅπασιν ἰσομοιρίαν.
[ 24.2 τους έπεισε να ζουν στο μέλλον κατά δήμους και γένη, που οι μεν ιδιώτες και φτωχοί δέχθηκαν αμέσως την παράκλησή του, στους δε δυνατούς (πλούσιους άρχοντες) πρότεινε αβασίλευτη πολιτεία και δημοκρατία και αυτός να είναι μόνο άρχοντας του πολέμου (στρατηγός και αρχηγός του στρατού) και θεματοφύλακας των νόμων, ενώ όλα τα άλλα τους τα παρέδωσε και τα μοίρασε ίσα σε όλους. ]
[24.3] τοὺς μὲν ταῦτα ἔπειθεν, οἱ δὲ τὴν δύναμιν αὐτοῦ δεδιότες μεγάλην οὖσαν ἤδη καὶ τὴν τόλμαν, ἐβούλοντο πειθόμενοι μᾶλλον ἢ βιαζόμενοι ταῦτα συγχωρεῖν. καταλύσας οὖν τὰ παρ᾽ ἑκάστοις πρυτανεῖα καὶ βουλευτήρια καὶ ἀρχάς, ἓν δὲ ποιήσας ἅπασι κοινὸν ἐνταῦθα πρυτανεῖον καὶ βουλευτήριον ὅπου νῦν ἵδρυται τὸ ἄστυ, τήν τε πόλιν Ἀθήνας προσηγόρευσε καὶ Παναθήναια θυσίαν ἐποίησε κοινήν.
[ 24.3 τους μεν (φτωχούς ιδιώτες) με αυτά τους έπεισε, οι δε (πλούσιοι άρχοντες) βλέποντας την μεγάλη δύναμη που είχε και την τόλμη του, συσκέφθηκαν και αποφάσισαν να συγκατοικήσουν πειθόμενοι, αντί με την βία. έτσι κατάλυσε τα κατά τόπους πρυτανεία, βουλευτήρια και όλες τις αρχές, ιδρύοντας για όλους ένα πρυτανείο και ένα βουλευτήριο, εδώ που τώρα ίδρυσε το άστυ, ενώ την πόλη ονόμασε Αθήνας (Αθήναι) καθιερώνοντας μία κοινή θυσία (εορτή), τα Παναθήναια. ]
[24.4] ἔθυσε δὲ καὶ Μετοίκια τῇ ἕκτῃ ἐπὶ δέκα τοῦ Ἑκατομβαιῶνος, ἣν ἔτι νῦν θύουσι. καὶ τὴν βασιλείαν ἀφείς, ὥσπερ ὡμολόγησε, διεκόσμει τὴν πολιτείαν ἀπὸ θεῶν ἀρχόμενος· ἧκε γὰρ αὐτῷ χρησμὸς ἐκ Δελφῶν μαντευομένῳ περὶ τῆς πόλεως·
[ 24.4 θυσίασε (εόρτασε) και τα Μετοίκια την δέκατη έκτη (16) του μηνός Εκατομβαιώνος, αυτήν που ακόμα και τώρα εορτάζουν. και αφού κατάργησε την βασιλεία, όπως ορκίστηκε, διακόσμησε την πολιτεία κάνοντας αρχή από τους θεούς” γιατί έτσι του είχε δοθεί ο χρησμός από το μαντείο των Δελφών για την πόλη. ]:
[24.5] Αἰγείδη Θησεῦ, Πιτθηΐδος ἔκγονε κούρης, πολλαῖς τοι πολίεσσι πατὴρ ἐμὸς ἐγκατέθηκε τέρματα καὶ κλωστῆρας ἐν ὑμετέρῳ πτολιέθρῳ. ἀλλὰ σὺ μή τι λίην πεπονημένος ἔνδοθι θυμὸν βουλεύειν· ἀσκὸς γὰρ ἐν οἴδματι ποντοπορεύσει. τοῦτο δὲ καὶ Σίβυλλαν ὕστερον ἀποστοματίσαι πρὸς τὴν πόλιν ἱστοροῦσιν, ἀναφθεγξαμένην· ἀσκὸς βαπτίζῃ· δῦναι δέ τοι οὐ θέμις ἐστίν. *
[25.1] ἔτι δὲ μᾶλλον αὐξῆσαι τὴν πόλιν βουλόμενος ἐκάλει πάντας ἐπὶ τοῖς ἴσοις, καὶ τὸ «δεῦρ᾽ ἴτε πάντες λεῴ» κήρυγμα Θησέως γενέσθαι φασὶ πανδημίαν τινὰ καθιστάντος. οὐ μὴν ἄτακτον οὐδὲ μεμιγμένην περιεῖδεν ὑπὸ πλήθους ἐπιχυθέντος ἀκρίτου γενομένην τὴν δημοκρατίαν, ἀλλὰ πρῶτος ἀποκρίνας χωρὶς εὐπατρίδας καὶ γεωμόρους καὶ δημιουργούς,
[ 25.1 θέλοντας να αυξήσει περισσότερο την πόλη καλούσε ίσους τους πάντες, και το «δεῦρ᾽ ἴτε πάντες λεῴ» (σηκωθείτε κι ελάτε όλος ο λαός) το κήρυγμα του Θησέως, έγινε καθεστώς για όποιον ήθελε να συγκαλέσει τον δήμο. δεν άφησε βέβαια την δημοκρατία, ούτε άτακτη ούτε ανακετεμένη σε ένα πλήθος που χύθηκε άκριτα, αλλά πρώτος έκρινε και χώρισε (τον λαό) σε τρεις τάξεις, τους ευπατρίδες, τους γεωργούς και τους δημιουργούς. ]
[25.2] εὐπατρίδαις δὲ γινώσκειν τὰ θεῖα καὶ παρέχειν ἄρχοντας ἀποδοὺς καὶ νόμων διδασκάλους εἶναι καὶ ὁσίων καὶ ἱερῶν ἐξηγητάς, τοῖς ἄλλοις πολίταις ὥσπερ εἰς ἴσον κατέστησε, δόξῃ μὲν εὐπατριδῶν, χρείᾳ δὲ γεωμόρων, πλήθει δὲ δημιουργῶν ὑπερέχειν δοκούντων. ὅτι δὲ πρῶτος ἀπέκλινε πρὸς τὸν ὄχλον, ὡς Ἀριστοτέλης φησί, καὶ ἀφῆκε τὸ μοναρχεῖν, ἔοικε μαρτυρεῖν καὶ Ὅμηρος ἐν νεῶν καταλόγῳ μόνους Ἀθηναίους δῆμον προσαγορεύσας.
[ 25.2 τους δε ευπατρίδες που γνωρίζουν τα θεία και προσφέρουν, να αποδίδουν (στην πολιτεία) τους άρχοντες τους νομικούς και τους ιερείς, με τους άλλους πολίτες τους κατέστησε ακριβώς ίσους, στη δεξιότητα των ευπατριδών, στη χρησιμότητα των γεωργών και στην υπερίσχυση του πλήθους των δημιουργών, που το αποδέχθηκαν. ότι πρώτος άλλαξε πορεία και απευθύνθηκε στον ανοργάνωτο λαό καταργώντας την μοναρχία, το λέει ο Αριστοτέλης και βεβαιώνει το ίδιο ο Όμηρος, που καταγράφει στον ναυτικό κατάλογο (του Τρωϊκού πολέμου) μόνο τους Αθηναίους ως δήμο. ]
[25.3] ἔκοψε δὲ καὶ νόμισμα, βοῦν ἐγχαράξας, ἢ διὰ τὸν Μαραθώνιον ταῦρον, ἢ διὰ τὸν Μίνω στρατηγόν, ἢ πρὸς γεωργίαν τοὺς πολίτας παρακαλῶν. ἀπ᾽ ἐκείνου δέ φασι τὸ ἑκατόμβοιον καὶ τὸ δεκάβοιον ὀνομασθῆναι. προσκτησάμενος δὲ τῇ Ἀττικῇ τὴν Μεγαρικὴν βεβαίως, τὴν θρυλουμένην ἐν Ἰσθμῷ στήλην ἔστησεν, ἐπιγράψας τὸ διορίζον ἐπίγραμμα τὴν χώραν δυσὶ τριμέτροις, ὧν ἔφραζε τὸ μὲν πρὸς ἕω
τάδ᾽ οὐχὶ Πελοπόννησος, ἀλλ᾽ Ἰωνία· τὸ δὲ πρὸς ἑσπέραν τάδ᾽ ἐστὶ Πελοπόννησος, οὐκ Ἰωνία.
[ 25.3 και νόμισμα έκοψε, στο οποίο χάραξε βόδι, ή προς τιμή του Μαραθώνιου ταύρου ή για ανάμνηση της στρατηγίας κατά του Μίνωα ή για να παρακινήσει τους πολίτες στην γεωργία. από εκείνου λένε ότι ονομάσθηκε το εκατόμβοιον και το δεκάβοιον. αυτός βεβαίως προσέκτησε την Μεγαρική χώρα στην Αττική και έστησε την θρυλούμενη στήλη στον Ισθμό, και έγραψε πάνω της επίγραμμα για τα όρια της χώρας σε δύο τρίμετρα, εκ των οποίων, το ένα προς την ανατολή έλεγε «εδώ δεν είναι Πελοπόννησος, αλλά είναι Ιωνία» και το άλλο προς την δύση «εδώ είναι Πελοπόννησος, δεν είναι Ιωνία». ]
….]
* Από σεβασμό, δεν τόλμησα να κάνω ελεύθερη μετάφραση του χρησμού…
Πηγή: