Ο Αννίβας (ή Αννίβας Βάρκας, 247 π.Χ. – 183 π.Χ.) ήταν Καρχηδόνιος κρατικός λειτουργός και στρατηγός και το όνομά του σήμαινε: «η χάρη του Βάαλ»
Ήμαστε στις 2 Αυγούστου του 216 π.Χ., όταν ο στρατηγός των Καρχηδονίων συντρίβει τις ρωμαϊκές λεγεώνες στη Μάχη των Καννών, μετατρέποντας τη σύγκρουση σε μια από τις χειρότερες ανθρωποσφαγές της παγκόσμιας ιστορίας.
Περισσότεροι από 50.000 Ρωμαίοι πέφτουν στο πεδίο της μάχης στην περιφέρεια της Απουλίας (νοτιοανατολική Ιταλία) και ο δρόμος για τη Ρώμη είναι πια ορθάνοιχτος για τον καρχηδόνιο στρατηλάτη: το «Hannibal ante portas» βγαίνει με τρόμο από τα στόματα όλων.
Ο Αννίβας Βάρκας υποχρέωσε την πανίσχυρη αυτοκρατορία να μετρήσει τη δεύτερη χειρότερη ήττα στα στρατιωτικά χρονικά της, εφαρμόζοντας δαιμόνιες στρατηγικές και ιδιοφυείς τακτικές μάχες, κάνοντας πολλούς ιστορικούς να τον χαρακτηρίσουν «πατέρα της στρατηγικής»!
Ο Αννίβας επιδόθηκε με σφοδρότητα σε εκστρατεία κατά της Ρώμης και τα κατακτητικά του χρονικά θα έμεναν γνωστά ως Β’ Καρχηδονιακός Πόλεμος, που δεν ήταν τίποτα άλλο από το τελικό προϊόν της ευφυΐας και της τακτικής αντίληψης ενός και μόνο στρατηγού.
Αντιμετωπίζοντας το σύνολο των δυνάμεων που μπορούσε να κινητοποιήσει η Ρώμη, επιστρατεύοντας τους δεκάδες συμμάχους και υποτελείς της από ολόκληρη την ιταλική χερσόνησο, ο καρχηδόνιος πολέμαρχος απέδειξε την πρωτοφανή στρατιωτική ιδιοφυΐα του σε μια μακρά σειρά μαχών, εφαρμόζοντας καινοτόμες τεχνικές μάχης που θα γίνονταν κατόπιν στόχοι ζωής για κάθε μεγάλο στρατιωτικό ηγέτη της Ιστορίας.
Οι εμφατικές νίκες του Αννίβα κατά του ορκισμένου εχθρού του με πολύ μικρότερο στράτευμα μάλιστα στα χέρια του παραμένουν ορόσημο στρατηγικής διάνοιας, ενθρονίζοντάς τον στην κορυφή των στρατηλατών του αρχαίου κόσμου.
Μέσω της συνδυασμένης χρήσης ιππικού και πεζικού, ο Αννίβας περικύκλωνε και υπερφαλάγγιζε τους αντιπάλους του, δημιουργώντας μια τακτική μάχης που θα σφράγιζε τα παγκόσμια χρονικά του πολέμου: η πολεμική ανθρωπότητα του χρωστά την τακτική της «Διπλής Υπερκέρασης» (γνωστή και ως «Ελιγμός των Καννών»).
Ο Αννίβας ταπείνωσε τη Ρώμη και έβλαψε ανεπανόρθωτα το γόητρό της ψάχνοντας εκδίκηση για την ήττα της χώρας του κατά τον Α’ Καρχηδονιακό Πόλεμο. Και το έκανε με τρόπο θεαματικό και στρατιωτικά ιδιοφυή. Ίσως όλα να είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι ως εννιάχρονο αγόρι, πριν τον πάρει μαζί του ο επίσης στρατηγός πατέρας του στην εκστρατεία του στην Ισπανία, τον έβαλε να ορκιστεί αιώνιο μίσος κατά της Ρώμης…
Πρώτα χρόνια
Ο Αννίβας Βάρκας γεννιέται περί το 247 π.Χ. στην Καρχηδόνα ως ένας από τους τρεις γιους του αρχιστράτηγου Αμίλκα Βάρκα (οι άλλοι δύο ήταν ο Ασδρούβας και ο Μάγωνας). Ο δαφνοστεφανωμένος Αμίλκας μεγάλωσε τα παιδιά του με τρεις βασικές αρχές: την αγάπη προς την πατρίδα, την εξοικείωση με τα πολεμικά έργα και το άσβεστο μίσος για τη Ρώμη!
Σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστορικό Λίβιο, όταν η Καρχηδόνα ηττήθηκε στον Α’ Καρχηδονιακό Πόλεμο (241 π.Χ.) και οι Ρωμαίοι την ταπείνωσαν εξαναγκάζοντας τη να καταστρέψει τον στόλο της, ο Αμίλκας οδήγησε τα παιδιά του στην αγορά της πόλης και τα όρκισε δημοσίως να μισούν τη Ρώμη για όλη τους τη ζωή.
Ο Αννίβας ήταν 9 χρονών όταν έδωσε τον ιερό όρκο, τον οποίο δεν ξέχασε ποτέ. Είναι χαρακτηριστικό πως οι άλλοι δύο γιοι του Αμίλκα πέθαναν στο πεδίο της μάχης κατά των Ρωμαίων, ως στρατηγοί πάντα, ενώ ο Αννίβας διεξήγαγε μια από τις εκπληκτικότερες στρατιωτικές εκστρατείες όλων των εποχών εναντίον της Ρώμης!
Για τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Αννίβα οι πληροφορίες είναι λιγοστές, μιας και η καθολική καταστροφή της Καρχηδόνας εξαφάνισε κάθε πρωτογενή πηγή, σε σημείο να μη γνωρίζουμε πια ούτε τα βασικά χαρακτηριστικά του καρχηδονιακού πολιτισμού.
Οι πηγές που τον αναφέρουν είναι μάλιστα οι ορκισμένοι εχθροί του, οι Ρωμαίοι! Σύμφωνα με των Δίωνα Κάσσιο, ο Αννίβας είχε μελετήσει κατά την εφηβεία του τα έργα των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, διδάχτηκε Ξενοφώντα, Πλάτωνα, Όμηρο, Ευριπίδη, Ερατοσθένη, Αριστοτέλη, Δημοσθένη, έμαθε για τα κατορθώματα του Αλεξάνδρου και μελέτησε ελληνικά, όταν βέβαια δεν εκπαιδευόταν στις τέχνες του πολέμου, καθώς προοριζόταν να γίνει στρατιώτης.
Η δυναστεία των Βαρκιδών ήταν η αριστοκρατική παράταξη της Καρχηδόνας, που με αρχηγό τον Αμίλκα είχε βαλθεί να προσαρτήσει στα καρχηδονιακά εδάφη την Ιβηρική Χερσόνησο. Το 236 π.Χ., ο Αμίλκας αποβίβασε στρατό στην Ισπανία και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να καθυποτάξει όλη τη νοτιοδυτική περιοχή της Ιβηρικής. Ο Αννίβας συνόδεψε τον πατέρα του στην ισπανική εκστρατεία, όπου και παρέμεινε για εννιά χρόνια.
Εκεί διακρίθηκε για τη γενναιότητά του στη μάχη, πολεμώντας πάντα στην πρώτη γραμμή, και απέκτησε φήμη για την αρετή αλλά και την ορθή κρίση του. Ο πατέρας του σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον τοπικών ισπανικών φυλών το 228 π.Χ. και τον αντικατέστησε στην αρχιστρατηγία ο γαμπρός του, Ασδρούβας.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, επέστρεψε για λίγο στην Καρχηδόνα, αλλά ο Ασδρούβας τον κάλεσε εκ νέου στην Ισπανία αναθέτοντάς του την αρχηγία του ιππικού. Η παρουσία του Αννίβα ως επικεφαλής του ιππικού τον καθιέρωσε ως τον σημαντικότερο στρατιωτικό ηγήτορα των Καρχηδονίων!
Η σοφή καθοδήγησή του στη μάχη και οι σωστές επιλογές του γέμιζαν τους στρατιώτες του με αυτοπεποίθηση, μετατρέποντάς τον σταδιακά στον καλύτερο διοικητή του στρατεύματος, την ίδια ώρα που η συνήθειά του να πολεμά στην πρώτη γραμμή αψηφώντας κάθε κίνδυνο και οδηγώντας τους στρατιώτες του αυτοπροσώπως τον έκαναν θρύλο ήδη από νεαρό.
Ακούραστος και ακατάβλητος από τις κακουχίες του πολέμου, συνήθιζε να κοιμάται κατάχαμα μαζί με τους στρατιώτες του, μοιραζόμενος το περιορισμένο συσσίτιό τους. Επιστρέφοντας στην Ισπανία, παντρεύτηκε σε ηλικία 21 ετών την πριγκίπισσα τοπικής φυλής Σιμίλκη, τη μοναδική γυναίκα που αγάπησε ποτέ, και μαζί της απέκτησε τον μοναχογιό του Φουάβα, ο οποίος πέθανε ωστόσο από το κρύο σε βρεφική ηλικία κατά τη διάβαση των Άλπεων, μιας και η Σιμίλκη αρνούταν να αποχωριστεί τον Αννίβα και τον ακολουθούσε κατά πόδας στις πολεμικές του περιπέτειες.
Ο Ασδρούβας, παρά τις νίκες του κατά των Ρωμαίων, συμφώνησε σε ειρήνη ανακόπτοντας την καρχηδονιακή προέλαση, καθώς πίστεψε πως η Καρχηδόνα δεν θα μπορούσε να τα βάλει με την παντοδύναμη Ρώμη σε ολομέτωπη σύγκρουση. Το 221 π.Χ. δολοφονήθηκε και ο στρατός των Καρχηδονίων (60.000 πεζοί, 10.000 ιππείς και 80 ελέφαντες) εξέλεξε διά βοής τον νέο στρατιωτικό του ηγέτη: τον Αννίβα Βάρκα!
Ήταν μόλις 26 ετών, αν και οι αυταπόδεικτες ικανότητές του στο πεδίο της μάχης και η όλη συμπεριφορά του έκαναν την εκλογή του σχεδόν αυτονόητη. Ο νέος αρχιστράτηγος των καρχηδονιακών δυνάμεων επικυρώθηκε από τη Σύγκλητο της Καρχηδόνας, βάζοντας έτσι τα θεμέλια για τον Β’ Καρχηδονιακό Πόλεμο…
Η πορεία κατά της Ρώμης
Αναλαμβάνοντας την αρχηγία του μόνο σοβαρού εκστρατευτικού σώματος της Καρχηδόνας, της «Ρώμης της Αφρικής», μιας ένδοξης πόλης-κράτους δηλαδή που ενδιαφερόταν περισσότερο για το εμπόριο και τα πλούτη παρά για τον στρατό της, ο Αννίβας βάζει σκοπό από την πρώτη στιγμή να εδραιώσει τον καρχηδονιακό έλεγχο της Ιβηρικής.
Κατακτά ή συνάπτει συμμαχίες με τις τοπικές φυλές, εγκαθιδρύει στην Ισπανία τη στρατιωτική του βάση (στην Καρθαγένη που είχε ιδρύσει στην Ιβηρική ο πατέρας του Αμίλκας) και μόλις νιώσει δυνατός και ασφαλής στα νώτα του, είναι έτοιμος να εκστρατεύσει κατά της Ρώμης.
Πριν το κάνει βέβαια αυτό, εφάρμοσε δικές του ιδέες για την εκπαίδευση του στρατού του, αλλά και τα όπλα και τις τακτικές μάχης. Η προπαρασκευαστική δουλειά του στην εκγύμναση των δυνάμεών του θα φαινόταν σε λίγο, όταν ο στρατός του θα έμενε στα κιτάπια της Ιστορίας ως ένας από τους καλύτερους του αρχαίου κόσμου!
Όπως μας λένε οι ρωμαίοι συγγραφείς: «ονειρευόταν έναν καινούριο στρατό, ένα παγκόσμιο θαύμα, μια επανάσταση στην πολεμική τέχνη, έναν στρατό πειθαρχημένο και εκπαιδευμένο στην εντέλεια, ευκίνητο, αήττητο, προορισμένο να βαδίσει εναντίον της Ρώμης και να τη νικήσει, να βάλει τέρμα στην τυραννία της».
Το 219 π.Χ., ο Αννίβας πολιορκεί την ισπανική πόλη-σύμμαχο της Ρώμης, Σαγούντο (Saguntum), την οποία κατακτά έπειτα από 8 μήνες, συγκεντρώνοντας την οργή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και εγκαινιάζοντας έτσι επισήμως τον Β’ Καρχηδονιακό Πόλεμο. Είχε παραβιάσει τη συνθήκη ειρήνης που είχε συνάψει ο Αμίλκας με τους Ρωμαίους και πλέον η ολομέτωπη σύγκρουση φάνταζε η μόνη λύση.
Στα τέλη της άνοιξης του 218 π.Χ., αφού κατέλαβε μια σειρά ακόμα από ισπανικές πόλεις και όρισε τον αδελφό του Ασδρούβα διοικητή της καρχηδονιακής Ισπανίας, διέσχισε τον ποταμό Έβρο προκειμένου να κυριαρχήσει σε νέα εδάφη.
Η Ρώμη βγήκε να τον σταματήσει και τότε ο Αννίβας θα έκανε την απόλυτη κίνηση-ματ: διέκοψε την εκστρατεία του στην Καταλονία και αποφάσισε να αιφνιδιάσει τους Ρωμαίους εισβάλλοντας στην καρδιά της αυτοκρατορίας, την ίδια την Ιταλία, μέσω Πυρηναίων και Άλπεων!
Ο άθλος του να διασχίσει τα απάτητα κορφοβούνια των Πυρηναίων με 50.000 πεζικό, 9.000 ιππικό και 37 ελέφαντες παραμένει ορόσημο στα στρατιωτικά χρονικά, αφού είχε να αντιμετωπίσει όχι μόνο τις κακές καιρικές συνθήκες και τα κακοτράχαλα μονοπάτια αλλά και τον ανταρτοπόλεμο των συμμάχων της Ρώμης.
Τα κατάφερε πάντως και τώρα ήταν στη Γαλατία (νότια Γαλλία), ενώ αμέσως μετά σειρά θα είχαν οι Άλπεις! Ο ρωμαίος στρατηγός Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων (ο Αφρικανός) προσπάθησε να τον ανακόψει, μέχρι να περάσει όμως τον Ρήνο ποταμό ο Αννίβας ήταν ήδη καθοδόν προς τις Άλπεις.
Αφού πέρασε τον Ροδανό ποταμό με σχεδίες, μεταφέροντας πάνω τους ακόμα και τους ελέφαντές του, βάδισε στις καταχιονισμένες Άλπεις σε μια απίστευτα ηρωική εκστρατεία.
Τον Οκτώβριο του 218 π.Χ., έπειτα από 15 μέρες πάνω στα βουνά και 5 μήνες από τη μέρα που ξεκίνησε από την ισπανική του βάση, ο Αννίβας βγήκε από τις Άλπεις, αν και οι κακουχίες είχαν διεκδικήσει τον φόρο τους στο στράτευμά του, που πλέον αριθμούσε 20.000 πεζικό, 6.000 ιππικό και μόλις έναν ελέφαντα!
Για τα επόμενα τρία χρόνια, οι δυνάμεις του Αννίβα και του Σκιπίωνα θα μάχονταν λυσσαλέα για τον έλεγχο της Ιταλίας. Ο Αννίβας μέτρησε εμφατικότατη νίκη στον ποταμό Τίκινο (ανατολικά του Τορίνο), στην πρώτη αναμέτρησή του σε ιταλικό έδαφος, όταν και αποδεκάτισε το ρωμαϊκό ιππικό.
Κατόπιν προσεταιρίστηκε τους Γαλάτες και με 14.000 νέους και σκληροτράχηλους στρατιώτες στις τάξεις του (που αντιστάθμισαν τις τραγικές απώλειες των Άλπεων), υπέταξε για άλλη μια φορά τις ρωμαϊκές λεγεώνες στον ποταμό Τρεβία, φτάνοντας τον Μάρτιο του 217 π.Χ. στην Ετρουρία. Εκεί έχασε το ένα του μάτι, είτε σε μάχη είτε εξαιτίας οφθαλμικής πάθησης, αν και αυτό δεν του στέρησε τη δυνατότητα να νικήσει και πάλι τους Ρωμαίους στη Τρασιμένη το 217 π.Χ., εξοντώνοντας 15.000 ρωμαίους στρατιώτες.
Θέλοντας να κάμψει το ηθικό του εχθρού, κατέστρεψε την Ουμβρία, την Απουλία, τη Λουκερία και την Καμπανία, καθώς οι Ρωμαίοι φαινόταν ανίσχυροι να τον σταματήσουν. Την ώρα που η Ρώμη ανασύντασσε τις δυνάμεις της και άλλαζε τους στρατηγούς σωρηδόν, ο Αννίβας έκανε ότι ήθελε στην καρδιά της κραταιής αυτοκρατορίας λεηλατώντας τα εδάφη της και προσπαθώντας να πείσει τους συμμάχους της Ρώμης να αποστατήσουν.
Και τότε, στις 2 Αυγούστου του 216 π.Χ., η Ρώμη ήταν έτοιμη για την τελική μάχη: απέστειλε στις Κάννες της Απουλίας 87.000 στρατιώτες για να δώσει μια και καλή τέλος στην αναίδεια του Αννίβα. Όπως είπαμε, η μάχη θα μετατρεπόταν σε ανθρωποσφαγή, με τον Αννίβα να επιδεικνύει την πλήρη γκάμα της στρατιωτικής του διάνοιας και να φεύγει από το πεδίο της μάχης με την πλέον ένδοξη νίκη της εκστρατείας του.
Ο στρατός του Αννίβα Βάρκα νίκησε με αποφασιστικό τρόπο τον αριθμητικά μεγαλύτερο στρατό της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, ολοκληρώνοντας τον θρίαμβο που μετρούσε ήδη τρεις αποφασιστικές μάχες επί ιταλικού εδάφους.
Η Σύγκλητος είχε εμπιστευτεί την τύχη του τεράστιου στρατού που συγκέντρωσε με νέα προγράμματα κατάταξης σε δύο νέους στρατηγούς, τον Κάιο Τερέντιο Βάρρο και τον Λούκιο Αιμίλιο Παύλο. Πλέον ο δρόμος για τη Ρώμη ήταν ανοιχτός και οι συγκυρίες ευνοϊκότατες για τον Αννίβα, αφού μετά τον θρίαμβο των Καννών πολλοί σύμμαχοι των Ρωμαίων άλλαξαν στρατόπεδο!
Χωρίς καμία βοήθεια όμως από την Καρχηδόνα, που δεν πολυνοιαζόταν για τις περιπέτειες του στρατηλάτη, ο Αννίβας δεν μπορούσε να συνεχίσει κατά της οχυρωμένης Ρώμης, την ίδια ώρα που ο Σκιπίων δεν διέθετε τις δυνάμεις για να τον αντιμετωπίσει αποφασιστικά.
Η εκστρατεία ήταν σε αδιέξοδο, την ίδια ώρα που η Ρώμη ανασυντασσόταν και επανέκτησε τελικά κάποια από τα χαμένα εδάφη της: το 212 π.Χ. πήρε πίσω τις Συρακούσες και την Κάπουα, όπου τα εξασθενημένα στρατεύματα του Αννίβα δεν μπόρεσαν να αντέξουν την πολιορκία της.
Σε άλλη μια κίνηση στρατηγικής, ο Αννίβας στράφηκε εναντίον της Ρώμης και πανικόβλητοι οι κάτοικοί της ούρλιαζαν το περιβόητο «Ο Αννίβας προ των πυλών»! Η παροιμιώδης οχύρωση της Αιώνιας Πόλης αποδείχθηκε ωστόσο πολύ ανθεκτική για τα στρατεύματα του αφρικανού κατακτητή, ο οποίος αποσύρθηκε στη νότια Ιταλία.
Εντωμεταξύ, οι ρωμαϊκές λεγεώνες συνέχισαν την επιδρομή στις καρχηδονιακές πόλεις της Ιβηρίας και της Νότιας Αφρικής και επανέκτησαν την Ισπανία νικώντας τον Ασδρούβα, αν και έχασαν πολλούς στρατιώτες και στρατηγούς…
Υπαναχώρηση και τέλος
Ο Σκιπίων, αφού κατάφερε να κατακτήσει όπως είπαμε την Καρθαγένη, την πρωτεύουσα των Καρχηδονίων στην Ισπανία, και έβαλε οριστικό τέλος στον εκεί πόλεμο, αποβιβάστηκε στη Σικελία και από κει πέρασε στην Αφρική με σκοπό να βάλει κατά της Καρχηδόνας.
Η πόλη-κράτος φώναξε εσπευσμένα τον Αννίβα σε βοήθεια, ο οποίος εγκατέλειψε την ιταλική εκστρατεία του για να ανταποκριθεί στο κάλεσμα της πατρίδας του το 203 π.Χ. Την επόμενη χρονιά, Αννίβας και Σκιπίωνας ήρθαν αντιμέτωποι σε αφρικανικό πια έδαφος, αν και ο ρωμαίος αποδείχθηκε ικανότατος αντίπαλος για τον καρχηδόνιο στρατάρχη: η Μάχη της Ζάμα στις 19 Οκτωβρίου του 202 π.Χ. θα σήμανε το τέλος της κατακτητικής πορείας του Αννίβα, καθώς ο για άλλη μια φορά αριθμητικά λιγότερος στρατός του ηττήθηκε!
Ο Αννίβας υποχρεώθηκε να υπογράψει επαχθές σύμφωνο ειρήνης για την Καρχηδόνα, μειώνοντας δραστικά το στράτευμά του και πληρώνοντας δυσβάσταχτες πολεμικές αποζημιώσεις. Ο στρατηλάτης ασχολούνταν τώρα με την εσωτερική αναδιάρθρωση της πολιτείας του, εισάγοντας ραγδαίες αλλαγές στη διοίκηση και την καθημερινότητα.
Αναφέρουμε ενδεικτικά τη βελτίωση των υποδομών και των προμηθειών, την περαιτέρω προώθηση του εμπορίου και των καλλιεργειών, τη σύναψη νέων συμμαχιών κ.λπ. Ταυτοχρόνως, περιέκοψε τη θητεία στα πολιτειακά και δικαστικά αξιώματα από ισόβια που ήταν σε μόλις 2 χρόνια, εισάγοντας περαιτέρω ρυθμίσεις που άλλαξαν το πρόσωπο της Καρχηδόνας.
Το μίσος του όμως για τη Ρώμη παρέμενε άσβεστο και τον πολεμικό σκοπό του δεν τον ξέχασε ποτέ. Οι Ρωμαίοι, ολοένα και πιο ανήσυχοι για την κυβερνητική δράση του Αννίβα, απαίτησαν το 195 π.Χ. να παραδοθεί στη Ρώμη.
Ο ίδιος έφυγε από την Καρχηδόνα και πήγε εξόριστος στη Συρία, ο βασιλιάς της οποίας Αντίοχος Γ’ πολεμούσε ήδη τους Ρωμαίους. Εκεί ανέλαβε τον στόλο του Αντίοχου ως ναύαρχος, αν και έχασε από τους Ρόδιους, συμμάχους της Ρώμης, στην πρώτη του κιόλας ναυμαχία.
Στη συνέχεια βρήκε καταφύγιο στην Αρμενία, στην αυλή του βασιλιά Αρταξία, και στη συνέχεια ταξίδεψε στη Βιθυνία, όπου βασίλευε ο Προυσίας Β’. Αυτός πολεμούσε με τον βασιλιά της Περγάμου Ευμένη, σύμμαχο των Ρωμαίων.
Ο Αννίβας κέρδισε την τελευταία του μάχη για λογαριασμό του Προυσία. Σκόπευε μάλιστα να συντάξει νέο στρατό εναντίον της Ρώμης, αν και οι Ρωμαίοι απαίτησαν από τον Προυσία την παράδοσή του. Γέρος πλέον και κουρασμένος από τη φυγή και την εξορία, δεν προσπάθησε να δραπετεύσει.
Την ώρα που, για να μην πέσει στα χέρια των Ρωμαίων, έπινε το δηλητήριο του χαμού του σε μια πολίχνη κοντά στα στενά του Βοσπόρου το 183 π.Χ., φέρεται να είπε: «Ας απαλλάξουμε τους Ρωμαίους από την ανησυχία, αφού δεν αντέχουν να περιμένουν έναν γέροντα να πεθάνει». Ήταν το τέλος του στρατηλάτη που διαμόρφωσε ένα μεγάλο κεφάλαιο της αρχαίας ιστορίας…
Πηγή: