ΜΠΑΧΟΜΕΧ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΗΧΑΝΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
Στην επικρατέστερη εκδοχή θεωρούνται θυγατέρες του ποτάμιου θεού Αχελώου και της Μούσας Μελπομένης (Απολλόδωρος) ή της Τερψιχόρης (Απολλώνιος ο Ρόδιος) ή της Στερόπης. Κατ΄ άλλη εκδοχή κόρες του θαλάσσιου θεού Φόρκυ και μητέρα τους η Χθων (Γη). Συνήθως είναι αριθμητικά δύο Αγλαόπη (λαμπρή στην όψη) και Θελξιέπεια (γοητευτική στο λόγο)ή τρεις Παρθενόπη, Λευκωσία (Λευκή ουσία) και Λιγεία (Καθαρή φωνή) ή Αγλαόφωνος, Μόλπη (μελωδική φωνή) και Θελξινόη (όμορφος νους) κατά τον Ησίοδο. Άλλα ονόματα που τους έδιναν είναι Θελξιόπη (γοητευτική όψη) και Πεισηνόη (πειθώ του νου). Το δε όνομά τους συνδέεται πιθανώς με τον Σείριο. Κατά τον Πλάτωνα (Πολ. 617b,c), οι Σειρήνες ήταν οκτώ.
Κατά το μύθο οι Σειρήνες ήταν θαλάσσιες νύμφες (Ναϊάδες) συνοδοί της Περσεφόνης. Όταν τη Περσεφόνη την απήγαγε ο Άδης η μητερα της Δήμητρα τους έδωσε σώμα πτηνών για να τη βοηθήσουν στην αναζήτηση. Όταν πλέον δε κατάφεραν να τη βρουν εγκαταστάθηκαν σε ένα νησί από όπου με το πανέμορφο τραγούδι τους προσείλκυαν τους ναύτες των πλοίων που πλησίαζαν στην περιοχή τους και προκαλούσαν στην συνέχεια την καταστροφή τους.
Αναφέρονται για πρώτη φορά στην Οδύσσεια (μ 39-54 και 158-200) ως κατοικούσες στη νήσο Ανθεμόεσσα του Τυρρηνικού πελάγους, στο στενό της Μεσσήνης μεταξύ Σικελίας και Καλαβρίας. Ο Οδυσσέας είχε ενημερωθεί από την Κίρκη για το γοητευτικό τραγούδι τους με το οποίο παγίδευαν τους ανυποψίαστους ταξιδιώτες, που πλησιάζοντας είτε ξεχνούσαν τον προορισμό τους, είτε κατασπαράζονταν απ΄ αυτές, κι έτσι διέταξε σε όλο το πλήρωμα του να βάλουν κερί στα αυτιά τους ώστε να μην ακούν το τραγούδι των Σειρήνων, ενώ ό ίδιος ζήτησε να τον δέσουν στο κατάρτι ώστε όταν ακούσει το τραγούδι τους να μη παρασυρθεί στη γοητεία τους.
Πριν τον Οδυσσέα μόνο οι Αργοναύτες είχαν καταφέρει να περάσουν από την περιοχή τους, όταν ο Χείρων είχε προειδοποιήσει τον Ιάσονα να πάρει μαζί του τον Ορφέα ο οποίος με το τραγούδι του ξεπέρασε σε ομορφιά τις σειρήνες και κατόρθωσαν τελικά να διαφύγουν χωρίς απώλειες.
Η νήσος των Σειρήνων ή Σειρηνουσσών δεν είναι επακριβώς ταυτοποιημένη ούτε και μυθολογικά. Οι διάφοροι μελετητές έχουν προτείνει πάμπολλες τοποθεσίες. Ωστόσο, κατά την επικρατούσα άποψη βρισκόταν στην παραλία της Καμπανίας πλησίον της Νεαπόλεως.
Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΟΜΗΡΙΚΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΦΚΑ
Προτίθεμαι να ενισχύσω τη συγκριτική ανάγνωση του επεισοδίου των Σειρήνων της ομηρικής Οδύσσειας (μ 37-54, μ 154-200, πρβλ. ψ 326)2 με την ομόθεμη πρόζα του Κάφκα ''Η σιωπή των Σειρήνων'', η οποία φιλοξενείται στο σχολικό εγχειρίδιο της Β΄ Λυκείου Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία Ανθολόγιο Μεταφράσεων (σσ. Β 12 / 255-256)3. Ειδικότερα, θα με απασχολήσουν χαρακτηριστικές αναλογίες, αβεβαιότητες και αμφισημίες, οι οποίες επιτρέπουν συγκλίσεις αλλά και χαρακτηριστικές αποκλίσεις ανάμεσα στις δυο διηγήσεις, και επιδέχονται διπλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις4.
Καταρχάς, μερικές εξωτερικές αναλογίες που εντοπίζονται στα δυο κείμενα τόσο το οδυσσειακό όσο και το καφκικό περιέχονται σε έργα τα οποία, μέσα στον ξεχωριστό χρόνο σύνθεσής τους, έχουν ανάλογη, περιπετειώδη εκδοτική ιστορία, καθώς στην τελική τους μορφή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι παρεμβάσεις τρίτων. Παρακάμπτοντας εδώ αβέβαιες όψεις που σχετίζονται με το χρόνο, τον τρόπο και τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην τελική, όπως την έχουμε σήμερα, άρθρωση και μορφή του οδυσσειακού κειμένου5, μένω περισσότερο στην πρόζα του Κάφκα. Γνωρίζουμε ότι συντάσσεται το 1917, χρονιά κατά την οποία ο τσέχος πεζογράφος, σε διένεξη ήδη με τον αυταρχικό του πατέρα, βρίσκεται άρρωστος στο Τσουράου (μικρό χωριό στη Βοημία) κοντά στην αδελφή του 'Οτλα. Εκεί, αναζητώντας, όπως αναφέρει ο ίδιος στα Ημερολόγιά του, την ευτυχία στη σφαίρα της αγνότητας, της αλήθειας και της μονιμότητας6, δεν γράφει κανένα από τα σημαντικά του εκτενή αφηγηματικά έργα, παρά μόνο μικρές ιστορίες, όπως η προκείμενη, και τους ΑφορισμούςΊ. Εκείνο, βέβαια, που έχει σημασία είναι ότι ο Κάφκα δεν δημοσίευσε ο ίδιος την πρόζα του, αλλά ούτε και το επιθυμούσε8. Ο Μαξ Μπροντ, στενός φίλος και γραμματέας του, βρήκε το κείμενο στα τετράδιά του και το δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1931 στο Βερολίνο, μαζί με άλλες μικρές πρόζες, στη συλλογή υπό τον τίτλο BeimBauderchinesischenMauerUngedruckteErzaehlungenundProsaausdemNachlass (= Χτίζοντας το σινικό τείχος. Αδημοσίευτα διηγήματα και πεζογραφήματα από τα κατάλοιπα)9. Ο Κάφκα είχε αφήσει την πρόζα του άτιτλη, και ο Μπροντ, θέλοντας προφανώς να υπογραμμίσει το πιο συναρπαστικό στοιχείο της, της έδωσε τον τίτλο ''DasSchweigenderSirenen'' (= ''Η σιωπή των Σειρήνων'')10.
Ομηρικές και καφκικές Σειρήνες στηρίζονται σε προηγούμενη μυθολογική παράδοση. Το οδυσσειακό επεισόδιο αντλεί το υλικό του γενικότερα από παγκόσμιες παραμυθικές ιστορίες (Weltmarchen), όπου επικίνδυνα, υπερφυσικά γυναικεία όντα θέλγουν με το τραγούδι τους ναυτικούς, οδηγώντας τους στο θάνατο. Πιθανόν ο ποιητής της Οδύσσειας στη σύνταξη του επεισοδίου των Σειρήνων να συμπύκνωσε θέματα και μοτίβα από ένα προηγούμενο αργοναυτικό έπος11, αν και για τους περισσοτέρους ειδικούς η εξάρτηση των ομηρικών Σειρήνων από κάποια συγκεκριμένη παραδοσιακή πηγή δεν είναι εύκολα εντοπίσημη12. Από τη στιγμή, επομένως, που δεν είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα κάποιο πρότυπο από το οποίο προέκυψε η ομηρική εκδοχή, θεωρούμε το σχετικό οδυσσειακό επεισόδιο ''μηδενική βαθμίδα''13 των μεταγενεστέρων παραλλαγών του.
Από την άλλη μεριά, η πρόζα του Κάφκα φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι περιέχει παραδοσιακά στοιχεία δομής και περιεχομένου, που εμφανίζονται και στο οδυσσειακό επεισόδιο των Σειρήνων, και υπ' αυτή την έννοια εύλογα χαρακτηρίζεται ''αρχαιόθεμη''14. Η πρώτη γνωριμία του Κάφκα με κείμενα της αρχαιοελληνικής γλώσσας και γραμματείας, συνεπώς και με τον 'Ομηρο, ανάγεται στο τελευταίο έτος της οκτάχρονης φοίτησής του (1893-1901) στο γερμανικό ουμανιστικό γυμνάσιο15· όπου, ωστόσο, οι άκρως φορμαλιστικές μέδοδοι της διδασκαλίας κάθε άλλο παρά επέτρεπαν στους περισσοτέρους μαθητές την κριτική προσέγγιση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος16. Κατ' επέκταση, η γνώση της αρχαίας ελληνικής και η συστηματική συναναστροφή του Κάφκα με κείμενα και συγγραφείς17 ήταν μάλλον προσωπική του,
μεταγενέστερη υπόθεση.
Πάντως, όπως υποδεικνύεται και στη συνέχεια, τόσο το ομηρικό επεισόδιο όσο και το καφκικό χρησιμοποιούν με ιδιόρρυθμο τρόπο τον πυρηνικό μύθο. Το πέρασμα του Οδυσσέα από τις Σειρήνες αποκλίνει σημαντικά από τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται το αντίστοιχο πέρασμα των Αργοναυτών, όπως τουλάχιστον το γνωρίζουμε από τα μεταγενέστερα Αργοναυτικά (IV 891-921, πρβλ. Ι 33) του Απολλώνιου του Ρόδιου ή τις διάσημες, μεταγενέστερες εικονογραφικές του αναπαραστάσεις. Για παράδειγμα, στο αλεξανδρινό έπος το πέρασμα από τις Σειρήνες δίνεται σε τρίτο πρόσωπο από τον εξωτερικό αφηγητή, ενώ το αντίστοιχο οδυσσειακό δίνεται σε πρωτοπρόσωπο λόγο από τον ίδιο το βασικό πρωταγωνιστή του έπους. Επίσης, οι Σειρήνες στα Αργοναυτικά περιγράφονται με διεξοδικό τρόπο ως προς τη γενεαλογία τους, έχουν εξονομασμένη δισυπόστατη φύση -μισές γυναίκες, μισές πουλιά- και συνδέονται με την Περσεφόνη. Στην Οδύσσεια, αντίθετα, παρόμοια χαρακτηριστικά των Σειρήνων απουσιάζουν. Το σπουδαιότερο: ενώ στην Οδύσσεια αφηγητής είναι ο Οδυσσέας που, επιστρέφοντας από την Κίρκη και τον 'Αδη, ακούει τις Σειρήνες και περνάει τον κίνδυνο, σώζοντας εαυτόν και εταίρους, στον Απολλώνιο είναι ο Ορφέας, γενάρχης των Μουσών και μυθική μορφή, άμεσα συνδεδεμένη με το ''θέμα της καταβάσεως'', που με τη φόρμιγγά του σκεπάζει το τραγούδι των Σειρήνων, σώζοντας τους Αργοναύτες18. 'Οσο για τις μεταγενέστερες αναπαραστάσεις του σχετικού θέματος, όπως λ.χ. αυτή με τις τρεις υβριδικές, φτερωτές Σειρήνες, που περιβάλλουν το πλοίο του Οδυσσέα (Βρεταν. Μουσ., 470 π.Χ. )19, αποκλίνουν επίσης σημαντικά από τον τρόπο με τον οποίο συστήνονται οι σχεδόν αόρατες θηλυκές δυνάμεις στο οδυσσειακό έπος.
Με το δικό του τρόπο ο Κάφκα στην υπό συζήτηση πρόζα του αποσυναρμολογεί τον αρχαίο μύθο, όπως τουλάχιστον τον γνωρίζουμε, από την ομηρική Οδύσσεια. Το πώς επιτυγχάνεται αυτό θα το δούμε αναλυτικά παρακάτω. Αξίζει πάντως να επισημάνουμε προκαταβολικάότι, γενικότερα, η συστηματική παρουσία αρχαιοελληνικών μορφών και θεμάτων στο έργο του Κάφκα είναι περιορισμένη εκτός από τη Σιωπή των Σειρήνων, όπου εξέχει η μορφή του Οδυσσέα, ο Κάφκα έγραψε επίσης μικρές ιστορίες με πρωταγωνιστικές μορφές τον Ποσειδώνα, τον Προμηθέα, ενώ σε δυο άλλες, το Νέο Δικηγόρο και την Ανακοίνωση σε μιαν Ακαδημία, διακρίνονται ο Βουκεφάλας και ο Αχιλλέας20. Σε όλες αυτές, τις περιθωριακές μάλλον, αν και χαρακτηριστικές περιπτώσεις, ο τσέχος πεζογράφος δεν ενδιαφέρεταινα αναζωογονήσειή να ανατροφοδοτήσει με το δικό του μυθοποιητικό υλικό την αρχαιοελληνική παράδοση, αλλά, το αντίθετο, τον ενδιαφέρει η ''απομυθοποίηση'' της· γι' αυτό συχνά θέματα και μορφές, όταν δεν συνιστούν ''προβολή'' της ζωής του Κάφκα21, αντιμετωπίζονται με χαρακτηριστική ειρωνεία, αλλά και κριτική απόσταση22.
Ειδικότερες, δίσημες αναλογίες και αποκλίσεις ανάμεσα στις οδυσσειακές και στις καφκικές Σειρήνες εντοπίζονται ως προς τα επόμενα θεματικά και δομικά τους στοιχεία.
Το έμμετρο, σχετικώς εκτενές, ομηρικό επεισόδιο είναι ενταγμένο στο πλαίσιο μιας μακράς ένθετης διήγησης (Απόλογοι), την οποία ο κύριος και, αποκλειστικά δραστήριος μέτοχος της ιστορίας, ο Οδυσσέας, τη διηγείται στους εσωτερικούς ακροατές Φαίακες, που φτάνει μέσω του ποιητή και στον εξωτερικό ακροατή/αναγνώστη. Αντίθετα, το πεζό και συνοπτικό επεισόδιο του Κάφκα το διηγείται μια ανώνυμη, απ' αρχής μέχρι τέλους της ιστορίας, αδιάγνωστη φωνή, η οποία βρίσκεται σε απόσταση τόσο από τον πρωταγωνιστή ήρωα της ιστορίας, τον Οδυσσέα, όσο και, γενικότερα, από το ίδιο το μυθολογούμενο γεγονός. Τις αφηγηματικές προεκτάσεις και αυτής της διαφοράς θα τις σχολιάσουμε στη συνέχεια. Ακόμη, αν η οδυσσειακή διήγηση εκτίθεται υπό τη μορφή της προφητείας της Κίρκης (όσα η Κίρκη λέγοντας μου προφήτεψε, μ 155), η οποία αναμένεται να εκπληρωθεί, η αντίστοιχη του Κάφκα συστήνεται ως απόδειξη ('Οπου αποδεικνύεται ότι ), γεγονός που υποψιάζει τον αναγνώστη ότι θα ακολουθήσει τουλάχιστον μια λογικά έγκυρη επιχειρηματολογία.
Η ένθετη ομηρική διήγηση και η πρόζα του Κάφκα αναπτύσσονται σε δίπτυχη, κατά βάση, μορφή· στην Οδύσσεια ο πρωταγωνιστής ήρωας διηγείται στους Φαίακες πρώτα τις συμβουλές που του δίνει η Κίρκη για την άκρως επικίνδυνη συνάντηση με τις Σειρήνες (μ 39-54), και έπειτα τη φάση της προετοιμασίας και το πέρασμα από το νησί τους (μ 158-200)23. Στην καφκική πρόζα, δίχως την παρουσία κάποιου θεού, ο ανώνυμος αφηγητής διηγείται πρώτα το πέρασμα του καφκικού Οδυσσέα από τις Σειρήνες, προσθέτει, όμως, στο τέλος ένα εξηγητικό υστερόγραφο. Στην Οδύσσεια οι αρχικές οδηγίες της Κίρκης, σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τις Σειρήνες, τροποποιούνται ή συμπληρώνονται με τα επόμενα δρώμενα, ενώ το καφκικό υστερόγραφο, σε ό,τι αφορά τον Οδυσσέα, κλονίζει τη βεβαιότητα των προηγουμένων. Αποτέλεσμα και οι δυο αφηγήσεις καλύπτονται από την αμφισημία, το μυστήριο και την αινιγματικότητα. Για παράδειγμα, στην Οδύσσεια η Κίρκη με την αόριστη, αλλά διεξοδική, περιγραφή του δίσημου τόπου όπου εδρεύουν οι Σειρήνες, τον ανθεμόεντα λειμώνα (μ 45, 159) -με σημερινούς όρους κατ' ευφημισμόν δήλωση του νεκροταφείου- επιμένει κατεξοχήν στο θανάσιμο κίνδυνο (λήθη και στέρηση του νόστου), που περιμένει τον Οδυσσέα, στην περίπτωση που αυτός επιθυμούσε να δοκιμάσει τη θέλξη της φωνής των Σειρήνων (μ 39-46)· αργότερα, όμως, οι Σειρήνες, συμπληρώνοντας το αμφίσημο προφίλ τους, υπόσχονται στον ήρωα, μεταξύ άλλων, όχι βέβαια θάνατο, αλλά γνώση, τέρψη και νόστο (πρώτα ευφραίνεται, κι ύστερα συνεχίζει το ταξίδι του, / κερδίζοντας καινούρια γνώση:μ 188-189)24. Στο υστερόγραφο πάλι της καφκικής πρόζας, καθώς τελικώς μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο καφκικός Οδυσσέας να πρόσεξε στ' αλήθεια πως σώπαιναν οι Σειρήνες, σχετικοποιείται η προηγουμένη ψευδαισθητική του εντύπωση ότι τραγουδούν (του φάνηκε πως τραγουδούσαν). Με το μέτρο της κοινής λογικής, που μάλλον δεν μας το επιτρέπει ο Κάφκα, τα μέσα του ήρωα στο υστερόγραφο κάθε άλλο παρά αποδεικνύονται ανεπαρκή και παιδαριώδη, όπως δηλώνεται στην αρχή της πρόζας.
Τόσο στην οδυσσειακή αφήγηση, όσο και στου Κάφκα, το κρίσιμο σημείο της ιστορίας επικεντρώνεται στην αναπόφευκτη συνάντηση του Οδυσσέα με τις Σειρήνες. Και στις δυο περιπτώσεις ο Οδυσσέας, την πρώτη ως πολυπλάνητος ήρωας, τη δεύτερη, στην αρχή τουλάχιστον, μάλλον ως απλός, έως απλοϊκός, θαλασσινός ταξιδευτής - τυχοδιώκτης, οφείλει να περάσει από τις Σειρήνες, ακούγοντας αλώβητος το θελκτήριο και μαζί θανάσιμο τραγούδι τους. Για την αντιμετώπιση του άκρως απειλητικού όρου, της φωνής των Σειρήνων, ο ήρωας επιστρατεύει, και στις δυο ιστορίες, διπλά ''μέσα διάσωσης'' και εξαπάτησης: το κερί και το δέσιμο στο κατάρτι με την επιπρόσθετη χαρακτηριστική διαφορά ότι, ενώ στην Οδύσσεια τα αμυντικά όπλα (δέσιμο και κερί) υποδεικνύονται στον ήρωα από τη δολερή θεά Κίρκη (μ 47-54), στην πρόζα του Κάφκα ο ναυτικός ταξιδευτής επινοεί μόνος τα ανεπαρκή, παιδαριώδη και πενιχρά του μέσα διάσωσης. Με τα δυο αυτά όπλα ο Οδυσσέας, συνειδητά στην Οδύσσεια, ασυνείδητα στην πρόζα του Κάφκα, μιμείται, και εξ αποτελέσματος εξουδετερώνει, τις δυνάμεις των Σειρήνων: το γλυκό κερί σαν μέλι (μ 48) αχρηστεύει τη μελιστάλαχτη φωνή τους (μ 187)25, ενώ το δέσιμο στο κατάρτι του πλοίου καθιστά αναποτελεσματικό το μεταφορικό ''δέσιμο'' των ακροατών, που προκαλούν οι επικίνδυνες γυναίκες με το τραγούδι τους26.
Δυο επιπρόσθετα χαρακτηριστικά επισημαίνονται, που συμβάλλουν στο να σχηματιστεί το διαφορετικό προφίλ του Οδυσσέα στην Οδύσσεια και στην πρόζα του Κάφκα προτού συναντηθεί με τις Σειρήνες. Στην πρώτη, με τη διεξοδική σκηνή της ετοιμασίας του κεριού, που προορίζεται για τους εταίρους (στ 173-177), εξαίρεται, μεταξύ άλλων, η τεχνική δεξιοσύνη του ήρωα, στοιχείο του πολυμήχανου ήθους του, ενώ με το δέσιμο στο κατάρτι, στο όνομα της ακροαματικής τέρψης, τονίζεται η επώδυνη τλημοσύνη του (να με δέσετε σφιχτά, τόσο που να πονέσω, να μην μπορώ να κουνηθώ μ 161, πρβλ. μ 196). Στην πρόζα του Κάφκα και τα δυο αυτά γνώριμα στοιχεία του οδυσσειακού ήρωα απουσιάζουν ολότελα. Μένουν μοναχά η ανυποψίαστη ελπίδα του περιπλανωμένου ταξιδιώτη ότι τελικά θα αποφύγει τον πόθο των Σειρήνων, και η αθώα χαρά του.
Στον Κάφκα η συνάντηση του Οδυσσέα με τις Σειρήνες είναι από την αρχή μέχρι το τέλος αποκλειστική. Παρά την αναφορά στην αρχή του καφκικού επεισοδίου έβαλε να τον αλυσοδέσουν στο κατάρτι, η οποία υπονοεί την παρουσία κάποιων συντρόφων, στη συνέχεια της πρόζας ο ταξιδιώτης αντιμετωπίζει τις Σειρήνες ολότελα μόνος. Στην Οδύσσεια, αντίθετα, ο ήρωας, με εξασφαλισμένη τη θεϊκή συμβουλή, συνοδεύεται κατά το πέρασμα από τις Σειρήνες από εταίρους: η ζωή τους, μάλιστα, εξαρτάται πλήρως από την έκβαση της επικοινωνίας του αρχηγού τους με τις επικίνδυνες γυναίκες. 'Οταν, για παράδειγμα, ο ήρωας, μαγεμένος από την περίκαλλη φωνή τους, λαχταράει να τις ακούσει (μ 193-194) και κάνει νόημα στους αμέριμνους κωπηλάτες συντρόφους του να τον λύσουν από τα δεσμά του, ο Ευρύλοχος και ο Περιμήδης τον σφίγγουν στο κατάρτι πιο γερά στο τέλος, βέβαια, όταν φωνή και αοιδή παύουν να ακούγονται, οι εταίροι βγάζουν το κερί από τα αυτιά τους και λυτρώνουν από τα δεσμά τον κύριό τους (μ 199-200)27. Παρά ταύτα, και οι εταίροι εκτοπίζονται από τις κρίσιμες φάσεις του οδυσσειακού επεισοδίου, με αποτέλεσμα η συνάντηση του αρχηγού τους με τις Σειρήνες να είναι, όπως και στην πρόζα του Κάφκα, εντελώς ιδιαίτερη και αποκλειστική: οι μελλοθάνατοι σύντροφοι του Οδυσσέα δεν ακούν, επειδή κοιμούνται (μ 32), τις οδηγίες που δίνει η Κίρκη στον αρχηγό τους, και στερούνται την ακροαματική ηδονή της φωνής των Σειρήνων, τις οποίες ούτε καν παίρνουν είδηση, επειδή ο αρχηγός τους, ακολουθώντας πιστά τις συμβουλές της μάγισσας θεάς, έχει βουλώσει τα αυτιά τους με κερί. Στην ολοκληρωτική, επομένως, απουσία των εταίρων στην πρόζα του Κάφκα, αντιστοιχεί η παρουσία - απουσία των εταίρων στο επεισόδιο της Οδύσσειας· στην πρόζα του Κάφκα η πλήρης εξαφάνισή τους, όπως θα δούμε σε λίγο, υπηρετεί στην προβολή του δίδυμου θέματος της αμοιβαίας σιωπής ανάμεσα στις Σειρήνες και στον καφκικό ήρωα στην Οδύσσεια, όμως, η σιωπή των εταίρων σκηνοθετεί με αντιθετικό τρόπο το ζεύγος της θελκτήριας φωνής των Σειρήνων και της ακροαματικής ηδονής του Οδυσσέα.
Το σφράγισμα των αυτιών στην πρόζα του Κάφκα μεταφέρεται στον ίδιο τον Οδυσσέα - ταξιδιώτη, καθιστώντας υποχρεωτικό τον εκτοπισμό των συντρόφων από την πρόζα. 'Ετσι, σε αντίθεση προς την Οδύσσεια, όπου η δυαδική αντίθεση ανάμεσα στον Οδυσσέα και στους εταίρους στηρίζεται στη βάση της απουσίας/παρουσίας του κεριού28, η εξωτερική τουλάχιστον αυτή αντίθεση παρακάμπτεται. Η τροποποίηση αυτή του οδυσσειακού μύθου έχει για την καφκική πρόζα επιπρόσθετες αφηγηματικές προεκτάσεις.
Καταρχάς, έναντι του δεμένου, πολυτλήμονα οδυσσειακού ήρωα που τολμά να εκτεθεί στον κίνδυνο της ακοής της φωνής των Σειρήνων, ο καφκικός εμφανίζεται και ερμητικά κλεισμένος στον εαυτό του29. Την ίδια στιγμή η χειρονομία του καφκικού ήρωα, η οποία διπλασιάζει, μαζί με το αλυσοδέσιμο στο κατάρτι, την άμυνά του απέναντι στις Σειρήνες, επιτονίζει το σισύφειο χαρακτήρα του εγχειρήματός του30, δεδομένου ότι το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα. Η δικαιολόγηση μάλιστα αυτής της συμπεριφοράς του καφκικού ήρωα είναι τουλάχιστον αινιγματική (Αυτό ο Οδυσσέας δεν το σκέφτηκε, αν και πολύ πιθανόν το είχε ακουστά), για τον υποψιασμένο όμως αναγνώστη κατανοητή: στην Οδύσσεια μόνο με ανοιχτά τα αυτιά του ο Οδυσσέας μπορεί να διηγηθεί, ως αποκλειστικός μάρτυρας, στους Φαίακες το τραγούδι των Σειρήνων, που μέρος του φτάνει και σε μας· και μόνο ο αφηγητής ήρωας γνωρίζει -επειδή μόνο αυτός ακούει- τι επίδραση ασκούν με το τραγούδι τους, με αποτέλεσμα να μην τίθενται ερωτήματα για την αξιοπιστία της διήγησής του· αντίθετα, στην πρόζα του Κάφκα, καθώς ο μοναχικός ταξιδιώτης έχει βουλώσει από την αρχή της πρόζας τα αυτιά του με κερί, δεν υπάρχει κανένας μάρτυρας· μένει η φωνή του ανώνυμου πληροφοριοδότη, ο οποίος μπορεί να κατέχει περισσότερη γνώση από ότι ο ίδιος ο καφκικός Οδυσσέας, επειδή όμως βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου ως προς τα διηγούμενα γεγονότα, παρουσιάζει, όπως δείχνουν τόσο το προκείμενο αν και όσο και οι επόμενες εξηγήσεις με τα ίσως, τη δική του ερμηνεία για το επεισόδιο με τρόπο αβέβαιο, αινιγματικό και ανοιχτό31.
Με εξαφανισμένους τους εταίρους και κουφό τον Οδυσσέα στην πρόζα του Κάφκα, οι μόνοι ενδεχόμενοι μάρτυρες που θα μπορούσαν να μας πουν την ιστορία του επεισοδίου είναι οι Σειρήνες. Ωστόσο, και η δυνατότητα αυτή στην πρόζα του Τσέχου πεζογράφου, εξαιτίας των αντιφατικών χαρακτηριστικών που διαθέτουν οι γυναίκες του, τελικώς αναιρείται.
Στην Οδύσσεια η περιγραφή των Σειρήνων, σε αντίθεση μάλιστα προς άλλες μεταγενέστερες διεξοδικές, όπως λ.χ. αυτές στα Αργοναυτικά (IV 893-899), συμβάλλοντας στην ανάδειξη της αμφίσημου ρόλου τους και πυκνώνοντας, γενικότερα, την ατμόσφαιρα του μυστηρίου, περιορίζεται στο δηλωμένο δυϊκό τους αριθμό (Σειρήνοιϊν: μ 52, πρβλ. 166-167)32 και στις εξαιρετικώς επικίνδυνες ικανότητες της φωνής τους (μ 44, 52, 158, 159, 183, 187, 192, 198). 'Έτσι, στην Οδύσσεια οι απειλητικές αυτές θαλασσινές υπάρξεις δεν έχουν όψη, αλλά μόνο φωνή33. Το αντίθετο συμβαίνει στον Κάφκα· όπου, κατά το παράδειγμα των μεταγενέστερων λογοτεχνικών εκδοχών και εικονογραφικών αναπαραστάσεων, υποστασιοποιούνται πλήρως, έχουν αισθήματα και υβριδική μορφή (καμπυλωμένο λαιμό, βαθιές ανάσες, δακρυσμένα μάτια, μισάνοιχτο στόμα, απαίσια μαλλιά, γαμψά νύχια), δεν έχουν όμως φωνή.33 Ακόμη, αν και στην αρχή της πρόζας του Κάφκα οι Σειρήνες συγκλίνουν, ως προς τις ιδιότητες της φωνής τους, με τις οδυσσειακές (Το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα, και το πάθος των σαγηνευμένων δεν ήταν ικανό να σπάσει μόνο αλυσίδες και κατάρτι), στη συνέχεια, κατά κάποιο μυστήριο τρόπο, βρίσκονται σε χαρακτηριστική απόκλιση: η απειλητική τραγουδιστική τους ικανότητα, που διαπερνούσε τα πάντα, μεταστρέφεται ολοκληρωτικώς σε σιωπή (Οι Σειρήνες, όμως, έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους). Το στοιχείο της σιωπής έρχεται να ολοκληρώσει τα συμπληρωματικώς αντιθετικά ζεύγη που συντηρούνται ανάμεσα στα δύο έργα: ''επιθετική φωνή των Σειρήνων - αμυντική ακοή του Οδυσσέα'' στην Οδύσσεια· ''επιθετική σιωπή των Σειρήνων - αμυντική σιωπή του κουφού Οδυσσέα» στην πρόζα του Κάφκα''.
Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η μυστηριακή σιωπή εξαφανίζεται από την Οδύσσεια. Αντίθετα, υπάρχει, μόνο που υπηρετεί την προβολή του ζεύγους ''φωνή – ακοή''. Εμφανίζεται έτσι: α) όπως ήδη σημειώθηκε, ως επιβεβλημένο, αμυντικό μη άκουσμα της αοιδής των Σειρήνων από τους εταίρους, που στερούνται τελικώς έναντι του αρχηγού τους την τέρψη της φωνής τους· β) ως θαλάσσια νηνεμία, που μεταφράζεται σε ''θεόσταλτο ύπνο'' των κυμάτων (μ 169), και λειτουργεί μάλλον ως προειδοποιητικό σήμα του επικείμενου θανάσιμου κινδύνου·34 τέλος, γ) ως απόν περιεχόμενο της αοιδής των Σειρήνων υπό την έννοια ότι οι απειλητικές γυναίκες μπορεί να προσκαλούν τον Οδυσσέα να συμμετάσχει στην ακροαματική απεραντοσύνη μιας ποιητικής περιπέτειας (τα πάντα εμείς γνωρίζουμε όσα τραβήξανε στης Τροίας / τον κάμπο Αργείοι και Τρώες... / όσα συμβαίνουν πάνω σ' ολόκληρη τη γη / με τα πολλά γεννήματα: μ 189-191), η υπόσχεσή τους, ωστόσο, αυτή δεν πραγματοποιείται, τουλάχιστον για τον ακροατή / αναγνώστη, με αποτέλεσμα η αοιδή τους να μένει ''ατραγούδιστη''35, ή, με τα υπερβολικά ίσως λόγια του Blanchot, να καταλήγει ''ένα τραγούδι που το περιμένουμε να εμφανιστεί''36.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί αυτή η αποσιώπηση της αοιδής των Σειρήνων; Επειδή ακριβώς, σε αντίθεση προς τις άλλες αοιδές ή διηγήσεις της Οδύσσειας, που αποσκοπούν στην προώθηση της αφηγηματικής δράσης (εν προκειμένω του νόστου), συνδέοντας τραγούδι, μνήμη και γνώση, η πρόσκληση των Σειρήνων είναι ''λόγος εις εαυτόν''37 και υποσχετική· δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο στην ακινητοποίηση του Οδυσσέα (άραξε εδώ το πλοίο, ν' ακούσεις τη φωνή μας: μ 185) και, γενικότερα, στη διακοπή της ίδιας της επικής διήγησης, διαχωρίζοντας έτσι τη γλώσσα από τη δράση. Ο περίφημος, δόξα των Αχαιών Οδυσσέας (πολύαιν' Οδυσσεύ, μέγα κύδος Αχαιών: μ 184), ως ήρωας δηλαδή που ξέρει ''να ακούει ιστορίες'' όσο και ''να λέει'' για να επιβιώσει (πρβλ. ξ 508)38, εξουδετερώνει την αοιδή τους διπλά: την ''εσωτερικεύει'', αφενός, μέσω της ακοής, και την εκφέρει, αφετέρου, με τη δική του πλέον φωνή, ως δώρο στους Φαίακες, που θα τον ανταμείψουν με δώρα και ενύπνιο νόστο στην Ιθάκη.
Ας δούμε, όμως, πώς λειτουργεί η εξουδετέρωση της δύναμης των Σειρήνων στην πρόζα του Κάφκα: όπως αναφέραμε, η σιωπή τρέπεται καταρχήν σε ρητό, φοβερότερο και από το τραγούδι τους, όπλο, την οποία ο κουφός Οδυσσέας δεν την ακούει (Κι η αλήθεια είναι πως δεν τραγουδούσαν οι τρομερές Σειρήνες καθώς τις ζύγωνε ο Οδυσσέας). Η εξήγηση μάλιστα αυτής της παράδοξης μετατροπής της φωνής των Σειρήνων σε σιωπή μένει, όπως και με την προηγούμενη στάση του Οδυσσέα, αμφίσημη (γιατί πίστευαν, ίσως ότι με τη σιωπή τους μόνο θα νικούσαν τούτο τον αντίπαλο - εκτός κι αν, βλέποντας τόση ευτυχία στο πρόσωπο του Οδυσσέα, που μόνο το κερί σκεφτόταν και τις αλυσίδες του, λησμόνησαν κάθε τραγούδι). Αποτέλεσμα: η αινιγματική συμπεριφορά να διαφωτίζεται μέσω της αινιγματικής εξήγησης.39
'Όσο για τον καφκικό ήρωα, μέχρις αυτό το σημείο της ιστορίας, εμφανίζεται παγιδευμένος στα διπλά του όπλα, καθώς: όποιος με ανοιχτά, ή και με βουλωμένα τα αυτιά του, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση το σφράγισμα είναι άσκοπο, περνάει από τις Σειρήνες που σιωπούν, είναι το ίδιο χαμένος, όπως εκείνος που δένεται από το τραγούδι τους. 'Εναντι του αυξανόμενου κινδύνου, είναι ακριβώς τα διπλά ανεπαρκή και παιδαριώδη και πενιχρά μέσα του Οδυσσέα, που αποδεικνύονται σωτήρια: στην αρχή της πρόζας είναι αδύνατον, ακόμη και με σφραγισμένα τα αυτιά του, να μην ακούσει το τραγούδι· την ίδια, όμως, στιγμή, με σφραγισμένα τα αυτιά του, έναντι του οδυσσειακού Οδυσσέα που είναι ''όλος αυτιά'', μπορεί να επωφεληθεί από το διφορούμενο της μη ακοής: να μην ακούσει, δηλαδή, το τραγούδι των Σειρήνων και να μην ακούσει τη σιωπή τους.40 Και είναι ακριβώς το δεύτερο που συμβαίνει. Αποδεχόμενος, όπως εξάλλου ο οδυσσειακός ήρωας, τους παράδοξους όρους επικοινωνίας των επικίνδυνων γυναικών του, ο καφκικός τη σιωπή τους, ας μου επιτραπεί η έκφραση, δεν την άκουσε: του φάνηκε πως τραγουδούσαν και πως μόνο εκείνος δεν τις άκουγε, επειδή είχε λάβει τα μέτρα τον... και πίστεψε πως όλα αυτά συνόδευαν τις άριες που ανάκουστες αντηχούσαν γύρω του. Η σωτηρία επομένως υποκινείται, επειδή στην επιθετική σιωπή των Σειρήνων αντιπαραβάλλεται το αποτελεσματικό όπλο της αμυντικής σιωπής. Τώρα, όμως, μέσω μιας αρνητικής, έναντι της θετικής οδυσσειακής, μίμησης: ο καφκικός, δηλαδή, Οδυσσέας μπορεί να ελπίζει ότι θα διαφύγει τον κίνδυνο, επειδή ακριβώς αποτυγχάνει να ακούσει την ανικανότητα των Σειρήνων να μιλήσουν.41
Τα αλλόκοτα χαρακτηριστικά των καφκικών Σειρήνων και η αινιγματική τους σχέση με τον Οδυσσέα δεν σταματούν εδώ: στην Οδύσσεια παρουσιάζονται, εκτός από άμορφες, στατικές - κάθονται, λέει, στο ανθισμένο τους λιβάδι (μ 45) - βλέπουν αυτές το δεμένο ήρωα και τον θέλγουν αυτές με το ψιλόλιγνο τραγούδι τους. Στον Κάφκα είναι πρώτος ο Οδυσσέας που τους ρίχνει μια κλεφτή ματιά. [...], έπειτα όμως δεν τις ξανακοίταξε, σε σημείο που αυτές κυριολεκτικά εξαφανίστηκαν από μπροστά του, ενώ ο ίδιος εκλαμβάνει το πέρασμα δίπλα τους σαν να μην είχε σχεδόν συμβεί (κι όταν βρέθηκε κοντά τους, μήτε που τις πρόσεξε). Ο καφκικός επομένως ήρωας, όταν περνάει από τις Σειρήνες του, σε αντίθεση προς τον Οδυσσειακό που λαχταράει να ακούσει την περίκαλλη φωνή τους, όχι μόνο δεν ακούει τη σιωπή τους, αλλά αγνοεί τα θέλγητρα τους, ακόμη και το δικό του βλέμμα, και βυθίζεται λίγο πολύ στην άγνοια και στην ασυνειδησία.42 Το σπουδαιότερο: στον Κάφκα οι Σειρήνες θέλγονται από τον ταξιδιώτη τους παρά τον θέλγουν: ωραιότερες παρά ποτέ κινούνται απελπισμένα (συστρέφονταν, τεντώνονταν παράδερναν τα απαίσια μαλλιά τους με τον άνεμο, και τα γαμψά τους νύχια σέρνονταν στα βράχια), επιθυμώντας όχι να ξελογιάσουν, μόνο να κρατήσουν ένα καθρέφτισμα από τα μεγάλα μάτια του Οδυσσέα ήθελαν, όσο γινόταν πιο πολύ.
Στο οδυσσειακό επεισόδιο η προβολή του ζεύγους ''ακοή του Οδυσσέα - φωνή των Σειρήνων'' επιβάλλει την εξορία της όρασης43, έστω της θέας: ακόμη και η απόσταση δίνεται με ακουστικούς όρους (λ.χ. σίμωσε τόσο το καράβι στο νησί, που θα μπορούσε να ακουστεί η φωνή ανθρώπου: μ 182-183, πρβλ. όταν πια τις περάσαμε και δεν ακούγαμε μήτε φωνή μήτε το τραγούδι: μ 197-198). Στον Κάφκα, όμως, καθώς επικρατεί το ζεύγος ''αμυντική σιωπή του Οδυσσέα - επιθετική σιωπή των Σειρήνων'', το αινιγματικό παιχνίδι παίζεται αναγκαστικά με το βλέμμα του ταξιδιώτη, το οποίο συμπληρώνει την εξουδετέρωση των δυνάμεων των απειλητικών του γυναικών.
Τέλος, ενώ οι οδυσσειακές Σειρήνες με το προσκλητήριο τραγούδι τους διεκδικούν από τις Μούσες, εκτός από την ικανότητα της τέρψης, τη θανάσιμη παντογνωσία (Γιατί τα πάντα εμείς γνωρίζουμε... / Κι ακόμη ξέρουμε: μ 189-191)44, οι Σειρήνες στον Κάφκα, παρακολουθώντας την άγνοια του ασαγήνευτου ταξιδιώτη τους, δεν διαθέτουν συνείδηση· την ίδια, όμως, στιγμή η αδυναμία τους αυτή αποδεικνύεται, όπως, εξάλλου, και για τον αντίπαλό τους, σωτήρια, καθώς τους αποτρέπει από την καταστροφή (Αν οι Σειρήνες είχαν συνείδηση, εκείνη η φορά θα ήταν το τέλος τους)· η απουσία που τις σώζει (τίποτε δεν έπαθαν όμως), τις καθιστά άχρηστες για να υπάρχουν, καθώς δοκιμάζουν μια σαγηνευτική εμπειρία, όμως η έλλειψη συνείδησης ματαιώνει την εμπειρία αυτή τη στιγμή ακριβώς που συμβαίνει.45
Η σύνολη μιμητική αινιγματικότηταπου διατρέχει την ιστορία της πρόζας κάνει την εμφάνισή της και στο υστερόγραφο· όπου η αρχική, παράδοξη αφέλεια του ήρωα τρέπεται, μέσω του ανωνύμου πληροφοριοδότη, σε υποκριτική ηθοποιία46· η οποία, όμως, υπερβαίνοντας μάλλον τα ανθρώπινα μέτρα, εμφανίζεται, με ένα διπλό ίσως, όπως και η σιωπή των Σειρήνων, ως δυσεξήγητη (Και ίσως, αν κάτι υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική -ίσως να πρόσεξε στ' αλήθεια [ο Οδυσσέας] πως σώπαιναν οι Σειρήνες, κι όλες αυτές οι προσποιήσεις που αναφέραμε, ήταν χάη σαν ασπίδα, που την όρθωσε μπροστά τους, και μπροστά στους θεούς). 'Ετσι, το υστερόγραφο επιτρέπει το ενδεχόμενο να άκουσε ο καφκικός Οδυσσέας τη σιωπή των Σειρήνων, όμως η υπόθεση ότι κάτι τέτοιο υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική καθιστά, την ίδια στιγμή, προβληματική την πιθανότητα αυτή: αν πράγματι ο ήρωας προσποιήθηκε ότι άκουσε τη σιωπή των Σειρήνων, πώς θα μπορούσε να το κατορθώσει, αφού έφραξε τα αυτιά του με κερί; 'Ότι, επομένως, συνέβη θα μπορούσε πράγματι να συλληφθεί με μιαν άλλου είδους λογική, από έναν, υπεράνθρωπο μάλλον, Οδυσσέα, που μήτε η θεά του Πεπρωμένου δεν θα μπορούσε να διαβάσει την ψυχή του.
Με την επίγνωση ότι τουλάχιστον το δυσεξήγητο, συνεχώς αντιφατικό, περιεχόμενο της πρόζας του Κάφκα, επιδέχεται πολλαπλές εξηγήσεις, είτε προς την κατεύθυνση των Σειρήνων, που σιωπούν, είτε προς του Οδυσσέα, που τελικά κρατάει και αυτός σφραγισμένο το μυστικό της επιτυχίας του47, υπολογίζω μόνο στο μύθο της και στη σιωπή της, και περιορίζομαι σε δυο συνοπτικές συμπερασματικές κρίσεις.
Ενώ στο οδυσσειακό έπος οι αμφίσημες θηλυκές δυνάμεις του μύθου, παρά την απειλητική τους πρόσκληση, σκεπάζονται τελικώς από το λόγο της ποίησης, όπως τον εκφράζουν ο αφηγητής Οδυσσέας και, μέσω αυτού, ο ίδιος ο ποιητής της Οδύσσειας, στον Κάφκα συμβαίνει λίγο πολύ το αντίθετο μέσω του ανιγματικού παραδείγματος της ''Σιωπής των Σειρήνων'' ο μύθος αντιμετωπίζεται ως μια μορφή εξέγερσης ενάντια σ' έναν κόσμο που κυριαρχείται από το Λόγο, ως προσπάθεια δηλαδή υπέρβασης της πραγματικότητας και προσέγγισής της μέσα από ένα μονοπάτι τελείως διαφορετικό από εκείνο που ακολουθεί η λογική· τούτο σημαίνει ότι όχι μόνο δεν πρέπει να τον καταργήσουμε αλλά, υπολογίζοντας στον παράδοξο χαρακτήρα του -Ο μύθος προσπαθεί να εξηγήσει το ανεξήγητο διαβάζουμε στον ''Προμηθέα''48- να τον αποδεχτούμε γι' αυτό που τουλάχιστον αρχικά ήταν ένα ερμηνευτικό πρόβλημα που γεννά ατελείωτες ιστορίες από αινιγματικά κείμενα.49
'Οσο για τις καφκικές Σειρήνες και τον ταξιδιώτη τους, μας προσκαλούν να δούμε τη λογοτεχνία σε μια διαφορετική -άκρως ειρωνική σε σχέση με της Οδύσσειας - προοπτική: Αν ο λόγος της λογοτεχνίας στο οδυσσειακό έπος, συμπυκνώνεται, ανεξαρτήτως κόστους, αφενός στην εκφορά της, διά της φωνής, και, αφετέρου στην πρόσληψή της διά της ακοής (μ 191-192) -η σιωπή στην προκείμενη περίπτωση δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της ακροαματικής ηδονής50- στην πρόζα του Κάφκα το προηγούμενο δίπολο αποτελεί το άλλοθί της: ''η ουσία της λογοτεχνίας στον Κάφκα περιέχεται στη σιωπή της''51. Αυτός ο καταλυτικός πυρήνας της καφκικής πρόζας, η σιωπή, δεν πρέπει να νοηθεί ως αδυναμία η ''ακραία συνεπεία της απροθυμίας για επικοινωνία''52, αλλά ως έκφραση του εκτοπισμού της γλώσσας''53, όπως τουλάχιστον τον βίωνε ο Κάφκα μαζί με τους εβραίους της Πράγας, και, προπαντός, ζήτημα πολιτικής με τη θεμελιώδη της σημασία '''Οταν οι λέξεις στην πολιτεία είναι φορτωμένες βαρβαρότητα και ψέμα, τίποτα δεν μιλάει δυνατοτερα από ένα άγραφο ποίημα''.54
Απεικονίζονταν με ανθρώπινο γυναικείο κεφάλι και σώμα αρπακτικού πουλιού.
ΜΠΑΧΟΜΕΧ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΟΝΙΑ ΡΥΠΑΡΑ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
Πηγή:
http://enews-gr.blogspot.gr
Στην επικρατέστερη εκδοχή θεωρούνται θυγατέρες του ποτάμιου θεού Αχελώου και της Μούσας Μελπομένης (Απολλόδωρος) ή της Τερψιχόρης (Απολλώνιος ο Ρόδιος) ή της Στερόπης. Κατ΄ άλλη εκδοχή κόρες του θαλάσσιου θεού Φόρκυ και μητέρα τους η Χθων (Γη). Συνήθως είναι αριθμητικά δύο Αγλαόπη (λαμπρή στην όψη) και Θελξιέπεια (γοητευτική στο λόγο)ή τρεις Παρθενόπη, Λευκωσία (Λευκή ουσία) και Λιγεία (Καθαρή φωνή) ή Αγλαόφωνος, Μόλπη (μελωδική φωνή) και Θελξινόη (όμορφος νους) κατά τον Ησίοδο. Άλλα ονόματα που τους έδιναν είναι Θελξιόπη (γοητευτική όψη) και Πεισηνόη (πειθώ του νου). Το δε όνομά τους συνδέεται πιθανώς με τον Σείριο. Κατά τον Πλάτωνα (Πολ. 617b,c), οι Σειρήνες ήταν οκτώ.
Κατά το μύθο οι Σειρήνες ήταν θαλάσσιες νύμφες (Ναϊάδες) συνοδοί της Περσεφόνης. Όταν τη Περσεφόνη την απήγαγε ο Άδης η μητερα της Δήμητρα τους έδωσε σώμα πτηνών για να τη βοηθήσουν στην αναζήτηση. Όταν πλέον δε κατάφεραν να τη βρουν εγκαταστάθηκαν σε ένα νησί από όπου με το πανέμορφο τραγούδι τους προσείλκυαν τους ναύτες των πλοίων που πλησίαζαν στην περιοχή τους και προκαλούσαν στην συνέχεια την καταστροφή τους.
Αναφέρονται για πρώτη φορά στην Οδύσσεια (μ 39-54 και 158-200) ως κατοικούσες στη νήσο Ανθεμόεσσα του Τυρρηνικού πελάγους, στο στενό της Μεσσήνης μεταξύ Σικελίας και Καλαβρίας. Ο Οδυσσέας είχε ενημερωθεί από την Κίρκη για το γοητευτικό τραγούδι τους με το οποίο παγίδευαν τους ανυποψίαστους ταξιδιώτες, που πλησιάζοντας είτε ξεχνούσαν τον προορισμό τους, είτε κατασπαράζονταν απ΄ αυτές, κι έτσι διέταξε σε όλο το πλήρωμα του να βάλουν κερί στα αυτιά τους ώστε να μην ακούν το τραγούδι των Σειρήνων, ενώ ό ίδιος ζήτησε να τον δέσουν στο κατάρτι ώστε όταν ακούσει το τραγούδι τους να μη παρασυρθεί στη γοητεία τους.
Πριν τον Οδυσσέα μόνο οι Αργοναύτες είχαν καταφέρει να περάσουν από την περιοχή τους, όταν ο Χείρων είχε προειδοποιήσει τον Ιάσονα να πάρει μαζί του τον Ορφέα ο οποίος με το τραγούδι του ξεπέρασε σε ομορφιά τις σειρήνες και κατόρθωσαν τελικά να διαφύγουν χωρίς απώλειες.
Η νήσος των Σειρήνων ή Σειρηνουσσών δεν είναι επακριβώς ταυτοποιημένη ούτε και μυθολογικά. Οι διάφοροι μελετητές έχουν προτείνει πάμπολλες τοποθεσίες. Ωστόσο, κατά την επικρατούσα άποψη βρισκόταν στην παραλία της Καμπανίας πλησίον της Νεαπόλεως.
Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΟΜΗΡΙΚΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΦΚΑ
Προτίθεμαι να ενισχύσω τη συγκριτική ανάγνωση του επεισοδίου των Σειρήνων της ομηρικής Οδύσσειας (μ 37-54, μ 154-200, πρβλ. ψ 326)2 με την ομόθεμη πρόζα του Κάφκα ''Η σιωπή των Σειρήνων'', η οποία φιλοξενείται στο σχολικό εγχειρίδιο της Β΄ Λυκείου Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία Ανθολόγιο Μεταφράσεων (σσ. Β 12 / 255-256)3. Ειδικότερα, θα με απασχολήσουν χαρακτηριστικές αναλογίες, αβεβαιότητες και αμφισημίες, οι οποίες επιτρέπουν συγκλίσεις αλλά και χαρακτηριστικές αποκλίσεις ανάμεσα στις δυο διηγήσεις, και επιδέχονται διπλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις4.
Καταρχάς, μερικές εξωτερικές αναλογίες που εντοπίζονται στα δυο κείμενα τόσο το οδυσσειακό όσο και το καφκικό περιέχονται σε έργα τα οποία, μέσα στον ξεχωριστό χρόνο σύνθεσής τους, έχουν ανάλογη, περιπετειώδη εκδοτική ιστορία, καθώς στην τελική τους μορφή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι παρεμβάσεις τρίτων. Παρακάμπτοντας εδώ αβέβαιες όψεις που σχετίζονται με το χρόνο, τον τρόπο και τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην τελική, όπως την έχουμε σήμερα, άρθρωση και μορφή του οδυσσειακού κειμένου5, μένω περισσότερο στην πρόζα του Κάφκα. Γνωρίζουμε ότι συντάσσεται το 1917, χρονιά κατά την οποία ο τσέχος πεζογράφος, σε διένεξη ήδη με τον αυταρχικό του πατέρα, βρίσκεται άρρωστος στο Τσουράου (μικρό χωριό στη Βοημία) κοντά στην αδελφή του 'Οτλα. Εκεί, αναζητώντας, όπως αναφέρει ο ίδιος στα Ημερολόγιά του, την ευτυχία στη σφαίρα της αγνότητας, της αλήθειας και της μονιμότητας6, δεν γράφει κανένα από τα σημαντικά του εκτενή αφηγηματικά έργα, παρά μόνο μικρές ιστορίες, όπως η προκείμενη, και τους ΑφορισμούςΊ. Εκείνο, βέβαια, που έχει σημασία είναι ότι ο Κάφκα δεν δημοσίευσε ο ίδιος την πρόζα του, αλλά ούτε και το επιθυμούσε8. Ο Μαξ Μπροντ, στενός φίλος και γραμματέας του, βρήκε το κείμενο στα τετράδιά του και το δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1931 στο Βερολίνο, μαζί με άλλες μικρές πρόζες, στη συλλογή υπό τον τίτλο BeimBauderchinesischenMauerUngedruckteErzaehlungenundProsaausdemNachlass (= Χτίζοντας το σινικό τείχος. Αδημοσίευτα διηγήματα και πεζογραφήματα από τα κατάλοιπα)9. Ο Κάφκα είχε αφήσει την πρόζα του άτιτλη, και ο Μπροντ, θέλοντας προφανώς να υπογραμμίσει το πιο συναρπαστικό στοιχείο της, της έδωσε τον τίτλο ''DasSchweigenderSirenen'' (= ''Η σιωπή των Σειρήνων'')10.
Ομηρικές και καφκικές Σειρήνες στηρίζονται σε προηγούμενη μυθολογική παράδοση. Το οδυσσειακό επεισόδιο αντλεί το υλικό του γενικότερα από παγκόσμιες παραμυθικές ιστορίες (Weltmarchen), όπου επικίνδυνα, υπερφυσικά γυναικεία όντα θέλγουν με το τραγούδι τους ναυτικούς, οδηγώντας τους στο θάνατο. Πιθανόν ο ποιητής της Οδύσσειας στη σύνταξη του επεισοδίου των Σειρήνων να συμπύκνωσε θέματα και μοτίβα από ένα προηγούμενο αργοναυτικό έπος11, αν και για τους περισσοτέρους ειδικούς η εξάρτηση των ομηρικών Σειρήνων από κάποια συγκεκριμένη παραδοσιακή πηγή δεν είναι εύκολα εντοπίσημη12. Από τη στιγμή, επομένως, που δεν είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα κάποιο πρότυπο από το οποίο προέκυψε η ομηρική εκδοχή, θεωρούμε το σχετικό οδυσσειακό επεισόδιο ''μηδενική βαθμίδα''13 των μεταγενεστέρων παραλλαγών του.
Από την άλλη μεριά, η πρόζα του Κάφκα φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι περιέχει παραδοσιακά στοιχεία δομής και περιεχομένου, που εμφανίζονται και στο οδυσσειακό επεισόδιο των Σειρήνων, και υπ' αυτή την έννοια εύλογα χαρακτηρίζεται ''αρχαιόθεμη''14. Η πρώτη γνωριμία του Κάφκα με κείμενα της αρχαιοελληνικής γλώσσας και γραμματείας, συνεπώς και με τον 'Ομηρο, ανάγεται στο τελευταίο έτος της οκτάχρονης φοίτησής του (1893-1901) στο γερμανικό ουμανιστικό γυμνάσιο15· όπου, ωστόσο, οι άκρως φορμαλιστικές μέδοδοι της διδασκαλίας κάθε άλλο παρά επέτρεπαν στους περισσοτέρους μαθητές την κριτική προσέγγιση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος16. Κατ' επέκταση, η γνώση της αρχαίας ελληνικής και η συστηματική συναναστροφή του Κάφκα με κείμενα και συγγραφείς17 ήταν μάλλον προσωπική του,
μεταγενέστερη υπόθεση.
Πάντως, όπως υποδεικνύεται και στη συνέχεια, τόσο το ομηρικό επεισόδιο όσο και το καφκικό χρησιμοποιούν με ιδιόρρυθμο τρόπο τον πυρηνικό μύθο. Το πέρασμα του Οδυσσέα από τις Σειρήνες αποκλίνει σημαντικά από τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται το αντίστοιχο πέρασμα των Αργοναυτών, όπως τουλάχιστον το γνωρίζουμε από τα μεταγενέστερα Αργοναυτικά (IV 891-921, πρβλ. Ι 33) του Απολλώνιου του Ρόδιου ή τις διάσημες, μεταγενέστερες εικονογραφικές του αναπαραστάσεις. Για παράδειγμα, στο αλεξανδρινό έπος το πέρασμα από τις Σειρήνες δίνεται σε τρίτο πρόσωπο από τον εξωτερικό αφηγητή, ενώ το αντίστοιχο οδυσσειακό δίνεται σε πρωτοπρόσωπο λόγο από τον ίδιο το βασικό πρωταγωνιστή του έπους. Επίσης, οι Σειρήνες στα Αργοναυτικά περιγράφονται με διεξοδικό τρόπο ως προς τη γενεαλογία τους, έχουν εξονομασμένη δισυπόστατη φύση -μισές γυναίκες, μισές πουλιά- και συνδέονται με την Περσεφόνη. Στην Οδύσσεια, αντίθετα, παρόμοια χαρακτηριστικά των Σειρήνων απουσιάζουν. Το σπουδαιότερο: ενώ στην Οδύσσεια αφηγητής είναι ο Οδυσσέας που, επιστρέφοντας από την Κίρκη και τον 'Αδη, ακούει τις Σειρήνες και περνάει τον κίνδυνο, σώζοντας εαυτόν και εταίρους, στον Απολλώνιο είναι ο Ορφέας, γενάρχης των Μουσών και μυθική μορφή, άμεσα συνδεδεμένη με το ''θέμα της καταβάσεως'', που με τη φόρμιγγά του σκεπάζει το τραγούδι των Σειρήνων, σώζοντας τους Αργοναύτες18. 'Οσο για τις μεταγενέστερες αναπαραστάσεις του σχετικού θέματος, όπως λ.χ. αυτή με τις τρεις υβριδικές, φτερωτές Σειρήνες, που περιβάλλουν το πλοίο του Οδυσσέα (Βρεταν. Μουσ., 470 π.Χ. )19, αποκλίνουν επίσης σημαντικά από τον τρόπο με τον οποίο συστήνονται οι σχεδόν αόρατες θηλυκές δυνάμεις στο οδυσσειακό έπος.
Με το δικό του τρόπο ο Κάφκα στην υπό συζήτηση πρόζα του αποσυναρμολογεί τον αρχαίο μύθο, όπως τουλάχιστον τον γνωρίζουμε, από την ομηρική Οδύσσεια. Το πώς επιτυγχάνεται αυτό θα το δούμε αναλυτικά παρακάτω. Αξίζει πάντως να επισημάνουμε προκαταβολικάότι, γενικότερα, η συστηματική παρουσία αρχαιοελληνικών μορφών και θεμάτων στο έργο του Κάφκα είναι περιορισμένη εκτός από τη Σιωπή των Σειρήνων, όπου εξέχει η μορφή του Οδυσσέα, ο Κάφκα έγραψε επίσης μικρές ιστορίες με πρωταγωνιστικές μορφές τον Ποσειδώνα, τον Προμηθέα, ενώ σε δυο άλλες, το Νέο Δικηγόρο και την Ανακοίνωση σε μιαν Ακαδημία, διακρίνονται ο Βουκεφάλας και ο Αχιλλέας20. Σε όλες αυτές, τις περιθωριακές μάλλον, αν και χαρακτηριστικές περιπτώσεις, ο τσέχος πεζογράφος δεν ενδιαφέρεταινα αναζωογονήσειή να ανατροφοδοτήσει με το δικό του μυθοποιητικό υλικό την αρχαιοελληνική παράδοση, αλλά, το αντίθετο, τον ενδιαφέρει η ''απομυθοποίηση'' της· γι' αυτό συχνά θέματα και μορφές, όταν δεν συνιστούν ''προβολή'' της ζωής του Κάφκα21, αντιμετωπίζονται με χαρακτηριστική ειρωνεία, αλλά και κριτική απόσταση22.
Ειδικότερες, δίσημες αναλογίες και αποκλίσεις ανάμεσα στις οδυσσειακές και στις καφκικές Σειρήνες εντοπίζονται ως προς τα επόμενα θεματικά και δομικά τους στοιχεία.
Το έμμετρο, σχετικώς εκτενές, ομηρικό επεισόδιο είναι ενταγμένο στο πλαίσιο μιας μακράς ένθετης διήγησης (Απόλογοι), την οποία ο κύριος και, αποκλειστικά δραστήριος μέτοχος της ιστορίας, ο Οδυσσέας, τη διηγείται στους εσωτερικούς ακροατές Φαίακες, που φτάνει μέσω του ποιητή και στον εξωτερικό ακροατή/αναγνώστη. Αντίθετα, το πεζό και συνοπτικό επεισόδιο του Κάφκα το διηγείται μια ανώνυμη, απ' αρχής μέχρι τέλους της ιστορίας, αδιάγνωστη φωνή, η οποία βρίσκεται σε απόσταση τόσο από τον πρωταγωνιστή ήρωα της ιστορίας, τον Οδυσσέα, όσο και, γενικότερα, από το ίδιο το μυθολογούμενο γεγονός. Τις αφηγηματικές προεκτάσεις και αυτής της διαφοράς θα τις σχολιάσουμε στη συνέχεια. Ακόμη, αν η οδυσσειακή διήγηση εκτίθεται υπό τη μορφή της προφητείας της Κίρκης (όσα η Κίρκη λέγοντας μου προφήτεψε, μ 155), η οποία αναμένεται να εκπληρωθεί, η αντίστοιχη του Κάφκα συστήνεται ως απόδειξη ('Οπου αποδεικνύεται ότι ), γεγονός που υποψιάζει τον αναγνώστη ότι θα ακολουθήσει τουλάχιστον μια λογικά έγκυρη επιχειρηματολογία.
Η ένθετη ομηρική διήγηση και η πρόζα του Κάφκα αναπτύσσονται σε δίπτυχη, κατά βάση, μορφή· στην Οδύσσεια ο πρωταγωνιστής ήρωας διηγείται στους Φαίακες πρώτα τις συμβουλές που του δίνει η Κίρκη για την άκρως επικίνδυνη συνάντηση με τις Σειρήνες (μ 39-54), και έπειτα τη φάση της προετοιμασίας και το πέρασμα από το νησί τους (μ 158-200)23. Στην καφκική πρόζα, δίχως την παρουσία κάποιου θεού, ο ανώνυμος αφηγητής διηγείται πρώτα το πέρασμα του καφκικού Οδυσσέα από τις Σειρήνες, προσθέτει, όμως, στο τέλος ένα εξηγητικό υστερόγραφο. Στην Οδύσσεια οι αρχικές οδηγίες της Κίρκης, σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τις Σειρήνες, τροποποιούνται ή συμπληρώνονται με τα επόμενα δρώμενα, ενώ το καφκικό υστερόγραφο, σε ό,τι αφορά τον Οδυσσέα, κλονίζει τη βεβαιότητα των προηγουμένων. Αποτέλεσμα και οι δυο αφηγήσεις καλύπτονται από την αμφισημία, το μυστήριο και την αινιγματικότητα. Για παράδειγμα, στην Οδύσσεια η Κίρκη με την αόριστη, αλλά διεξοδική, περιγραφή του δίσημου τόπου όπου εδρεύουν οι Σειρήνες, τον ανθεμόεντα λειμώνα (μ 45, 159) -με σημερινούς όρους κατ' ευφημισμόν δήλωση του νεκροταφείου- επιμένει κατεξοχήν στο θανάσιμο κίνδυνο (λήθη και στέρηση του νόστου), που περιμένει τον Οδυσσέα, στην περίπτωση που αυτός επιθυμούσε να δοκιμάσει τη θέλξη της φωνής των Σειρήνων (μ 39-46)· αργότερα, όμως, οι Σειρήνες, συμπληρώνοντας το αμφίσημο προφίλ τους, υπόσχονται στον ήρωα, μεταξύ άλλων, όχι βέβαια θάνατο, αλλά γνώση, τέρψη και νόστο (πρώτα ευφραίνεται, κι ύστερα συνεχίζει το ταξίδι του, / κερδίζοντας καινούρια γνώση:μ 188-189)24. Στο υστερόγραφο πάλι της καφκικής πρόζας, καθώς τελικώς μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο καφκικός Οδυσσέας να πρόσεξε στ' αλήθεια πως σώπαιναν οι Σειρήνες, σχετικοποιείται η προηγουμένη ψευδαισθητική του εντύπωση ότι τραγουδούν (του φάνηκε πως τραγουδούσαν). Με το μέτρο της κοινής λογικής, που μάλλον δεν μας το επιτρέπει ο Κάφκα, τα μέσα του ήρωα στο υστερόγραφο κάθε άλλο παρά αποδεικνύονται ανεπαρκή και παιδαριώδη, όπως δηλώνεται στην αρχή της πρόζας.
Τόσο στην οδυσσειακή αφήγηση, όσο και στου Κάφκα, το κρίσιμο σημείο της ιστορίας επικεντρώνεται στην αναπόφευκτη συνάντηση του Οδυσσέα με τις Σειρήνες. Και στις δυο περιπτώσεις ο Οδυσσέας, την πρώτη ως πολυπλάνητος ήρωας, τη δεύτερη, στην αρχή τουλάχιστον, μάλλον ως απλός, έως απλοϊκός, θαλασσινός ταξιδευτής - τυχοδιώκτης, οφείλει να περάσει από τις Σειρήνες, ακούγοντας αλώβητος το θελκτήριο και μαζί θανάσιμο τραγούδι τους. Για την αντιμετώπιση του άκρως απειλητικού όρου, της φωνής των Σειρήνων, ο ήρωας επιστρατεύει, και στις δυο ιστορίες, διπλά ''μέσα διάσωσης'' και εξαπάτησης: το κερί και το δέσιμο στο κατάρτι με την επιπρόσθετη χαρακτηριστική διαφορά ότι, ενώ στην Οδύσσεια τα αμυντικά όπλα (δέσιμο και κερί) υποδεικνύονται στον ήρωα από τη δολερή θεά Κίρκη (μ 47-54), στην πρόζα του Κάφκα ο ναυτικός ταξιδευτής επινοεί μόνος τα ανεπαρκή, παιδαριώδη και πενιχρά του μέσα διάσωσης. Με τα δυο αυτά όπλα ο Οδυσσέας, συνειδητά στην Οδύσσεια, ασυνείδητα στην πρόζα του Κάφκα, μιμείται, και εξ αποτελέσματος εξουδετερώνει, τις δυνάμεις των Σειρήνων: το γλυκό κερί σαν μέλι (μ 48) αχρηστεύει τη μελιστάλαχτη φωνή τους (μ 187)25, ενώ το δέσιμο στο κατάρτι του πλοίου καθιστά αναποτελεσματικό το μεταφορικό ''δέσιμο'' των ακροατών, που προκαλούν οι επικίνδυνες γυναίκες με το τραγούδι τους26.
Δυο επιπρόσθετα χαρακτηριστικά επισημαίνονται, που συμβάλλουν στο να σχηματιστεί το διαφορετικό προφίλ του Οδυσσέα στην Οδύσσεια και στην πρόζα του Κάφκα προτού συναντηθεί με τις Σειρήνες. Στην πρώτη, με τη διεξοδική σκηνή της ετοιμασίας του κεριού, που προορίζεται για τους εταίρους (στ 173-177), εξαίρεται, μεταξύ άλλων, η τεχνική δεξιοσύνη του ήρωα, στοιχείο του πολυμήχανου ήθους του, ενώ με το δέσιμο στο κατάρτι, στο όνομα της ακροαματικής τέρψης, τονίζεται η επώδυνη τλημοσύνη του (να με δέσετε σφιχτά, τόσο που να πονέσω, να μην μπορώ να κουνηθώ μ 161, πρβλ. μ 196). Στην πρόζα του Κάφκα και τα δυο αυτά γνώριμα στοιχεία του οδυσσειακού ήρωα απουσιάζουν ολότελα. Μένουν μοναχά η ανυποψίαστη ελπίδα του περιπλανωμένου ταξιδιώτη ότι τελικά θα αποφύγει τον πόθο των Σειρήνων, και η αθώα χαρά του.
Στον Κάφκα η συνάντηση του Οδυσσέα με τις Σειρήνες είναι από την αρχή μέχρι το τέλος αποκλειστική. Παρά την αναφορά στην αρχή του καφκικού επεισοδίου έβαλε να τον αλυσοδέσουν στο κατάρτι, η οποία υπονοεί την παρουσία κάποιων συντρόφων, στη συνέχεια της πρόζας ο ταξιδιώτης αντιμετωπίζει τις Σειρήνες ολότελα μόνος. Στην Οδύσσεια, αντίθετα, ο ήρωας, με εξασφαλισμένη τη θεϊκή συμβουλή, συνοδεύεται κατά το πέρασμα από τις Σειρήνες από εταίρους: η ζωή τους, μάλιστα, εξαρτάται πλήρως από την έκβαση της επικοινωνίας του αρχηγού τους με τις επικίνδυνες γυναίκες. 'Οταν, για παράδειγμα, ο ήρωας, μαγεμένος από την περίκαλλη φωνή τους, λαχταράει να τις ακούσει (μ 193-194) και κάνει νόημα στους αμέριμνους κωπηλάτες συντρόφους του να τον λύσουν από τα δεσμά του, ο Ευρύλοχος και ο Περιμήδης τον σφίγγουν στο κατάρτι πιο γερά στο τέλος, βέβαια, όταν φωνή και αοιδή παύουν να ακούγονται, οι εταίροι βγάζουν το κερί από τα αυτιά τους και λυτρώνουν από τα δεσμά τον κύριό τους (μ 199-200)27. Παρά ταύτα, και οι εταίροι εκτοπίζονται από τις κρίσιμες φάσεις του οδυσσειακού επεισοδίου, με αποτέλεσμα η συνάντηση του αρχηγού τους με τις Σειρήνες να είναι, όπως και στην πρόζα του Κάφκα, εντελώς ιδιαίτερη και αποκλειστική: οι μελλοθάνατοι σύντροφοι του Οδυσσέα δεν ακούν, επειδή κοιμούνται (μ 32), τις οδηγίες που δίνει η Κίρκη στον αρχηγό τους, και στερούνται την ακροαματική ηδονή της φωνής των Σειρήνων, τις οποίες ούτε καν παίρνουν είδηση, επειδή ο αρχηγός τους, ακολουθώντας πιστά τις συμβουλές της μάγισσας θεάς, έχει βουλώσει τα αυτιά τους με κερί. Στην ολοκληρωτική, επομένως, απουσία των εταίρων στην πρόζα του Κάφκα, αντιστοιχεί η παρουσία - απουσία των εταίρων στο επεισόδιο της Οδύσσειας· στην πρόζα του Κάφκα η πλήρης εξαφάνισή τους, όπως θα δούμε σε λίγο, υπηρετεί στην προβολή του δίδυμου θέματος της αμοιβαίας σιωπής ανάμεσα στις Σειρήνες και στον καφκικό ήρωα στην Οδύσσεια, όμως, η σιωπή των εταίρων σκηνοθετεί με αντιθετικό τρόπο το ζεύγος της θελκτήριας φωνής των Σειρήνων και της ακροαματικής ηδονής του Οδυσσέα.
Το σφράγισμα των αυτιών στην πρόζα του Κάφκα μεταφέρεται στον ίδιο τον Οδυσσέα - ταξιδιώτη, καθιστώντας υποχρεωτικό τον εκτοπισμό των συντρόφων από την πρόζα. 'Ετσι, σε αντίθεση προς την Οδύσσεια, όπου η δυαδική αντίθεση ανάμεσα στον Οδυσσέα και στους εταίρους στηρίζεται στη βάση της απουσίας/παρουσίας του κεριού28, η εξωτερική τουλάχιστον αυτή αντίθεση παρακάμπτεται. Η τροποποίηση αυτή του οδυσσειακού μύθου έχει για την καφκική πρόζα επιπρόσθετες αφηγηματικές προεκτάσεις.
Καταρχάς, έναντι του δεμένου, πολυτλήμονα οδυσσειακού ήρωα που τολμά να εκτεθεί στον κίνδυνο της ακοής της φωνής των Σειρήνων, ο καφκικός εμφανίζεται και ερμητικά κλεισμένος στον εαυτό του29. Την ίδια στιγμή η χειρονομία του καφκικού ήρωα, η οποία διπλασιάζει, μαζί με το αλυσοδέσιμο στο κατάρτι, την άμυνά του απέναντι στις Σειρήνες, επιτονίζει το σισύφειο χαρακτήρα του εγχειρήματός του30, δεδομένου ότι το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα. Η δικαιολόγηση μάλιστα αυτής της συμπεριφοράς του καφκικού ήρωα είναι τουλάχιστον αινιγματική (Αυτό ο Οδυσσέας δεν το σκέφτηκε, αν και πολύ πιθανόν το είχε ακουστά), για τον υποψιασμένο όμως αναγνώστη κατανοητή: στην Οδύσσεια μόνο με ανοιχτά τα αυτιά του ο Οδυσσέας μπορεί να διηγηθεί, ως αποκλειστικός μάρτυρας, στους Φαίακες το τραγούδι των Σειρήνων, που μέρος του φτάνει και σε μας· και μόνο ο αφηγητής ήρωας γνωρίζει -επειδή μόνο αυτός ακούει- τι επίδραση ασκούν με το τραγούδι τους, με αποτέλεσμα να μην τίθενται ερωτήματα για την αξιοπιστία της διήγησής του· αντίθετα, στην πρόζα του Κάφκα, καθώς ο μοναχικός ταξιδιώτης έχει βουλώσει από την αρχή της πρόζας τα αυτιά του με κερί, δεν υπάρχει κανένας μάρτυρας· μένει η φωνή του ανώνυμου πληροφοριοδότη, ο οποίος μπορεί να κατέχει περισσότερη γνώση από ότι ο ίδιος ο καφκικός Οδυσσέας, επειδή όμως βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου ως προς τα διηγούμενα γεγονότα, παρουσιάζει, όπως δείχνουν τόσο το προκείμενο αν και όσο και οι επόμενες εξηγήσεις με τα ίσως, τη δική του ερμηνεία για το επεισόδιο με τρόπο αβέβαιο, αινιγματικό και ανοιχτό31.
Με εξαφανισμένους τους εταίρους και κουφό τον Οδυσσέα στην πρόζα του Κάφκα, οι μόνοι ενδεχόμενοι μάρτυρες που θα μπορούσαν να μας πουν την ιστορία του επεισοδίου είναι οι Σειρήνες. Ωστόσο, και η δυνατότητα αυτή στην πρόζα του Τσέχου πεζογράφου, εξαιτίας των αντιφατικών χαρακτηριστικών που διαθέτουν οι γυναίκες του, τελικώς αναιρείται.
Στην Οδύσσεια η περιγραφή των Σειρήνων, σε αντίθεση μάλιστα προς άλλες μεταγενέστερες διεξοδικές, όπως λ.χ. αυτές στα Αργοναυτικά (IV 893-899), συμβάλλοντας στην ανάδειξη της αμφίσημου ρόλου τους και πυκνώνοντας, γενικότερα, την ατμόσφαιρα του μυστηρίου, περιορίζεται στο δηλωμένο δυϊκό τους αριθμό (Σειρήνοιϊν: μ 52, πρβλ. 166-167)32 και στις εξαιρετικώς επικίνδυνες ικανότητες της φωνής τους (μ 44, 52, 158, 159, 183, 187, 192, 198). 'Έτσι, στην Οδύσσεια οι απειλητικές αυτές θαλασσινές υπάρξεις δεν έχουν όψη, αλλά μόνο φωνή33. Το αντίθετο συμβαίνει στον Κάφκα· όπου, κατά το παράδειγμα των μεταγενέστερων λογοτεχνικών εκδοχών και εικονογραφικών αναπαραστάσεων, υποστασιοποιούνται πλήρως, έχουν αισθήματα και υβριδική μορφή (καμπυλωμένο λαιμό, βαθιές ανάσες, δακρυσμένα μάτια, μισάνοιχτο στόμα, απαίσια μαλλιά, γαμψά νύχια), δεν έχουν όμως φωνή.33 Ακόμη, αν και στην αρχή της πρόζας του Κάφκα οι Σειρήνες συγκλίνουν, ως προς τις ιδιότητες της φωνής τους, με τις οδυσσειακές (Το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα, και το πάθος των σαγηνευμένων δεν ήταν ικανό να σπάσει μόνο αλυσίδες και κατάρτι), στη συνέχεια, κατά κάποιο μυστήριο τρόπο, βρίσκονται σε χαρακτηριστική απόκλιση: η απειλητική τραγουδιστική τους ικανότητα, που διαπερνούσε τα πάντα, μεταστρέφεται ολοκληρωτικώς σε σιωπή (Οι Σειρήνες, όμως, έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους). Το στοιχείο της σιωπής έρχεται να ολοκληρώσει τα συμπληρωματικώς αντιθετικά ζεύγη που συντηρούνται ανάμεσα στα δύο έργα: ''επιθετική φωνή των Σειρήνων - αμυντική ακοή του Οδυσσέα'' στην Οδύσσεια· ''επιθετική σιωπή των Σειρήνων - αμυντική σιωπή του κουφού Οδυσσέα» στην πρόζα του Κάφκα''.
Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η μυστηριακή σιωπή εξαφανίζεται από την Οδύσσεια. Αντίθετα, υπάρχει, μόνο που υπηρετεί την προβολή του ζεύγους ''φωνή – ακοή''. Εμφανίζεται έτσι: α) όπως ήδη σημειώθηκε, ως επιβεβλημένο, αμυντικό μη άκουσμα της αοιδής των Σειρήνων από τους εταίρους, που στερούνται τελικώς έναντι του αρχηγού τους την τέρψη της φωνής τους· β) ως θαλάσσια νηνεμία, που μεταφράζεται σε ''θεόσταλτο ύπνο'' των κυμάτων (μ 169), και λειτουργεί μάλλον ως προειδοποιητικό σήμα του επικείμενου θανάσιμου κινδύνου·34 τέλος, γ) ως απόν περιεχόμενο της αοιδής των Σειρήνων υπό την έννοια ότι οι απειλητικές γυναίκες μπορεί να προσκαλούν τον Οδυσσέα να συμμετάσχει στην ακροαματική απεραντοσύνη μιας ποιητικής περιπέτειας (τα πάντα εμείς γνωρίζουμε όσα τραβήξανε στης Τροίας / τον κάμπο Αργείοι και Τρώες... / όσα συμβαίνουν πάνω σ' ολόκληρη τη γη / με τα πολλά γεννήματα: μ 189-191), η υπόσχεσή τους, ωστόσο, αυτή δεν πραγματοποιείται, τουλάχιστον για τον ακροατή / αναγνώστη, με αποτέλεσμα η αοιδή τους να μένει ''ατραγούδιστη''35, ή, με τα υπερβολικά ίσως λόγια του Blanchot, να καταλήγει ''ένα τραγούδι που το περιμένουμε να εμφανιστεί''36.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί αυτή η αποσιώπηση της αοιδής των Σειρήνων; Επειδή ακριβώς, σε αντίθεση προς τις άλλες αοιδές ή διηγήσεις της Οδύσσειας, που αποσκοπούν στην προώθηση της αφηγηματικής δράσης (εν προκειμένω του νόστου), συνδέοντας τραγούδι, μνήμη και γνώση, η πρόσκληση των Σειρήνων είναι ''λόγος εις εαυτόν''37 και υποσχετική· δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο στην ακινητοποίηση του Οδυσσέα (άραξε εδώ το πλοίο, ν' ακούσεις τη φωνή μας: μ 185) και, γενικότερα, στη διακοπή της ίδιας της επικής διήγησης, διαχωρίζοντας έτσι τη γλώσσα από τη δράση. Ο περίφημος, δόξα των Αχαιών Οδυσσέας (πολύαιν' Οδυσσεύ, μέγα κύδος Αχαιών: μ 184), ως ήρωας δηλαδή που ξέρει ''να ακούει ιστορίες'' όσο και ''να λέει'' για να επιβιώσει (πρβλ. ξ 508)38, εξουδετερώνει την αοιδή τους διπλά: την ''εσωτερικεύει'', αφενός, μέσω της ακοής, και την εκφέρει, αφετέρου, με τη δική του πλέον φωνή, ως δώρο στους Φαίακες, που θα τον ανταμείψουν με δώρα και ενύπνιο νόστο στην Ιθάκη.
Ας δούμε, όμως, πώς λειτουργεί η εξουδετέρωση της δύναμης των Σειρήνων στην πρόζα του Κάφκα: όπως αναφέραμε, η σιωπή τρέπεται καταρχήν σε ρητό, φοβερότερο και από το τραγούδι τους, όπλο, την οποία ο κουφός Οδυσσέας δεν την ακούει (Κι η αλήθεια είναι πως δεν τραγουδούσαν οι τρομερές Σειρήνες καθώς τις ζύγωνε ο Οδυσσέας). Η εξήγηση μάλιστα αυτής της παράδοξης μετατροπής της φωνής των Σειρήνων σε σιωπή μένει, όπως και με την προηγούμενη στάση του Οδυσσέα, αμφίσημη (γιατί πίστευαν, ίσως ότι με τη σιωπή τους μόνο θα νικούσαν τούτο τον αντίπαλο - εκτός κι αν, βλέποντας τόση ευτυχία στο πρόσωπο του Οδυσσέα, που μόνο το κερί σκεφτόταν και τις αλυσίδες του, λησμόνησαν κάθε τραγούδι). Αποτέλεσμα: η αινιγματική συμπεριφορά να διαφωτίζεται μέσω της αινιγματικής εξήγησης.39
'Όσο για τον καφκικό ήρωα, μέχρις αυτό το σημείο της ιστορίας, εμφανίζεται παγιδευμένος στα διπλά του όπλα, καθώς: όποιος με ανοιχτά, ή και με βουλωμένα τα αυτιά του, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση το σφράγισμα είναι άσκοπο, περνάει από τις Σειρήνες που σιωπούν, είναι το ίδιο χαμένος, όπως εκείνος που δένεται από το τραγούδι τους. 'Εναντι του αυξανόμενου κινδύνου, είναι ακριβώς τα διπλά ανεπαρκή και παιδαριώδη και πενιχρά μέσα του Οδυσσέα, που αποδεικνύονται σωτήρια: στην αρχή της πρόζας είναι αδύνατον, ακόμη και με σφραγισμένα τα αυτιά του, να μην ακούσει το τραγούδι· την ίδια, όμως, στιγμή, με σφραγισμένα τα αυτιά του, έναντι του οδυσσειακού Οδυσσέα που είναι ''όλος αυτιά'', μπορεί να επωφεληθεί από το διφορούμενο της μη ακοής: να μην ακούσει, δηλαδή, το τραγούδι των Σειρήνων και να μην ακούσει τη σιωπή τους.40 Και είναι ακριβώς το δεύτερο που συμβαίνει. Αποδεχόμενος, όπως εξάλλου ο οδυσσειακός ήρωας, τους παράδοξους όρους επικοινωνίας των επικίνδυνων γυναικών του, ο καφκικός τη σιωπή τους, ας μου επιτραπεί η έκφραση, δεν την άκουσε: του φάνηκε πως τραγουδούσαν και πως μόνο εκείνος δεν τις άκουγε, επειδή είχε λάβει τα μέτρα τον... και πίστεψε πως όλα αυτά συνόδευαν τις άριες που ανάκουστες αντηχούσαν γύρω του. Η σωτηρία επομένως υποκινείται, επειδή στην επιθετική σιωπή των Σειρήνων αντιπαραβάλλεται το αποτελεσματικό όπλο της αμυντικής σιωπής. Τώρα, όμως, μέσω μιας αρνητικής, έναντι της θετικής οδυσσειακής, μίμησης: ο καφκικός, δηλαδή, Οδυσσέας μπορεί να ελπίζει ότι θα διαφύγει τον κίνδυνο, επειδή ακριβώς αποτυγχάνει να ακούσει την ανικανότητα των Σειρήνων να μιλήσουν.41
Τα αλλόκοτα χαρακτηριστικά των καφκικών Σειρήνων και η αινιγματική τους σχέση με τον Οδυσσέα δεν σταματούν εδώ: στην Οδύσσεια παρουσιάζονται, εκτός από άμορφες, στατικές - κάθονται, λέει, στο ανθισμένο τους λιβάδι (μ 45) - βλέπουν αυτές το δεμένο ήρωα και τον θέλγουν αυτές με το ψιλόλιγνο τραγούδι τους. Στον Κάφκα είναι πρώτος ο Οδυσσέας που τους ρίχνει μια κλεφτή ματιά. [...], έπειτα όμως δεν τις ξανακοίταξε, σε σημείο που αυτές κυριολεκτικά εξαφανίστηκαν από μπροστά του, ενώ ο ίδιος εκλαμβάνει το πέρασμα δίπλα τους σαν να μην είχε σχεδόν συμβεί (κι όταν βρέθηκε κοντά τους, μήτε που τις πρόσεξε). Ο καφκικός επομένως ήρωας, όταν περνάει από τις Σειρήνες του, σε αντίθεση προς τον Οδυσσειακό που λαχταράει να ακούσει την περίκαλλη φωνή τους, όχι μόνο δεν ακούει τη σιωπή τους, αλλά αγνοεί τα θέλγητρα τους, ακόμη και το δικό του βλέμμα, και βυθίζεται λίγο πολύ στην άγνοια και στην ασυνειδησία.42 Το σπουδαιότερο: στον Κάφκα οι Σειρήνες θέλγονται από τον ταξιδιώτη τους παρά τον θέλγουν: ωραιότερες παρά ποτέ κινούνται απελπισμένα (συστρέφονταν, τεντώνονταν παράδερναν τα απαίσια μαλλιά τους με τον άνεμο, και τα γαμψά τους νύχια σέρνονταν στα βράχια), επιθυμώντας όχι να ξελογιάσουν, μόνο να κρατήσουν ένα καθρέφτισμα από τα μεγάλα μάτια του Οδυσσέα ήθελαν, όσο γινόταν πιο πολύ.
Στο οδυσσειακό επεισόδιο η προβολή του ζεύγους ''ακοή του Οδυσσέα - φωνή των Σειρήνων'' επιβάλλει την εξορία της όρασης43, έστω της θέας: ακόμη και η απόσταση δίνεται με ακουστικούς όρους (λ.χ. σίμωσε τόσο το καράβι στο νησί, που θα μπορούσε να ακουστεί η φωνή ανθρώπου: μ 182-183, πρβλ. όταν πια τις περάσαμε και δεν ακούγαμε μήτε φωνή μήτε το τραγούδι: μ 197-198). Στον Κάφκα, όμως, καθώς επικρατεί το ζεύγος ''αμυντική σιωπή του Οδυσσέα - επιθετική σιωπή των Σειρήνων'', το αινιγματικό παιχνίδι παίζεται αναγκαστικά με το βλέμμα του ταξιδιώτη, το οποίο συμπληρώνει την εξουδετέρωση των δυνάμεων των απειλητικών του γυναικών.
Τέλος, ενώ οι οδυσσειακές Σειρήνες με το προσκλητήριο τραγούδι τους διεκδικούν από τις Μούσες, εκτός από την ικανότητα της τέρψης, τη θανάσιμη παντογνωσία (Γιατί τα πάντα εμείς γνωρίζουμε... / Κι ακόμη ξέρουμε: μ 189-191)44, οι Σειρήνες στον Κάφκα, παρακολουθώντας την άγνοια του ασαγήνευτου ταξιδιώτη τους, δεν διαθέτουν συνείδηση· την ίδια, όμως, στιγμή η αδυναμία τους αυτή αποδεικνύεται, όπως, εξάλλου, και για τον αντίπαλό τους, σωτήρια, καθώς τους αποτρέπει από την καταστροφή (Αν οι Σειρήνες είχαν συνείδηση, εκείνη η φορά θα ήταν το τέλος τους)· η απουσία που τις σώζει (τίποτε δεν έπαθαν όμως), τις καθιστά άχρηστες για να υπάρχουν, καθώς δοκιμάζουν μια σαγηνευτική εμπειρία, όμως η έλλειψη συνείδησης ματαιώνει την εμπειρία αυτή τη στιγμή ακριβώς που συμβαίνει.45
Η σύνολη μιμητική αινιγματικότηταπου διατρέχει την ιστορία της πρόζας κάνει την εμφάνισή της και στο υστερόγραφο· όπου η αρχική, παράδοξη αφέλεια του ήρωα τρέπεται, μέσω του ανωνύμου πληροφοριοδότη, σε υποκριτική ηθοποιία46· η οποία, όμως, υπερβαίνοντας μάλλον τα ανθρώπινα μέτρα, εμφανίζεται, με ένα διπλό ίσως, όπως και η σιωπή των Σειρήνων, ως δυσεξήγητη (Και ίσως, αν κάτι υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική -ίσως να πρόσεξε στ' αλήθεια [ο Οδυσσέας] πως σώπαιναν οι Σειρήνες, κι όλες αυτές οι προσποιήσεις που αναφέραμε, ήταν χάη σαν ασπίδα, που την όρθωσε μπροστά τους, και μπροστά στους θεούς). 'Ετσι, το υστερόγραφο επιτρέπει το ενδεχόμενο να άκουσε ο καφκικός Οδυσσέας τη σιωπή των Σειρήνων, όμως η υπόθεση ότι κάτι τέτοιο υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική καθιστά, την ίδια στιγμή, προβληματική την πιθανότητα αυτή: αν πράγματι ο ήρωας προσποιήθηκε ότι άκουσε τη σιωπή των Σειρήνων, πώς θα μπορούσε να το κατορθώσει, αφού έφραξε τα αυτιά του με κερί; 'Ότι, επομένως, συνέβη θα μπορούσε πράγματι να συλληφθεί με μιαν άλλου είδους λογική, από έναν, υπεράνθρωπο μάλλον, Οδυσσέα, που μήτε η θεά του Πεπρωμένου δεν θα μπορούσε να διαβάσει την ψυχή του.
Με την επίγνωση ότι τουλάχιστον το δυσεξήγητο, συνεχώς αντιφατικό, περιεχόμενο της πρόζας του Κάφκα, επιδέχεται πολλαπλές εξηγήσεις, είτε προς την κατεύθυνση των Σειρήνων, που σιωπούν, είτε προς του Οδυσσέα, που τελικά κρατάει και αυτός σφραγισμένο το μυστικό της επιτυχίας του47, υπολογίζω μόνο στο μύθο της και στη σιωπή της, και περιορίζομαι σε δυο συνοπτικές συμπερασματικές κρίσεις.
Ενώ στο οδυσσειακό έπος οι αμφίσημες θηλυκές δυνάμεις του μύθου, παρά την απειλητική τους πρόσκληση, σκεπάζονται τελικώς από το λόγο της ποίησης, όπως τον εκφράζουν ο αφηγητής Οδυσσέας και, μέσω αυτού, ο ίδιος ο ποιητής της Οδύσσειας, στον Κάφκα συμβαίνει λίγο πολύ το αντίθετο μέσω του ανιγματικού παραδείγματος της ''Σιωπής των Σειρήνων'' ο μύθος αντιμετωπίζεται ως μια μορφή εξέγερσης ενάντια σ' έναν κόσμο που κυριαρχείται από το Λόγο, ως προσπάθεια δηλαδή υπέρβασης της πραγματικότητας και προσέγγισής της μέσα από ένα μονοπάτι τελείως διαφορετικό από εκείνο που ακολουθεί η λογική· τούτο σημαίνει ότι όχι μόνο δεν πρέπει να τον καταργήσουμε αλλά, υπολογίζοντας στον παράδοξο χαρακτήρα του -Ο μύθος προσπαθεί να εξηγήσει το ανεξήγητο διαβάζουμε στον ''Προμηθέα''48- να τον αποδεχτούμε γι' αυτό που τουλάχιστον αρχικά ήταν ένα ερμηνευτικό πρόβλημα που γεννά ατελείωτες ιστορίες από αινιγματικά κείμενα.49
'Οσο για τις καφκικές Σειρήνες και τον ταξιδιώτη τους, μας προσκαλούν να δούμε τη λογοτεχνία σε μια διαφορετική -άκρως ειρωνική σε σχέση με της Οδύσσειας - προοπτική: Αν ο λόγος της λογοτεχνίας στο οδυσσειακό έπος, συμπυκνώνεται, ανεξαρτήτως κόστους, αφενός στην εκφορά της, διά της φωνής, και, αφετέρου στην πρόσληψή της διά της ακοής (μ 191-192) -η σιωπή στην προκείμενη περίπτωση δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της ακροαματικής ηδονής50- στην πρόζα του Κάφκα το προηγούμενο δίπολο αποτελεί το άλλοθί της: ''η ουσία της λογοτεχνίας στον Κάφκα περιέχεται στη σιωπή της''51. Αυτός ο καταλυτικός πυρήνας της καφκικής πρόζας, η σιωπή, δεν πρέπει να νοηθεί ως αδυναμία η ''ακραία συνεπεία της απροθυμίας για επικοινωνία''52, αλλά ως έκφραση του εκτοπισμού της γλώσσας''53, όπως τουλάχιστον τον βίωνε ο Κάφκα μαζί με τους εβραίους της Πράγας, και, προπαντός, ζήτημα πολιτικής με τη θεμελιώδη της σημασία '''Οταν οι λέξεις στην πολιτεία είναι φορτωμένες βαρβαρότητα και ψέμα, τίποτα δεν μιλάει δυνατοτερα από ένα άγραφο ποίημα''.54
Απεικονίζονταν με ανθρώπινο γυναικείο κεφάλι και σώμα αρπακτικού πουλιού.
ΜΠΑΧΟΜΕΧ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΟΝΙΑ ΡΥΠΑΡΑ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
Πηγή:
http://enews-gr.blogspot.gr