Το πράσινο φως, με την έγκρισή του στο νομοσχέδιο του υπ. Γεωργίας για παραγωγή και εμπορία βιομηχανικής κάνναβης, έδωσε το υπ. Συμβούλιο.
Στο εναρμονιστικό νομοσχέδιο, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρεται η αυστηρότητα ελέγχου και αδειοδότησης της καλλιέργειας και εμπορείας της κάνναβης, επισημαίνεται ότι «βιομηχανική κάνναβη» σημαίνει ολόκληρα φυτά ή μέρη φυτού ακατέργαστα ή κατεργασμένα του είδους Cannabis sativa, που η περιεκτικότητά τους σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) δεν υπερβαίνει το 0,2%, και τους σπόρους που προέρχονται από ποικιλία της βιομηχανικής κάνναβης με περιεκτικότητα σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) που δεν υπερβαίνει το 0,2%.
Κατά παρέκκλιση, κάνναβη που παράχθηκε με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου και έχει βρεθεί με περιεκτικότητα μέχρι 0,3% θεωρείται ως βιομηχανική κάνναβη, αλλά δεν δύναται να διατεθεί στο εμπόριο».
Επιπλέον, το υπ. Συμβούλιο εισάγει καινοτομίες σε πρόταση που ενεκρίθη την Τετάρτη 2 Σεπ. 15, ως προς τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής Φαρμάκων. Βάσει της πρότασης συστήνεται Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων και Αναθεωρητικό Συμβούλιο, δύο Σώματα, τα οποία βελτιώνουν τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής Φαρμάκων για αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία και επιτρέπουν περαιτέρω εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών.
Με βάση την απόφαση, η Επιτροπή Φαρμάκων θα λειτουργεί πλέον ως αμιγώς συμβουλευτικό σώμα σε θέματα που άπτονται καθορισμού γενικής πολιτικής για την παρεχόμενη φαρμακευτική περίθαλψη, με αρμοδιότητες:
(α) την εξέταση αιτημάτων που αφορούν στην εισαγωγή νέων φαρμακευτικών προϊόντων στο Κρατικό Συνταγολόγιο και του τρόπου διάθεσής τους από τα κρατικά νοσηλευτήρια,
(β) τον καθορισμό πρωτοκόλλων θεραπείας και περιορισμών στη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που να διασφαλίζουν την ορθολογιστική χρήση τους, τόσο για νέα όσο και για υφιστάμενα φαρμακευτικά προϊόντα, και
(γ) την αναθεώρηση του Κρατικού Συνταγολογίου ως προς τα υφιστάμενα φαρμακευτικά προϊόντα, έτσι ώστε να υπάρχει δυναμική συνεχούς προσαρμογής με τις τρέχουσες εξελίξεις και καλύτερη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων για φάρμακα.
Η αλλαγή αυτή διορθώνει προηγούμενες αδυναμίες, όπου η Επιτροπή Φαρμάκων, ως υψηλού επιπέδου επιστημονικό όργανο, αντί να επικεντρωθεί αποτελεσματικά στον συμβουλευτικό της ρόλο προς την Αρμόδια Αρχή για καθορισμό πολιτικής στην παρεχόμενη φαρμακευτική φροντίδα και αναβάθμιση των προσφερομένων υπηρεσιών προς τον Κύπριο ασθενή αναλωνόταν, ως επί τω πλείστον, στην αξιολόγηση ονομαστικών αιτημάτων για φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία είτε δεν ανήκουν στο Κρατικό Συνταγολόγιο είτε περιλαμβάνονται μεν στο Κρατικό Συνταγολόγιο, για τα οποία δε δεν πληρούνται οι όροι και προϋποθέσεις που έχουν τεθεί από την ίδια την Επιτροπή Φαρμάκων.
Για την αξιολόγηση ονομαστικών αιτημάτων, συστήνεται Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων με τριμελή σύνθεση και με όρους εντολής:
(α) την εξέταση αιτημάτων για ονομαστικά περιστατικά για χορήγηση φαρμακευτικών προϊόντων που δεν περιλαμβάνονται στο Κρατικό Συνταγολόγιο, και
(β) την εξέταση αιτημάτων για ονομαστικά περιστατικά για χορήγηση φαρμακευτικών προϊόντων που περιλαμβάνονται στο Κρατικό Συνταγολόγιο, για τα οποία δεν πληρούνται οι όροι και προϋποθέσεις που έχουν τεθεί από την Επιτροπή Φαρμάκων.
Σε κάθε ετήσιο προϋπολογισμό των δαπανών των φαρμάκων προνοείται δέσμευση μέχρι ενός ποσοστού, το οποίο θα στηρίζεται σε ιστορικά δεδομένα, για ονομαστικά αιτήματα. Η καινοτομία αυτή επιτρέπει εξορθολογισμό των δαπανών με τις δαπάνες να καθίστανται πλέον πιο στοχευμένες.
Ταυτόχρονα, συστήνεται το Αναθεωρητικό Συμβούλιο ως Δευτεροβάθμιο Όργανο με τριμελή σύνθεση, το οποίο θα έχει διττό ρόλο και θα προβαίνει σε εξέταση των ενστάσεων για αιτήματα, τα οποία έχουν απορριφθεί από την πρωτοβάθμια διαδικασία. Επισημαίνεται ότι έως σήμερα δεν υπάρχει Σώμα αρμόδιο για την εξέταση ενστάσεων.
Οι αλλαγές στην Επιτροπή Φαρμάκων θα οδηγήσουν, πέραν από την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία της, στην παροχή ευελιξίας προς τις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες για τη λήψη απόφασης κατά την εξέταση των ονομαστικών αιτημάτων, την ενίσχυση των Αρχών Χρηστής Διοίκησης, αλλά και της διαφάνειας στον δημόσιο τομέα, τον καλύτερο προγραμματισμό και παρακολούθηση του προϋπολογισμού των φαρμάκων και των διαθέσιμων πιστώσεων.
Πηγή:
i-eidisi.com