τόσσον ἔπ’ ὠδίνουσα Ἑκηβόλον ἵκετο Λητώ,
εἴ τίς οἱ γαιέων υἱεῖ θέλοι οἰκία θέσθαι.
αἳ δὲ μάλ’ ἐτρόμεον καὶ ἐδείδισαν, οὐδέ τις ἔτλη
Φοῖβον δέξασθαι, καὶ πιοτέρη περ ἐοῦσα:
πρίν γ’ ὅτε δή ῥ’ ἐπὶ Δήλου ἐβήσατο πότνια Λητὼ
καί μιν ἀνειρομένη ἔπεα πτερόεντα προσηύδα:
δῆλ’, εἰ γάρ κ’ ἐθέλοις ἕδος ἔμμεναι υἷος ἐμοῖο,
Φοίβου Ἀπόλλωνος, θέσθαι τ’ ἔνι πίονα νηόν, –
~~~
τόσους τόπους ἱκέτευεν ἡ Λητώ κοιλοπονῶντας στόν Ἑκηβόλο,
ποιός θά θελήσει τοῦ γυιοῦ της γενέτειρα νά γίνῃ.
Τρομάζαν ὅμως πολύ καί δείλιαζαν
κι οὔτε κανείς τους τόλμαγε τό Φοῖβο νά δεχτῇ,
κι ἄς ἦσαν εὔφοροι.
Μέχρι πού πάτησε στή Δῆλο ἡ σεβαστή Λητώ,
καί ρώτησε βγάζοντας λόγια φτερωτά:
῎Αχ Δῆλος, δέ θά ̓θελες νά γίνῃς ἕδρα ἐσύ τοῦ δικοῦ μου γυιοῦ,
Ὁ ὁμηρικός ὕμνος στὸν Δήλιο Ἀπόλλωνα
δὲν ἔχει τὸ ἀποκλειστικὸ χάρισμα νὰ περιγράφει, μὲ ἀρμονικοὺς στίχους,
τὴ γέννηση τοῦ θεοῦ· ἕνα ἀπόσπασμα, τοῦ ὁποίου τὴν ἀξία εἶχε ἤδη
ἀναγνωρίσει ὁ ἱστορικὸς Θουκυδίδης, μαρτυρεῖ τὴ θρησκευτικὴ σημασία τῆς
Δήλου, τουλάχιστον ἀπὸ τὸν 7ο αἰ. π.Χ. Οἱ Ἴωνες, οἱ ὁποῖοι, ἀπὸ τὰ τέλη
τῆς πρώτης χιλιετίας π.Χ., εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στὰ περισσότερα νησιὰ τοῦ
Αἰγαίου πελάγους καὶ στὶς δυτικὲς ἀκτὲς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, εἶχαν ὡς
ἔθιμο νὰ συγκαλοῦν σὲ τακτὰ διαστήματα, μεγάλες συναθροίσεις καὶ νὰ
ὀργανώνουν στὴ Δῆλο γιορτές ὅπου, σύμφωνα μὲ τὰ προσφιλῆ σὲ ὅλους τοὺς
ἑλληνικοὺς πληθυσμοὺς ἔθιμα, ἔκαναν γυμνικοὺς ἀγῶνες καὶ διαγωνισμοὺς
μουσικούς. Ὁ ποιητὴς τοῦ ὕμνου τονίζει μὲ ἐνθουσιασμό τὴ λαμπρότητα τοῦ
θεάματος ποὺ προσέφεραν αὐτὲς οἱ περιοδικὲς συγκεντρώσεις ὅπου, πρὸς
τιμὴν τοῦ θεοῦ, γινόταν ἐπίδειξη μεγάλης πολυτέλειας. Ὅμως, τὰ γοργὰ
σκάφη ποὺ ἔφερναν τοὺς Ἴωνες καὶ τὶς γυναῖκες τους ἦταν ἐπίσης φορτωμένα
μὲ ἐμπορεύματα: γινόταν μεγάλο ἐμπόριο κατὰ τὴ διάρκεια αὐτῶν τῶν
γιορταστικῶν ἡμερῶν.
Στὶς θρησκευτικὲς ἐκδηλώσεις, ποὺ
ἦταν τόσο σημαντικὲς στὴ ζωὴ τῶν ἀρχαίων, ἡ Δῆλος ἦταν τὸ ὁμοσπονδιακὸ
ἱερό. Σὲ κάθε περίπτωση, οἱ Δήλιοι δὲν φαίνονται, σὲ καμιὰ χρονικὴ
στιγμή, νὰ περιορίζονται στὸ νὰ εἶναι μόνον οἱ πειθήνιοι φύλακες μίας
περιοχῆς ὅπου λάμβαναν χώρα, οἱ ὁμοσπονδιακὲς σύνοδοι. Ἐξ αἰτίας τοῦ
γεγονότος αὐτοῦ, ἡ ἱστορία τῆς Δήλου, ἀπογυμνωμένη ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο,
παίρνει δραματικὸ χαρακτῆρα.
Τὰ κράτη, ποὺ ἀλληλοδιαδόχως
ἐξασφάλιζαν τὴν ἡγεμονία στὸ Αἰγαῖο πέλαγος, ἤθελαν πάντα νὰ θέτουν τὴ
Δῆλο, κατὰ κάποιο τρόπο, ὑπὸ τὴν κηδεμονία τους καὶ ἀπὸ συμφέρον
φρόντιζαν τὸ ἱερὸ τοῦ Δηλίου Ἀπόλλωνα, ὡς προστάτη. Κατὰ τὸν 7ο καὶ τὸν 6ο
αἰ. π.Χ., διαπιστώνουμε ὅτι οἱ Νάξιοι ἀνήγειραν στὴ Δῆλο πολυάριθμα
κτίρια καὶ ἐπιβλητικὰ ἀναθήματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἕναν Ἀπόλλωνα
κολοσσιαίων διαστάσεων. Αὐτό ἔγινε διότι ἡ Νάξος γνώριζε τότε μεγάλη
εὐημερία καὶ ὁ ἰσχυρός της στόλος, τῆς ἐπέτρεπε νὰ ἀσκεί τὴν ἐπιρροή
της στὰ νησιά. Εἶναι πιθανὸ νὰ διατήρησε αὐτὴν τὴν ὑπεροχή, (ἡ ὁποία
φαίνεται ὅτι ἦταν εἰρηνική) μέχρι τὴν ἐποχή ὅπου ἡ Αθήνα, παρεμβαίνοντας
στὸ παιχνίδι, ἐκδήλωσε βλέψεις, μάλλον ἐπίφοβες.
Ἡ γέννηση τοῦ Ἀπόλλωνος στὴ Δῆλο. Diana Scultori Ghisi
Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρήσουμε
ἐντελώς φανταστικὲς τὶς παραδόσεις ποὺ ἐνώνουν τὴ Δῆλο μὲ τὴν Ἀττικὴ
μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ δικαιολογηθοῦν οἱ πολιτικὲς σκοπιμότητες. Οἱ πιὸ
ξακουστὲς παραδόσεις θέλουν νὰ καταφθάνουν στὴ Δῆλο ἥρωες, τὴ μνήμη τῶν
ὁποίων τιμοῦσαν οἱ Ἀθηναῖοι: ὁ Ἐρυσίχθονας, γιὸς τοῦ Κέκροπος, εἶχε
ὁδηγήσει στὸ νησὶ τὴν πρώτη ἀποστολὴ ποὺ στάλθηκε ἀπὸ τὴν Ἀττική, ὁ
Θησέας, ὁ ὑποτιθέμενος ἰδρυτὴς τῆς Ἀθηναϊκῆς Πόλης-Κράτους, κατὰ τὴν
ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴν Κρήτη, εἶχε καθιερώσει ἕνα ἱερὸ χορό, ὁ ὁποῖος,
στοὺς ἱστορικοὺς χρόνους, συνέχιζε ἀκόμα νὰ ἐξελίσσεται γύρω ἀπὸ τὸ
θυσιαστήριο τοῦ Ἀπόλλωνα, μὲ μυστηριώδεις κλυδωνισμούς.
Ἡ Ἀττικὴ ὑπῆρξε τὸ σημεῖο ἐκκίνησης
τῆς ἰωνικῆς μετανάστευσης· κι ἀπὸ τὶς δύο πλευρὲς τοῦ Αἰγαίου
διατηρήθηκε ἡ ἀνάμνηση ποὺ ἀναβίωνε μὲ τὶς κοινὲς γιορτὲς ποὺ τελοῦσαν
στὴ Δῆλο. Ἡ Ἀθήνα προσανατολιζόταν, ὁλοένα περισσότερο, στὸ νὰ
παρουσιάζεται ὡς ἡ μητρόπολη τῶν Ἰώνων καὶ ἤδη, ἀπὸ τότε, προσδοκοῦσε νὰ
θέσῃ τὴ Δῆλο κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία της, ὥστε νὰ εξασφαλίσῃ τὴν
πολιτικὴ καὶ θρησκευτική της ἡγεμονία.
Ἡ πρώτη ἀπόπειρα εἶχε γίνει τὸ
δεύτερο μισὸ τοῦ ἕκτου αἰώνα π.Χ., τὴν ἐποχὴ τοῦ τυράννου Πεισίστρατου,
μὲ μία ἐξουσιαστικὴ παρέμβαση: ἐξουσιοδοτημένος ἀπὸ τὸ μαντεῖο τῶν
Δελφῶν, ἐξάγνισε τὸ κομμάτι τοῦ νησιοῦ, ποὺ εἶναι ὀρατὸ ἀπὸ τὸν ναό,
μεταφέροντας ἀλλοῦ ὅλους τοὺς τάφους ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ. Τὸ μέτρο αὐτὸ
ἀνανεώθηκε ἀργότερα, μὲ πιὸ ριζοσπαστικὸ τρόπο. Ὁ Πεισίστρατος,
ξαναζωντανεύοντας θρησκευτικὰ ἔθιμα, ποὺ ἴσχυαν ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ
Σόλωνος, δὲν παρέλειπε νὰ στέλνει, τακτικά, στὴ Δῆλο ἀποστολὲς ἢ
ἐπίσημες θεωρίες.
Αὐτή, ἡ πρώτη κηδεμονία τῆς Ἀθήνας, ἐξαφανίστηκε κατὰ τὴν περίοδο τῶν ταραχῶν, ποὺ ἐπακολούθησαν μετὰ τὴν πτώση τῆς τυραννίας.
Ἡ μεγάλη ἐτήσια θυσία στὸ ἱερὸ τοῦ Ἀπόλλωνος στὸ νησὶ τῆς Δήλου. Copyright: © V&A
Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν Μηδικῶν
πολέμων, οἱ Πέρσες ἐκδήλωσαν εὐλαβέστατο σεβασμὸ πρὸς τὸν Δήλιο Ἀπόλλωνα
καὶ τὸν λαὸ ποὺ ὑπηρετοῦσε τὴ λατρεία του. Ὅμως, σύντομα, οἱ
διαδοχικὲς τους ἦττες, τοὺς ὑποχρέωσαν νὰ ἐγκαταλείψουν, στὰ χέρια τῶν
Ἑλλήνων, ὅλα τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου. Ἔτσι, ἡ Ἀθήνα, ποὺ εἶχε παίξει τὸν
μεγαλύτερο ρόλο στὶς ἦττες αὐτές, καρπώθηκε τὰ μεγαλύτερα ὀφέλη.
Ἐπανίδρυσε, πρὸς ὄφελός της, τὴν
ἀρχαία συνομοσπονδία ἢ ἰωνικὴ ἀμφικτυονία. Ὑπό τὴν αἰγίδα καὶ κατόπιν
ὑπὸ τὴν ἡγεμονία της, οἱ νησιωτικὲς πόλεις μαζὶ μὲ τὶς πόλεις τῆς
Μικρασιατικῆς ἀκτῆς, συνενώθηκαν γιὰ νὰ ἀντιστέκονται σὲ κάθε ἐπιθετικὴ
ἐπάνοδο τῆς Περσίας, ἐχθροῦ ἔκτοτε κληρονομικοῦ: εἶναι ἡ Ἀττικο-δήλια
ἀμφικτυονία, ὅπου ἡ Ἀθήνα εἶναι ἐπὶ κεφαλῆς καὶ ἡ Δῆλος τὸ θρησκευτικὸ
κέντρο (478 π.Χ.). Στὴν πραγματικότητα, ἡ Δῆλος ἔχει περιπέσει σὲ ἄμεση
ἐξάρτηση ἀπὸ τὴν Ἀθήνα.
Τὸ ὁμοσπονδιακὸ ταμεῖο, ἀρχικά,
τοποθετήθηκε μέσα στὸν ναὸ τοῦ Ἀπόλλωνος, ὅμως, ἡ διαχείρισή του γινόταν
ἀπὸ Ἀθηναίους ὑπαλλήλους τοῦ δημοσίου. Στὰ 454 π.Χ., τὸ μετέφεραν στὴν
Ἀθήνα, μὲ τὴν ἀληθοφανὴ δικαιολογία πὼς ἔτσι τὸ προστατεύουν ἀπὸ κάποια
ἀπόπειρα ἀρπαγῆς. Ὅμως, οἱ Ἀθηναῖοι δὲν ἔπαψαν νὰ διατηροῦν τὴ
διαχείριση τοῦ ἱεροῦ τῆς Δήλου, ὅπως καὶ πρίν.
Στὰ 426 π.Χ., ὅλοι οἱ τάφοι ποὺ
ὑπῆρχαν στὸ νησὶ ἐκκενώθηκαν ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τους καὶ καταστράφηκαν.
Ἔθαψαν τοὺς σκελετούς καὶ τὰ ἐνταφιασμένα μὲ τοὺς νεκροὺς κτερίσματα
μέσα σὲ μία τεράστια τάφρο, ποὺ σκάφτηκε στὴν ἀκτὴ τῆς Ρήνειας, τοῦ
γειτονικοῦ νησιοῦ. Ἔκτοτε ἀπαγορεύτηκε νὰ ἀποθέτει κάποιος νεκρὸ στὸ
ἔδαφος τῆς Δήλου. Ἕνας ἀκόμα πιὸ αὐστηρὸς νόμος θεσμοθετήθηκε ἐπίσης:
δὲν μποροῦσε κάποιος οὔτε νὰ γεννιέται οὔτε νὰ πεθαίνει στὴ Δῆλο. Οἱ
ἔγκυες γυναῖκες ποὺ ἦταν ἔτοιμες νὰ γεννήσουν, οἱ ἐτοιμοθάνατοι ποὺ
κόντευαν νὰ ξεψυχήσουν, μεταφέρονταν στὴ Ρήνεια, σὲ οἰκήματα ποὺ τὰ
ἐρείπιά τους ὐπάρχουν ἀκόμα.
Οἱ Δήλιοι μὲ δυσκολία ὑπέφεραν τὶς
συνεχεῖς ἐπεμβάσεις, αὐτῶν τῶν ξένων. Ἡ ἐχθρότητά τους, ἐνοχλοῦσε τὴν
Αὐτοκρατορικὴ Πόλη – Κράτος, ποὺ δὲν ἀνεχόταν καθόλου τὶς ἀντιρρήσεις.
Στὰ 422 π.Χ., μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἱεροσυλίας, ἐξόρισε ὅλο τὸν πληθυσμὸ
τῆς Δήλου, ὁ ὁποῖος κατέφυγε στὴ Μικρᾶ Ἀσία. Ἐκεῖ χάθηκαν οἱ
ἐπιφανέστεροι τῶν Δηλίων. Οἱ ὑπόλοιποι μπόρεσαν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν
πατρίδα τους, τὴν ἐπόμενη κιόλας χρονιά· οἱ Ἀθηναῖοι, μᾶς λέει ὁ
Θουκυδίδης, ἔδωσαν τὴν ἄδεια γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους, τόσο ἐξαιτίας τῶν
ἀτυχιῶν τοῦ στρατοῦ τους, ὅσο καὶ γιὰ νὰ ἰκανοποιήσουν τὴ θέληση τοῦ
μαντείου τῶν Δελφών.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ οἰ Ἀθηναῖοι εἶχαν ἐμπλακεῖ στὸν Πελοποννησιακὸ πόλεμο ὅπου καταποντίστηκαν.
Οἱ Δήλιοι ἐκμεταλλεύτηκαν αὐτὴ τὴν
πανωλεθρία γιὰ νὰ κερδίσουν τὴν αὐτονομία τους, μὲ τὴν ὑποστήριξη τῶν
Λακεδαιμονίων (γύρω στὰ 403 π.Χ.)· ὅμως, ὴ ἀνεξαρτησία τους εἶχε σύντομη
διάρκεια. Ἤδη ἀπὸ τὸ 394 π.Χ., περίπου, ἡ Ἀθήνα, μπόρεσε νὰ ξαναπατήσει
πόδι στὴ Δῆλο καὶ νὰ διαχειρίζεται καὶ πάλι τὸ ἱερὸ τοῦ Ἀπόλλωνα.
Κατὰ τὰ 345 π.Χ., οἱ Δήλιοι κάνουν
ἔκκληση στὸ μεγάλο δικαστήριο τῶν Ἀμφικτυόνων τῶν Δελφῶν: διεξήχθη μία
ἐπίσημη δίκη, ὅπου ὁ διάσημος ρήτωρ Ὑπερίδης ὑποστήριξε τὴ θέση τῆς
Ἀθήνας, σὲ ἕνα λόγο ποὺ ἔμεινε ἱστορικός. Ὁ Φίλιππος Β’, βασιλιὰς τῆς
Μακεδονίας, ποὺ εἶχε τὴν πρωτοκαθεδρία στὴν Ἀμφικτυονία ἐκείνη τὴν
ἐποχή, δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ ἔρθει σὲ ρήξη μὲ τοὺς Ἀθηναίους. Ἔτσι, μία
πολιτική, ποὺ ἐνδιαφερόταν ἐλάχιστα γιὰ τὴ δικαιοσύνη, ἀποστέρησε τοὺς
Δήλιους ἀπὸ τὰ δίκαια αἰτήματά τους.
Λεπτομέρεια ἀπὸ λιθογραφία τοῦ 1882. Ὁ Ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος στὴ Δῆλο.
Τέλος, στὰ 315 π.Χ., κατὰ τὴ
διάρκεια τῶν ἀγώνων ποὺ προκάλεσαν οἱ διάδοχοι τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἡ Δῆλος
ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῆς Ἀθήνας, γιὰ ἑνάμιση αἰώνα.
Ἐνσωματώνεται ἀρχικά, ὡς
ὁμοσπονδιακὸ ἱερό, σὲ μία Συνομοσπονδία Νησιωτῶν, ἡ ὁποία ἐνώνει τὶς
Κυκλάδες, καὶ μετά, στὶς ἀρχὲς τοῦ τρίτου αἰώνα, περνάει στὴν κηδεμονία
τῶν βασιλέων τῆς Αἰγύπτου, τῶν Πτολεμαίων, οἱ ὁποῖοι ἔχοντας συνάψει
συμμαχία μὲ τὴ μεγάλη ἐμπορικὴ δημοκρατία τῆς Ρόδου, φρόντισαν νὰ μὴ
βάλουν ἐμπόδια στὸ μονοπώλιο της, καὶ ἔτσι, δὲν ἔκαναν τίποτα γιὰ τὴν
οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τὴς Δήλου. Ὅμως, κατὰ τὸ 250 π.Χ., ἡ Συνομοσπονδία
τῶν Νησιωτῶν διαλύεται καὶ τὰ νησιὰ θὰ ἔχουν διαφορετικὴ τύχη.
Στὴ Δῆλο, οἱ βασιλεῖς τῆς Μακεδονίας
εἶναι ἐκείνοι ποὺ, ἀπό τότε, θὰ ἀσκήσουν τὴν κυρίαρχη ἐπίδραση. Μὲ τὴ
συνδρομὴ αὐτῶν τῶν προστατῶν, τῶν ὁποίων ἡ προστασία ὑπήρξε διακριτικὴ
καὶ ἐπωφελῆς, ἀλλά, κυρίως μὲ τὴν ἴδια τὴν προσπάθεια τῶν Δηλίων,
ἀρχίζει νὰ προετοιμάζεται ὀ μετασχηματισμὸς τῆς ἱερῆς πόλης σὲ πόλη
ἐμπορική.
Ἀνάμεσα στὰ μέσα τοῦ τρίτου αἰώνα
καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ δεύτερου, ἡ Δῆλος ἔχει ἤδη γίνει ἕνας σημαντικὸς
ἐμπορικὸς σταθμός: τὸ λιμάνι ἀνοίγεται σὲ εὐρὺ ἐμπόριο καὶ ἐξυπηρετεῖ
μία ἀγορὰ ὁλοένα περισσότερο πολυπληθή.
Τὰ πιὸ διαφορετικὰ στοιχεῖα
συνθέτουν τὸν πληθυσμὸ τοῦ νησιοῦ: δίπλα στοὺς μικροέμπορους, μεγάλοι
ἐφοπλιστὲς καὶ μεγαλέμποροι ἀρχίζουν νὰ ἐγκαθίστανται στὸ νησί. Οἱ ξένοι
τραπεζίτες ἔχουν μία τόσο ἰσχυρὴ θέση, ὥστε ἀκόμα καὶ τὰ ἔσοδα τοῦ
ἱεροῦ ταμείου περνοῦν ἀπὸ τὰ χέρια τους. Ὁ πληθυσμὸς αὐτὸς εἶναι
κοσμοπολίτικος καὶ εἰσάγει στὸ νησὶ τοῦ Ἀπόλλωνος ξένες θρησκεῖες.
Κάτοψη τεμένους Ἀπόλλωνος biblioteca@ateneodemadrid.es.
Οἱ Δήλιοι διατηροῦν καλὲς σχέσεις μὲ
ὅλες τὶς μεσογειακὲς Δυνάμεις. Ὄντας κάτοικοι ἑνὸς ἱεροῦ νησιοῦ, ἔχουν
καθῆκον καὶ δικαίωμα νὰ μένουν στὸ περιθώριο τῶν διεθνῶν συγκρούσεων.
Ἔτσι, ἡ Δῆλος, χωρὶς νὰ κόβει τοὺς δεσμοὺς ποὺ τὴν ἐνώνουν μὲ τὸν
βασιλικὸ οἶκο τῆς Μακεδονίας, ἔχει καλὲς σχέσεις μὲ τοὺς Ρωμαίους. Στὸ
νησὶ ἐμφανίζονται καὶ μερικοὶ μεταπράτες ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἰταλία.
Ὡστόσο, τὸ 166 π.Χ., ὅταν ἡ Ρώμη
κανόνισε τὴ διαφορά της μὲ τὸν Περσέα, τὸν τελευταῖο βασιλιὰ τῆς
Μακεδονίας, ἀφοῦ κατέλυσε τὸ μακεδονικὸ βασίλειο, ἡ Σύγκλητος ξαναδίνει
στοὺς Ἀθηναίους τὴν κατοχὴ τοῦ νησιοῦ καὶ τοῦ ἱεροῦ του, χωρίς, ὅμως, τὸ
λιμάνι του, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ γίνει ἐλεύθερο λιμάνι. Δὲν εἶναι καθόλου
χειρονομία ἀδιαφορίας ἑνός νικητὴ ποὺ ἰκανοποιεῖ κάποια, ἐνοχλητικὰ
ἴσως, αἰτήματα· εἶναι μία ἐσκεμμένη ἀπόφαση ἐκδίκησης ποὺ στρεφόταν
ἐναντίον τῶν Ροδίων, τῶν ὁποίων ἡ στάση, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ πολέμου
κατὰ τοῦ Περσέα, εἶχε προσβάλλει τὴ Ρώμη. Ἡ δημιουργία ἐλεύθερης ζώνης
στὸ λιμάνι τῆς Δήλου ἦταν μέτρο ποὺ στόχευε νὰ πλήξει τὸ ἐμπόριο τῆς
Ρόδου.
Λίγο ἀργότερα, ἡ Σύγκλητος
ἀποδέχτηκε ἕνα μέτρο, ἀκόμα πιὸ ἀπάνθρωπο· τὴν ὥρα ποὺ Ἀθηναίοι καὶ
Δήλιοι βρίσκονταν σὲ ἀδιέξοδες διαμάχες, διέταξε τοὺς Δήλιους νὰ
ἐκκενώσουν τὸ νησὶ παίρνοντας μαζὶ τὶς περιουσίες τους. Οἱ Δήλιοι
κατέφυγαν στὴν Ἀχαΐα· γνωρίζουμε ὅτι ἐκεῖ συνέχισαν νὰ ὑποστηρίζουν τὶς
διεκδικήσεις τους κατὰ τῶν Ἀθηναίων, ἐνῶ ἀργότερα χάνουμε τὰ ἴχνη τους.
Εἶναι πιθανὸ κάποιοι, ἐλάχιστοι ἐκπρόσωποι τοῦ ἀρχαίου πληθυσμοῦ, νὰ
κατάφεραν νὰ παραμείνουν στὸ νησὶ ἢ νὰ ἐπέστρεψαν ἀργότερα, μὲ κάποια
ἔκφραση ἀνοχῆς τῶν κατακτητῶν. Ὅμως, ἡ Δῆλος, ἀπὸ τότε, εἶναι πιὰ μία
ἀποικία τῆς Ἀθήνας.
Τὸ 133 π.Χ., ἡ Μικρὰ Ἀσία
μετατρέπεται σὲ ρωμαϊκὴ ἐπαρχία· οἱ Κυκλάδες εἶναι κάτι σὰν κόμβος τῶν
θαλασσινῶν δρόμων στὴν ἀνατολικὴ Μεσόγειο. Τὸ ἱερὸ νησί, συγκέντρωσε ὅλο
τὸ ἐμπόριο. Οἱ Ρωμαῖοι, λαὸς εὐσεβὴς καὶ πρακτικός, τιμοῦσαν τὸν Δήλιο
Ἀπόλλωνα ὅσο καὶ οἱ Ἕλληνες καὶ συμμορφώνονταν μὲ τὰ ἔθιμα ποὺ, πρὶν ἀπὸ
αὐτούς, εἶχαν καθιερωθεί.
Ἡ κυκλώπεια καμάρα στὸ ὄρος Κύνθος, στὸ νησὶ τῆς Δήλου.
Μέσα στὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν,
ἀμέσως μετὰ τὴν ἐκδίωξη τῶν Δηλίων, οἱ Ἀθηναῖοι ἄποικοι, ποὺ τοὺς
ὑποκατέστησαν, ἔπαιξαν τὸν κύριο ρόλο. Στὸ μεταξὺ διαρκῶς μεγαλώνει ὁ
ἀριθμὸς τῶν ξένων, Ἰταλῶν καὶ Ἀνατολιτῶν.
Ὁ ἑλληνο-ανατολίτικος πληθυσμὸς
εἶναι ἀπεριόριστα πολύπλοκος· Ἀλεξανδρινοί, Σύριοι, Φοίνικες,
Μικρασιάτες, σχηματίζουν μία παράξενη ἀποικία, ἀποτελῶντας ἕνα σταθερὸ
πληθυσμὸ ἐγκατεστημένο στὴ Δῆλο, γιὰ ἕνα ἀρκετὰ μεγάλο διάστημα. Στὸ
ἱερὸ νησὶ ὑπάρχουν πιὰ ἐταιρίες, τέτοιας μορφῆς, ὅπου οἱ ἔμποροι τῆς
Ἀνατολῆς καὶ τῆς Ἰταλίας συνένωναν τὰ συμφέροντα τους.
Ἡ οἰκονομικὴ δραστηριότητα τῆς Δήλου εἶναι ὁπωσδήποτε ἀναμφισβήτητη· μεταξύ τοῦ 100 καὶ τοῦ 90 π.Χ., φτάνει στὸ ἀποκορύφωμά της.
Ὁ πλοῦτος ὅμως ποὺ συγκεντρώθηκε στὴ
Δῆλο καὶ οἱ φιλικὲς σχέσεις τῶν κατοίκων της μὲ τὴ Ρώμη ἦταν ἡ κύρια
αἰτία τῆς καταστροφῆς της. Τὸ νησὶ λεηλατήθηκε καὶ ἐρειπώθηκε δύο φορές:
τὸ 88 π.Χ. ἀπὸ τὸ βασιλιὰ τοῦ Πόντου Μιθριδάτη, ποὺ ἦταν σὲ πόλεμο μὲ
τοὺς Ρωμαίους, καὶ τὸ 69 π.Χ. ἀπὸ τοὺς πειρατὲς τοῦ Ἀθηνοδώρου, συμμάχου
τοῦ Μιθριδάτη. Τὸ λιμάνι ἔγινε ἀνασφαλὲς καὶ τὸ ἐμπόριο μεταφέρθηκε στὰ
λιμάνια τῆς Δύσης.
Μετὰ τὴ δεύτερη καταστροφὴ ἡ πόλη
σιγὰ σιγὰ συρρικνώθηκε, ἐγκαταλείφθηκε καὶ ξεχάστηκε· ὁ ἀπολογητὴς τοῦ
χριστιανισμοῦ Τερτυλλιανὸς ἀναφέρει μὲ χαρακτηριστικὴ χαιρεκακία τὸ
μεταγενέστερο σιβυλλικὸ χρησμό: «ἔσται καὶ Σάμος ἄμμος, ἐσεῖται Δῆλος
ἄδηλος».
Τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες
ὑπάρχει ἀκόμη στὸ νησὶ μία σημαντικὴ χριστιανικὴ κοινότητα, ὅπως
μαρτυροῦν τὰ λείψανα ἑπτὰ παλαιοχριστιανικῶν βασιλικῶν καὶ τὸ γεγονὸς
ὅτι ἀναφέρεται ὡς ἔδρα ἐπισκόπου. Μετὰ τὸν 7ο αἰώνα ὅμως φαίνεται πὼς ἐρημώνεται ἐντελῶς καὶ γίνεται γιὰ πολλοὺς αἰῶνες καταφύγιο πειρατῶν…
«…Ἐάν λοιπὸν πάρα πολλὰ τραγούδια σὲ περιτριγυρίζουν,
μὲ ποιό ἀπ΄ αὐτὰ νὰ συνδέσῳ ἐσένα;
ποιό σοῦ εἶναι εὐχάριστο νὰ άκούσῃς;
Δέν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ μεγάλος θεὸς (Ποσειδῶν)
κτυπῶν πρωτίστως τὰ βουνὰ μὲ ξίφος, ποὺ εἶχε τρεῖς ἀκίδας,
τὸ ὁποῖον κατεσκεύασαν δι΄ αὐτόν οἱ Τελχῖνες,
παρεσκεύαζε τὰ θαλάσσια νησιά;
καὶ ὅτι ὅλα τὰ νησιὰ τὰ μετεκίνησε ἀπὸ κάτω ἀπὸ τὰ τελευταῖα
καὶ τὰ ἐκύλισε μέσα εἰς τὴν θάλασσαν;
καὶ ἄλλα μὲν ἀπ΄ αὐτὰ ἐστερέωσε ἐκ θεμελίων κατὰ βάθος,
διὰ νὰ λησμονήσουν τὴν ἤπειρον (τὴν ξηράν)
ἐσένα ὅμως δὲν σὲ ἐπίεσεν ἡ ἀνάγκη (νὰ μένῃς ἀμετακίνητος),
ἀλλ΄ ἔπλεες ἐλεύθερα ἐπάνω εἰς τὰ πελάγη
καὶ τὸ ὄνομά σου κατὰ τὴν παλαιὰν ἐποχὴν, ἧτο τὸ Ἀστερία,
διότι ἐπήδησες ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἕνα βαθὺ χανδάκι,
διὰ νὰ ἀποφύγῃς τὸν γάμον μὲ τὸν Δία, καὶ ἧσο ὅμοια μὲ ἄστρο,
Τότε βέβαια δὲν εἶχε σμίξει μαζί σου ἀκόμη ἡ χρυσὴ Λητώ,
τότε ἧσο ἀκόμη ἡ Ἀστερία, καὶ δὲν εἶχες πάρει ἀκόμη τὸ ὄνομα Δῆλος…»
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Ὕμνον πρὸς τὴν Δῆλον, τοῦ Καλλιμάχου
Ἡ παλιὰ μικρὴ Ἀστερία, ποὺ παράδερνε στὰ κύματα, γίνεται Δῆλος (φανερὴ) καὶ στερεώνεται σὲ γερὲς κολῶνες στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας καὶ ἡ εὔνοια τοῦ Θεοῦ Ἀπόλλωνος θὰ τὴν μετατρέψῃ σὲ Ἱερὴ…
Ἑλληνικὴ Πομπηία χαρακτηριζόταν ἡ Δῆλος στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα
Οἱ Περιηγητὲς
Οἱ
περιηγητὲς δὲν ἔλειψαν ἀπὸ τὸ ἱερὸ νησί. Ἀναφορὲς γιὰ τὶς ἐπισκέψεις
τους ὑπάρχουν ἤδη ἀπὸ τὸν 15ο αἰώνα. Στὶς σημειώσεις τους, διαβάζουμε
γιὰ τὸ θέατρο, τὸν Κολοσσὸ τῶν Ναξίων, τὴ Στοὰ τοῦ Φιλίππου καὶ τὸ
Στάδιο. Ὁ Κυριάκος ἀπὸ τὴν Ἀγκῶνα ποὺ ἐπισκέφτηκε τὴν Δῆλο τὸ 1455,
εἶναι ὁ πρῶτος ποὺ μιλᾶ γιὰ θέατρο καὶ τὸ συσχετίζει μὲ τὴν δεξαμενὴ
ποὺ βρίσκεται στὰ δυτικά του, ὅπως κάνει καὶ ὁ Chevalierde Constantin
δύο αἰῶνες ἀργότερα. Πρὶν τὶς ἀνασκαφές, τὸ σκηνικὸ οἰκοδόμημα ἦταν
ἐντελῶς σκεπασμένο μὲ χῶμα. Οἱ περιγραφὲς τῶν περιηγητῶν περιορίζονται
στὸ κοῖλο, ἐνῶ λίγα γράφονται καὶ γιὰ τὰ ἐδώλια, ποὺ ἦταν κατεστραμμένα
ἢ σκεπασμένα μὲ χῶμα. Τὸ 1810 ο Ch.-R. Cockerell ἔκανε ἕνα πολὺ πιστὸ
σχέδιο ποὺ περιοριζόταν στὸ μπροστινὸ τμῆμα τοῦ βόρειου ἀναλημματικοῦ
τοίχου.
Τὰ
ἐρείπια τῆς δεξαμενῆς τοῦ θεάτρου, τῆς ὁποῖας τὰ τόξα καὶ τὰ στόμια
τῶν ἀγωγῶν τροφοδοσίας νεροῦ ἦταν ὀρατὰ, ἀναφέρονται ἀπὸ ὅλους. Ὁ
Κυριάκος ἀπὸ τὴν Ἀγκῶνα τὰ θεώρησε «vestigiabalnearum» (ἐρείπια
λουτρῶν), ἐνῶ ὁ Spon ἀντιλήφθηκε ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ δεξαμενὴ ποὺ
τροφοδοτοῦνταν μὲ βρόχινο νερὸ ἀπὸ ἕναν ἀγωγό. Ὁ σύντροφος του ὅμως, ὁ
C. Wheler, πρότεινε μία ἄλλη θεωρία ποὺ σαγήνευε τοὺς ἀναγνῶστες του,
ὅτι δηλαδὴ ἐπρόκειτο γιὰ κατάλυμα τῶν θηρίων ποὺ προορίζονταν γιὰ τὰ
κυνήγια στὸ θέατρο. Αὐτὴ ἡ ἀτυχὴς ὑπόθεση υἱοθετήθηκε καὶ ἀπὸ ἄλλους
ὅπως ὁ Ο. Dapper καὶ ὁ J. Pittonde Tournefort, ὁ ὁποῖος ὑπέθεσε ὅτι οἱ
ἀγωγοὶ τροφοδοσίας νεροῦ προορίζονταν γιὰ τὸ πότισμα τῶν ζώων. Ὁ κόμης
de Sandwich ἐπανέφερε τὴν ἐρμηνεία τῆς δεξαμενῆς καὶ τὰ ἐπιχειρήματά
του ἔγιναν ἀποδεκτά.
Οἱ ἀνασκαφές.
Ἡ πρώτη ἀνασκαφὴ στὴ Δῆλο ἔγινε τὸ 1772 ἀπὸ τὸν κόμη Pasch van Krienen, (Ὀλλανδός ὑποπλοίαρχος, στὴν ὑπηρεσία τοῦ ρωσικοῦ στόλου, τοῦ ἐλλιμενισμένου στὴ Nάουσα τῆς Πάρου), τὰ δὲ εὐρήματα κατέληξαν στὴν Ἁγία Πετρούπολη καὶ στὸ Βουκουρέστι. Τὸ 1829 κάποιος Ἰταλός ζήτησε ἄδεια νὰ κάνει ἀνασκαφὲς στὴ Δῆλο, ἀλλά ὅταν ἐπισκέφθηκε τὸ νησὶ μετάνιωσε, πιστεύοντας ὅτι δὲ θὰ εὔρισκε τίποτε ἀξιόλογο. Τὴν ἴδια χρονιὰ ἐπίσης τὰ μέλη τῆς Expédition Scientifique de Morée ἔκαναν μικρὲς δοκιμαστικὲς τομὲς σὲ κάποιο οἰκοδόμημα κοντὰ στὴ θάλασσα.
Ἡ γαλλικὴ παρουσία στὴ Δῆλο
Τὸ
1675, ὁ γιατρὸς Σπὸν ἀπὸ τὴ Λυῶν, ἔδωσε μία λεπτομερὴ περιγραφὴ τοῦ
νησιοῦ. Τὸν ἀκολούθησε ὁ βοτανολόγος Ζοζὲφ Πιτὸν ντὲ Τουρνεφόρ, σταλμένος ἀπὸ τὸ Λουδοβῖκο 14ο. Ὁ τελευταῖος πραγματοποίησε τέσσερις ἐπισκέψεις στὴ Δῆλο ἀπὸ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1700 ἔως τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1701, σχεδίασε τὸν καλύτερο χάρτη ποὺ ὑπῆρχε γιὰ τὸ νησὶ ἔως τὶς ἀνασκαφὲς τοῦ 19ου αἰ. καὶ ἄφησε μία πολὺ ἀκριβὴ περιγραφὴ γιὰ τὸ εἶδος σαύρας ποὺ ἀποκαλοῦμε «κροκοδίλια».
Τὸ
θέαμα γιὰ τοὺς πρώιμους ἐπισκέπτες τοῦ νησιοῦ ἦταν ἐντυπωσιακό· παντοῦ
μάρμαρα, κολόνες, ἀγάλματα. Στὶς πλαγιὲς τῆς Κύθνου, τὴν προσοχὴ τοῦ
ἐπισκέπτη ἔλκυε ἕνα σπήλαιο μὲ στέγη ἀπὸ βράχους, τὸ ὁποῖο, πίστευαν
τότε ὅτι ἦταν ἕνας πρωτόγονος ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος. Ἀργότερα ἀπεδείχθη ὅτι
ἐπρόκειτο γιὰ ἱερὸ τοῦ Ἡρακλέους, τοῦ 3ου π.Χ. αἰ..
Οἱ
λεηλασίες τοῦ ἀπροστάτευτου αὐτοῦ ἀρχαιολογικοῦ χώρου δὲν ἦταν δυνατὸν
νὰ λείψουν. Τὴν κεφαλὴ τοῦ Κούρου τῶν Ναξίων πριόνισε ἕνας Ἰταλὸς, λίγο
πρὶν τὸ πέρασμα τοῦ Σπόν. Ἕνα πόδι τοῦ ἴδιου ἀγάλματος μεταφέρθηκε στὸ
Βρετανικὸ Μουσεῖο, ὅπου βρίσκεται ἔως σήμερα. Πολλὰ μουσεῖα καὶ
ἰδιωτικὲς συλλογὲς περιλαμβάνουν στοὺς θησαυρούς τους ἐπιτύμβιες στῆλες
ἀπὸ τὴ Ρήνεια· μεταφέρθηκαν στὴν Εὐρώπη μὲ πλοῖα ποὺ ἀγκυροβολοῦσαν στὸ
νησί, σὲ ἐποχὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ἀρκοῦσε νὰ περπατήσῃ κάποιος στὴν ἀκτή,
γιὰ νὰ κάνῃ πλούσια συλλογή.
Ἡ
Γαλλικὴ Ἀρχαιολογικὴ Σχολή (ΓΑΣ), ποὺ ἰδρύθηκε τὸ 1846, ἔστειλε στὸ
νησὶ ἕνα μέλος της, τὸν L. Terrier, ὁ ὁποῖος συνέταξε ἕνα ὡραῖο ὑπόμνημα
γιὰ τὸ νησὶ τῆς Δήλου, προσφέροντας μία σωστὴ περιγραφὴ τοῦ θεάτρου
καὶ τῆς δεξαμενῆς.
Οἱ
συστηματικὲς ἀνασκαφὲς ἄρχισαν τὸ 1873 ἀπὸ τὸν J. Lebègue, μέλος τῆς
Γαλλικῆς Ἀρχαιολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, καὶ τὸν Παναγιώτη Σταματάκη,
ὑπάλληλο τοῦ Ὑπουργείου τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καὶ τῆς Δημοσίας
Ἐκπαιδεύσεως, καὶ συνεχίστηκαν ἀπὸ τὴ Γαλλικὴ Ἀρχαιολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν
μὲ ἐπιτήρηση ἀπὸ ὑπάλληλο τοῦ ὑπουργείου.
Μὲ
ὁδηγὸ μας τὸν Τύπο τῆς ἐποχῆς, ἄς παρακολουθήσουμε τὴν ἔκρηξη τοῦ
ἐνδιαφέροντος ποὺ προκάλεσε ἡ Ἱερὰ Νῆσος στὴν κοινὴ γνώμη τῆς ἐποχῆς,
καθῶς καὶ τὴν ἐξέλιξη τῶν ἀνασκαφῶν…
Κάτοψη τοῦ κοίλου τοῦ θεάτρου καὶ τοῦ ἀναλημματικοῦ τοίχου
Ἀθηνᾶ, ἀρ. φύλ. 1643, 17.12.1849:
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
Αἱ
Κυκλάδες ἔλαβον τὸ ὄνομα ἐκ τῆς λέξεως κύκλος διότι σχηματίζουν εἰς τὰ
ὕδατα τοῦ Ἀρχιπελάγους τὸ σχῆμα τοῦτο πέριξ τῆς Δήλου, ἥτις ὠνομάσθη ἡ
βασιλὶς αὐτῶν, ὄχι μόνον ἀπὸ τὸν ποιητὴν Καλλίμαχον εἰς τὸν ὡραῖον του
περὶ τῆς νήσου αὐτῆς ὕμνον, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἰδίους γεωγράφους.
[….]
Ὠνομάσθησαν
κατ’ ἀρχὰς Μινωΐδες, ἐπειδὴ καὶ ὁ Μίνως, ὁ υἱὸς τοῦ Διὸς καὶ τῆς
Εὐρώπης, ἔστειλεν ἀπὸ τὴν Κρήτην, ὅπου ἐβασίλευεν, ἀποικίας εἰς αὐτάς,
ἕως τότε ἀκατοικήτους, ἀποικίας αἵτινες ἄφησαν εἰς αὐτὰς ὀνόματα ἐπίσης
κοινὰ εἰς τὰς πόλεις τὰς ὁποίας ἔκτιζον. [….]
Τὸ
Ἑλληνικὸν Ἀρχιπέλαγος εἶναι πολύτιμος σπουδὴ διὰ τὴν ἀρχαιολογίαν. Εἰς
τὴν Δῆλον, κατὰ τὸ μέρος τῆς Ἀνατολικῆς ὄχθης ὑψοῦται ἓν ὄρος
ὀνομαζόμενον Κύνθος, ὅπου ἡ Λητώ, ὡς λέγουν οἱ ποιηταί, ἐγέννησε τὸν
Ἀπόλλωνα καὶ τὴν Ἄρτεμιν, ἐξ οὗ παρήχθησαν καὶ τὰ ἐπίθετα τῶν δύω
περιφήμων θεοτήτων αὐτῶν, Κύνθιος καὶ Κυνθία. Ὁ Κύνθος εἶναι
ἀξιοσημείωτος, ὡς εἶναι ὅλοι οἱ βράχοι τοῦ Ἀρχιπελάγους ἐκ τοῦ
σχηματισμοῦ του· εἶναι ὅλος ἀπὸ γρανίτην. Πολλαὶ μαρμάριναι βαθμίδες
ἐχρησίμευον ἄλλοτε εἰς τὴν μέχρι τῆς κορυφῆς ἀνάβασιν ἀπὸ τὴν βάσιν του
μέχρι τῆς κορυφῆς· αἱ ἄλλαι ἦσαν ἐσκαμμέναι εἰς τὸν βράχον. Ἡ πόλις τῆς
Δήλου ἐστηρίζετο εἰς τοὺς πρόποδας τοῦ ὄρους αὐτοῦ ἀφιερωμένη εἰς τὸν
Ἀπόλλωνα.
***
Αὐγή, ἀρ. φύλ. 3139, 27.04.1872:
Ἀρχαιολογικά ἐν Δήλῳ.
Ἀπὸ
ἐπιθυμίαν ὁρμώμενος νὰ ἴδῳ τὴν Δῆλον μετέβην ἐκ τῆς Μυκόνου ἐκεῖσε πρὸ
χρόνου τινός· ὁ καιρὸς ἦτο γαλήνιος ἡ δὲ μετάβασίς μου εἰς τὸν ἄλλοτε
ἱερὸν τοῦτον τόπον οὐκ ὀλίγην ἐντύπωσιν μοὶ ἐπροξένησεν· ἐδέησε νὰ
περιέλθω τὰ μέρη ὅλα ἐκεῖνα ἐπὶ τῶν ὁποίων σώζονται ἄπειρα ἐρείπια καὶ
πολλὰ λείψανα τῆς ἀρχαιότητος, ἐκεῖνα δὲ τὰ ὁποῖα διεγείρουσιν αἴσθημα
μεγαλείου καὶ θαυμασμοῦ εἰς τὸν ἐπισκεπτόμενον τὴν μικρὰν ταύτην νῆσον
εἰσὶν κυρίως, ὁ πλησίον τῆς παραλίας εἰς λείψανα ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος, καὶ
ἐν τῇ θέσει τοῦ ὁποίου σώζεται οἰκοδόμημά τι ἐκ κολοσσιαίων μαρμάρων,
ἔχον βαθὺ ἐμβαδὸν τρίγωνον, καί οὗ τινος ἡ χρῆσις καθίσταται
δυσεξήγητος, τὸ ἐπὶ ὑψώματος τινὸς ὑπάρχον ἐν ἐρειπίῳ ὠδεῖον ἤ θέατρον
μεγάλης χωρητικότητος, ἡ λεγομένη ὀρχήστρα κειμένη ἐν τῷ μέσῳ σχεδὸν τῆς
νήσου εἰς μέρος κατωφερές, ἔχουσα μεγάλην στρογγύλην περιφέρειαν, καὶ ἡ
ὁποῖα ὡς ἐκ τῶν ὑπαρχόντων ὀχετῶν, δι’ ὧν διωχετεύετο θαλάσσιον ὕδωρ,
φαίνεται ὅτι ἐχρησίμευεν εἰς γυμνάσια_ πλησιέστατα τῆς Δήλου κεῖται ἡ
μεγάλη Δῆλος ‘Ρήνια, ἐπὶ τῆς ὁποίας οἱ Δήλιοι εἶχον τὸ νεκροταφεῖόν των.
Τὸ
ἔτος 1828 γεωργός τις σκάπτων εἰς τὸ μέρος τοῦτο τυχαίως εὗρεν ἕν
ἄγαλμα, ἡ ἀνεύρεσις τοῦ ὁποίου παρεκίνησε πολλοὺς κατοίκους τῆς Μυκόνου,
καθότι ἡ Δῆλος ἀνήκει εἰς τὴν Μύκονον, νὰ μεταβῶσιν ἐπὶ τούτῳ εἰς τὴν
Δῆλον καὶ ἔργον ποιήσαντες τὴν ἀνασκαφὴν ἐπὶ τοῦ μέρους τοῦ νεκροταφείου
ἀνεκάλυψαν ἀνάγλυφα πλέον τῶν ἑκατὸν καί τινα ἀγάλματα πολλοῦ λόγου
ἄξια καὶ οὐκ ὀλίγα κιβώτια μολύβδινα περιέχοντα ὀστᾶ.
Ἡ
δημογεροντία Μυκόνου ἐφρόντισε νὰ συλλέξῃ ὅλας τὰς ἀνακαλυφθείσας
ταύτας ἀρχαιότητας, καὶ ὁ τότε ἐπὶ Κυβερνήτου Καποδίστρια ἔφορος τῶν
ἀρχαιοτήτων κ. Μουσταξύδης ἐπιμελήθη νὰ τὰς μετακομίσῃ εἰς Αἴγιναν, ὅθεν
καὶ ὀλίγαι μόνον ἐκ τούτων, καθ’ ἅ λέγουσιν, ἀποτελοῦσιν ἤδη μέρος τῶν
ἐν τῷ ἐνταῦθα ναῷ τοῦ Θησέως ὑπαρχουσῶν ἀρχαιοτήτων· κατὰ τὴν τότε
γενομένην ἀνασκαφὴν ἀνευρέθη ἕν ζεῦγος χρυσῶν ἐνωτίων παριστανόντων
πρόσωπον λέοντος.
Ταῦτα
ὁ δῆμος Μυκόνου ἐδωρήσατο εἰς τὴν πρώην βασίλισσαν Ἀμαλίαν δεχθεῖσαν
αὐτὰ μετὰ μεγίστης εὐχαριστήσεως. Ὅ,τε ὡς προεῖπον, μετέβην εἰς Δῆλον
ἔλαβον ὡς ὁδηγὸν ἕνα ἐκ τῶν αὐτόθι ποιμένων, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ μ’
ἐφιλοξένησεν ἐν τῇ πενιχρᾷ καλύβῃ του μοὶ ἐδώρησεν ἕν πήλινον ἀγγεῖον
καὶ ἐννέα χάλκινα νομίσματα ἀρχαῖα, μὲ ὑπέδειξε δὲ ἕν μάρμαρον χωμένον
ἐν τῇ γῇ τῆς αὐτῆς καλύβης, ὅπερ πιθανὸν νὰ ἦναι ἀνάγλυφον καὶ τὸ
ὁποῖον δὲν ἐτόλμησε ν’ ἀνασκάψῃ φοβούμενος τὴν τιμωρίαν του παρὰ τοῦ
δημάρχου Μυκόνου ἀπαγορεύσαντος αὐστηρῶς πᾶσαν ἀνασκαφήν.
Ἀνέκαθεν
τὴν Δῆλον ἐπεσκέπτοντο ἄπειροι περιηγηταὶ Εὐρωπαῖοι καὶ πολλὰ πολεμικὰ
αὐτῶν πλοῖα ἐλιμενίζοντο ἐπίτηδες ἐκεῖσε καὶ ἐπεχείρουν πρὸ τῆς
συστάσεως τοῦ ἑλλην. βασιλείου ἀνασκαφάς, οὐδεμία δὲ ἀμφιβολία, ὅτι
πολλὰ κειμήλια τῆς ἀρχαιότητος ἀνήκοντα εἰς τὸ ἔθνος ἡμῶν μετεφέρθησαν
εἰς τὰ ξένα κράτη. Πρὸ χρόνων πολλῶν ἀνευρέθη ἐντὸς τῶν ἐρειπίων τῆς
Δήλου μαρμάρινος κεφαλή, ἥν ὁ τότε ἐν Μυκόνῳ ὑποπρόξενος τῆς Γαλλίας
ἠγόρασε· ἡ κεφαλὴ αὕτη ἦτο τόσον ἐντελὴς καὶ τοσαύτην φυσικότητα
παρίστανεν, ὥστε πολλοὶ περιηγηταὶ μαθόντες τὴν ἀνακάλυψιν τοῦ σπανίου
τούτου ἀγάλματος μετέβησαν εἰς Μύκονον ὅπως ἴδωσιν καὶ εἰ δυνατὸν
ἀγοράσωσιν αὐτό, ἀλλ’ εἰς μάτην καθότι ὁ ὑποπρόξενος ἠρνήθη τὴν πώλησιν.
[….]
Ἡ
φήμη τοῦ ἀγάλματος τούτου ἔφθασεν εἰς τὰς ἀκοὰς τοῦ Σουλτάνου, ὁ ὁποῖος
ἀπέστειλεν εἰς Μύκονον ἕνα πασᾶν καὶ τὸ παρέλαβεν ὅπως τὸ δωρήσῃ εἰς
τὸν μέγαν Ναπολέοντα. [….]
Ἀθῆναι τήν 25 Ἀπριλίου 1872. Β. Γκίζης
Μέριμνα, ἀρ. φύλ. 1485, 25.03.1877:
Ἡ
γαλλικὴ ἀκαδημία τῶν ἐπιγραφῶν, ἐπιθυμοῦσα νὰ ἐξακριβώσῃ τὴν τοποθεσίαν
τοῦ ἐν Δήλῳ ναοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος, ἐζήτησε καὶ ἔλαβε παρὰ τῆς κυβερνήσεως
ἄδειαν διὰ τὰς ἐπὶ τούτῳ γεννησομένας ἀνασκαφάς. Κατὰ τὸ ὁρισθὲν
διάγραμμα θ’ ἀνασκαφῇ ὁ χῶρος ὁ ἀπὸ τῆς Ἱερᾶς Λίμνης ἀρχόμενος καὶ
καταλήγων εἰς τὸ ἀρχαῖον θέατρον. Αἱ ἐργασίαι ἤρχισαν τῇ 13 τρέχοντος
ὑπὸ τὴν ἐπιστασίαν τοῦ κ. Homolle, μαθητοῦ τῆς ἐνταῦθα γαλλικῆς σχολῆς,
μεγάλαι δὲ ἐλπίδες ὑπάρχουσιν, ὅτι ἡ ἐπιστημονικὴ περιέργεια τῶν γάλλων
θ’ ἀποκαλύψῃ πολλὰ ἀρχαιολογικὰ κειμήλια. Ὡς πληροφορούμεθα, τῇ δευτέρᾳ
τῶν ἀνασκαφῶν ἡμέρᾳ ὁ κ. Homolle ἀνεκάλυψε δέκα πολλοῦ λόγου
ἐπιγραφοφόρους λίθους, ἐπὶ ἑνὸς τῶν ὁποίων εἶναι κεχαραγμένον ψήφισμα ἐκ
πεντήκοντα σειρῶν· μεταξὺ δὲ τῶν ἐπιγραφῶν τούτων ὑπάρχει καὶ ἡ
μνημονεύουσα τὸ ὄνομα τοῦ Ῥωμαίου Αὐρηλίου Σκαύρου, κατασκευάσαντος ἐν
τῇ πρώτῃ πρὸ Χριστοῦ ἑκατονταετηρίδι τὴν μεταξὺ Ἱερᾶς Λίμνης καὶ τοῦ
ναοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος ἐγειρομένην στοὰν.
Γιὰ τὶς ἐπιγραφὲς ποὺ ἀνακάλυψε ὁ Homolle: Théophile Homolle, Les archives de l’intendance sacrée à Délos
Παλιγγενεσία, ἀρ. φύλ. 4718, 16.04.1880:
Τὰ πρό τινος διαδοθέντα, ὅτι οἱ ἀξιωματικοὶ τῆς Ἰταλικῆς ναυαρχίδος Palestro, ἐν Δήλῳ, προέβησαν εἰς ἀσεβεῖς πράξεις κατὰ τῶν ἐκεῖσε ἀρχαίων ἡμῶν κειμηλίων δυστυχῶς εἰσὶν ἀληθῆ. Ὁ κ. Σκόκος, ἄρτι ἐπανακάμψας ἐκ Δήλου, δι’ ἐκθέσεώς του πρὸς τὸ ὑπουργεῖον βεβαιοῖ, ὅτι οἱ κύριοι οὗτοι ἠκρωτηρίασαν καὶ ἐκρήμνισαν πολλοὺς ἀρχαίους λίθους ἐφ’ ὧν διατηροῦνται τὰ ἴχνη τῆς βίας.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 137, 16.05.1880:
Αἰγινῆται
σπογγαλιεῖς κατὰ τὸν παρελθόντα χειμῶνα ἁλιεύοντες σπόγγους κατὰ τὴν
νῆσον Δῆλον, εὗρον εἰς βάθος 15 ὀργυιῶν ἵππον φυσικοῦ μεγέθους, καὶ πρὸς
ἀπόδειξιν τοῦ εὑρήματος ἀπέσπασαν ἕνα τῶν ὀπισθίων ποδῶν τὸν ὁποῖον
ἔφεραν εἰς Αἴγιναν. Τελευταῖον εὑρισκόμενοι φίλοι ἐν Αἰγίνῃ εἶδον τὸν
χαλκοῦν πόδα, ὁ
ὁποῖος εἶνε ἄξιος θαυμασμοῦ διὰ τὴν τέχνην αὐτοῦ· ἐπιστολαὶ δὲ τῶν
σπογγαλιέων κομισθεῖσαι ἐκεῖθεν περὶ τὰ μέσα τοῦ μηνὸς Ἀπριλίου
γράφουσιν, ὅτι ἐπεσκέφθησαν τὰ παράλια τῆς Δήλου καὶ ἀπέσπασαν καὶ ἕνα τῶν μηρῶν τοῦ ἵππου.
Συμπληροῦντες
δὲ τὰς ἰδιατέρας ἡμῶν πληροφορίας λέγομεν, ὅτι ὁ κάτοχος τοῦ ποδὸς
προσῆλθεν εἰς τὴν ἀρχαιολογικὴν ἑταιρίαν αἰτῶν συνδρομήν, ὅπως ἐκ τοῦ
πυθμένος τῆς θαλάσσης ἀνασύρῃ τὸν χαλκοῦν ἵππον, ὅστις κατὰ πᾶσαν
πιθανότητα φέρει ἀναβάτην, ἂν καὶ δὲν ἦνε δυνατὸν νὰ φανῇ καθαρῶς τοῦτο,
διότι χόρτα καὶ ἄμμος ἔχουν καλύψει κατὰ τὸ πλεῖστον τὸν ἵππον. Εἶνε
ἀληθές, ὅτι οἱ εὑρέται ἐζήτησαν ποσὸν ὑπέρογκον, ὅπως ἀνασύρωσι τὸ εὑρεθέν,ὁπωσδήποτε ὅμως πρέπει νὰ εὑρεθῇ τρόπος, ὅπως μὴ καταστραφῇ ἐν τέλει πρᾶγμα τὸ ὁποῖον πιθανὸν νὰ ἔχῃ μεγάλην ἀρχαιολογικὴν ἀξίαν. Ἐὰν
δὲν δοθῇ ἀμοιβή τις εἰς τοὺς σπογγαλιεῖς πιθανὸν οὗτοι νὰ συνεννοηθῶσι
μὲ ἀρχαιοκαπήλους καὶ ἀνασύρωσι αὐτὸ κρυφίως ἢ νὰ ἐγκαταλείψωσιν αὐτό, ὅπως οὐδέποτε πλέον ἀνευρεθῇ.
Αἰών, ἀρ. φύλ. 3350, 13.10.1880:
Ἀπεφασίσθη νὰ ἱδρυθῇ ἐν Μυκόνῳ ὁριστικὸν μουσεῖον τῶν ἐν Δήλῳ εὑρεθεισῶν ἀρχαιοτήτων. Πρὸς τοῦτο δὲ ἐνῳκιάσθη κατάλληλος οἰκία, καὶ ἤρξατο ἡ μεταφορὰ τῶν ἀρχαιοτήτων καὶ ἡ ἐν τῇ οἰκίᾳ κατάταξις αὐτῶν.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 365, 30.12.1880:
Μανθάνομεν
μετὰ λύπης καὶ θυμοῦ ἐκ τοῦ Ἀσμοδαίου, ὅτι ἀγγλικὸν ἀτμόπλοιον
προσορμισθὲν εἰς τὴν Δῆλον, πανηγυρικῶς ἀπέλυσε λόχον νέων Ἐλγίνων
οἵτινες ἁρπάσαντες βάθρον πλῆρες ἐπιγραφῶν τὸ μετέφερον ἐπὶ τοῦ
ἀτμοπλοίου, καὶ ἀπέπλευσαν! Τί εἶνε αὐτά;
Ἀρχαιολογικὰ
Αἱ τὴν 13 Ἰουλίου ἀρξάμεναι ἐν Δήλῳ ἀνασκαφαὶ ἔφερον εἰς φῶς κατὰ τὸν πρῶτον μῆνα τὰ ἑξῆς εὑρήματα.
α΄)
Δύο μαρμάρινα ἀγάλματα Ἀρτέμιδος πανάρχαια καὶ φυσικοῦ μεγέθους. Τούτων
τὸ ἕτερον ἐξέχει διὰ τὴν σωζομένην αὐτοῦ κεφαλὴν καὶ εἶνε σχεδὸν
ἐπανάληψις τοῦ πρὸ τριῶν ἐτῶν εὑρεθέντος περιφήμου ὁμωνύμου ἀγάλματος,
τοῦ φέροντος ἀρχαιοτάτην ἐπιγραφὴν βουστροφηδὸν γεγραμμένην.
Παραβαλλόμενον ὅμως τὸ νέον ἡμῶν εὕρημα πρὸς ἐκεῖνο δεικνύει πρόοδόν
τινα καὶ βελτίωσιν τῆς τέχνης καὶ οὕτω συμπληροῖ τὰ τῆς βαθμιαίας
ἀναπτύξεως καὶ τελειοποιήσεως τῆς ἀρχαίας τέχνης, ὅπερ οὐδὲν Μουσεῖον
τῆς Ἑλλάδος διδάσκει ἡμᾶς τόσον ἐναργῶς ὅσον τὸ τῆς Δήλου.
β΄) Κορμὸς ρωμαϊκὸς εὐτελοῦς ἐργασίας.
γ΄) Γυναικεῖος κορμὸς μικροσχήμου ἀγάλματος καλῆς τέχνης.
δ΄)
Πλέον τῶν 50 ἐπιγραφῶν, ὧν πολλαὶ σώζονται ὁλόκληροι. Διαιροῦνται δ’
αὗται, ὡς καὶ αἱ κατὰ τὰ παρελθόντα ἔτη εὑρεθεῖσαι εἰς καταγραφὰς τῆς
περιουσίας τοῦ ναοῦ, εἰς ἀναθηματικὰς καὶ εἰς ψηφίσματα. Εὑρέθησαν ὅμως
ἐφέτος καὶ τρεῖς χορηγικαὶ ἐπιγραφαί.
Μετὰ
τὴν εὕρεσιν τῶν ἔργων τούτων οὐδεμία πλέον ἐλπὶς ὑπῆρχεν εὑρέσεως νέων
εὑρημάτων ἐν τῷ τεμένει τοῦ Ἀπόλλωνος, οὐδ’ ἦτο δυνατὸν νὰ προχωρήσωσι
πλέον αἱ ἀνασκαφαὶ ἐν αὐτῷ ἕνεκα τῶν χωμάτων, ἅτινα ἀπὸ τῶν πρώτων ἐτῶν
ἐρρίπτοντο ἔνθεν καὶ ἔνθεν τῶν ἀνοιγομένων τάφρων (!) διὰ τοῦτο ὁ κ.
Hauvette ἔσκαψε τελευταῖον ἐν τῷ Σεραπείῳ, ἔνθα εὑρέθησαν κεφαλὴ
ρωμαϊκή, κορμὸς ρωμαϊκοῦ ἀγάλματος καὶ τέσσαρες κεφαλαὶ ἀγαλματίων καὶ
ἐπιγραφαί τινες· καὶ θὰ εὑρεθῶσι μὲν ἐκεῖ πιθανῶς καὶ ἄλλα πράγματα,
ἀλλ’ ἅπαντα θὰ ἦνε (sic) ρωμαϊκὰ καὶ ἐλαχίστην θὰ ἔχωσιν ἐπιστημονικὴν
ἀξίαν. Οὕτως, ἂς τὸ ὁμολογήσωμεν, εἰ καὶ δυσάρεστον, ὅτι ἡ Δῆλος πλέον
ἐξηντλήθη καὶ ὅτι ἐλαχίστη ἐλπὶς ὑπάρχει εὑρέσεως ἐν αὐτῇ σπουδαίων
ἀρχαιολογικῶν καὶ καλλιτεχνικῶν ἔργων. Πρόκεινται ὅμως σπουδαῖα
οἰκοδομήματα πρὸς ἀνακάλυψιν. Ἐὰν μάλιστα ἀνασκαφῇ ὁ πρὸς βορρᾶν τοῦ
τεμένους τοῦ Ἀπόλλωνος λοφίσκος θέλει ἀποκαλυφθῆ μέγα τμῆμα τῆς ἀρχαίας
τῶν Δηλίων πόλεως, αἱ οἰκίαι, ὁδοὶ καὶ πλατεῖαι αὐτῆς· ἴσως δὲ γείνωσι
καὶ ἀρκετὰ εὑρήματα, διότι οἱ Δήλιοι ἦσαν πλούσιοι. Οὕτως θὰ ἔχωμεν καὶ
ἡμεῖς ἐν Ἑλλάδι νέαν Πομπηΐαν. Ἡ σπουδαιότης τῆς ἐργασίας ταύτης εἶνε
ἑκάστῳ καταφανής, δύναται δὲ νὰ ἐκτελεσθῇ μόνον ὑπὸ τῆς ἡμετέρας
κυβερνήσεως ἢ τῆς ἀρχ. ἑταιρίας, διότι ἡ Γαλλικὴ Σχολὴ οὐδέποτε διαθέτει
πλέον τῶν 3 ἢ 4 χιλιάδων φράγκων κατ’ ἔτος διὰ τὰς ἐν Δήλῳ ἀνασκαφάς.
Παλιγγενεσία, ἀρ. φύλ. 5403, 02.07.1882:
Ἐν
Δήλῳ ἀνευρέθησαν κατὰ τὰς ἐκεῖ ἐνεργουμένας ἀνασκαφάς, καθ’ ἃ
τηλεγραφεῖ ὁ ἔφορος τῶν ἀρχαιοτήτων κ. Καββαδίας, δύο ἀγαλμάτια
Ἀφροδίτης ὧν τὸ ἓν ῥωμαϊκὸν ἀντίτυπον τῆς Κνιδίας Ἀφροδίτης τοῦ
Πραξιτέλους, τὸ δὲ«ἀγαλμάτιον Οὐρανίας Ἀφροδίτης» μετὰ κεφαλῆς καὶ ἑτέρα
κεφαλὴ Ἀφροδίτης καλῆς ἐργασίας, ἐφ’ ἧς διασώζονται ἴχνη χρωματισμοῦ.
Νέα Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 244, 6.8.1882:
—Τὰ
τελευταῖα κατὰ τὰς ἐν Δήλῳ ἀνασκαφὰς ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα εἶνε ὄντως
σπουδαῖα. Ὡς ἀγγέλει ὁ αὐτόθι ἐπιτηρῶν τὰς ἀνασκαφὰς ἔφορος κ. Π.
Καββαδίας, ἀνευρέθησαν ἐν τῷ περὶ τὴν ἱερὰν λίμνην ἀνασκαπτομένῳ χώρῳ
ὡραῖον ἀνεπίγραφον Μωσαϊκόν, ἄγαλμα κολοσσιαῖον θεᾶς Ρώμης, ἔργον
Μελάνου τοῦ Ἀθηναίου, καὶ ὑπερμεγέθης πολεμιστὴς ἐγονατισμένος, βάρβαρος
ὅμως καὶ οὐχὶ ἕλλην, πιθανῶς δὲ γαλάτης, ἔργον Ἀγασίου τοῦ ἐξ Ἐφέσου,
τοῦ ἰδίου ποιήσαντος καὶ τὸν ἐν Παρισίοις Βοργισιανὸν πολεμιστὴν.
Ἤρξατο
δὲ ἤδη καὶ ἡ ἀνασκαφὴ τοῦ θεάτρου, ἐν ᾧεὑρέθησαν μεγάλοι μαρμάρινοι
τρίποδες, ἀναθήματα κείμενα ἐν τῇ ὀρχήστρᾳ καὶ δύο Τελαμῶνες ἢ Ἄτλαντες
ὑποβαστάζοντες τὸ ἔδαφος τ[οῦ] λογείου ἢ ὄροφόν τινα τῶν οἰκοδομημάτων
τῆς σκηνῆς. Φαίνεται δέ,ὅτι περὶ τὴν ὀρχήστραν ὑπῆρχον καὶ ἐκεῖ ἐδώλια
μετ’ ἀνακλίσεων, ὡς ἐν τῷ ἐνταῦθα ἐπὶ Ρηγίλῃ Ὠδείῳ Ἡρώδου τοῦ Ἀττικοῦ.
Νέα Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 170, 23.06.1883:
—Καταρρευσάντων
τῶν χωμάτων ἐν τῷ ἀρχαίῳ ναῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἐν Δήλῳ, ἀπεκαλύφθη ἐσχάτως
ἀρχαϊκὸν ἄγαλμα φυσικοῦ μεγέθους, παριστῶν γυναῖκα βαδίζουσαν καὶ
ἀνέχουσαν τὸ ἱμάτιον διὰ τῆς ἀριστερᾶς χειρός. Τὸ ἄγαλμα τοῦτο εἶνε
πιθανῶς ἀντίτυπον τοῦ ἐν τῷ ναῷ λατρευτικοῦ ἀγάλματος τῆς Ἀρτέμιδος καὶ
διακρίνεται διὰ τὸ ἐπιμεμελημένον καὶ ἔντεχνον τῆς ἀρχαϊκῆς αὐτοῦ
ἐργασίας, ὡς λέγει ἡ Ὥρα.
Νέα Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 351, 21.12.1883:
—Χωρικός
τις ἀνασκάπτων ἐν Δήλῳεὗρε δύο ἀγάλματα καλῆς ἑλληνικῆς τέχνης. Τὸ ἓν
μετεκομίσθη εἰς Μύκονον ὑπὸ τοῦ κ. δημάρχου· τὸ ἄλλο κεῖται, ἐν ᾗ θέσει
εὑρέθη, ἐπειδὴ εἶνε κολοσσιαῖον. Ὦ, ἂν ἦτο καμμία νέα Ἀφροδίτη
δεδηλωμένη, ὡς ἡ πρώτη τῆς Μήλου.
Νέα Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 204, 23.07.1885:
Ἐν
ταῖς ἐν Δήλῳ ἐνεργουμέναις ἀνασκαφαῖς ἀνευρέθησαν τελευταῖον παρὰ τὸν
ναὸν τοῦ Ἀπόλλωνος ταμιακαὶ ἐπιγραφαὶ καὶ προξενικὸν ψήφισμα λόγου
ἄξιον, ἐν ᾧ μνημονεύεται Νάβις ὁ βασιλεὺς τῶν Λακεδαιμονίων.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 102, 12.04.1889:
ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΕΝ ΔΗΛΩι
Δύο
τῶν ἑταίρων τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς, οἱ κ.κ. Δουβλὲ καὶ Λεγράν, ἀπό τινος
ἐνεργοῦσιν ἀνασκαφὰς ἐν Δήλῳ. Κατ’ ἐπιστολὴν τοῦ πρώτου τῶν Γάλλων
ἀρχαιολόγων, πρό τινων ἡμερῶν ἀνεκαλύφθησαν δύο ἀγάλματα γυναικεῖα, ποὺς
χαλκίνου ρωμαϊκοῦ ἀγάλματος, ἐπιγραφὴ ἐξ 139 στίχων, ἀναγράφουσα
δαπάνας τοῦ ναοῦ, δύο στῆλαι, ἐφ’ ὧν ὑπάρχουν κεχαραγμένα ψηφίσματα τῶν
Δηλίων καὶ Ἀθηναίων, ἐννέα βάσεις ἀναθημάτων καὶ ἀφιερώσεων κτλ.
Ὥρα, ἀρ. φύλ. 267, 05.08.1892:
Σπουδαῖα
εὑρήματα ἐγένοντο ἐσχάτως ἐν Δήλῳ, ἐπιστέλλει εἰς τὸ ὑπουργεῖον ὁ κ.
Καββαδίας. Ἐν ταῖς ἐπὶ τὴν ἱερὰν λίμνην ἀνασκαφαῖς εὑρέθησαν ὡραῖον
ἐνεπίγραφον Μωσαϊκόν, κολοσσιαῖον ἄγαλμα τῆς θεᾶς Ρώμης, ἔργον Μελανοῦ
τοῦ Ἀθηναίου, καὶ ὑπερμεγέθης ἐγονατισμένος πολεμιστής, οὐχὶ Ἕλλην ἀλλὰ
Βάρβαρός τις, πιθανῶς Γαλάτης, ἔργον Ἀγασίου τοῦ Ἐφεσίου, αὐτοῦ ἐκείνου
τοῦ ποιήσαντος τὸν ἐν Παρισίοις περίφημον Βοργεσιανὸν πολεμιστήν. Ἤρξατο
δὲ καὶ ἡ ἀνασκαφὴ τοῦ θεάτρου καὶ ἐν αὐτῷ εὑρέθησαν μεγάλοι μαρμάρινοι
Τρίποδες, ἀναθήματα κείμενα ἐν τῇ Ὀρχήστρᾳ, καὶ δύο Τελαμῶνες, ἤτοι
ἄτλαντες ὑποβαστάζοντες τὸ ἔδαφος τοῦ λογείου ἢ ὄροφόν τινα τῶν
οἰκοδομημάτων τῆς σκηνῆς. Ἐκ τῶν μέχρι τοῦδε ἐργασιῶν κατεδείχθη, ὅτι ἡ
ἐπίχωσις εἶναι πολὺ μικρὰ καὶ ὅτι περὶ τὴν Ὀρχήστρα ὑπῆρχον εἰδώλια μετ’
ἀνακλίσεων, ὥσπερ ἐν τῷ ἐνταῦθα Ὠδείῳ Ἡρῴδου τοῦ Ἀττικοῦ.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 160, 09.06.1894:
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑΙ ΑΝΑΣΚΑΦΑΙ ΕΝ ΔΗΛΩ
Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΡΟΚΥΜΑΙΑ
Ἡ
Γαλλικὴ σχολὴ ἐπαναλαμβάνει προσεχῶς τὰς ἐν τῇ νήσῳ Δήλῳ ἀρχαιολογικὰς
ἀνασκαφάς, τὰς ὁποίας ἀπὸ 15 καὶ πλέον ἐτῶν εἶχε διακόψει. Κατὰ τὰς
προγενεστέρας ταύτας ἀνασκαφὰς εἶχον ἀνακαλυφθῆ ὁ διάσημος ἐν τῇ
ἀρχαιότητι ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος, ὁ τῆς Ἀρτέμιδος, καθὼς καὶ πλεῖσται ὅσαι
σπουδαῖαι ἐπιγραφαί, διά τινων τῶν ὁποίων καθωρίσθη μάλιστα καὶ ὁ χῶρος
ἐν ᾧ ἔκειτο πάλαι τὸ συμμαχικὸν ταμεῖον τῶν Ἀθηναίων, οὗτινος αἱ
εἰσπράξεις ἀνήρχοντο μέχρι τῶν 600 ταλάντων καὶ ὅπερ βραδύτερον οἱ
Ἀθηναῖοι ἐκραγέντος τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου μετεκόμισαν ἐν τῇ πόλει
των, πρὸς μείζονα ἀσφάλειαν. Αἱ νῦν ἐνεργηθησόμεναι ἀνασκαφαὶ θὰ
γείνωσιν (sic) ἐν τῇ παραλίᾳ πρὸς ἀνακάλυψιν τῆς ἀρχαίας προκυμαίας,
ἥτις ἦτο ἡ ὡραιότερα καὶ μεγαλειτέρα πασῶν τῶν ἐν τῇ ἀρχαιότητι, καὶ ὑπὸ
τὴν ἐποπτείαν τοῦ ἐκ τῶν ἑταίρων τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς κ. Ardaillon.
Ἐπιτηρητὴς δὲ τῶν ἀνασκαφῶν τούτων διωρίσθη ὑπὸ τοῦ ὑπουργείου ὁ
σχολάρχης Μυκόνου, ὁ ὁποῖος εἶνε συγχρόνως καὶ ἐπιμελητὴς τοῦ ἐν τῇ νήσῳ
ταύτῃ ἀρχαιολογικοῦ Μουσείου.
Ἐφημερίς τῶν συζητήσεων, ἀρ. φύλ. 195, 09.06.1894:
Ἀνασκαφαὶ ἐν Δήλῳ.
Ἡ
ἐν Ἀθήναις γαλλικὴ ἀρχαιολογικὴ σχολὴ ἀπεφάσισε νὰ ἐνεργήσῃ ἐν τῇ νήσῳ
Δήλῳ ἀρχαιολογικὰς ἀνασκαφάς, τὴν διεύθυνσιν τῶν ὁποίων θὰ ἀναλάβῃ ὁ κ.
Ἀρταγιόν, ἑταῖρος τῆς σχολῆς ταύτης. Τὸ ὑπουργεῖον τῆς Παιδείας
παρεχώρησε τὴν ἄδειαν. Ἐν Δήλῳ πρὸ δεκαπέντε ἐτῶν ἐγένοντο ἀνασκαφαὶ ὑπὸ
τὴν διεύθυνσιν τῆς αὐτῆς σχολῆς, ἔκτοτε δὲ οὐδεμία ἀρχαιολογικὴ ἐργασία
ἐγένετο αὐτόθι.
Τὸ ἀντίτυπο τοῦ Διαδούμενου τοῦ Πολυκλείτου
Τὸ Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 1530, 24.02.1895:
Κατὰ
τὴν προχθεσινὴν τοῦ κ. Ὡμὸλλ διάλεξιν τῶν ἀρχαιολογούντων τὸ ἐνδιαφέρον
εἵλκυσαν, ὄχι μόνον αἱ περὶ Δελφῶν ἀνακοινώσεις, ἀλλὰ καὶ αἱ περὶ τῶν
εὑρημάτων τῆς Δήλου, ὅπου ἔγεινεν ἀρχαιολογικὴ ἐργασία μεγάλης
σημασίας, κατὰ τοῦτο μόνον ὑπολειφθεῖσα τῆς τῶν Δελφῶν, ὅτι δὲν
διεφημίσθη ὅπως αὕτη. Ὁ κ. Ὡμὸλλ μεταξὺ ἄλλων ἀνεκοίνωσε τὴν ἀνακάλυψιν
ἀντιτύπου τοῦ Διαδουμένου τοῦ Πολυκλείτου, ἀποτελοῦν εὕρημα μεγάλης
σημασίας.
Το Άστυ, αρ. φύλ. 1601, 07.05.1895:
ΑΙ ΕΝ ΔΗΛΩι ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ
Πολεμικὸν πλοῖον. – Μεταφορὰ εἰς τὸ Μουσεῖον
Μετὰ
προηγηθεῖσαν συνεννόησιν τοῦ γενικοῦ ἐφόρου τῶν ἀρχαιοτήτων καὶ τοῦ
διευθυντοῦ τῆς ἐνταῦθα γαλλικῆς σχολῆς κ. Ὡμόλ, ἀπεφασίσθη ἡ μεταφορὰ
εἰς τὸ Κεντρικὸν Μουσεῖον τῶν κατὰ τὰς τελευταίας εἰς Δῆλον ἀνασκαφὰς
εὑρεθέντων ἀρχαιολογικῶν ἀντικειμένων. Πρὸς τοῦτο τὸ ὑπουργεῖον τῶν
Ναυτικῶν διέταξε τὴν ἐν Σύρῳ σταθμεύουσαν ἀτμοημιολίαν «Κέρκυραν» ν’
ἀποπλεύσῃ σήμερον εἰς τὴν νῆσον ταύτην, ἵνα ἐπὶ παρουσίᾳ τῶν
ἀντιπροσώπων τῆς Κυβερνήσεως παραλάβῃ τὰ εὑρήματα ταῦτα καὶ μεταφέρῃ εἰς
Πειραιᾶ.
Ὡς
ἐγκαίρως εἴχομεν ἀναγγείλει, τὰ σπουδαιότερα τούτων εἶνε τρεῖς
ἀνδριάντες, οἵτινες παριστάνουν μίαν γυναῖκα, ἕνα Ρωμαῖον καὶ ἕνα
διαδούμενον ἀθλητήν, ὅστις εἶνε ἀντίτυπον ἀγάλματος τοῦ Πολυκλείτου. Τὰ
ἔργα ταῦτα εἶνε λαμπρᾶς τέχνης, θεωροῦνται δὲ ὡς σπουδαῖον ἀπόκτημα διὰ
τὸ Μουσεῖόν μας.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 140, 20.05.1895:
ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ
Ἐπάνοδος τοῦ «Ἀλφειοῦ». – Διατί δὲν μετέφερε τὰ ἀγάλματα.
Ὑπὸ
τοῦ ὑπουργείου διετάχθη ὁ ἀτμοδρόμων «Ἀλφειός», ἵνα μεταβῇ εἰς Δῆλον
διὰ Σύρου καὶ μεταφέρῃ ἐκεῖθεν ἐνταῦθα τὰ ἀνευρεθέντα ἀγάλματα, ἐξ ὧν ἓν
εἶνε ὑπερφυσικῶν διαστάσεων. Ὁ «Ἀλφειὸς» ἐπανέπλευσεν εἰς Πειραιᾶ χωρὶς
νὰ κομίσῃ καὶ τ’ ἀγάλματα. Τοῦτο προῆλθε καὶ διότι ἡ χωρητικότης τοῦ
πλοίου δὲν ἐπιτρέπει τὴν μεταφορὰν τόσον βαρέος φορτίου καὶ διότι ἡ
μεταφορὰ τῶν ἀγαλμάτων ἀπὸ τοῦ τόπου τῆς ἀνασκαφῆς εἰς τὴν παραλίαν
ἀπαιτεῖ πολλοὺς ἐργάτας καὶ ἐργασίαν κοπιώδη.
Ἐφημερίς, ἀρ. φύλ. 233, 23.08.1898:
Εἰς
τὴν Δῆλον ὁ φύλαξ τῶν ἀρχαιοτήτων Πολυκανδρίτης ἀνελθὼν ἐπί τινος
ὑψώματος ὠλίσθησε καὶ καταπεσὼν ἐφονεύθη, μετηνέχθη δὲ εἰς Μύκονον. Ὁ
ἕτερος φύλαξ ἠθέλησε νὰ ἀναγγείλῃ τὸ δυστύχημα εἰς τὸν ἐν Μυκόνῳ ἔφορον
τὸν ἀρχαιοτήτων, ἐπιβὰς δὲ λέμβου διηυθύνετο ἐκεῖ, ἀλλ’ ἀνατραπείσης ἐκ
τῆς τρικυμίας τῆς λέμβου ὁ δυστυχὴς ἐπνίγη.
Οἱ Κοῦροι καὶ οἱ Κόρες τῆς Δήλου, ἀναμένουν ἕνα Μουσεῖο…
Ἀκρόπολις, ἀρ. φύλ. 6053, 13.01.1899:
Μουσεῖον εἰς τὴν Μύκονον
Τὸ
ὑπουργεῖον τῆς Παιδείας ἀπεφάσισε τὴν κατασκευὴν Μουσείου εἰς τὴν
Μύκονον, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ τεθῶσιν ὅλαι αἱ ἐν Δήλῳ ἀνευρισκόμεναι
ἀρχαιότητες. Ἡ δαπάνη τοῦ Μουσείου θὰ ἀνέλθῃ εἰς δραχ. 25 χιλιάδας. Αἱ
ἐργασίαι πρὸς ἀνέγερσιν αὐτοῦ ἄρχονται προσεχῶς.
Ἀκρόπολις, ἀρ. φύλ. 6352, 10.11.1899:
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ
Ἀνασκαφαὶ παρὰ τὴν Δῆλον. – Μουσεῖον ἐν Μυκόνῳ.
Χθὲς
ἀφίκετο ἐκ Μυκόνου ὁ ἔφορος τῶν Ἀρχαιοτήτων κ. Σταυρόπουλος, ὅστις
ἐνήργησεν ἀνασκαφὰς εἰς τὴν παρὰ τὴν Δῆλον νησίδα Ρήνειαν. Κατὰ τὰς
ἀνασκαφὰς ταύτας, αἵτινες ἐστέφθησαν ὑπὸ μεγάλης ἐπιτυχίας,
ἀνεκαλύφθησαν τάφοι Δηλίων διαφόρων ἐποχῶν, ἀπὸ τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων
μέχρι τῶν Ρωμαϊκῶν ἀκόμη.
Αἱ
ἀνασκαφαὶ αὗται ἕνεκεν τοῦ ἐπελθόντος χειμῶνος διεκόπησαν, θὰ
ἐπαναληφθῶσι δὲ τὴν ἄνοιξιν. Αἱ εὑρεθεῖσαι ἀρχαιότητες μετεφέρθησαν ἐν
Μυκόνῳ, ὅπου ἐτοποθετήθησαν προσωρινῶς εἰς τὸ ἐκεῖ ἀνεγειρόμενον
Μουσεῖον.
Αἱ
ἐργασίαι διὰ τὴν ἀνίδρυσιν τοῦ Μουσείου τούτου ἤρχισαν πρὸ καιροῦ,
ἐκτελοῦνται δὲ τμηματικῶς κατὰ πτέρυγας. Ἡ πρώτη πτέρυξ, εἰς τὴν ὁποίαν
θὰ τεθῶσιν καὶ αἱ ἀνωτέρω ἀρχαιότητες, θὰ εἶνε ἐντελῶς ἕτοιμος τὸ
προσεχὲς θέρος.
Ἀκρόπολις, ἀρ. φύλ. 7190, 06.03.1902:
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΜΟΥΣΕΙΟΝ ΕΝ ΜΥΚΟΝΩ
(Ἰδιαίτερον τηλεγράφημα «Ἀκροπόλεως»)
ΜΥΚΟΝΟΣ,
5 Μαρτίου. – Προσεχῶς ἀποπερατοῦται τὸ παρὰ τῆς Ἀρχαιολογικῆς ἐταιρίας
ἀνεγειρόμενον ἐνταῦθα Ἀρχαιολογικὸν μουσεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ
τοποθετηθῶσι αἱ ἐν Δήλῳ ἀνακαλυφθεῖσαι ἀρχαιότητες. Ἐλπίζεται ὅτι κατὰ
τὰς προσεχεῖς γενικὰς ἀνασκαφὰς παρὰ τῆς Γαλλικῆς σχολῆς θέλουν
ἀνακαλυφθῇ σπουδαιότατα ἀρχαιολογικὰ εὐρήματα, τὸ δὲ μουσεῖόν μας θέλει
καταστῇ ἓν τῶν καλλιτέρων.
Τὸ Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 4245, 05.09.1902
ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ ΚΑΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ
Ἐπιβάται
ἐλθόντες ἐκ Δήλου ἀφηγήθησαν ἡμῖν πρωτάκουστον πρᾶξιν τοῦ ἐν Μυκόνῳ
ἀστυνόμου ἀνθυπολοχαγοῦ κ. Κωνστ. Βαρσοπούλου, ἥτις εἴμεθα περίεργοι νὰ
μάθωμεν ὁποίαν ἐντύπωσιν ἐνεποίησαν εἰς τὸν ἐκεῖ ἐνεργοῦντα ἀνασκαφὰς
διευθυντὴν τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς κ. Ὡμὸλ καὶ τοὺς λοιποὺς ξένους, οἵτινες
κατέρχονται ἀπὸ περάτων εἰς τὴν χώραν μας μόνον καὶ μόνον, ὅπως
θαυμάσωσι τὰ περισωθέντα ἀρχαιολογικὰ κειμήλια καὶ ἀποδώσωσι τὸν εἰς
αὐτὰ ὀφειλόμενον σεβασμὸν καὶ λατρείαν.
Ὁ
κ. ἀστυνόμος μεταβὰς εἰς Δῆλον καὶ θελήσας νὰ ἀνάψῃ πυράν, ὅπως
προετοιμάσῃ τὸ γεῦμα τῶν χωροφυλάκων του, διέταξεν αὐτοὺς καὶ ἔλαβον
μίαν ἐνεπίγραφον πλάκα καὶ ἓν βάθρον ἀγάλματος καὶ ἐσχημάτισε διὰ τῶν
ἀρχαιοτήτων πρόχειρο νἑστίαν διὰ τὸ γεῦμα τῶν ἀνδρῶν του!
Εἰς
μάτην ἀπέβησαν αἱ παρατηρήσεις τοῦ ἐκεῖ φύλακος τῶν ἀρχαιοτήτων, ὅστις
ἠπειλήθη νὰ δεχθῇ παρὰ τοῦ κ. ἀστυνόμου καὶ μίαν φιάλην κατὰ κεφαλῆς. Ἡ
πυρὰ ἤναψε, τὸ γεῦμα ἡτοιμάσθη, ἀλλὰ συγχρόνως κατεστράφη τό βάθρον καὶ
ἡ ἐπιγραφή.
Εὐτυχῶς
ὁ ἐκεῖ ἔφορος τῶν ἀρχαιοτήτων κατήγγειλε τὴν πρᾶξιν εἰς τὸν εἰσαγγελέα
Σύρου, ἴδωμεν δὲ τί θὰ κάμῃ τώρα ὁ κ. Τριανταφυλλάκος καὶ ὁ κ. Καββαδίας
διὰ τὸν ἀρχαιόφιλον ἀστυνόμον. Ἀφοῦ προτείνομεν νὰ διορισθῇ καὶ ἔφορος
τῶν ἀρχαιοτήτων.
Νέον Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 282, 19.9.1902:
Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ
Εἰς
τοὺς ἐνταῦθα ξένους κύκλους κυκλοφορεῖ αὐτὰς τὰς ἡμέρας χαριτωμένον
ἐπεισόδιον, χαρακτηρίζον τὴν ἀντιπάθειαν τὴν ὁποίαν αἰσθάνονται ἐναντίον
μας μερικοὶ ἐκ τῶν μεταξύ μας ζώντων ξένων καὶ ἴσως ἐκ τῶν ἀποζώντων
ἀπὸ τὸν τόπον μας.
Εἰς
τὰς Ἀθήνας διαμένει ἀπό τινος νεαρὰ Ἀγγλὶς ἀρχαιόφιλος καὶ ἐλθοῦσα ἐδῶ
νὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὴν ἑλληνικὴν ἀρχαιολογίαν. Τὴν νεαρὰν ξένην
συνοδεύει αὐστηρὰ παιδαγωγός, ἡ ὁποία φαίνεται δὲν διακρίνεται ἐπὶ
μεγάλῳ φιλελληνι σμῷ. Ἀφοῦ αἱ δυὸ Ἀγγλίδες ἐπεσκέφθησαν τὰς ἀρχαιότητας
τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῶν πέριξ καὶ ἤκουσαν τὰς διαλέξεις μιᾶς τῶν ἐνταῦθα
ἀρχαιολογικῶν σχολῶν, ἀπεφάσισαν νὰ μεταβοῦν εἰς τὴν Δῆλον διὰ νὰ ἴδουν
τὰ ἐκεῖ ἀρχαῖα. Ἦσαν λοιπὸν ὅλα ἕτοιμα διὰ τὸ ταξείδιον ὅτε ἡ παιδαγωγὸς
ἔμαθεν ὅτι κατά τινα παράδοσιν αἱ πίνουσαι ἐκ μιᾶς πηγῆς τῆς νήσου ὕδωρ
ὑπανδρεύονται Ἕλληνα. Ἡ πληροφορία αὕτη ἤρκεσε νὰ ματαιώσῃ τὸ
ταξείδιον, καὶ μολονότι μία πηγὴ τῆς νήσου ἔχει τὴν ἰδιαιτέραν αὐτὴν
ἰδιότητα, ἡ διδασκάλισσα φοβουμένη μήπως διὰ πονηρίας ποτισθοῦν αἱ δυὸ
ξέναι ὕδωρ ἀπὸ αὐτὴν εἰδικῶς τὴν πηγήν, ἔπεισε τὴν νέαν νὰ μὴ
ἐπιχειρήσουν τὸ ταξείδιον.
Ἡ
ἱστορία δὲν ἀναφέρει ἂν καὶ μὲ ὅλην αὐτὴν τὴν ὑδροποσίαν ἦσαν
διατεθειμένοι καὶ οἱ Ἕλληνες νὰ πάρουν τὴν ὑπερώριμον διδασκάλισσαν.
Νέον Ἄστυ,ἀρ. φύλ. 454, 13.03.1903:
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΜΠΗΙΑ
ΜΕΓΑΛΗ ΔΩΡΕΑ ΠΡΟΣ ΑΝΑΣΚΑΦΗΝ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ
ΑΙ ΧΘΕΣΙΝΑΙ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΟΥ κ. ΩΜΟΛΛ
Ἰδιαίτερον
ἐνδιαφέρον εἶχεν ἡ χθεσινὴ συνεδρίασις τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς. Ὁ
διευθυντὴς αὐτῆς κ. Ὠμὸλλ ὡμίλησε περὶ τῶν ἀνασκαφῶν τῆς Δήλου. Αἱ
ἀνασκαφαὶ αὗται ἤρχισαν τὸ 1877 ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ κ. Ὠμόλλ, μὲ πίστωσιν 1300
φράγκων, ἐξηκολούθησαν δ’ ἔκτοτε ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψιν διαδοχικῶν γενεῶν
ἑταίρων τῆς γαλλικῆς σχολῆς.
Ἕνεκα
τῆς ἐλλείψεως μέσων αἱ ἀνασκαφαὶ αὗται διεξήχθησαν μέχρι τοῦδε ἀτελῶς.
Ἀλλὰ καὶ οὕτω διεξαχθεῖσαι, ἀπεκάλυψαν σειρὰν οἰκοδομημάτων, ναούς,
στοὰς καὶ ἄλλα, ἐκτὸς δ’ αὐτῶν σειρὰν οἰκιῶν, ὁλοκλήρους συνοικίας, αἱ
ὁποῖαι, τηρουμένων πάντοτε τῶν ἀναλογιῶν, δίδουν εἰς τὴν Δῆλον ὄψιν
ἑλληνικῆς τινος Πομπηίας. Ἀλλὰ καὶ ἐπιγραφαὶ ἐξόχου ἐνδιαφέροντος
ἀνεκαλύφθησαν κατὰ τὰς ἀνασκαφὰς καὶ ἔργα γλυπτικά, μεταξὺ δὲ ἄλλων
ἀντίτυπον τοῦ Διαδουμένου τοῦ Πολυκλείτου, τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ ἓν τῶν
στολισμάτων τοῦ Κεντρικοῦ Μουσείου τῶν Ἀθηνῶν.
Η ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΙΣ ΤΗΣ ΔΩΡΕΑΣ
Ἤδη,
καθὰ ἀνεκοίνωσεν ὁ κ. Ὠμόλλ, ὁ δοὺξ τοῦ Λουμπᾶ ἔθηκεν εἰς τὴν διάθεσιν
τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς, πρὸς ἐξακολούθησιν τῶν ἀνασκαφῶν, 30,000 φρ.
χρυσῶν. Τόσον δ’ εἶνε τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Γάλλου ἀρχαιοφίλου, ὥστε χθὲς ὁ
κ. Ὠμὸλλ ἔλαβεν ἐπιστολήν του, παρέχουσαν τὴν ἐλπίδα, ὅτι θὰ θέσῃ εἰς
τὴν διάθεσιν τῆς Σχολῆς ὁλόκληρον τὸ ποσόν, τὸ ἀπαιτούμενον πρὸς ἐντελῆ
ἐκσκαφὴν τῆς νήσου τοῦ Ἀπόλλωνος.
ΦΡΟΥΡΗΣΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
Μίαν
δυσάρεστον πληροφορίαν ἀνεκοίνωσε μόνον ὁ κ. Ὠμόλλ, ὅτι αἱ ἐπὶ τῆς
νήσου ἀρχαιότητες, μένουσαι ἀφρούρητοι, καταστρέφονται δυστυχῶς. Εὐτυχῶς
ὁ δήμαρχος Μυκόνου, ἡ Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρία καὶ ὁ κ. Καββαδίας, ὡς
ἀνήγγειλεν ὁ διευθυντὴς τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς, ἀπεφάσισαν, ἐν συνδυασμῷ,
μετὰ τὴν ἀνασκαφὴν νὰ λάβουν μέτρα πρὸς φρούρησιν τῶν ἀρχαιοτήτων τῆς
νήσου. Αἱ ἀνασκαφαὶ θ’ ἀρχίσουν προσεχῶς.
Νέον Άστυ, αρ. φύλ. 525, 24.05.1903:
ΔΩΡΕΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΑΛΛΙΚΗΝ ΣΧΟΛΗΝ ΑΘΗΝΩΝ
115.000 ΦΡΑΓΚΑ ΕΞ ΕΝΟΣ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΟΣ
ΗΜΙΣΥ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΔΗΛΟΝ
[ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΝ ΤΗΛΕΓΡ. ΤΟΥ ‘N. ΑΣΤΕΩΣ,]
ΠΑΡΙΣΙΟΙ, 23 Μαΐου
Ἡ
«Ἐφημερὶς τῆς Κυβερνήσεως» δημοσιεύει Διάταγμα, διὰ τοῦ ὁποίου 115,000
φράγκα παρέχονται εἰς τὴν Γαλλικὴν Σχολὴν τῶν Ἀθηνῶν ἐκ τοῦ
κληροδοτήματος τοῦ ἐγκαταλειφθέντος εἰς τὸ Κράτος ὑπὸ τοῦ Ἑρρίκου
Ζιφφάρ.
*
Ἐξ
ἄλλου ἐγνώσθη, ὅτι ὁ δοὺξ τοῦ Λουμπᾶ, ὅστις, ὡς ἀνηγγείλαμεν ἤδη,
διέθεσε 50,000 χρ. φράγκων διὰ τὰς ἀνασκαφὰς τῆς Δήλου, ἀπεφάσισε ν’
ἀναλάβῃ ὁλόκληρον τὴν δαπάνην τῆς ἀνασκαφῆς, ἥτις θὰ διαρκέσῃ ἐπὶ ἱκανὰ
ἔτη καὶ θ’ ἀνέλθῃ εἰς ἥμισυ ἑκατομμύριον. Δελφοὶ καὶ Δῆλος οὕτω θ’
ἀποτελέσουν τὰ δύο κατ’ ἐξοχὴν κοσμήματα τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς τῶν Ἀθηνῶν,
τῆς ὁποίας ἡ ἐπ’ ἀγαθῷ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς Ἑλλάδος δρᾶσις, ὑπὸ τὴν
διεύθυνσιν τοῦ κ. Ὠμόλλ, ἀπέβη ὑπὸ πᾶσαν ἔποψιν τόσον ἔξοχος. Ἴσως εἶνε
καὶ ἡ ἀρίστη τῶν ἐκδικήσεων τοῦ κ. Ὠμόλλ, τοῦ ὁποίου ἡ πατρίς, εἰς
βαναύσους ἀλλ’ εὐτυχῶς μεμονωμένας κατ’ αὐτοῦ ὕβρεις, ἀπαντᾷ διὰ
τοιούτων μεγαλοπρεπῶν δωρεῶν ὑπὲρ τῆς ἀρχαιολογίας.
Νέον Άστυ,αρ. φύλ. 530, 29.05.1903:
ΑΙ ΑΝΑΣΚΑΦΑΙ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ
ΠΟΤΕ ΑΡΧΟΝΤΑΙ
Σήμερον
ἀφικνοῦνται ἐνταῦθα οἱ κ. κ. Ὠμόλλ, διευθυντὴς τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς, καὶ
Τουρπάχ, ἑταῖρος τῆς Σχολῆς ταύτης, ὁ μὲν ἐκ Δελφῶν, ὁ δ’ ἐκ Γαλλίας.
Οὗτοι ἀπέρχονται τὸ προσεχὲς Σάββατον εἰς Δῆλον, συνοδευόμενοι ὑπὸ τῶν
κ. κ. Ζερδαὶ ἑταίρου τῆς Σχολῆς καὶ Ρεπλᾶ, μηχανικοῦ, ἵνα παραστῶσιν εἰς
τὴν ἔναρξιν τῶν ἀνασκαφῶν, αἵτινες θὰ διαρκέσουν ἐπ’ ἀρκετὸν χρόνον.
Συγχρόνως θὰ μεταφερθοῦν εἰς Δῆλον καὶ τὰ χρησιμοποιηθέντα εἰς τὰς
ἀνασκαφὰς τῶν Δελφῶν μηχανικὰ ἐργαλεῖα. Διὰ τὰς ἐργασίας θὰ
χρησιμοποιηθοῦν ἐπὶ τοῦ παρόντος ἑκατὸν περίπου ἐργάται.
Νέον Άστυ,αρ. φύλ. 539, 07.06.1903
ΑΙ ΑΝΑΣΚΑΦΑΙ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ
Κατὰ
χθεσινὰς πληροφορίας ἐκ Δήλου ἤρξαντο ἐκεῖ ὑπὸ τῆς Γαλλικῆς
Ἀρχαιολογικῆς Σχολῆς αἱ προκαταρκτικαὶ ἐργασίαι διὰ τὴν ἐνέργειαν τῶν
ἀνασκαφῶν. Ἐτοποθετήθησαν αἱ σιδηραῖ γραμμαὶ διὰ τὴν μεταφορὰν τῶν
ἀνορυσσομένων χωμάτων, ἀπασχολουμένων εἰς τοῦτο ὑπερεκατὸν περίπου
ἐργατῶν. Εἰς τὰς ἀνασκαφὰς παρίστανται ὁ διευθυντὴς τῆς Σχολῆς κ. Ὠμὸλλ
καὶ οἱ ἑταῖροι αὐτῆς κ. κ. Τουρπὰχ καὶ Ζιραρδέν. Ἐκ μέρους τῆς ἡμετέρας
κυβερνήσεως παρίσταται ὡς ἐπόπτης ὁ κ. Σταυρόπουλος, ἔφορος τῶν
Ἀρχαιοτήτων.
Τὸ Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 5052, 12.02.1904:
Ὁ διάδοχος τοῦ κ. Ὡμὸλ (Homolle)
Ἐπανῆλθεν
ἐκ Παρισίων ὁ τέως διευθυντὴς τῆς Γαλλικῆς Σχολῆς καὶ νῦν διευθυντὴς
τῶν Μουσείων τοῦ Λούβρου κ. Ὡμὸλ ὅπως ἐγκαταστήσῃ τὸν διάδοχον αὐτοῦ ἐν
τῇ Σχολὴ κ. Ὀλλὼ καὶ κανονίσῃ τὰς ἐν Δελφοῖς καὶ Δήλῳ ἐργασίας τῆς
Σχολῆς. Μετὰ δύο ἑβδομάδας ἔρχεται ἐνταῦθα καὶ ἡ κυρία Ὡμὸλ μετὰ τῆς
λοιπῆς οἰκογενείας. Θὰ διαμείνωσιν ἐνταῦθα μέχρις Ἀπριλίου ὅτε θὰ
ἐπανέλθωσιν εἰς Παρισίους, ὅτε ὁ κ. Ὡμὸλ θὰ ἀναλάβῃ τὴν νέαν αὐτοῦ θέσιν
ἐν Λούβρῳ.
Διάδοχος
τοῦ κ. Ὡμὸλ διευθυντὴς τῆς ἐνταῦθα Γαλλικῆς Σχολῆς διωρίσθη ὁ ἐν Λυῶνι
καθηγητὴς τῆς Ἀρχαιολογίας κ. Ὀλλώ, παλαιὸς ἑταῖρος τῆς Σχολῆς. Ὁ κ.
Ὀλλὼ ἔρχεται ἐνταῦθα οἰκογενειακῶς μετὰ ἕνα μῆνα.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΗΛΟΝ
Κατὰ
τὰς ἀρχαιολογικὰς ἀνασκαφὰς τὰς ὁποίας ἀπό τινων ἡμερῶν ἐνεργεῖ ἡ
Γαλλικὴ Σχολὴ εἰς τὴν βορείαν πλευρὰν τῆς Δήλου, ὅπου ἔκειτο τὸ ἱερὸν
τῆς πόλεως, ἀνεκαλύφθησαν δύο ἀγάλματα Σειληνῶν τέχνης τῆς 3ης π. Χ.
ἑκατονταετηρίδος.
Τὰ
ἀγάλματα ταῦτα φέρουσι στέφανον ἐκ κισσοῦ ἐπὶ δὲ τῶν ἀριστερῶν ὤμων τῶν
Σειληνῶν ὑπάρχει ἀσκὸς τὸ στόμιον τοῦ ὁποίου κρατοῦσι διὰ τῆς ἀριστερᾶς
χειρός.
Ἀπεκαλύφθησαν
ἐπίσης διάφορα οἰκοδομήματα εἰς τὸ βορειοανατολικὸν τῆς νήσου μέρος καὶ
κατὰ τὴν μεσημβρινὴν πλευρὰν τῆς ἀρχαίας πόλεως.
Διάφορα
ἄλλα οἰκήματα σῳζόμενα ἀβλαβῆ εἰς τῆς στοὰν τοῦ Φιλίππου ὅπου
ἐπανελήφθησαν αἱ ἀνασκαφαὶ καὶ ἀποτελοῦντα τὴν μικρὰν λεγομένην ἀγοράν.
Καὶ
τέλος ἀπεκαλύφθη ἓν σύμπλεγμα τοῦ Πανὸς καὶ Ἀφροδίτης ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ
ὤμου τῆς ὁποίας κάθηται ὁ Ἔρως ἀπωθῶν τὸν Πᾶνα τοῦ ὁποίου κρατεῖ τὸ ἓν
τῶν κεράτων. Τὸ σύμπλεγμα τοῦτο ἀνάγεται εἰς τὴν τέχνην τοῦ 2ου π. Χ.
αἰῶνος.
Νέον Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 985, 02.09.1904:
Αἱ ἀνασκαφαὶ τῆς Δήλου
Ὁ
ἐνεργῶν τὰς ἐν Δήλῳ ἀρχαιολογικὰς ἀνασκαφὰς διευθυντὴς τῆς ἐνταῦθα
Γαλλικῆς Σχολῆς κ. Ὁλλῶ ἀνεκάλυψε παρὰ τὴν ἀρχαίαν ἐμπορικὴν ἀποθήκην
μέγα οἰκοδόμημα θαυμασίως εἰσέτι διατηρούμενον. Πρὸς τούτοις ἀνεῦρε
πλείστας ἄλλας μικροτέρας οἰκίας, μίαν δὲ μάλιστα ἐξ αὐτῶν μετὰ
περιβόλου ἔχοντος εἰς τὸ κέντρον ψηφιδωτὸν ἀρίστης τέχνης. Ἐπὶ τοῦ
ψηφιδωτοῦ τούτου παρίσταται ὁ θεὸς Διόνυσος κισσοστεφὴς καὶ ὀχούμενος
ἐπὶ τίγρεως.
Ἐπίσης ἐν Δήλῳ ἤρχισαν αἱ παρὰ τὸ Θέατρον ἀνασκαφαὶ ὅπου ἀπεκαλύφθησαν οἰκίαι τινὲς καὶ ἓν μέγα ἐργαστήριον γλυπτικῆς.
ΕΞ ΑΦΟΡΜΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙ ΞΕΝΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΙ
ΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΙ ΤΩΝ
Πρεσβυτάτη
τῶν ἐν Ἀθήναις ξένων Σχολῶν εἶνε ἡ Γαλλικὴ (Ecol[e] francais d’
Athenes) ἱδρυθεῖσα τῷ 1846 ὑπὸ τὴν διεύθυνσιν τοῦ Daveluy: Ἐκ τῶν πολλῶν
ἐργασιῶν τῆς Σχολῆς ταύτης θὰ καταλήξωμεν ἐνταῦθα τὰς σημαντικωτέρας.
Ἀπὸ
τοῦ 1873 ὁ ἑταῖρος τῆς σχολῆς Lebegne ἤρξατο σκαφικῶν ἐργασιῶν ἐν Δήλῳ,
ἃς διακοπείσας ἐλλείψει χρημάτων ἐσυνέχισεν ἡ Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρία διὰ
τοῦ Σταματάκη, ὅστις ἀπεκάλυψε τὰ ἱερὰ τῆς Ἴσιδος, τοῦ Σεράπιδος καὶ τοῦ
Ἀνούβιος. Τῇ χρηματικῇ δὲ βοηθείᾳ τοῦ D[o]m[e]nt ἐπανέλαβεν ὁ κ.
Homolle τὰς ἐργασίας, αἵτινες γενόμεναι κατὰ τὰ ἔτη 1877-1880, 1885 καὶ
1888 ἀπεκάλυψαν τὸν ναὸν τοῦ Ἀπόλλωνος μετὰ τῶν προσηρτημένων αὐτῷ
οἰκοδομῶν εἰς ἑξήκοντα ἀνερχομένων, τοὺς λιμένας μέγαν ἀριθμὸν γλυπτῶν
καὶ δισχιλίας ἐπιγραφάς. Τὰ ἀποκαλυφθέντα εὑρήματα τῇ βοηθείᾳ τῶν
ἐπιγραφῶν διδοῦσι τελείαν ἔννοιαν ἀρχαίας πόλεως, ὡς ἡ Πομπηΐα καὶ ἡ
Πριήνη καὶ παρέχουσι πλεῖστα διδάγματα περὶ τῆς ἐξελίξεως τῆς Ἑλληνικῆς
τέχνης ἀπὸ τοῦ 7ου μέχρι τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνος.
Ἐν τῇ ἐξερευνήσει τῆς Δήλου
εἰργάθησαν οἱ Γάλλοι ἀρχαιολόγοι Homolle, Paris, Hauvette-Besnault,
Ret[nach], Fougeres, Legrand, Schamonard, Convert καὶ ἄλλοι. 28.03.1905
(ὅλο τὸ ἄρθρο ἐδῶ)
Τὸ Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 5519, 21.07.1905:
ΠΕΡΙΕΡΓΟΙ ΕΠΙΓΡΑΦΑΙ
Ὀλίγον
κατ’ ὀλίγον μὲ τὰς ἀρχαιολογικὰς ἀνασκαφὰς θὰ γνωρίσωμεν καὶ ὅλας τὰς
λεπτομερείας τοῦ βίου τῶν ἀρχαίων. Ἀπὸ τὰς τελευταίας ἀνασκαφὰς τῆς
Δήλου οἱ Γάλλοι ἀρχαιολόγοι ἀνεκάλυψαν θησαυρὸν ἑλληνικῶν νομισμάτων,
πολλὰ ἀγαλμάτια καὶ μερικὰς περιεργοτάτας ἐπιγραφάς.
Εἰς
τὴν Ἀκαδημίαν τῶν Ἐπιγραφῶν εἰς Παρισίους ὁ πολὺς Μάξιμος Κολλινιὸν
ἔκαμε πρό τινων ἡμερῶν καὶ τὴν σχετικὴν ἀνακοίνωσιν. Τί νομίζετε δὲ ὅτι
ἀπεκάλυψαν μερικαὶ ἐπιγραφαί. Τὴν τιμὴν τῶν ξύλων καὶ τῶν ἀνθράκων!
Φαντασθῆτε ὅτι μανθάνομεν πόσα ἐστοίχιζαν τὰ ξύλα καὶ τὰ κάρβουνα παρὰ
τοῖς ἀρχαίοις!
Ἀλλ’
ὁ διαπρεπὴς Γάλλος ἀρχαιολόγος ἢ τοὐλάχιστον αἱ ἐφημερίδες αἱ ὁποῖαι
ἀναγράφουν τὴν ἀνακοίνωσίν του δὲν μᾶς λέγουν καὶ τοὺς ἀριθμούς. Καὶ
κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ἐξακολουθεῖ νὰ μᾶς βασανίζῃ ἡ περιέργεια.
Νέον Ἄστυ, ἀρ. φύλ. 1348, 05.09.1905:
ΑΙ ΑΝΑΣΚΑΦΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΗΛΟΝ
ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΑΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Κατ’
ἀσφαλεῖς ἀνακοινώσεις, διὰ τῶν ἐν Δήλῳ ἐνεργουμένων ἀνασκαφῶν ἦλθον εἰς
φῶς εὑρήματα μεγίστης ἀρχαιολογικῆς ἀξίας. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων σπουδαιοτάτη
εἶνε συλλογὴ ἀρχαίων νομισμάτων τῆς ἐποχῆς τῶν Ἐπωνύμων Ἀρχόντων. Τὰ
νομίσματα ταῦτα τὸ ὑπουργεῖον διέταξε νὰ μετακομισθῶσιν ἐνταῦθα καὶ
κατατεθῶσιν εἰς τὸ Νομισματικὸν Μουσεῖον.
Αἱ
ἀνασκαφαὶ ἐνηργήθησαν ὑπὸ τοῦ διευθυντοῦ τῆς Γαλλικῆς Ἀρχαιολογικῆς
Σχολῆς κ. Ὁλλῶ, ὅστις ἐπεστάτησε καὶ εἰς τὴν ἀνέγερσιν τοῦ ἐκεῖ
Μουσείου, τὸ ὁποῖον ἐπερατώθη καὶ ἤρχισαν ἤδη κατατιθέμεναι ἐν αὐτῷ αἱ
ἀνευρεθεῖσαι ἀρχαιότητες.
***
Στὶς
πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰ., εἶχαν ἤδη ἀποκαλυφθεῖ τὰ ἱερὰ καὶ ἕνα
τμῆμα τῆς ἀρχαίας πόλης. Οἱ ἀνασκαφὲς συνεχίζονται μέχρι σήμερα ἀπὸ τὴν
Ἑλληνικὴ Ἀρχαιολογικὴ Ὑπηρεσία καὶ τὴ Γαλλικὴ Ἀρχαιολογικὴ Σχολή, ἀλλὰ
σὲ πολὺ μικρότερη κλίμακα, ἐπειδὴ κύριο μέλημα τῆς Ἀρχαιολογικῆς
Ὑπηρεσίας εἶναι ἡ προστασία, συντήρηση καὶ ἀνάδειξη τῶν μνημείων ποὺ
ἔχουν ἤδη ἀποκαλυφθεῖ…
Διαδούμενος (1894) © Efa / Guide de Délos 4e éd.
Φυσικὰ
εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐνταχθοῦν σὲ ἕνα ἄρθρο ὅλα τὰ ἄρθρα ποὺ ἀναφέρθηκαν
στὶς ἀνασκαφὲς ποὺ πραγματοποιήθηκαν στὸ Ἱερὸ Νησί. Ὁ ἔχων ὄρεξη μπορεῖ
νὰ περιηγηθῇ ἐδῶ: Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Ἔκθεση τοῦ κου Καββαδία γιὰ τὶς ἀρχαιολογικὲς ἀνασκαφές: http://invenio.lib.auth.gr/record/93922/files/a15665.pdf
Βιβλιογραφία – Πηγές – Εἰκόνες~Ἡ μετάφραση τοῦ ἀπόσπάσματος (στ. 45-53) τοῦ ὁμηρικοῦ ὕμνου πρὸς τὸν Ἀπόλλωνα εἶναι τοῦ κου Γιάννη Τριτσιμπίδα www.tritsibidas.gr~Pierre Roussel “ΔΗΛΟΣ Η ΠΑΝΙΕΡΗ ΝΗΣΟΣ”Πολιτιστικὴ Πύλη τοῦ Ἀρχιπελάγους τοῦ Αἰγαίου www2.egeonet.gr~Χάρτης νήσου Δήλου www.raremaps.com~Diana Scultori Ghisi, “Leto Giving Birth to Apollo and Diana on the Island of Delos”~TEMPLE of APOLLO GREEK ISLAND DELOS (εἰκόνα): www.ebay.com~Téménos d’Apollon. Fouilles exécutées aux frais du gouvernement par M. Th. Homolle. Plan restauré par M. H. P. Nénot’ (a mano: ‘Plano de las ruinas’), (κάτοψη ναοῦ Ἀπόλλωνος): ateneodemadrid.com~The great annual Sacrifice at the Temple of Apollo in the island of Delos. Vivares, Francis, born 1708 – died 1780. collections.vam.ac.uk~Cyclopean Arch Delos. Hon. Cap. Devereux del. Dickinson & Co. Lith. grosvenorprints.comshortlink: http://wp.me/p2VN9U-wK> Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Ὕμνον πρὸς τὴν Δῆλον, τοῦ Καλλιμάχου http://www.phorum.gr > Blouet, Abel, «Expedition scientifique de Morée: ordonnée par le Gouvernement Français ; Architecture, Sculptures, Inscriptions et Vues du Péloponèse, des Cyclades et de l’Attique» (Band 3), Paris, 1838 > http://digi.ub.uni-heidelberg.de/diglit/blouet1838 > http://www.efa.gr/Sites/Delos/c_sites_delos_2_hist_f.htm > Κοῦροι: http://www.aeria.phil.uni-erlangen.de/photo_html/plastik/archaik/kouroi/kouroi_inseln/delos4.html > Πληροφορίες γιὰ τὸν κο Homolle: 1. http://encyclopedia2.thefreedictionary.com/Theophile+Homolle 2. http://www.inha.fr/spip.php?article2367 3. http://fr.wikipedia.org/wiki/Th%C3%A9ophile_Homolle > http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=82239
> http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/1997/08/03081997.pdf > http://www.kykladesnews.gr/greece-islands-mykonos/34-mikonosnewscategory/47287-2010-01-29%2008-37-19.html
Πηγή:
ekivolos.gr