Η απόφαση της προσωρινής μετάβασης στον προϋπολογισμό του ενός έτους
και της παραίτησης από τον δημοσιονομικό κανόνα ήταν προϊόν της μεγάλης
αβεβαιότητας στην οικονομία, ανέφερε στην έκθεσή του ο υπουργός
Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ.
Ο δημοσιονομικός κανόνας, ο οποίος ίσχυε επισήμως από το 2013, είχε διαμορφωθεί με τον ακόλουθο τρόπο: Η κυβέρνηση υπολόγιζε τη μέση τιμή του πετρελαίου κατά τα προηγούμενα έτη και όλα τα έσοδα που έμπαιναν στον προϋπολογισμό από τις πιο υψηλές τιμές του πετρελαίου, έπρεπε να πηγαίνουν στο Αποθεματικό Ταμείο. Φέτος ο κανόνας αυτός δεν λειτούργησε, καθώς η τιμή του πετρελαίου διαμορφώθηκε πολύ χαμηλότερα από το υπολογιζόμενο επίπεδο που είχε ορίσει η κυβέρνηση και ήταν στα 96 δολάρια το βαρέλι.
Η δεύτερη πτυχή του δημοσιονομικού κανόνα ήταν ο περιορισμός των κρατικών δαπανών. Ο μέγιστος όγκος τους υπολογιζόταν με βάση το συνολικό ποσό των εσόδων (στα πλαίσια της υπολογιζόμενης τιμής του πετρελαίου) συν το δημοσιονομικό έλλειμμα, ύψους όχι άνω του 1% του ΑΕΠ.
Ο προϋπολογισμός όμως για το επόμενο έτος προφανώς θα υπολογιστεί με έλλειμμα που υπερβαίνει τους περιορισμούς, ενώ η τιμή του πετρελαίου που θα ενσωματωθεί σε αυτόν, θα είναι σίγουρα χαμηλότερη από το μέσο όρο των τελευταίων τριών ετών. Επομένως, περιττές δαπάνες είναι φανερό ότι δεν προβλέπονται. Σύμφωνα με τον Ντμίτρι Ντολγκίν, πεπειραμένο αναλυτή της Alfa Bank, η στρατηγική της ρωσικής κυβέρνησης έγκειται στη διαφύλαξη της δημοσιονομικής σταθερότητας (χαμηλό έλλειμμα του προϋπολογισμού), και η απάλειψη του δημοσιονομικού κανόνα θα επιτρέψει στο υπουργείο Οικονομικών να μειώσει τις δαπάνες του προϋπολογισμού με τη «διαδικασία του τηλεχειρισμού». Αυτό σημαίνει πως το υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει ότι οι μελλοντικοί κίνδυνοι είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν και κατ’ επέκταση να συνυπολογιστεί το εύρος τους εκ των προτέρων.
Όπως ανέφερε στην εφημερίδα Vedomosti υψηλόβαθμος αξιωματούχος, «το ανώτατο όριο των δαπανών υπολογίζεται ως το σύνολο των εσόδων (βάσει της πρόγνωσης της τιμής του πετρελαίου και της ισοτιμίας) συν τη δυνατότητα πιστώσεων στην εσωτερική αγορά και τους πόρους του Αποθεματικού Ταμείου, προκειμένου στο τέλος του 2018 στο Αποθεματικό Ταμείο και στο Ταμείο εθνικής πρόνοιας να απομείνουν περίπου 28 δισ. 570 εκατ. ευρώ. Την 1η Σεπτεμβρίου στο Αποθεματικό Ταμείο υπήρχαν 56 δισ. ευρώ, και στο Ταμείο Εθνικής Πρόνοιας 60 δισ. ευρώ.
Στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ο πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντιεφ ανέφερε ότι «ο δημοσιονομικός κανόνας είχε επιτρέψει να δημιουργηθούν αυτοδύναμα ταμεία, το Αποθεματικό Ταμείο, το Ταμείο Εθνικής Πρόνοιας. Αλλά με τόσο χαμηλές τιμές στο πετρέλαιο τα αποθέματα θα πρέπει τώρα να προστατευτούν και να βασιστούμε περισσότερο σε άλλες πηγές».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον ίδιο, για πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια περισσότερα από τα μισά έσοδα -περίπου το 55%- προήλθαν από έσοδα που δεν συνδέονται με το πετρέλαιο και φυσικό αέριο, και ειδικότερα από φορολογικά τέλη, όπως ο ΦΠΑ, εξαγωγικοί δασμοί κ.α. Ωστόσο, κατά τους ειδικούς, η εξάρτηση από το πετρέλαιο θα παραμείνει και, αντί νέων πηγών εσόδων, η ισορροπία του προϋπολογισμού θα διατηρηθεί μέσω της μείωσης των δαπανών.
Ο Βλαντίμιρ Τιχομίροφ, γενικός οικονομολόγος του επενδυτικού ομίλου BCS, εκτιμά ότι «υπό αυτές τις συνθήκες υπάρχουν δυο επιλογές για ενίσχυση του προϋπολογισμού, η μείωση των στοχευμένων προγραμμάτων που αυτή τη στιγμή είναι πάνω από 40, και η σοβαρή μείωση των επιδοτήσεων στα φυσικά μονοπώλια». Για την υλοποίηση στοχευμένων προγραμμάτων φέτος σχεδιάζεται να διατεθούν από τις δαπάνες του προϋπολογισμού περίπου 14,3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικής Ανάπτυξης από αυτά τα προγράμματα, τα περισσότερα από τα μισά δεν δικαιώνουν την ενδεχόμενη επένδυση σε αυτά. Σύμφωνα με τον ειδικό, «ο κύριος στόχος είναι ένας ισορροπημένος προϋπολογισμός χωρίς την αύξηση των δαπανών και με τη διατήρηση τουλάχιστον ενός τμήματος του συγκεντρωθέντος τα χρόνια των υψηλών τιμών του πετρελαίου Αποθεματικού Ταμείου. Όμως η σύνδεση του προϋπολογισμού με το πετρέλαιο θα είναι αρκετά μεγάλη». Σύμφωνα με τον ίδιο, η κυβέρνηση είναι έτοιμη να μειώσει πολύ αυστηρά τις δαπάνες του προϋπολογισμού, αφήνοντας ανέπαφα τα κοινωνικά προγράμματα.
Πηγή:
gr.rbth.com
Ο δημοσιονομικός κανόνας, ο οποίος ίσχυε επισήμως από το 2013, είχε διαμορφωθεί με τον ακόλουθο τρόπο: Η κυβέρνηση υπολόγιζε τη μέση τιμή του πετρελαίου κατά τα προηγούμενα έτη και όλα τα έσοδα που έμπαιναν στον προϋπολογισμό από τις πιο υψηλές τιμές του πετρελαίου, έπρεπε να πηγαίνουν στο Αποθεματικό Ταμείο. Φέτος ο κανόνας αυτός δεν λειτούργησε, καθώς η τιμή του πετρελαίου διαμορφώθηκε πολύ χαμηλότερα από το υπολογιζόμενο επίπεδο που είχε ορίσει η κυβέρνηση και ήταν στα 96 δολάρια το βαρέλι.
Η δεύτερη πτυχή του δημοσιονομικού κανόνα ήταν ο περιορισμός των κρατικών δαπανών. Ο μέγιστος όγκος τους υπολογιζόταν με βάση το συνολικό ποσό των εσόδων (στα πλαίσια της υπολογιζόμενης τιμής του πετρελαίου) συν το δημοσιονομικό έλλειμμα, ύψους όχι άνω του 1% του ΑΕΠ.
Ο προϋπολογισμός όμως για το επόμενο έτος προφανώς θα υπολογιστεί με έλλειμμα που υπερβαίνει τους περιορισμούς, ενώ η τιμή του πετρελαίου που θα ενσωματωθεί σε αυτόν, θα είναι σίγουρα χαμηλότερη από το μέσο όρο των τελευταίων τριών ετών. Επομένως, περιττές δαπάνες είναι φανερό ότι δεν προβλέπονται. Σύμφωνα με τον Ντμίτρι Ντολγκίν, πεπειραμένο αναλυτή της Alfa Bank, η στρατηγική της ρωσικής κυβέρνησης έγκειται στη διαφύλαξη της δημοσιονομικής σταθερότητας (χαμηλό έλλειμμα του προϋπολογισμού), και η απάλειψη του δημοσιονομικού κανόνα θα επιτρέψει στο υπουργείο Οικονομικών να μειώσει τις δαπάνες του προϋπολογισμού με τη «διαδικασία του τηλεχειρισμού». Αυτό σημαίνει πως το υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει ότι οι μελλοντικοί κίνδυνοι είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν και κατ’ επέκταση να συνυπολογιστεί το εύρος τους εκ των προτέρων.
Όπως ανέφερε στην εφημερίδα Vedomosti υψηλόβαθμος αξιωματούχος, «το ανώτατο όριο των δαπανών υπολογίζεται ως το σύνολο των εσόδων (βάσει της πρόγνωσης της τιμής του πετρελαίου και της ισοτιμίας) συν τη δυνατότητα πιστώσεων στην εσωτερική αγορά και τους πόρους του Αποθεματικού Ταμείου, προκειμένου στο τέλος του 2018 στο Αποθεματικό Ταμείο και στο Ταμείο εθνικής πρόνοιας να απομείνουν περίπου 28 δισ. 570 εκατ. ευρώ. Την 1η Σεπτεμβρίου στο Αποθεματικό Ταμείο υπήρχαν 56 δισ. ευρώ, και στο Ταμείο Εθνικής Πρόνοιας 60 δισ. ευρώ.
Από πού θα προέλθουν τα έσοδα του προϋπολογισμού το 2016;
Στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ο πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντιεφ ανέφερε ότι «ο δημοσιονομικός κανόνας είχε επιτρέψει να δημιουργηθούν αυτοδύναμα ταμεία, το Αποθεματικό Ταμείο, το Ταμείο Εθνικής Πρόνοιας. Αλλά με τόσο χαμηλές τιμές στο πετρέλαιο τα αποθέματα θα πρέπει τώρα να προστατευτούν και να βασιστούμε περισσότερο σε άλλες πηγές».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον ίδιο, για πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια περισσότερα από τα μισά έσοδα -περίπου το 55%- προήλθαν από έσοδα που δεν συνδέονται με το πετρέλαιο και φυσικό αέριο, και ειδικότερα από φορολογικά τέλη, όπως ο ΦΠΑ, εξαγωγικοί δασμοί κ.α. Ωστόσο, κατά τους ειδικούς, η εξάρτηση από το πετρέλαιο θα παραμείνει και, αντί νέων πηγών εσόδων, η ισορροπία του προϋπολογισμού θα διατηρηθεί μέσω της μείωσης των δαπανών.
Ο Βλαντίμιρ Τιχομίροφ, γενικός οικονομολόγος του επενδυτικού ομίλου BCS, εκτιμά ότι «υπό αυτές τις συνθήκες υπάρχουν δυο επιλογές για ενίσχυση του προϋπολογισμού, η μείωση των στοχευμένων προγραμμάτων που αυτή τη στιγμή είναι πάνω από 40, και η σοβαρή μείωση των επιδοτήσεων στα φυσικά μονοπώλια». Για την υλοποίηση στοχευμένων προγραμμάτων φέτος σχεδιάζεται να διατεθούν από τις δαπάνες του προϋπολογισμού περίπου 14,3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικής Ανάπτυξης από αυτά τα προγράμματα, τα περισσότερα από τα μισά δεν δικαιώνουν την ενδεχόμενη επένδυση σε αυτά. Σύμφωνα με τον ειδικό, «ο κύριος στόχος είναι ένας ισορροπημένος προϋπολογισμός χωρίς την αύξηση των δαπανών και με τη διατήρηση τουλάχιστον ενός τμήματος του συγκεντρωθέντος τα χρόνια των υψηλών τιμών του πετρελαίου Αποθεματικού Ταμείου. Όμως η σύνδεση του προϋπολογισμού με το πετρέλαιο θα είναι αρκετά μεγάλη». Σύμφωνα με τον ίδιο, η κυβέρνηση είναι έτοιμη να μειώσει πολύ αυστηρά τις δαπάνες του προϋπολογισμού, αφήνοντας ανέπαφα τα κοινωνικά προγράμματα.
Πηγή:
gr.rbth.com