Η κεντρική φωτογραφία – όπως και οι υπόλοιπες που
φιλοξενούνται στο άρθρο – είναι τραβηγμένη ακριβώς 71 χρόνια πριν. 18
Οκτωβρίου 1944, οι Γερμανοί έχουν εγκαταλείψει ήδη την Αθήνα εδώ και μία
εβδομάδα.
Την ημέρα αυτή ξεκίνησε και το ταξίδι της επιστροφής της του Γεώργιου Παπανδρέου και της εξόριστης κυβέρνησης προς την απελευθερωμένη πρωτεύουσα.
Οι πανηγυρισμοί που διαρκούσαν από την στιγμή που έφυγαν οι
κατακτητές θα λάμβαναν μία επίσημη λήξη με την περίφημη ομιλία του Γέρου
της Δημοκρατίας, μετά από την ύψωση της Ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη
και την δοξολογία στην Μητρόπολη, από το κεντρικό μπαλκόνι του
Υπουργείου Συγκοινωνιών.
Το κτήριο στην γωνία της κάτω πλευράς της πλατείας Συντάγματος και της Καραγιώργη Σερβίας που φιλοξενούσε στην μεταπολίτευση τις σχολές Ωμέγα και τα τελευταία χρόνια το κεντρικό κατάστημα της Public.
Αντίθετα το κτήριο της Βουλής είχε μετατραπεί σε μία από τις προνομιούχες θέσεις για όσους είχαν κατέβει στο κέντρο για να ακούσουν την ομιλία της απελευθέρωσης. Στη σειρά των όχι και τόσο προβεβλημένων φωτογραφιών – από τις ελάχιστες έγχρωμες από την εποχή εκείνη – του Imperial War Museums o κόσμος φαίνεται να έχει κάνει «κατάληψη» στην Βουλή γεμίζοντας ακόμη και την οροφή του κτηρίου.
Αν ψάξει κανείς ιστορικά θα δει ότι το κοινοβούλιο στην πλατεία Συντάγματος δεν είχε ακόμη περάσει στην συνείδηση του λαού ως ο ναός της Δημοκρατίας αλλά ως τα πρώην ανάκτορα και το κτήριο που φιλοξενούσε τις κατοχικές δυνάμεις. Άλλωστε είχε λειτουργήσει ελάχιστα ως κοινοβούλιο.
Από το 1922, την Μικρασιατική Καταστροφή την παραίτηση και την αναχώρηση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α” από την Ελλάδα, τίθεται θέμα αξιοποίησης των πρώην ανακτόρων. Το 1923 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίζει να μεταφερθούν τα δικαστήρια στα παλαιά ανάκτορα.
Τελικά η μεταφορά δεν πραγματοποιείται, διότι οι χώροι κρίνονται ακατάλληλοι και ανεπαρκείς. Την ίδια χρονιά ο βασιλικός κήπος ανοίγει οριστικά για τους «κοινούς θνητούς» έως την δύση του ηλίου.
Το 1926 έρχεται η δικτατορία του Παγκάλου ο οποίος αποφάσισε να διαθέσει 10 εκατ. δραχ. για επισκευές στο πρώην Ανάκτορο με σκοπό να στεγασθεί εκεί το Υπουργείο Στρατιωτικών.
Αρχίζουν οι εργασίες επισκευής και διαρρύθμισης του κτηρίου σε σχέδια και επίβλεψη του αρχιτέκτονα Ανδρέα Κριεζή αλλά στην πορεία ο Πάγκαλος ανατρέπεται από τον στρατηγό Κονδύλη.
Η κυβέρνηση Κονδύλη με νομοθετικό διάταγμα αφαιρεί την διαχείριση του κτηρίου των παλαιών ανακτόρων από την «Αεροπορική Άμυνα» για να χρησιμοποιηθεί αυτό ως μέγαρο βουλής και γερουσίας μαζί με τις σχετικές υπηρεσίες, και προκηρύσσει διαγωνισμό για την εκπόνηση σχετικής μελέτης. Λίγο αργότερα, μέσα όμως στο 1926, οι εργασίες επισκευής διακόπτονται και το κτήριο παραμένει σε εγκατάλειψη έως το 1930.
Το 1928 όταν θα ορκισθεί ξανά πρωθυπουργός ο Ελευθέριος Βενιζέλος, η κυβέρνηση του θα αποφασίσει εκ νέου την μεταφορά της Βουλής
στο κτήριο των παλαιών ανακτόρων. Το 1930, ένα χρόνο μετά από την
έναρξη των εργασιών για την δημιουργία του Μνημείου του Αγνώστου
Στρατιώτη, η κυβέρνηση Βενιζέλου με νομοθετικό διάταγμα θα διαθέσει
πίστωση 40 εκατ. δραχμών για την μετασκευή του κτηρίου.
Η μελέτη του Κριεζή – που εκ νέου του ανατέθηκε το έργο – είχε προϋπολογισμό 100 εκατ. δραχμών αλλά όπως συμβαίνει διαχρονικά η τελική δαπάνη ξεπέρασε τον προϋπολογισμό και έφτασε τα 123 εκατομμύρια.
Η Βουλή θα συνεδριάσει πανηγυρικά στο νέο κτήριο την 1η Ιουλίου του 1935, αλλά ένα χρόνο και 34 μέρες μετά θα έρθει η δικτατορία του Μεταξά ο οποίος θα στεγάσει στο κτήριο του κοινοβουλίου διάφορες δημόσιες υπηρεσίες ενώ οι Γερμανοί με την έλευση τους θα χρησιμοποιήσουν το κτήριο για να στεγάσει την κυβέρνηση και υπηρεσίες της γερμανικής Διοίκησης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βουλή δεν άνοιξε τις πόρτες της ξανά το 1944 αλλά δύο χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα στις 13 Μαΐου του 1946 καθώς μετά από τον πρώτο εμφύλιο και την πολιτική κρίση καταφέρνει να σχηματίσει την πρώτη – έστω και βραχύβια κυβέρνηση ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης.
Την ημέρα αυτή ξεκίνησε και το ταξίδι της επιστροφής της του Γεώργιου Παπανδρέου και της εξόριστης κυβέρνησης προς την απελευθερωμένη πρωτεύουσα.
Το κτήριο στην γωνία της κάτω πλευράς της πλατείας Συντάγματος και της Καραγιώργη Σερβίας που φιλοξενούσε στην μεταπολίτευση τις σχολές Ωμέγα και τα τελευταία χρόνια το κεντρικό κατάστημα της Public.
Αντίθετα το κτήριο της Βουλής είχε μετατραπεί σε μία από τις προνομιούχες θέσεις για όσους είχαν κατέβει στο κέντρο για να ακούσουν την ομιλία της απελευθέρωσης. Στη σειρά των όχι και τόσο προβεβλημένων φωτογραφιών – από τις ελάχιστες έγχρωμες από την εποχή εκείνη – του Imperial War Museums o κόσμος φαίνεται να έχει κάνει «κατάληψη» στην Βουλή γεμίζοντας ακόμη και την οροφή του κτηρίου.
Αν ψάξει κανείς ιστορικά θα δει ότι το κοινοβούλιο στην πλατεία Συντάγματος δεν είχε ακόμη περάσει στην συνείδηση του λαού ως ο ναός της Δημοκρατίας αλλά ως τα πρώην ανάκτορα και το κτήριο που φιλοξενούσε τις κατοχικές δυνάμεις. Άλλωστε είχε λειτουργήσει ελάχιστα ως κοινοβούλιο.
Από το 1922, την Μικρασιατική Καταστροφή την παραίτηση και την αναχώρηση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α” από την Ελλάδα, τίθεται θέμα αξιοποίησης των πρώην ανακτόρων. Το 1923 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίζει να μεταφερθούν τα δικαστήρια στα παλαιά ανάκτορα.
Τελικά η μεταφορά δεν πραγματοποιείται, διότι οι χώροι κρίνονται ακατάλληλοι και ανεπαρκείς. Την ίδια χρονιά ο βασιλικός κήπος ανοίγει οριστικά για τους «κοινούς θνητούς» έως την δύση του ηλίου.
Το 1926 έρχεται η δικτατορία του Παγκάλου ο οποίος αποφάσισε να διαθέσει 10 εκατ. δραχ. για επισκευές στο πρώην Ανάκτορο με σκοπό να στεγασθεί εκεί το Υπουργείο Στρατιωτικών.
Αρχίζουν οι εργασίες επισκευής και διαρρύθμισης του κτηρίου σε σχέδια και επίβλεψη του αρχιτέκτονα Ανδρέα Κριεζή αλλά στην πορεία ο Πάγκαλος ανατρέπεται από τον στρατηγό Κονδύλη.
Η κυβέρνηση Κονδύλη με νομοθετικό διάταγμα αφαιρεί την διαχείριση του κτηρίου των παλαιών ανακτόρων από την «Αεροπορική Άμυνα» για να χρησιμοποιηθεί αυτό ως μέγαρο βουλής και γερουσίας μαζί με τις σχετικές υπηρεσίες, και προκηρύσσει διαγωνισμό για την εκπόνηση σχετικής μελέτης. Λίγο αργότερα, μέσα όμως στο 1926, οι εργασίες επισκευής διακόπτονται και το κτήριο παραμένει σε εγκατάλειψη έως το 1930.
Η μελέτη του Κριεζή – που εκ νέου του ανατέθηκε το έργο – είχε προϋπολογισμό 100 εκατ. δραχμών αλλά όπως συμβαίνει διαχρονικά η τελική δαπάνη ξεπέρασε τον προϋπολογισμό και έφτασε τα 123 εκατομμύρια.
Η Βουλή θα συνεδριάσει πανηγυρικά στο νέο κτήριο την 1η Ιουλίου του 1935, αλλά ένα χρόνο και 34 μέρες μετά θα έρθει η δικτατορία του Μεταξά ο οποίος θα στεγάσει στο κτήριο του κοινοβουλίου διάφορες δημόσιες υπηρεσίες ενώ οι Γερμανοί με την έλευση τους θα χρησιμοποιήσουν το κτήριο για να στεγάσει την κυβέρνηση και υπηρεσίες της γερμανικής Διοίκησης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βουλή δεν άνοιξε τις πόρτες της ξανά το 1944 αλλά δύο χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα στις 13 Μαΐου του 1946 καθώς μετά από τον πρώτο εμφύλιο και την πολιτική κρίση καταφέρνει να σχηματίσει την πρώτη – έστω και βραχύβια κυβέρνηση ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης.