Η μάχη του Γιαρμούκ (636 μ.Χ.) αποτέλεσε την πιο
καθοριστική μάχη που διεξήχθη μεταξύ των βυζαντινών και αραβικών
δυνάμεων, κατά το 1ο κύμα των επιδρομών των Αράβων κατά των βυζαντινών
εδαφών. Η συγκεκριμένη μάχη ουσιαστικά επιβεβαίωσε την
κατάρρευση της βυζαντινής άμυνας στις νοτιοανατολικές επαρχίες και
ουσιαστικά εξασφάλισε τον αραβικό έλεγχο της Συρίας και της Παλαιστίνης
σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Για τρεις περίπου αιώνες η Μέση Ανατολή αποτελούσε το μήλον της έριδος μεταξύ της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και της Περσικής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Μετά από ένα εξαετή καθολικό πόλεμο μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, ο βυζαντινός στρατός υπό τον αυτοκράτορα Ηράκλειο κατάφερε να συντρίψει τις δυνάμεις των Σασσανιδών και να εκθρονίσει το μονάρχη των Σασσανιδών Χοσρόη.
Ο πόλεμος αυτός μπορεί να έληξε τελικά με νίκη των βυζαντινών δυνάμεων αλλά ήταν σίγουρα μία πύρρειος νίκη. Τα αποτελέσματά του ήταν καθοριστικά για τις εξελίξεις στο διεθνές σύστημα της Μέσης Ανατολής. Οι ηττημένοι Σασσανίδες δέχθηκαν ένα ανυπέρβλητο πλήγμα στην ισχύ τους, ενώ ακόμα και η νικηφόρα Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε σημαντικότατες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικούς πόρους.
Σε αυτό το περιβάλλον, η σταδιακή ένωση των αραβικών φυλών μέσω του Ισλάμ, έφερε στο προσκήνιο μία ανερχόμενη δύναμη η οποία όπως αποδείχθηκε θα άλλαζε εντελώς το status quo και τους συσχετισμούς ισχύος στη Μ. Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο τις επόμενες δεκαετίες. Με το θάνατο του προφήτη Μωάμεθ το 632 μ.Χ., οι αραβικές φυλές ξεκίνησαν παράλληλες επιδρομές ενάντια στους Βυζαντινούς και τους Σασσανίδες.
Η πρώτη επικράτηση των Αράβων κατά των Βυζαντινών σε τακτική μάχη, πραγματοποιήθηκε το 633 μ.Χ. με τη κατάκτηση της βυζαντινής πόλης Αερόπολις, ενώ το 634 μ.Χ. οι αραβικές φυλές νίκησαν άλλες δύο φορές τους Βυζαντινούς στις μάχες του Dathin και του Ajnadayn, πραγματοποιώντας παράλληλα εκτεταμένες επιδρομές στην Υπεριορδανία, στη Παλαιστίνη και στη νότια Συρία. Το 635 μ.Χ. οι Άραβες κατέκτησαν μετά από σύντομες πολιορκίες τη Δαμασκό και τη Χιμς, δύο σημαντικές βυζαντινές πόλεις στη νότια και κεντρική Συρία. Οι αραβικές φυλές οι οποίες γνώριζαν καλά την τεχνική του άτακτου πολέμου και των αιφνιδιαστικών επιθέσεων, αποτελούσαν μία νέα απειλή για τις βυζαντινές στρατιωτικές δυνάμεις οι οποίες δεν ήταν πολύ συνηθισμένες στην αντιμετώπιση τέτοιων επιχειρήσεων στο πεδίο της Μέσης Ανατολής.
Απάντηση σε αυτές τις επιθέσεις, αποτέλεσε από πλευράς Βυζαντίου, η αποστολή μιας υπολογίσιμης στρατιωτικής δύναμης (περίπου 25.000 άνδρες) υπό τον Αρμένιο στρατηγό Βάχαν ώστε να περιορίσει τις δραστηριότητες των αράβων επιδρομέων. Οι αραβικές δυνάμεις υπό τους στρατηγούς Khalid ibn al-Walid και Abu 'Ubayda ibn al-Jarrah (20.000 άνδρες) υποχώρησαν από τη Δαμασκό και περίμεναν τις βυζαντινές δυνάμεις στην περιοχή του Γιαρμούκ (σημερινή συνοριακή περιοχή Συρίας-Ιορδανίας).
Η μάχη του Γιαρμούκ αποτέλεσε ένα σύνολο αψιμαχιών και έπειτα συγκρούσεων περίπου ενός μήνα μεταξύ των δύο αντιπάλων. Παρά τις αρχικές επιτυχίες του βυζαντινού κέντρου, η επίθεση που πραγματοποίησαν οι αραβικές δυνάμεις εναντίον του βυζαντινού δεξιού άκρου ανάγκασαν σε πλήρη υποχώρηση τις δυνάμεις του πατρικίου Θεόδωρου.
Παράλληλα αραβικές ιππικές δυνάμεις που ήταν κρυμμένες σε κοιλάδα κοντά στο πεδίο της μάχης πραγματοποίησαν κυκλωτική κίνηση και βρέθηκαν στα νώτα των βυζαντινών δυνάμεων. Την αρνητική κατάσταση για τους Βυζαντινούς, ολοκλήρωσε η αυτομόληση στο αντίπαλο στρατόπεδο σημαντικού μέρους του βυζαντινού αριστερού άκρου που αποτελούταν από τις δυνάμεις της φυλής των Γασσανίδων Αράβων, έως τότε παραδοσιακού συμμάχου των βυζαντινών στην περιοχή. Πολύ γρήγορα όλο το βυζαντινό στράτευμα υποχρεώθηκε σε άτακτη υποχώρηση, με αποτέλεσμα οι άραβες να του προξενήσουν ακόμη περισσότερες απώλειες.
Ο ποταμός Γιαρμούκ: στο νότιο σημείο του έλαβε χώρα η μάχη του Γιαρμούκ, όπου ηττήθηκε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Μουσουλμάνους Άραβες.
Οι απώλειες των βυζαντινών στρατευμάτων σύμφωνα με τις πηγές θα πρέπει να υπολογιστούν σε αρκετές χιλιάδες ανδρών (οι μισές προκλήθηκαν κατά την υποχώρηση) ενώ συγκριτικά μικρές ήταν οι απώλειες των αραβικών στρατευμάτων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το ανάγλυφο του πεδίου της μάχης ήταν εξαιρετικό φιλικό για τους συνήθεις αραβικούς ελιγμούς, αντίθετα δεν ήταν καθόλου βοηθητικό για ένα τακτικό στρατό όπως ο βυζαντινός. Σημαντικό ρόλο επίσης στην ήττα των βυζαντινών έπαιξε και η έλλειψη συνοχής που είχε το στράτευμα σε σύγκριση με τις μελετημένες κινήσεις της αραβικής στρατιωτικής ηγεσίας. Οι ευέλικτες αραβικές δυνάμεις εισήγαγαν νέες τακτικές μάχης, στις οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένες οι δυνάμεις των βυζαντινών στην περιοχή, που έως τότε είχαν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν τις τακτικές δυνάμεις των Σασσανιδών Περσών.
Η ήττα στο Γιαρμούκ έφερε πολύ γρήγορα τη κατάρρευση των βυζαντινών δυνάμεων στη Συρία και την Παλαιστίνη. Ο αυτόκρατορας Ηράκλειος αποφάσισε στρατηγικά ότι δεν θα μπορούσε να υπερασπιστεί τις νοτιοανατολικές επαρχίες και διέταξε υποχώρηση του κύριου όγκου των βυζαντινών δυνάμεων στη Μ. Ασία ώστε να υπάρχει αναδιοργάνωση. Έτσι το έως και το 640 μ.Χ. οι αραβικές δυνάμεις είχαν κατακτήσει πλήρως τις επαρχίες της Παλαιστίνης και της Συρίας θέτοντας τις βάσεις τα επόμενα χρόνια για την κατάκτηση της Αιγύπτου και των λοιπών βορειοαφρικανικών επαρχιών του Βυζαντίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Kaegi, Walter, (1992), "Byzantium and the Early Islamic Conquests", Cambridge University Press
2.Hoyland, Robert, (2015), "IN GOD'S PATH-The Arab Conquests and the Creation of an Islamic Empire", Oxford University Press
3.Luttwak, Edward, (2009), "The Grand Strategy of Byzantine Empire", Harvard University Press
Πηγή:
huffingtonpost.gr
Για τρεις περίπου αιώνες η Μέση Ανατολή αποτελούσε το μήλον της έριδος μεταξύ της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και της Περσικής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Μετά από ένα εξαετή καθολικό πόλεμο μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, ο βυζαντινός στρατός υπό τον αυτοκράτορα Ηράκλειο κατάφερε να συντρίψει τις δυνάμεις των Σασσανιδών και να εκθρονίσει το μονάρχη των Σασσανιδών Χοσρόη.
Ο πόλεμος αυτός μπορεί να έληξε τελικά με νίκη των βυζαντινών δυνάμεων αλλά ήταν σίγουρα μία πύρρειος νίκη. Τα αποτελέσματά του ήταν καθοριστικά για τις εξελίξεις στο διεθνές σύστημα της Μέσης Ανατολής. Οι ηττημένοι Σασσανίδες δέχθηκαν ένα ανυπέρβλητο πλήγμα στην ισχύ τους, ενώ ακόμα και η νικηφόρα Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε σημαντικότατες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικούς πόρους.
Σε αυτό το περιβάλλον, η σταδιακή ένωση των αραβικών φυλών μέσω του Ισλάμ, έφερε στο προσκήνιο μία ανερχόμενη δύναμη η οποία όπως αποδείχθηκε θα άλλαζε εντελώς το status quo και τους συσχετισμούς ισχύος στη Μ. Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο τις επόμενες δεκαετίες. Με το θάνατο του προφήτη Μωάμεθ το 632 μ.Χ., οι αραβικές φυλές ξεκίνησαν παράλληλες επιδρομές ενάντια στους Βυζαντινούς και τους Σασσανίδες.
Η πρώτη επικράτηση των Αράβων κατά των Βυζαντινών σε τακτική μάχη, πραγματοποιήθηκε το 633 μ.Χ. με τη κατάκτηση της βυζαντινής πόλης Αερόπολις, ενώ το 634 μ.Χ. οι αραβικές φυλές νίκησαν άλλες δύο φορές τους Βυζαντινούς στις μάχες του Dathin και του Ajnadayn, πραγματοποιώντας παράλληλα εκτεταμένες επιδρομές στην Υπεριορδανία, στη Παλαιστίνη και στη νότια Συρία. Το 635 μ.Χ. οι Άραβες κατέκτησαν μετά από σύντομες πολιορκίες τη Δαμασκό και τη Χιμς, δύο σημαντικές βυζαντινές πόλεις στη νότια και κεντρική Συρία. Οι αραβικές φυλές οι οποίες γνώριζαν καλά την τεχνική του άτακτου πολέμου και των αιφνιδιαστικών επιθέσεων, αποτελούσαν μία νέα απειλή για τις βυζαντινές στρατιωτικές δυνάμεις οι οποίες δεν ήταν πολύ συνηθισμένες στην αντιμετώπιση τέτοιων επιχειρήσεων στο πεδίο της Μέσης Ανατολής.
Απάντηση σε αυτές τις επιθέσεις, αποτέλεσε από πλευράς Βυζαντίου, η αποστολή μιας υπολογίσιμης στρατιωτικής δύναμης (περίπου 25.000 άνδρες) υπό τον Αρμένιο στρατηγό Βάχαν ώστε να περιορίσει τις δραστηριότητες των αράβων επιδρομέων. Οι αραβικές δυνάμεις υπό τους στρατηγούς Khalid ibn al-Walid και Abu 'Ubayda ibn al-Jarrah (20.000 άνδρες) υποχώρησαν από τη Δαμασκό και περίμεναν τις βυζαντινές δυνάμεις στην περιοχή του Γιαρμούκ (σημερινή συνοριακή περιοχή Συρίας-Ιορδανίας).
Η μάχη του Γιαρμούκ αποτέλεσε ένα σύνολο αψιμαχιών και έπειτα συγκρούσεων περίπου ενός μήνα μεταξύ των δύο αντιπάλων. Παρά τις αρχικές επιτυχίες του βυζαντινού κέντρου, η επίθεση που πραγματοποίησαν οι αραβικές δυνάμεις εναντίον του βυζαντινού δεξιού άκρου ανάγκασαν σε πλήρη υποχώρηση τις δυνάμεις του πατρικίου Θεόδωρου.
Παράλληλα αραβικές ιππικές δυνάμεις που ήταν κρυμμένες σε κοιλάδα κοντά στο πεδίο της μάχης πραγματοποίησαν κυκλωτική κίνηση και βρέθηκαν στα νώτα των βυζαντινών δυνάμεων. Την αρνητική κατάσταση για τους Βυζαντινούς, ολοκλήρωσε η αυτομόληση στο αντίπαλο στρατόπεδο σημαντικού μέρους του βυζαντινού αριστερού άκρου που αποτελούταν από τις δυνάμεις της φυλής των Γασσανίδων Αράβων, έως τότε παραδοσιακού συμμάχου των βυζαντινών στην περιοχή. Πολύ γρήγορα όλο το βυζαντινό στράτευμα υποχρεώθηκε σε άτακτη υποχώρηση, με αποτέλεσμα οι άραβες να του προξενήσουν ακόμη περισσότερες απώλειες.
Ο ποταμός Γιαρμούκ: στο νότιο σημείο του έλαβε χώρα η μάχη του Γιαρμούκ, όπου ηττήθηκε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Μουσουλμάνους Άραβες.
Οι απώλειες των βυζαντινών στρατευμάτων σύμφωνα με τις πηγές θα πρέπει να υπολογιστούν σε αρκετές χιλιάδες ανδρών (οι μισές προκλήθηκαν κατά την υποχώρηση) ενώ συγκριτικά μικρές ήταν οι απώλειες των αραβικών στρατευμάτων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το ανάγλυφο του πεδίου της μάχης ήταν εξαιρετικό φιλικό για τους συνήθεις αραβικούς ελιγμούς, αντίθετα δεν ήταν καθόλου βοηθητικό για ένα τακτικό στρατό όπως ο βυζαντινός. Σημαντικό ρόλο επίσης στην ήττα των βυζαντινών έπαιξε και η έλλειψη συνοχής που είχε το στράτευμα σε σύγκριση με τις μελετημένες κινήσεις της αραβικής στρατιωτικής ηγεσίας. Οι ευέλικτες αραβικές δυνάμεις εισήγαγαν νέες τακτικές μάχης, στις οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένες οι δυνάμεις των βυζαντινών στην περιοχή, που έως τότε είχαν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν τις τακτικές δυνάμεις των Σασσανιδών Περσών.
Η ήττα στο Γιαρμούκ έφερε πολύ γρήγορα τη κατάρρευση των βυζαντινών δυνάμεων στη Συρία και την Παλαιστίνη. Ο αυτόκρατορας Ηράκλειος αποφάσισε στρατηγικά ότι δεν θα μπορούσε να υπερασπιστεί τις νοτιοανατολικές επαρχίες και διέταξε υποχώρηση του κύριου όγκου των βυζαντινών δυνάμεων στη Μ. Ασία ώστε να υπάρχει αναδιοργάνωση. Έτσι το έως και το 640 μ.Χ. οι αραβικές δυνάμεις είχαν κατακτήσει πλήρως τις επαρχίες της Παλαιστίνης και της Συρίας θέτοντας τις βάσεις τα επόμενα χρόνια για την κατάκτηση της Αιγύπτου και των λοιπών βορειοαφρικανικών επαρχιών του Βυζαντίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Kaegi, Walter, (1992), "Byzantium and the Early Islamic Conquests", Cambridge University Press
2.Hoyland, Robert, (2015), "IN GOD'S PATH-The Arab Conquests and the Creation of an Islamic Empire", Oxford University Press
3.Luttwak, Edward, (2009), "The Grand Strategy of Byzantine Empire", Harvard University Press
Πηγή:
huffingtonpost.gr