Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Μία στρατηγική ανάλυση του σχεδίου του Μέμνωνος εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου (334 π.Χ)

Το  κύριο  πρόβλημα  του  περσικού  στρατού  στη  μάχη  του  Γρανικού  εναντίον  του  Μεγάλου  Αλεξάνδρου  (334  π.Χ.),  αφορούσε  την  πολυκέφαλη ηγεσία  του.  Αυτή  αποτελείτο  από  πέντε  Ιρανούς  σατράπες,  έναν  Ελληνα  Ρόδιο  μισθοφόρο  αξιωματικό, τον  Μέμνωνα,  και  αρκετούς  άλλους  στρατηγούς  και  κυβερνήτες.  Φαίνεται  πως  ο  σατράπης  της  Ελλησποντιακής  Φρυγίας  Αρσίτης  ήταν  ο  γενικός  διοικητής,  αλλά  οι  άλλοι  Ιρανοί  σατράπες  και  στρατηγοί  ήταν  κατά  κανόνα  ατίθασοι  και  ανυπάκουοι,  και    δεν  επηρεάζονταν  από  την  ιδιότητά  του.

Ο  Μέμνων  ήταν  μάλλον  ο  ικανότερος  στρατηγός  στο  περσικό  επιτελείο,  όπως  αποδεικνύεται  και  από  την  εμπιστοσύνη  που  του  έδειχνε  ανέκαθεν  ο  Πέρσης  βασιλιάς  Δαρείος.  Εξάλλου  είχε  διαβιώσει  για  μία  δεκαετία  στη  Μακεδονία  και  γνώριζε  μάλλον  τα  πάντα  για  τον  μακεδονικό  στρατό,  ενώ  τον  είχε  αντιμετωπίσει  και  επί  δύο  χρόνια  (337-335 πΧ)  ως  στρατηγός,  μαχόμενος  το μακεδονικό  εκστρατευτικό  σώμα  των  Παρμενίωνα  και  Κάλαντα  στη  Μικρά  Ασία.  Ο  Μέμνων  ήταν  σίγουρα  ικανός  στρατηγός  αλλά  η  αξία  του  και  η  πρότασή  του  στο  πολεμικό  συμβούλιο  της  Ζελείας  (βλ.  παρακάτω)  έχουν  μάλλον  υπερτονισθεί  από  τους  αρχαίους  Ελληνες  συγγραφείς  (Αρριανό,  Διόδωρο  κ.ά.),  οι  οποίοι  προτιμούσαν  ως  πρωταγωνιστή  στον  περσικό  στρατό  έναν  ομοεθνή  τους,  από  τους  Ιρανούς  ομολόγους  του.  Όμως  παρά  την  αξία  του,  ο  Δαρείος  δεν  μπορούσε  να  τον  ορίσει  αρχιστράτηγο,  επειδή  δεν  ήταν  Πέρσης  ή  Μήδος.  Οι  υπερήφανοι  και  ατίθασοι  σατράπες  και  «συγγενείς  του  Μεγάλου  Βασιλέα»  (τιμητικός  τίτλος  των  πλέον  υψηλόβαθμων  Ιρανών)  δεν  θα  υπάκουαν  ποτέ  έναν  «βάρβαρο»  (από  την  ιρανική  άποψη).

Ο  Αλέξανδρος  και  οι  εταίροι  του  διαβαίνουν  τον  Γρανικό.  Η  μεγαλύτερη  περιπέτεια  της  Παγκόσμιας  Ιστορίας  μόλις  αρχίζει…  (πίνακας  του  Peter  Connolly).

Η  απόφαση  να  παραταχθεί  ο  περσικός  στρατός  στις  όχθες  του  Γρανικού,  προκειμένου  να  αποκρούσει  τον  Αλέξανδρο  σε  αποφασιστική  μάχη,  λήφθηκε  από  τους  σατράπες-στρατηγούς  σε  πολεμικό  συμβούλιό  τους  στην  πόλη  Ζέλεια  της  Ελλησποντιακής  Φρυγίας.  Στο  συμβούλιο,  ο  Μέμνων  υποστήριξε  ότι  δεν  έπρεπε  να  διακινδυνεύσουν  μάχη  παράταξης  με  τον  αντίπαλο  λόγω  της  υπεροχής  του  σε  πεζικό,  εννοώντας  όχι  απαραίτητα  την  αριθμητική  υπεροχή  (32.000  του  Αλεξάνδρου  έναντι  των  20.000  Ελλήνων  μισθοφόρων  των  Περσών,  χωρίς  να  υπολογίζουμε  τους  πολυάριθμους  αλλά  χαμηλής  ποιότητας  Ασιάτες  πεζούς)  αλλά  πιθανώς  την  υπεροχή  της  μακεδονικής  φάλαγγας  σαρισσοφόρων.  Μία  περσική  ήττα  σε  ανοικτή  μάχη  θα  έκρινε  τον  πόλεμο.  Όπως  το  έθεσε  ο  Μέμνων,  αν  οι  Πέρσες  νικούσαν  σε  μάχη,  ο  Αλέξανδρος  δεν  θα  έχανε  τίποτα  επειδή  βρισκόταν  σε  εχθρική  περιοχή,  αλλά  αν  ηττώντο,  τότε  η  ήττα  τους  θα  σήμαινε  την  απώλεια  ολόκληρης  της  Μικράς  Ασίας.  Ο  Μέμνων  επισήμανε  επίσης  ότι  οι  Μακεδόνες  θα  μάχονταν  με  επικεφαλής  τον  βασιλιά  τους,  ενώ  οι  Πέρσες  όχι,  εκφράζοντας  πιθανώς  έμμεσα  το  πρόβλημα  της  ανυπαρξίας  στιβαρής  περσικής  αρχιστρατηγίας.
Η  στρατηγική  πρόταση  του  Μέμνονα  ήταν  η  ακόλουθη.  Ο  περσικός  στρατός  έπρεπε  να  εκτελέσει  ελιγμό  υποχώρησης  ενώπιον  του  Αλεξάνδρου,  στρεφόμενος  στην  ενδοχώρα  και  καταστρέφοντας  αγροκτήματα,  γεννήματα,  χωριά,  ακόμη  και  τις  πόλεις,  έτσι  ώστε  ο  Αλέξανδρος  να  μην  μπορεί  να  θρέψει  τον  στρατό  του.  Με  αυτήν  την  τακτική  «καμένης  γης»,  ο  μακεδονικός  στρατός  θα  πεινούσε  και  θα  εξαντλείτο,  με  αποτέλεσμα  να  εκμηδενισθεί  από  τον  περσικό.
Αυτή  η  πρόταση  έχει  προκαλέσει  ατέρμονες  συζητήσεις  ανάμεσα  σε  στρατιωτικούς  και  άλλους  ερευνητές.  Αρκετοί  θεωρούν  ότι  ήταν  η  ενδεδειγμένη  τακτική,  άλλοι  υποστηρίζουν  ότι  ήταν  πρακτικά  ανεφάρμοστη  και  άλλοι  ότι  ακόμη  και  αν  εφαρμόζετο,  θα  ήταν  ανεπιτυχής.  Κατά  την  άποψη  μας,  οι  τελευταίοι  έχουν  μάλλον  άδικο.  Η  συγκεκριμένη  τακτική  επέφερε  συχνά  αν  όχι  συνήθως,  την  ήττα  του  εισβολέα,  με  χαρακτηριστικότερο  παράδειγμα  της  νεότερης  εποχής  τον  αποδεκατισμό  της  Μεγάλης  Στρατιάς  του  Ναπολέοντα,  όταν  ο  σπουδαίος  Ρώσος  στρατηγός  Κουτούζωφ  τον  παρέσυρε  έως  τη  Μόσχα.  Ο  Αλέξανδρος  εισέβαλε  στη  Μικρά  Ασία  την  άνοιξη,  δηλαδή  την  εποχή  που  τα  αγροτικά  αποθέματα  είναι  μειωμένα  και  ενώ  αναμένεται  η  νέα  συγκομιδή.  Οι  νέοι  καρποί  δεν  έχουν  αναπτυχθεί  ικανοποιητικά  έως  τον  Απρίλιο  στις  μεσογειακές  χώρες.  Επομένως,  αν  οι  Πέρσες  κατέστρεφαν  όλες  τις  καλλιέργειες  και  τα  γεωργικά  αποθέματα  της  Ελλησποντιακής  Φρυγίας  και  νότιας  Τρωάδας,  ο  Αλέξανδρος  θα  αντιμετώπιζε  μάλλον  σοβαρό  πρόβλημα  προμηθειών.
Η  Ελλησποντιακή  (Μικρά)  Φρυγία  και  η  Τρωάδα  και  η πορεία  των  αντιμαχόμενων έως  τον  Γρανικό  (ΙΕΕ,  Εκδοτική  Αθηνών)
Η  Μάχη  του  Γρανικού (334  π.Χ.).

Θεωρητικά,  το  σχέδιο  του  Μέμνονα  θα  πετύχαινε  επειδή  οι  επικοινωνίες  του  Αλεξάνδρου  θα  υπερεκτείνονταν  όταν  θα  εισέδυε  στη  μικρασιατική  ενδοχώρα  και  δεν  θα  μπορούσε  να  ανεφοδιάζεται  ούτε  από  τον  στόλο  του.  Όμως  μάλλον  δεν  ήταν  ρεαλιστικό,  όχι  επειδή  δεν  θα  πετύχαινε  αν  εφαρμοζόταν,  αλλά  για  τους  ακόλουθους  λόγους.
Πρώτον,  ο  Ρόδιος  στρατηγός  δεν  αντιλαμβανόταν  ότι  οι  σατράπες  δεν  θα  το  δέχονταν  ποτέ,  επειδή  τα  εισοδήματά  τους  προέρχονταν  από  τα  σπαρτά  και  τις  δραστηριότητες  των  κατοίκων.
Δεύτερον,  οι  περιοχές  που  πρότεινε  να  καταστραφούν,  κατοικούντο  από  λαούς  υποταγμένους  στην  Περσία,  οι  οποίοι  προφανώς  δεν  έτρεφαν  φιλικά  αισθήματα  για  εκείνη.  Αν  έκαιγαν  τα  υπάρχοντά  τους,  θα  επαναστατούσαν  και  θα  συντάσσονταν  με  τον  Αλέξανδρο.  Οι  κάτοικοι  της  Φρυγίας  και  Τρωάδας  δεν  ήταν  Πέρσες  και  Μήδοι  που  επιτελούσαν  πατριωτικό  αμυντικό  αγώνα  εναντίον  του  Αλεξάνδρου,  όπως  συνέβη  αργότερα  στην  Περσίδα  και  τη  Σογδιανή,  αλλά  αδιάφοροι  υπόδουλοι  που  δεν  θα  δίσταζαν  να  συνταχθούν  με  τον  Αλέξανδρο,  όπως  συνέβη  σε  αρκετές  περιπτώσεις  κατά  την  εκστρατεία  του.
Τρίτον,  η  επίσημη  αποστολή  ενός  σατράπη  ήταν  η  προστασία  των  γαιών  που  του  είχε  εμπιστευθεί  ο  Μεγάλος  Βασιλέας.  Αν  οι  γαίες  καταστρέφονταν  με  τη  συναίνεση  του  σατράπη,  ίσως  αυτός  κατηγορείτο  για  προδοσία  από  τον  τελευταίο.  Εξάλλου  η  ίδια  η  τιμή  του  σατράπη-αριστοκράτη  ταυτιζόταν  με  την  προστασία  της  επικράτειάς  του.
Τέταρτον,  ο  Μέμνων  πρότεινε  ουσιαστικά  την  καταστροφή  των  καλλιεργειών  και  γεωργικών  αποθεμάτων  της  Ελλησποντιακής  Φρυγίας  και  μάλλον  της  νότιας  Τρωάδας,  δηλαδή  περιοχών  με  σχετικά  πυκνό  πληθυσμό.  Ετσι  όμως  θα  δημιουργείτο  πρόβλημα  πολυάριθμων  προσφύγων,  τους  οποίους  οι  Πέρσες  έπρεπε  να  αποσύρουν  στην  άγονη  κεντρική  μικρασιατική  ενδοχώρα  φροντίζοντας  για  τη  διατροφή  και  την  περίθαλψή  τους,  κάτι  εξαιρετικά  δύσκολο,  αν  όχι  ακατόρθωτο.
Μακεδονικό  κράνος   θρακοφρυγικού  τύπου.

Επίσης  ο  Μέμνων  κατά  κάποιο  τρόπο  πρόσβαλε  τους  Πέρσες  ηγήτορες,  συμβουλεύοντάς  τους  χωρίς  περιστροφές  να  αποφύγουν  την  ανοικτή  μάχη  με  τους  Μακεδόνες.  Ο  Μέμνων  είχε  βιώσει  ο  ίδιος  στη  Μακεδονία  του  Φιλίππου  και  στη  Μικρά  Ασία,  τη  σαρωτική  δράση  της  μακεδονικής  φάλαγγας.  Επίσης  γνώριζε  καλά  ότι  όσοι  ελλαδικοί  οπλιτικοί  στρατοί  αντιπαρατάχθηκαν  σε  αυτήν,  συνετρίβησαν.  Όμως  παρά  την  ειλικρίνεια  του  Ρόδιου,  σε  κοινωνίες  με  πολεμοχαρείς  καταβολές  όπως  ήταν  οι  αριστοκρατικές  ιρανικές,  τέτοιου  είδους  συμβουλές  εκλαμβάνονταν  ως  απευθυνόμενες  σε  δειλούς.  Φαίνεται  πως  ο  Μέμνων  αγνόησε  γενικά  τον  κώδικα  τιμής  των  Ιρανών  αριστοκρατών.
Οσοι  θεωρούν  ότι  η  πρόταση  του  Μέμνονα  ήταν  ανώφελη  προτάσσουν  το  γεγονός  ότι  ο  ίδιος  δεν  την  εφάρμοσε  αργότερα,  όταν  ο  Δαρείος  του  ανέθεσε  τελικά  τη  μικρασιατική  άμυνα,  επειδή  στην  πραγματικότητα  δεν  την  θεωρούσε  αποτελεσματική.  Όμως  οι  εν  λόγω  ερευνητές  ξεχνούν  πως  όταν  ο  Μέμνων  κατέστη  αρχιστράτηγος,  ο  Αλέξανδρος  είχε  ήδη  κυριεύσει  τις  Ελλησποντιακή  Φρυγία,  Τρωάδα,  Αιολίδα,  Ιωνία  και  Λυδία,  δηλαδή  τις  πλουσιότερες  μικρασιατικές  περιοχές,  από  τις  οποίες  διέθετε  επαρκή  εφόδια  για  τον  σχετικά  ολιγάριθμο  μακεδονικό  στρατό.  Ετσι  η  τακτική  «καμένης  γης»  δεν  θα  είχε  πλέον  κανένα  αποτέλεσμα.

Οι  Πέρσες  σατράπες  απέρριψαν  ασυζητητί  την  πρόταση  του  Ρόδιου  στρατηγού.  Ο  τοπικός  σατράπης  Αρσίτης  του  δήλωσε  κατηγορηματικά  ότι  δεν  θα  δεχόταν  την  πυρπόληση  ούτε  μίας  κατοικίας  και  ότι  τέτοιου  είδους  διαγωγή  δεν  αρμόζει  στη  γενναιοφροσύνη  ενός  Πέρση,  υπενθυμίζοντάς  του  έτσι  ότι  υπάρχει  και  ένας  κώδικας  τιμής.  Η  απόφαση  του  συμβουλίου  ήταν  να  παραταχθεί  ο  στρατός  στην  ανατολική  όχθη  του  Γρανικού,  όπου  οι  Πέρσες  στρατηγοί  εκτίμησαν  ότι  η  μακεδονική  παράταξη  θα  κατακερματιζόταν  κατά  την  απόπειρα  της  να  τον  διαβεί  και  έτσι  θα  ήταν  ευάλωτη  στην  περσική  επίθεση  και  θα  συντριβόταν.  Όμως  αυτή  η  εκτίμηση  τους  ήταν  εσφαλμένη, όπως  αποδείχθηκε  πολύ  σύντομα  λόγω  της  στρατηγικής  ιδιοφυίας  του  Αλεξάνδρου…

Aφιερώνεται  στη  μνήμη  του  Peter  Connolly (1935 – 2012),  ενός  από  τους  σπουδαιότερους  σύγχρονους  ερευνητές,  αρχαιολόγους  και  εικονογράφους  του  αρχαίου  κόσμου.




Πηγή: