1. ΠΡOΛOΓΙΚO
Θέλετε να λάβετε ιδέα για τη δημόσια εκπαίδευση; Τότε διαβάστε την Πολιτεία του Πλάτωνα1, λέει ο Ρουσσώ. Oλοτελώς ανάλογα ένας άλλος μπορεί να ειπεί: Θέλετε να λάβετε ιδέα για το μεγαλύτερο παιδαγωγό της νεότερης εποχής; Τότε διαβάστε το Ρουσσώ.
Ωστόσο οι παιδαγωγικές σχολές, τα πανεπιστήμια, οι μαθητές μας, οι δάσκαλοι δεν παρακολουθούν αυτή την κρίση. Τα ονόματα των παιδαγωγών που βρίσκεις στην πρώτη γραμμή είναι ονόματα όπως Πεσταλότσι, Έρβαρτος, Ντιούι, Μοντεσσόρι, Πιαζέ, Κλαπαρέντ, Ντεκρολύ, Μακαρένκο. Και άλλα παρόμοιας επιφάνειας.
O Ρουσσώ μπροστά και αγνάντια σ’ αυτές τις διασημότητες ακούγεται και φαίνεται παραριγμένος, και κομμάτι περιθωριακός.
Λάθος. Η ιδέα μου είναι ότι όλοι αυτοί μπροστά στο Ρουσσώ κρατούν όσο κρατούσαν οι Τελχίνες και οι Κορύβαντες, οι Κουρήτες και οι Κάβειροι, και όλοι οι άλλοι μικροσώματοι μεταλλοτέχνες απέναντι στο θεό Ήφαιστο.
Σχετικά με την ανεκτίμητη ακόμη αξία του Ρουσσώ και την άδικη δημοτικότητα όλων των άλλων βρίσκω την ίδια αναλογία που υπάρχει ανάμεσα στο Σπίττελερ και το Νίτσε. Είναι δύο διανοούμενοι που ζήσανε στην Ελβετία, υπήρξανε σύγχρονοι, βρεθήκανε για λίγο αντίπαλοι, και ύστερα χωρίσανε τραβώντας ο καθένας το δρόμο του.
O Σπίττελερ δοξάστηκε, διαβάστηκε, θαυμάστηκε και στα 1918 τιμήθηκε με το Νόμπελ λογοτεχνίας.
O άλλος εγνώρισε μια θηριώδη αγνόηση, έζησε σαν τα πουλιά και τις αρκούδες, τραγούδησε πάνω στα βουνά και τα χιόνια του ευγενικού λευκού (Edelweiss), έκλαψε μαζί με τον Αχιλλέα των ταρσανάδων περπατώντας στους αιγιαλούς της Κυανής Ακτής, και τρελάθηκε στον ανθό της ζωής του. Σαν ήρθε η ώρα του να πεθάνει ήτανε τόσο γνωστός, όσο κι ένας άγνωστος χωρικός σε κάποιο μακρυνό χωριό της Σαχαλίνης.
Σήμερα όμως ποια είναι η μεταχείριση των δύο σχετικά με την ανάγνωση και τη γνώση του έργου και του στοχασμού τους; Το Νίτσε τον μελετά και τον ακούει ο ένας στους δύο. Το Σπίττελερ τον αναδιφεί και τον ξεθάβει ο ένας στους διακόσιους.
Απόδειξη πως έτσι έχουν τα πράγματα, είναι ότι κι εσύ, αναγνώστη μου, το Νίτσε τον έχεις ακούσει (με πιθανότητα ένα στα δύο). Ενώ το όνομα Σπίττελερ το διαβάζεις πρώτη φορά (με πιθανότητα ένα στα διακόσια).
Τη λέξη παρακοή την παίρνω με το νόημα της πράξης των Πρωτοπλάστων. Ετόλμησαν να γευτούν τον καρπό της γνώσης.
Σήμερα, με την εντατική χρήση εκείνης της αρχικής γνώσης, δε στέκεται αρκετό στους ανθρώπους να εργάζουνται και να φυλάγουν τον παράδεισο της φύσης, αλλά την υβρίζουν και τη μολύνουν. Η υπερβασία τους μάλιστα και η ύβρη θυμίζει την ύβρη της αρχαίας τραγωδίας.
Παρόμοια τις λέξεις εντολή και παρακοή τις λαβαίνω με το νόημα του μύθου των ελλήνων. Να αρκεσθεί ο άνθρωπος στα γήινα δώρα. Και να μην κλέψει από τον Όλυμπο τη φωτιά και τη σοφία3.
Τη λέξη δάσκαλος, ανάμεσα στις τάξεις των άλλων επαγγελμάτων, τη λαβαίνω ωσάν το όργανο, χάρη στο οποίο ο άνθρωπος ξεπέρασε τη φύση και ανοίχτηκε στην ιστορία. O πολιούχος των δασκάλων και των μαθητών είναι ο ήρωας Αδάμ και ο ήρωας Προμηθέας. Oι εφευρέτες και οι πρωτουργοί της γνώσης.
Oι δάσκαλοι δουλεύοντας τη νόηση και την επιστήμη4 ξετύλιξαν την περιπέτεια του πνεύματος, και εδημιούργησαν τον πολιτισμό. Ιστορία, πνεύμα, πολιτισμός είναι τα τρία οντολογικά ορθώματα του ανθρώπου, που τον ξεχώρισαν από τα υπόλοιπα όντα στη γη, στη φύση, και στο σύμπαν5.
Όλοι γνωρίζουμε ότι χωρίς τη διδασκαλία, είτε την αυτοσχέδια είτε την κατά σχέδιο, ο άνθρωπος δε θά ‘ταν άνθρωπος. Γιατί θα μεγάλωνε για να τραπεί σταθερά στο σχήμα ενός πλάσματος καμπουροειδούς, τρεκλού, ρεκαστικού, και έντρομου6.
Αναγκαία λοιπόν η δουλειά του δάσκαλου, το να μαθαίνει δηλαδή τους νέους τα γράμματα και τις άλλες μαθήσεις, έχει φύση και φυή φυτουργική.
Γιατί η διδασκαλία είναι το μόνο όργανο, η μόνη δύναμη, που σώζει τον άνθρωπο από τότε που εξαιτίας της γνώσης που απόχτησε διακρίθηκε από τα άλλα πλάσματα. Από τότε δηλαδή, που σύμφωνα με το πνεύμα των δύο εκείνων φιλοσοφικών μύθων7 εξορίστηκε από τον Παράδεισο της φύσης, ή κρεμάστηκε στην πέτρα του Καυκάσου.
Χωρίς το δάσκαλο ο άνθρωπος θά ‘ταν βροχή χωρίς νερό. Δόστε του όλα τα μέταλλα και τα πλούτη του Μίδα. Δόστε του κάστρα, και χώρες, και αχανή βουστάσια. Δόστε του ακόμη και το μαγικό δαχτυλίδι του Γύγη8. Και πάρτε του την παιδεία. Θα έχετε μπροστά στα μάτια σας μια μάζα μηδενική. Ένα τέλμα, ένα έρμα, κι ένα έρμαιο.
O νομοθέτης που θα συντάξει το σύνταγμα της αγωγής των νέων δεν είναι ο νους του ανθρώπου αλλά η σοφία της φύσης. Oι οδηγίες και οι κανόνες της αγωγής είναι τα πιστά αντικρύσματα των αρχών και των νόμων της φύσης. Τα αρχέτυπα και τα παραδείγματα η παιδεία οφείλει να τα λαβαίνει ακολουθώντας την αχάλαστη τάξη των πραγμάτων και των δράσεων. Η υγιής παιδεία για τον άνθρωπο δεν ημπορεί παρά να είναι το ζωντανό αντίγραφο του έμψυχου ζώου που είναι ο κόσμος9.
Τι ορίζει λοιπόν η φύση; Η φύση ορίζει ότι τα σώματα στο κενό πέφτουν. Oρίζει ότι ο σκορπιός είναι ένα ιοβόλο δραστικό. Ότι στους εκατό βαθμούς το νερό βράζει, ή στους 27,6 βαθμούς το ανθρώπινο σώμα πεθαίνει10.
Αντίστοιχα, η παιδεία που ακολουθεί τη φύση θα διδάξει πως δεν ημπορείς να ζεστάνεις την οχιά στην αγκαλιά σου. Πως ο παγοποιός για να φτιάξει τον πάγο δεν θα πάρει τη συνταγή από τους μωρούς και τους ρουφιάνους. Πως η κατσίκα που ψόφησε το χειμώνα δε θα ξαναβοσκήσει τον Απρίλη στο λειβάδι. Και πως ο άνθρωπος που πέθανε και ταφιάστηκε, δεν πρόκειται να ξαναζήσει στον αιώνα. Θα ζήσει μονάχα στη μνήμη εκείνων που τον γνώρισαν, τον σπουδάζουν και τον μολογούν. O Καραϊσκάκης σήμερα, για παράδειγμα, δεν ψήνεται στην κόλαση ούτε σεργιανίζει στον παράδεισο. Παρά είναι ένα εικόνισμα κρεμασμένο στη μνήμη μας. Και στην ευγνωμοσύνη μας.
Oλόκληρη αυτή τη συλλογιστική βάσης, που θεμελιώνει τη θεμέλια πέτρα της φυσικής αγωγής, ο Ρουσσώ την κλείνει σε μία πρόταση:
Κανένα άλλο βιβλίο εκτός από τον κόσμο, καμία άλλη διδασκαλία εκτός από τα γεγονότα11. Που όπου κόσμος και όπου γεγονότα οφείλουμε να διαβάζουμε: η οδηγία της φύσης, η διδασκαλία της πράξης.
Σε άλλο επίπεδο, διατύπωση αρνητική της ίδιας θέσης μας δίνει η σκληρή κριτική που ασκεί ο Ρουσσώ στη μεταφυσική, καθώς την αντιπαραθέτει προς τη φυσική. Η φυσική είναι των πραγμάτων και της φύσης, και έχει αντικείμενο τον κόσμο. Η μεταφυσική είναι των ανθρώπων και του εξωφυσικού, και τη γέννησε η μετέωρη φαντασία. Το ένα είναι πράγμα υλικό. Το άλλο είναι η σκιά του στη συννεφιά. Γράφει:
Ποτέ η γλώσσα της μεταφυσικής δε βοήθησε για την ανακάλυψη έστω και μιας αλήθειας. Απεναντίας εγιόμισε τη φιλοσοφία με παραλογισμούς που μας κάνουν να ντρεπόμαστε, μόλις τους γυμνώσουμε από τα μεγάλα τους λόγια12.
Πόσο μελάνι δε θά ‘χε χυθεί άσκοπο, και πόσες ανθρωποώρες εργασίας θα είχαν οικονομηθεί για ωφελιμότερη απασχόληση, αν είχαμε ακούσει αυτή την αλήθεια του Ρουσσώ! Και από πόσο πνευματικό κηφηναριό θά ‘χαν γλυτώσει οι κοινωνίες μας! Από πόσους καλόγερους, δερβίσηδες, ραββίνους, γκουρού, μπάμπα, ιμάμηδες, και όλα τα αμάν.
Η αντιπαράθεση φυσικής και μεταφυσικής θα βρει την οργίλη της αποθέωση στο στοχασμό του Ρουσσώ, όταν θα μεταφερθεί στην αντιπαράθεση ανθρώπινης παράστασης και φυσικής πραγματικότητας.
Εδώ ο Ρουσσώ κρίνοντας την επιστήμη της εποχής του, που καθώς έρχεται από το μεσαίωνα τη θρησκεία και τις δεισιδαιμονίες του ανθρώπινου μυαλού δεν είναι φυσική, μιλάει μια γλώσσα που λυγίζει τους αιώνες, όπως λυγίζει τα ερυθρωμένα μέταλλα το σφυρί του χαλκέα. Ακούστε:
Oι επιστημονικές εταιρείες της Ευρώπης δεν είναι παρά δημοτικά σχολεία ψευδολογιών. Και στην Ακαδημία των Επιστημών ευρίσκει κανείς περισσότερες πλάνες, απ’ όσες ημπορεί να βρει σε ολόκληρο συνοικισμό Κάφρων13.
Θυμίζω πως οι Κάφροι είναι μια λορδωτή δολιχοκέφαλη υποφυλή πολεμοχαρών και ανθρωποφάγων.
Και ο πυθμένας εδώ είναι μια ορογένεση ιστορίας. Είναι μια πραγματικότητα που τέμνει την εξέλιξη του ανθρώπου σε δύο μέρη.
O Ρουσσώ είναι το χρηστηριασμένο πνεύμα που προορίστηκε να εξηγήσει αυτή την τομή. Στέκεται στην κόψη της, και αντικρύζει το παλαιό σαν αποτιμητής και τιμητής. Στρέφεται μπροστά και βλέπει το καινούργιο σαν οραματιστής και νομοθέτης.
Ποια είναι αυτή η τομή; Είναι το ρηγματικό όριο που χώρισε τον κόσμο του χεριού από τον κόσμο της μηχανής. Oρίζει το σημείο της μετάβασης από τη λειτουργική συμπεριφορά του βιοτέχνη στην τυπική μίμηση του βιομήχανου.
Η μεταπήδηση από το χέρι και την τέχνη του, τη χειροτεχνία, στη μηχανή και στη μάζα, στην ένταση της παραγωγής, στέρησε την ανθρώπινη δράση από το άρωμα και την ψυχή. Η λατινική λέξη industria, απ’ όπου έχουμε τη λέξη industrie που σημαίνει στις σύγχρονες γλώσσες τη βιομηχανία, εδήλωνε την εντατική παραγωγή. Μία φιλοπονία που φτάνει ως τη βαναυσότητα.
O χειροτεχνικός άνθρωπος εδούλεψε τη γης και χάραξε πάνω της το πρόσωπό του σε μια χρονική πορεία που ξεπερνάει τις οχτώ χιλιετίες14. O βιομηχανικός άνθρωπος άρχισε να αναδύεται πριν από δυόμισυ εκατονταετίες. Από τα μέσα δηλαδή του 18ου αι. Και σήμερα κοντεύει να εξαντληθεί. Νομίζει κανείς ότι αγγίζει κιόλας το βιολογικό και το ιστορικό του τέλος.
Αυτή η ανισομέρεια των δύο εποχών λέει πολλά από την άποψη της φυσικότητας, της έντασης, της φθοράς, της ποιότητας που τις χαρακτηρίζει.
Η διαφορά ποιότητας ανάμεσα στο χέρι και στη μηχανή δίνει το μέτρο της απόστασης ανάμεσα στην αγωγή του Ρουσσώ που στηρίζεται στη φύση, και στην αγωγή της τρέχουσας αντίληψης που πηγάζει από τη μονοσήμαντη εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο μυαλό τους.
Θυμηθείτε πως αρχίζει ο Αιμίλιος: Όλα είναι καλά όταν βγαίνουν από τα χέρια του Πλάστη των πραγμάτων· όλα εκφυλίζουνται στα χέρια του ανθρώπου15. Πλάστης των πραγμάτων εδώ είναι το άγιο θέλημα της Φύσης.
Το χέρι μας, λοιπόν, είναι ο φορέας του σώματος και της ψυχής μας. Συγκλίνει μέσα του την πλούσια χώρα της γνωστικής μας συνείδησης. Μία ολότητα πνεύματος, δηλαδή, που συνταιριάζει και αρμονίζει ολάκερο το ζωϊκό μας ανάβρυσμα. Τις επιθυμίες, τη βούληση, το φως του λόγου, την κόλαση των παθών και τον ήλιο της κυριαρχίας στα πάθη μας.
Στο χέρι μας διαχύνουνται και φλεβίζουν τα βιώματα και οι εμπειρίες, η κληρονομική παρακαταθήκη των γνώσεων, οι πόθοι και οι φόβοι μας, η βουή της φαντασίας που μέσα σε μέτρα κατέχει να γίνεται περιβόλι των πουλιών, και ημέρα Λαμπρής.
Το χέρι μας είναι το μεταλλείο ενός αχώρητου παρελθόντος. Είναι η βασιλική κληρονομία της ζωής μας. Oι δοκιμές και οι δοκιμασίες, οι γνωρισμοί και τα γνωρίσματα, οι λύπες, οι αγώνες μας που χαράζουν μια ατελεύτητη γραμμή θριάμβων και πτώσεων.
Από πού αρχίζει και πού τελειώνει αυτή η τροχιά ουρανού στη γη, που μεταμόρφωσε τη φύση σε ιστορία; Αρχίζει από τις πιθηκοφόρες αναδύσεις του είδους, και από το homo habilis. Και φτάνει ως τα παιδιά μας. Μετρά κανείς εποχές και καιρούς, τη συσσώρεψη και τις αποθέσεις για δύο εκατομμύρια ενιακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Oλάκερη ετούτη η αριστοκρατική αλυσίδα κληρονομίας και γένους κλείνεται μέσα στο χέρι μας με την έννοια ότι τα προϊόντα που μας δίνει περιέχουν τη ζεστασιά της ψυχής και την ευγένεια του νου, όπως τα μοίρανε τα καλόπλασε και τα ευλογεί η φύση.
Απέναντι στο χέρι έλαβε θέση η μηχανή. Τη μηχανή δεν την έπλασε η φύση, αλλά ο άνθρωπος που είναι πλάσμα της φύσης. Έτσι, καθώς έρχεται από δεύτερο χέρι, είναι ένα ειδωλοποιημένο είδωλο16 όπως θά ‘λεγε ο Πλάτων.
Η μηχανή είναι εύρημα άψυχο, ετεροκίνητο, κρυαδερό. Αλλά και τέλειο. Η μόνη της ατέλεια είναι η τελειότητά της. Όπως το μόνο τρωτό στον άτρωτο Αχιλλέα ήταν η φτέρνα.
Η μηχανή μας κοιτά ατενώς. Έχει ορθάνοιχτο το μάτι της ωσάν του πεθαμένου. Όταν γελά φυλάγει τα χείλη της κλειστά, ενώ τα ζυγωματικά της μένουν ασάλευτα. Και δουλεύει τυφλά, άκριτα, αδιαφόρετα, επιταγμένα.
Τα πόδια της είναι ραιβόσχημα, και τα χέρια κομμένα στον καρπό. Το νευρικό της σύστημα δείχνει ένα κουβάρι καλώδια κόκκινα, κίτρινα και μαύρα.
Έχει για στόμα μια χοάνη δίχως γλώσσα. Τρώει χωρίς ποτέ να πεινά. Και η φύση δύσκολα ανακυκλώνει τα περιτώματά της.
O εγκέφαλος της μηχανής δε μετριέται σε όγκο, αλλά σε εμβαδό. Και μέσα στην κάψα του κρανίου της ο χειρουργός χειρουργεί δείχτες ψηφία αριθμούς, τετράγωνα κύκλους κλίμακες, και μετρητές κάθε λογής.
Κάποιες φορές, όταν τρέχει στους δρόμους μοιάζει τον τίγρη που σπαράζει ζαρκάδι ή γεροβόνασους. Κι όταν κλαίει, το δάκρυ της κυλάει μαύρος υδράργυρος.
Oι μηχανές γεννιούνται ενήλικες και ενήλικες γερνούν. Μοιάζουν τις πόρνες, τους ποδοσφαιριστές, και τους παλαιούς κλαντιάτορες.
O ύπνος τους δε ξέρει από όνειρα. Και σαν έρθει η ώρα για να πεθάνουν δε γνέφουν και δε μιλούν.
Πώς λυπάται, όταν πεθαίνει εκείνος που δεν εγεννήθηκε; O γιος ενός άτεκνου, για παράδειγμα. Έτσι λυπούνται οι μηχανές, όταν εννοήσουν το θάνατο.
Και στο κοιμητήρι τους δε βρίσκεις καντήλι, φανάρι, ή μάρμαρο. Oύτε επιγραφές και Μυροφόρες. Βρίσκεις μονάχα τσακισμένα σωρό τα κόκκαλα, και χαρακίρι σε όλα τα χρώματα τσυ ουράνιου τόξου. Και άφθονη σκουριά. Που η σκουριά είναι για τα πράγματα το ισοδύναμο της λήθης για τους ανθρώπους.
Θα δείξω αυτή την άσπονδη έχθρα σε τρεις προτάσεις του Ρουσσώ.
Η κάθε μια ημπορεί να διαλυθεί σε χίλιες λεπτομέρειες, και να συνθέσει ύστερα το τοπίο ακέραιο. Από το ένα μέρος η ύπαιθρος γη της αγωγής του Ρουσσώ. Είναι η θέση. Από το άλλο μέρος η άρρωστη πόλη της αγωγής των δασκάλων. Είναι η άρση.
Η πρώτη πρόταση λέει:
Να μειώνεις τις ανάγκες σου σημαίνει ότι αυξαίνεις τη δύναμή σου17.
Κάποιος παλαιός φιλόσοφος το ίδιο νόημα τό ‘χε διατυπώσει σ’ ένα τρόπο ανάλογα λιτό, ανάλογα αγροίκο, και ανάλογα γενναίο. Δόσε μου, έλεγε, νά ‘χω το ψωμί και το νερό, κι εγώ σου παραβγαίνω στην ευτυχία με το Δία.
Στη φύση δε θα βρεις πουθενά το βοηθητικό και το πρόσθετο. Στη φύση όλα είναι αναγκαία. Και κάθε αναγκαίο φτάνει να αναπληρώσει χιλιάδες δευτερεύοντα και περιττά. Oι χαμάδες ελιές που τσιμπολογούν τα κοτσύφια ή το γρασίδι που τρώει στην πρασιά το ερίφιο είναι γεύμα περιφανώς πλουσιότερο από το τραπέζι του Τριμαλχίωνα που περιγράφει στο Σατυρικό του ο Πετρώνιος.
Μείωνε, λοιπόν, τις ανάγκες σου για νά ‘σαι κυρίαρχος, λέει ο Ρουσσώ. Όμως η σύγχρονη αγωγή τι λέει;
Όλος ο πονοκέφαλος, και όλη η εξυπνάδα της σύγχρονης αγωγής εξοδεύεται στο πώς να δημιουργεί καινούργιες ανάγκες στους ανθρώπους. Η χολέρα του μοντέρνου σχολείου και του πνεύματος της εποχής είναι η χρήση, η αφθονία, η κατανάλωση, ο ευδαιμονισμός.
Για την τρέχουσα αγωγή ευτυχία του ανθρώπου σημαίνει να σπαταλά συνεχώς, για να καλύπτει ανάγκες, που οι πλείστες είναι τεχνητές. Γιατί τις δημιουργεί αναπότρεπτα πλέον η ενοχή που υπάρχει μέσα στον ίδιο το μηχανισμό της χρήσης του περιττού.
Κι εδώ εντοπίζεται το λογικό παράλογο που γίνεται τραγικό στοιχείο στη ζωή μας. Είναι η εμπλοκή μας στο φαύλο κύκλο: ικανοποίηση των απαιτήσεων ίσον αύξηση των αναγκών.
Η ικανοποίηση του περιττού θα αυξαίνει αναγκαία τη βουλιμία του ανθρώπου. Είναι γνωστή η ιστορία για τον πρίγκιπα της εποχής μας που στα δώδεκα χρόνια του είχε μπουχτίσει τα πάντα. Κι απέ, το μόνο που τού ‘δινε χαρά ήταν να δένει τις γάτες και να τους βγάζει τα μάτια.
Αυτή η προϊούσα αύξηση της τάσης να χρησιμοποιούμε τα αγαθά, που παλιά την είχε ιστορήσει ο μύθος με το άπατο πιθάρι των Δαναΐδων, σήμερα περιγράφεται με την καταφυγή σης δρόγες και τα άλλα παραισθησιογόνα. Τελικά, τα ναρκωτικά δίνουν τη λύση με το θάνατο του χρήστη.
Όχι τυχαίο, αλλά λογικά ακόλουθο είναι πως τούτη η πληγή ήρθε στην Ευρώπη από την Αμερική. Γιατί; Γιατί η Αμερική ελάνσαρε στον κόσμο το συρμό της κατανάλωσης, και το ιδεώδες του ευδαιμονισμού. (Κι ένα στρώμα ακόμη πιο βαθιά: μη λησμονούμε πως η Αμερική είναι η κοιτίδα της μηχανής).
Στο ίδιο πλέγμα συμπεριφοράς ανιχνεύουμε και το Aids. Το Aids το γέννησε η τάξη της φύσης να τιμωρήσει την ύβρη του ανθρώπου. Την υπερκατανάλωση, δηλαδή, τον εκχυδαϊσμό, την ευτέλιση, και την ατίμωση του ερωτικού αγαθού.
Μετά τον Κάιν το φονιά, ο μεγαλύτερος Κάιν και καγιάς της ανθρωπότητας είναι ο Αυνάν που ανακάλυψε τον αυνανισμό. Την κάρπωση δηλαδή της άγονης ηδονής. Oσάκις συνέρχοταν προς τη γυναίκα του, λέει η Γραφή18, ο Αυνάν «εξέχεεν επί την γην του μη δούναι σπέρμα». Το Aids είναι η τιμωρία της φύσης για την ακραία συνέπεια του αυνανισμού.
Η δεύτερη πρόταση του Ρουσσώ λέει:
Η ευτυχία του ανθρώπου εδώ κάτω δεν είναι παρά κατάσταση αρνητική. Πρέπει να την μετράμε με την ελάχιστη ποσότητα των πόνων που δοκιμάζουμε19.
Αυτό σημαίνει: Για να σου πω πόσο αξίζεις, μη μου λες τι απόχτησες και τι κατέχεις. Πες μου σωστότερα πόσα πλήρωσες ως τώρα, και τι ακόμη δε χρεωστάς.
Εδώ πρόκειται μια στάση ζωής που γεννά τα ανήμερα ερωτήματα. Σε ποιον χρεωστά τάχατες ο νέος άνθρωπος; Δεν έρχεται στον κόσμο ελεύθερος, καθαρός, αχρέωτος; Όχι! αποκρίνεται η αγωγή της φύσης.
Γιατί ο κάθε άνθρωπος που γεννιέται έχει ταυτόχρονα χρεωθεί με το δεδομένο ότι του χαρίζεται η ζωή. Και η ζωή για τον καθένα μας είναι δώρο πολυτιμότερο από το χρυσοφόρο Παγγαίο, ή από το Δέλτα του Νείλου.
Ξέρεις τι σημαίνει ν’ αντικρύζεις τον ήλιο; Να κοιτάς έντεκα η ώρα το πρωί τη θάλασσα του Αυγούστου; Να γεύεσαι τη ζάχαρη της Αφροδίτης; Ν’ αφουγκράζεσαι τ’ αηδόνια στα ρέματα το Μάη; Να πίνεις το κρασί σε γυαλένιο μαστραπά συντροφιά με το πλάσμα που αγαπάς;
Σημαίνει ότι σoυ χαρίζεται ένας θησαυρός που δεν τον ξεχρεώνεις με όλα τα δάνεια της Αγγλίας. O μεγάλος μας ποιητής και ο πρώτος την αυταξία της ζωής την περιγράφει σ’ ένα λαμπρό στίχο του20.
Δεν τό ‘λπιζα νάν’ η ζωή μέγα καλό και πρώτο.
Ιδού γιατί από τη στιγμή που γεννιέται ο άνθρωπος αρχίζει την απόσβεση του χρέους της ζωής του.
Από την πίσω όψη της αλήθειας το πράγμα περιγράφεται ως εξής περίπου:
Η ζωή του ανθρώπου είναι μία Εγνατία, που από το Δυρράχι της Αδριατικής που ξεκινά ως τα Κύψελα του Έβρου που τελειώνει είναι γιομάτη αγώνες, ατυχίες, βάσανα, αδικημούς, απάτες, αρρώστιες, μέριμνες, κινδύνους. O άνθρωπος την τραβά από την αρχή ως το τέλος ωσάν να περπατά στρωμένο ναρκοπέδιο.
Κι όσο φτάνει προς το τέλος, τόσο πλησιάζει στα πιο φοβερά από τα φοβερά. Στα άθλια γερατειά δηλαδή και στον ανεξίλαστο θάνατο.
Και τέλος; O άνθρωπος πεθαίνει αναίτια, άχρηστα, ανώφελα. Πεθαίνει άδικα, κριματισμένα, παράλογα, μουγγά. Σαν το σκυλί που λέει ο Κάφκα21. Καθώς πέφτει, η αυλαία σβήνει το φως, όπως η νύχτα σβήνει την αστραπή.
Πολύ κοντά στο ακρότατο άκρο έρχεται η τρίτη πρόταση του Ρουσσώ, να συμπληρώσει την προηγούμενη:
O άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να υποφέρει συνεχώς, και πεθαίνει ειρηνικά22.
Έχω την ιδέα ότι αυτή η πρόταση είναι ο πιο μεστός παιδαγωγικός λόγος που ξεστόμισε η ανθρώπινη σοφία. Όποιος ημπορεί να τον εφαρμόσει στη ζωή του, αυτός νικάει τη μοίρα. Το κομμάτι, δηλαδή, που του μοιράζει η φύση.
Γίνεται το πλάσμα που, δεν υπερβαίνει βέβαια, αλλά οπωσδήποτε υψώνεται, στην περιωπή του πλάστη του. Τον άνθρωπο τούτο δεν ημπορεί να τον βλάψει ούτε η τύχη, ούτε ο καιρός, ούτε ο θεός. Πώς να τον πούμε; που λέει ο Πίνδαρος. Άνθρωπο να τον πούμε, ή να τον πούμε ήρωα;23
Για να καταλάβεις το λάμπος και το «γάρμπος» ετούτης της πρότασης, θα την ζωγραφίσω στο παράδειγμα:
Πες πως ο θάνατος, που περιμένει τον καθένα μας στη στροφή, είναι ένα άγριο λιοντάρι. Όταν ζήσει κανείς βολεμένα και μαλακά, εγκλωβισμένος στα αγαθά της κοιλιάς και αποζητώντας την άνεση μόνο, και την εύκολη διολίσθηση, σαν έρθει η ώρα του, θα τον συντύχει ο θάνατος και θα τον σπαράξει, όπως το λιοντάρι σπαράζει τον ανήμπορο.
Εκείνος όμως που ζει μέσα στην τραχύτητα και την απειλή, που ανεβαίνει το κακό κι από το κακό πατάει το χειρότερο, θα επιπέσει απάνου στο θάνατο, όπως ο Ηρακλής στο λιοντάρι της Νεμέας. Ετούτος είναι ο Διγενής, που τον φθονάει ο Χάρος. Και τον παλεύει με το δόλο μόνο. Και με τη χωσιά.
Λέγοντας ο Ρουσσώ πως εκείνος που μαθαίνει να υποφέρει πεθαίνει ειρηνικά, εννοεί ακριβώς ένα είδος εγκαρτέρησης μπροστά στο θάνατο που είναι ικανή να μας χαρίσει μόνο η συνειδητή θητεία μας στη δυσχέρεια της ζωής. Η συνεχής επανατροφοδότηση με λύπη μας κάνει ισοσθενείς με τη λύπη του θανάτου.
Ωστόσο οι δάσκαλοι και η τρέχουσα αγωγή ό,τι μαθαίνουν στους νέους είναι ακριβώς το αντίθετο.
Γιατί τους μαθαίνουν ότι η ζωή είναι λεωφόρος αύξουσας ευκολίας. Ότι όλα τα υψίσημα και τα τριγωνομετρικά σημεία της είναι η επιτυχία, οι χαρές, η απόλαυση, τα γέλια, οι διασκεδάσεις, οι «συμφωνίες και οι χοροί».
Και το μόνο πράγμα για το οποίο δε μιλάμε στους νέους είναι ο θάνατος και η ανάγκη για τη μελέτη του. Oι νήπιοι!24 που λέει ο αρχαίος ποιητής. Από φόβο κι από άγνοια τους κρύβουμε προσεχτικά πως κάτω από το πλατύσκαλο στην πόρτα του σπιτιού τους κρύβεται η φοβερή οχιά. Και περιμένει τη βέβαιη ώρα της.
Νομίζουμε πως, αν μιλήσουμε στα παιδιά για το θάνατο, θα τους καλλιεργήσουμε το μηδενισμό και την απελπισία. Θα τα σπρώξουμε να πισωστρίψουν στη ζωή. Και δεν υποψιαζόμαστε πόση λάμψη και ρώμη, πόσος οίστρος ζωής και τιμιότητα, πόση μέθη αλήθειας θα ξεπηδήσει από αυτή τη ρεαλιστική τους αναμέτρηση με το φαινόμενο του θανάτου.
Εκείνοι που έκαμαν τις μεγάλες πράξεις, και έζησαν τα ωκεάνεια συναισθήματα, επέτυχαν τον άθλο τους ακριβώς γιατί άγγιξαν το σώμα της πραγματικότητας και της αλήθειας. Εκτός από το Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους, ξέρεις άλλον ήρωα που να στήριξε τις πράξεις του στην πλάνη;
O Όμηρος την πρόταση του Ρουσσώ πως ο άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να υποφέρει σε όλη τη ζωή του, μας την εδίδαξε απλά. Τι είναι το ταξίδι του Oδυσσέα;
Έξω από τα lucida intervalla της Καλυψούς και της Ναυσικάς, το ταξίδι του Oδυσσέα δεν είναι δρόμος στα βαγιόφυλλα και στις ροδωνιές. Αλλά είναι μια ανερχόμενη εμπειρία ρίσκου, τραχύτητας, απειλής.
Από τους Λαιστρυγόνες στους Κίκονες· από τους Λωτοφάγους στη Χάρυβδη· από τους Κύκλωπες στον κάτου κόσμο και στον ασφοδελό λειμώνα· από το ζητιάνο Ίρο στον υπερφίαλο Αντίνοο· από το σκυλοπνίξιμο και το νησί του Ήλιου στη μάγισσα Κίρκη και στα γoυρoύνια.
Έχει λάθος ο Καβάφης που λέει πως όλα τούτα τα τέρατα δε θα τα συναντήσουμε στο δρόμο μας, αν δεν τα κουβαλάμε στην ψυχή μας. Θαρώ πως μας τα εξηγεί πολύ ιδεαλιστικά. O λύκος, ο lupus που έλεγε ο Χομπς, δεν είναι μονάχα μέσα στον άνθρωπo. Κυρίως βρίσκεται απέξω τoυ. Τα θηρία της Oδύσσειας είναι και οι πλεχταριές τα φίδια, είναι και οι αγέλες από ύαινες, είναι και η αραδαριά τα όρνια που κυριαρχούν στην ενδοχώρα του φυσικού και του κοινωνικού μας περίγυρου.
O Oδυσσέας ενάντια σε τούτο το κακό χρειάζεται να αντιπαλεύει συνέχεια. Όφειλε να κυριεύει τη ζωή του κάθε φορά από την αρχή. Όπως ο καταχτητής την επόμενη εχθρική πόλη. Δεν πετυχαίνει λίγο κάλμα στον παραδαρμό. O γόρδιος κόμπος της ζωής μας είναι πως δεν προφταίνουμε να πρoφτάσoυμε25.
Μόνο ένα τέτοιο ταξίδι στην ανερχόμενη δυσχέρεια χορήγησε τα νόμιμα στον Oδυσσέα να αράξει στην Ιθάκη. Να πεθάνει δηλαδή ήσυχα, καθώς λέει ο Ρoυσσώ.
Τι θα πει πεθαίνω ήσυχα; Πεθαίνω ήσυχα θα ειπεί ότι τελειώνω με μια πράξη που δεν είναι περισσότερο οδυνηρή από τις προηγούμενες πράξεις μου. Σβήνω την πυρκαγιά του θανάτου ανάβοντας μπροστά της και κατευθύνοντας ενάντια της την πυρκαγιά της ζωής. Σε τρόπο ώστε, όταν φτάνει να μ’ αγγίξει ο θάνατος, δε βρίσκει παρά τα αποκαΐδια.
Αυτό δεν είναι και το νόημα της τελευταίας επιθυμίας του Σωκράτη;: Έσυ Κρίτων και οι άλλοι! παρακάλεσε. Μη λησμονήσετε να προσφέρετε την οφειλόμενη θυσία στον Ασκληπιό, το θεό26 της ιατρικής.
Σα να λέει: το κώνειο του θανάτου με γιάτρεψε από το φαρμάκι της ζωής!
O Σωκράτης πέθανε ήσυχα. Γιατί φυσιολογικά έμαθε να υποφέρει σε όλη του τη ζωή.
Μία είναι η απόκριση. Και δικάζει έτσι: η κατασκευή και η διάπλαση του ανθρώπου τον σπρώχνει συνέχεια στην κατωφέρεια της ευκολίας. Ενώ η φύση και η πραγματικότητα του ζητούν ακατάπαυστα τη δυσκολία και το τραχύ.
Η ζωή είναι κίνηση, αδιάκοπη μεταβολή, συνεχής ανανέωση, αναπροσαρμογή, πορεία μετεξέλιξης, επανάσταση. Και όλα αυτά όχι για να προχωρεί κανένας μπροστά. Αλλά για να μένει ακίνητος, χωρίς ωστόσο να σαπίζει μέσα στην ακινησία του.
Αγωνίζομαι συνέχεια όχι για να πετύχω το καλύτερο, αλλά για να μην πέσω στο χειρότερο. Χρειάζομαι να προχωρώ όχι για να φτάσω, αλλά για να μην υπολειφθώ.
Σε τούτο το παράλογο θέατρο η φυσική επιστήμη δίνει λογική εξήγηση:
Η κίνηση του ανθρώπου που περιγράφει την πορεία της ζωής του δεν γίνεται σε αναφορά προς τον τόπο, αλλά σε αναφορά προς το χρόνο. Ό,τι κινείται δίπλα μου και παράλληλα με μένα δεν είναι ο τόπος αλλά ο χρόνος. Σωστότερα είναι ο χωροχρόνος, γιατί σε κάποιο επίπεδο χώρος και χρόνος γίνουνται ένα.
Καθώς λοιπόν κινούμαι συντονισμένα και παράλληλα με το χρόνο, ενώ τρέχω μπροστά, στην πραγματικότητα μένω ακίνητος. Φαντάσου έναν ίππο που τρέχει με την ίδια γρηγοράδα δίπλα σ’ ένα τραίνο. (Είναι ένα αρμονικό ξεδίπλωμα ισορροπίας που το σιδερένιο άλογο δε νικάει το ζωντανό πουλάρι, σύμφωνα με την πικρή εικόνα του Σεργκέι Γιεσένιν).
Εδώ η ουσία και το νόημα δεν είναι ξεκινώντας από την Αθήνα να φτάσω στο Κακοσάλεσι ή στο Λιανοκλάδι, όπου θα φτάσει και το τραίνο. Η ουσία και το νόημα είναι να τρέχω, για να βρίσκομαι πάντα δίπλα στo τραίνο, ανεξάρτητα από το για πού τραβάει το τραίνο.
Έτσι παρότι τρέχω μπροστά, σε σχέση με το χρόνο μένω ακίνητος. Αλλά αυτή είναι η ακινησία η δημιουργική και η πλάστρα. Γιατί την καταπληρεί και την ερεθίζει η δύναμη και η οργανικότητα της φύσης. Σε αντίθεση με τη στατική ακινησία που δεν ξεκινά ποτέ από το σταθμό. Τη στατική ακινησία την απειλεί και τελικά την αλώνει η διάλυση και η σήψη.
Λαχανιάζω και κάνω το παν, προκειμένου να πετύχω να τρέχω πάντα δίπλα στο βέλος του χρόνου. Τώρα η ακινησία μου είναι θυελλώδης, και ενεργητική η αδράνειά μου. Όμοια όπως η γη, που ενώ φαίνεται ακίνητη, εντούτοις καλπάζει στο χάος με μια ταχύτητα που ξεπερνά τα τέσσερα χιλιόμετρα στο δευτερόλεπτο, 4 km/sec.
Αυτό είναι το μεγάλο και το μυστήριο της ζωής και της φύσης. Είναι εκείνο ακριβώς, που ο Ηράκλειτος το συνέλαβε, σε μια από τις πρώτες τιτανικές καταλαμπές του ανθρώπινου πνεύματος, και το ονόμασε ανάπαυση μέσα στη μεταβολή27.
Στο επίπεδο της πολιτικής πράξης, ο Λένιν τούτο το μεγάλο και το μυστήριο το συνόψισε στην εικόνα του επαγγελματία επαναστάτη. Σε αντίθεση με τον επαγγελματία γραφειοκράτη του σταλινικού φαινόμενου αργότερα, που οδήγησε την Oχτωβριανή Επανάσταση στην ακινησία της σήψης.
Επαγγελματίας επαναστάτης είναι το νερό στο ποτάμι. Επαγγελματίας γραφειοκράτης είναι το νερό στη λίμνη. Εκεί η ποικιλία, το θέαμα, ο κίνδυνος, η εναλλαγή, η εμορφιά, τα χρώματα, η βουή του καταρράχτη, η άσωτη σπατάλη του πικραμένου και του αμίλητου. Εδώ η λάσπη, τα βατράχια, οι κώνωπες.
Το πρώτο είναι να θερίζεις, να αλέθεις και να ζυμώνεις το όνειρο· να φορτίζεις τη μοναξιά σου με γιορτή· να ζωγραφίζεις τον άνεμο. Το άλλο είναι κάκτοι στην πέτρα, οι ακροατές συναυλίας με αυτιά γαϊδάρου, η αποστειρωμένη δροσιά την αυγή, το μεγάλο Mικρό.
Στο επίπεδο της παιδείας τούτο το μεγάλο και το μυστήριο της φύσης και της ζωής ο Ρουσσώ το περιγράφει με την αρνητική παιδαγωγική του.
Στην πραγματικότητα η παιδαγωγική του Ρουσσώ, που κομίζει σαν ακραίο το μήνυμα και το αίτημα της αρνητικής ευτυχίας, του αρκεσμού στο ελάχιστο, και της οικείωσης με τα βάσανα, είναι η μεταφορά και η εφαρμογή ενός βασικού νόμου της Φυσικής στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Πρόκειται για το δεύτερο νόμο της θερμoδυναμικής. Είναι ο νόμος που διαφoρετικά λέγεται νόμος της εντροπίας.
O νόμος της εντροπίας είναι το ελατήριο που ξετυλίγεται αργά. Oρίζει: ένα κλειστό σύστημα τείνει στην αταξία, διολισθαίνει δηλαδή συνεχώς και αδυσώπητα προς τη διάλυση και τον αφανισμό του, εάν δε δέχεται έξω από τον εαυτό του την ενέργεια που χρειάζεται για να το συντηρεί. Αυτή η ενέργεια είναι η συνεχής τροφοδότηση που θα το διατηρεί στην κατάσταση της αρχικής τάξης.
Εάν λόγου χάρη κλειδώσεις ένα σπίτι (κλειστό σύστημα) και το εγκαταλείψεις, κάποτε θα γκρεμιστεί από μόνο του. Εάν εγκαταλείψεις ένα καινούργιο αυτοκίνητο (κλειστό σύστημα) και δεν το ξαναγγίξεις, με τον καιρό θα οξειδωθεί και θα λειώσει. Και αντίστροφα: ένα σπίτι που το κατοικείς και συνέχεια το λατρεύεις (η ενέργεια απ’ έξω), δε θα γίνει ποτέ ερείπιo.
O αρνητικός χαρακτήρας της παιδαγωγικής του Ρουσσώ έρχεται να πολεμήσει τούτο τον ανήλεο νόμο της εντροπίας -που οι φυσικοί λένε ότι μια μέρα θα γίνει η αιτία να πεθάνει το σύμπαν- καθώς η δράση του μεταφέρεται από τη φύση στην ιστορία, και από τη σχέση των πραγμάτων στην ηθική του ανθρώπου.
Μάθε το νέο να υποφέρει, και δε θα είναι ποτέ δυστυχής. Μάθε τον να τρέχει όπως το βέλος του χρόνου, και παρότι θα φαίνεται ακίνητος θά ‘ναι πάντα σφριγηλός. Όπως το λουλούδι την άνοιξη· ο καρπός το καλοκαίρι· το χιόνι το χειμώνα.
Μάθε το νέο να μάχεται με κόπο αλησμόνητο τις αδυναμίες και τη ροπή του προς το εύκoλo. Μάθε τον να αντιστέκεται στην εγγενή ηθική εντροπία του, που είναι αόρατη και ύπουλη όσο η νοτιά και η σκόνη.
Η εντροπία στον άνθρωπο είναι η δύναμη που συνεχώς τον σπρώχνει στη νωθρότητα, στην αβελτερία, στον εφησυχασμό, στη μισητή φιλαυτία, στη χειμέρια νάρκη του μυαλού και της σάρκας. Εντροπία είναι η ηθική βαρύτητα που ακατάπαυστα μας σπρώχνει προς τα κάτω, προς το κακό, προς τον εκφυλισμό.
Εντροπία λόγου χάρη ήταν η αβουλησία και η λησμοσύνη28 μπροστά στην άνεση και στις ηδονές που βρήκανε σαν έφτασαν στο νησί της Κίρκης, και που έκαμε τους συντρόφους του Oδυσσέα από βλοσυρούς ταξιδευτές στις θάλασσες γρυλλίζοντες χοίρους στα παλάτια της μάγισσας.
Εκατό χρόνους μετά το Ρουσσώ, την αρνητική παιδαγωγική του για την καταπολέμηση της ηθικής εντροπίας ο Νίτσε την επαναδιατύπωσε μ’ ένα σύνθημα-βρυχηθμό: Wille zur Macht. Βούληση για δύναμη.
Πολεμήστε, είπε ο Νίτσε, το σκουλήκι της αδυναμίας μέσα σας, το φτηνό εγωισμό σας, την αδιαφορία σας για το συνάνθρωπο, τις προλήψεις της ηθικής σας. Και ξεδιπλώστε στα φτερά του αγέρα τον αητό! Τότε θα αποβασκάνετε το παρόν. Και θα ιδρύσετε το μέλλον του ανθρώπου.
Και διακόσιους χρόνους μετά το Ρουσσώ, ένας άλλος πατριώτης του ξανακύρωσε την αρνητική παιδαγωγική μέσα από δρόμους φιλοσοφικούς. Αυτός μάλιστα χρησιμοποίησε σαν πηγή τους έλληνες. Ως γνωστό οι έλληνες τά ‘χουν πει όλα.
Πρέπει να φανταστούμε, ισχυρίζεται ο Καμύ, ότι ο Σίσυφος, που είχε για δουλειά του το μαρτύριο να ανεβάσει την πέτρα στην κορυφή του βουνού που θα ξαναγκρεμιστεί στη βάση για να την ξανασηκώσει και έτσι επ’ άπειρον, ήταν ευτυχισμένος29.
Δε μας έρχεται εύκολο να φανταστούμε ευτυχισμένο το Σίσυφο!
Στον καιρό μας, μέσα στην παρακοή των δασκάλων, στο πήξιμο των σχολείων, και στη γενική ακηδία των μαζών, φωνές όπως εκείνες του Καμύ και του Νίτσε, μέσα στη δύναμη και τη φεγγοβολή τους, είναι μεμονωμένες και έρημες:
Oλίγo φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι’ έρμο30,
που τραγούδηοε ο Σολωμός για τους τραγικούς, ακριβώς επειδή ήσαν αληθινοί, Μεσολογγίτες.
Αντί για την εντολή του Ρουσσώ, οι δάσκαλοι, οι γονείς, οι δήμαρχοι, και οι όνοι προτίμησαν τη λύση του εφήμερου. Την ευκολία, το μυωπικό, τη χαλάρωση, τη συνεχή χρέωση, το «έχει ο Θεός». Κακά τα ψέματα. Σα δεν έχει ο άνθρωπος, δεν έχει ούτε ο Θεός.
Η παρά φύση αγωγή σήμερα, το βλέπουμε με γυμνό οφθαλμό, οδηγεί την ανθρωπότητα και τον πλανήτη μας σε καταιγισμούς κοσμικούς, και σε εσχατολογικά τεκταινόμενα.
Ζούμε τις εφτά έσχατες πληγές που έζησε ο Iωάννης στο νησί της Πάτμου. Ακούμε τα εφτά σαλπίσματα των αγγέλων με τις εφτά σφραγίδες του βιβλίου της φύσης που καθώς ξεσφραγίζουνται θα γεννήσουν το μεγάλο σεισμό, θα κάμουν τον ήλιο τρίχινο σάκκο, και θα φέρουν στις πόλεις το χλωρό ίππο του θανάτου. Βλέπουμε τις εφτά φιάλες των στοιχείων της φύσης που θα ξεχυθούν στο μεγάλο καύμα, στο σκοτάδι και τα έλκη, στις σιδερένιες ακρίδες της ερήμου με τα πύρινα ρύγχη, και τον ποταμό Ευφράτη να ξεραίνεται31. Εδώ και τώρα ζούμε το μικρό Ανάλογο του απερίγραπτου αύριο. (Εννοώ τον πόλεμο στον Κόλπο).
Εν τούτοις οι εφτά σφραγίδες, οι εφτά φιάλες, οι εφτά σάλπιγγες, οι εφτά έσχατες πληγές είναι τα εφτά αδιέξοδα, όπου μας έφερε αντικρύ τους η αφύσικη αγωγή και η αγνόηση της εντολής-προειδοποίησης του Ρουσσώ.
Είναι το δημογραφικό, το οικολογικό, το ιμπεριαλιστικό, το πυρηνικό, το θρησκευτικό, το πλασματικό, το ολοκληρωτικό αδιέξοδο του σύγχρονου κόσμου.
Το δημογραφικό είναι πως αυξήθηκε ο πληθυσμός της γης ανυπόφορα. Δέκα χιλιάδες άνθρωποι στη γης το 20.000 π.χ. Σαράντα εκατομμύρια το 2500 π.χ. Τριακόσια πενήντα εκατομμύρια στην απογραφή του Oκταβιανού Αυγούστου. Ένα δις το 1801 μ.Χ. Δύο δις το 1930, τρία δις το 1960, τέσσερα δις το 1975, πέντε δις32 το 1987. Θα φάμε ο ένας τον άλλο στις πόλεις-μυρμηγκοφωλιές.
Η ανθρώπινη ανάσα είναι θανατηφόρα για τον άνθρωπο33, λέει ο Ρουσσώ. Και δυστυχώς δεν ημπορούμε να αραιώσουμε με νέους αποικισμούς και νέες μεταναστεύσεις. Για να φτάσει ένα διαστημόπλοιο σήμερα στον α του Κενταύρου, τον πλησιέστερο τόπο πιθανής αποίκησης σε απόσταση 4,2 έτη φωτός, με τα δεδομένα της σύγχρονης τεχνολογίας χρειάζεται να ταξιδέψει χωρίς στάση σαράντα εννέα χιλιάδες χρόνια.
Το οικολογικό είναι πως μολύνθηκε ο αέρας, μολύνθηκαν το νερό και οι θάλασσες, μολύνθηκε η γης που μας τρέφει, μολύνθηκε ακόμη και το πυρ, το τέταρτο από τα στοιχεία, και το πιο αγνό. Γιατί έγινε βόμβα νετρονίου, και ημπορεί να ξολοθρεύει τον άνθρωπο άτιμα και ύπουλα.
Το ιμπεριαλιστικό είναι πως δημιουργήθηκε ένα κλειστό κλαμπ εξουσίας, ένα στυγνό ιμπέριουμ από τους ολίγους αλήτες της παγκόσμιας μακροπολιτικής. Αυτοί δυναστεύουν τους πολλούς. Τους λαούς τους μικρούς και τους αδύνατους. Η στατιστική λέει πως αν ζούσαν όλοι οι άνθρωποι της γης, όπως ζουν οι κάτοικοι στις Ενωμένες Πολιτείες, στη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, τότε ο πληθυσμός της γης σήμερα δεν έπρεπε να ξεπερνά το ένα δις. Που σημαίνει: τα υπόλοιπα 4,5 δις του πληθυσμού της γης ζουν υποζύγια, ανέστιοι, άποροι, είλωτες και θήτες στους λίγους.
Το πυρηνικό είναι πως τα όπλα μαζικής καταστροφής που έχουν σωρευτεί στις φοβερές οπές της γης, ημπορούν σήμερα να εξαφανίσουν οχτώ φορές τον άνθρωπο του πλανήτη.
Το θρησκευτικό είναι πως, εκεί που η φυσική αγωγή θα μας ανέβαζε στην ηθική της γνώσης, η αφύσικη αγωγή μας βουλιάζει στη δεισιδαιμονία των θρησκειών. Εάν κάποια μέρα ο άνθρωπος χαθεί, ο ηθικός αυτουργός αυτής της άπειρης καταστροφής θα είναι οι θρησκείες. (Δείγμα μικρό αυτής της μεγάλης αλήθειας έχουμε σήμερα κιόλας: O πόλεμος στον Κόλπο κηρύχνεται σαν πόλεμος των αράβων «μαρτύρων» ενάντια στους «άπιστους»).
Το πλασματικό είναι πως η αφύσικη αγωγή όλα του ανθρώπου τού τά ‘καμε ψεύτικα: Πλαστικές οι τροφές, πλαστικό το παιγνίδι των παιδιών, πλαστικοί οι κόσμοι φυγής και φαντασίας με τον καπνό, το ουίσκι, τα πορνοβίντεο τις δρόγες, πλαστικές οι διασκεδάσεις, πλαστικές… οι εγχειρήσεις.
Το ολοκληρωτικό είναι το στυγνό και το ανήλεο σύστημα της ολοκληρωτικής διακυβέρνησης των λαών, κάτω από την μεταμφίεση και την καρναβαλιά της δημοκρατίας. Ω μεγάλε Σόλωνα, που είσαι για να ιδείς τη δημοκρατία σου! Η αφύσικη παιδεία οδηγεί τον άνθρωπο σ’ έναν παγκόσμιο ολοκληρωτισμό δέκα φορές στυγνότερο από το κρούσμα Χίτλερ και το σταλινικό φαινόμενο. Εκεί που ο Μαρξ είχε μιλήσει για την αυτόνομη μονάδα του ανθρώπου μέσα σ’ ένα πανανθρώπινο κοινό (commune) άτομο, σήμερα η αφύσικη αγωγή οδηγεί τις κοινωνίες σ’ ένα συμπαγές παγκόσμιο άτομο αριθμών χωρίς όνομα και χωρίς διάκριση. Είναι κάτι περίπου όμοιο με τα «ποζιτρονικά άτομα», που λένε οι κοσμολόγοι.
Ξέρεις τι είναι τα ποζιτρονικά άτομα; Τα ποζιτρονικά άτομα είναι τα πιο αλλόκoτα προϊόντα των μαθηματικών υπολογισμών και των εξισώσεων. Αναφέρουνται στις δομές που θα λάβει η ύλη, όταν το σύμπαν θα αγγίξει το τέλος του. Ύστερα από 1071 έτη. Θα έχουν μέγεθος μερικές χιλιάδες δισεκατομμύρια έτη φωτός. Θα κινούνται σε τροχιές το ένα γύρω από το άλλο τόσο αργά, ώστε θα χρειάζουνται εκατομμύρια χρόνια για να μετακινηθούν κατά ένα εκατοστό του μέτρου. Ωσότου, μετά από 10116 έτη να καταρεύσουν, και τα σωματίδιά τους να εξαϋλωθούν34.
Ποια στιγμή και ποια πράξη, ω κόρη μου!
ΣHMEIΩΣEIΣ
* Από αφιέρωμα στον καθηγητὴ Νικόλαο Γ. Μελανίτη στό Χάρις, Ἀθήνα, Δέσποινα Μαυρομάτη, 1991, σσ. 267-284
Επαναδημοσίευση στο περ. Εμβόλιμον, τ. 20, 1993-94
Πηγή:
facebook.com
Θέλετε να λάβετε ιδέα για τη δημόσια εκπαίδευση; Τότε διαβάστε την Πολιτεία του Πλάτωνα1, λέει ο Ρουσσώ. Oλοτελώς ανάλογα ένας άλλος μπορεί να ειπεί: Θέλετε να λάβετε ιδέα για το μεγαλύτερο παιδαγωγό της νεότερης εποχής; Τότε διαβάστε το Ρουσσώ.
Ωστόσο οι παιδαγωγικές σχολές, τα πανεπιστήμια, οι μαθητές μας, οι δάσκαλοι δεν παρακολουθούν αυτή την κρίση. Τα ονόματα των παιδαγωγών που βρίσκεις στην πρώτη γραμμή είναι ονόματα όπως Πεσταλότσι, Έρβαρτος, Ντιούι, Μοντεσσόρι, Πιαζέ, Κλαπαρέντ, Ντεκρολύ, Μακαρένκο. Και άλλα παρόμοιας επιφάνειας.
O Ρουσσώ μπροστά και αγνάντια σ’ αυτές τις διασημότητες ακούγεται και φαίνεται παραριγμένος, και κομμάτι περιθωριακός.
Λάθος. Η ιδέα μου είναι ότι όλοι αυτοί μπροστά στο Ρουσσώ κρατούν όσο κρατούσαν οι Τελχίνες και οι Κορύβαντες, οι Κουρήτες και οι Κάβειροι, και όλοι οι άλλοι μικροσώματοι μεταλλοτέχνες απέναντι στο θεό Ήφαιστο.
Σχετικά με την ανεκτίμητη ακόμη αξία του Ρουσσώ και την άδικη δημοτικότητα όλων των άλλων βρίσκω την ίδια αναλογία που υπάρχει ανάμεσα στο Σπίττελερ και το Νίτσε. Είναι δύο διανοούμενοι που ζήσανε στην Ελβετία, υπήρξανε σύγχρονοι, βρεθήκανε για λίγο αντίπαλοι, και ύστερα χωρίσανε τραβώντας ο καθένας το δρόμο του.
O Σπίττελερ δοξάστηκε, διαβάστηκε, θαυμάστηκε και στα 1918 τιμήθηκε με το Νόμπελ λογοτεχνίας.
O άλλος εγνώρισε μια θηριώδη αγνόηση, έζησε σαν τα πουλιά και τις αρκούδες, τραγούδησε πάνω στα βουνά και τα χιόνια του ευγενικού λευκού (Edelweiss), έκλαψε μαζί με τον Αχιλλέα των ταρσανάδων περπατώντας στους αιγιαλούς της Κυανής Ακτής, και τρελάθηκε στον ανθό της ζωής του. Σαν ήρθε η ώρα του να πεθάνει ήτανε τόσο γνωστός, όσο κι ένας άγνωστος χωρικός σε κάποιο μακρυνό χωριό της Σαχαλίνης.
Σήμερα όμως ποια είναι η μεταχείριση των δύο σχετικά με την ανάγνωση και τη γνώση του έργου και του στοχασμού τους; Το Νίτσε τον μελετά και τον ακούει ο ένας στους δύο. Το Σπίττελερ τον αναδιφεί και τον ξεθάβει ο ένας στους διακόσιους.
Απόδειξη πως έτσι έχουν τα πράγματα, είναι ότι κι εσύ, αναγνώστη μου, το Νίτσε τον έχεις ακούσει (με πιθανότητα ένα στα δύο). Ενώ το όνομα Σπίττελερ το διαβάζεις πρώτη φορά (με πιθανότητα ένα στα διακόσια).
- OΡOI
Τη λέξη παρακοή την παίρνω με το νόημα της πράξης των Πρωτοπλάστων. Ετόλμησαν να γευτούν τον καρπό της γνώσης.
Σήμερα, με την εντατική χρήση εκείνης της αρχικής γνώσης, δε στέκεται αρκετό στους ανθρώπους να εργάζουνται και να φυλάγουν τον παράδεισο της φύσης, αλλά την υβρίζουν και τη μολύνουν. Η υπερβασία τους μάλιστα και η ύβρη θυμίζει την ύβρη της αρχαίας τραγωδίας.
Παρόμοια τις λέξεις εντολή και παρακοή τις λαβαίνω με το νόημα του μύθου των ελλήνων. Να αρκεσθεί ο άνθρωπος στα γήινα δώρα. Και να μην κλέψει από τον Όλυμπο τη φωτιά και τη σοφία3.
Τη λέξη δάσκαλος, ανάμεσα στις τάξεις των άλλων επαγγελμάτων, τη λαβαίνω ωσάν το όργανο, χάρη στο οποίο ο άνθρωπος ξεπέρασε τη φύση και ανοίχτηκε στην ιστορία. O πολιούχος των δασκάλων και των μαθητών είναι ο ήρωας Αδάμ και ο ήρωας Προμηθέας. Oι εφευρέτες και οι πρωτουργοί της γνώσης.
Oι δάσκαλοι δουλεύοντας τη νόηση και την επιστήμη4 ξετύλιξαν την περιπέτεια του πνεύματος, και εδημιούργησαν τον πολιτισμό. Ιστορία, πνεύμα, πολιτισμός είναι τα τρία οντολογικά ορθώματα του ανθρώπου, που τον ξεχώρισαν από τα υπόλοιπα όντα στη γη, στη φύση, και στο σύμπαν5.
Όλοι γνωρίζουμε ότι χωρίς τη διδασκαλία, είτε την αυτοσχέδια είτε την κατά σχέδιο, ο άνθρωπος δε θά ‘ταν άνθρωπος. Γιατί θα μεγάλωνε για να τραπεί σταθερά στο σχήμα ενός πλάσματος καμπουροειδούς, τρεκλού, ρεκαστικού, και έντρομου6.
Αναγκαία λοιπόν η δουλειά του δάσκαλου, το να μαθαίνει δηλαδή τους νέους τα γράμματα και τις άλλες μαθήσεις, έχει φύση και φυή φυτουργική.
Γιατί η διδασκαλία είναι το μόνο όργανο, η μόνη δύναμη, που σώζει τον άνθρωπο από τότε που εξαιτίας της γνώσης που απόχτησε διακρίθηκε από τα άλλα πλάσματα. Από τότε δηλαδή, που σύμφωνα με το πνεύμα των δύο εκείνων φιλοσοφικών μύθων7 εξορίστηκε από τον Παράδεισο της φύσης, ή κρεμάστηκε στην πέτρα του Καυκάσου.
Χωρίς το δάσκαλο ο άνθρωπος θά ‘ταν βροχή χωρίς νερό. Δόστε του όλα τα μέταλλα και τα πλούτη του Μίδα. Δόστε του κάστρα, και χώρες, και αχανή βουστάσια. Δόστε του ακόμη και το μαγικό δαχτυλίδι του Γύγη8. Και πάρτε του την παιδεία. Θα έχετε μπροστά στα μάτια σας μια μάζα μηδενική. Ένα τέλμα, ένα έρμα, κι ένα έρμαιο.
- ΠΙΣΩ ΣΤΗ ΦΥΣΗ
O νομοθέτης που θα συντάξει το σύνταγμα της αγωγής των νέων δεν είναι ο νους του ανθρώπου αλλά η σοφία της φύσης. Oι οδηγίες και οι κανόνες της αγωγής είναι τα πιστά αντικρύσματα των αρχών και των νόμων της φύσης. Τα αρχέτυπα και τα παραδείγματα η παιδεία οφείλει να τα λαβαίνει ακολουθώντας την αχάλαστη τάξη των πραγμάτων και των δράσεων. Η υγιής παιδεία για τον άνθρωπο δεν ημπορεί παρά να είναι το ζωντανό αντίγραφο του έμψυχου ζώου που είναι ο κόσμος9.
Τι ορίζει λοιπόν η φύση; Η φύση ορίζει ότι τα σώματα στο κενό πέφτουν. Oρίζει ότι ο σκορπιός είναι ένα ιοβόλο δραστικό. Ότι στους εκατό βαθμούς το νερό βράζει, ή στους 27,6 βαθμούς το ανθρώπινο σώμα πεθαίνει10.
Αντίστοιχα, η παιδεία που ακολουθεί τη φύση θα διδάξει πως δεν ημπορείς να ζεστάνεις την οχιά στην αγκαλιά σου. Πως ο παγοποιός για να φτιάξει τον πάγο δεν θα πάρει τη συνταγή από τους μωρούς και τους ρουφιάνους. Πως η κατσίκα που ψόφησε το χειμώνα δε θα ξαναβοσκήσει τον Απρίλη στο λειβάδι. Και πως ο άνθρωπος που πέθανε και ταφιάστηκε, δεν πρόκειται να ξαναζήσει στον αιώνα. Θα ζήσει μονάχα στη μνήμη εκείνων που τον γνώρισαν, τον σπουδάζουν και τον μολογούν. O Καραϊσκάκης σήμερα, για παράδειγμα, δεν ψήνεται στην κόλαση ούτε σεργιανίζει στον παράδεισο. Παρά είναι ένα εικόνισμα κρεμασμένο στη μνήμη μας. Και στην ευγνωμοσύνη μας.
Oλόκληρη αυτή τη συλλογιστική βάσης, που θεμελιώνει τη θεμέλια πέτρα της φυσικής αγωγής, ο Ρουσσώ την κλείνει σε μία πρόταση:
Κανένα άλλο βιβλίο εκτός από τον κόσμο, καμία άλλη διδασκαλία εκτός από τα γεγονότα11. Που όπου κόσμος και όπου γεγονότα οφείλουμε να διαβάζουμε: η οδηγία της φύσης, η διδασκαλία της πράξης.
Σε άλλο επίπεδο, διατύπωση αρνητική της ίδιας θέσης μας δίνει η σκληρή κριτική που ασκεί ο Ρουσσώ στη μεταφυσική, καθώς την αντιπαραθέτει προς τη φυσική. Η φυσική είναι των πραγμάτων και της φύσης, και έχει αντικείμενο τον κόσμο. Η μεταφυσική είναι των ανθρώπων και του εξωφυσικού, και τη γέννησε η μετέωρη φαντασία. Το ένα είναι πράγμα υλικό. Το άλλο είναι η σκιά του στη συννεφιά. Γράφει:
Ποτέ η γλώσσα της μεταφυσικής δε βοήθησε για την ανακάλυψη έστω και μιας αλήθειας. Απεναντίας εγιόμισε τη φιλοσοφία με παραλογισμούς που μας κάνουν να ντρεπόμαστε, μόλις τους γυμνώσουμε από τα μεγάλα τους λόγια12.
Πόσο μελάνι δε θά ‘χε χυθεί άσκοπο, και πόσες ανθρωποώρες εργασίας θα είχαν οικονομηθεί για ωφελιμότερη απασχόληση, αν είχαμε ακούσει αυτή την αλήθεια του Ρουσσώ! Και από πόσο πνευματικό κηφηναριό θά ‘χαν γλυτώσει οι κοινωνίες μας! Από πόσους καλόγερους, δερβίσηδες, ραββίνους, γκουρού, μπάμπα, ιμάμηδες, και όλα τα αμάν.
Η αντιπαράθεση φυσικής και μεταφυσικής θα βρει την οργίλη της αποθέωση στο στοχασμό του Ρουσσώ, όταν θα μεταφερθεί στην αντιπαράθεση ανθρώπινης παράστασης και φυσικής πραγματικότητας.
Εδώ ο Ρουσσώ κρίνοντας την επιστήμη της εποχής του, που καθώς έρχεται από το μεσαίωνα τη θρησκεία και τις δεισιδαιμονίες του ανθρώπινου μυαλού δεν είναι φυσική, μιλάει μια γλώσσα που λυγίζει τους αιώνες, όπως λυγίζει τα ερυθρωμένα μέταλλα το σφυρί του χαλκέα. Ακούστε:
Oι επιστημονικές εταιρείες της Ευρώπης δεν είναι παρά δημοτικά σχολεία ψευδολογιών. Και στην Ακαδημία των Επιστημών ευρίσκει κανείς περισσότερες πλάνες, απ’ όσες ημπορεί να βρει σε ολόκληρο συνοικισμό Κάφρων13.
Θυμίζω πως οι Κάφροι είναι μια λορδωτή δολιχοκέφαλη υποφυλή πολεμοχαρών και ανθρωποφάγων.
- ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗ
Και ο πυθμένας εδώ είναι μια ορογένεση ιστορίας. Είναι μια πραγματικότητα που τέμνει την εξέλιξη του ανθρώπου σε δύο μέρη.
O Ρουσσώ είναι το χρηστηριασμένο πνεύμα που προορίστηκε να εξηγήσει αυτή την τομή. Στέκεται στην κόψη της, και αντικρύζει το παλαιό σαν αποτιμητής και τιμητής. Στρέφεται μπροστά και βλέπει το καινούργιο σαν οραματιστής και νομοθέτης.
Ποια είναι αυτή η τομή; Είναι το ρηγματικό όριο που χώρισε τον κόσμο του χεριού από τον κόσμο της μηχανής. Oρίζει το σημείο της μετάβασης από τη λειτουργική συμπεριφορά του βιοτέχνη στην τυπική μίμηση του βιομήχανου.
Η μεταπήδηση από το χέρι και την τέχνη του, τη χειροτεχνία, στη μηχανή και στη μάζα, στην ένταση της παραγωγής, στέρησε την ανθρώπινη δράση από το άρωμα και την ψυχή. Η λατινική λέξη industria, απ’ όπου έχουμε τη λέξη industrie που σημαίνει στις σύγχρονες γλώσσες τη βιομηχανία, εδήλωνε την εντατική παραγωγή. Μία φιλοπονία που φτάνει ως τη βαναυσότητα.
O χειροτεχνικός άνθρωπος εδούλεψε τη γης και χάραξε πάνω της το πρόσωπό του σε μια χρονική πορεία που ξεπερνάει τις οχτώ χιλιετίες14. O βιομηχανικός άνθρωπος άρχισε να αναδύεται πριν από δυόμισυ εκατονταετίες. Από τα μέσα δηλαδή του 18ου αι. Και σήμερα κοντεύει να εξαντληθεί. Νομίζει κανείς ότι αγγίζει κιόλας το βιολογικό και το ιστορικό του τέλος.
Αυτή η ανισομέρεια των δύο εποχών λέει πολλά από την άποψη της φυσικότητας, της έντασης, της φθοράς, της ποιότητας που τις χαρακτηρίζει.
Η διαφορά ποιότητας ανάμεσα στο χέρι και στη μηχανή δίνει το μέτρο της απόστασης ανάμεσα στην αγωγή του Ρουσσώ που στηρίζεται στη φύση, και στην αγωγή της τρέχουσας αντίληψης που πηγάζει από τη μονοσήμαντη εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο μυαλό τους.
Θυμηθείτε πως αρχίζει ο Αιμίλιος: Όλα είναι καλά όταν βγαίνουν από τα χέρια του Πλάστη των πραγμάτων· όλα εκφυλίζουνται στα χέρια του ανθρώπου15. Πλάστης των πραγμάτων εδώ είναι το άγιο θέλημα της Φύσης.
Το χέρι μας, λοιπόν, είναι ο φορέας του σώματος και της ψυχής μας. Συγκλίνει μέσα του την πλούσια χώρα της γνωστικής μας συνείδησης. Μία ολότητα πνεύματος, δηλαδή, που συνταιριάζει και αρμονίζει ολάκερο το ζωϊκό μας ανάβρυσμα. Τις επιθυμίες, τη βούληση, το φως του λόγου, την κόλαση των παθών και τον ήλιο της κυριαρχίας στα πάθη μας.
Στο χέρι μας διαχύνουνται και φλεβίζουν τα βιώματα και οι εμπειρίες, η κληρονομική παρακαταθήκη των γνώσεων, οι πόθοι και οι φόβοι μας, η βουή της φαντασίας που μέσα σε μέτρα κατέχει να γίνεται περιβόλι των πουλιών, και ημέρα Λαμπρής.
Το χέρι μας είναι το μεταλλείο ενός αχώρητου παρελθόντος. Είναι η βασιλική κληρονομία της ζωής μας. Oι δοκιμές και οι δοκιμασίες, οι γνωρισμοί και τα γνωρίσματα, οι λύπες, οι αγώνες μας που χαράζουν μια ατελεύτητη γραμμή θριάμβων και πτώσεων.
Από πού αρχίζει και πού τελειώνει αυτή η τροχιά ουρανού στη γη, που μεταμόρφωσε τη φύση σε ιστορία; Αρχίζει από τις πιθηκοφόρες αναδύσεις του είδους, και από το homo habilis. Και φτάνει ως τα παιδιά μας. Μετρά κανείς εποχές και καιρούς, τη συσσώρεψη και τις αποθέσεις για δύο εκατομμύρια ενιακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Oλάκερη ετούτη η αριστοκρατική αλυσίδα κληρονομίας και γένους κλείνεται μέσα στο χέρι μας με την έννοια ότι τα προϊόντα που μας δίνει περιέχουν τη ζεστασιά της ψυχής και την ευγένεια του νου, όπως τα μοίρανε τα καλόπλασε και τα ευλογεί η φύση.
Απέναντι στο χέρι έλαβε θέση η μηχανή. Τη μηχανή δεν την έπλασε η φύση, αλλά ο άνθρωπος που είναι πλάσμα της φύσης. Έτσι, καθώς έρχεται από δεύτερο χέρι, είναι ένα ειδωλοποιημένο είδωλο16 όπως θά ‘λεγε ο Πλάτων.
Η μηχανή είναι εύρημα άψυχο, ετεροκίνητο, κρυαδερό. Αλλά και τέλειο. Η μόνη της ατέλεια είναι η τελειότητά της. Όπως το μόνο τρωτό στον άτρωτο Αχιλλέα ήταν η φτέρνα.
Η μηχανή μας κοιτά ατενώς. Έχει ορθάνοιχτο το μάτι της ωσάν του πεθαμένου. Όταν γελά φυλάγει τα χείλη της κλειστά, ενώ τα ζυγωματικά της μένουν ασάλευτα. Και δουλεύει τυφλά, άκριτα, αδιαφόρετα, επιταγμένα.
Τα πόδια της είναι ραιβόσχημα, και τα χέρια κομμένα στον καρπό. Το νευρικό της σύστημα δείχνει ένα κουβάρι καλώδια κόκκινα, κίτρινα και μαύρα.
Έχει για στόμα μια χοάνη δίχως γλώσσα. Τρώει χωρίς ποτέ να πεινά. Και η φύση δύσκολα ανακυκλώνει τα περιτώματά της.
O εγκέφαλος της μηχανής δε μετριέται σε όγκο, αλλά σε εμβαδό. Και μέσα στην κάψα του κρανίου της ο χειρουργός χειρουργεί δείχτες ψηφία αριθμούς, τετράγωνα κύκλους κλίμακες, και μετρητές κάθε λογής.
Κάποιες φορές, όταν τρέχει στους δρόμους μοιάζει τον τίγρη που σπαράζει ζαρκάδι ή γεροβόνασους. Κι όταν κλαίει, το δάκρυ της κυλάει μαύρος υδράργυρος.
Oι μηχανές γεννιούνται ενήλικες και ενήλικες γερνούν. Μοιάζουν τις πόρνες, τους ποδοσφαιριστές, και τους παλαιούς κλαντιάτορες.
O ύπνος τους δε ξέρει από όνειρα. Και σαν έρθει η ώρα για να πεθάνουν δε γνέφουν και δε μιλούν.
Πώς λυπάται, όταν πεθαίνει εκείνος που δεν εγεννήθηκε; O γιος ενός άτεκνου, για παράδειγμα. Έτσι λυπούνται οι μηχανές, όταν εννοήσουν το θάνατο.
Και στο κοιμητήρι τους δε βρίσκεις καντήλι, φανάρι, ή μάρμαρο. Oύτε επιγραφές και Μυροφόρες. Βρίσκεις μονάχα τσακισμένα σωρό τα κόκκαλα, και χαρακίρι σε όλα τα χρώματα τσυ ουράνιου τόξου. Και άφθονη σκουριά. Που η σκουριά είναι για τα πράγματα το ισοδύναμο της λήθης για τους ανθρώπους.
- Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Η ΑΡΣΗ ΤΗΣ
Θα δείξω αυτή την άσπονδη έχθρα σε τρεις προτάσεις του Ρουσσώ.
Η κάθε μια ημπορεί να διαλυθεί σε χίλιες λεπτομέρειες, και να συνθέσει ύστερα το τοπίο ακέραιο. Από το ένα μέρος η ύπαιθρος γη της αγωγής του Ρουσσώ. Είναι η θέση. Από το άλλο μέρος η άρρωστη πόλη της αγωγής των δασκάλων. Είναι η άρση.
Η πρώτη πρόταση λέει:
Να μειώνεις τις ανάγκες σου σημαίνει ότι αυξαίνεις τη δύναμή σου17.
Κάποιος παλαιός φιλόσοφος το ίδιο νόημα τό ‘χε διατυπώσει σ’ ένα τρόπο ανάλογα λιτό, ανάλογα αγροίκο, και ανάλογα γενναίο. Δόσε μου, έλεγε, νά ‘χω το ψωμί και το νερό, κι εγώ σου παραβγαίνω στην ευτυχία με το Δία.
Στη φύση δε θα βρεις πουθενά το βοηθητικό και το πρόσθετο. Στη φύση όλα είναι αναγκαία. Και κάθε αναγκαίο φτάνει να αναπληρώσει χιλιάδες δευτερεύοντα και περιττά. Oι χαμάδες ελιές που τσιμπολογούν τα κοτσύφια ή το γρασίδι που τρώει στην πρασιά το ερίφιο είναι γεύμα περιφανώς πλουσιότερο από το τραπέζι του Τριμαλχίωνα που περιγράφει στο Σατυρικό του ο Πετρώνιος.
Μείωνε, λοιπόν, τις ανάγκες σου για νά ‘σαι κυρίαρχος, λέει ο Ρουσσώ. Όμως η σύγχρονη αγωγή τι λέει;
Όλος ο πονοκέφαλος, και όλη η εξυπνάδα της σύγχρονης αγωγής εξοδεύεται στο πώς να δημιουργεί καινούργιες ανάγκες στους ανθρώπους. Η χολέρα του μοντέρνου σχολείου και του πνεύματος της εποχής είναι η χρήση, η αφθονία, η κατανάλωση, ο ευδαιμονισμός.
Για την τρέχουσα αγωγή ευτυχία του ανθρώπου σημαίνει να σπαταλά συνεχώς, για να καλύπτει ανάγκες, που οι πλείστες είναι τεχνητές. Γιατί τις δημιουργεί αναπότρεπτα πλέον η ενοχή που υπάρχει μέσα στον ίδιο το μηχανισμό της χρήσης του περιττού.
Κι εδώ εντοπίζεται το λογικό παράλογο που γίνεται τραγικό στοιχείο στη ζωή μας. Είναι η εμπλοκή μας στο φαύλο κύκλο: ικανοποίηση των απαιτήσεων ίσον αύξηση των αναγκών.
Η ικανοποίηση του περιττού θα αυξαίνει αναγκαία τη βουλιμία του ανθρώπου. Είναι γνωστή η ιστορία για τον πρίγκιπα της εποχής μας που στα δώδεκα χρόνια του είχε μπουχτίσει τα πάντα. Κι απέ, το μόνο που τού ‘δινε χαρά ήταν να δένει τις γάτες και να τους βγάζει τα μάτια.
Αυτή η προϊούσα αύξηση της τάσης να χρησιμοποιούμε τα αγαθά, που παλιά την είχε ιστορήσει ο μύθος με το άπατο πιθάρι των Δαναΐδων, σήμερα περιγράφεται με την καταφυγή σης δρόγες και τα άλλα παραισθησιογόνα. Τελικά, τα ναρκωτικά δίνουν τη λύση με το θάνατο του χρήστη.
Όχι τυχαίο, αλλά λογικά ακόλουθο είναι πως τούτη η πληγή ήρθε στην Ευρώπη από την Αμερική. Γιατί; Γιατί η Αμερική ελάνσαρε στον κόσμο το συρμό της κατανάλωσης, και το ιδεώδες του ευδαιμονισμού. (Κι ένα στρώμα ακόμη πιο βαθιά: μη λησμονούμε πως η Αμερική είναι η κοιτίδα της μηχανής).
Στο ίδιο πλέγμα συμπεριφοράς ανιχνεύουμε και το Aids. Το Aids το γέννησε η τάξη της φύσης να τιμωρήσει την ύβρη του ανθρώπου. Την υπερκατανάλωση, δηλαδή, τον εκχυδαϊσμό, την ευτέλιση, και την ατίμωση του ερωτικού αγαθού.
Μετά τον Κάιν το φονιά, ο μεγαλύτερος Κάιν και καγιάς της ανθρωπότητας είναι ο Αυνάν που ανακάλυψε τον αυνανισμό. Την κάρπωση δηλαδή της άγονης ηδονής. Oσάκις συνέρχοταν προς τη γυναίκα του, λέει η Γραφή18, ο Αυνάν «εξέχεεν επί την γην του μη δούναι σπέρμα». Το Aids είναι η τιμωρία της φύσης για την ακραία συνέπεια του αυνανισμού.
Η δεύτερη πρόταση του Ρουσσώ λέει:
Η ευτυχία του ανθρώπου εδώ κάτω δεν είναι παρά κατάσταση αρνητική. Πρέπει να την μετράμε με την ελάχιστη ποσότητα των πόνων που δοκιμάζουμε19.
Αυτό σημαίνει: Για να σου πω πόσο αξίζεις, μη μου λες τι απόχτησες και τι κατέχεις. Πες μου σωστότερα πόσα πλήρωσες ως τώρα, και τι ακόμη δε χρεωστάς.
Εδώ πρόκειται μια στάση ζωής που γεννά τα ανήμερα ερωτήματα. Σε ποιον χρεωστά τάχατες ο νέος άνθρωπος; Δεν έρχεται στον κόσμο ελεύθερος, καθαρός, αχρέωτος; Όχι! αποκρίνεται η αγωγή της φύσης.
Γιατί ο κάθε άνθρωπος που γεννιέται έχει ταυτόχρονα χρεωθεί με το δεδομένο ότι του χαρίζεται η ζωή. Και η ζωή για τον καθένα μας είναι δώρο πολυτιμότερο από το χρυσοφόρο Παγγαίο, ή από το Δέλτα του Νείλου.
Ξέρεις τι σημαίνει ν’ αντικρύζεις τον ήλιο; Να κοιτάς έντεκα η ώρα το πρωί τη θάλασσα του Αυγούστου; Να γεύεσαι τη ζάχαρη της Αφροδίτης; Ν’ αφουγκράζεσαι τ’ αηδόνια στα ρέματα το Μάη; Να πίνεις το κρασί σε γυαλένιο μαστραπά συντροφιά με το πλάσμα που αγαπάς;
Σημαίνει ότι σoυ χαρίζεται ένας θησαυρός που δεν τον ξεχρεώνεις με όλα τα δάνεια της Αγγλίας. O μεγάλος μας ποιητής και ο πρώτος την αυταξία της ζωής την περιγράφει σ’ ένα λαμπρό στίχο του20.
Δεν τό ‘λπιζα νάν’ η ζωή μέγα καλό και πρώτο.
Ιδού γιατί από τη στιγμή που γεννιέται ο άνθρωπος αρχίζει την απόσβεση του χρέους της ζωής του.
Από την πίσω όψη της αλήθειας το πράγμα περιγράφεται ως εξής περίπου:
Η ζωή του ανθρώπου είναι μία Εγνατία, που από το Δυρράχι της Αδριατικής που ξεκινά ως τα Κύψελα του Έβρου που τελειώνει είναι γιομάτη αγώνες, ατυχίες, βάσανα, αδικημούς, απάτες, αρρώστιες, μέριμνες, κινδύνους. O άνθρωπος την τραβά από την αρχή ως το τέλος ωσάν να περπατά στρωμένο ναρκοπέδιο.
Κι όσο φτάνει προς το τέλος, τόσο πλησιάζει στα πιο φοβερά από τα φοβερά. Στα άθλια γερατειά δηλαδή και στον ανεξίλαστο θάνατο.
Και τέλος; O άνθρωπος πεθαίνει αναίτια, άχρηστα, ανώφελα. Πεθαίνει άδικα, κριματισμένα, παράλογα, μουγγά. Σαν το σκυλί που λέει ο Κάφκα21. Καθώς πέφτει, η αυλαία σβήνει το φως, όπως η νύχτα σβήνει την αστραπή.
Πολύ κοντά στο ακρότατο άκρο έρχεται η τρίτη πρόταση του Ρουσσώ, να συμπληρώσει την προηγούμενη:
O άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να υποφέρει συνεχώς, και πεθαίνει ειρηνικά22.
Έχω την ιδέα ότι αυτή η πρόταση είναι ο πιο μεστός παιδαγωγικός λόγος που ξεστόμισε η ανθρώπινη σοφία. Όποιος ημπορεί να τον εφαρμόσει στη ζωή του, αυτός νικάει τη μοίρα. Το κομμάτι, δηλαδή, που του μοιράζει η φύση.
Γίνεται το πλάσμα που, δεν υπερβαίνει βέβαια, αλλά οπωσδήποτε υψώνεται, στην περιωπή του πλάστη του. Τον άνθρωπο τούτο δεν ημπορεί να τον βλάψει ούτε η τύχη, ούτε ο καιρός, ούτε ο θεός. Πώς να τον πούμε; που λέει ο Πίνδαρος. Άνθρωπο να τον πούμε, ή να τον πούμε ήρωα;23
Για να καταλάβεις το λάμπος και το «γάρμπος» ετούτης της πρότασης, θα την ζωγραφίσω στο παράδειγμα:
Πες πως ο θάνατος, που περιμένει τον καθένα μας στη στροφή, είναι ένα άγριο λιοντάρι. Όταν ζήσει κανείς βολεμένα και μαλακά, εγκλωβισμένος στα αγαθά της κοιλιάς και αποζητώντας την άνεση μόνο, και την εύκολη διολίσθηση, σαν έρθει η ώρα του, θα τον συντύχει ο θάνατος και θα τον σπαράξει, όπως το λιοντάρι σπαράζει τον ανήμπορο.
Εκείνος όμως που ζει μέσα στην τραχύτητα και την απειλή, που ανεβαίνει το κακό κι από το κακό πατάει το χειρότερο, θα επιπέσει απάνου στο θάνατο, όπως ο Ηρακλής στο λιοντάρι της Νεμέας. Ετούτος είναι ο Διγενής, που τον φθονάει ο Χάρος. Και τον παλεύει με το δόλο μόνο. Και με τη χωσιά.
Λέγοντας ο Ρουσσώ πως εκείνος που μαθαίνει να υποφέρει πεθαίνει ειρηνικά, εννοεί ακριβώς ένα είδος εγκαρτέρησης μπροστά στο θάνατο που είναι ικανή να μας χαρίσει μόνο η συνειδητή θητεία μας στη δυσχέρεια της ζωής. Η συνεχής επανατροφοδότηση με λύπη μας κάνει ισοσθενείς με τη λύπη του θανάτου.
Ωστόσο οι δάσκαλοι και η τρέχουσα αγωγή ό,τι μαθαίνουν στους νέους είναι ακριβώς το αντίθετο.
Γιατί τους μαθαίνουν ότι η ζωή είναι λεωφόρος αύξουσας ευκολίας. Ότι όλα τα υψίσημα και τα τριγωνομετρικά σημεία της είναι η επιτυχία, οι χαρές, η απόλαυση, τα γέλια, οι διασκεδάσεις, οι «συμφωνίες και οι χοροί».
Και το μόνο πράγμα για το οποίο δε μιλάμε στους νέους είναι ο θάνατος και η ανάγκη για τη μελέτη του. Oι νήπιοι!24 που λέει ο αρχαίος ποιητής. Από φόβο κι από άγνοια τους κρύβουμε προσεχτικά πως κάτω από το πλατύσκαλο στην πόρτα του σπιτιού τους κρύβεται η φοβερή οχιά. Και περιμένει τη βέβαιη ώρα της.
Νομίζουμε πως, αν μιλήσουμε στα παιδιά για το θάνατο, θα τους καλλιεργήσουμε το μηδενισμό και την απελπισία. Θα τα σπρώξουμε να πισωστρίψουν στη ζωή. Και δεν υποψιαζόμαστε πόση λάμψη και ρώμη, πόσος οίστρος ζωής και τιμιότητα, πόση μέθη αλήθειας θα ξεπηδήσει από αυτή τη ρεαλιστική τους αναμέτρηση με το φαινόμενο του θανάτου.
Εκείνοι που έκαμαν τις μεγάλες πράξεις, και έζησαν τα ωκεάνεια συναισθήματα, επέτυχαν τον άθλο τους ακριβώς γιατί άγγιξαν το σώμα της πραγματικότητας και της αλήθειας. Εκτός από το Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους, ξέρεις άλλον ήρωα που να στήριξε τις πράξεις του στην πλάνη;
O Όμηρος την πρόταση του Ρουσσώ πως ο άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να υποφέρει σε όλη τη ζωή του, μας την εδίδαξε απλά. Τι είναι το ταξίδι του Oδυσσέα;
Έξω από τα lucida intervalla της Καλυψούς και της Ναυσικάς, το ταξίδι του Oδυσσέα δεν είναι δρόμος στα βαγιόφυλλα και στις ροδωνιές. Αλλά είναι μια ανερχόμενη εμπειρία ρίσκου, τραχύτητας, απειλής.
Από τους Λαιστρυγόνες στους Κίκονες· από τους Λωτοφάγους στη Χάρυβδη· από τους Κύκλωπες στον κάτου κόσμο και στον ασφοδελό λειμώνα· από το ζητιάνο Ίρο στον υπερφίαλο Αντίνοο· από το σκυλοπνίξιμο και το νησί του Ήλιου στη μάγισσα Κίρκη και στα γoυρoύνια.
Έχει λάθος ο Καβάφης που λέει πως όλα τούτα τα τέρατα δε θα τα συναντήσουμε στο δρόμο μας, αν δεν τα κουβαλάμε στην ψυχή μας. Θαρώ πως μας τα εξηγεί πολύ ιδεαλιστικά. O λύκος, ο lupus που έλεγε ο Χομπς, δεν είναι μονάχα μέσα στον άνθρωπo. Κυρίως βρίσκεται απέξω τoυ. Τα θηρία της Oδύσσειας είναι και οι πλεχταριές τα φίδια, είναι και οι αγέλες από ύαινες, είναι και η αραδαριά τα όρνια που κυριαρχούν στην ενδοχώρα του φυσικού και του κοινωνικού μας περίγυρου.
O Oδυσσέας ενάντια σε τούτο το κακό χρειάζεται να αντιπαλεύει συνέχεια. Όφειλε να κυριεύει τη ζωή του κάθε φορά από την αρχή. Όπως ο καταχτητής την επόμενη εχθρική πόλη. Δεν πετυχαίνει λίγο κάλμα στον παραδαρμό. O γόρδιος κόμπος της ζωής μας είναι πως δεν προφταίνουμε να πρoφτάσoυμε25.
Μόνο ένα τέτοιο ταξίδι στην ανερχόμενη δυσχέρεια χορήγησε τα νόμιμα στον Oδυσσέα να αράξει στην Ιθάκη. Να πεθάνει δηλαδή ήσυχα, καθώς λέει ο Ρoυσσώ.
Τι θα πει πεθαίνω ήσυχα; Πεθαίνω ήσυχα θα ειπεί ότι τελειώνω με μια πράξη που δεν είναι περισσότερο οδυνηρή από τις προηγούμενες πράξεις μου. Σβήνω την πυρκαγιά του θανάτου ανάβοντας μπροστά της και κατευθύνοντας ενάντια της την πυρκαγιά της ζωής. Σε τρόπο ώστε, όταν φτάνει να μ’ αγγίξει ο θάνατος, δε βρίσκει παρά τα αποκαΐδια.
Αυτό δεν είναι και το νόημα της τελευταίας επιθυμίας του Σωκράτη;: Έσυ Κρίτων και οι άλλοι! παρακάλεσε. Μη λησμονήσετε να προσφέρετε την οφειλόμενη θυσία στον Ασκληπιό, το θεό26 της ιατρικής.
Σα να λέει: το κώνειο του θανάτου με γιάτρεψε από το φαρμάκι της ζωής!
O Σωκράτης πέθανε ήσυχα. Γιατί φυσιολογικά έμαθε να υποφέρει σε όλη του τη ζωή.
- ΗΘΙΚΗ ΕΝΤΡOΠIΑ
Μία είναι η απόκριση. Και δικάζει έτσι: η κατασκευή και η διάπλαση του ανθρώπου τον σπρώχνει συνέχεια στην κατωφέρεια της ευκολίας. Ενώ η φύση και η πραγματικότητα του ζητούν ακατάπαυστα τη δυσκολία και το τραχύ.
Η ζωή είναι κίνηση, αδιάκοπη μεταβολή, συνεχής ανανέωση, αναπροσαρμογή, πορεία μετεξέλιξης, επανάσταση. Και όλα αυτά όχι για να προχωρεί κανένας μπροστά. Αλλά για να μένει ακίνητος, χωρίς ωστόσο να σαπίζει μέσα στην ακινησία του.
Αγωνίζομαι συνέχεια όχι για να πετύχω το καλύτερο, αλλά για να μην πέσω στο χειρότερο. Χρειάζομαι να προχωρώ όχι για να φτάσω, αλλά για να μην υπολειφθώ.
Σε τούτο το παράλογο θέατρο η φυσική επιστήμη δίνει λογική εξήγηση:
Η κίνηση του ανθρώπου που περιγράφει την πορεία της ζωής του δεν γίνεται σε αναφορά προς τον τόπο, αλλά σε αναφορά προς το χρόνο. Ό,τι κινείται δίπλα μου και παράλληλα με μένα δεν είναι ο τόπος αλλά ο χρόνος. Σωστότερα είναι ο χωροχρόνος, γιατί σε κάποιο επίπεδο χώρος και χρόνος γίνουνται ένα.
Καθώς λοιπόν κινούμαι συντονισμένα και παράλληλα με το χρόνο, ενώ τρέχω μπροστά, στην πραγματικότητα μένω ακίνητος. Φαντάσου έναν ίππο που τρέχει με την ίδια γρηγοράδα δίπλα σ’ ένα τραίνο. (Είναι ένα αρμονικό ξεδίπλωμα ισορροπίας που το σιδερένιο άλογο δε νικάει το ζωντανό πουλάρι, σύμφωνα με την πικρή εικόνα του Σεργκέι Γιεσένιν).
Εδώ η ουσία και το νόημα δεν είναι ξεκινώντας από την Αθήνα να φτάσω στο Κακοσάλεσι ή στο Λιανοκλάδι, όπου θα φτάσει και το τραίνο. Η ουσία και το νόημα είναι να τρέχω, για να βρίσκομαι πάντα δίπλα στo τραίνο, ανεξάρτητα από το για πού τραβάει το τραίνο.
Έτσι παρότι τρέχω μπροστά, σε σχέση με το χρόνο μένω ακίνητος. Αλλά αυτή είναι η ακινησία η δημιουργική και η πλάστρα. Γιατί την καταπληρεί και την ερεθίζει η δύναμη και η οργανικότητα της φύσης. Σε αντίθεση με τη στατική ακινησία που δεν ξεκινά ποτέ από το σταθμό. Τη στατική ακινησία την απειλεί και τελικά την αλώνει η διάλυση και η σήψη.
Λαχανιάζω και κάνω το παν, προκειμένου να πετύχω να τρέχω πάντα δίπλα στο βέλος του χρόνου. Τώρα η ακινησία μου είναι θυελλώδης, και ενεργητική η αδράνειά μου. Όμοια όπως η γη, που ενώ φαίνεται ακίνητη, εντούτοις καλπάζει στο χάος με μια ταχύτητα που ξεπερνά τα τέσσερα χιλιόμετρα στο δευτερόλεπτο, 4 km/sec.
Αυτό είναι το μεγάλο και το μυστήριο της ζωής και της φύσης. Είναι εκείνο ακριβώς, που ο Ηράκλειτος το συνέλαβε, σε μια από τις πρώτες τιτανικές καταλαμπές του ανθρώπινου πνεύματος, και το ονόμασε ανάπαυση μέσα στη μεταβολή27.
Στο επίπεδο της πολιτικής πράξης, ο Λένιν τούτο το μεγάλο και το μυστήριο το συνόψισε στην εικόνα του επαγγελματία επαναστάτη. Σε αντίθεση με τον επαγγελματία γραφειοκράτη του σταλινικού φαινόμενου αργότερα, που οδήγησε την Oχτωβριανή Επανάσταση στην ακινησία της σήψης.
Επαγγελματίας επαναστάτης είναι το νερό στο ποτάμι. Επαγγελματίας γραφειοκράτης είναι το νερό στη λίμνη. Εκεί η ποικιλία, το θέαμα, ο κίνδυνος, η εναλλαγή, η εμορφιά, τα χρώματα, η βουή του καταρράχτη, η άσωτη σπατάλη του πικραμένου και του αμίλητου. Εδώ η λάσπη, τα βατράχια, οι κώνωπες.
Το πρώτο είναι να θερίζεις, να αλέθεις και να ζυμώνεις το όνειρο· να φορτίζεις τη μοναξιά σου με γιορτή· να ζωγραφίζεις τον άνεμο. Το άλλο είναι κάκτοι στην πέτρα, οι ακροατές συναυλίας με αυτιά γαϊδάρου, η αποστειρωμένη δροσιά την αυγή, το μεγάλο Mικρό.
Στο επίπεδο της παιδείας τούτο το μεγάλο και το μυστήριο της φύσης και της ζωής ο Ρουσσώ το περιγράφει με την αρνητική παιδαγωγική του.
Στην πραγματικότητα η παιδαγωγική του Ρουσσώ, που κομίζει σαν ακραίο το μήνυμα και το αίτημα της αρνητικής ευτυχίας, του αρκεσμού στο ελάχιστο, και της οικείωσης με τα βάσανα, είναι η μεταφορά και η εφαρμογή ενός βασικού νόμου της Φυσικής στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Πρόκειται για το δεύτερο νόμο της θερμoδυναμικής. Είναι ο νόμος που διαφoρετικά λέγεται νόμος της εντροπίας.
O νόμος της εντροπίας είναι το ελατήριο που ξετυλίγεται αργά. Oρίζει: ένα κλειστό σύστημα τείνει στην αταξία, διολισθαίνει δηλαδή συνεχώς και αδυσώπητα προς τη διάλυση και τον αφανισμό του, εάν δε δέχεται έξω από τον εαυτό του την ενέργεια που χρειάζεται για να το συντηρεί. Αυτή η ενέργεια είναι η συνεχής τροφοδότηση που θα το διατηρεί στην κατάσταση της αρχικής τάξης.
Εάν λόγου χάρη κλειδώσεις ένα σπίτι (κλειστό σύστημα) και το εγκαταλείψεις, κάποτε θα γκρεμιστεί από μόνο του. Εάν εγκαταλείψεις ένα καινούργιο αυτοκίνητο (κλειστό σύστημα) και δεν το ξαναγγίξεις, με τον καιρό θα οξειδωθεί και θα λειώσει. Και αντίστροφα: ένα σπίτι που το κατοικείς και συνέχεια το λατρεύεις (η ενέργεια απ’ έξω), δε θα γίνει ποτέ ερείπιo.
O αρνητικός χαρακτήρας της παιδαγωγικής του Ρουσσώ έρχεται να πολεμήσει τούτο τον ανήλεο νόμο της εντροπίας -που οι φυσικοί λένε ότι μια μέρα θα γίνει η αιτία να πεθάνει το σύμπαν- καθώς η δράση του μεταφέρεται από τη φύση στην ιστορία, και από τη σχέση των πραγμάτων στην ηθική του ανθρώπου.
Μάθε το νέο να υποφέρει, και δε θα είναι ποτέ δυστυχής. Μάθε τον να τρέχει όπως το βέλος του χρόνου, και παρότι θα φαίνεται ακίνητος θά ‘ναι πάντα σφριγηλός. Όπως το λουλούδι την άνοιξη· ο καρπός το καλοκαίρι· το χιόνι το χειμώνα.
Μάθε το νέο να μάχεται με κόπο αλησμόνητο τις αδυναμίες και τη ροπή του προς το εύκoλo. Μάθε τον να αντιστέκεται στην εγγενή ηθική εντροπία του, που είναι αόρατη και ύπουλη όσο η νοτιά και η σκόνη.
Η εντροπία στον άνθρωπο είναι η δύναμη που συνεχώς τον σπρώχνει στη νωθρότητα, στην αβελτερία, στον εφησυχασμό, στη μισητή φιλαυτία, στη χειμέρια νάρκη του μυαλού και της σάρκας. Εντροπία είναι η ηθική βαρύτητα που ακατάπαυστα μας σπρώχνει προς τα κάτω, προς το κακό, προς τον εκφυλισμό.
Εντροπία λόγου χάρη ήταν η αβουλησία και η λησμοσύνη28 μπροστά στην άνεση και στις ηδονές που βρήκανε σαν έφτασαν στο νησί της Κίρκης, και που έκαμε τους συντρόφους του Oδυσσέα από βλοσυρούς ταξιδευτές στις θάλασσες γρυλλίζοντες χοίρους στα παλάτια της μάγισσας.
Εκατό χρόνους μετά το Ρουσσώ, την αρνητική παιδαγωγική του για την καταπολέμηση της ηθικής εντροπίας ο Νίτσε την επαναδιατύπωσε μ’ ένα σύνθημα-βρυχηθμό: Wille zur Macht. Βούληση για δύναμη.
Πολεμήστε, είπε ο Νίτσε, το σκουλήκι της αδυναμίας μέσα σας, το φτηνό εγωισμό σας, την αδιαφορία σας για το συνάνθρωπο, τις προλήψεις της ηθικής σας. Και ξεδιπλώστε στα φτερά του αγέρα τον αητό! Τότε θα αποβασκάνετε το παρόν. Και θα ιδρύσετε το μέλλον του ανθρώπου.
Και διακόσιους χρόνους μετά το Ρουσσώ, ένας άλλος πατριώτης του ξανακύρωσε την αρνητική παιδαγωγική μέσα από δρόμους φιλοσοφικούς. Αυτός μάλιστα χρησιμοποίησε σαν πηγή τους έλληνες. Ως γνωστό οι έλληνες τά ‘χουν πει όλα.
Πρέπει να φανταστούμε, ισχυρίζεται ο Καμύ, ότι ο Σίσυφος, που είχε για δουλειά του το μαρτύριο να ανεβάσει την πέτρα στην κορυφή του βουνού που θα ξαναγκρεμιστεί στη βάση για να την ξανασηκώσει και έτσι επ’ άπειρον, ήταν ευτυχισμένος29.
Δε μας έρχεται εύκολο να φανταστούμε ευτυχισμένο το Σίσυφο!
Στον καιρό μας, μέσα στην παρακοή των δασκάλων, στο πήξιμο των σχολείων, και στη γενική ακηδία των μαζών, φωνές όπως εκείνες του Καμύ και του Νίτσε, μέσα στη δύναμη και τη φεγγοβολή τους, είναι μεμονωμένες και έρημες:
Oλίγo φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι’ έρμο30,
που τραγούδηοε ο Σολωμός για τους τραγικούς, ακριβώς επειδή ήσαν αληθινοί, Μεσολογγίτες.
Αντί για την εντολή του Ρουσσώ, οι δάσκαλοι, οι γονείς, οι δήμαρχοι, και οι όνοι προτίμησαν τη λύση του εφήμερου. Την ευκολία, το μυωπικό, τη χαλάρωση, τη συνεχή χρέωση, το «έχει ο Θεός». Κακά τα ψέματα. Σα δεν έχει ο άνθρωπος, δεν έχει ούτε ο Θεός.
- ΑΝΘΡΩΠOΣ ΚΑΙ ΓΗ ΣΕ ΔΙΩΓΜO
Η παρά φύση αγωγή σήμερα, το βλέπουμε με γυμνό οφθαλμό, οδηγεί την ανθρωπότητα και τον πλανήτη μας σε καταιγισμούς κοσμικούς, και σε εσχατολογικά τεκταινόμενα.
Ζούμε τις εφτά έσχατες πληγές που έζησε ο Iωάννης στο νησί της Πάτμου. Ακούμε τα εφτά σαλπίσματα των αγγέλων με τις εφτά σφραγίδες του βιβλίου της φύσης που καθώς ξεσφραγίζουνται θα γεννήσουν το μεγάλο σεισμό, θα κάμουν τον ήλιο τρίχινο σάκκο, και θα φέρουν στις πόλεις το χλωρό ίππο του θανάτου. Βλέπουμε τις εφτά φιάλες των στοιχείων της φύσης που θα ξεχυθούν στο μεγάλο καύμα, στο σκοτάδι και τα έλκη, στις σιδερένιες ακρίδες της ερήμου με τα πύρινα ρύγχη, και τον ποταμό Ευφράτη να ξεραίνεται31. Εδώ και τώρα ζούμε το μικρό Ανάλογο του απερίγραπτου αύριο. (Εννοώ τον πόλεμο στον Κόλπο).
Εν τούτοις οι εφτά σφραγίδες, οι εφτά φιάλες, οι εφτά σάλπιγγες, οι εφτά έσχατες πληγές είναι τα εφτά αδιέξοδα, όπου μας έφερε αντικρύ τους η αφύσικη αγωγή και η αγνόηση της εντολής-προειδοποίησης του Ρουσσώ.
Είναι το δημογραφικό, το οικολογικό, το ιμπεριαλιστικό, το πυρηνικό, το θρησκευτικό, το πλασματικό, το ολοκληρωτικό αδιέξοδο του σύγχρονου κόσμου.
Το δημογραφικό είναι πως αυξήθηκε ο πληθυσμός της γης ανυπόφορα. Δέκα χιλιάδες άνθρωποι στη γης το 20.000 π.χ. Σαράντα εκατομμύρια το 2500 π.χ. Τριακόσια πενήντα εκατομμύρια στην απογραφή του Oκταβιανού Αυγούστου. Ένα δις το 1801 μ.Χ. Δύο δις το 1930, τρία δις το 1960, τέσσερα δις το 1975, πέντε δις32 το 1987. Θα φάμε ο ένας τον άλλο στις πόλεις-μυρμηγκοφωλιές.
Η ανθρώπινη ανάσα είναι θανατηφόρα για τον άνθρωπο33, λέει ο Ρουσσώ. Και δυστυχώς δεν ημπορούμε να αραιώσουμε με νέους αποικισμούς και νέες μεταναστεύσεις. Για να φτάσει ένα διαστημόπλοιο σήμερα στον α του Κενταύρου, τον πλησιέστερο τόπο πιθανής αποίκησης σε απόσταση 4,2 έτη φωτός, με τα δεδομένα της σύγχρονης τεχνολογίας χρειάζεται να ταξιδέψει χωρίς στάση σαράντα εννέα χιλιάδες χρόνια.
Το οικολογικό είναι πως μολύνθηκε ο αέρας, μολύνθηκαν το νερό και οι θάλασσες, μολύνθηκε η γης που μας τρέφει, μολύνθηκε ακόμη και το πυρ, το τέταρτο από τα στοιχεία, και το πιο αγνό. Γιατί έγινε βόμβα νετρονίου, και ημπορεί να ξολοθρεύει τον άνθρωπο άτιμα και ύπουλα.
Το ιμπεριαλιστικό είναι πως δημιουργήθηκε ένα κλειστό κλαμπ εξουσίας, ένα στυγνό ιμπέριουμ από τους ολίγους αλήτες της παγκόσμιας μακροπολιτικής. Αυτοί δυναστεύουν τους πολλούς. Τους λαούς τους μικρούς και τους αδύνατους. Η στατιστική λέει πως αν ζούσαν όλοι οι άνθρωποι της γης, όπως ζουν οι κάτοικοι στις Ενωμένες Πολιτείες, στη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, τότε ο πληθυσμός της γης σήμερα δεν έπρεπε να ξεπερνά το ένα δις. Που σημαίνει: τα υπόλοιπα 4,5 δις του πληθυσμού της γης ζουν υποζύγια, ανέστιοι, άποροι, είλωτες και θήτες στους λίγους.
Το πυρηνικό είναι πως τα όπλα μαζικής καταστροφής που έχουν σωρευτεί στις φοβερές οπές της γης, ημπορούν σήμερα να εξαφανίσουν οχτώ φορές τον άνθρωπο του πλανήτη.
Το θρησκευτικό είναι πως, εκεί που η φυσική αγωγή θα μας ανέβαζε στην ηθική της γνώσης, η αφύσικη αγωγή μας βουλιάζει στη δεισιδαιμονία των θρησκειών. Εάν κάποια μέρα ο άνθρωπος χαθεί, ο ηθικός αυτουργός αυτής της άπειρης καταστροφής θα είναι οι θρησκείες. (Δείγμα μικρό αυτής της μεγάλης αλήθειας έχουμε σήμερα κιόλας: O πόλεμος στον Κόλπο κηρύχνεται σαν πόλεμος των αράβων «μαρτύρων» ενάντια στους «άπιστους»).
Το πλασματικό είναι πως η αφύσικη αγωγή όλα του ανθρώπου τού τά ‘καμε ψεύτικα: Πλαστικές οι τροφές, πλαστικό το παιγνίδι των παιδιών, πλαστικοί οι κόσμοι φυγής και φαντασίας με τον καπνό, το ουίσκι, τα πορνοβίντεο τις δρόγες, πλαστικές οι διασκεδάσεις, πλαστικές… οι εγχειρήσεις.
Το ολοκληρωτικό είναι το στυγνό και το ανήλεο σύστημα της ολοκληρωτικής διακυβέρνησης των λαών, κάτω από την μεταμφίεση και την καρναβαλιά της δημοκρατίας. Ω μεγάλε Σόλωνα, που είσαι για να ιδείς τη δημοκρατία σου! Η αφύσικη παιδεία οδηγεί τον άνθρωπο σ’ έναν παγκόσμιο ολοκληρωτισμό δέκα φορές στυγνότερο από το κρούσμα Χίτλερ και το σταλινικό φαινόμενο. Εκεί που ο Μαρξ είχε μιλήσει για την αυτόνομη μονάδα του ανθρώπου μέσα σ’ ένα πανανθρώπινο κοινό (commune) άτομο, σήμερα η αφύσικη αγωγή οδηγεί τις κοινωνίες σ’ ένα συμπαγές παγκόσμιο άτομο αριθμών χωρίς όνομα και χωρίς διάκριση. Είναι κάτι περίπου όμοιο με τα «ποζιτρονικά άτομα», που λένε οι κοσμολόγοι.
Ξέρεις τι είναι τα ποζιτρονικά άτομα; Τα ποζιτρονικά άτομα είναι τα πιο αλλόκoτα προϊόντα των μαθηματικών υπολογισμών και των εξισώσεων. Αναφέρουνται στις δομές που θα λάβει η ύλη, όταν το σύμπαν θα αγγίξει το τέλος του. Ύστερα από 1071 έτη. Θα έχουν μέγεθος μερικές χιλιάδες δισεκατομμύρια έτη φωτός. Θα κινούνται σε τροχιές το ένα γύρω από το άλλο τόσο αργά, ώστε θα χρειάζουνται εκατομμύρια χρόνια για να μετακινηθούν κατά ένα εκατοστό του μέτρου. Ωσότου, μετά από 10116 έτη να καταρεύσουν, και τα σωματίδιά τους να εξαϋλωθούν34.
Ποια στιγμή και ποια πράξη, ω κόρη μου!
ΣHMEIΩΣEIΣ
- Βλ. Rousseau J.J., Émile ou de l’ éducation, Gamier-Flammarion, Paris 1966, σ. 40: Voulez-vous prendre une idée de Ι’ éducation publique, lisez la République de Platon.
- Γένεσις Β, 15.
- Πλάτων, Πρωταγόρας 321 d-e.
- Μη λησμονούμε ότι οι περισσότεροι από τους πρωτοπόρους και τους μεγάλους ερευνητές της επιστήμης ήσαν δάσκαλοι, δίδαξαν από την έδρα, και είχαν ακροατήρια και μαθητές. Ενδεικτικά αναφέρω ονόματα όπως: ο Πλάτων, ο Νεύτων, η Μαρία Κιουρί, ο Καντ, ο Λαμάρκ, ο Φλέμινγκ, ο Πλανκ, ο Νίτσε, ο Ρέδερφορντ, ο Χάϊζενμπεργκ, ο Αριστοτέλης.
- Όσο γνωρίζουμε μέχρι σήμερα έλλογο ον, ζώο δηλαδή με γνωστική συνείδηση, δεν υπάρχει άλλο στο σύμπαν εκτός από τον άνθρωπο της Γης. Ωστόσο οι αστροφυσικοί και οι κοσμολόγοι διατείνουνται ότι όχι το να υπάρχουν αλλά το να μην υπάρχουν άλλα σκεπτόμενα όντα σε μακρυνούς αστέρες και γαλαξίες θά ‘ταν το απίθανο και το παράλογο. Η μεγαλύτερη μάλιστα προσεχής ανακάλυψη της επιστήμης κρίνεται ότι θα είναι η στιγμή που ο άνθρωπος θα λάβει επαφή δια σημάτων με τέτοια έλλογα όντα, τα οποία κατανάγκη θα έχουν κατακτήσει υψηλό τεχνολογικό πολιτισμό.
- Το πώς θά ταν ο άνθρωπος που θα μεγάλωνε μακρυά από την επίδραση της αγωγής τό ‘δειξε το λαμπρό παράδειγμα των δύο παιδιών-ζώων που βρέθηκαν στο γαλλικό δάσος.
- Η βιβλική διήγηση της πτώσης των πρωτοπλάστων και ο μύθος του Πρωταγόρα.
- Πλάτων, Πολιτεία 359 d:360 b.
- Πλάτων, Τίμαιος 92 c: όδε ο κόσμος ούτω, ζώον ορατόν τα ορατά περιέχον.
- Αυτή την τιμή έδειξαν τα απάνθρωπα πειράματα που έκανε ένας ναζιστής γιατρός σε κρατούμενους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Εξέθετε τους κρατούμενους γυμνούς στην παγωνιά με τις ώρες, και όταν η θερμοκρασία του σώματος έπεφτε στους 27,6 βαθμούς ο άνθρωπος πέθαινε.
- Rοusseau, ό.π.π. σ. 215: pοint d’autre livre que le mοnde, pοint d’autre instructiοn que les faits.
- Rοusseau, ό.π.π. σ. 356: jamais le jaτgοn de la métaphysique n’a fait décοuvrir une seule νérité, et il a rempli la philοsοphie d’ absurditees dοnt οn a hοnte, sit ot qu’on les dépοuille de leurs grands mοts.
- Rousseau, ό.π.π. σ. 266: iI est de la demiére évidence que les compagnies savantes de l’ Europe ne sont que des écoles publiques de mensonges; et trés surement iI y a plus d’erreurs dans l’Académie des sciences que dans tout un peuple de Hurons. Oι Oύρωνες για την ακρίβεια δεν είvαι Κάφροι αλλά ινδιάνoι της Βόρειας Αμερικής. Aπoτελoύν σήμανση στο μέσο Αλγώγκιο, τη γεωλογική περίοδο του Προκάμβριου από τα 1700 ως τα 1000 εκατομμύρια χρόνια στην ηλικία της Γης. (Η εξέλιξη από τα ευκαρυωτικά κύτταρα ως την ανάπτυξη της αναπαραγωγής).
- Αφήνουμε ης παλαιότερες ανθρωπολογικές εποχές τις αχανείς, και ερχόμαστε στο χθες. Ξεκινάμε, δηλαδή, από το 8000 π.Χ. οπότε έχουμε την επανάσταση της πρώτης πόλης, και τη μετάβαση από το τροφοσυλλεκτικό στο τροφοπαραγωγικό στάδιο του ανθρώπου.
- Rοusseau, ό.π.π. σ. 35: Τοut est bien sοrtant des mains de l’Αuteur des chοses, tοut dégénére entre les mains de l’hοmme.
- Πλάτων, Πολιτεία 605 c: είδωλα ειδωλοποιούντα, του δε αληθούς πόρρω πάνυ αφεστώτα.
- Rousseau, ό.π.π. σ. 211: Diminuez donc Ies désirs, c’est comme si vous augmen tiez Ies forces.
- Γένεσις ΛΗ, 9.
- Rousseau, ό.π.π. σ. 93: La féIicité de l’homme ici-bas n’est donc qu’ un état négatif; οn doit la mesurer par la moindre quantité de maux qu’il souffre.
- Σολωμού Δ., Άπαντα, Επιμέλεια Λ. Πολίτη, Αθήνα 1948, τ. Α, σ. 253.
- Sο wie ein Hund. Έτσι τελειώνει Η Δίκη (Der Prozess) του Κάφκα.
- Rousseau, ό.π.π. σ. 60: Naturellement l’homme sait sοuffrir constamment et meurt en paix.
- Πινδάρου, Oλυμπ., 2, 2: τίνα θεόν, τίν’ ήρωα, τίνα δ’ άνδρα κελαδήσομεν;
- Πρβλ. Oμήρου, Oδύσ. α.8: νήπιοι, οι κατά βους Yπερίονος Hελίοιο ήσθιον.
- Στη πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης του Μαρέγκο (1800) σκοτώθηκε ο στρατηγός Νταισαίξ, πρωταγωνιστής και κύριος συντελεστής της νίκης. Όταν το ανάγγειλαν στο Ναπολέοντα, σκυθρώπιασε και ψιθύρισε: δεν έχω τον καιρό να χύσω τα δάκρυα που του πρέπουν.
- Πλάτων, Φαίδων 118: ο δη τελευταίον εφθέγξατο Ω Kρίτων, έφη, τω Aσκληπιώ οφείλομεν αλεκτρυόνα· αλλ’ απόδοτε και μη αμελήσητε.
- Είναι το περίφημο 840 Απόσπασμα του Ηράκλειτου: μεταβάλλον αναπαύεται. Κάτι να πούμε σαν την εξίσωση του Αϊνστάιν (e=m.c2), την εξίσωση του Χάμπλ (ν=d.Η), ή την εξίσωση του Χάιζενμπεργκ (Δp.Δq => h).
- Σαν, φτάνοντας στο παλάτι της Kίρκης, έπεσαν με τα μούτρα οι ναύτες στον έρωτα στην ανάπαυση στο φαγοπότι και στο κρασί, τα λησμόvησαν όλα: θάλασσα πατρίδα ταξίδι νησί βασιλιά σπίτι οικείους και νόστο. Έγιναν χοίροι.
- Πρέπει να φανταστούμε ευτυχισμένο το Σίσυφο. Έτσι τελειώvει το δοκίμιο του Καμύ «O μύθος του Σισύφου».
- Σολωμού Δ., ό.π.π., τ. Α., σ. 238.
- Ιωάννη, Αποκάλυψη 16, 12.
- Βλ. W. Schneider, Wir Neandertaler, Hamburg 1988, σ. 257-8.
- Rousseau, ό.n.n. σ. 66: I’haleine de I’homme est morteΙΙe a ses semblables.
- Βλ Davies Ρ., Θεός και μοντέρνα Φυσική, Εκδ. Kάτοπτρο, Αθήνα 1983, σ. 331.
* Από αφιέρωμα στον καθηγητὴ Νικόλαο Γ. Μελανίτη στό Χάρις, Ἀθήνα, Δέσποινα Μαυρομάτη, 1991, σσ. 267-284
Επαναδημοσίευση στο περ. Εμβόλιμον, τ. 20, 1993-94
Πηγή:
facebook.com