Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Πεινάει η Βενεζουέλα; – Μια ματιά πίσω από τους τίτλους

«Τα σούπερ μάρκετ βουλιάζουν στο χάος», «Η έλλειψη τροφής στη Βενεζουέλα είναι τρομακτική», «Η επιτυχία του σοσιαλισμού-Δελτίο στα τρόφιμα στα σούπερ μάρκετ», «Οι κάτοικοι της Βενεζουέλας συνωστίζονται στα σύνορα εξαιτίας της έλλειψης τροφής». Πρωτοσέλιδα σαν κι αυτά, έχουμε δει πολλές φορές το τελευταίο διάστημα για τη Βενεζουέλα. «Οι άνθρωποι τρώνε σκύλους επειδή πεινάνε», ακούγεται σε δελτία ειδήσεων. Είναι αυτή η αλήθεια; Είναι στο κατώφλι του λιμού η χώρα που το 2015 ο Οργανισμός Τροφής και Γεωργίας του ΟΗΕ αναγνώρισε ότι έχει σχεδόν εξαλείψει την πείνα; Κι αν δεν είναι, τότε γιατί -μόνο- αυτό ακούμε;

της Μάχης Μαργαρίτη
Η Κριστίνα Σκιαβόνι είναι ερευνήτρια από το Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνικών Σπουδών στη Χάγη. Τα τελευταία δέκα χρόνια μελετά τις εξελίξεις στο θέμα της τροφής στη Βενεζουέλα, και με επί τόπου έρευνα. Ο Ουίλιαμ Καμακάρο είναι ακτιβιστής και ραδιοφωνικός παραγωγός από τη Βενεζουέλα, με έδρα τη Νέα Υόρκη. Οι δυο τους έγραψαν πρόσφατα ένα άρθρο στην ιστοσελίδα της οργάνωσης Food First, με μια άλλη οπτική για την κατάσταση.
«Είναι μια στιγμή-πρόκληση για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης στη Βενεζουέλα», γράφουν. «Στέκονται στις ουρές στο μανάβικο, βλέπουν να λείπουν βασικά αγαθά, και συναντούν πληθωριστικές τιμές στην προσπάθεια να ταϊσουν τις οικογένειές τους.»
«Αλλά δεν υπάρχει γενική έλλειψη τροφίμων -τροφή υπάρχει σε αφθονία, όμως, η διανομή γίνεται με το σταγονόμετρο»
Η «οικονομία του πετρελαίου»
Επί έναν αιώνα η οικονομία της χώρας κινείται γύρω από το πετρέλαιο. Από το 1930 υπήρξε προσανατολισμός σε αυτό, και απομάκρυνση από την αγροτική παραγωγή. Το πετρέλαιο αποτελεί το 95% των εξαγωγών της χώρας. Την τροφή της η Βενεζουέλα άρχισε να την εισάγει, αφού ήταν φθηνότερο να εισάγει τρόφιμα παρά να τα παράγει. Σε όσους αποδίδουν τη σημερινή κατάσταση στην «εφαρμογή του σοσιαλισμού», πολλοί απαντούν ότι αυτή η εξάρτηση από το πετρέλαιο δεν προκλήθηκε από σοσιαλιστικές πολιτικές, αλλά από μερικούς πολύ βασικούς κανόνες της καπιταλιστικής αγοράς. Η Βενεζουέλα, λένε, υποφέρει από την Όλλανδική Ασθένεια΄- ένα οικονομικό φαινόμενο όπου ένας εξαιρετικά επικερδής τομέας αναπτύσσεται υπέρμετρα σε βάρος άλλων τομέων της οικονομίας. Εδώ, μια ακμάζουσα πετρελαϊκή βιομηχανία σήμαινε ότι άλλοι τομείς, όπως η γεωργία, παραμελήθηκαν.
Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί ένα ισχυρό και σύνθετο σύστημα εισαγωγών και διανομής τροφής, ελεγχόμενο από εθνικές και διεθνείς επιχειρήσεις. Η χώρα πήρε μια τέτοια θέση στον κόσμο που την έκανε ευάλωτη  στις διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων, και στον εσωτερικό πληθωρισμό. Οι εταιρίες που είναι υπεύθυνες για την εισαγωγή και τη διανομή τροφίμων έχουν καταφέρει να χρησιμοποιούν αυτές τις συνθήκες προς όφελός τους, γράφουν οι Σκιαβόνι-Καμακάρο.
Η δυνατότητα της Βενεζουέλας να εισάγει τροφή μέσω των κερδών από το πετρέλαιο στο παρελθόν, δε σήμαινε ότι ήταν καλά ταϊσμένος ο πληθυσμός της. Οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων ήταν άπιαστες για τη φτωχή πλειοψηφία της χώρας. Το 1989, ο τότε πρόεδρος Πέρεζ υπέγραψε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με αποτέλεσμα να εκτοξευτούν οι τιμές της τροφής και των καυσίμων. Η τιμή του ψωμιού αυξήθηκε κατά 600%. Για το 60% του πληθυσμού που ήδη ζούσε στη φτώχια, αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, κάνοντάς τον να βγει στους δρόμους, για να δεχτεί την καταστολή από τον στρατό, με επίσημο αριθμό νεκρών, 276.


Μέλη του Σοσιαλιστικού Κόμματος συγκεντρώνονται στο 
μουσείο Σιμόν Μπολιβάρ τον περασμένο Ιανουάριο, 
για να ζωγραφίσουν τα πρόσωπα του ίδιου και του Ούγκο 
Τσάβες, μετά την απομάκρυνση εικόνων τους από δημόσια 
κτίρια -κίνηση για την οποία η αντιπολίτευση ζήτησε αργότερα 
συγνώμη
Οι προσπάθειες για αλλαγή -και η αντίδραση
Στο ξεκίνημα της Βολιβαριανής Επανάστασης το 1999, αναγνωρίστηκε η σημασία της παραγωγής τροφής, γράφει το άρθρο του Food First. Η αγροτική μεταρρύθμιση περιλάμβανε την αναδιανομή γης με στόχο να στηριχτούν οι μικρομεσαίοι αγρότες και ψαράδες. Το κράτος άρχισε να διακανονίζει τιμές, να παρέχει δωρεάν γεύματα στα σχολεία και τους χώρους εργασίας, και να φτιάχνει κέντρα σίτισης στις κοινότητες.
Αλλά όλα αυτά ήταν αποσπασματικά προγράμματα και όχι συστημική αλλαγή στο δίκτυο εισαγωγής και διανομής τροφής, που παρέμεινε πάνω-κάτω το ίδιο. Σήμερα, 20 εταιρίες ελέγχουν κυρίως την προμήθεια τροφής και φαρμάκων στη χώρα, και μία από αυτές είναι υπεύθυνη για 8 από τα βασικά είδη διατροφής, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας.
Επιπλέον, το οικονομικό κατεστημένο της χώρας δεν ενθουσιάστηκε με τις προσπάθειες για αλλαγή. Έγραφε τον περασμένο μήνα ο Πίτερ Μπόλτον στην ιστοσελίδα του μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού Coha: «Μια ελίτ λευκών, στη συντριπτική πλειονότητά τους, ευρωπαϊκής καταγωγής, είχαν τις θέσεις επιρροής και έλεγχαν τις σημαντικές οικονομικές αποφάσεις. Σε μεγάλο βαθμό το κίνημα των Τσαβίστα βασίστηκε στο να δώσει φωνή στη φτωχή πλειοψηφία της χώρας, που είναι -στη συντριπτική πλειονότητα- μαύροι, αυτόχθονες, ή μιγάδες. Ο ίδιος ο Τσάβες ήταν μικτής καταγωγής, με ρίζες στην Ευρώπη, στους αυτόχθονες της Βενεζουέλας και στην Αφρική. Η ιδέα και μόνο ότι ένας τέτοιος άνθρωπος (mono, που σημαίνει «μαϊμού», όπως συχνά τον αποκαλούσαν) θα μπορούσε να είναι πρόεδρος και να δώσει φωνή στους σκουρόχρωμους chusma έγινε αντιληπτή ως μεγάλη προσβολή από την ελίτ της χώρας. Και η ελίτ αντιστάθηκε στην αναδιανομή της δύναμης.»
Οι διοικήσεις Τσάβες και Μαδούρο προσπάθησαν να ξεπληρώσουν το «κοινωνικό χρέος» προς τη φτωχή πλειοψηφία της χώρας, έχοντας να αντιμετωπίσουν μια συνεχή εχθρότητα όχι μόνο από μια επιθετική εσωτερική πολιτική αντιπολίτευση, αλλά και από τον ηγεμόνα του ημισφαιρίου, τις ΗΠΑ, σημειώνει το ίδιο άρθρο.
Έλλειψη εν μέσω αφθονίας;
Οι περιοδικές ελλείψεις σε τροφή δεν είναι νέο φαινόμενο, ειδικά σε στιγμές πολιτικής έντασης. Αλλά επί τρία χρόνια η χώρα ζει την έλλειψη συγκεκριμένων τροφών, σε συνδυασμό με ελλείψεις σε φάρμακα και είδη ατομικής υγιεινής, όπως σαπούνι, χαρτί υγείας, και πάνες.
Και οι Σκιαβόνι-Καμακάρο, συνεχίζουν λέγοντας ότι δεν υπάρχει γενική έλλειψη τροφής και άλλων βασικών ειδών στη Βενεζουέλα. Από τα ράφια των σούπερ μάρκετ λείπουν συγκεκριμένα είδη ενώ άλλα υπάρχουν σε αφθονία. Υπάρχει έλλειψη γάλακτος, αλλά γιαούρτι και τυρί είναι διαθέσιμα. Υπάρχει έλλειψη καφέ, αλλά υπάρχει τσάι, ζεστή σοκολάτα και άλλα ροφήματα. Και επιπλέον, το σκηνικό αλλάζει έξω από τα σουπερμάρκετ, όπου καφές προσφέρεται σε κάθε γωνιά του δρόμου και σε κάθε καφετέρια.
Οπότε, γιατί λείπουν βασικά είδη από τα σούπερ μάρκετ; Τα δύο πιο συνηθισμένα επιχειρήματα των εταιριών διανομής είναι ότι οι διακανονισμένες από το κράτος τιμές με στόχο τα προϊόντα να είναι προσβάσιμα στον κόσμο, είναι πολύ χαμηλές, δίνοντας αντικίνητρο στους διανομείς, και ότι λόγω της κατακρήμνισης των τιμών του πετρελαίου, δεν υπάρχουν αρκετά δολάρια για την εισαγωγή βασικών ειδών.
Ωστόσο, έρευνα της καθηγήτριας του πανεπιστημίου Σιμόν Μπολιβάρ και οικονομολόγου Πασκαλίνα Κουρτσίο, ανακάλυψε κάποια ενδιαφέροντα πράγματα. Πρώτον, αρκετά από τα προϊόντα σε έλλειψη δεν υπόκεινται σε έλεγχο τιμών από το 2010, και μεταξύ αυτών που είναι σε διατίμηση, σε πολλά η κυβέρνηση έχει αυξήσει τις τιμές για να δώσει κίνητρα στους διανομείς πολλές φορές το τελευταίο διάστημα, γεγονός που δεν έχει αυξήσει τη διαθεσιμότητα των προϊόντων. Δεύτερον, οι ελλείψεις έγιναν έντονες από το 2013, προτού πέσουν οι τιμές του πετρελαίου και ενώ τα δολάρια ήταν ακόμη διαθέσιμα.
Τα τρόφιμα σε πολιτικά κρίσιμες στιγμές
Η Κούρτσιο βρήκε ακόμη σχέση ανάμεσα στην ένταση των ελλείψεων σε τροφή και πολιτικά σημαντικές στιγμές, όπως οι προεκλογικές περίοδοι. Θα μπορούσαν οι ελλείψεις να είναι μεθοδευμένες; Πολλοί ακτιβιστές για την ανεξαρτησία στην τροφή λένε ότι δεν είναι σύμπτωση που  η μεγαλύτερη εταιρία τροφίμων της χώρας, υπεύθυνη για πολλά από τα αγαθά που λείπουν από τα ράφια, ανήκει σε γνωστό μέλος της αντιπολίτευσης.
Αμέσως μετά τη νίκη της αντιπολίτευσης στις εκλογές του 2015 για την Εθνοσυνέλευση, για παράδειγμα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υπήρχαν αναφορές ότι βασικά αγαθά άρχισαν ξαφνικά να επανεμφανίζονται στα ράφια σε όλη τη χώρα. «Κρίνοντας από τις ημερομηνίες λήξης κάποιων από αυτά, το πρόβλημα μάλλον δεν ήταν στην παραγωγή αλλά στη διανομή, που ελέγχεται από την επιχειρηματική ελίτ. Προκαλώντας αυτού του είδους την ανεπάρκεια, προσπαθούσε να πεινάσει το κοινό με στόχο να απορρίψει την επανάσταση, τακτική επηρεασμένη από το οικονομικό εμπάργκο των ΗΠΑ σε βάρος της Κούβας», γράφει ο Πίτερ Μπόλτον.


Κάτοικοι της Βενεζουέλας αγοράζουν λαχανικά από σούπερ 
μάρκετ της Κολομβίας στις αρχές του μήνα -μία από τις 
πολλές ανάλογες εικόνες που έχουν προβληθεί στα μέσα 
ενημέρωσης
Τι πραγματικά συμβαίνει σήμερα
Οι στατιστικές στο τέλος του 2015, δείχνουν ότι οι κάτοικοι κατανάλωσαν 3092 θερμίδες τη μέρα, πολύ πάνω από τις 2720 θερμίδες που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφής ως όριο ασφαλείας, αλλά κάτω από τις 3221 θερμίδες του 2011.
Οι μέσοι όροι, βέβαια, δε μας λένε τι συμβαίνει στα πιο ευάλωτα κομμάτια του πληθυσμού, σημειώνεται στο άρθρο στην ιστοσελίδα του Food First. Επίσης, οι μέσοι όροι δε μιλούν για την ποιότητα της τροφής. Πάντως, το Εθνικό Ινστιτούτο Διατροφής αναφέρει ότι παρακολουθεί προσεκτικά την κατάσταση, και ότι η πρόσληψη θερμίδων παραμένει πολύ ψηλότερα από τα συνιστώμενα όρια.
«Τρώνε σκύλους οι άνθρωποι; «Do you eat dogs?», ρωτήσαμε ανθρώπους σε εργατικές και αγροτικές περιοχές σε έξι περιφέρειες. Μετά το αρχικό σοκ, η απάντηση ήταν ‘ε, hot dogs, σίγουρα’». «Οι άνθρωποι στη Βενεζουέλα γνωρίζουν για τις εικόνες στα ξένα μέσα ενημέρωσης;», ρωτάω την Κριστίνα Σκιαβόνι στην επικοινωνία μας. «Ξέρουν ότι είναι σε εξέλιξη αρνητική εκστρατεία από τα media, αλλά δε γνωρίζουν το πόσο ακραία είναι. Σοκάρονται όταν τους αναφέρουμε τις περιγραφές, και θεωρούν ότι είναι πολιτικό παιχνίδι», μου απαντά. Όσο για τις συγκρούσεις και τις ταραχές, «έχουν αναφερθεί μεμονωμένα επεισόδια, δυσανάλογα παραπάνω σε περιοχές όπου πλειοψηφεί η αντιπολίτευση, αν και αυτό το ζήτημα χρειάζεται παρακολούθηση», γράφουν οι Σκιαβόνι-Καμακάρο.
Γεγονός είναι ότι πολλοί άνθρωποι περιμένουν σε μεγάλες ουρές για βασικά αγαθά όπου υπάρχουν -και πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό το βάρος πέφτει κυρίως στις γυναίκες. Η Βενεζουέλα έχει επάρκεια σε φρούτα και λαχανικά, που τα βρίσκει κανείς σε αφθονία να πωλούνται στον δρόμο, καθώς παράγονται από μικρούς και μεσαίους αγρότες, χωρίς αλλαγή στις τιμές. Αλλά, καθώς οι άνθρωποι αντικαθιστούν διαθέσιμα προϊόντα με μη διαθέσιμα, η αυξημένη ζήτηση μαζί με τον πληθωρισμό και την κερδοσκοπία, οδηγούν σε γενικευμένη αύξηση τιμών, τόσο στα μαγαζιά όσο και στους δρόμους. Οι περισσότεροι κάτοικοι, λοιπόν, αγωνίζονται για να ταϊσουν τις οικογένειές τους.
Τα CLAPs και η εναλλακτική γεωργία
Τα CLAPs, ή αλλιώς, Τοπικές Επιτροπές Παραγωγής και Προμήθειας, σχηματίστηκαν ταχύτατα στη χώρα τους τελευταίους μήνες. Είναι συνεργασίες μεταξύ οργανώσεων βάσης και της κυβέρνησης για να στηθεί ένα εναλλακτικό δίκτυο διανομής και στις 24 περιφέρειες. Δύο οι στόχοι τους: άμεσα, μοιράζουν τρόφιμα απευθείας στους ανθρώπους για να αντιμετωπιστεί η αναμονή στις ουρές, οι ελλείψεις και η κερδοσκοπία. Ταυτόχρονα, θέλουν να τονώσουν την τοπική παραγωγή και επεξεργασία τροφής, δίνοντας ώθηση στην αστική γεωργία. Πρόσφατα έγινε εκστρατεία φυτέματος σε 29.000 αστικούς χώρους, για να αυξηθούν οι ποσότητες φρέσκων προϊόντων, όπως αυγά, ψάρια και ζωϊκή πρωτείνη, παράλληλα με ώθηση για παραγωγή και στην ύπαιθρο.
Τα κοινωνικά κινήματα, μου λέει η Κριστίνα Σκιαβόνι, παίρνουν την ευκαιρία για βαθύτερη μεταρρύθμιση με στόχο την επάρκεια σε τροφή. Εξαιτίας της ανάγκης, άνθρωποι στρέφονται στη γεωργία, ανταλλάσσουν σπόρους και προϊόντα, και φτιάχνουν νέες επιχειρήσεις. Η μείωση των βιομηχανικών γεωργικών προϊόντων, επίση, οδηγεί σε οργανικές πρακτικές και την αγρο-γεωργία, όπως είχε συμβεί στην Κούβα. Αυτές οι αλλαγές φέρνουν μια απομάκρυνση από επεξεργασμένα τρόφιμα και στροφή σε τοπικά παραδοσιακά προϊόντα.
Η χώρα υιοθέτησε νέο νόμο για τους σπόρους, που απαγορεύει τα γενετικά μεταλλαγμένα και προστατεύει τους τοπικά παραγόμενους σπόρους από τους χωρικούς, τους αυτόχθονες και τις κοινότητες αφρικανικής καταγωγής. Στη Feria Conuqera, μια εξαιρετικά δημοφιλή μηνιαία εναλλακτική αγορά στο Καράκας, βρίσκει κανείς προϊόντα που λείπουν από τα σούπερ μάρκετ, από χειροποίητα σαπούνια μέχρι φρέσκο καλαμπόκι. Το κίνημα βάσης Plan Pueblo a Pueblo, σε έναν χρόνο έχει φτάσει 40.000 οικογένειες στις πόλεις, παρέχοντάς τους φρέσκα προϊόντα, και ταυτόχρονα προσπαθεί να φτιάξει ένα νέο σύστημα τροφής ξεπερνώντας τη διαίρεση πόλεων-υπαίθρου. Κεντρικός μηχανισμός στην προσπάθεια αυτή, οι ενώσεις πολιτών γνωστές ως κομούνες. Ο ακτιβιστής για την τροφή Γκάμπριελ Ζιλ λέει, «η παρούσα κρίση μας ωθεί να οργανωθούμε -και οι κομούνες είναι ‘κλειδιά’ για να το κάνουμε».


Στο τέλος Ιουνίου, ο πρόεδρος της χώρας Μαδούρο κάλεσε 
τους υποστηρικτές του να πουν στον κόσμο «την αλήθεια 
για τη Βενεζουέλα» μέσα από τα  social media
Έλεγχος ή αλλαγή;
Η Κριστίνα Σκιαβόνι πιστεύει ότι πρέπει να γίνουν πιο αυστηροί οι έλεγχοι του κράτους στις εταιρίες για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις. Τα προϊόντα υπάρχουν, μου λέει, αλλά συσσωρεύονται σε αποθήκες -σχεδόν κάθε μέρα υπάρχει ένα ρεπορτάζ για μια τέτοια ανακάλυψη, ή πωλούνται μέσω παράνομων καναλιών. Ή, σε κάποιες περιπτώσεις, κρατούνται σε αποθήκες τα υλικά που είναι απαραίτητα για την παρασκευή συγκεκριμένων προϊόντων.
Αλλά, ακόμη και με τους ελέγχους, η ίδια δεν πιστεύει ότι η κατάσταση είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα. «Όσο τα μέσα παραγωγής και διανομής παραμένουν κυρίως στα χέρια λίγων ιδιωτικών εταιριών, η χώρα θα αντιμετωπίζει πάντα τον κίνδυνο ελλείψεων. Γι΄αυτό πολλοί ζητούν νέα μοντέλα, πιο αποκεντρωμένα. Ήδη, κάποια από αυτά έχουν και στήριξη από την κυβέρνηση. Αλλά, την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση συνεχίζει να στηρίζει τις μεγάλες εταιρίες. Κάποιοι πιστεύουν ότι όσο μένει άθικτο το κυρίαρχο σύστημα, θα υπονομεύει τις εναλλακτικές. Άλλοι πιστεύουν ότι και τα δύο συστήματα πρέπει να λειτουργούν παράλληλα.»
Και άλλες χώρες δέχτηκαν πλήγμα από την υποχώρηση των τιμών του πετρελαίου, αλλά η κατάσταση δεν εξελίχτηκε όπως στη Βενεζουέλα. «Τι δεν έκανε ο Νικολάς Μαδούρο;», ρωτάω την ερευνήτρια από την Ολλανδία. «Πιστεύω ότι ο Μαδούρο ‘πληρώνει το τίμημα’ του ότι δεν υπέκυψε στα αμερικανικά συμφέροντα. Από την έρευνά μου προκύπτει πολύ ξεκάθαρα ότι η οικονομία σαμποτάρεται τόσο από το εσωτερικό της χώρας, όσο και από το εξωτερικό -ένα παράδειγμα, οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από τις ΗΠΑ. Και φαίνεται ότι υπάρχει μια εκστρατεία των μέσων ενημέρωσης που στηρίζει αυτές τις προσπάθειες.»
Αμφισβητώντας τα πρωτοσέλιδα
Οι συντάκτες των παραπάνω άρθρων και αναλύσεων καθόλου δεν παραγνωρίζουν την ταλαιπωρία του κόσμου στις ουρές για την απόκτηση τροφής, ούτε και αποφεύγουν την κριτική στην κυβέρνηση. Ο καθένας, από τη δική του σκοπιά και οπτική, μπορεί να την εστιάσει εκεί όπου δίνει προτεραιότητα.
Υπάρχουν, ωστόσο, και τα δεδομένα. To 2012, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ αναγνώρισε ότι η Βενεζουέλα μείωσε την πείνα και την ακραία φτώχια κατά περισσότερο από 50%. Το 2014, της απένειμε βραβείο για τα κοινωνικά προγράμματα της κυβέρνησης για τη διανομή τροφής σε χαμηλές τιμές και για τα σχολικά γεύματα. Το 2015, ο εκπρόσωπος του οργανισμού στη Βενεζουέλα, χαρακτήρισε τη χώρα «υπόδειγμα» δημόσιων πολιτικών σε αυτό τον τομέα.
Οπότε, το ερώτημα είναι, γιατί η Βενεζουέλα «στοχοποιείται» καθημερινά, με κάλυψη που δεν αποτυπώνει τη συνολική κατάσταση. Και γιατί τα μέσα προβάλλουν περισσότερο την εικόνα της «γενικευμένης απελπισίας», παρά την πολύ πιο σύνθετη πραγματικότητα. Κάνοντας τη συζήτηση τόσο «στενή», ώστε να μη χωράνε περισσότερα του ενός συμπεράσματα.
πηγές: Food First, Council on Hemispheric Affairs

φωτογραφίες: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Πηγή:
ert.gr