Ο Γαλαξίας μας από το Σούνιο |
«Επειδή όμως γνώριζε ότι τα ονόματα αυτά είχαν στους παλαιούς μεγάλη αμφισημία, καθώς άλλοι αποκαλούσαν Κόσμο μόνο τον υποσελήνιο χώρο, και άλλοι έλεγαν ουρανό μέρος του Κόσμου, εκ των οποίων άλλοι τον οριοθετούσαν μέχρι την Σελήνη και άλλοι ονόμαζαν ουρανό «τὰ ἄκρα τῆς γενέσεως»:
«Ο Ζεύς έλαβε σαν κλήρο τον ευρύ ουρανό μαζί με τον αιθέρα και τις νεφέλες» (Όμηρος Ιλιάς, ραψ. Ο’ σ. 108) :
Γιατί γεννιέται από εκεί και έχει επιστρέψει στο ΟΝ. Αλλά, όπως ακριβώς τα αγάλματα που αφιερώνονται από την τελεστική άλλα είναι εμφανή και άλλα μένουν κρυμμένα μέσα σαν σύμβολα της των Θεών παρουσίας, τα οποία είναι γνωστά μόνο στους τελεστές, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Κόσμος, ο οποίος είναι άγαλμα του νοητού και από του Πατρός τελεσθείς, έχει και φανερά της εαυτού θειότητας και αφανή συνθήματα (σύμβολα) της του Όντος μετοχής, τα οποία υποδέχτηκε παρά του τελέσαντος αυτόν Πατρός, προκειμένου να είναι χάρη σε αυτόν ριζωμένος διαιωνίος εν τω ΟΝ.
Η ονομασία «ουρανός», λοιπόν, και η ονομασία «Κόσμος» είναι ονομασίες που δηλώνουν τις φανερές δυνάμεις που υπάρχουν σε αυτόν, με τη δεύτερη ονομασία να δηλώνει ότι προέρχεται από εκεί και με την πρώτη ονομασία να δηλώνει την επιστροφή. Υπάρχει όμως και μια θεία ονομασία της δύναμης του σύμπαντος η οποία παραμένει εντός της πηγής του, μια ονομασία που αποτελεί σύμβολο της σφραγίδας του δημιουργού, στον βαθμό που το σύμπαν είναι αχώριστο από το ΟΝ. Η ονομασία αυτή είναι άρρητη και άφθεγκτη και γνωστή μόνο στους ίδιους του Θεούς.
Γιατί υπάρχουν ονόματα οικεία σε κάθε τάξη των πραγμάτων, θεία για τα θεϊκά, διανοητικά για τα διανοητά, δοξαστά για τα δοξαστά. Και αυτό λέει και ο ίδιος ο Πλάτων στον «Κρατύλο, 391d-e, 392a», όταν συμφωνεί με τον Όμηρο που δίνει στα ίδια πράγματα άλλες ονομασίες σύμφωνα με τους θεούς και άλλες ονομασίες σύμφωνα με τις δοξασίες των ανθρώπων : «τον οποίο οι θεοί αποκαλούν Ξάνθο και οι άνθρωποι Σκάμανδρο» (Ιλιάδα Υ’ σ. 74) : γιατί όπως είναι άλλες οι γνώσεις των θεών και άλλες οι γνώσεις των μερικών/επιμέρους ψυχών, έτσι είναι και άλλες οι θείες ονομασίες, οι οποίες αποκαλύπτουν την καθολική ουσία των πραγμάτων, και άλλες των ανθρώπων, οι οποίες αγγίζουν τα πράγματα με τρόπο μερικό.
Γνωρίζοντας λοιπόν ο Πλάτων ότι αυτή, δηλαδή η θεία ονομασία που είναι διαφορετική από τη φανερή, υπήρχε πριν από τον Κόσμο, την άφησε ανέκφραστη και με πάρα πολύ μεγάλη ευλάβεια του την προσήψε ως σύμβολο της θείας σφραγίδας που υπάρχει στον Κόσμο. Γιατί το «οποιαδήποτε» και το «θα μπορούσε να δεχθεί» είναι ένας κρυμμένος ύμνος της
Κοσμικής ονομασίας ως άφθεγκτης που έχει λάβει θεία ουσία, προκειμένου να είναι συγγενική με το πράγμα που δηλώνει. Για αυτό και από τους Θεουργούς έχουν παραδοθεί θείες ονομασίες του Κόσμο, εκ των οποίων άλλες αποκαλούνται άρρητες και άλλες ρητές από αυτούς. Οι πρώτες είναι ονομασίες των αφανών δυνάμεων που ενυπάρχουν στον Κόσμο, ενώ οι δεύτερες είναι ονομασίες των φανερών στοιχείων από τα οποία έχει ο Κόσμος συμπληρωθεί.
Εν ολίγοι ο Πλάτων στον «Τίμαιο», ως αξιώματα, έχει παραδώσει εκτός των άλλων το είδος, το δημιουργικό αίτιο, το νοητό υπόδειγμα και την ονομασία, τόσο την φανερή όσο και την μυστική, η μία συγγενική με τη δυάδα και ή άλλη συγγενική με τη μονάδα.
Γιατί το «οποιαδήποτε» δηλώνει την ενότητα. Και θα έχεις το άρρητο όνομα να δηλώνει την Μονή του σύμπαντος εν τω Πατρί, το όνομα Κόσμος, να δηλώνει την πρόοδο και το όνομα ουρανός να δηλώνει την επιστροφή. Και με τα τρία ονόματα θα έχει την τελική αιτία, λόγω της οποίας, το σύμπαν είναι γεμάτο από το Αγαθό, καθώς μένει αρρήτως μέσα στην πηγή του, προοδεύει τέλεια και επιστρέφει προς το Αγαθό σαν προς το αντικείμενο του πόθου του”.
-– Βλ. και Πρόκλος «Εις Τίμαιον Πλάτωνος, τόμος Β’, 1.272.10 – 1.274.30).–
Κεφάλας Δ. Ευστάθιος (Αμφικτύων)
Πηγή:
olympospress.blogspot.gr