Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

Σαν σήμερα(9/2), το 1857, πέθανε ο Διονύσιος Σολωμός

Μικρό αφιέρωμα στον μέγιστο Έπτανήσιο ποιητή

" Από την ιστορία της νεότερης ελληνικής ποίησης δεν λείπουν οι παράξενες μορφές και περιπτώσεις. Θα 'ταν, ας πούμε, πολύ πιο φυσικό, καθώς το φαντάζομαι, η ποίηση ενός λαού θαλασσινού, αγροτικού και πολεμιστή, να άρχιζε με έναν άνθρωπο πού θα τραγουδούσε τραχιά και απλά αισθήματα. Συνέβηκε το αντίθετο. Άρχισε με έναν ποιητή πού κατεχόταν από τον δαίμονα του απόλυτου. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Πρέπει να προσθέσω αμέσως ότι το επίπεδο της παιδείας στα Εφτάνησα ήταν, τα χρόνια εκείνα, πολύ υψηλότερο από της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ο Σολωμός είχε σπουδάσει στην Ιταλία. Ήταν ένας μεγάλος Ευρωπαίος, που γνώριζε καλά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η ποίηση του αιώνα του. Μπορούσε να είχε σταδιοδρομήσει στην Ιταλία: έγραψε ιταλικά ποιήματα και οι ενθαρρύνσεις δεν του έλειψαν. Προτίμησε τη στενή πύλη: αποφάσισε να δημιουργήσει το έργο του ελληνικά.


Ο Σολωμός ασφαλώς είχε γνωρίσει τα ποιήματα πού είχαν φέρει μαζί τους οι πρόσφυγες από την Κρήτη. Πίστευε στην γλώσσα του λαού κι εχθρεύονταν κάθε μορφή λογιοτατισμού. Οι απόψεις του πάνω στο πρόβλημα αυτό σώζονται σ’ ένα διάλογο πού έγραψε, με κύρια πρόσωπα τον Ποιητή και τον Σοφολογιώτατο. Μνημονεύω, στην τύχη: “Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, παρέξ ελευθερία και γλώσσα” ή, ακόμα: “Υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού, και αν είσαι αρκετός, κυρίεψέ την”. Γι’ αυτήν την κυριαρχία εμόχθησε, κι αυτός ο μόχθος είναι πού τον έκανε ένα μεγάλον Έλληνα. Ο Σολωμός, βέβαια, έγραψε και τον Ύμνο στην Ελευθερία, πού οι στίχοι, του χρησίμεψαν για τον εθνικό μας ύμνο – και άλλα ποιήματά του μελοποιήθηκαν και τραγουδήθηκαν πολύ στον περασμένο αιώνα. Όμως δεν είναι γι’ αυτό που μετράει για μας η κληρονομιά του. Είναι γιατί μπόρεσε να χαράξει, όσο οριστικά του επέτρεπε η εποχή του, το δρόμο που θα 'παιρνε η ελληνική έκφραση. Αγάπησε τη ζωντανή γλώσσα και δούλεψε σ’ όλη του τη ζωή για να την ανυψώσει στο επίπεδο της ποίησης που εκείνος οραματιζόταν. Ήταν μια προσπάθεια που ξεπερνούσε τις δυνάμεις ενός και μόνου ανθρώπου" (Γιώργος Σεφέρης, στο περιοδικό Άρδην τ. 28).




Αριστ., σχέδιο του Γεώργιου Ιακωβίδη από προσωπογραφία του Σολωμού, αγνώστου ζωγράφου που έγινε εκ του φυσικού. Βλ. anonymous μη φείδου χρόνου. Δεξ., βλ. Ποιείν - Poiein.



Αριστ., ο Διονύσιος Σολωμός βρέφος, έργο του ζωγράφου Νικολάου Κουτούζη (1799-1800). Βλ. Augusta Stylianou. Δεξ., ο Σολωμός σε νεαρή ηλικία, συλλογή Μουσείου Δ.Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίω.



Αριστ., βλ. corfuhistory. Δεξ., σχέδιο του Γιώργη Βαρλάμου ("Ευρισκόμενα", έκδοση του κερκυραϊκού τυπογραφείου "Ερμής" του Αντωνίου Τερζάκη, σε επιμέλεια του Ιάκωβου Πολυλά, 1859). Βλ. Ελευθεροτυπία ("Να ξαναβρούμε τον Σολωμό", άρθρο του Βασίλη Κ. Καλαμαρά).



Βλ. National Anthem.



Εpisode du siege de Missolonghi (σκηνή από την πολιορκεία του Μεσσολογγιού), πίνακας του γάλλου ζωγράφου François-Émile de Lansac, 1828. Δημοτική Πινακοθήκη, Μεσολόγγι. Βλ. Αρβανίτη Πρεβεζάνου Ευγενία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΜΙΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΔΙΑΚΟΝΕΥΟΥΝΕ
ΚΑΙ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΕΧΕΙ ΔΟΥΛΕΙΑ
1. Ὡστόσο ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος εἶχε στὰ γόνατα τὴ θυγατέρα της καὶ ἐπολέμαε νὰ τὴν καλοπιάσει.
2. Ἔβαλε λοιπὸν τὸ ζουρλάδι τὰ μαλλιά της ἀπὸ πίσω ἀπὸ τ᾿ αὐτιά, γιατὶ ἡ ἀνησυχία της τἄχε πετάξει, καὶ ἔλεγε φιλώντας τὰ μάτια τῆς θυγατρός της:
3. «Μάτια μου, ψυχή μου, νὰ γένεις καλή, νὰ πανδρευθεῖς, καὶ νὰ βγαίνουμε καὶ νὰ μπαίνουμε, καὶ νὰ βλέπουμε τὸν κόσμο, καὶ νὰ καθόμαστε μαζὶ στὸ παρεθύρι νὰ διαβάζουμε τὴ θεία Γραφὴ καὶ τὴ Χαλιμά».
4. Καὶ ἀφοῦ τὴν ἐχάϊδεψε καὶ τῆς φίλησε τὰ μάτια καὶ τὰ χείλια, τὴν ἄφησε ἀπάνου στὴν καθίκλα λέοντάς της: Νὰ καὶ ἕνα καθρεφτάκι καὶ κοιτάξου ποὺ εἶσ᾿ ὄμορφη καὶ μοῦ μοιάζεις.
5. Καὶ ἡ κόρη ποὺ δὲν ἤτανε μαθημένη μὲ τὰ καλὰ ἡσύχασε, καὶ ἀπὸ τὴ χαρά της ἐδάκρυσε.
6. Καὶ ἰδοὺ μεγάλη ταραχὴ ποδιῶν, ὁποὺ πάντοτες αὔξαινε.
7. Καὶ ἐσταμάτησε κοιτάζοντας κατὰ τὴ θύρα καὶ φουσκώνοντας τὰ ρουθούνια της.
8. Καὶ ἰδοὺ παρεσιάζουνται ὀμπρός της οἱ γυναῖκες τοῦ Μισολογγιοῦ. Ἐβάλανε τὸ δεξί τους στὰ στήθια καὶ ἐπροσκυνήσανε· καὶ ἐμείνανε σιωπηλὲς καὶ ἀκίνητες.
9. «Και ἔτσι δά, πῶς; Τί κάνουμε; θὰ παίξουμε; Τί ὁρίζετε, κυράδες; Ἐκάμετε ἀναβαίνοντας τόση ταραχὴ μὲ τὰ συρτοπάπουτσα, ποὺ λογιάζω πὼς ἤρθετε νὰ μοῦ δώσετε προσταγές».
10. Καὶ ὅλες ἐμείνανε σιωπηλὲς καὶ ἀκίνητες· ἀλλὰ μία εἶπε: «Ἂμ᾿ ἔχεις δίκαιο. Εἶσαι στὴν πατρίδα σου καὶ στὸ σπίτι σου, καὶ μεῖς εἴμαστε ξένες καὶ ὅλο σπρώξιμο θέλουμε».
11. Καὶ ἐτότες ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος τὴν ἀντίσκοψε καὶ ἀποκρίθηκε: «Κυρὰ δασκάλα, ὅλα τὰ χάσετε, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἀκούω ἡ γλώσσα σᾶς ἔμεινε.
12. »Εἶμαι στὴν πατρίδα μου καὶ στὸ σπίτι μου; Καὶ ἡ ἀφεντιά σου δὲν ἤσουνα στὴν πατρίδα σου καὶ στὸ σπίτι σου;
13. »Καὶ τί σᾶς ἔλειπε, καὶ τί κακὸ εἴδετε ἀπὸ τὸν Τοῦρκο; Δὲ σᾶς ἄφηνε φαητά, δούλους, περιβόλια, πλούτια; Καὶ δόξα σοι ὁ θεὸς εἴχετε περσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχω ἐγώ.
14. »Σᾶς εἶπα ἐγὼ ἴσως νὰ χτυπήσετε τὸν Τοῦρκο, ποὺ ἐρχόστενε τώρα σὲ μὲ νὰ μοῦ γυρέψετε καὶ νὰ μὲ βρίσετε;
15. »Ναίσκε! Ἐβγήκετε ὄξω νὰ κάμετε παλληκαριές. Οἱ γυναῖκες ἐπολεμούσετε (ὄμορφο πρᾶμα ποὺ ἤθελ᾿ ἤσθενε μὲ τουφέκι καὶ μὲ βελέσι· ἢ ἐβάνετε καὶ βρακί;). Καὶ κάτι ἐκάμετε στὴν ἀρχή, γιατὶ ἐπήρετε τὰ ἄτυχα παλληκάρια τῆς Τουρκιᾶς ξάφνου.
16. »Και πῶς ἐμπόρειε ποτὲ τοῦ νὰ ὑποφτευθεῖ τέτοια προδοσία; Τὄθελε ὁ Θεός; Δὲν ἀνακατωνόστενε μὲ δαῦτον μέρα καὶ νύχτα;
17. »Τόσο κάνει καὶ ἐγὼ νὰ μπήξω τὸ μαχαίρι μὲς στὸ ξημέρωμα στὸ λαιμὸ τοῦ ἀνδρός μου (ποὺ νὰ τόνε πάρει ὁ διάολος).
18. »Και τώρα ποὺ βλέπετε πὼς πάνε τὰ πράματά σας κακά, θέλτε νὰ πέσει τὸ βάρος ἀπάνου μου.
19. »Καλή, μὰ τὴν ἀλήθεια. Αὔριο πέφτει τὸ Μισολόγγι, βάνουνε σὲ τάξη τὴν Ἑλλάδα τὴ ζουρλὴ οἱ βασιλιάδες, εἰς τοὺς ὁποίους ἔχω ὅλες μου τὲς ἐλπίδες,
20. »καὶ ὅσοι μείνουνε ἀπὸ τὸν ξολοθρεμὸ ἔρχονται στὴ Ζάκυνθο νὰ τοὺς θρέψουμε, καὶ μὲ τὴν κοιλιὰ γιομάτη μας βρίζουνε».
21. Λέοντας ἐσιώπησε ὀλίγο κοιτάζοντας μὲς στὰ μάτια τὲς γυναῖκες τοῦ Μισολογγιοῦ.
22. «Και ἔτσι ξέρω καὶ μιλῶ καὶ ἐγώ, ναὶ ἢ ὄχι; Καὶ τώρα δὰ τί ἀκαρτερεῖτε; Εὑρήκετε ἴσως εὐχαρίστηση νὰ μὲ ἀκοῦτε νὰ μιλῶ;
23. »Ἐσεῖς δὲν ἔχετε ἄλλη δουλειὰ παρὰ νὰ ψωμοζητᾶτε. Καί, νὰ ποῦμε τὴν ἀλήθεια, στοχάζουμαι πῶς θὲ νἆναι μιὰ θαράπαψη γιὰ ὅποιον δὲν ντρέπεται.
24. »Ἀλλά ἐγὼ ἔχω δουλειά. Ἀκοῦστε; ἔχω δουλειά». Καὶ φωνάζοντας τέτοια δὲν ἤτανε πλέον τὸ τριπίθαμο μπουρίκι, ἀλλὰ ἐφάνηκε σωστή.
25. Γιατὶ ἀσηκώθηκε μὲ μεγάλο θυμὸ στὴν ἄκρη τῶν ποδιῶν, καὶ μόλις ἄγγισε τὸ πάτωμα καὶ ἐγκρίλωσε τὰ μάτια, καὶ τὸ ἄβλαφτο μάτι ἐφάνηκε ἀλληγορικὸ καὶ τὸ ἀλληθώρικο ἔσιαξε. Καὶ ἐγίνηκε σὰν τὴν προσωπίδα τὴν ὕψινη ὁποὺ χύνουνε οἱ ζωγράφοι εἰς τὰ πρόσωπα τῶν νεκρῶν γιὰ νά...
26. Καὶ ὅποιος τὴν ἔβλεπε νὰ ξανάρθει στὴν πρώτη της μορφὴ ἔλεγε: Ὁ διάβολος ἴσως τὴν εἶχε ἀδράξει, ἀλλὰ ἐμετάνιωσε καὶ τὴν ἄφησε, γιὰ τὸ μίσος ποὺ ἔχει τοῦ κόσμου.
27. Καὶ ἡ θυγατέρα της κοιτάζοντάς την ἐφώναξε· καὶ οἱ δοῦλοι ἐξαστόχησαν τὴν πείνα τους, καὶ οἱ γυναῖκες τοῦ Μισολογγιοῦ ἐκατέβηκαν χωρὶς νὰ κάμουνε ταραχή.
28. Ἐτότες ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος βάνοντας τὴν ἀπαλάμη ἀπάνου στὴν καρδιά της καὶ ἀναστενάζοντας δυνατά, εἶπε:
29. »Πως μοῦ χτυπάει, Θέ μου, ἡ καρδιά, ποὺ μοῦ ἔπλασες τόσο καλή!
30. »Μὲ συγχύσανε αὐτὲς οἱ πόρνες! Ὅλες οἱ γυναῖκες τοῦ κόσμου εἶναι πόρνες.
31. »Ἀλλά ἐσύ, κόρη μου, δὲ θὲ νἆσαι πόρνη σὰν τὴν ἀδελφή μου καὶ σὰν τὶς ἄλλες γυναῖκες τοῦ τόπου μου!
32. »Κάλλιο θάνατος. Καὶ ἐσύ, μάτια μου, ἐσκιάχθηκες. Ἔλα, στάσου ἥσυχη, γιατὶ ἂν ἀναδευτεῖς ἀπὸ αὐτὴν τὴν καθίκλα, κράζω εὐθὺς ὀπίσω ἐκεῖνες τὲς στρίγλες καὶ σὲ τρῶνε».
33. Καὶ οἱ δοῦλοι εἶχαν πάγει στὸ μαγερειὸ χωρὶς νὰ καρτερέσουν τὴν προσταγὴ τῆς γυναικός, καὶ ἐκεῖ ἄρχισαν νὰ μιλοῦν γιὰ τὴν πείνα τους.
34. Καὶ ἡ γυναίκα ἐτότες ἐμπῆκε στὸ δῶμα της.
35. Καὶ σὲ λίγο ἔγινε μεγάλη σιωπὴ καὶ ἄκουσα τὸ κρεβάτι νὰ τρίξει πρῶτα λίγο καὶ κατόπι πολύ. Καὶ ἀνάμεσα στὸ τρίξιμο ἐβγαίνανε λαχανιάσματα καὶ γογγυσμοί.
36. καθὼς κάνουν οἱ βαστάζοι ὅταν οἱ κακότυχοι ἔχουν βάρος εἰς τὴν πλάτη τους ἀνυπόφορτο.
37. Καὶ ἔφυγα ἀπὸ τὴν πέτρα τοῦ σκανδάλου ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος. Καὶ ὅ,τι ἔβγαινα ἀπὸ τὴ θύρα τοῦ σπιτιοῦ ἀπάντηξα τὸν ἄνδρα τῆς γυναικὸς ὁποὺ ἀνέβαινε. (Απόσπασμα από τη Γυναίκα της Ζάκυθος, το πεζόμορφο ποίημα του Διονυσίου Σολωμού, αναδημοσιευμένο από το ιστολόγιο του Δημητρίου Γκόγκα).



William Turner, Η Ζάκυνθος το 1810. Journal of a tour in the Orient, London, 1820. Βλ. katalogia, blog of Sarantis Antiochos.



Βλ. katalogia, blog of Sarantis Antiochos.



Ζακυνθινές φορεσιές. Χαρακτικό του Antoine Laurent,
Lettres sur la Morée et les iles Cérigo, Hydra et Zante, Paris, 1808.
Βλ. katalogia, blog of Sarantis Antiochos.



Tοπικές ενδυμασίες του ΧVIII αιώνα. 'Αντρας και γυναίκα από τη Ζάκυνθο, 1787 (ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε το 1798). Jean Marie Mixelle, engraver, on a drawing by Claude Louis Desrais (1746-1816), after Jacque Grasset de Saint-Sauveur. Βλ. katalogia, blog of Sarantis Antiochos.



Η Πλατεία του Διονυσίου Σολωμού στη Ζάκυνθο. Καρτ ποστάλ Delcampe.



Μνημείο για τον Διονύσιο Σολωμό στο λόφο του Στράνη. Καρτ ποστάλ Delcampe.

Λουδοβίκος Στράνης (ιταλ. Ludovico Strani) έζησε στην Ζάκυνθο μεταξύ 18ου και 19ου αιώνα. Ήταν ευγενής ιταλικής καταγωγής και το όνομα της οικογένειας Στράνη (Strani) αναφέρεται στο Λίμπρο ντ' Όρο της Ζακύνθου.
Η οικογένεια Στράνη καταγόταν από την ιταλική πόλη Τράνι και ασχολούνταν με την ναυτιλία και το εμπόριο. Έτσι, κάποια στιγμή οι πρόγονοι του Λουδοβίκου Στράνη βρέθηκαν στα Επτάνησα τα οποία τότε ήταν έδαφος της Δημοκρατίας της Βενετίας, συγκεκριμένα στην Ζάκυνθο και ο ίδιος γεννήθηκε εκεί. Έζησε στην έπαυλη της οικογένειάς του στον περίφημο Λόφο του Στράνη όπου φιλοξενούνταν συχνά ο Διονύσιος Σολωμός και μάλιστα εκεί έγραψε ο τελευταίος τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν που μετέπειτα έγινε ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας και της Κύπρου. Σήμερα ο Λόφος του Στράνη στην Ζάκυνθο αποτελεί πόλο έλξης επισκεπτών, κυρίως βέβαια λόγω της ύπαρξής του ως το σημείο έμπνευσης του ελληνικού εθνικού ύμνου από τον Σολωμό, αλλά και εξαιτίας της εκπληκτικής πανοραμικής θέας του νησιού που προσφέρει. Ο Λουδοβίκος Στράνης απέκτησε με την νόμιμη σύζυγό του δύο γιους.
Όσον αφορά την σχέση του Λουδοβίκου Στράνη με τον Διονύσιο Σολωμό υπάρχουν δύο εκδοχές. Η μία θέλει τον Στράνη να είναι θείος του Σολωμού και η άλλη, η οποία μάλιστα γίνεται ευρύτερα αποδεκτή από την κοινή γνώμη στην Ζάκυνθο, θέλει τον Στράνη να είναι ο βιολογικός πατέρας του Σολωμού τον οποίο ο Νικόλαος Σολωμός αναγνώρισε για λόγους σκοπιμότητας ως δικό του γιο λίγο πριν τον θάνατό του, καθώς ο Στράνης είχε αποκτήσει τον Διονύσιο με την Αγγελική Νίκλη, πρώην υπηρέτριά του και μετέπειτα υπηρέτρια του Νικολάου Σολωμού, και δεν ήθελε να μαθευτεί κάτι τέτοιο. Κατάφερε έτσι να πείσει τον Νικόλαο Σολωμό να αναγνωρίσει τον Διονύσιο ως δικό του παιδί και να πάρει και το δικό του επώνυμο. Παρόλα αυτά ο Στράνης συνέχισε να έχει στενή επαφή με τον Διονύσιο Σολωμό ως βιολογικός του πατέρας, σύμφωνα πάντα με την συεγκεκριμένη εκδοχή, και γι' αυτό συχνά τον φιλοξενούσε στην έπαυλή του και μάλιστα όταν πια ο Σολωμός μεγάλωσε, ο Στράνης αισθάνθηκε χρέος να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του στην Ιταλία. Ο Σολωμός έγραψε μάλιστα ένα ποίημα αφιερωμένο στον Λουδοβίκο Στράνη με τίτλο "Προς τον κύριον Λουδοβίκον Στράνη", απόσπασμα του οποίου παρατίθεται παρακάτω.
"Α! την ώρα καρτερεί να σε πιάσει από το χέρι, να σε πάει και να σε φέρει!"
("Προς τον κύριον Λουδοβίκον Στράνη", στίχοι 16-18) (Wikipedia).



Λόφος του Στράνη. Καρτ ποστάλ Delcampe.



Ο Δημήτρης Λιαντίνης στη Ζάκυνθο τον Απρίλη του 1998 μπροστά στο μνημείο του Σολωμού με το βιβλίο του Γκέμμα στα χέρια του. Βλ. Ελευθεροτυπία και Λιαντίνης, ο Δασκαλός μας.



Βλ. gozakynthos.



Το άγαλμα του Διονυσίου Σολωμού στη Ζάκυνθο το 1833. Βλ. gozakynthos.



Το κατεστραμμένο άγαλμα του Σολωμού από το σεισμό του 1953. Φωτογραφία στο περιοδικό Life του Carl Mydans. Βλ. billyjane. Δεξ., καρτ ποστάλ Delcampe.



Η επίσκεψη του Οδυσσέα Ελύτη στην Εταιρεία Κερκυραικών Σπουδών (Μουσείο Σολωμού) το 1974. Βλ. Δίχτυα από παλιά δαντέλα.



Ο Οδυσσέας Ελύτης στο Μουσείο Σολωμού με τους Σπύρο Ραθ, Γεώργιο Καλογερόπουλο, Κώστα Δαφνή και Αθανάσιο Τσίτσα. Βλ. Δίχτυα από παλιά δαντέλα.



Το σπίτι του Διονυσίου Σολωμού στο λόφο του Στράνη. Φωτ. Σ.Σ. Από ένα ταξίδι στη Ζάκυνθο τον Οκτώβρη του 1997 με τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο και τη Μαρούσα Θωμά για το περιοδικό Εικόνες του Κόσμου.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Η θέα από το σπίτι. Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Το πίσω μέρος του σπιτιού. Φωτ. Σ.Σ.



Ζάκυνθος, 1997. Στο σπίτι της οικογένειας Σκανδάμη, απόγονοι του Διονυσίου Σολωμού. Φωτ. Σ.Σ.



Αυθεντική προσωπογραφία του Διονυσίου Σολωμού, έργο αγνώστου ζωγράφου.



Φωτ. Σ.Σ.



Φωτ. Σ.Σ.



Η Κούλα Ζώη (πέθανε το 2008), απόγονος του Διονυσίου Σολωμού από την πλευρά του αδερφού του Δημητρίου. Βλ. Στον ίσκιο του Ήσκιου του Παναγιώτη Καποδίστρια.Στη μικρή φωτογραφία, που παραχώρησε η εγγονή της Κλαίρη Σκανδάμη στα Επταννησιακά Φύλλα (2007, στιγμιότυπο από το γάμο της Κούλας Ζώης με τον Χαράλαμπο Λ. Ζώη το 1928, όπου συμμετείχαν εξήντα κουμπάροι.

Φωτ. Σ.Σ.


Ο Διονύσιος Σολωμός στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου "Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα" (1998), που τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβλαλ των Καννών.

Απο τον ΣΠΥΡΟΣ ΣΤΑΒΕΡΗΣ 
Ο Σπύρος Στάβερης είναι φωτογράφος. Υπεύθυνος φωτογραφίας της LIFO από το πρώτο τεύχος της. Στο LIFO.gr διατηρεί την προσωπική στήλη A/Λ/Μ/Α/Ν/Α/Κ.



Πηγή:
lifo.gr