Η αξιοποίηση των φύλλων της και του ελαιόξυλου μπορεί ν’ αυξήσει το Α.Ε.Π. της πατρίδας μας
Σε προηγούμενα κείμενά μας επισημάναμε την σπουδαιότητα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην πατρίδα μας (βλέπε εδώ)
και την ανάπτυξη, που θα πρέπει να υπάρξει στους τομείς αυτούς
προκειμένου η χώρα μας –με απλά λόγια- να μπορεί να θρέψει τον πληθυσμό
της ή διαφορετικά να καταστεί αυτάρκης.
Αυτάρκης
–σε πρώτη φάση τουλάχιστον- σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα ώστε
να μην εξαρτιόμαστε από τις εισαγωγές και πολύ περισσότερο τις μεγάλες
αγρο-βιομηχανίες-πολυεθνικές (βλέπε εδώ)
που πετυχαίνουν όλο και μεγαλύτερη καθετοποίηση στην παραγωγή με
αποτέλεσμα να μπορούν να ελέγχουν τιμές και ποσότητες στα βασικά
προϊόντα. Ο έλεγχος αυτός από τις πολυεθνικές (βλέπε εδώ)
αφαιρεί τα διαπραγματευτικά «όπλα» μιας χώρας όσον αφορά το τι θα
παραχθεί (π.χ. καρποί γενετικά τροποποιημένοι κ.α.), πως θα παραχθεί
(π.χ. επιβάλλουν την χρήση φυτοφαρμάκων που αυτές παράγουν), με ποια
σχέση θα παραχθεί (συμβολαιακή γεωργία καθιστώντας τους αγρότες μας…
υπαλλήλους τους κ.α.) καθώς και το που θα παραχθεί (κατευθύνοντας ανά
περιφέρεια την παραγωγή όπου και όπως αυτές θέλουν).
Όσον αφορά την αυτάρκεια και τις οικονομικές δυνατότητες της πατρίδας μας στην γεωργία και κτηνοτροφία (βλέπε κι’ εδώ) αξίζει να θυμίσουμε ότι:
-Η
Ελλάδα είναι μια χώρα που διαθέτει, μαζί με την Νορβηγία τα περισσότερα
νερά στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο και επομένως οι υδρενεργειακές δυνατότητές
της είναι τεράστιες.
-Η
έκταση της Ελλάδας είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από τα 132.000
τετρ.χιλιομ. διότι αυτή η έκταση είναι σε προβολή χωρίς να λαμβάνει
υπόψη της τις τεράστιες οροσειρές (Πίνδος, Ροδόπης, Γράμμος, Σμόλικα,
Αθαμανικά Όρη, Μαίναλο, Παγγαίο Όρος, Λευκά Όρη, Ερύμανθος κλπ).
-Το
υψηλότερο βουνό της Ολλανδίας είναι 300 μέτρα, ενώ της Ελλάδας 3.000 μ.
η Ολλανδία είναι 3,2 φορές μικρότερη από την Ελλάδα αλλά π.χ. διαθέτει 8
εκατ. αγελάδες και μια τεράστια γαλακτοβιομηχανία ενώ η Ελλάδα μόνον
800 χιλ. αγελάδες.
-Οι
καλλιεργήσιμες εκτάσεις της πατρίδας μας ανέρχονται σε 21,2 εκατ.
στρέμματα ενώ θα μπορούσαν –με την συστηματική άρδευση και τον
εμπλουτισμό τους με αζωτούχα λιπάσματα (προϊόν που μπορούμε να
παραγάγουμε δεδομένου ότι η πρώτη ύλη τους -προέρχεται από την
σιδηρομεταλλουργία -που διαθέτουμε σε εκατομμύρια τόνους) να επεκταθούν
κατά 36,4 εκατ. στρέμματα (πρόκειται για βοσκότοπους, μεταβατικές
δασώδεις-θαμνώδεις εκτάσεις, ετερογενείς εκτάσεις με φυσική βλάστηση
κλπ).
Αν, λοιπόν, επιτύχουμε την αξιοποίηση κάθε στρέμματος ελληνικής γης και αρδεύσουμε τα ξερικά κτήματα (κάνοντας αρδευτικά κανάλια, μικρές τεχνητές λίμνες κ.α. από τις τεράστιες ποσότητες νερού που καταλήγουν στην θάλασσα) πετυχαίνοντας καλλιεργήσιμη γη για όλο το έτος
και όχι κάποιους μήνες κατ’ έτος θα προκύψουν ασύλληπτα πλεονεκτήματα
με πολλαπλασιαστική ισχύ για την πρωτογενή παραγωγή της Ελληνικής
Οικονομίας.
Για παράδειγμα αυτάρκεια σε γεωργικά – αγροτικά προϊόντα σημαίνει: α. εξασφάλιση συναλλάγματος (από τον περιορισμό εισαγωγών) β. μείωση της ανεργίας γ. αύξηση του μέσου εισοδήματος των νοικοκυριών (δεδομένου ότι κάθε χωράφι και κτήμα θα αξιοποιείται ή θα επινοικιάζεται) δ. αξιοποίηση
των υποπροϊόντων για την παρασκευή ζωοτροφών, αξιοποιώντας τα
υποπροϊόντα του βαμβακιού, της σόγιας κλπ πετυχαίνουμε αυτάρκεια στις
ζωοτροφές μηδενίζοντας τις 500.000 τόνους ετήσιες εισαγωγές σόγιας για
παρασκευή ζωοτροφών) κ.α.
***
Με
το παρόν άρθρο μας θα ασχοληθούμε με την ελιά, αυτό το τόσο σημαντικό
δένδρο της πατρίδας μας, η οποία είναι πασίγνωστη από αρχαιοτάτων
χρόνων. Σύμφωνα με την αρχαία ιστορική παράδοση η Ελιά φυτεύτηκε για
πρώτη φορά στην Ακρόπολη των Αθηνών από την Αθηνά. Θα εστιάσουμε σε
κάποιες παραγωγικές της πτυχές που εν πολλοίς μένουν ανεκμετάλλευτες και θα μπορούσαν να συμβάλλουν καταλυτικά στην αύξηση του γεωργικού ΑΕΠ της πατρίδας μας.
Θα βασιστούμε στο πόνημα του πρώην Διευθύνοντος Συμβούλου της ΧΡΩ.ΠΕΙ. κ. Σ. Σοφιανόπουλου (στο εξής Σ.Σ., βλέπε σημείωση 1 εδώ) ”Οι “Άγνωστες” πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδος και η πολιτική τους σημασία“. Οι υπογραμμίσεις και οι επισημάνσεις με bold είναι δικές μας. Γράφει ο Σ.Σ. σχετικά:
Συγκομιδή ελιάς στην Αρχαία Ελλάδα
Η ελιά στην πατρίδα μας
“Η πατρίδα μας διαθέτει συνολικώς 250.000.000 ελαιόδεντρα.
Το ελαιόδενδρο είναι ένα δένδρο πανάρχαιο, το δε ελαιόλαδο είναι ένα
επίσης πανάρχαιο προϊόν και όλος ο ελληνικός λαός το γνωρίζει πάρα πολύ
καλά. Αμφιβάλλουμε αν υπάρχει έστω και ένα σπίτι στην Ελλάδα που δεν
χρησιμοποιεί ελαιόλαδο για τις διατροφικές του ανάγκες. Το ελαιόλαδο
είναι προϊόν που χρησιμοποιείται στα διάφορα φαγητά, λαδερά και
τηγανητά, όπως και στα διάφορα γλυκίσματα. Η Ελλάδα αναλόγως της
χρονιάς παράγει 260.000-350.000 τόνους ελαιόλαδο που χρησιμοποιείται
πρωτίστως για τις ανάγκες του ελληνικού λαού, αλλά γίνονται και
εξαγωγές. Όταν ο Ηρακλής ο Ιδαίος ήρθε από την Κρήτη, με τους πέντε
αδελφούς του, τους έβαλε να τρέξουν στην περιοχή της Ολυμπίας, όπου είχε
θαυμάσει το τοπίο. Τον πρώτον δε εστεφάνωσε με κλάδο ελαίας, τον
λεγόμενον κότινον. Βλέπουμε λοιπόν ότι η ελιά ήταν ένα γνωστό δένδρο εδώ και 3200 χρόνια τουλάχιστον. Το ελαιόλαδο είναι ουσιαστικά πηγή ενεργείας και δίδει 9 θερμίδες το γραμμάριο.
Σημαντικό υποπροϊόν τα φύλλα της ελιάς
Όταν ο παραγωγός μαζεύει τις ελιές και χτυπάει με τις βέργες το ελαιόδενδρο, για να πέσουν στο ελαιόπανο οι ελιές, πέφτουν επίσης και φύλλα.
Όταν μάλιστα κλαδεύουμε και το ελαιόδενδρο, το οποίο συνήθως γίνεται
δια του κοψίματος του κλαδιού που έχει και ελιές επάνω, τότε πέφτουν και
μεγάλα κομμάτια ξύλου. Ο παραγωγός περνάει τις ελιές από ένα κόσκινο
και ουσιαστικώς διαχωρίζει τις ελιές από τα κοτσάνια, τα ξύλα και τα
περισσότερα φύλλα. Για να είναι πιο γρήγορα η διαδικασία, έχει
υπεισέλθει στην διαδικασία της περισυλλογής και ένα φορητό μηχανάκι με
βενζινοκινητήρα και περιστρεφόμενους άξονες με λαστιχένια κάθετα
τάρακτρα που όταν από πάνω βάλει ο ελαιοπαραγωγός το κλαδί της ελιάς, τα
τάρακτρα χτυπάνε τις ελιές και όπως πέφτουν τα φύλλα πέφτουν μέσα στο
χωράφι και μαζεύονται οι ελιές. Παρόλα αυτά όταν ο παραγωγός πηγαίνει
τις ελιές μέσα σε ένα τσουβάλι (από 60-80 κιλά συνήθως) εμπεριέχεται και
ένας αριθμός φύλλων. Στα 2.000 ελαιοτριβεία της πατρίδος μας μαζεύονται ετησίως περίπου 64.000 τόνοι φύλλων. Αντιλαμβάνεσθε ότι αυτός ο τεράστιος αριθμός είναι ένα μικρό μέρος των φύλλων των ελαιοδένδρων, που δυστυχώς παραμένουν μέσα στους αγρούς.
Το 17% των αναγκών της Ελλάδος σε πετρέλαιο καλύπτεται από καύση ελαιόξυλου
Μικρό
μέρος αυτών (δεν είναι γνωστό πόσο) καταναλίσκεται από τα αιγοπρόβατα,
αλλά το μεγαλύτερο καίγεται από τους ελαιοπαραγωγούς μαζί με τα ξύλα,
όσα δεν είναι αρκετά μεγάλα για να χρησιμοποιηθούν σε τζάκια. Πόσος είναι αυτός ο αριθμός σε κιλά ουδείς γνωρίζει, αλλά οπωσδήποτε είναι το πολλαπλάσιο αυτών που μαζεύεται στα ελαιοτριβεία. Εάν
υπολογίσουμε κατ’ ελάχιστον ανά ελαιόδενδρο 10 κιλά φύλλα, δηλ. να μην
παραμένει ούτε ένα φύλλο αναξιοποίητο, τότε με 250.000.000 ελαιόδενδρα
και με 10 κιλά, τότε έχουμε 2,5 δις κιλά φύλλων ετησίως. (1) Τώρα, ποιο είναι το βάρος του ξύλου, στατιστικές δεν υπάρχουν, αλλά λίαν επιεικώς μπορούμε να πούμε ότι είναι άλλα 30 κιλά ανά δένδρο, δηλ. άλλα 6 δις κιλά ξύλου ετησίως. Δεδομένου ότι το κιλό του ελαιοξύλου έχει 3500 θερμίδες, μας δίνει 21 δις θερμίδες. Αυτός ο κολοσσιαίος αριθμός, αν διαιρεθεί δια του 1.570.000 θερμίδων (δηλ. θερμίδες πετρελαίου ανά βαρέλι των 157 λίτρων), τότε θα έχουμε 16.4000.000 βαρέλια πετρελαίου, που είναι περίπου το 17% της καταναλώσεως της Ελλάδος.
Εάν
τώρα όλα αυτά μπορούν να συνδυασθούν με τα κλαδέματα από τα οπωροφόρα
δένδρα (ροδακινιές, μουριές, κερασιές, βερικοκιές, πορτοκαλιές, λεμονιές
κλπ) και γενικώς πουρνάρια, κούμαρα, σχίνα, κλπ, καταλήγουμε σε έναν τεράστιο αριθμό που είναι – με έναν πρόχειρο υπολογισμό—άνω του 40% των ενεργειακών αναγκών της χώρας, δηλ. 400 δις δραχμές (2) (1 δις 174 εκατ. ευρώ περίπου) Ουδείς στο ελληνικό κράτος και πρωτίστως τα Υπουργεία Βιομηχανίας, Γεωργίας και Οικονομικών, και Οικονομίας, δεν έχει λάβει τον κόπο να κάνει αυτούς τους υπολογισμούς, που θα έλυναν αυτομάτως το οικονομικό αλλά και το εργατικό πρόβλημα της χώρας.
Όταν
ο παραγωγός πηγαίνει τις ελιές στο ελαιοτριβείο και τις ξεφορτώνει, ο
άνθρωπος του ελαιουργείου αδειάζει το σακί σε μία χοάνη, τις οποίες
ελιές μαζί με τα ολίγα φύλλα που εμπεριέχουν και κοτσανάκια, τις
μεταφέρει και τις ρίχνει σε ένα στεγανό δοχείο, όπου από κάτω φεύγουν οι
ελιές σαν βαρύτερες και πέφτουν μέσα στο πλυντήριο, και από την άκρη
του δοχείου, σαν ελαφρύτερα, με έναν ανεμιστήρα, μεταφέρονται τα
φύλλα. Όσοι έχουν δει την διεργασία στην πράξη ξέρουν ότι δίπλα στο ελαιουργείο υπάρχει σωρός από φύλλα ελιάς που περίπου ανάλογα με το ελαιοτριβείο, κυμαίνεται από 1-3 τριαξονικά φορτηγά γεμάτα φύλλα, τα οποία βασικώς πάνε χαμένα.
Εν συνεχεία οι ελιές πλένονται στο πλυντήριο και ένας άλλος κοχλίας τις
μεταφέρει στον σπαστήρα, όπου αλέθονται και εν συνεχεία πέφτουν στο
μαλακτήρα σε χαμηλή θερμοκρασία περί τους 40 βαθμούς και μετά, όταν
περάσει μισή με μία ώρα το πολύ, για να αρχίσει να ξεχωρίζει το λάδι,
ένας άλλος κοχλίας μεταφέρει τις αλεσμένες ελιές στον διαχωριστήρα
στερεών (decanter) όπου από τη μία μεριά βγαίνει ο πυρήνας με μία
υγρασία 50-70%, ανάλογα με τον τύπο των μηχανημάτων και από την άλλη τα
ελαιόζουμα σε υγρά μορφή, τα οποία εμπεριέχουν και το λάδι. Αυτά
διοχετεύονται με αντλία πλέον στον κάθετο διαχωριστήρα υγρών-υγρών, τον
λεγόμενο separator, και από το πάνω μέρος, ως ελαφρύτερο βγαίνει το
λάδι, και από το κάτω μέρος τα ελαιόζουμα ως βαρύτερα”.
***
Σημείωση 1: (πρόκειται για συνέχεια σε άλλη παράγραφο από το ίδιο βιβλίο ): “…Ένα μεγάλο θέμα είναι τα φύλλα της ελιάς, τα οποία κάθε χρόνο αγγίζουν τον αριθμό του 2,5 δις κιλών, αν υπολογίσουμε τουλάχιστον 10 κιλά ανά δένδρο. Εάν υπολογίσουμε ότι αυτό που μπορεί να ενσηρωθεί και η ενσήρωση (*) θα πρέπει να γίνεται υποχρεωτικώς από όλα τα ελαιουργεία δια νόμου. Τι
θα έπρεπε λοιπόν να γίνεται; Θα έπρεπε το ελαιουργείο να πληρώνει τον
κάθε παραγωγό για τα φύλλα που φέρνει τουλάχιστον 10 δρχ. το κιλό, το δε
ενσηρωμένο προϊόν, το οποίο είναι εφάμιλλο του τριφυλλιού, θα έπρεπε να
πωλείται προς τους κτηνοτρόφους προς 40 δρχ. το κιλό. Το ΑΕΠ θα αυξάνετο ετησίως κατά 2,5 δις τόνους επί 40 δρχ.=100 δις δρχ! (**) Αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι το συνολικό ΑΕΠ είναι περίπου 135 δις δρχ. ημερησίως (το 2015 με το Α.Ε.Π. να είναι 175,65 δις ευρώ ετησίως η ημερήσια κατανομή είναι περίπου: 482 εκατ. ευρώ), αντιλαμβάνεσθε ότι το νούμερο των 100 περίπου δις δρχ. είναι τεράστιο. Πέραν
δε όλων αυτών θα αύξανε το εισόδημα των ελαιοπαραγωγών, των
ελαιουργείων και πυρηνελουργείων που σήμερα έχουν μεγάλα οικονομικά
προβλήματα. Διότι αυτό το τεράστιο νούμερο των 100 δις δρχ. (ή 482 εκατ.ευρώ), δεν θα πήγαινε σε όλον τον ελληνικό λαό, αλλά στις λίγες χιλιάδες των ελαιοπαραγωγών, ελαιουργών και πυρηνελουργών. Το ζήτημα είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ελλάδα, αλλά το ελληνικό Υπουργείο Γεωργίας περιέργως ουδέποτε έχει ασχοληθεί με αυτό…“
(*) Ενσίρωση είναι η διαδικασία της ζύμωσης φυτικών προϊόντων με υψηλό περιεχόμενο υγρασίας και υπό αναερόβιες συνθήκες, με σκοπό τη διατήρηση του προϊόντος αλλά και τη βελτίωση της θρεπτικής του αξίας για χρήση ως ζωοτροφή.
Η
ενσίρωση των αγροτικών προϊόντων π.χ. καλαμποκιού, σιτηρών κλπ δεν
είναι απλή υπόθεση. Απαιτείται επιστημονική γνώση και εμπειρία. Επί του
θέματος υπάρχει βιβλιογραφία (βλέπε π.χ. “Η τεχνική της ενσίρωσης και καλλιέργεια φυτών ενσίρωσης” των Δ.Μπαξεβάνου και Ι.Τσιάλτα)
Λίγα λόγια για την διαδικασία ενσίρωσης: Το καλαμπόκι ή το τριφύλλι όταν θα είναι στο κατάλληλο στάδιο κοπής, κόβεται και ταυτόχρονα τεμαχίζεται σε μέγεθος 5-6 cm με ειδικό σιροκοπτικό μηχάνημα και μεταφέρεται στον χώρο όπου θα γίνει η ενσίρωση. Εκεί αδειάζεται και συμπιέζεται με μηχανικά μέσα, για να αφαιρεθεί ο αέρας. Στη
συνέχεια καλύπτεται η μάζα με πλαστικό κάλυμμα, περιμετρικά σκεπάζεται
το κάλυμμα με χώμα και στην επιφάνεια τοποθετούνται παλιά λάστιχα
αυτοκινήτου για συμπίεση και έτσι εμποδίζεται η όποια είσοδος ατμοσφαιρικού αέρα εντός της χορτομάζας. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται αναερόβιες συνθήκες όπου αναπτύσσονται αναερόβιοι μικροοργανισμοί που με τη ζύμωση της χλωρομάζας παράγουν οργανικά οξέα, όπως γαλακτικό οξύ, το οποίο διατηρεί το ενσίρωμα σε άριστη κατάσταση, του δίνει ένα ελκυστικό άρωμα και η θρεπτική αξία του ενσιρώματος είναι σχεδόν η ίδια με τη χρησιμοποιηθείσα πρώτη ύλη. (σχετικά με την ενσίρωση βλέπε κι’ εδώ)
(**) Αν δεχθούμε ως τιμή κιλού των φύλλων της ελιάς που έχουν ενσιρωθεί 0,20 ευρώ, τότε έχουμε : 2,5 δις κιλά φύλλων ελιάς επί 0,20 ευρώ = 500 εκατ. ευρώ αύξηση του Α.Ε.Π.
Αν σκεφτούμε ότι η ενσίρωση σε αρδευτικά κτήματα που καλλιεργούνται ολοχρονίς μπορεί να γίνει δυο φορές τον χρόνο αλλά και την πολλαπλασιαστική ισχύ που θα έχει στην οικονομία η παραγωγή των 500 αυτών εκατ. ευρώ π.χ.
φορτηγά αυτοκίνητα που θα χρειασθούν για την μεταφορά, νέοι εργάτες που
θα επανδρώσουν τα 2.000 ελαιοτριβεία, δεύτερη μεταφορά προς τις
αγορές/καταστήματα ζωοτροφών, νέοι υπάλληλοι σε πολλά από αυτά κ.ο.κ. καταλαβαίνουμε προσεγγιστικά την αύξηση του Α.Ε.Π. μόνο από την ενσίρωση των φύλλων της ελιάς.
[Ομοίως
ο αναγνώστης καλείται (κατ΄ αντιστοιχία) να σκεφτεί το οικονομικό
όφελος από την καλλιέργεια της σόγιας, που είχε κάνει πειραματικά ο Σ.
Σοφιανόπουλος με άριστα αποτελέσματα. Η σόγια είναι παγκοσμίως το
νούμερο ένα φυτικό προϊόν σε πρωτεΐνες και απαραίτητο για τις ζωοτροφές
(βλέπετε εδώ, εδώ κι εδώ)]
Σημείωση 2: Δεδομένου ότι με την αξιοποίηση του καυσόξυλου της ελιάς μπορούμε να καλύψουμε το 17% των αναγκών της Ελλάδας σε πετρέλαιο
και έτσι να περιορίσουμε τις εισαγωγές και να κερδίσουμε σε συνάλλαγμα
πρέπει να σκεφτούμε -όπως σημειώνει ο Σ.Σ.- αν βάσει νόμου μπορούσαμε
κατ’ έτος να αξιοποιήσουμε τα ξύλα από τα κλαδέματα και λοιπών
οπωροφόρων δένδρων (ροδακινιές, βερυκοκιές, μουριές κλπ) καθώς και από
πουρνάρια, σχοίνους και άλλα θαμνοειδή (με ένα επιστημονικό και
συστηματικό τρόπο εννοείται, χωρίς να προκληθεί καταστροφή, βάσει εγχειριδίων που θα εξέδιδε το Υπ. Γεωργίας) τι οικονομικό όφελος θα είχαμε για την ελληνική οικονομία.
Πριν 15 χρόνια ο Σ. Σοφιανόπουλος το υπολογίζει (μόνο από τα καυσόξυλα) σε 1,2 δις ευρώ περίπου. Ενδεικτικά
αναφέρουμε ό,τι οι εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου ανήλθαν το
2011 σε 17,31 δις ευρώ ενώ το 2012 σε 17,6 δις ευρώ. (εδώ)
Αναλογιστείτε τον πολλαπλασιαστή του ποσού αυτού από την πρωτογενή
παραγωγή και τις συνέπειες που θα έχει στην μεταποίηση και στο εμπόριο.
***
Λοιπές σημειώσεις (κάποια αριθμητικά-στατιστικά στοιχεία) για την ελιά:
– Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στον κόσμο σε παραγωγή ελιάς (μετά την Ισπανία και την Ιταλία). Η καλλιέργεια ελαιόδεντρων ξεκίνησε στα μέρη μας από την αρχαιότητα. Μάλιστα, κάποιες ελιές που φυτεύτηκαν τον 13° αιώνα παράγουν ακόμη καρπούς.
Το 2000 η παραγωγή ελαιολάδου στην πατρίδα μας έφθασε τους 408.375 τόνους.
-Η ελαιοκαλλιέργεια έχει πολύ μεγάλη οικονομική και κοινωνική σημασία για την πατρίδα μας. Περίπου 450.000 οικογένειες ασχολούνται με την ελιά και τα υποπροϊόντα της. Η ελαιο-καλλιέργεια ευδοκιμεί σε πολλές περιοχές της χώρας μας. Ωστόσο η Πελοπόννησος και η Κρήτη μοιράζονται το 75% της συνολικής παραγωγής στην πατρίδα μας.
-η
γεωγραφική κατανομή των ελαιοτριβείων στην πατρίδα μας (μέχρι και το
2007, από στοιχεία που εντοπίσαμε) είχε ως εξής: α. 864 ελαιοτριβεία η
Πελοπόννησος β. 553 η Κρήτη γ. 411 η Κεντρική Ελλάδα δ. 280 η Βόρεια
Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου ε. 261 η Δυτική Ελλάδα
-ο Νομός Μεσσηνίας είναι πρώτος σε αριθμό ελαιοδένδρων (13.545.000), ακολουθεί ο Νομός Ηρακλείου Κρήτης με 13.378.000, Λακωνίας με 7.321.000, Χανίων με 6.914.000
-η παραγωγή ελαιοκάρπου το 2005 έφθασε στους 2.646.000 τόνους ενώ το 2007 στους 2.444.230 τόνους
Για την Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Αντώνης Καλόγηρος
Εκπαιδευτικός-οικονομολόγος
Πηγή: