Η μυθική Βεργίνα, η γενέτειρα του Αλέξανδρου Πέλλα, η αρχαία Εδεσσα,
η Μίεζα του Αριστοτέλη, το ιερό Δίον και το λιμάνι της Πύδνας: ένα
συναρπαστικό οδοιπορικό στις λαμπρές πολιτείες των αρχαίων Μακεδόνων.
Ένα από τα χρυσά στεφάνια με διακόσμηση φύλλων και καρπών βελανιδιάς, που βρίσκονται στο Μουσείο της Πέλλας
Η λάμψη της αρχαίας Μακεδονίας αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο στις αρχαίες πολιτείες της Πέλλας, της Ημαθίας και της Πιερίας. Περπατήστε στους αρχαιολογικούς χώρους και στα μουσεία της Βεργίνας και της Πέλλας, δείτε από κοντά τη Μίεζα όπου ο νεαρός Αλέξανδρος μαθήτευσε δίπλα στον Αριστοτέλη και περιηγηθείτε στην ιερή πόλη του Δίου και στην Πύδνα, όπου γράφτηκε ο επίλογος της μεγάλης Μακεδονίας.
Πέλλα, εκεί όπου έπαιζε ο μικρός Αλέξανδρος
Λίγα χιλιόμετρα από τα Γιαννιτσά, στα δυτικά όρια του νομού, βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Πέλλας. Η γεωγραφική περιγραφή ωχριά μπροστά στην ιστορική. Εδώ, μια καυτή καλοκαιρινή ημέρα, τον Ιούλιο του 356 π.Χ., ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας κράτησε στα χέρια του τον γιο που του έδωσε η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου, τον μέγα στρατηλάτη των Ελλήνων, Αλέξανδρο τον Γ’. Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή.
Οι πρώτες ενδείξεις εποίκησης του τόπου ανάγονται στην πρώιμη εποχή του Χαλκού την 3η χιλιετία π.Χ. Τα νεκροταφεία και τα κεραμικά όστρακα συνεχίζουν στην εποχή του Σιδήρου ώσπου συναντάνε την κλασική εποχή, τότε που ο Μακεδόνας βασιλιάς Αρχέλαος μετέφερε εδώ την πρωτεύουσά του. Η προέλευση του ονόματος της πόλης αποδίδεται είτε στο επίθετο πελλός, δηλαδή σκουρόχρωμος, από το χρώμα του εδάφους, είτε από την αναφορά του Ησύχιου ότι στη μακεδονική διάλεκτο καλούν «πέλλας» τους λίθους, επειδή η πόλη χτίστηκε σε θέση με βραχώδες υπέδαφος.
Ο κύριος αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της σύγχρονης πόλης, περίπου στα 14 χλμ. όπως έρχεσαι από τα Γιαννιτσά. Το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται κανείς καθώς εισέρχεται στον χώρο είναι το προηγμένο σύστημα οργάνωσης: τα ορθογώνια οικοδομικά τετράγωνα χωρίζονται με ιπποδάμειο σύστημα από δρόμους, διαμορφώνοντας ένα από τα πιο αναπτυγμένα ρυμοτομικά σχέδια που συναντά κανείς σε αρχαία πόλη.
Η ανασκαφή και η άρτια αποκατάσταση συνεχίζονται και δεν μπορείς να μην αναλογιστείς κοιτώντας τα διπλανά χωράφια, πώς θα είναι ο τόπος αν κάποια στιγμή βγει ολόκληρη η πόλη στο φως. Και αυτό γιατί γνωρίζουμε πως η αρχαία αγορά, οι χώροι λατρείας και οι κατοικίες που έχουν αποκαλυφθεί καταλαμβάνουν μόνο ένα μικρό μέρος από τη συνολική έκταση της αρχαίας Πέλλας που έφτανε τα 4.000 στρέμματα.
Οι λευκοί κίονες που υψώνονται σήμερα στο μέσο της αρχαίας πόλης έχουν σαν φόντο το όρος Πάικο και η όμορφη διαδρομή στους πλακόστρωτους δρόμους, που κάποτε έτρεχε ο μικρός Αλέξανδρος, καταλήγει στα θαυμαστά ψηφιδωτά της Πέλλας. Τα ψηφιδωτά βρέθηκαν σε δύο οικίες, όπου κοσμούσαν τα δάπεδα των επίσημων δωματίων. Δύο από τα πιο σημαντικά, «Η αρπαγή της Ελένης» και «Το κυνήγι της ελάφου» βρίσκονται ακόμα εδώ, ενώ τα υπόλοιπα έχουν μεταφερθεί στο εκπληκτικό Μουσείο της Πέλλας.
Το σύγχρονο Μουσείο της Πέλλας
Στεγασμένο σε ένα μοντέρνο κτίριο στα δυτικά του οικισμού, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πέλλας είναι ένα αξιοθαύμαστο παράδειγμα εκθεσιακού χώρου. Χωρισμένο σε πέντε θεματικές ενότητες με τρόπο που τα εκθέματα δεν ασφυκτιούν, εμφανίζεται μπροστά σου όλη η ιστορία της θρυλικής πρωτεύουσας των Μακεδόνων.
Μία από τις διασημότερες μαρμάρινες προτομές του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ένα χρυσό μακεδονικό στεφάνι σε υποδέχονται ακολουθούμενα από εκθέματα της καθημερινής ζωής των κατοίκων. Τα διάσημα ψηφιδωτά, τα νομίσματα, ένας υπέροχα ζωγραφισμένος τοίχος, ένα λίθινο τραπέζι με μοναδική διακόσμηση είναι ένα μικρό μέρος από τα εκθέματα της δημόσιας ζωής που ακολουθείται από τη θρησκευτική ζωή με τα πήλινα ειδώλια, τα αναθήματα και τα αγάλματα.
Στη συνέχεια η έκθεση οδηγεί στα ευρήματα των νεκροταφείων, όπως τα αντίγραφα των περίφημων ζωγραφιών από τον τάφο των φιλοσόφων, αλλά και άλλα εκθέματα τα οποία θα σας αφήσουν με ανοικτό το στόμα.
Εντεκα στρατιώτες παραταγμένοι αριστοτεχνικά με τις χάλκινες στολές, τα σπαθιά, τις ασπίδες και τα χρυσά νεκρικά προσωπεία μοιάζουν να σου ψιθυρίζουν για τις μεγάλες στιγμές που έζησαν. Η συγκίνηση είναι βέβαιη. Περίπου δύο ώρες θα χρειαστείτε για να απολαύσετε το μουσείο (είσοδος 6 ευρώ, Τρίτη-Κυριακή 9-4, www.pella-museum.gr).
Εδεσσα, η αρχαία διαδρομή της Εγνατίας οδού
Η περιοχή γύρω από την πόλη της Εδεσσας έχει κατοικηθεί ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Η έντονη παρουσία του νερού και οι αρχαιολογικές ανασκαφές έδωσαν παλαιότερα τα επιχειρήματα που ταύτιζαν την Εδεσσα με τις αρχαίες Αιγές των Μακεδόνων. Η Αρχαία Εδεσσα, αν και ιδρύθηκε ήδη από τα χρόνια των Μακεδόνων, γνώρισε την ακμή της στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων.
Η πόλη αναπτύχθηκε σε δύο ανισόπεδα τμήματα, την Ανω Πόλη στον Βράχο και την Κάτω Πόλη στον Λόγγο και παρά την υψομετρική τους διαφορά τα δύο τμήματα ήταν ενιαία οχυρωμένα, ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. Η πόλη των Μακεδόνων αποτέλεσε σημαντικό κομβικό σημείο επί ρωμαϊκών χρόνων, καθώς από εδώ περνούσε η Εγνατία Οδός, ενώ στα ευρήματα περιλαμβάνονται επιγραφές αφιερωμένες στη θεά Μα, τη μητέρα των θεών, η οποία συνδέει την πόλη με τη φρυγική της καταγωγή.
Εδώ έχει βρεθεί και η περίφημη επιτύμβια στήλη του «χοίρου του Πασίφιλου», ο οποίος, σύμφωνα με την επιγραφή, αφού παρέα με τον κύριό του διέτρεξε την Εγνατία Οδό από το Δυρράχιο έως την Εδεσσα για να συμμετάσχει στη διονυσιακή γιορτή των Φαλλοφορίων, βρήκε το τέλος του κάτω από ένα κάρο.
Σήμερα, πολύ λίγα έχουν σωθεί από την Ακρόπολη, αντίθετα με την Κάτω Πόλη που είναι ένας από τους ομορφότερους αρχαιολογικούς χώρους της Μακεδονίας. Γύρω του ακόμα στέκεται το μνημειακό τείχος με τις τρεις πύλες του, ενώ οι κίονες που υψώνονται στη νότια αρχαία οδό, έχουν σαν φόντο τον Βράχο με τους καταρράκτες της Εδεσσας.
Βεργίνα, η πρωτεύουσα των Μακεδόνων
Η καρδιά της «Μακεδονίδος γης» του Ηροδότου εντοπίζεται νότια του Αλιάκμονα και παίζει κυρίαρχο ρόλο ήδη από τον 10ο-8ο αι. π.Χ. Οι Αιγές (σημερινή Βεργίνα) μεταφράζονται ως «ο τόπος με τα πολλά κατσίκια» και αποτελούν τον πυρήνα του αρχαίου βασιλείου της Μακεδονίας. Είναι η μυθική κοιτίδα απ’ όπου διαδόθηκε ο ελληνικός πολιτισμός, το μέρος όπου βασίλεψε για 3,5 αιώνες η οικογένεια του Φιλίππου του Β’ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το λίκνο των Τημενιδών γίνεται κέντρο του σημαντικότερου ελληνικού κράτους του Βορρά κατά τον 5ο π.Χ. αι. Το ποτάμι στις παρυφές του λειτουργεί ως φυσικό οχυρό: εξασφαλίζει άμεση επικοινωνία με τη θάλασσα και λειτουργεί ως κόμβος που συνέδεε -μέσω των Πιερίων- τη λεκάνη της Μακεδονίας με τη Νότια Ελλάδα.
Την πιο λαμπρή του πορεία τη διαγράφει με την άνοδο στον θρόνο του Φιλίππου Β’, ο οποίος την καθιστά κύτταρο πολιτισμού, αντίστοιχης μεγαλοσύνης με την Αθήνα του Περικλή. Αν και το πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ. οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις τον αναγκάζουν να μένει όλο και πιο συχνά στην Πέλλα, οι Αιγές παραμένουν το πατροπαράδοτο κέντρο, ο τόπος όπου βρίσκονται τα παλάτια και οι τάφοι των βασιλιάδων και που εξακολουθούν να τελούνται οι ιερές τελετές και οι μεγάλες γιορτές.
Ετσι, το καλοκαίρι του 336 π.Χ. ο Φίλιππος γιορτάζει εκεί την παντοδυναμία του. Καθώς, όμως, έμπαινε στο θέατρο, έπεσε νεκρός από το μαχαίρι του δολοφόνου του μπροστά στα μάτια εκατοντάδων θεατών. Ο νεαρός Αλέξανδρος ανακηρύσσεται βασιλιάς και κηδεύει τον πατέρα του στη βασιλική νεκρόπολη με τιμές άνευ προηγουμένου.
Οι ανασκαφές στην περιοχή ξεκίνησαν το 1861 από τον Γάλλο αρχαιολόγο Leon Heuzey και κορυφώθηκαν τα Χριστούγεννα του 1977 με την ανακάλυψη της Βεργίνας από τον αρχαιολόγο Μανόλη Ανδρόνικο. Συνεχίζονται έως σήμερα και έχουν φέρει στο φως μια έκταση 800 στρ. που περιλαμβάνει τα μνημειώδη ανάκτορα, τμήμα της αρχαίας πόλης και της οχύρωσής της με το θέατρο, τα ιερά αφιερώματα στην Εύκλεια, την Κυβέλη και τη νεκρόπολη με τους πολυάριθμους μακεδονικούς τάφους ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν αυτοί της Μεγάλης Τούμπας.
Πρόκειται για τον μοναδικό επισκέψιμο χώρο της Βεργίνας ο οποίος φανερώνει τους βασιλικούς τάφους του Φιλίππου, του Πρίγκιπα, της Περσεφόνης, έναν κατεστραμμένο με τετράστυλη πρόσοψη και το Ηρώον, ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των επιφανών νεκρών.
Στο μουσείο που τους περιβάλλει εκτίθενται από το 1997 οι θησαυροί που ανευρέθηκαν. Περίοπτη θέση κατέχει η χρυσοποίκιλτη πανοπλία του Φιλίππου, το στεφάνι βελανιδιάς που φορούσε ο νεκρός και η χρυσή λάρνακα που περιείχε τα οστά του. Ζύγιζε 11 κιλά και είναι διακοσμημένη με το μακεδονικό δεκαεξάκτινο αστέρι, τον ήλιο της Βεργίνας.
Το δε χρυσό στεφάνι βελανιδιάς αποτελείται από 313 φύλλα και 68 βελανίδια και είναι το πιο βαρύτιμο στεφάνι που σώθηκε ποτέ από την ελληνική αρχαιότητα. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται η χρυσή λάρνακα με τα οστά της βασιλικής συζύγου Μήδας και το χρυσοπόρφυρο ύφασμα που τα τύλιγε, καθώς και η ασημένια τεφροδόχος με τα οστά νεαρού – πιθανότατα του Αλέξανδρου Δ’, γιου του Μεγαλέξανδρου και της Ρωξάνης που δολοφονήθηκε από τον Κάσσανδρο.
Μίεζα, εκεί όπου δίδαξε ο Αριστοτέλης
Μεταξύ Κοπανού, Λευκαδίων και Νάουσας εντοπίζεται η αρχαία Μίεζα, μια δυναμική πόλη που αναπτύσσεται στους χρόνους των Μακεδόνων βασιλέων αλλά συνεχίζει να ακμάζει στα ύστερα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια μετά την κατάλυση του μακεδονικού κράτους από τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ.
Αυτήν διάλεξε ο Φίλιππος, και ειδικά τη θέση του Ιερού των Νυμφών, για να δημιουργήσει το 342 π.Χ. τη Σχολή όπου ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης δίδαξε τον 13χρονο, τότε, Αλέξανδρο πλάι σε έναν εκλεκτό κύκλο μαθητών. Ο Αλέξανδρος παρέμεινε στη Σχολή για δύο χρόνια, οπότε επέστρεψε στην Πέλλα για να ασκήσει καθήκοντα αντιβασιλέα.
Το παρακείμενο αρχαίο θέατρο -η χωρητικότητά του υπολογίζεται σε 1.500 θέσεις- ήταν σε χρήση για περίπου πέντε αιώνες. Σημαντικά επισκέψιμα μνημεία (όταν παραδοθούν στο κοινό) θα είναι οι 4 μεγάλοι μακεδονικοί τάφοι των Λευκαδίων που διασώζουν εντυπωσιακά δείγματα αρχαίας ζωγραφικής.
Το ιερό του Διός αριστερά και δεξιά ο ποταμός Βαφύρας στο Δίον
Πρώτος και καλύτερος ο Τάφος της Κρίσεως - από τους σημαντικότερους, μεγαλύτερους και καλύτερα διατηρημένους μακεδονικούς τάφους που έχουν έλθει στο φως.
Δίον, η ιερή πόλη των Μακεδόνων
Πρωτοθεμελιώθηκε από τους Θεσσαλούς, αφιερώθηκε στη λατρεία του πατέρα των θεών και εξελίχθηκε στην ιερή πόλη του κράτους των αρχαίων Μακεδόνων. Το Δίον άρχισε να αναπτύσσεται στα χρόνια του Αρχέλαου Α’ (τέλη 5ου-αρχές 4ου), όταν ο Μακεδόνας αυτός βασιλιάς καθιέρωσε εδώ τα «εν Δίω Ολύμπια», λατρευτικές γιορτές πανελλήνιας εμβέλειας, χαρίζοντας έτσι στο Δίον τη θρησκευτική αίγλη που έμελλε να σημαδέψει την πόλη.
Εδώ ερχόταν ο Φίλιππος ο Β’ για να προσφέρει στους θεούς την ευχαριστήρια θυσία του έπειτα από κάθε νικηφόρα εκστρατεία του, εδώ επέλεξε να θυσιάσει και ο Αλέξανδρος πριν ξεκινήσει για την εκστρατεία του στην Ασία, το 336 π.Χ. Μετά τη νίκη στον Γρανικό μάλιστα, ο Μακεδόνας στρατηλάτης παρήγγειλε στον γλύπτη Λύσιππο να φτιάξει είκοσι πέντε χάλκινα αγάλματα έφιππων στρατιωτών, που έστειλε ως αφιέρωμα στο Δίον.
Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 220 π.Χ. το Δίον πυρπολήθηκε από τους Αιτωλούς, ξαναχτίστηκε από τους Μακεδόνες, ώσπου ήρθαν νέοι κατακτητές οι Ρωμαίοι, οι οποίοι αν και δεν κατέστρεψαν την πολιτεία, ωστόσο μετέφεραν στη Ρώμη πολλά αγάλματα και αφιερώματα που βρήκαν εδώ.
Η παρακμή της ιερής πόλης ήρθε με την επικράτηση του χριστιανισμού: για κάποιο διάστημα αποτέλεσε έδρα επισκοπής (περίπου τον 4ο αι.) ωστόσο έπειτα εγκαταλείφθηκε. Οι πρώτες ανασκαφές ξεκίνησαν το 1928 και πιο συστηματικά το 1973 υπό τον καθηγητή Δ. Παντερμαλή.
Οι αποκαλύψεις είναι εντυπωσιακές: το ιερό της Δήμητρας, το αρχαιότερο μακεδονικό ιερό που γνωρίζουμε (6ος π.Χ. αι.), το τέμενος του Δία, το ιερό της Αιγύπτιας θεάς Ισιδος, τον μικρό ναό της Υπολυμπιδίας Αφροδίτης, δύο θέατρα, ελληνιστικό (το μεγαλύτερο) και ρωμαϊκό καθώς και μεγάλο κομμάτι της αρχαίας πόλης, με λιθόστρωτο δρόμο, θέρμες, λουτρά και επαύλεις με ψηφιδωτά.
Μεγάλο μέρος των ευρημάτων εκτίθεται σήμερα στο παραπλεύρον αρχαιολογικό Μουσείο του Δίου, όπου βρίσκουν στέγη και άλλα ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Πιερίας. Αξίζει να θυμάσαι πως στο ελληνιστικό θέατρο του Δίου φιλοξενούνται και εκδηλώσεις από το περίφημο Φεστιβάλ Ολύμπου κάθε καλοκαίρι.
Πύδνα, το κύκνειο άσμα της αυτοκρατορίας
Η στρατηγική θέση της Πύδνας και το λιμάνι της έκανε πολλούς να θέλουν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την πόλη. Οι Μακεδόνες ήταν αυτοί που εν τέλει την κατέλαβαν, στα μέσα του 7ου π.Χ. αι., η πόλη αναπτύχθηκε, όπως το Δίον, στα χρόνια του Αρχέλαου Α’, αυτονομήθηκε για κάποιο διάστημα πριν ο Φίλιππος ο Β’ τη θέσει ξανά υπό το μακεδονικό σκήπτρο.
Η Πύδνα συνδέθηκε ιδιαίτερα με δύο γεγονότα: τη δολοφονία της Ολυμπιάδας, μητέρας του Αλέξανδρου, κατ’ εντολή του στρατηγού Κάσσανδρου που πολιόρκησε την πόλη, και έπειτα με τη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., που σήμανε την οριστική κατάλυση του μακεδονικού κράτους, μετά την ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Περσέα από τον Ρωμαίο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο.
Οι ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Πύδνας έφεραν στο φως τάφους από την εποχή του Σιδήρου έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση, πολλοί από τους οποίους βρέθηκαν ασύλητοι αποκαλύπτοντας πλούσια κτερίσματα. Η είσοδος στην αρχαία Πύδνα είναι δωρεάν, ενώ σε συνεννόηση με τον φύλακα αρχαιοτήτων του χώρου μπορείς να επισκεφτείς και τους δύο μακεδονικούς τάφους (4ος π.Χ.) στον Κορινό: στον ένα από τους δύο, μάλιστα, εικάζεται ότι τάφηκε η ίδια η Ολυμπιάδα.
Πηγή:
thetravelbook.gr
Ένα από τα χρυσά στεφάνια με διακόσμηση φύλλων και καρπών βελανιδιάς, που βρίσκονται στο Μουσείο της Πέλλας
Η λάμψη της αρχαίας Μακεδονίας αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο στις αρχαίες πολιτείες της Πέλλας, της Ημαθίας και της Πιερίας. Περπατήστε στους αρχαιολογικούς χώρους και στα μουσεία της Βεργίνας και της Πέλλας, δείτε από κοντά τη Μίεζα όπου ο νεαρός Αλέξανδρος μαθήτευσε δίπλα στον Αριστοτέλη και περιηγηθείτε στην ιερή πόλη του Δίου και στην Πύδνα, όπου γράφτηκε ο επίλογος της μεγάλης Μακεδονίας.
Πέλλα, εκεί όπου έπαιζε ο μικρός Αλέξανδρος
Λίγα χιλιόμετρα από τα Γιαννιτσά, στα δυτικά όρια του νομού, βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Πέλλας. Η γεωγραφική περιγραφή ωχριά μπροστά στην ιστορική. Εδώ, μια καυτή καλοκαιρινή ημέρα, τον Ιούλιο του 356 π.Χ., ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας κράτησε στα χέρια του τον γιο που του έδωσε η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου, τον μέγα στρατηλάτη των Ελλήνων, Αλέξανδρο τον Γ’. Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή.
Οι πρώτες ενδείξεις εποίκησης του τόπου ανάγονται στην πρώιμη εποχή του Χαλκού την 3η χιλιετία π.Χ. Τα νεκροταφεία και τα κεραμικά όστρακα συνεχίζουν στην εποχή του Σιδήρου ώσπου συναντάνε την κλασική εποχή, τότε που ο Μακεδόνας βασιλιάς Αρχέλαος μετέφερε εδώ την πρωτεύουσά του. Η προέλευση του ονόματος της πόλης αποδίδεται είτε στο επίθετο πελλός, δηλαδή σκουρόχρωμος, από το χρώμα του εδάφους, είτε από την αναφορά του Ησύχιου ότι στη μακεδονική διάλεκτο καλούν «πέλλας» τους λίθους, επειδή η πόλη χτίστηκε σε θέση με βραχώδες υπέδαφος.
Ο κύριος αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της σύγχρονης πόλης, περίπου στα 14 χλμ. όπως έρχεσαι από τα Γιαννιτσά. Το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται κανείς καθώς εισέρχεται στον χώρο είναι το προηγμένο σύστημα οργάνωσης: τα ορθογώνια οικοδομικά τετράγωνα χωρίζονται με ιπποδάμειο σύστημα από δρόμους, διαμορφώνοντας ένα από τα πιο αναπτυγμένα ρυμοτομικά σχέδια που συναντά κανείς σε αρχαία πόλη.
Η ανασκαφή και η άρτια αποκατάσταση συνεχίζονται και δεν μπορείς να μην αναλογιστείς κοιτώντας τα διπλανά χωράφια, πώς θα είναι ο τόπος αν κάποια στιγμή βγει ολόκληρη η πόλη στο φως. Και αυτό γιατί γνωρίζουμε πως η αρχαία αγορά, οι χώροι λατρείας και οι κατοικίες που έχουν αποκαλυφθεί καταλαμβάνουν μόνο ένα μικρό μέρος από τη συνολική έκταση της αρχαίας Πέλλας που έφτανε τα 4.000 στρέμματα.
Οι λευκοί κίονες που υψώνονται σήμερα στο μέσο της αρχαίας πόλης έχουν σαν φόντο το όρος Πάικο και η όμορφη διαδρομή στους πλακόστρωτους δρόμους, που κάποτε έτρεχε ο μικρός Αλέξανδρος, καταλήγει στα θαυμαστά ψηφιδωτά της Πέλλας. Τα ψηφιδωτά βρέθηκαν σε δύο οικίες, όπου κοσμούσαν τα δάπεδα των επίσημων δωματίων. Δύο από τα πιο σημαντικά, «Η αρπαγή της Ελένης» και «Το κυνήγι της ελάφου» βρίσκονται ακόμα εδώ, ενώ τα υπόλοιπα έχουν μεταφερθεί στο εκπληκτικό Μουσείο της Πέλλας.
Το σύγχρονο Μουσείο της Πέλλας
Στεγασμένο σε ένα μοντέρνο κτίριο στα δυτικά του οικισμού, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πέλλας είναι ένα αξιοθαύμαστο παράδειγμα εκθεσιακού χώρου. Χωρισμένο σε πέντε θεματικές ενότητες με τρόπο που τα εκθέματα δεν ασφυκτιούν, εμφανίζεται μπροστά σου όλη η ιστορία της θρυλικής πρωτεύουσας των Μακεδόνων.
Μία από τις διασημότερες μαρμάρινες προτομές του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ένα χρυσό μακεδονικό στεφάνι σε υποδέχονται ακολουθούμενα από εκθέματα της καθημερινής ζωής των κατοίκων. Τα διάσημα ψηφιδωτά, τα νομίσματα, ένας υπέροχα ζωγραφισμένος τοίχος, ένα λίθινο τραπέζι με μοναδική διακόσμηση είναι ένα μικρό μέρος από τα εκθέματα της δημόσιας ζωής που ακολουθείται από τη θρησκευτική ζωή με τα πήλινα ειδώλια, τα αναθήματα και τα αγάλματα.
Στη συνέχεια η έκθεση οδηγεί στα ευρήματα των νεκροταφείων, όπως τα αντίγραφα των περίφημων ζωγραφιών από τον τάφο των φιλοσόφων, αλλά και άλλα εκθέματα τα οποία θα σας αφήσουν με ανοικτό το στόμα.
Εντεκα στρατιώτες παραταγμένοι αριστοτεχνικά με τις χάλκινες στολές, τα σπαθιά, τις ασπίδες και τα χρυσά νεκρικά προσωπεία μοιάζουν να σου ψιθυρίζουν για τις μεγάλες στιγμές που έζησαν. Η συγκίνηση είναι βέβαιη. Περίπου δύο ώρες θα χρειαστείτε για να απολαύσετε το μουσείο (είσοδος 6 ευρώ, Τρίτη-Κυριακή 9-4, www.pella-museum.gr).
Εδεσσα, η αρχαία διαδρομή της Εγνατίας οδού
Η περιοχή γύρω από την πόλη της Εδεσσας έχει κατοικηθεί ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Η έντονη παρουσία του νερού και οι αρχαιολογικές ανασκαφές έδωσαν παλαιότερα τα επιχειρήματα που ταύτιζαν την Εδεσσα με τις αρχαίες Αιγές των Μακεδόνων. Η Αρχαία Εδεσσα, αν και ιδρύθηκε ήδη από τα χρόνια των Μακεδόνων, γνώρισε την ακμή της στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων.
Η πόλη αναπτύχθηκε σε δύο ανισόπεδα τμήματα, την Ανω Πόλη στον Βράχο και την Κάτω Πόλη στον Λόγγο και παρά την υψομετρική τους διαφορά τα δύο τμήματα ήταν ενιαία οχυρωμένα, ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. Η πόλη των Μακεδόνων αποτέλεσε σημαντικό κομβικό σημείο επί ρωμαϊκών χρόνων, καθώς από εδώ περνούσε η Εγνατία Οδός, ενώ στα ευρήματα περιλαμβάνονται επιγραφές αφιερωμένες στη θεά Μα, τη μητέρα των θεών, η οποία συνδέει την πόλη με τη φρυγική της καταγωγή.
Εδώ έχει βρεθεί και η περίφημη επιτύμβια στήλη του «χοίρου του Πασίφιλου», ο οποίος, σύμφωνα με την επιγραφή, αφού παρέα με τον κύριό του διέτρεξε την Εγνατία Οδό από το Δυρράχιο έως την Εδεσσα για να συμμετάσχει στη διονυσιακή γιορτή των Φαλλοφορίων, βρήκε το τέλος του κάτω από ένα κάρο.
Στα ενδότερα του Μουσείου της Βεργίνας. Σε πρώτο πλάνο η χρυσοποίκιλτη πανοπλία και η χρυσελεφάντινη ασπίδα του Φιλίππου Β'
Σήμερα, πολύ λίγα έχουν σωθεί από την Ακρόπολη, αντίθετα με την Κάτω Πόλη που είναι ένας από τους ομορφότερους αρχαιολογικούς χώρους της Μακεδονίας. Γύρω του ακόμα στέκεται το μνημειακό τείχος με τις τρεις πύλες του, ενώ οι κίονες που υψώνονται στη νότια αρχαία οδό, έχουν σαν φόντο τον Βράχο με τους καταρράκτες της Εδεσσας.
Βεργίνα, η πρωτεύουσα των Μακεδόνων
Η καρδιά της «Μακεδονίδος γης» του Ηροδότου εντοπίζεται νότια του Αλιάκμονα και παίζει κυρίαρχο ρόλο ήδη από τον 10ο-8ο αι. π.Χ. Οι Αιγές (σημερινή Βεργίνα) μεταφράζονται ως «ο τόπος με τα πολλά κατσίκια» και αποτελούν τον πυρήνα του αρχαίου βασιλείου της Μακεδονίας. Είναι η μυθική κοιτίδα απ’ όπου διαδόθηκε ο ελληνικός πολιτισμός, το μέρος όπου βασίλεψε για 3,5 αιώνες η οικογένεια του Φιλίππου του Β’ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το λίκνο των Τημενιδών γίνεται κέντρο του σημαντικότερου ελληνικού κράτους του Βορρά κατά τον 5ο π.Χ. αι. Το ποτάμι στις παρυφές του λειτουργεί ως φυσικό οχυρό: εξασφαλίζει άμεση επικοινωνία με τη θάλασσα και λειτουργεί ως κόμβος που συνέδεε -μέσω των Πιερίων- τη λεκάνη της Μακεδονίας με τη Νότια Ελλάδα.
Την πιο λαμπρή του πορεία τη διαγράφει με την άνοδο στον θρόνο του Φιλίππου Β’, ο οποίος την καθιστά κύτταρο πολιτισμού, αντίστοιχης μεγαλοσύνης με την Αθήνα του Περικλή. Αν και το πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ. οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις τον αναγκάζουν να μένει όλο και πιο συχνά στην Πέλλα, οι Αιγές παραμένουν το πατροπαράδοτο κέντρο, ο τόπος όπου βρίσκονται τα παλάτια και οι τάφοι των βασιλιάδων και που εξακολουθούν να τελούνται οι ιερές τελετές και οι μεγάλες γιορτές.
Ετσι, το καλοκαίρι του 336 π.Χ. ο Φίλιππος γιορτάζει εκεί την παντοδυναμία του. Καθώς, όμως, έμπαινε στο θέατρο, έπεσε νεκρός από το μαχαίρι του δολοφόνου του μπροστά στα μάτια εκατοντάδων θεατών. Ο νεαρός Αλέξανδρος ανακηρύσσεται βασιλιάς και κηδεύει τον πατέρα του στη βασιλική νεκρόπολη με τιμές άνευ προηγουμένου.
Οι ανασκαφές στην περιοχή ξεκίνησαν το 1861 από τον Γάλλο αρχαιολόγο Leon Heuzey και κορυφώθηκαν τα Χριστούγεννα του 1977 με την ανακάλυψη της Βεργίνας από τον αρχαιολόγο Μανόλη Ανδρόνικο. Συνεχίζονται έως σήμερα και έχουν φέρει στο φως μια έκταση 800 στρ. που περιλαμβάνει τα μνημειώδη ανάκτορα, τμήμα της αρχαίας πόλης και της οχύρωσής της με το θέατρο, τα ιερά αφιερώματα στην Εύκλεια, την Κυβέλη και τη νεκρόπολη με τους πολυάριθμους μακεδονικούς τάφους ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν αυτοί της Μεγάλης Τούμπας.
Πρόκειται για τον μοναδικό επισκέψιμο χώρο της Βεργίνας ο οποίος φανερώνει τους βασιλικούς τάφους του Φιλίππου, του Πρίγκιπα, της Περσεφόνης, έναν κατεστραμμένο με τετράστυλη πρόσοψη και το Ηρώον, ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των επιφανών νεκρών.
Στο μουσείο που τους περιβάλλει εκτίθενται από το 1997 οι θησαυροί που ανευρέθηκαν. Περίοπτη θέση κατέχει η χρυσοποίκιλτη πανοπλία του Φιλίππου, το στεφάνι βελανιδιάς που φορούσε ο νεκρός και η χρυσή λάρνακα που περιείχε τα οστά του. Ζύγιζε 11 κιλά και είναι διακοσμημένη με το μακεδονικό δεκαεξάκτινο αστέρι, τον ήλιο της Βεργίνας.
Το δε χρυσό στεφάνι βελανιδιάς αποτελείται από 313 φύλλα και 68 βελανίδια και είναι το πιο βαρύτιμο στεφάνι που σώθηκε ποτέ από την ελληνική αρχαιότητα. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται η χρυσή λάρνακα με τα οστά της βασιλικής συζύγου Μήδας και το χρυσοπόρφυρο ύφασμα που τα τύλιγε, καθώς και η ασημένια τεφροδόχος με τα οστά νεαρού – πιθανότατα του Αλέξανδρου Δ’, γιου του Μεγαλέξανδρου και της Ρωξάνης που δολοφονήθηκε από τον Κάσσανδρο.
Μίεζα, εκεί όπου δίδαξε ο Αριστοτέλης
Μεταξύ Κοπανού, Λευκαδίων και Νάουσας εντοπίζεται η αρχαία Μίεζα, μια δυναμική πόλη που αναπτύσσεται στους χρόνους των Μακεδόνων βασιλέων αλλά συνεχίζει να ακμάζει στα ύστερα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια μετά την κατάλυση του μακεδονικού κράτους από τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ.
Αυτήν διάλεξε ο Φίλιππος, και ειδικά τη θέση του Ιερού των Νυμφών, για να δημιουργήσει το 342 π.Χ. τη Σχολή όπου ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης δίδαξε τον 13χρονο, τότε, Αλέξανδρο πλάι σε έναν εκλεκτό κύκλο μαθητών. Ο Αλέξανδρος παρέμεινε στη Σχολή για δύο χρόνια, οπότε επέστρεψε στην Πέλλα για να ασκήσει καθήκοντα αντιβασιλέα.
Το παρακείμενο αρχαίο θέατρο -η χωρητικότητά του υπολογίζεται σε 1.500 θέσεις- ήταν σε χρήση για περίπου πέντε αιώνες. Σημαντικά επισκέψιμα μνημεία (όταν παραδοθούν στο κοινό) θα είναι οι 4 μεγάλοι μακεδονικοί τάφοι των Λευκαδίων που διασώζουν εντυπωσιακά δείγματα αρχαίας ζωγραφικής.
Το ιερό του Διός αριστερά και δεξιά ο ποταμός Βαφύρας στο Δίον
Πρώτος και καλύτερος ο Τάφος της Κρίσεως - από τους σημαντικότερους, μεγαλύτερους και καλύτερα διατηρημένους μακεδονικούς τάφους που έχουν έλθει στο φως.
Δίον, η ιερή πόλη των Μακεδόνων
Πρωτοθεμελιώθηκε από τους Θεσσαλούς, αφιερώθηκε στη λατρεία του πατέρα των θεών και εξελίχθηκε στην ιερή πόλη του κράτους των αρχαίων Μακεδόνων. Το Δίον άρχισε να αναπτύσσεται στα χρόνια του Αρχέλαου Α’ (τέλη 5ου-αρχές 4ου), όταν ο Μακεδόνας αυτός βασιλιάς καθιέρωσε εδώ τα «εν Δίω Ολύμπια», λατρευτικές γιορτές πανελλήνιας εμβέλειας, χαρίζοντας έτσι στο Δίον τη θρησκευτική αίγλη που έμελλε να σημαδέψει την πόλη.
Εδώ ερχόταν ο Φίλιππος ο Β’ για να προσφέρει στους θεούς την ευχαριστήρια θυσία του έπειτα από κάθε νικηφόρα εκστρατεία του, εδώ επέλεξε να θυσιάσει και ο Αλέξανδρος πριν ξεκινήσει για την εκστρατεία του στην Ασία, το 336 π.Χ. Μετά τη νίκη στον Γρανικό μάλιστα, ο Μακεδόνας στρατηλάτης παρήγγειλε στον γλύπτη Λύσιππο να φτιάξει είκοσι πέντε χάλκινα αγάλματα έφιππων στρατιωτών, που έστειλε ως αφιέρωμα στο Δίον.
Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 220 π.Χ. το Δίον πυρπολήθηκε από τους Αιτωλούς, ξαναχτίστηκε από τους Μακεδόνες, ώσπου ήρθαν νέοι κατακτητές οι Ρωμαίοι, οι οποίοι αν και δεν κατέστρεψαν την πολιτεία, ωστόσο μετέφεραν στη Ρώμη πολλά αγάλματα και αφιερώματα που βρήκαν εδώ.
Η παρακμή της ιερής πόλης ήρθε με την επικράτηση του χριστιανισμού: για κάποιο διάστημα αποτέλεσε έδρα επισκοπής (περίπου τον 4ο αι.) ωστόσο έπειτα εγκαταλείφθηκε. Οι πρώτες ανασκαφές ξεκίνησαν το 1928 και πιο συστηματικά το 1973 υπό τον καθηγητή Δ. Παντερμαλή.
Οι αποκαλύψεις είναι εντυπωσιακές: το ιερό της Δήμητρας, το αρχαιότερο μακεδονικό ιερό που γνωρίζουμε (6ος π.Χ. αι.), το τέμενος του Δία, το ιερό της Αιγύπτιας θεάς Ισιδος, τον μικρό ναό της Υπολυμπιδίας Αφροδίτης, δύο θέατρα, ελληνιστικό (το μεγαλύτερο) και ρωμαϊκό καθώς και μεγάλο κομμάτι της αρχαίας πόλης, με λιθόστρωτο δρόμο, θέρμες, λουτρά και επαύλεις με ψηφιδωτά.
Μεγάλο μέρος των ευρημάτων εκτίθεται σήμερα στο παραπλεύρον αρχαιολογικό Μουσείο του Δίου, όπου βρίσκουν στέγη και άλλα ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Πιερίας. Αξίζει να θυμάσαι πως στο ελληνιστικό θέατρο του Δίου φιλοξενούνται και εκδηλώσεις από το περίφημο Φεστιβάλ Ολύμπου κάθε καλοκαίρι.
Πύδνα, το κύκνειο άσμα της αυτοκρατορίας
Η στρατηγική θέση της Πύδνας και το λιμάνι της έκανε πολλούς να θέλουν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την πόλη. Οι Μακεδόνες ήταν αυτοί που εν τέλει την κατέλαβαν, στα μέσα του 7ου π.Χ. αι., η πόλη αναπτύχθηκε, όπως το Δίον, στα χρόνια του Αρχέλαου Α’, αυτονομήθηκε για κάποιο διάστημα πριν ο Φίλιππος ο Β’ τη θέσει ξανά υπό το μακεδονικό σκήπτρο.
Η Πύδνα συνδέθηκε ιδιαίτερα με δύο γεγονότα: τη δολοφονία της Ολυμπιάδας, μητέρας του Αλέξανδρου, κατ’ εντολή του στρατηγού Κάσσανδρου που πολιόρκησε την πόλη, και έπειτα με τη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., που σήμανε την οριστική κατάλυση του μακεδονικού κράτους, μετά την ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Περσέα από τον Ρωμαίο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο.
Οι ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Πύδνας έφεραν στο φως τάφους από την εποχή του Σιδήρου έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση, πολλοί από τους οποίους βρέθηκαν ασύλητοι αποκαλύπτοντας πλούσια κτερίσματα. Η είσοδος στην αρχαία Πύδνα είναι δωρεάν, ενώ σε συνεννόηση με τον φύλακα αρχαιοτήτων του χώρου μπορείς να επισκεφτείς και τους δύο μακεδονικούς τάφους (4ος π.Χ.) στον Κορινό: στον ένα από τους δύο, μάλιστα, εικάζεται ότι τάφηκε η ίδια η Ολυμπιάδα.
Κείμενο: Δαυίδ Κουτσογιαννόπουλος, Ηλέκτρα Φατούρου, Γιάννης Μαντάς
Φωτογραφίες: Γιώργος Πατρουδάκης, Παναγιώτης Σαρρής, Ηρακλής Μήλας
Πηγή:
thetravelbook.gr