Στο Δεσποτικό αναστηλώνεται το πρώτο τελετουργικό εστιατόριο του Αιγαίου, που χτίστηκε πριν από σχεδόν τρεις χιλιετίες.
Τα τελευταία 20 χρόνια το μικρό ακατοίκητο νησάκι των Κυκλάδων, το Δεσποτικό, στη σκιά της Πάρου και της Αντιπάρου, μας έχει εντυπωσιάσει με τα ευρήματα που φέρνει στο φως διαρκώς η αρχαιολογική σκαπάνη. Αυτή η μικρή νησίδα μέσα στο απέραντο μπλε των Κυκλάδων αναδεικνύεται σε σημαντικό θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου κατά τα αρχαία χρόνια. Τώρα φαίνεται να τραβά και την προσοχή των Μέσων με ακόμη πρωτιά. Εκεί, στο ιερό του Απόλλωνα, ανακαλύφθηκε και αναστηλώνεται για πρώτη φορά τελετουργικό εστιατόριο ιερού, που μάλιστα έχει χτιστεί ακριβώς δίπλα στον ναό του ιερού!
Ο Γιάννος Κουράγιος, αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων του ΥΠ.ΠΟ. και διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου Πάρου, είναι εκείνος που ανακάλυψε αυτό το σημαντικό ιερό. Ο ίδιος, μιλώντας στη LiFO, δήλωσε ότι μία από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις είναι η «λειτουργία του πρώτου τελετουργικού εστιατόριου του Αιγαίου, χτισμένου δίπλα ακριβώς στον ναό όπου λατρεύονταν ο Απόλλωνας, η Άρτεμις και η θεά Εστία με το επίθετο Ισθμία, από τον 8ο αι. π.Χ. έως και την ελληνιστική περίοδο». Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή για να «τοποθετήσουμε» το εύρημα στο περιβάλλον του, ρωτώντας τον Γιάννο Κουράγιο πώς ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία.
Τα τελευταία 20 χρόνια το μικρό ακατοίκητο νησάκι των Κυκλάδων, το Δεσποτικό, στη σκιά της Πάρου και της Αντιπάρου, μας έχει εντυπωσιάσει με τα ευρήματα που φέρνει στο φως διαρκώς η αρχαιολογική σκαπάνη. Αυτή η μικρή νησίδα μέσα στο απέραντο μπλε των Κυκλάδων αναδεικνύεται σε σημαντικό θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου κατά τα αρχαία χρόνια. Τώρα φαίνεται να τραβά και την προσοχή των Μέσων με ακόμη πρωτιά. Εκεί, στο ιερό του Απόλλωνα, ανακαλύφθηκε και αναστηλώνεται για πρώτη φορά τελετουργικό εστιατόριο ιερού, που μάλιστα έχει χτιστεί ακριβώς δίπλα στον ναό του ιερού!
Ο Γιάννος Κουράγιος, αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων του ΥΠ.ΠΟ. και διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου Πάρου, είναι εκείνος που ανακάλυψε αυτό το σημαντικό ιερό. Ο ίδιος, μιλώντας στη LiFO, δήλωσε ότι μία από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις είναι η «λειτουργία του πρώτου τελετουργικού εστιατόριου του Αιγαίου, χτισμένου δίπλα ακριβώς στον ναό όπου λατρεύονταν ο Απόλλωνας, η Άρτεμις και η θεά Εστία με το επίθετο Ισθμία, από τον 8ο αι. π.Χ. έως και την ελληνιστική περίοδο». Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή για να «τοποθετήσουμε» το εύρημα στο περιβάλλον του, ρωτώντας τον Γιάννο Κουράγιο πώς ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία.
Περίμενα να βρω κάποιον σημαντικό ναό, αλλά όχι το μέγεθος των κτισμάτων που έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα.
— Αλήθεια, πώς οδηγήθηκες στο Δεσποτικό;
Επισκέφθηκα το Δεσποτικό πρώτη φορά το 1996, μαζί με την Ντόλλη Γουλανδρή, την αείμνηστη ιδρύτρια του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, η οποία μου υπέδειξε τη θέση Μάντρα. Εκεί, στη μάντρα του βοσκού, είδα να υπάρχουν εντοιχισμένα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη, που προέρχονταν από δωρικό ναό και ορατούς τοίχους. Εκείνη ήταν που με ενθάρρυνε να ξεκινήσω την έρευνα στο νησί και η ανασκαφή άρχισε το 1997. Έως το 2000 είχε σωστικό χαρακτήρα και δουλεύαμε λίγες μέρες κάθε καλοκαίρι, με κάποιους εργάτες, από το πρωί έως το βράδυ. Οι πρώτες έρευνες πραγματοποιήθηκαν µε πολύ μεγάλες δυσκολίες λόγω του δύσβατου της περιοχής, αφού δεν υπήρχε µόλος, ο οποίος κατασκευάστηκε τελικά το 2002.
— Περίμενες τότε ότι θα βρισκόσουν μπροστά σε μια μεγάλη ανακάλυψη;
Περίμενα να βρω κάποιον σημαντικό ναό, αλλά όχι το μέγεθος των κτισμάτων που έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα. Το Δεσποτικό είναι το μοναδικό αδόμητο νησί των Κυκλάδων. Βρίσκεται δυτικά της Αντιπάρου και στην αρχαιότητα ήταν ενωμένο με το νησάκι Τσιμηντήρι με ισθμό. Πιθανότατα, μάλιστα, την αρχαϊκή περίοδο το Τσιμηντήρι ήταν ενωμένο και με την Αντίπαρο. Σήμερα το νησί είναι ακατοίκητο και τα σημεία πρόσβασης είναι λίγα εξαιτίας της απόκρημνης ακτογραμμής. Μόνο η ανατολική ακτή είναι εύκολα προσβάσιμη και ο κλειστός κόλπος που διαμορφώνεται μεταξύ Αντιπάρου και Δεσποτικού είναι ένα φυσικό, υπήνεμο λιμάνι. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για την ίδρυση εκεί του ιερού από την αρχαία πόλη της Πάρου.
— Πότε άρχισαν οι ανασκαφικές εργασίες;
Η συστηματική ανασκαφή του χώρου ξεκίνησε το 2001 με φοιτητές ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων. Φυσικά, το έργο δεν έχει ολοκληρωθεί και συνεχίζεται έως σήμερα. Μετά από 20 έτη αρχαιολογικών ερευνών, έχουμε φέρει στο φως ένα εκτεταμένο ιερό που ήταν σε λειτουργία από τα γεωμετρικά χρόνια (8ος αι. π.Χ.) έως και την ελληνιστική περίοδο. Κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο έως και τα τέλη του 17ου αιώνα στην ίδια θέση αναπτύχθηκε μικρός οικισμός.
— Ποιο είναι το μέγεθος των ευρημάτων που έχουν αποκαλυφθεί;
Έχουν διερευνηθεί 18 κτίρια και στην άκρη της χερσονήσου διακρίνονται διάφορα άλλα που δεν έχουν ανασκαφεί ακόμα. Πυρήνας τους ήταν ένας τειχισμένος περίβολος, το τέμενος, και έξω από αυτόν βρίσκονταν άλλα βοηθητικά κτίρια για τις ανάγκες του ιερατείου και των επισκεπτών. Η κατεξοχήν λατρευόμενη θεότητα ήταν ο Απόλλωνας. Λατρεύονταν επίσης η Άρτεμης και η θεά Εστία με το επίθετο Ισθμία. Ο λατρευτικός περίβολος του ιερού αποτελούνταν από 3 κτίρια, δύο πύλες και τρεις στοές. Χτίστηκε για να προστατέψει τον ναό και το τελετουργικό εστιατόριο που είναι χτισμένο δίπλα ακριβώς.
— Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «τελετουργικό εστιατόριο»;
Υπάρχει το τέμενος, δηλαδή ο ιερός χώρος με τον ναό όπου γινόντουσαν ιεροτελεστίες από τους ιερείς και τους πιστούς που επισκέπτονταν το ιερό για να προσευχηθούν, να αφιερώσουν και να θυσιάσουν. Οι πιστοί έβλεπαν απ' έξω το λατρευτικό άγαλμα που ήταν τοποθετημένο μέσα στον ναό και εκεί άφηναν τις προσφορές τους. Τα ζώα που θυσίαζαν τα έτρωγαν στο εστιατόριο που ήταν χτισμένο ακριβώς δίπλα στον ναό.
— Γιατί διαφοροποιείται το συγκεκριμένο εύρημα;
Είναι μια μοναδικότητα αυτού του μεγάλου παριανού ιερού το να έχουμε δίπλα στον ναό το τελετουργικό εστιατόριο. Ήταν μια πρωτοτυπία των Παριανών αρχιτεκτόνων, οι οποίοι άλλωστε πρωτοτύπησαν και στη γλυπτική, αφού είναι οι πρώτοι που λυγίζουν το χέρι του Κούρου πάνω στο στήθος, μια χειρονομία χαιρετισμού προς τη θεότητα. Ένας τέτοιος Κούρος βρέθηκε στο Δεσποτικό, άλλος ένας βρίσκεται στο Μουσείο της Πάρου και ένας στο μουσείο της Κοπεγχάγης.
— Πώς ήταν διαμορφωμένο αυτό το τελετουργικό εστιατόριο;
Υπάρχουν αναλογίες με ότι γνωρίζουμε σήμερα; Ο αρχαϊκός ναός είναι το πιο επιμελημένο οικοδόμημα του ιερού, χτισμένο κυρίως από παριανό, λευκό μάρμαρο. Η πρόσοψή του αποκαθίσταται με επτά κίονες ύψους 3.80 μ., που μαζί με το αέτωμα θα ξεπερνούσε τα 6 μέτρα, πάνω σε ισχυρό θεμέλιο. Το εστιατόριο είχε στοά με οκτώ δωρικούς κίονες ύψους περίπου 3 μ. και στεγαζόταν με επικλινή στέγη με κεραμίδια. Σώζονται τα μαρμάρινα κατώφλια των δωματίων και τα δάπεδά τους. Είχε τρία δωμάτια με πόρτες δυτικά και ανατολικά. Μέσα στα δωμάτια ανακαλύψαμε μαρμάρινες υποδοχές όπου έμπαιναν τα πόδια των κλινών. Οι κλίνες είναι τα ανάκλιντρα όπου έτρωγαν ξαπλωτοί οι άντρες. Μπροστά από το ένα δωμάτιο του εστιατορίου βρέθηκε μαρμάρινος βωμός για θυσίες μαζί με άλλους δύο βωμούς μπροστά από τον ναό όπου γινόντουσαν θυσίες προς τιμήν του θεού Απόλλωνα. Εδώ θέλω να προσθέσω ότι η ορθόδοξη θρησκεία έχει δανειστεί πολλά στοιχεία από την αρχαία Ελληνική. Το βλέπουμε στα μοναστήρια που έχουν τραπεζαρίες και προσφέρουν γεύματα στους πιστούς, το ίδιο συναντάμε και στα θρησκευτικά πανηγύρια που προσφέρουν βραστό κρέας ή όσπρια. Από το 2014 έχουν ξεκινήσει με ιδιωτικές χορηγίες οι αναστηλωτικές εργασίες του τελετουργικού εστιατορίου και του ναού του ιερού, ώστε να δοθεί στο μνημείο η τρίτη διάσταση και να γίνει κατανοητό στον επισκέπτη. Με την ολοκλήρωση του έργου θα παραδοθεί στο κοινό ένας μοναδικός αρχαιολογικός χώρος, πόλος έλξης επισκεπτών που έτσι κι αλλιώς επισκέπτονται ένα από τα δημοφιλέστερα νησιά των Κυκλάδων πλέον, την Αντίπαρο.
— Και όσον αφορά τον εξοπλισμό του;
Στη διάρκεια της ανασκαφής βρέθηκαν πολλά χρηστικά αγγεία, πινάκια, δηλαδή πήλινα πιάτα, πολλές πήλινες λεκάνες για μείξη προϊόντων ή σερβίρισμα φαγητού, μαγειρικά σκεύη όπως χύτρες, και λοπάδες, δηλαδή τηγάνι με καπάκι, δίνοι και κρατήρες, όπου γινόταν η ανάμειξη του κρασιού με το νερό, αγγεία πόσης, όπως σκύφοι (πήλινα κύπελλα με δύο λαβές), απ' όπου έπιναν κρασί ή νερό. Έξω από τον τειχισμένο περίβολο, δηλαδή το ιερό τέμενος, έχουμε βρει τρία κτίρια με αποθηκευτικό χαρακτήρα, αφού εκεί βρέθηκαν στην αρχική τους θέση πιθάρια όπου φυλάσσονταν το λάδι, το στάρι, το κριθάρι, τα όσπρια και οι ελιές. Σημαντική είναι και η ανακάλυψη πολλών οστών ζώων (αίγες, χοίροι, αγριογούρουνα, κουνέλια, πουλερικά, πέρδικες, λαγοί), αλλά και ψαριών, από δελφίνι και τόνο.
— Ποιοι ήταν οι πιστοί που επισκεπτόντουσαν το ιερό του Δεσποτικού;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ιερό ήταν διεθνές, αφού οι πιστοί που το επισκέπτονταν ήταν, ως επί το πλείστον, Κυκλαδίτες ναυτικοί αλλά και ταξιδιώτες από τη Μικρά Ασία, τη Φοινίκη, την Κύπρο, την Κρήτη, τη Σικελία κ.α. Το ιερό στο Δεσποτικό αναδείχτηκε σε σημαντικό σημείο συνάντησης γιατί είναι στο κέντρο των Κυκλάδων, σε μια καίρια θέση των θαλάσσιων δρόμων της Μεσογείου, με υπήνεμο λιμάνι.
— Υπήρχε συγκεκριμένο τελετουργικό για τη θυσία των ζωών;
Οι θυσίες των ζώων –για τις οποίες χρησιμοποιούνταν μόνο ορισμένα μέρη του ζώου− γίνονταν με το φως της μέρας στους βωμούς, αποκλειστικά από τους ιερείς, και μετά ακολουθούσε το γεύμα που αποτελούνταν από συγκεκριμένα μέλη των θυσιασμένων ζώων, όπως τα πίσω άκρα και οι κλείδες, αλλά ποτέ από τα εντόσθια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ζώα που επιλέγονταν για να ευχαριστήσουν τους θεούς ήταν μεγάλα θηλαστικά και έπρεπε να είναι από τα καλύτερα.
— Το νησί παρείχε πρώτες ύλες;
Το Δεσποτικό θα πρέπει να παρείχε πρώτες ύλες, π.χ. ξυλεία. Άλλωστε, αυτό επιβεβαιώνεται από τα κτίρια, για τις οροφές των οποίων χρειάζονταν κορμοί δέντρων, όπως και για τα πλοία που μετέφεραν τα μάρμαρα και τους ναυτικούς.
— Υπάρχουν στοιχεία για τις διατροφικές συνήθειες της εποχής;
Έτρωγαν πολλά χορταρικά, φρούτα και μέλι, το οποίο χρησιμοποιούσαν στα περισσότερα φαγητά τους. Επίσης, έτρωγαν σύκα, φρέσκα και ξερά − από τον Αρχίλοχο γνωρίζουμε ότι η Πάρος ήταν διάσημη για τα σύκα της. Στις ανασκαφές βρέθηκαν πολλά αγκίστρια που χρησιμοποιούσαν για το ψάρεμα. Συνήθιζαν να παστώνουν τα ψάρια με αλάτι για να διατηρούνται. Τα ψάρια στην αρχαιότητα ήταν καθημερινή τροφή. Δεν τα κατανάλωναν ποτέ ωμά, συνήθως έψηναν τόνο, συναγρίδες, μπαρμπούνια, σαρδέλες, και σέρβιραν πάντα σε ειδικά πιάτα, τα ιχθυοπινάκια, που είναι πήλινα με παραστάσεις ψαριών. Επίσης, έχουν βρεθεί αναρίθμητα όστρακα –πεταλίδες, αχηβάδες, σαλιγκάρια της θάλασσας−, πράγμα που δείχνει ότι αποτελούσαν μέρος της διατροφής τους. Το φαγητό το έτρωγαν με τα χέρια και το συνόδευαν πάντα με οίνο. Την ευκαιρία για να φάνε κρέας έδινε μια θρησκευτική γιορτή.
Πηγή:
— Αλήθεια, πώς οδηγήθηκες στο Δεσποτικό;
Επισκέφθηκα το Δεσποτικό πρώτη φορά το 1996, μαζί με την Ντόλλη Γουλανδρή, την αείμνηστη ιδρύτρια του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, η οποία μου υπέδειξε τη θέση Μάντρα. Εκεί, στη μάντρα του βοσκού, είδα να υπάρχουν εντοιχισμένα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη, που προέρχονταν από δωρικό ναό και ορατούς τοίχους. Εκείνη ήταν που με ενθάρρυνε να ξεκινήσω την έρευνα στο νησί και η ανασκαφή άρχισε το 1997. Έως το 2000 είχε σωστικό χαρακτήρα και δουλεύαμε λίγες μέρες κάθε καλοκαίρι, με κάποιους εργάτες, από το πρωί έως το βράδυ. Οι πρώτες έρευνες πραγματοποιήθηκαν µε πολύ μεγάλες δυσκολίες λόγω του δύσβατου της περιοχής, αφού δεν υπήρχε µόλος, ο οποίος κατασκευάστηκε τελικά το 2002.
— Περίμενες τότε ότι θα βρισκόσουν μπροστά σε μια μεγάλη ανακάλυψη;
Περίμενα να βρω κάποιον σημαντικό ναό, αλλά όχι το μέγεθος των κτισμάτων που έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα. Το Δεσποτικό είναι το μοναδικό αδόμητο νησί των Κυκλάδων. Βρίσκεται δυτικά της Αντιπάρου και στην αρχαιότητα ήταν ενωμένο με το νησάκι Τσιμηντήρι με ισθμό. Πιθανότατα, μάλιστα, την αρχαϊκή περίοδο το Τσιμηντήρι ήταν ενωμένο και με την Αντίπαρο. Σήμερα το νησί είναι ακατοίκητο και τα σημεία πρόσβασης είναι λίγα εξαιτίας της απόκρημνης ακτογραμμής. Μόνο η ανατολική ακτή είναι εύκολα προσβάσιμη και ο κλειστός κόλπος που διαμορφώνεται μεταξύ Αντιπάρου και Δεσποτικού είναι ένα φυσικό, υπήνεμο λιμάνι. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για την ίδρυση εκεί του ιερού από την αρχαία πόλη της Πάρου.
— Πότε άρχισαν οι ανασκαφικές εργασίες;
Η συστηματική ανασκαφή του χώρου ξεκίνησε το 2001 με φοιτητές ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων. Φυσικά, το έργο δεν έχει ολοκληρωθεί και συνεχίζεται έως σήμερα. Μετά από 20 έτη αρχαιολογικών ερευνών, έχουμε φέρει στο φως ένα εκτεταμένο ιερό που ήταν σε λειτουργία από τα γεωμετρικά χρόνια (8ος αι. π.Χ.) έως και την ελληνιστική περίοδο. Κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο έως και τα τέλη του 17ου αιώνα στην ίδια θέση αναπτύχθηκε μικρός οικισμός.
— Ποιο είναι το μέγεθος των ευρημάτων που έχουν αποκαλυφθεί;
Έχουν διερευνηθεί 18 κτίρια και στην άκρη της χερσονήσου διακρίνονται διάφορα άλλα που δεν έχουν ανασκαφεί ακόμα. Πυρήνας τους ήταν ένας τειχισμένος περίβολος, το τέμενος, και έξω από αυτόν βρίσκονταν άλλα βοηθητικά κτίρια για τις ανάγκες του ιερατείου και των επισκεπτών. Η κατεξοχήν λατρευόμενη θεότητα ήταν ο Απόλλωνας. Λατρεύονταν επίσης η Άρτεμης και η θεά Εστία με το επίθετο Ισθμία. Ο λατρευτικός περίβολος του ιερού αποτελούνταν από 3 κτίρια, δύο πύλες και τρεις στοές. Χτίστηκε για να προστατέψει τον ναό και το τελετουργικό εστιατόριο που είναι χτισμένο δίπλα ακριβώς.
— Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «τελετουργικό εστιατόριο»;
Υπάρχει το τέμενος, δηλαδή ο ιερός χώρος με τον ναό όπου γινόντουσαν ιεροτελεστίες από τους ιερείς και τους πιστούς που επισκέπτονταν το ιερό για να προσευχηθούν, να αφιερώσουν και να θυσιάσουν. Οι πιστοί έβλεπαν απ' έξω το λατρευτικό άγαλμα που ήταν τοποθετημένο μέσα στον ναό και εκεί άφηναν τις προσφορές τους. Τα ζώα που θυσίαζαν τα έτρωγαν στο εστιατόριο που ήταν χτισμένο ακριβώς δίπλα στον ναό.
— Γιατί διαφοροποιείται το συγκεκριμένο εύρημα;
Είναι μια μοναδικότητα αυτού του μεγάλου παριανού ιερού το να έχουμε δίπλα στον ναό το τελετουργικό εστιατόριο. Ήταν μια πρωτοτυπία των Παριανών αρχιτεκτόνων, οι οποίοι άλλωστε πρωτοτύπησαν και στη γλυπτική, αφού είναι οι πρώτοι που λυγίζουν το χέρι του Κούρου πάνω στο στήθος, μια χειρονομία χαιρετισμού προς τη θεότητα. Ένας τέτοιος Κούρος βρέθηκε στο Δεσποτικό, άλλος ένας βρίσκεται στο Μουσείο της Πάρου και ένας στο μουσείο της Κοπεγχάγης.
— Πώς ήταν διαμορφωμένο αυτό το τελετουργικό εστιατόριο;
Υπάρχουν αναλογίες με ότι γνωρίζουμε σήμερα; Ο αρχαϊκός ναός είναι το πιο επιμελημένο οικοδόμημα του ιερού, χτισμένο κυρίως από παριανό, λευκό μάρμαρο. Η πρόσοψή του αποκαθίσταται με επτά κίονες ύψους 3.80 μ., που μαζί με το αέτωμα θα ξεπερνούσε τα 6 μέτρα, πάνω σε ισχυρό θεμέλιο. Το εστιατόριο είχε στοά με οκτώ δωρικούς κίονες ύψους περίπου 3 μ. και στεγαζόταν με επικλινή στέγη με κεραμίδια. Σώζονται τα μαρμάρινα κατώφλια των δωματίων και τα δάπεδά τους. Είχε τρία δωμάτια με πόρτες δυτικά και ανατολικά. Μέσα στα δωμάτια ανακαλύψαμε μαρμάρινες υποδοχές όπου έμπαιναν τα πόδια των κλινών. Οι κλίνες είναι τα ανάκλιντρα όπου έτρωγαν ξαπλωτοί οι άντρες. Μπροστά από το ένα δωμάτιο του εστιατορίου βρέθηκε μαρμάρινος βωμός για θυσίες μαζί με άλλους δύο βωμούς μπροστά από τον ναό όπου γινόντουσαν θυσίες προς τιμήν του θεού Απόλλωνα. Εδώ θέλω να προσθέσω ότι η ορθόδοξη θρησκεία έχει δανειστεί πολλά στοιχεία από την αρχαία Ελληνική. Το βλέπουμε στα μοναστήρια που έχουν τραπεζαρίες και προσφέρουν γεύματα στους πιστούς, το ίδιο συναντάμε και στα θρησκευτικά πανηγύρια που προσφέρουν βραστό κρέας ή όσπρια. Από το 2014 έχουν ξεκινήσει με ιδιωτικές χορηγίες οι αναστηλωτικές εργασίες του τελετουργικού εστιατορίου και του ναού του ιερού, ώστε να δοθεί στο μνημείο η τρίτη διάσταση και να γίνει κατανοητό στον επισκέπτη. Με την ολοκλήρωση του έργου θα παραδοθεί στο κοινό ένας μοναδικός αρχαιολογικός χώρος, πόλος έλξης επισκεπτών που έτσι κι αλλιώς επισκέπτονται ένα από τα δημοφιλέστερα νησιά των Κυκλάδων πλέον, την Αντίπαρο.
— Και όσον αφορά τον εξοπλισμό του;
Στη διάρκεια της ανασκαφής βρέθηκαν πολλά χρηστικά αγγεία, πινάκια, δηλαδή πήλινα πιάτα, πολλές πήλινες λεκάνες για μείξη προϊόντων ή σερβίρισμα φαγητού, μαγειρικά σκεύη όπως χύτρες, και λοπάδες, δηλαδή τηγάνι με καπάκι, δίνοι και κρατήρες, όπου γινόταν η ανάμειξη του κρασιού με το νερό, αγγεία πόσης, όπως σκύφοι (πήλινα κύπελλα με δύο λαβές), απ' όπου έπιναν κρασί ή νερό. Έξω από τον τειχισμένο περίβολο, δηλαδή το ιερό τέμενος, έχουμε βρει τρία κτίρια με αποθηκευτικό χαρακτήρα, αφού εκεί βρέθηκαν στην αρχική τους θέση πιθάρια όπου φυλάσσονταν το λάδι, το στάρι, το κριθάρι, τα όσπρια και οι ελιές. Σημαντική είναι και η ανακάλυψη πολλών οστών ζώων (αίγες, χοίροι, αγριογούρουνα, κουνέλια, πουλερικά, πέρδικες, λαγοί), αλλά και ψαριών, από δελφίνι και τόνο.
— Ποιοι ήταν οι πιστοί που επισκεπτόντουσαν το ιερό του Δεσποτικού;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ιερό ήταν διεθνές, αφού οι πιστοί που το επισκέπτονταν ήταν, ως επί το πλείστον, Κυκλαδίτες ναυτικοί αλλά και ταξιδιώτες από τη Μικρά Ασία, τη Φοινίκη, την Κύπρο, την Κρήτη, τη Σικελία κ.α. Το ιερό στο Δεσποτικό αναδείχτηκε σε σημαντικό σημείο συνάντησης γιατί είναι στο κέντρο των Κυκλάδων, σε μια καίρια θέση των θαλάσσιων δρόμων της Μεσογείου, με υπήνεμο λιμάνι.
— Υπήρχε συγκεκριμένο τελετουργικό για τη θυσία των ζωών;
Οι θυσίες των ζώων –για τις οποίες χρησιμοποιούνταν μόνο ορισμένα μέρη του ζώου− γίνονταν με το φως της μέρας στους βωμούς, αποκλειστικά από τους ιερείς, και μετά ακολουθούσε το γεύμα που αποτελούνταν από συγκεκριμένα μέλη των θυσιασμένων ζώων, όπως τα πίσω άκρα και οι κλείδες, αλλά ποτέ από τα εντόσθια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ζώα που επιλέγονταν για να ευχαριστήσουν τους θεούς ήταν μεγάλα θηλαστικά και έπρεπε να είναι από τα καλύτερα.
— Το νησί παρείχε πρώτες ύλες;
Το Δεσποτικό θα πρέπει να παρείχε πρώτες ύλες, π.χ. ξυλεία. Άλλωστε, αυτό επιβεβαιώνεται από τα κτίρια, για τις οροφές των οποίων χρειάζονταν κορμοί δέντρων, όπως και για τα πλοία που μετέφεραν τα μάρμαρα και τους ναυτικούς.
— Υπάρχουν στοιχεία για τις διατροφικές συνήθειες της εποχής;
Έτρωγαν πολλά χορταρικά, φρούτα και μέλι, το οποίο χρησιμοποιούσαν στα περισσότερα φαγητά τους. Επίσης, έτρωγαν σύκα, φρέσκα και ξερά − από τον Αρχίλοχο γνωρίζουμε ότι η Πάρος ήταν διάσημη για τα σύκα της. Στις ανασκαφές βρέθηκαν πολλά αγκίστρια που χρησιμοποιούσαν για το ψάρεμα. Συνήθιζαν να παστώνουν τα ψάρια με αλάτι για να διατηρούνται. Τα ψάρια στην αρχαιότητα ήταν καθημερινή τροφή. Δεν τα κατανάλωναν ποτέ ωμά, συνήθως έψηναν τόνο, συναγρίδες, μπαρμπούνια, σαρδέλες, και σέρβιραν πάντα σε ειδικά πιάτα, τα ιχθυοπινάκια, που είναι πήλινα με παραστάσεις ψαριών. Επίσης, έχουν βρεθεί αναρίθμητα όστρακα –πεταλίδες, αχηβάδες, σαλιγκάρια της θάλασσας−, πράγμα που δείχνει ότι αποτελούσαν μέρος της διατροφής τους. Το φαγητό το έτρωγαν με τα χέρια και το συνόδευαν πάντα με οίνο. Την ευκαιρία για να φάνε κρέας έδινε μια θρησκευτική γιορτή.
Πηγή: