Η Δήμητρα και η Περσεφόνη στα Ελευσίνια Μυστήρια |
Η Θέαση των Ιερών
Στο σημείο αυτό προκύπτει το μεγάλο ερώτημα σχετικά με τα Ελευσίνια Μυστήρια, γιατί σίγουρα κάτι θα έπρεπε να έβλεπαν οι άνθρωποι εκεί.Όλες οι μαρτυρίες από την αρχαιότητα – από ποιητές όπως ο δημιουργός του Ομηρικού Ύμνου στη Δήμητρα και τραγωδούς όπως ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης – είναι κατηγορηματικές.
Οι μύστες έβλεπαν τα Ιερά: Μόνο αυτό μπορούσε να πει κανείς με ασφάλεια για τα Μυστήρια. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο μυούμενος ήταν ένας μύστης με τα μάτια κλειστά προς τον κόσμο.
Στην κατάσταση αυτή έφτανε μέσω της προπαρασκευαστικής μύησης που γινόταν στα Μικρά Μυστήρια ενάμιση χρόνο νωρίτερα, στο ιερό που υπήρχε στην όχθη του ποταμού Ιλισού, στις Άγραις, που το όνομά τους σήμαινε τα »λάφυρα του κυνηγιού».
Το πρώτο στάδιο λοιπόν, ήταν εκείνο του μύστη.
Στην Ελευσίνα, ο μύστης έβλεπε το Όραμα, την Εποπτεία, και γινόταν Επόπτης, δηλαδή κάποιος που έχει δει.
Στα αρχαία Ελληνικά, η γνώση και η θέαση συνδέονται πολύ στενά μεταξύ τους, με την πρώτη να πηγάζει από τη βίωση της δεύτερης.
Ακόμα και η λέξη »θεωρία» υποδηλώνει ένα ταξίδι που κάνει κάποιος για να δει και να γνωρίσει κάτι ιερό.
Ωστόσο, παρά τις προσδοκίες τους, οι αρχαιολόγοι δεν έχουν βρει τα Ιερά στην Ελευσίνα.
Έτσι, ελλείψει ανασκαφικών ευρημάτων, οι μελετητές μπορούσαν να φαντάζονται οτιδήποτε σχετικά με αυτά τα μυστηριώδη Ιερά:
Σύμφωνα με κάποιους, ήταν απομεινάρια του μυκηναϊκού παρελθόντος, φαλλικά σύμβολα ή πήλινες αναπαραστάσεις γυναικείου εφηβαίου, που στα αρχαία ελληνικά ονομαζόταν κτεις (χτένι).
Τα ιερά αυτά αντικείμενα φυλάσσονταν σε ένα άλλο κτίσμα, έναν μικρό χώρο που βρισκόταν εντός της αίθουσας της μύησης.
Τη στιγμή της αποκάλυψης, ο Ιεροφάντης άνοιγε μια πόρτα στον Αρχαίο Οίκο της Θεάς και αποκάλυπτε τα Ιερά, μέσα σε άπλετο φως.
Όλες οι αρχαίες μαρτυρίες για τα Ελευσίνια Μυστήρια συγκλίνουν στο εξής: Τα Μυστήρια ήταν η υπέρτατη εμπειρία στη ζωή ενός μύστη, μια εμπειρία σωματική και συγχρόνως πνευματική.
Ξεκινούσε με τρεμούλα, ζαλάδα και κρύο ιδρώτα, και ακολουθούσε ένα θέαμα που σε έκανε να νομίζεις ότι μέχρι τότε ήσουν τυφλός.
Σε κατέκλυζε μια τέτοια αίσθηση δέους και θαυμασμού που σε άφηνε άλαλο, καθώς σου ήταν αδύνατο μα περιγράψεις με λόγια αυτά που είχες δει και είχες αισθανθεί: Οι λέξεις δεν επαρκούσαν
Τα παραπάνω συμπτώματα αντιστοιχούν εμφανώς σε εμπειρία ενθεογενών, για να χρησιμοποιήσουμε τον ευρέως αποδεκτό πλέον νεολογισμό και να αποφύγουμε τις υποτιμητικές συνδηλώσεις λέξεων όπως ναρκωτικά, φάρμακα ή παραισθησιογόνα.
Τα Ιερά δεν ήταν κάτι που ανήκε σε τούτο τον κόσμο, αλλά κάτι που γινόταν ορατό από τον άλλο κόσμο. Αυτά που έβγαζε ο Ιεροφάντης από τον Αρχαίο Οίκο δεν ήταν φυσικά αντικείμενα.
Για να το πούμε απλά, τα Ιερά δεν βρίσκονται σε αυτό τον κόσμο.
Οι μαρτυρίες ως προς αυτό είναι σαφείς: Το θέαμα που αντίκριζαν οι μύστες δεν ερχόταν από τον κόσμο αυτό, ήταν κομμάτι του άλλου κόσμου.
Για να βιώσει κανείς τα Ιερά, έπρεπε να ταξιδέψει κάτω από τη Γη.
Ο Ιεροφάντης ήταν »αυτός που έκανε τα Ιερά να εμφανιστούν».
Όταν, λοιπόν, άνοιγε την πόρτα της αίθουσας, αποσφράγιζε την πύλη ανάμεσα στους δύο κόσμους και προκαλούσε ένα ρήγμα στη συμπαντική δομή.
Ωστόσο, ελάχιστοι μύστες θα τον είχαν δει αυτοπροσώπως στην αίθουσα της μύησης, στο Τελεστήριο, που πήρε το όνομά του από τη λέξη »τέλος», ως προς την τελεολογική »έκβαση», και όχι από το λατινικό initium, η »αρχή».
Παρ’ όλα αυτά, το όραμα δεν εμφανιζόταν καθώς άνοιγε η πόρτα του Οίκου της Θεάς, με τα διάφορα άσεμνα αντικείμενα που υποτίθεται πως βρίσκονταν στο εσωτερικό του.
Το Τελεστήριο
Το Τελεστήριο της Ελευσίνας (φωτ. Διάζωμα)
Το Τελεστήριο δεν ήταν θέατρο, και η κατασκευή του δεν επέτρεπε στον θεατή να δει τι ακριβώς έκανε ο Ιεροφάντης.
Το κτήριο ήταν λαξεμένο μέσα στο βράχο κάτω από την ακρόπλη της Ελευσίνας. Ουσιαστικά, αποτελούσε αρχιτεκτονική προσομοίωση υπόγειου θαλάμου ή σπηλαίου.
Ανά εποχές ξαναχτίστηκε και επεκτάθηκε για να χωρέσει τους μύστες, ο αριθμός των οποίων διαρκώς αυξανόταν.
Όμως, το αρχικό του σχέδιο διατηρούνταν αναλλοίωτο, παρά τις αλλαγές:
Το Τελεστήριο ήταν ένα ευθύγραμμο κτήσμα γύρω από μια πολύ μικρότερη ορθογώνια αίθουσα, το Ανάκτορο, την »κατοικία της Άνασσας».
Σε κάποια μεταγενέστερη – τουλάχιστον – εκδοχή του Τελεστηρίου, η στέγη του Ανάκτορου είχε μορφή φεγγίτη, επιτρέποντας την είσοδο του εξωτερικού φωτός και παρέχοντας τη δυνατότητα εξαερισμού για τον καπνό από τις δάδες και τα λυχνάρια.
Η ακριβής θέση του Ανάκτορου παρέμεινε σταθερή στη διάρκεια όλων των ανοικοδομήσεων.
Ήταν χτισμένο πάντοτε στο χώρο του αρχαίου μυκηναϊκού ναού, που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν μυκηναϊκό μέγαρο ή Μεγάλη Αίθουσα.
Ωστόσο, η ακριβής θέση του Ανάκτορου εντός του Τελεστήριου άλλαζε κατά περιόδους.
Το Τελεστήριο ήταν απλώς ο χώρος που φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα αυτού του αρχαίου αδύτου.
Ο πραγματικός Οίκος της Θεάς (Περσεφόνη) ήταν το Ανάκτορο.
Στη μία πλευρά του Ανάκτορου υπήρχε μια θύρα και δίπλα της βρισκόταν ο θρόνος του Ιεροφάντη, με την ψηλή του πλάτη στο στέγαστρο.
Στον εσωτερικό χώρου του Τελεστήριου υπήρχαν αρκετές αναβαθμίδες που κατέληγαν στα τοιχώματα. Εκεί καθόντουσαν ή στεκόντουσαν όρθιοι οι μύστες, ενώ μερικοί ίσως να στεκόντουσαν στο δάπεδο, στον κύριο χώρο της αίθουσας.
Καταπώς φαίνεται, από τα περισσότερα σημεία του χώρου οι παρευρισκόμενοι δεν είχαν οπτική επαφή με την πόρτα του Ανάκτορου.
Οι σειρές των κιόνων που στήριζαν την οροφή, η ψηλή πλάτη του θρόνου του Ιεροφάντη στα δεξιά της θύρας και η ίδια η γεωμετρία του ιερού εμπόδιζαν τη θέα, με αποτέλεσμα πολλοί μύστες να μην μπορούν να παρακολουθήσουν τις κινήσεις του Ιεροφάντη κατά τη στιγμή του »οράματος».
Επιπλέον, φαίνεται ότι παραδόξως τα Ιερά ήταν φορητά, γιατί αν και συνήθως παρέμεναν μέσα σε αυτή την αρχαία αίθουσα και υποτίθεται ότι τα έβγαζαν από το άδυτο για τις πομπές μόνο μέσα σε κλειστά κάνιστρα, ο Αλκιβιάδης και άλλοι γνωστοί Αθηναίοι τα είχαν »δείξει» σε φίλους κατά τη διάρκεια »κλειστών» συγκεντρώσεων.
Παρόλο που αυτή η ιεροσυλία έγινε αιτία μεγάλου σκανδάλου, κανείς δεν σκέφτηκε να κατηγορήσει τους ιερείς για συνεργία στην απομάκρυνση των Ιερών από το άδυτο.
Μάλιστα, οι Έλληνες μελετητές δεν πρέπει να δυσκολεύτηκαν να αντιληφθούν ότι τα Ιερά δεν αναφέρονταν απαραιτήτως σε συγκεκριμένα αντικείμενα, αλλά σε ολόκληρη την σφαίρα του ιερού, της εμπειρίας και της θρησκευτικής τελετής.
Όταν ο Ιεροφάντης άνοιγε την πόρτα της Θεάς, έβγαινε μια φωτεινή λάμψη.
Αυτοί που εμμένουν να μην λαμβάνουν υπόψη τους τα στοιχεία υποθέτουν πως μέσα στην κατοικία της Άνασσας θα πρέπει να υπήρχε μια τεράστια φωτιά.
Πως είναι δυνατόν να άναβαν μια τέτοια φωτιά, δίχως καπνοδόχο;
Πως είναι δυνατόν η ατμόσφαιρα να μη γινόταν αποπνικτική από τον καπνό, με ολέθρια αποτελέσματα για το στριμωγμένο πλήθος, για να μην μιλήσουμε για την αποπνικτική ζέστη που θα επικρατούσα μέσα στον κλειστό χώρο, ούτε για τον κίνδυνο πυρκαγιάς που θα μπορούσε να αποδεκατίσει τους παρευρισκομένους.
Η λάμψη ήταν συνήθης μεταφορά για τη Φώτιση, που λάμβανε χώρα όταν παραβιαζόταν τελετουργικά η ιερή πύλη ανάμεςσα στους δυο κόσμους.
Όπως λέγεται, ο Ηρακλής περιέγραψε με μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που έβλεπαν εκεί οι μύστες: Ήταν η ίδια η Περσεφόνη.
Σε ένα απόσπασμα από πάπυρο, ισχυρίζεται ότι ο ίδιος δεν χρειαζόταν να περάσει από μύηση, επειδή είχε ήδη δει την κόρη της Δήμητρας στη διάρκεια της κατάβασής του στον Άδη.
Σύμφωνα με τον Ευριπίδη, αυτό ήταν το όραμα που του επέτρεψε να νικήσει τον θάνατο. Κατάφερε να αναμιχθεί με τους υπόλοιπους μύστες και να επανέλθει στο βασίλειο των ζωντανών, σαν κάποιος που είχε δει, δηλαδή ως επόπτης.
Εδώ ίσως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αίθουσα της μύησης δεν ήταν θέατρο.
Στα λογιστικά βιβλία του ναού της Ελευσίνας δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα έξοδα για σκηνικά ή για αμοιβές ηθοποιών. Επίσης, μοιάζει απίθανο ότι θα μπορούσε κανείς να παραπλανήσει τους Έλληνες, οι οποίοι διέθεταν θεατρική παιδεία, με κάποιο σκηνικό τέχνασμα.
Δεν έβλεπαν λοιπόν κάποιον ηθοποιό, αλλά την ίδια την Περσεφόνη, να εμφανίζεται ως σχήμα τι, ως μια μορφή ή κάποιου είδους φαινόμενο, μετέωρη πάνω από το έδαφος σύμφωνα με μια πηγή.
Ο Πλάτωνας ονόμαζε αυτά τα φαινόμενα φάσματα, δηλαδή φαντάσματα.
Η αίθουσα της μύησης γέμιζε πνεύματα, όπως αναφέρει ο Παυσανίας αφηγούμενος την ιστορία κάποιου που παρεισέφρησε απρόσκλητος στο μυστήριο, με αποτέλεσμα να βρει το θάνατο.
Ακόμα και ένας τυφλός μπορούσε να δει το όραμα. Μια χρωματισμένη μαρμάρινη αναθηματική πλάκα του 5ου αιώνα π.Χ. που βρέθηκε στις ανασκαφές του Τελεστήριου ήταν αφιερωμένη στη Δήμητρα από τον Ευκράτη, έναν τυφλό που αντίκρισε τη Θεά χωρίς να βλέπει. Πάνω στην επιγραφή διακρίνονται τα τυφλά μάτια του Ευκράτη και ακόμη πιο πάνω βλέπουμε το σκαλιστό πρόσωπο και το κεφάλι της Θεάς, περικυκλωμένο από κόκκινες ακτίνες.
Χωρίς αμφιβολία οι προσδοκίες του κόσμου σχετικά με τα συμβάντα στα Ελευσίνια Μυστήρια ευθύνονται για τις μαρτυρίες όσων ισχυρίζονταν πως όταν όλοι οι Αθηναίοι είχαν τραπεί σε φυγή λόγω της εισβολής των περσικών στρατευμάτων, είδαν ένα σύννεφο σκόνης να υψώνεται πάνω από την Ιερά Οδό και άκουσαν τις ιαχές του Ίακχου, καθώς τα πνεύμετα τελούσαν μόνα τους το Μυστήριο.
Συνεχίζεται….
Απόσπασμα από το βιβλίο
Τα μυστικά της αρχαίας Ελευσίνας – τα ιερά μανιτάρια της θεάς
Carl A. P. Ruck
Πηγή:
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Το Τελεστήριο δεν ήταν θέατρο, και η κατασκευή του δεν επέτρεπε στον θεατή να δει τι ακριβώς έκανε ο Ιεροφάντης.
Το κτήριο ήταν λαξεμένο μέσα στο βράχο κάτω από την ακρόπλη της Ελευσίνας. Ουσιαστικά, αποτελούσε αρχιτεκτονική προσομοίωση υπόγειου θαλάμου ή σπηλαίου.
Ανά εποχές ξαναχτίστηκε και επεκτάθηκε για να χωρέσει τους μύστες, ο αριθμός των οποίων διαρκώς αυξανόταν.
Όμως, το αρχικό του σχέδιο διατηρούνταν αναλλοίωτο, παρά τις αλλαγές:
Το Τελεστήριο ήταν ένα ευθύγραμμο κτήσμα γύρω από μια πολύ μικρότερη ορθογώνια αίθουσα, το Ανάκτορο, την »κατοικία της Άνασσας».
Αναπαράσταση υπ. Ι. Τραυλού του Ιερού της Ελευσίνας. Στο κέντρο το Τελεστήριο.
Σε κάποια μεταγενέστερη – τουλάχιστον – εκδοχή του Τελεστηρίου, η στέγη του Ανάκτορου είχε μορφή φεγγίτη, επιτρέποντας την είσοδο του εξωτερικού φωτός και παρέχοντας τη δυνατότητα εξαερισμού για τον καπνό από τις δάδες και τα λυχνάρια.
Η ακριβής θέση του Ανάκτορου παρέμεινε σταθερή στη διάρκεια όλων των ανοικοδομήσεων.
Ήταν χτισμένο πάντοτε στο χώρο του αρχαίου μυκηναϊκού ναού, που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν μυκηναϊκό μέγαρο ή Μεγάλη Αίθουσα.
Ωστόσο, η ακριβής θέση του Ανάκτορου εντός του Τελεστήριου άλλαζε κατά περιόδους.
Το Τελεστήριο ήταν απλώς ο χώρος που φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα αυτού του αρχαίου αδύτου.
Ο πραγματικός Οίκος της Θεάς (Περσεφόνη) ήταν το Ανάκτορο.
Αναπαράσταση υπό Ιω. Τραυλού του Ανακτόρου στο Τελεστήριο της Ελευσίνας. Εδώ μέσα ελάμβανε χώρα η θεοφάνεια της Κόρης «υπό το πυρ» του ιεροφάντη
Στη μία πλευρά του Ανάκτορου υπήρχε μια θύρα και δίπλα της βρισκόταν ο θρόνος του Ιεροφάντη, με την ψηλή του πλάτη στο στέγαστρο.
Στον εσωτερικό χώρου του Τελεστήριου υπήρχαν αρκετές αναβαθμίδες που κατέληγαν στα τοιχώματα. Εκεί καθόντουσαν ή στεκόντουσαν όρθιοι οι μύστες, ενώ μερικοί ίσως να στεκόντουσαν στο δάπεδο, στον κύριο χώρο της αίθουσας.
Καταπώς φαίνεται, από τα περισσότερα σημεία του χώρου οι παρευρισκόμενοι δεν είχαν οπτική επαφή με την πόρτα του Ανάκτορου.
Οι σειρές των κιόνων που στήριζαν την οροφή, η ψηλή πλάτη του θρόνου του Ιεροφάντη στα δεξιά της θύρας και η ίδια η γεωμετρία του ιερού εμπόδιζαν τη θέα, με αποτέλεσμα πολλοί μύστες να μην μπορούν να παρακολουθήσουν τις κινήσεις του Ιεροφάντη κατά τη στιγμή του »οράματος».
Επιπλέον, φαίνεται ότι παραδόξως τα Ιερά ήταν φορητά, γιατί αν και συνήθως παρέμεναν μέσα σε αυτή την αρχαία αίθουσα και υποτίθεται ότι τα έβγαζαν από το άδυτο για τις πομπές μόνο μέσα σε κλειστά κάνιστρα, ο Αλκιβιάδης και άλλοι γνωστοί Αθηναίοι τα είχαν »δείξει» σε φίλους κατά τη διάρκεια »κλειστών» συγκεντρώσεων.
Παρόλο που αυτή η ιεροσυλία έγινε αιτία μεγάλου σκανδάλου, κανείς δεν σκέφτηκε να κατηγορήσει τους ιερείς για συνεργία στην απομάκρυνση των Ιερών από το άδυτο.
Μάλιστα, οι Έλληνες μελετητές δεν πρέπει να δυσκολεύτηκαν να αντιληφθούν ότι τα Ιερά δεν αναφέρονταν απαραιτήτως σε συγκεκριμένα αντικείμενα, αλλά σε ολόκληρη την σφαίρα του ιερού, της εμπειρίας και της θρησκευτικής τελετής.
Σχέδιο του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα κατά την περίοδο της ακμής του.
Όταν ο Ιεροφάντης άνοιγε την πόρτα της Θεάς, έβγαινε μια φωτεινή λάμψη.
Αυτοί που εμμένουν να μην λαμβάνουν υπόψη τους τα στοιχεία υποθέτουν πως μέσα στην κατοικία της Άνασσας θα πρέπει να υπήρχε μια τεράστια φωτιά.
Πως είναι δυνατόν να άναβαν μια τέτοια φωτιά, δίχως καπνοδόχο;
Πως είναι δυνατόν η ατμόσφαιρα να μη γινόταν αποπνικτική από τον καπνό, με ολέθρια αποτελέσματα για το στριμωγμένο πλήθος, για να μην μιλήσουμε για την αποπνικτική ζέστη που θα επικρατούσα μέσα στον κλειστό χώρο, ούτε για τον κίνδυνο πυρκαγιάς που θα μπορούσε να αποδεκατίσει τους παρευρισκομένους.
Η λάμψη ήταν συνήθης μεταφορά για τη Φώτιση, που λάμβανε χώρα όταν παραβιαζόταν τελετουργικά η ιερή πύλη ανάμεςσα στους δυο κόσμους.
Αντικρίζοντας τη Θεά
Άποψη του άδυτου του Πλουτώνειου από τα ανατολικά
Όπως λέγεται, ο Ηρακλής περιέγραψε με μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που έβλεπαν εκεί οι μύστες: Ήταν η ίδια η Περσεφόνη.
Σε ένα απόσπασμα από πάπυρο, ισχυρίζεται ότι ο ίδιος δεν χρειαζόταν να περάσει από μύηση, επειδή είχε ήδη δει την κόρη της Δήμητρας στη διάρκεια της κατάβασής του στον Άδη.
Σύμφωνα με τον Ευριπίδη, αυτό ήταν το όραμα που του επέτρεψε να νικήσει τον θάνατο. Κατάφερε να αναμιχθεί με τους υπόλοιπους μύστες και να επανέλθει στο βασίλειο των ζωντανών, σαν κάποιος που είχε δει, δηλαδή ως επόπτης.
Εδώ ίσως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αίθουσα της μύησης δεν ήταν θέατρο.
Στα λογιστικά βιβλία του ναού της Ελευσίνας δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα έξοδα για σκηνικά ή για αμοιβές ηθοποιών. Επίσης, μοιάζει απίθανο ότι θα μπορούσε κανείς να παραπλανήσει τους Έλληνες, οι οποίοι διέθεταν θεατρική παιδεία, με κάποιο σκηνικό τέχνασμα.
Δεν έβλεπαν λοιπόν κάποιον ηθοποιό, αλλά την ίδια την Περσεφόνη, να εμφανίζεται ως σχήμα τι, ως μια μορφή ή κάποιου είδους φαινόμενο, μετέωρη πάνω από το έδαφος σύμφωνα με μια πηγή.
Ο Πλάτωνας ονόμαζε αυτά τα φαινόμενα φάσματα, δηλαδή φαντάσματα.
Η αίθουσα της μύησης γέμιζε πνεύματα, όπως αναφέρει ο Παυσανίας αφηγούμενος την ιστορία κάποιου που παρεισέφρησε απρόσκλητος στο μυστήριο, με αποτέλεσμα να βρει το θάνατο.
Ακόμα και ένας τυφλός μπορούσε να δει το όραμα. Μια χρωματισμένη μαρμάρινη αναθηματική πλάκα του 5ου αιώνα π.Χ. που βρέθηκε στις ανασκαφές του Τελεστήριου ήταν αφιερωμένη στη Δήμητρα από τον Ευκράτη, έναν τυφλό που αντίκρισε τη Θεά χωρίς να βλέπει. Πάνω στην επιγραφή διακρίνονται τα τυφλά μάτια του Ευκράτη και ακόμη πιο πάνω βλέπουμε το σκαλιστό πρόσωπο και το κεφάλι της Θεάς, περικυκλωμένο από κόκκινες ακτίνες.
Χωρίς αμφιβολία οι προσδοκίες του κόσμου σχετικά με τα συμβάντα στα Ελευσίνια Μυστήρια ευθύνονται για τις μαρτυρίες όσων ισχυρίζονταν πως όταν όλοι οι Αθηναίοι είχαν τραπεί σε φυγή λόγω της εισβολής των περσικών στρατευμάτων, είδαν ένα σύννεφο σκόνης να υψώνεται πάνω από την Ιερά Οδό και άκουσαν τις ιαχές του Ίακχου, καθώς τα πνεύμετα τελούσαν μόνα τους το Μυστήριο.
Συνεχίζεται….
Απόσπασμα από το βιβλίο
Τα μυστικά της αρχαίας Ελευσίνας – τα ιερά μανιτάρια της θεάς
Carl A. P. Ruck
Πηγή:
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ