Η κουκουβάγια αποτελεί σύμβολο σοφίας και σύνεσης. Η παράδοση αυτή προέρχεται από την ελληνική μυθολογία όταν η θεά Αθηνά, η θεά της φρόνησης, εντυπωσιάστηκε από τα μεγάλα μάτια και την σοβαρή εμφάνιση της.
Έκτοτε είναι το αγαπημένο πουλί και έμβλημα της θεάς Αθηνάς που την συντροφεύει σε πολλά αγάλματα. Άλλωστε στην Παλλάδα οφείλει και το λατινικό της όνομα athene noctua.
Η κουκουβάγια προστατεύτηκε και κατοίκησε την ακρόπολη σε μεγάλους αριθμούς. Καθώς όμως η θεά Αθηνά, εκτός από θεά της σύνεσης και της σοφίας, είναι και η θεά του πολέμου η κουκουβάγια έγινε ο προστάτης που συνόδευε τον ελληνικό στρατό στον πόλεμο. Εάν μια κουκουβάγια πετούσε πάνω από τους Έλληνες στρατιώτες πριν από μια μάχη, αποτελούσε σημάδι νίκης. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη (Σφήκες), η επίτευξη μιας νίκης κατά των Περσών οφείλετε στην πτήση μιας κουκουβάγιας η οποία χρησιμοποιήθηκε από την θεά Αθηνά ως αγγελιοφόρος, «Γλαύξ γάρ ημών, πριν μάχεσθαι, τον στρατόν διέπτατο». Οι κάτοικοι της Αθήνας πίστευαν πως η θεά Αθηνά έπαιρνε συχνά τη μορφή μιας κουκουβάγιας όταν ήθελε να παρουσιαστεί στους ανθρώπους. Προστάτευε επίσης το αθηναϊκό εμπόριο και την τιμούσαν με την παρουσία της φιγούρας της στην μία πλευρά των αθηναϊκών νομισμάτων.
Σήμερα η κουκουβάγια athene noctua υπάρχει σχεδόν σε όλες τις ηπείρους, από την δυτική Ευρώπη και την βόρεια Αφρική μέχρι την κεντρική Ασία και την Κίνα. Έχει εισαχθεί στη Αγγλία εδώ και περίπου 100 χρόνια. Ζει σχετικά κοντά στον άνθρωπο, που την συμπεριέλαβε σε δημοτικά τραγούδια, μύθους και παροιμίες. Τα μεγάλα μάτια της και η στάση του σώματος της είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που της προσδίδουν σοφία. Όμως όταν αντιληφθούμε τον τρόπο ζωής του εν λόγω αρπακτικού καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι μόνο η εμφάνιση της που την κάνει σοφή. Η φύση την έχει προικίσει με μοναδικές ικανότητες. Οι ακραίες φωτιστικά συνθήκες στις οποίες κυνηγά συντέλεσαν στο να αποκτήσει άριστη όραση και ακοή.
Είναι μικρό αρπαχτικό με μήκος, από το άκρο του ράμφους ως το άκρο της ουράς, 19-27.5 εκατοστά (συνήθως 22 εκατοστά) και άνοιγμα φτερών 55 έως 61 εκατοστά. Η κουκουβάγια ανήκει στην οικογένεια των γλαυκών, όπως και ο μπούφος, η γλαύκα, ο γκιώνης, ο χούχουλας κτλ.. Είναι το δεύτερο μικρότερο μέλος της οικογένειας και το συναντάμε στην Ελλάδα με μέσο βάρος 124-250 γραμμάρια. Αναγνωρίζετε από το μέγεθος του, την σχεδόν στρογγυλή μορφή του και το μεγάλο κεφάλι. Το πάνω μέρος του πτηνού είναι σκούρο καστανό που διακόπτετε από λευκές κηλίδες και γραμμές. Το κάτω μέρος είναι υπόλευκο με μεγάλες καστανές ραβδώσεις. Το χαμηλό μέτωπο και τα μεγάλα κίτρινα μάτια της προσδίδουν μια άγρια, σκυθρωπή όψη.
Τα μάτια της κουκουβάγιας κοιτάνε προς τα εμπρός όπως και όλων των μελών της οικογένειας των γλαυκών. Το κίτρινο χρώμα τους υποδηλώνει ότι το πτηνό κυνηγά με το φως του ήλιου, είναι δηλαδή ημινυχτόβια. Της αρέσει να κυνηγά το σούρουπο και την αυγή χωρίς όμως να αποκλείετε και το νυχτερινό κυνήγι. Για την τέλεια εκμετάλλευση του υπάρχοντος φωτός ο οφθαλμός έχει πάρει κωνικό σχήμα με το πίσω μέρος να καταλήγει σε μυτερό σημείο επιτρέποντας στην κουκουβάγια να βλέπει σε πολύ λίγο φως. Όμως το μεγάλο μέγεθος των ματιών είχε ως αποτέλεσμα τα μάτια της κουκουβάγιας να παραμείνουν ακίνητα αναγκάζοντας την να περιστρέφει το κεφάλι της προς το σημείο που θέλει να δει. Έχει αναπτύξει επιπλέον σπονδύλους στον αυχένα της, οι οποίοι της επιτρέπουν να περιστρέψει το κεφάλι της 270 μοίρες. Η τέλεια όραση της στις μεσαίες αποστάσεις και στις ακραίες φωτιστικά συνθήκες έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αστιγματισμού. Η athene noctua δεν μπορεί να εστιάσει σε πολύ κοντινές αποστάσεις γι’αυτό το σκοπό χρησιμοποιεί τις ειδικές φτερούγες που υπάρχουν γύρω από το ράμφος της έτσι ώστε να εντοπίζει την τροφή της.
Είναι εφοδιασμένη με ένα μικρό κοφτερό κυρτό ράμφος και πολύ δυνατά και θανατηφόρα νύχια με τα οποία πιάνει τη λεία της. Στο κάθε ένα από τα τρία νύχια της υπάρχει ένα μικρό αυλάκι στο μέσα μέρος. Πιθανό είναι ότι τα αυλάκια υπάρχουν για να εισρέει αέρας από την πληγή στο εσωτερικό της λείας της ώστε να μπορεί να τη θανατώνει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Τέλος, η κουκουβάγια για να θανατώσει τη λεία της τη χτυπά με το δυνατό ράμφος της στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.
Μοναδική είναι όμως και η ακοή της, πράγμα άγνωστο στους περισσότερους. Στο σκοτάδι η αίσθηση της ακοής χρησιμεύει στο να εξισορροπεί την έλλειψη της απόλυτα νυκτόβιας όρασης της. Η ικανότητα της να φιλτράρει τους ήχους της φύσης έχει ως αποτέλεσμα να ακούει μόνο αυτά που αντιστοιχούν σε θηράματα ή κινδύνους και έτσι παραμένει ακίνητη χωρίς κανένα θόρυβο να της αποσπά την προσοχή εκτός αν αυτός αντιστοιχεί σε κάτι που την αφορά. Όμως σημαντικότερο ρόλο στη λειτουργία της ακοής παίζει η ασύμμετρη θέση των αυτιών στο κεφάλι. Πιο συγκεκριμένα το δεξί αυτί είναι συνήθως τοποθετημένο πιο ψηλά από ότι το αριστερό με αποτέλεσμα ο ήχος να φτάνει στο δεύτερο αυτί καθυστερημένα κατά δέκατα του δευτερόλεπτου. Έτσι η χρονική διαφορά μεταξύ της καταγραφής του ίδιου ήχου της δίνει τη δυνατότητα εύρεσης του ακριβές σημείου της ηχητικής πηγής. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί έναν εικονικό χάρτη δίκην ραντάρ. Σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του ραντάρ παίζουν τα ευαίσθητα φτερά του προσώπου που είναι έτσι τοποθετημένα ώστε να καθοδηγούν τους ήχους προς τα αυτιά. Μόλις ακούσει τη λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του ήχου. Με την οξεία όραση της και το πλατύ της πρόσωπο να λειτουργεί ως ραντάρ εντοπίζει την ακριβή θέση του θηράματος και επιτίθεται με επιτυχία.
Εκτός από το μέγεθος διαφέρει από τα άλλα αρπαχτικά της ίδιας οικογένειας και στον τόπο διαμονής με προτίμηση τις ανοιχτές εκτάσεις, τις κατοικημένες από τον άνθρωπο περιοχές και τους αγρούς, αποφεύγοντας τα πυκνά δασώδη μέρη. Η κουκουβάγια βρίσκει την δική της περιοχή χωρίς όμως να χτίζει τη δικιά της φωλιά. Εκμεταλλεύεται έτοιμες φωλιές όπως κουφάλες δέντρων, κουνελότρυπες, μάντρες, αποθήκες και παλιά κτίρια. Σε κάθε περιοχή υπάρχουν τρεις ή τέσσερις φωλιές. Τον Μάρτιο, το ζευγάρι θα αποφασίσει ποια φωλιά θα χρησιμοποιήσει. Κατά το μήνα αυτό το κάλεσμα του αρσενικού πουλιού ακούγεται μέρα και νύχτα. Τέλη Απριλίου, το θηλυκό γεννά 3-5 αυγά, χρώματος λευκού. Τα αυγά κλωσά μόνο το θηλυκό για περίπου 4 εβδομάδες. Το αρσενικό ασχολείται με την εξασφάλιση τροφής. Μετά την εκκόλαψη, οι γονείς θα συνεχίσουν να τα προσέχουν για ακόμη 5-7 εβδομάδες.
Τρέφετε με μεγάλα έντομα, βατράχια, ποντίκια, σαύρες και σπανιότερα μικρά πουλιά. Αυτές οι διατροφικές της συνήθειες την κατατάσσουν ως ένα από τα πιο χρήσιμα για τον άνθρωπο πτηνά. Η κουκουβάγια δεν αποτελεί απειλούμενο είδος, όμως ο πληθυσμός της σίγουρα έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Δεν έχει πολλούς φυσικούς εχθρούς αν και σε πολλά μέρη θεωρείτε λανθασμένα προάγγελος θανάτου με αποτέλεσμα τη δίωξή της. Η κουκουβάγια εκτός από σύμβολο σοφίας και σύνεσης αποτελεί στοιχείο της φυσικής κληρονομιάς του τόπου μας.
Ευχαριστώ την Παναγιώτα Ιωαννίδου για την πολύτιμη βοήθεια της.
Βέβαια κάποιοι από κουκουβάγιες έγιναν μπούφοι της σημερινής εποχής
Έκτοτε είναι το αγαπημένο πουλί και έμβλημα της θεάς Αθηνάς που την συντροφεύει σε πολλά αγάλματα. Άλλωστε στην Παλλάδα οφείλει και το λατινικό της όνομα athene noctua.
Η κουκουβάγια προστατεύτηκε και κατοίκησε την ακρόπολη σε μεγάλους αριθμούς. Καθώς όμως η θεά Αθηνά, εκτός από θεά της σύνεσης και της σοφίας, είναι και η θεά του πολέμου η κουκουβάγια έγινε ο προστάτης που συνόδευε τον ελληνικό στρατό στον πόλεμο. Εάν μια κουκουβάγια πετούσε πάνω από τους Έλληνες στρατιώτες πριν από μια μάχη, αποτελούσε σημάδι νίκης. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη (Σφήκες), η επίτευξη μιας νίκης κατά των Περσών οφείλετε στην πτήση μιας κουκουβάγιας η οποία χρησιμοποιήθηκε από την θεά Αθηνά ως αγγελιοφόρος, «Γλαύξ γάρ ημών, πριν μάχεσθαι, τον στρατόν διέπτατο». Οι κάτοικοι της Αθήνας πίστευαν πως η θεά Αθηνά έπαιρνε συχνά τη μορφή μιας κουκουβάγιας όταν ήθελε να παρουσιαστεί στους ανθρώπους. Προστάτευε επίσης το αθηναϊκό εμπόριο και την τιμούσαν με την παρουσία της φιγούρας της στην μία πλευρά των αθηναϊκών νομισμάτων.
Σήμερα η κουκουβάγια athene noctua υπάρχει σχεδόν σε όλες τις ηπείρους, από την δυτική Ευρώπη και την βόρεια Αφρική μέχρι την κεντρική Ασία και την Κίνα. Έχει εισαχθεί στη Αγγλία εδώ και περίπου 100 χρόνια. Ζει σχετικά κοντά στον άνθρωπο, που την συμπεριέλαβε σε δημοτικά τραγούδια, μύθους και παροιμίες. Τα μεγάλα μάτια της και η στάση του σώματος της είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που της προσδίδουν σοφία. Όμως όταν αντιληφθούμε τον τρόπο ζωής του εν λόγω αρπακτικού καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι μόνο η εμφάνιση της που την κάνει σοφή. Η φύση την έχει προικίσει με μοναδικές ικανότητες. Οι ακραίες φωτιστικά συνθήκες στις οποίες κυνηγά συντέλεσαν στο να αποκτήσει άριστη όραση και ακοή.
Είναι μικρό αρπαχτικό με μήκος, από το άκρο του ράμφους ως το άκρο της ουράς, 19-27.5 εκατοστά (συνήθως 22 εκατοστά) και άνοιγμα φτερών 55 έως 61 εκατοστά. Η κουκουβάγια ανήκει στην οικογένεια των γλαυκών, όπως και ο μπούφος, η γλαύκα, ο γκιώνης, ο χούχουλας κτλ.. Είναι το δεύτερο μικρότερο μέλος της οικογένειας και το συναντάμε στην Ελλάδα με μέσο βάρος 124-250 γραμμάρια. Αναγνωρίζετε από το μέγεθος του, την σχεδόν στρογγυλή μορφή του και το μεγάλο κεφάλι. Το πάνω μέρος του πτηνού είναι σκούρο καστανό που διακόπτετε από λευκές κηλίδες και γραμμές. Το κάτω μέρος είναι υπόλευκο με μεγάλες καστανές ραβδώσεις. Το χαμηλό μέτωπο και τα μεγάλα κίτρινα μάτια της προσδίδουν μια άγρια, σκυθρωπή όψη.
Τα μάτια της κουκουβάγιας κοιτάνε προς τα εμπρός όπως και όλων των μελών της οικογένειας των γλαυκών. Το κίτρινο χρώμα τους υποδηλώνει ότι το πτηνό κυνηγά με το φως του ήλιου, είναι δηλαδή ημινυχτόβια. Της αρέσει να κυνηγά το σούρουπο και την αυγή χωρίς όμως να αποκλείετε και το νυχτερινό κυνήγι. Για την τέλεια εκμετάλλευση του υπάρχοντος φωτός ο οφθαλμός έχει πάρει κωνικό σχήμα με το πίσω μέρος να καταλήγει σε μυτερό σημείο επιτρέποντας στην κουκουβάγια να βλέπει σε πολύ λίγο φως. Όμως το μεγάλο μέγεθος των ματιών είχε ως αποτέλεσμα τα μάτια της κουκουβάγιας να παραμείνουν ακίνητα αναγκάζοντας την να περιστρέφει το κεφάλι της προς το σημείο που θέλει να δει. Έχει αναπτύξει επιπλέον σπονδύλους στον αυχένα της, οι οποίοι της επιτρέπουν να περιστρέψει το κεφάλι της 270 μοίρες. Η τέλεια όραση της στις μεσαίες αποστάσεις και στις ακραίες φωτιστικά συνθήκες έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αστιγματισμού. Η athene noctua δεν μπορεί να εστιάσει σε πολύ κοντινές αποστάσεις γι’αυτό το σκοπό χρησιμοποιεί τις ειδικές φτερούγες που υπάρχουν γύρω από το ράμφος της έτσι ώστε να εντοπίζει την τροφή της.
Είναι εφοδιασμένη με ένα μικρό κοφτερό κυρτό ράμφος και πολύ δυνατά και θανατηφόρα νύχια με τα οποία πιάνει τη λεία της. Στο κάθε ένα από τα τρία νύχια της υπάρχει ένα μικρό αυλάκι στο μέσα μέρος. Πιθανό είναι ότι τα αυλάκια υπάρχουν για να εισρέει αέρας από την πληγή στο εσωτερικό της λείας της ώστε να μπορεί να τη θανατώνει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Τέλος, η κουκουβάγια για να θανατώσει τη λεία της τη χτυπά με το δυνατό ράμφος της στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.
Μοναδική είναι όμως και η ακοή της, πράγμα άγνωστο στους περισσότερους. Στο σκοτάδι η αίσθηση της ακοής χρησιμεύει στο να εξισορροπεί την έλλειψη της απόλυτα νυκτόβιας όρασης της. Η ικανότητα της να φιλτράρει τους ήχους της φύσης έχει ως αποτέλεσμα να ακούει μόνο αυτά που αντιστοιχούν σε θηράματα ή κινδύνους και έτσι παραμένει ακίνητη χωρίς κανένα θόρυβο να της αποσπά την προσοχή εκτός αν αυτός αντιστοιχεί σε κάτι που την αφορά. Όμως σημαντικότερο ρόλο στη λειτουργία της ακοής παίζει η ασύμμετρη θέση των αυτιών στο κεφάλι. Πιο συγκεκριμένα το δεξί αυτί είναι συνήθως τοποθετημένο πιο ψηλά από ότι το αριστερό με αποτέλεσμα ο ήχος να φτάνει στο δεύτερο αυτί καθυστερημένα κατά δέκατα του δευτερόλεπτου. Έτσι η χρονική διαφορά μεταξύ της καταγραφής του ίδιου ήχου της δίνει τη δυνατότητα εύρεσης του ακριβές σημείου της ηχητικής πηγής. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί έναν εικονικό χάρτη δίκην ραντάρ. Σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του ραντάρ παίζουν τα ευαίσθητα φτερά του προσώπου που είναι έτσι τοποθετημένα ώστε να καθοδηγούν τους ήχους προς τα αυτιά. Μόλις ακούσει τη λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του ήχου. Με την οξεία όραση της και το πλατύ της πρόσωπο να λειτουργεί ως ραντάρ εντοπίζει την ακριβή θέση του θηράματος και επιτίθεται με επιτυχία.
Εκτός από το μέγεθος διαφέρει από τα άλλα αρπαχτικά της ίδιας οικογένειας και στον τόπο διαμονής με προτίμηση τις ανοιχτές εκτάσεις, τις κατοικημένες από τον άνθρωπο περιοχές και τους αγρούς, αποφεύγοντας τα πυκνά δασώδη μέρη. Η κουκουβάγια βρίσκει την δική της περιοχή χωρίς όμως να χτίζει τη δικιά της φωλιά. Εκμεταλλεύεται έτοιμες φωλιές όπως κουφάλες δέντρων, κουνελότρυπες, μάντρες, αποθήκες και παλιά κτίρια. Σε κάθε περιοχή υπάρχουν τρεις ή τέσσερις φωλιές. Τον Μάρτιο, το ζευγάρι θα αποφασίσει ποια φωλιά θα χρησιμοποιήσει. Κατά το μήνα αυτό το κάλεσμα του αρσενικού πουλιού ακούγεται μέρα και νύχτα. Τέλη Απριλίου, το θηλυκό γεννά 3-5 αυγά, χρώματος λευκού. Τα αυγά κλωσά μόνο το θηλυκό για περίπου 4 εβδομάδες. Το αρσενικό ασχολείται με την εξασφάλιση τροφής. Μετά την εκκόλαψη, οι γονείς θα συνεχίσουν να τα προσέχουν για ακόμη 5-7 εβδομάδες.
Τρέφετε με μεγάλα έντομα, βατράχια, ποντίκια, σαύρες και σπανιότερα μικρά πουλιά. Αυτές οι διατροφικές της συνήθειες την κατατάσσουν ως ένα από τα πιο χρήσιμα για τον άνθρωπο πτηνά. Η κουκουβάγια δεν αποτελεί απειλούμενο είδος, όμως ο πληθυσμός της σίγουρα έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Δεν έχει πολλούς φυσικούς εχθρούς αν και σε πολλά μέρη θεωρείτε λανθασμένα προάγγελος θανάτου με αποτέλεσμα τη δίωξή της. Η κουκουβάγια εκτός από σύμβολο σοφίας και σύνεσης αποτελεί στοιχείο της φυσικής κληρονομιάς του τόπου μας.
Κείμενο: Νάσος Ναλμπάντης
Βέβαια κάποιοι από κουκουβάγιες έγιναν μπούφοι της σημερινής εποχής
Πηγή:
ellinon-anava.pblogs.gr
ellinon-anava.pblogs.gr