Στην Ιλιάδα, αναφέρεται στην προσευχή του Αχιλλέα ο Ζευς, ο οποίος προσφωνείται βασιλιάς της Δωδώνης και των Πελασγών. Η Ήπειρος και ιδιαίτερα η Δωδώνη αποτελούσε το κέντρο των Πελασγών. Ο Στράβων μνημονεύει τον Ησίοδο, ο οποίος είχε αποκαλέσει τη Δωδώνη ως το Πελασγών έδρανο (fr.225). Εδώ υπήρχε και το μέγα ιερό του Δωδωναίου Διός, το περίφημο ομώνυμο μαντείο καθώς και ένα από τα αρχαιότερα θέατρα του ελλαδικού χώρου.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Αισχύλου στο έργο Ικέτιδες (250), όπου ο Βασιλιάς Πελασγός αναφέρει: "Του γηγενούς Παλαίχθονος είμαι εγώ γιος, ο Πελασγός, που κυβερνώ τη χώρα. Και αφού είμαι ο βασιλιάς επόμενο είναι να πάρουν από μένα τ΄ όνομά τους οι Πελασγοί που κατοικούν τη χώρα. Όλη αυτή που τη διασχίζει ο αγνός Στρυμόνας στη δυτική πλευρά του. Και τη χώρα των Περραιβών ακόμη εξουσιάζω και όσα μέρη είναι πέρα από την Πίνδο και της Δωδώνης τα βουνά. Τα σύνορά μου ορίζει η θάλασσα".
Οι Βρύγες (αρχαία:Βρυξ) ή Βρύγοι ή Βρυγοί ή Βρυκοί ή Βρίγες (Βρίγαι) ή Βρίγαντες ήταν πολυάριθμος Θρακικός λαός, του οποίου η κοιτίδα πιστεύεται πως ήταν η χώρα των Κικόνων (τα παράλια μεταξύ Έβρου και Νέστου) και η περιοχή γύρω από τις Βρυγηΐδες λίμνες (μικρή και μεγάλη Πρέσπα). Πρόκειται για τους προγόνους των Φρυγών που αρχικά κατοικούσαν στη Βαλκανική και στη συνέχεια μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία μεταβάλλοντας το όνομά τους από Βρύγες σε Φρύγες. Η χώρα των Κικόνων λεγόταν στους αρχαιότατους χρόνους Βριαντική και Γαλλαϊκή, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (ἡη δεὲ χώρη αυτη πάλαι ημίν ἐκαλέετο Γαλλαϊκή, νυν δε Βριαντική· εστι μέντοι τηῷ δικαιοτάτηῳ των λόγων καί αιὕτη Κικόνων)
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο: "Οι δε Φρύγες, ως Μακεδόνες λέγουσι, εκαλέοντο Βρίγες, όσον Ευρωπαίοι έοντες σύνοικοι ήσαν Μακεδόσι, μεταβάντες δε εις την Ασίην, άμα τη χώρα και το όνομα μετέβαλον" (VII, 73). Στην συνέχεια, περί το 700 π.Χ. οι Βρύγες εγκαταστάθηκαν στα βόρεια εδάφη της Ηπείρου, όπου και μνημονεύονται ως Ιλλυρική φυλή. Από εκεί και με αφετηρία την περιοχή γύρω από την Επίδαμνο (το σημερινό Δυρράχιο της Αλβανίας) απλώθηκαν στην ιλλυρική ενδοχώρα κοντά στην Λυχνίτιδα λίμνη, την σημερινή Αχρίδα, όπως διασώζει ο Σκύμνος ο Χίος (Περιήγησις, 434), στην Αδριατική θάλασσα, όπου συναντώνται οι Βρυγηΐδες νήσοι, καθώς και στους ομοφύλους τους Παίονες, στις όχθες του Εριγώνα ποταμού. Στην χώρα των Παιόνων ο Στέφανος ο Βυζάντιος αναφέρει τις πόλεις Βρυγιάδα και Βρύγιον. Χαρακτηριστικό των Θρακών Βριγάντων κατά τον Ησύχιο ήταν οι καταλήξεις -βρίγα ή -βρία που έδιναν στις πόλεις τους.
Οι Ιλλυριοί για τους αρχαιολόγους, γλωσσολόγους και ιστορικούς δεν συνιστούν μια μοναδική, ομοιογενή, εθνική ομάδα. Δεν συνιστούν ένα ινδοευρωπαϊκής προέλευσης πρωτο-ιλλυρικό ρεύμα που κατέκλυσε την ευρωπαϊκή ήπειρο, ούτε μετανάστευσαν περί το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη νότια Βαλκανική και τον Ελλαδικό χώρο. Τέλος δεν πρέπει να ταυτιστούν με τον Πολιτισμό του Ούρνφλιντ που αναπτύχθηκε στην Κεντρική Ευρώπη στην Ύστερη Χαλκοκρατία. Αρχαιολόγοι από το Σεράγεβο (Benac και Β. Čοvić) διατύπωσαν την θεωρία πως οι Ιλλυριοί σχηματίστηκαν γύρω στα 1000 π.Χ. την εποχή έναρξης της Εποχής του Σιδήρου. Πρόκειται για μια βοσνιοκεντρική θεωρία η οποία δεν εξηγεί τις διαφορές ανάμεσα στους ποικίλους λαούς, οι οποίοι στις πηγές αναφέρονται ως Ιλλυριοί, και στους γνήσιους Ιλλυριούς οι οποίοι εντοπίζονται στο σημερινό Μαυροβούνιο και τη βόρεια Αλβανία. Πάντως η σύγχρονη ιστορική και γλωσσολογική έρευνα «[...] τείνει να υιοθετήσει την άποψη πως το όνομα αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες για να χαρακτηρίσει μια ομάδα λαών που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και ζούσαν στο χώρο στον χώρο της σύγχρονης Αλβανίας και του Μαυροβουνίου.». Η παλαιότερη σωζόμενη περιγραφή των ιλλυρικών λαών προέρχεται από τον Περίπλου, μια περιγραφή του περίπλου της Αδριατικής -έργου γραμμένου στα μέσα του 4ου αι. π.Χ.αλλά αγνώστου συγγραφέα.
Η λέξη Ήπειρος ετυμολογικώς προέρχεται από τη δωρική έκφραση "ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ". Η λέξη ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ που αναγράφεται στα αρχαία νομίσματα είναι η δωρική γενική των Ηπειρωτών. Η Ήπειρος κατά την Αρχαιότητα εκτεινόταν από τη σημερινή Πρέβεζα νοτίως έως την Εγνατία ρωμαϊκή οδό, δηλαδή τον ποταμό Σκούμπιν, γνωστό στην αρχαιότητα ως Γενούσο, που περνάει από το Ελμπασάν της Αλβανίας. Αυτό προκύπτει από κείμενο του γεωγράφου Στράβωνα. H Αρχαία Ήπειρος αποτέλεσε υπολογίσιμο κράτος που κατείχε κατά κύριο λόγο την ευρύτερη περιοχή της σύγχρονης Ηπείρου, καθώς και Βόρειας Ηπείρου. Οι τρεις βασικές φυλές που κατοίκησαν την περιοχή ήταν οι Χάονες στα βορειοδυτικά, οι Μολοσσοί στο κέντρο και οι Θεσπρωτοί στο νότο. Διακεκριμένη βασιλική οικογένεια που εμφανίστηκε κατά την ύστερη κλασική εποχή ήταν οι Αιακίδες, από τη φυλή των Μολοσσών. Μέλος της ήταν και ο διάσημος βασιλιάς που είναι γνωστός ως Πύρρος της Ηπείρου, ο επονομαζόμενος "Αετός της Ηπείρου". Κατά την ελληνιστική περίοδο η μορφή διακυβέρνησης μετατράπηκε σε δημοκρατία, μέχρι την κατάληψη της περιοχής από τους Ρωμαίους. Διάσημες αρχαίες πόλεις της Βόρειας Ηπείρου (έδαφος σημερινής Αλβανίας) ήταν η Απολλωνία, η Φοινίκη, η Επίδαμνος, και το Βουθρωτόν.
Οι ανασκαφές του 20ού αιώνα απέδειξαν ότι ανθρώπινα όντα Homo Sapiens κατοικούν στην Ήπειρο από το 200.000 πΧ. Αυτό προκύπτει από τα ευρήματα των καθηγητών Eric Higgs της Οξφόρδης και Σωτήριου Δάκαρη στο Σπήλαιο Ασπροχάλικο ή Βραχοσκεπή Ασπροχάλικου Πρέβεζας, και στην Καστρίτσα της Λίμνης Ιωαννίνων, όπως και στον Κοκκινοπηλό Πρέβεζας την εποχή 1962-1965. Από την οπτική γωνία των Ελλήνων της κλασικής εποχής, στα βορειοδυτικά τους κατοικούσαν φυλές βαρβάρων, οι οποίοι συχνά αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση. Οι γραπτές αναφορές της εποχής είναι αρκετά συγκεχυμένες ως προς το ποια φύλα πρέπει να θεωρηθούν Έλληνες, Ηπειρώτες ή Ιλλυριοί. Δυσκολίες προβάλλει επίσης το γεγονός ότι τα φύλα αυτά δεν άφησαν γραπτές μαρτυρίες. Τον 5ο αιώνα π.Χ. ο Αθηναίος ιστορικός Θουκυδίδης τους χαρακτηρίζει βαρβάρους, ομοίως και ο Στράβων. Όμως οι Απολλόδωρος, Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Φροντίνος, Παυσανίας, Πτολεμαίος και Ευτρόπιος τους χαρακτηρίζουν ως Έλληνες. Η περιοχή πάντως ήταν ιδιαίτερης θρησκευτικής σημασίας για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, λόγω της παρουσίας του Μαντείου της Δωδώνης, του δεύτερου σημαντικότερου μετά από αυτό των Δελφών. Ο Πλούταρχος σημειώνει και το εξής ενδιαφέρον στοιχείο: Στη βιογραφία του βασιλιά Πύρρου, υποστηρίζει ότι ο Αχιλλέας λατρευόταν ως θεός στην Ήπειρο και στην τοπική διάλεκτο ονομαζόταν «Ασπετός» (δηλαδή αμίλητος, μη προσεγγίσιμος στην ομηρική γλώσσα). Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ελληνικά φύλα που διαμορφώθηκαν στα πρότυπα της πόλης-κράτους, όπως η Αθήνα, η Σπάρτη και η Κόρινθος, οι Ηπειρώτες ζούσαν σε μικρά χωριά. Ορισμένες φυλές είχαν βασιλείς κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο την εποχή εκείνη. Η περιοχή βρίσκονταν στο άκρο του ελληνικού κόσμου και συχνά οι ηπειρώτικες φυλές είχαν να αντιμετωπίσουν εισβολείς από τον Βορρά.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Αισχύλου στο έργο Ικέτιδες (250), όπου ο Βασιλιάς Πελασγός αναφέρει: "Του γηγενούς Παλαίχθονος είμαι εγώ γιος, ο Πελασγός, που κυβερνώ τη χώρα. Και αφού είμαι ο βασιλιάς επόμενο είναι να πάρουν από μένα τ΄ όνομά τους οι Πελασγοί που κατοικούν τη χώρα. Όλη αυτή που τη διασχίζει ο αγνός Στρυμόνας στη δυτική πλευρά του. Και τη χώρα των Περραιβών ακόμη εξουσιάζω και όσα μέρη είναι πέρα από την Πίνδο και της Δωδώνης τα βουνά. Τα σύνορά μου ορίζει η θάλασσα".
Οι Βρύγες (αρχαία:Βρυξ) ή Βρύγοι ή Βρυγοί ή Βρυκοί ή Βρίγες (Βρίγαι) ή Βρίγαντες ήταν πολυάριθμος Θρακικός λαός, του οποίου η κοιτίδα πιστεύεται πως ήταν η χώρα των Κικόνων (τα παράλια μεταξύ Έβρου και Νέστου) και η περιοχή γύρω από τις Βρυγηΐδες λίμνες (μικρή και μεγάλη Πρέσπα). Πρόκειται για τους προγόνους των Φρυγών που αρχικά κατοικούσαν στη Βαλκανική και στη συνέχεια μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία μεταβάλλοντας το όνομά τους από Βρύγες σε Φρύγες. Η χώρα των Κικόνων λεγόταν στους αρχαιότατους χρόνους Βριαντική και Γαλλαϊκή, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (ἡη δεὲ χώρη αυτη πάλαι ημίν ἐκαλέετο Γαλλαϊκή, νυν δε Βριαντική· εστι μέντοι τηῷ δικαιοτάτηῳ των λόγων καί αιὕτη Κικόνων)
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο: "Οι δε Φρύγες, ως Μακεδόνες λέγουσι, εκαλέοντο Βρίγες, όσον Ευρωπαίοι έοντες σύνοικοι ήσαν Μακεδόσι, μεταβάντες δε εις την Ασίην, άμα τη χώρα και το όνομα μετέβαλον" (VII, 73). Στην συνέχεια, περί το 700 π.Χ. οι Βρύγες εγκαταστάθηκαν στα βόρεια εδάφη της Ηπείρου, όπου και μνημονεύονται ως Ιλλυρική φυλή. Από εκεί και με αφετηρία την περιοχή γύρω από την Επίδαμνο (το σημερινό Δυρράχιο της Αλβανίας) απλώθηκαν στην ιλλυρική ενδοχώρα κοντά στην Λυχνίτιδα λίμνη, την σημερινή Αχρίδα, όπως διασώζει ο Σκύμνος ο Χίος (Περιήγησις, 434), στην Αδριατική θάλασσα, όπου συναντώνται οι Βρυγηΐδες νήσοι, καθώς και στους ομοφύλους τους Παίονες, στις όχθες του Εριγώνα ποταμού. Στην χώρα των Παιόνων ο Στέφανος ο Βυζάντιος αναφέρει τις πόλεις Βρυγιάδα και Βρύγιον. Χαρακτηριστικό των Θρακών Βριγάντων κατά τον Ησύχιο ήταν οι καταλήξεις -βρίγα ή -βρία που έδιναν στις πόλεις τους.
Οι Ιλλυριοί για τους αρχαιολόγους, γλωσσολόγους και ιστορικούς δεν συνιστούν μια μοναδική, ομοιογενή, εθνική ομάδα. Δεν συνιστούν ένα ινδοευρωπαϊκής προέλευσης πρωτο-ιλλυρικό ρεύμα που κατέκλυσε την ευρωπαϊκή ήπειρο, ούτε μετανάστευσαν περί το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη νότια Βαλκανική και τον Ελλαδικό χώρο. Τέλος δεν πρέπει να ταυτιστούν με τον Πολιτισμό του Ούρνφλιντ που αναπτύχθηκε στην Κεντρική Ευρώπη στην Ύστερη Χαλκοκρατία. Αρχαιολόγοι από το Σεράγεβο (Benac και Β. Čοvić) διατύπωσαν την θεωρία πως οι Ιλλυριοί σχηματίστηκαν γύρω στα 1000 π.Χ. την εποχή έναρξης της Εποχής του Σιδήρου. Πρόκειται για μια βοσνιοκεντρική θεωρία η οποία δεν εξηγεί τις διαφορές ανάμεσα στους ποικίλους λαούς, οι οποίοι στις πηγές αναφέρονται ως Ιλλυριοί, και στους γνήσιους Ιλλυριούς οι οποίοι εντοπίζονται στο σημερινό Μαυροβούνιο και τη βόρεια Αλβανία. Πάντως η σύγχρονη ιστορική και γλωσσολογική έρευνα «[...] τείνει να υιοθετήσει την άποψη πως το όνομα αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες για να χαρακτηρίσει μια ομάδα λαών που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και ζούσαν στο χώρο στον χώρο της σύγχρονης Αλβανίας και του Μαυροβουνίου.». Η παλαιότερη σωζόμενη περιγραφή των ιλλυρικών λαών προέρχεται από τον Περίπλου, μια περιγραφή του περίπλου της Αδριατικής -έργου γραμμένου στα μέσα του 4ου αι. π.Χ.αλλά αγνώστου συγγραφέα.
Η λέξη Ήπειρος ετυμολογικώς προέρχεται από τη δωρική έκφραση "ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ". Η λέξη ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ που αναγράφεται στα αρχαία νομίσματα είναι η δωρική γενική των Ηπειρωτών. Η Ήπειρος κατά την Αρχαιότητα εκτεινόταν από τη σημερινή Πρέβεζα νοτίως έως την Εγνατία ρωμαϊκή οδό, δηλαδή τον ποταμό Σκούμπιν, γνωστό στην αρχαιότητα ως Γενούσο, που περνάει από το Ελμπασάν της Αλβανίας. Αυτό προκύπτει από κείμενο του γεωγράφου Στράβωνα. H Αρχαία Ήπειρος αποτέλεσε υπολογίσιμο κράτος που κατείχε κατά κύριο λόγο την ευρύτερη περιοχή της σύγχρονης Ηπείρου, καθώς και Βόρειας Ηπείρου. Οι τρεις βασικές φυλές που κατοίκησαν την περιοχή ήταν οι Χάονες στα βορειοδυτικά, οι Μολοσσοί στο κέντρο και οι Θεσπρωτοί στο νότο. Διακεκριμένη βασιλική οικογένεια που εμφανίστηκε κατά την ύστερη κλασική εποχή ήταν οι Αιακίδες, από τη φυλή των Μολοσσών. Μέλος της ήταν και ο διάσημος βασιλιάς που είναι γνωστός ως Πύρρος της Ηπείρου, ο επονομαζόμενος "Αετός της Ηπείρου". Κατά την ελληνιστική περίοδο η μορφή διακυβέρνησης μετατράπηκε σε δημοκρατία, μέχρι την κατάληψη της περιοχής από τους Ρωμαίους. Διάσημες αρχαίες πόλεις της Βόρειας Ηπείρου (έδαφος σημερινής Αλβανίας) ήταν η Απολλωνία, η Φοινίκη, η Επίδαμνος, και το Βουθρωτόν.
Οι ανασκαφές του 20ού αιώνα απέδειξαν ότι ανθρώπινα όντα Homo Sapiens κατοικούν στην Ήπειρο από το 200.000 πΧ. Αυτό προκύπτει από τα ευρήματα των καθηγητών Eric Higgs της Οξφόρδης και Σωτήριου Δάκαρη στο Σπήλαιο Ασπροχάλικο ή Βραχοσκεπή Ασπροχάλικου Πρέβεζας, και στην Καστρίτσα της Λίμνης Ιωαννίνων, όπως και στον Κοκκινοπηλό Πρέβεζας την εποχή 1962-1965. Από την οπτική γωνία των Ελλήνων της κλασικής εποχής, στα βορειοδυτικά τους κατοικούσαν φυλές βαρβάρων, οι οποίοι συχνά αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση. Οι γραπτές αναφορές της εποχής είναι αρκετά συγκεχυμένες ως προς το ποια φύλα πρέπει να θεωρηθούν Έλληνες, Ηπειρώτες ή Ιλλυριοί. Δυσκολίες προβάλλει επίσης το γεγονός ότι τα φύλα αυτά δεν άφησαν γραπτές μαρτυρίες. Τον 5ο αιώνα π.Χ. ο Αθηναίος ιστορικός Θουκυδίδης τους χαρακτηρίζει βαρβάρους, ομοίως και ο Στράβων. Όμως οι Απολλόδωρος, Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Φροντίνος, Παυσανίας, Πτολεμαίος και Ευτρόπιος τους χαρακτηρίζουν ως Έλληνες. Η περιοχή πάντως ήταν ιδιαίτερης θρησκευτικής σημασίας για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, λόγω της παρουσίας του Μαντείου της Δωδώνης, του δεύτερου σημαντικότερου μετά από αυτό των Δελφών. Ο Πλούταρχος σημειώνει και το εξής ενδιαφέρον στοιχείο: Στη βιογραφία του βασιλιά Πύρρου, υποστηρίζει ότι ο Αχιλλέας λατρευόταν ως θεός στην Ήπειρο και στην τοπική διάλεκτο ονομαζόταν «Ασπετός» (δηλαδή αμίλητος, μη προσεγγίσιμος στην ομηρική γλώσσα). Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ελληνικά φύλα που διαμορφώθηκαν στα πρότυπα της πόλης-κράτους, όπως η Αθήνα, η Σπάρτη και η Κόρινθος, οι Ηπειρώτες ζούσαν σε μικρά χωριά. Ορισμένες φυλές είχαν βασιλείς κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο την εποχή εκείνη. Η περιοχή βρίσκονταν στο άκρο του ελληνικού κόσμου και συχνά οι ηπειρώτικες φυλές είχαν να αντιμετωπίσουν εισβολείς από τον Βορρά.
Πηγη: