Από μόνος του ο πλούτος δεν μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο ευτυχισμένο
Ο Κροίσος ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Λυδίας (αρχαία χώρα στη Μικρά Ασία). Ήταν ξακουστός σε όλο τον αρχαίο κόσμο για τα αμύθητα πλούτη του, ενώ το παλάτι του στις Σάρδεις (πρωτεύουσα της χώρας) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα οικοδομήματα της εποχής. Από τους φόρους που του έδιναν οι ελληνικές αποικίες της Μικράς Ασίας και από τα χρυσωρυχεία του Πακτωλού ποταμού γινόταν όλο και πιο πλούσιος και πιο περήφανος για τα αποκτήματά του. Γι΄ αυτόν τον λόγο μάλιστα πίστευε ότι ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο.
Ο περίφημος διάλογος με τον Σόλωνα Κάποτε – όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος – τον επισκέφτηκε ο Σόλωνας, ο Αθηναίος νομοθέτης, φιλόσοφος, ποιητής και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Ο βασιλιάς τον καλοδέχτηκε και θέλοντας να καυχηθεί για τα πλούτη του, διέταξε τους σκλάβους του να τον ξεναγήσουν στο παλάτι και να του δείξουν τους θησαυρούς του.
Όταν τελείωσε η ξενάγηση, ρώτησε τον Σόλωνα ποιον θεωρεί ως τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο στον κόσμο, περιμένοντας φυσικά να ακούσει από το στόμα του το δικό του όνομα.
Ο Σόλωνας όμως του απάντησε: «Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ ήταν ένας Αθηναίος βασιλιάς που λεγόταν Τέλλος». Ο βασιλιάς απόρησε με την απάντηση και τον ρώτησε γιατί θεωρεί αυτόν ως τον πιο ευτυχισμένο.
«Για δυο λόγους», είπε ο Σόλων. «Απέκτησε καλούς και άξιους γιους και έζησε για να δει να γεννιούνται τα παιδιά των παιδιών του, όλα γερά και υγιή. Και ο θάνατός του ήταν ένδοξος, αφού πολέμησε και πέθανε σαν στρατιώτης, και οι Αθηναίοι τον έθαψαν με δόξα και τιμές».
Ο Κροίσος τότε τον ρώτησε ποιος πιστεύει ότι είναι ο δεύτερος πιο ευτυχισμένος άνθρωπος, έχοντας τη σιγουριά ότι θα βρίσκεται τουλάχιστον στη δεύτερη θέση.
Και πάλι όμως ο Σόλωνας τον απογοήτευσε λέγοντάς του ότι, κατά την απόψή του, στη δεύτερη θέση βρίσκονταν δύο αδέρφια από το Άργος, ο Κλεόβης και ο Βίτωνας – γιοί της Κυδίππης, ιέρειας της θεάς Ήρας. «Οι Αργείοι τιμούσαν ιδιαίτερα τη γιορτή της Θεάς Ήρας», ανέφερε ο Σόλωνας. «Η μητέρα τους Κυδίππη, ως ιέρεια της θεάς, ήταν υπεύθυνη να τελέσει θυσίες στον ναό της Ήρας, αλλά τα βόδια που θα έσυραν την άμαξα βρέθηκαν νεκρά.
Προκειμένου να μην τιμωρηθεί με την ποινή του θανάτου, διότι αμέλησε να τελέσει έγκαιρα το τελετουργικό, οι γιοι της έσυραν την άμαξα περίπου οκτώ χιλιόμετρα από το στάδιο του Άργους μέχρι το Ηραίο. Όταν έφθασαν στον ναό, οι παρευρισκόμενοι συνεχάρησαν τόσο τα δύο αδέλφια όσο και τη μητέρα τους για την ευτυχία να έχει τέτοια παιδιά.
Τα δύο αδέλφια εξαντλημένα από την υπερπροσπάθεια ξάπλωσαν έξω από τον ναό και κοιμήθηκαν. Η Κυδίππη συγκινημένη από την αφοσίωσή τους ζήτησε από την Ήρα το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε να δώσει ένας θεός σε έναν άνθρωπο. Τότε η θεά τούς χάρισε ανώδυνο θάνατο, καθώς το καλύτερο δώρο που μπορούσε να τους προσφέρει ήταν ο θάνατος στην πιο ευτυχισμένη στιγμή.
Τα δυο αδέρφια αποκοιμήθηκαν στον ναό και δεν ξύπνησαν ποτέ. Οι Αργείοι μάλιστα έφτιαξαν τα αγάλματα των δύο αδερφών και τα αφιέρωσαν στους Δελφούς ως σημάδι σεβασμού προς δύο άριστους άνδρες».
Ακούγοντας την ιστορία ο Κροίσος θύμωσε με τη δεύτερη απάντηση του Σόλωνα και προτού τον διώξει, ξέσπασε:
«Ωραία όλα αυτά, Αθηναίε φίλε μου, αλλά τι έχεις να πεις για τη δική μου ευτυχία»; Τότε ο σοφός Αθηναίος του αποκρίθηκε με την περίφημη φράση: «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε», δηλαδή «κανέναν μην θεωρήσεις ευτυχή, πριν γνωρίσεις το τέλος του». Εν ολίγοις, του δήλωσε ότι από μόνος του ο πλούτος δεν μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο ευτυχισμένο.
Οι συμφορές του Κροίσου και ο σοφός Κύρος
Ο Κροίσος καθόλου δεν χάρηκε με τα λόγια του Σόλωνα, γι΄ αυτόν τον περιφρόνησε. Όμως σύντομα θα καταλάβαινε με τραγικό τρόπο ότι είχε απόλυτο δίκιο.
Λίγο χρόνο μετά την αναχώρηση του Σόλωνα τον βρήκε πλήθος συμφορών : Ο γιος του Άτης σκοτώθηκε στο κυνήγι και ο ίδιος αργότερα νικήθηκε από τον βασιλιά των Περσών Κύρο και αιχμαλωτίστηκε, χάνοντας όλα του τα πλούτη και το βασίλειό του. Την ώρα που τον είχαν ανεβασμένο στην πυρά για να τον κάψουν, ο Κροίσος καταλαβαίνοντας επιτέλους τι εννοούσε ο Σόλωνας μετανιωμένος φώναξε τρεις φορές «Σόλων! Σόλων! Σόλων!».
Ο Κύρος που τον άκουσε, νομίζοντας ότι επικαλείται κάποιον θεό, τον ρώτησε ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος θεός του οποίου το όνομα φώναζε. Τότε ο Κροίσος του διηγήθηκε τη συζήτηση με τον Σόλωνα. Ο Κύρος αντελήφθη την ορθότητα των λόγων του Σόλωνα και καθώς ήταν πιο σοφός από τον Κροίσο, διέταξε να κατεβάσουν τον αιχμάλωτο βασιλιά από την πυρά χαρίζοντάς του τη ζωή.
Πηγή: