Σάββατο 22 Αυγούστου 2015

"ΟΙ ΑΣΠΙΔΕΣ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΟΣΜΟ"


Οι ασυνήθιστα θαυματουργές και παράξενες ασπίδες των αρχαίων Ελλήνων

Σχετικά με την λέξη ‘ασπίδα’ στο λεξικό βρίσκουμε: ΠΑΛΜΗ = ασπίδα (είδος) # ασπίδα πλεχτή τετράγωνη ή ρομβοειδής

ΠΑΛΜΥΣ = βασιλιάς

ΠΑΛΜΟΣ = κραδασμός # δόνηση # τράνταγμα # τρεμούλιασμα # σφυγμός # χτύπος # τρόμος # ΣΕΙΣΜΟΣΘα μπορούσε έτσι, κάποιος βασιλιάς που θεωρούσε τον εαυτό του ΑΠΟΓΟΝΟ ΤΟΥ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ [γαιοσείστη] να έχει εφεύρει και τις ασπίδες. Το χαρακτηριστικό επίθετο ‘Παλαμήδης’ θα του ταίριαζε απόλυτα.
Η ασπίδα όμως λεγόταν και ‘αιγίδα’.



Και η Αθηνά ήταν πασίγνωστη για την ΑΙΓΙΔΑ της
Το μυστήριο καλύπτει το θέμα του τί ήταν τα περίφημα ιερά όπλα πού υπήρχαν μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνος, και τα οποία με θαυμαστό τρόπο βρέθηκαν μπροστά από τον ναό όταν έφθαναν στο τέμενος του θεού οι βάρβαροι Πέρσες για να το συλήσουν.
Μια ιδέα για το τί μπορεί να ήταν κάποιο από τα ιερά αυτά όπλα μας δίνει ό θρύλος του Άβαντος, πού αναφέρεται στην θαυματουργή ασπίδα του «Άβαντεία ασπίς» οι περιπέτειες της οποίας έχουν ως έξης:
Κάποτε κάποιος έφηβος έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της άσπίδος του, ή οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, πού την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Άργους.
Ό Λυγκεύς έτόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον γιό του Άβαντα, ό όποιος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι ή παρουσία της άσπίδος έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς.
Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο σύμφωνα με το όποιο οι νικητές των αγώνων του Άργους ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα. 
Αυτή την παράδοση περί Άβαντείας άσπίδος χρησιμοποίησε εντέχνως ό Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, πού ένίκησε τόν Αντώνιο στο Άκτιο (31 π.Χ.). 
Οι θεοί ετάχθησαν τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλαβή την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ό Αινείας φεύγοντας από την Τροία κρέμασε στην πύλη του ναού τού Απόλλωνος στο Άκτιο.
Αλλά δεν ήταν συνηθισμένες ασπίδες και εκείνες του Ηρακλέους και του Αχιλλέως.
Ή Ασπίς Ηρακλέους είναι ένα από τα πιο περίεργα αρχαιοελληνικά κείμενα και αναφέρεται στην περίφημη ασπίδα τού μεγίστου θρυλικού ήρωος του Ελληνισμού.
Ό θείος ποιητής Ησίοδος περιγράφει αυτήν ως ουράνια: «Χερσί γε μήν σάκος είλε παναίολον, ουδέ τις αυτό ούτ’ έρρηξε βαλών ούτ’ έθλασε θαύμα ίδέσθαι πάν μέν γάρ κύκλω τιτάνω λευκώ τ’ έλέφαντι ήλέκτρω θ’ ύπολαμπές έην χρυσω τε φαεινω λαμπόμενον, κυάνου δέ διά πτύχες ήλήλαντο…» (στ. 139-143).
Πήρε λοιπόν στα χέρια του την ασπίδα πού ήταν σαν πανάλαφρο μπαλόνι (σάκος παναίολον), πού κανένας ποτέ δεν την έσχισε ή την έσπασε χτυπώντας την, και ήταν θαυμάσιο να την κοιτάζεις.
 Γιατί ολόκληρη ή κυκλική της επιφάνεια λαμποκοπούσε από τιτάνιο, και από λευκό ελεφαντόδοντο κι από κεχριμπάρι κι άστραφτε από το χρυσάφι το λαμπερό, την διαπερνούσαν δε πολλές βαθυγάλαζες ταινίες…Από την συνέχεια του κειμένου φαίνεται ότι στην μέση της άσπίδος βρισκόταν ένας δράκος, του όποιου τα μάτια έλαμπαν σαν την φωτιά και πού είχε μια σειρά λευκά δόντια, τρομερά και απλησίαστα
.Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δώσει κανείς στην αναφορά του Ησιόδου, ότι πάνω στο φρικτό του μέτωπο (τού δράκοντα) πετούσε ή Εριδα ή τρομερή πού ξεσηκώνει ταραχές ανάμεσα στους άνδρες, ή καταραμένη πού συνηθίζει να παίρνει τον νουν και τον λογισμό των ανδρών, εκείνων πού με έχθρα πολεμούν τον γιό τού Διός.
Μήπως ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άγνωστου όπλου πού προκαλούσε μανία και πανικό στους εχθρούς; (Αυτό είναι το ερώτημα πού ανακύπτει από το προαναφερθέν σημείο της περιγραφής τού θεϊκού ποιητή Ησιόδου). Προβληματισμό προκαλούν οι αμέσως ακολουθούντες στίχοι: «Τών καί ψυχαί μέν χθόνα δύνουσ’ Άϊδος εϊσω αυτών, όστέα δέ σφι περί ρινοΐο σαπείσης Σειρίου άζαλέοιο μελαίνη πύθεται αϊη» (στίχοι 151-153).Το απόσπασμα αυτό μεταφράζεται ως εξής:«Οι ψυχές εκείνων μπαίνοντας στην γη χώνονται βαθειά στον Άδη, και τα κόκκαλα τους, μόλις οι σάρκες, πού τα περιβάλλουν, λειώσουν από το κάμα τού Σειρίου, σαπίζουν μέσα στην μαύρη γη».
Στους στίχους αυτούς, όπως υποστηρίζει ο Θεόδωρος Άξιώτης στην «ΑΡΓΩ», τονίζεται ότι ο κυριότερος ρόλος της άσπίδος ήταν εκείνος των ουρανίων ταξιδιών.



ΣΗΜΑΣΙΑ:




Αρχαίο αμυντικό όπλο, με σχήμα συνήθως στρογγυλό ή ωοειδές και ελαφρά κυρτό, κατασκευασμένο από δέρμα, μέταλλο ή άλλο υλικό, με έναν ιμάντα στην εσωτερική πλευρά του, μέσα από τον οποίο περνούσε ο πολεμιστής τον αριστερό του βραχίονα, και με μία λαβή την οποία κρατούσε με την αριστερή του παλάμη με τέτοιον τρόπο, ώστε να προστατεύεται το σώμα του κατά τη διάρκεια της μάχης. Μεταφορικά σημαίνει το σύνολο προστατευτικών μέτρων, προστασία: Ο λαός αισθάνεται ασφαλής κάτω από την ασπίδα της αμυντικής συμμαχίας.


ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΑ:
Οι Αρχαίοι Ελληνες ονόμαζαν την ασπίδα «όπλον»[1]και την ασπίδα θεωρούσαν ως το σύμβολο του οπλισμού πβ.

το γνωστό Λακωνικό:«η ταν ή επί τας» (που ερμηνεύεται: ήτην [ασπίδα επίστρεψε ζων] ή επί της [ασπίδας να σε φέρουν νεκρό] ) .




Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Κάρες επέφεραν σημαντικές βελτιώσεις στην ασπίδα.

Την ασπίδα έστελναν ως ανάθημα, ως αφιέρωμα στους θεούς και αυτήν θεωρούσαν πολύτιμο λάφυρο. Με αυτήν έστηναν τρόπαια.


Ο Αλέξανδρος μετά τη μάχη του Γρανικού συνόδευσε την αποστολή των τριακοσίων ασπίδων που, ως τρόπαιο νίκης, τοποθετήθηκαν στην Ακρόπολη των Αθηνών, με την ακόλουθη μειωτική για τους Λάκωνες επιγραφή:

«Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων»





Η ασπίδα ήταν προσωπικό όπλο, ταυτοποιούσε το κάτοχο ή την πατρίδα του, είχε μέγεθος και σχήμα κατάλληλο για διακόσμηση, για την δημιουργία τροπαίου. 'Εφερε συνήθως ζωγραφισμένα σύμβολα αποτρεπτικού χαρακτήρα η δηλωτικού της ταυτοτητας του οπλιτη. Φυλή, μονάδα ή και ονομα.Σε κάποιες χρονικές περιόδους, η σύμβαση ήταν να διακοσμε'ιται η ασπίδα σε άλλες, ήταν συνήθως εμενε χωρις διακόσμηση. 

Πιθανώς η πιο διάσημη διακόσμηση στης ασπίδας είναι αυτό της Σπάρτης: ένα λάμδα κεφαλαίο (Λ). Από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., Αθηναίοι οπλίτες που χρησιμοποιούσαν συνήθως την Κουκουβάγια, ενώ οι ασπίδες των Θηβαίων οπλιτών ήταν μερικές φορές διακοσμημένες με μια σφίγγα, ή το ρόπαλο του Ηρακλή.Η ανάρτηση της ασπίδας του αντιπάλου ήταν σαν να ελεγε "κοιτάχτε τι έφτειαξε ο εχθρος μου Χ για να με τρομαξει και να με κανει να φύγω (αποτρόπαιον<από+τρέπω), αλλά εγώ τον σκότωσα και του πήρα τούτη την ασπίδα". [Στην αρχαία εποχή δεν υπήρχαν σημαίες.
 Μόνον οι Σκύθες έφεραν σημαίες στον πόλεμο όμοιες με αυτές που έχουμε σήμερα. 
Οι Αρχαίοι Ελληνες στην θέση της σημαίας είχαν τις ασπίδες που έφεραν ξεχωριστά και συμβολικά διακριτικά (επίσημα-σημείον-φοινίκη=κοκκινο χρωμα) για να αναγνωρίζει ο ένας πολεμιστής τον άλλον στην μάχη. Επι των ασπίδων -όπως σήμερα ενώπιον της σημαίας-έδιδαν τον στρατιωτικό όρκο σε επίσημη ιερή τελετή.
 Επομένως τα επι των ασπίδων επίσημα,σημεία,φοινίκη αποτελούσαν τις πολεμικές σημαίες των αρχαίων ελλήνων. 
Σημαίες που ονομάζοντο επισημα χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι ελληνες στα πλοία τους] Πρακτικά ή ασπίδα ήταν το προσφορότερο πράγμα για να πετάξει κανείς φεύγοντας: Ηταν βαρειά, και δυσκόλευε το τρέξιμο.
Μία προσπάθεια ανακατασκευής ασπίδας που αναφέρει το Περιοδικό «Στρατοί και τακτικές» Τεύχος Φεβ 2011 σελ.27, εκτιμά το βάρος μιας ξύλινης οπλιτικής ασπίδας του 500 π.Χ. γύρω στα 6 κιλά και το συνολικό βάρος του οπλισμού του σε 17-23 κιλά. Ετσι ο ρίψασπις απαλλάσσονταν από 30% του βάρους του οπλισμού του και είχε το βάρος στη συνειδησή του ... . 
Αν ηταν Αθηναίος ήταν επίορκος αφού ο ορκος των Αθηναίων Εφήβων άρχιζε: «Ου καταισχυνώ όπλα τα ίερα΄... », αν πάλι ηταν Σπαρτιάτης μάλλον ήταν ετοιμοθάνατος. Συνώνυμο του «ρίψασπις» είναι το «ασπιδαποβλής»[300]. Ανάλογα υπάρχει το «λιποναύς» (δωρικό): αυτός που εγκαταλείπει το πλοίο και «λιποναύτης» αυτός που εγκαταλείπει τους ναύτες.


Άλλη αντίληψη ειχε ο Αργίλοχος για την εκατάλειψη της ασπίδας, όπως περιγράφει ο Πλούταρχος:







Τα μέρη της Αρχαίας Ασπίδας

Τα μέρη της ασπίδας, αν και άλλαζαν μορφή, παρέμεναν όμοια και στην Αρχαιότητα και στους μεταγενέστερους χρόνους
ομφαλός
μεσομφάλιον
επομφάλιον
όχανον
ίτυς
κύκλος
άντυξ


Διάσημες (επώνυμες) Αρχαίες Ασπίδες

Η Ασπίδα του Αχιλλέως


Ο Ομηρος αφιερώνει στην ασπίδα του Αχιλλέα τουλάχιστον 134 στίχους στην Ιλιάδα, το απόσπασμα της οποίας είχαν ονομάσει οι αρχαίοι «οπλοποιία».




Σε Διεθνές Συμπόσιο « Επιστήμη και Τεχνολογία στα Ομηρικά έπη» που έγινε στο Συνεδριακό κέντρο ΣΠΑΠ της Αρχαίας Ολυμπίας το 2006 οι επιστήμονες ασχολήθηκαν με την ασπίδα του Αχιλλέα. Συγκεκριμένα το τμήμα Μηχανολόγων και Αεροναυπηγών (εργαστήριο εφαρμοσμένης μηχανικής) του Πανεπιστημίου Πατρών και το Ινστιτούτο Πολιτισμού και Ποιότητας ζωής, με εφαλτήριο τον Όμηρο ερεύνησε την τεχνολογία της Μυκηναϊκής εποχής, την οποία ο Λατίνος συγγραφέας Βιτρούβιος επαινούσε για την «επιστημοσύνη της». 

Ο καθηγητής Σ.Α.Παϊπέτης του Πανεπιστημίου Πατρών αναπαρήγαγε ψηφιακά την ασπίδα του Αχιλλέα- ακολουθώντας τις ομηρικές περιγραφές : 2 στρώσεις μπρούντζο, 2 στρώσεις κασσίτερο και 1 στρώση χρυσού- και απέδειξε με εργαστηριακά πειράματα ότι ο συνδυασμός υλικών δεν ήταν τυχαίος. 

Ήταν αδιάτρητη σε ένα χτύπημα ανάλογο της δύναμης του παγκοσμίου ρέκορντμαν στο ακόντιο το 2000. Η μελέτη της ασπίδας βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, και δείχνει το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τις εξοχές περιγραφές του Ομήρου… 
Για την κατασκευή της ασπίδας του Αχιλλέα επιστράτευσαν και ο Ήφαιστος και ο Όμηρος όλη τους την τέχνη. 
Η ασπίδα του Αχιλλέα είναι ένας ύμνος στην τεχνολογία, μια ποιητική παρουσίαση του πλέον περίφημου σε τέχνη έργου της ομηρικής εποχής. 

Για το λόγο αυτό αξίζει να παραθέσουμε ατόφια τη μακροσκελή περιγραφή του έργου: 
Και φτιάχνει πρώτα μια τρανή και στιβαρή ασπίδα παντού στολίζοντάς τη.
 Και βάζει γύρω της λαμπρό τρίφυλλο μεταλλικό στεφάνι, όπου δένει το λουρί το ασημένιο. Πέντε μετάλλου στρώματα έχει η ασπίδα.

 Σκαλίζει πάνω της πολλά στολίδια, με τη σοφή των δυο χεριών του τέχνη. 

Στη μια μέρα φτιάχνει τη γη, τον ουρανό στην άλλη, αλλού τη θάλασσα και τον ακούραστο ήλιο και τη σελήνη ολόγεμη. 
Σ’ άλλη μεριά τα ζώδια όλα φτιάχνει, τα άστρα που στεφανώνουν τον ουρανό. 
Τις Πλειάδες και τις Υάδες και το δυνατό Ωρίωνα παραφυλάει και μόνο αυτή μες στα νερά του Ωκεανού δε λούζεται. 
Φτιάχνει και δυο όμορφες πόλεις θνητών ανθρώπων. 
Στη μια γάμοι γίνονται, συμπόσια μεγάλα, νύφες προβάλλουν από τα σπίτια τους και οι λαμπαδηφόροι από την πόλη περνούν κι αντιλαλούν τραγούδια, γαμήλια, πολλά. 

Νέοι χορευτές στριφογυρνούν κι ανάμεσα τους κιθάρες και αυλοί παίζουν. Οι γυναίκες μπροστά στην πόρτα στέκονται και θαυμάζουν. Κόσμος συρρέει στην αγορά, όπου καβγάς θεριεύει. 
Δυο άντρες εκεί μαλώνουνε για την εξαγορά ενός άντρα σκοτωμένου. Ο ένας λέει πως τα έχει όλα ξεπληρώσει και βεβαιώνει το λαό ενώ ο άλλος ισχυρίζεται πως τίποτα δεν πήρε.
 Και οι δυο τέλος θέλουν στο δικαστή να πάνε, απόφαση να βγάλει. 
Οι άνθρωποι γύρω και τους δυο τους επιδοκιμάζουν και τους υποστηρίζουν. 
Οι κήρυκες τον κόσμο συγκρατούσαν και οι γέροντες κάθονται πάνω σε λαξεμένους λίθους, μέσα στον κύκλο τον ιερό, στα χέρια τους κρατώντας τα ραβδιά των μεγαλόφωνων κηρύκων. 

Από πρόγευση που έδωσε σε συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος της επιτροπής του Διεθνούς Συμποσίου, καθηγητής Σ. Α. Παϊπέτης (Πανεπιστήμιο Πατρών) για την ψηφιακή αναπαραγωγή της ασπίδας του Αχιλλέα και του Αίαντα -βάσει πάντα τον ομηρικών περιγραφών- αντιλαμβάνεται κανείς πόσο καλά γνώριζαν οι τεχνίτες της εποχής τις δυνατότητες και τα όρια των υλικών σε κρουστικές συνθήκες.

Συγκεκριμένα, η ασπίδα του Αχιλλέα στο εσωτερικό των δύο εξωτερικών στρώσεων από σκληρό μπρούντζο αλλά και των επίσης δύο στρωμάτων κασσιτέρου, διέθετε ένα γενναίο στρώμα καθαρού χρυσού. Δεν ήταν τυχαίος ο συνδυασμός
. Εντυπωσιακότερη είναι, ωστόσο, η πιο ταπεινή από απόψεως υλικών περίπτωση της ασπίδας του Αίαντα με τα επτά στρώματα δέρματος και τη μία εξωτερική στρώση από σκληρό μπρούντζο. 
Στην εργαστηριακή δοκιμή διάτρησής της με βλήμα υπολογισμένης μάζας και ταχύτητα ρήξης ανάλογης με εκείνη του παγκόσμιου ρέκορντμαν στο ακόντιο το 2000 επαληθεύτηκε η περιγραφή του Ομήρου, που την ήθελε αδιάτρητη.
Τόσα στα έξι στρώματα δέρματος όσο και στα οκτώ η ασπίδα διαπερνιόταν από την αιχμή του δόρατος. 
Τη «χρυσή τομή» των 7 δερμάτινων στρώσεων, που με τις όποιες παραμορφώσεις και τριβές το δόρυ τελικά εκτρέπεται, τη γνώριζε καλά ο βυρσοδέψης και κατασκευαστής της Τίχιος.
Στη δική του εισήγηση ο καθηγητής Γ. Βατίστας θα αναλύσει πώς οι περιγραφές της Κίρκης για τη διέλευση από το στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης έλυσαν εξισώσεις της αεροδυναμικής, που συνδέονται με την τεχνολογία της βαρυτικής σφενδόνης για το Διάστημα!
Σύνοδος πλανητώνΣπάνια αστρολογικά φαινόμενα (σύνοδος πέντε πλανητών) που πλαισιώνουν και καθορίζουν την ομηρική μοιχεία της Αφροδίτης και του Αρη, είναι ένα από τα αστρονομικά θέματα του συνεδρίου (του καθηγητή Σ. Παπαμαρινόπουλου), το οποίο φωτίζει τις τεχνολογικές και μαθηματικές γνώσεις της μυκηναϊκής περιόδου, με ενδεικτικά παραδείγματα αφ' ενός τον τάφο του Ατρέα που, βάσει μετρήσεων, αποδείχθηκε ότι αντέχει 7 φορές τον ισχυρότερο σεισμό και αφ' ετέρου την κατασκευή της τριήρους που κατόπιν δοκιμών του Πολυτεχνείου διαπιστώθηκε ότι ήταν οι βέλτιστες δυνατές κατασκευές.

Πέραν πάντως της τεχνολογίας, οι εισηγήσεις , που εκκινούν από τον Ομηρο, αφορούν σχεδόν πάντοτε και άλλους επιστημονικούς χώρους: από την αστρονομία, τη γεωλογία, τη δομική μηχανική και τη ζωολογία, μέχρι την ιατρική, τα μαθηματικά, τη μεταλλουργία, τη μετεωρολογία, τη ρομποτική και τη φυτολογία.



























Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Studies in Comparative Religion την άνοιξη του 1976 Του Gerard Casey

 Η αντανάκλαση του αδημιουργήτου στο δημιουργηθέν, αναγκαστικά παρουσιάζει τον εαυτό της υπό διάφορες όψεις· ακόμη και υπό μία απροσδιόριστη ποικιλία όψεων, κάθε μία από τις οποίες έχει κάτι το συνολικό και το πλήρες, έτσι ώστε να υπάρχει μία πολλαπλότητα θεάσεων του κόσμου που κάθε μία είναι εξίσου πιθανή και γνήσια, εφόσον όλες τους πηγάζουν από τις καθολικές και αμετάβλητες αρχές. 
Titus Burkhardt Σε κάθε ασπίδα υπάρχει μία άλλη πλευρά, κρυμμένη. A.N. Whitehead
 Στην Ησιόδεια αφήγηση των κοσμικών εποχών, που έχει διασωθεί στο αρχαίο κείμενο το οποίο είναι γνωστό σε εμάς ως «Έργα και Ημέραι», ο ποιητής περιγράφει εν συντομία την εποχή των ηρώων. 
Μας λέει ότι οι ήρωες ήταν «κατά πολύ ευγενέστεροι» από τους άμεσους προκατόχους τους, και ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο αντέστρεψαν για ένα διάστημα, την κατωφερή πορεία της ιστορίας προς τον εκφυλισμό τον οποίον περιέγραφε.
 Οι ήρωες αντικατόπτριζαν στις φύσεις τους κάτι από την δομική ολότητα των ανθρώπων στην Χρυσή Εποχή. 
Ήταν σαν ο ποταμός του χρόνου να είχε κυλήσει για μία στιγμή πίσω στον εαυτό του, με σύντομες δίνες, παγιδευμένος στις αναμνήσεις της πηγής του. 
Και αυτή η πράξη αναμνήσεως δημιούργησε, όπως κάνουν όλες αυτές οι πράξεις, ευτυχέστερα πεπρωμένα για πολλούς ανθρώπους, σε σχέση με την κοινή μοίρα αυτών που είχαν γεννηθεί στην εποχή που είχε μόλις παρέλθει.
 Διότι αυτοί οι άνθρωποι του χαλκού, άνθρωποι αχόρταγοι για πόλεμο και βία είχαν αλληλοκαταστραφεί και βυθιστεί στον Άδη – «…ανώνυμοι κι ο θάνατος, κι ας ήταν τρομαχτικοί, τους πήρε ο μαύρος, κι άφησαν το λαμπρό το φως του ήλιου…» 
Τότε: « …ο γιος του Κρόνου έκανε, πιο δίκαιο και πιο ευγενικό, των ανθρώπων ηρώων το θείο γένος, που ονομάζονται ημίθεοι, την προηγούμενή μας γενιά πάνω στην άπειρη γη. 
Κι αυτούς ο κακός ο πόλεμος και οι σκληρές συγκρούσεις, άλλους κάτω από την εφτάπυλη Θήβα, τη γη του Κάδμου, αφάνισε να πολεμάνε για τα κοπάδια του Οιδίποδα κι άλλους στα καράβια πάνω απ’ τον μεγάλο κόλπο της θάλασσας στην Τροία πηγαίνοντάς τους για την ομορφόμαλλη Ελένη. [Εκεί άλλους του θανάτου το τέλος σκέπασε και σ’ άλλους] 
Χωριστά απ’ τους ανθρώπους βιος και τόπους δίνοντας ο Δίας ο γιος του Κρόνου τους έβαλε ο πατέρας να κατοικούν στα πέρατα της γης. 
Κι αυτοί κατοικούν έχοντας ανέγνοιαστη ψυχή (θυμόν) στα νησιά των μακαρίων κοντά στο βαθύδινο Ωκεανό, ευτυχισμένοι ήρωες… και ο Κρόνος τους κυβερνάει*».
 Οι ήρωες ήταν άνδρες, γεννημένοι σε έναν κόσμο διαλυμένο από την βία της Εποχής του Χαλκού και αναγκαστικά ήταν πολεμιστές, πολεμιστές όμως που δεν λησμονούσαν ποτέ τους θεούς οι οποίοι είναι παντοτινοί. Ήταν άνδρες που «ύψωναν τα χέρια τους προς του απέραντους ουρανούς προσευχόμενοι» και προσεύχονταν «ώστε ο πόλεμος και η σύγκρουση να παύσουν ανάμεσα στους ανθρώπους».
 Ήταν κατά κύριο λόγο άνδρες απλοί, παθιασμένοι, απερίσκεπτοι.
 Οι αρετές τους ήταν οι αρετές των πολεμιστών – φιλαλήθεια και θάρρος. 
Η κοσμοθέασή τους ήταν αυτή του πολεμιστή: «Ο Θεός είναι μέρα-νύχτα, χειμώνας-καλοκαίρι, πόλεμος-ειρήνη, κόρος-λιμός…» « ο πόλεμος είναι πατέρας των πάντων και των πάντων βασιλιάς.
 Κι άλλους τους αναδεικνύει θεούς κι άλλους ανθρώπους, άλλους τους κάνει δούλους κι άλλους ελεύθερους…» «το όνομα του τόξου είναι βίος αλλά το έργο του θάνατος…» αυτά είναι τα λόγια του Ηρακλείτου, του φιλοσόφου που είδε βαθύτερα στην καρδιά του ήρωος. Θα έχουμε στην συνέχεια την ευκαιρία, να ανακαλέσουμε στην μνήμη μας περισσότερο από μία φορά τα κατακερματισμένα ρητά του Ηρακλείτου που έχουν φτάσει ως εμάς. 
Σε αυτόν τον κόσμο του πολέμου και της ειρήνης, ανάμεσα στο ζήτημα της δουλείας και της ελευθερίας, ο χαρακτήρας ενός ανδρός είναι η μοίρα του.

 Ο ήρωας, είναι ο άνθρωπος που επεξεργάζεται το πεπρωμένο του, επικεντρώνοντας εν αληθεία και θάρρος, στο πύρινο στοιχείο μέσα στην ίδια του την ψυχή: διότι αυτό το πύρινο στοιχείο στην ψυχή του, είναι αντανάκλαση του θεϊκού δημιουργικού πυρός, το οποίο καθιστά του κόσμους υπαρκτούς. 
Στην μάχη το σώμα του ήρωος προστατεύεται από την ασπίδα, και η ψυχή του από αυτό που συμβολίζει η ασπίδα – την ολότητα της κοσμοθεάσεώς του. Επιζητώντας να μοιραστούμε ως έναν βαθμό αυτήν την θέαση, μπορούμε να προσφύγουμε στην περιγραφή που δίνεται στον Όμηρο, προς το τέλος της ραψωδίας Σ της Ιλιάδος, περί της σφυρηλατήσεως της ασπίδος του Αχιλλέως.
 Η ασπίδα σφυρηλατείται από τα στοιχειώδη μέταλλα – χρυσός, άργυρος, χαλκός, κασσίτερος – από τον θεϊκό τεχνίτη Ήφαιστο, τον θεό της φωτιάς.
 Έτσι ο κόσμος σφυρηλατείται από το αείζωο θεϊκό πυρ, το οποίο αιωνίως διαφοροποιεί τον εαυτό του στα πολλά, και την ατελείωτη επιστροφική κίνηση των πολλών στον εαυτό του. Αυτή η κοσμική διαδικασία επιστροφής εκ των συγκρούσεων των πολλών, και της παλινορθώσεως που απαιτείται από την Δικαιοσύνη, της ισορροπίας στην πηγή, είναι πόλεμος του οποίου η απόρροια είναι ειρήνη. 
Το αείζωο πυρ έχοντας ως κέντρο αυτό καθεαυτό πέραν όλων των κόσμων, βρίσκεται στην καρδιά όλων των κόσμων, από αυτό ρέει κάθε κίνηση, κάθε ζωή, κάθε γνώση.
 Είναι το Αιώνιο: «αυτό το οποίο δεν δύει ποτέ», αυτό το οποίο στο τέλος κάθε κοσμικής εποχής καταστρέφει το παλιό και φλογίζει το νέο. 
Μπορεί αληθινά να αποκληθεί με άλλα ονόματα όπως Ζευς, δικαιοσύνη, σοφία, λόγος. Είναι ταυτοχρόνως πρόθυμο και απρόθυμο να αποκληθεί έτσι. Πρόθυμο, διότι τέτοια ονόματα αντανακλούν ποιότητες της φύσεώς του, απρόθυμο, διότι κατ’ ουσίαν κείτεται πέρα από κάθε τέτοια ποιότητα. Το θεϊκό αυτό πυρ καθιστά υπαρκτό τον δομημένο κόσμο.
 Ο Ομηρικός πολεμιστής φαντάζεται τον κόσμο ως σφαίρα. Κατά μήκος του οριζοντίου διαμετρικού πεδίου, εκτείνεται ο επίπεδος δίσκος της γης, περικυκλωμένος από τα αχανή ρεύματα του Ωκεανού – αιωνίως ρέοντος πίσω στον εαυτό του.
 Η γη καλύπτεται από τον αντεστραμμένο θόλο του υπερκόσμου – έναν χάλκινο[1] θόλο, κατά μήκος του οποίου κινούνται ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια, από την έγερσή τους από τον Ωκεανό στα ανατολικά, ως το βασίλεμά τους στον Ωκεανό στα δυτικά. Η γη στηρίζεται στον υπό-κόσμο του Ερέβους και του Άδη, με τις βαθύτερες ρίζες της στους κόλπους του Ταρτάρου. Κάπου στο ανώτερο ημισφαίριο του υπερκόσμου, λάμπει το τριπλό φως του Εμπύρου**· τα χάλκινα τείχη του Ταρτάρου περικλείονται από τριπλά σκοτεινά στρώματα νυχτός.
Η κοσμική σφαίρα στηρίζεται σε έναν εξωτερικό τροχό σκότους και φωτός, ο οποίος με τις περιστροφές του αντικατοπτρίζει τους κύκλους της γενέσσεως και του θανάτου σε όλα τα επίπεδα της υπάρξεως, από τον κόσμο τον ίδιο μέχρι κάθε τι που γεννιέται μέσα σε αυτόν. «Διότι η ίδια αιτία που μας φέρνει το φως του ήλιου μας φέρνει και το σκότος του Άδη». Εντός του κύκλου της γης, οι ατομικές ψυχές κινούνται κατά τον θάνατο προς τα ρεύματα του Ωκεανού, όπου έλκονται προς τον υπό-κόσμο, ώστε να αναδυθούν σε νέες καταστάσεις μέσα στον κύκλο της γης*** – ή μετά από προσωρινή διαμονή στις Νήσους των Μακάρων, μπορεί να προσελκυστούν επάνω, προς τον υπέρκοσμο και στην συνέχεια στον Έμπυρο· δηλαδή, σε μία κατάσταση υπάρξεως πέρα από τους κύκλους του κόσμου. Αυτά τα ταξίδια της ψυχής καθορίζονται από την φύση της, ως αντανακλάσεως του θεϊκού πυρός. «Της ψυχής τα πέρατα όσο και να βαδίσεις, δεν μπορείς να τα βρεις, ακόμα κι αν ακολουθήσεις όλους τους δρόμους. Τόσο βαθύ νόημα έχει…». 
Έτσι ο ήρωας ζει και πεθαίνει, επιζητώντας να διατηρήσει το ψυχικό του πυρ άσβεστο, να επιστρέψει με τον θάνατο πέρα από τους κύκλους των κοσμικών πυρών, στο αείζωο θεϊκό πυρ: την μία πηγή και τέλος των πάντων.
 Ο βίος του επιζητεί να είναι μία συνεχής πράξη αναμνήσεως αυτής της πηγής: μία αφύπνιση από τον ύπνο της λήθης, από τον θάνατο της υπέρτατης λήθης.
 Και το ξεψύχισμά του, ως επιστροφή στην πηγή, συμβολίζεται με την νεκρική τελετουργία της θυσίας του με φωτιά. Κάπως έτσι είναι το όραμα του κόσμου που χρησίμευε ώστε να προστατεύει και να προασπίζει την ψυχή του Ομηρικού ήρωος, και να την διατηρήσει μέσα στην αιώνια ζωή. Και η Ασπίδα του Αχιλλέως είναι το σύμβολό του, εξαιτίας και αυτού που τονίζει και αυτού που παραλείπει[2]. 
Η σφυρηλατημένη ασπίδα δεν περιέχει στην δομή της καθόλου μαύρο σίδηρο, διότι η ψυχή του Αχιλλέως, δεν προορίζεται να αντιμετωπίσει το θανάσιμο βάρος της εποχής που θα έλθει. Η ασπίδα του είναι φτιαγμένη από χρυσό και άργυρο, από χαλκό και κασσίτερο, διότι πρέπει να συγκρατεί μέσα της, δομημένες σε προστατευτικό σχήμα, όλες τις ως και την εποχή στην οποία ο ίδιος ζει, εγγενείς στην κοσμική διαδικασία μεταλλικές επιρροές. Παραλείπεται επίσης από την ασπίδα, οποιαδήποτε αναπαράσταση του υποκόσμου· η προσοχή του ήρωος κατευθύνεται και επικεντρώνεται στην γη, όπου πρόκειται να διαρρυθμίσει το πεπρωμένο του, και στον υπέρκοσμο προς τον οποίο κατευθύνονται οι φιλοδοξίες του.
 Και ποιες όψεις του κόσμου απεικονίζονται στην ασπίδα για την αποδοχή, την τέρψη και την προστασία του πολεμιστού; 
Η πλατιά γη η ίδια και πάνω από την γη οι περιστροφικές κινήσεις του ακάματου ήλιου, του γεμάτου φεγγαριού και οι αστερισμοί κατά μήκος του ουρανού. Και κάτω από αυτές τις υψηλές παρουσίες, οι πόλεις των ανθρώπων, όπου υπάρχουν γάμοι και πυρφόρες πανδαισίες και χορός και τραγούδι. 
Και τα χωράφια των ανθρώπων, όπου υπάρχει το όργωμα, η σπορά και ο θερισμός, οι αμπελώνες και το γλυκό σαν μέλι κρασί και το τέλος του καλοκαιριού πριν το πλησίασμα του χειμώνα, με την ηχούσα λύρα και τις εκλεπτυσμένες φωνές αγοριών, που τραγουδούν το τραγούδι του Λίνου. Οι τρόποι της ειρήνης. 
Αλλά και τα μονοπάτια του πολέμου επίσης· άνδρες και σκυλιά, τοποθετημένοι σε έναν απειλητικό κύκλο γύρω από λιοντάρια, τα οποία καταβροχθίζουν έναν ταύρο· νεαροί, θύματα ενέδρας, σφαγιαζόμενοι καθώς παίζουν τους αυλούς τους ανάμεσα στα κοπάδια τους, στα περάσματα ορμητικών ποταμών. Γυναίκες και παιδιά και ηλικιωμένοι στα τείχη απειλούμενων πόλεων. Και οι προστασίες του νόμου – επίλυση της διαφωνίας ειρηνικά.
 Ο λαός συγκεντρωμένος για να παρακολουθήσει ένα ζήτημα ανθρωποκτονίας και τον τρόπο συμβιβασμού – ηλικιωμένοι άνδρες, καθήμενοι σε λαξευμένους λίθους σε έναν κύκλο που απεικονίζει τους κύκλους του κόσμου και εγειρόμενοι ώστε να μιλήσουν με την σειρά – οι ράβδοι στα χέρια τους ανακαλούν στην μνήμη όσων είναι παρόντες, τον Ερμή, τον αγγελιοφόρο του Διός – καθώς επιζητούν δίκαιη κρίση. 
Για όλα αυτά, τα έργα και τις ημέρες των ανθρώπων, την ασπίδα που σφυρηλατείται από τον Ήφαιστο για τον Αχιλλέα, επιτάσσεται μία συγκεκριμένη χαρούμενη αποδοχή – μία αποδοχή της φυσικής τάξεως των πραγμάτων υπό τον ουρανό, μίας τάξεως που ανακύπτει από τον συντονισμό αντιθέτων τάσεων, όπως του τόξου και της λύρας.
 Και γύρω από την γη – «γύρω από το ακραίο χείλος της καλοσφυρηλατημένης ασπίδας» - ρέει ο αιωνίως κυκλοτερής θεϊκός ποταμός Ωκεανός. Ρέει από την πηγή του, στο σημείο ανατολής του ήλιου: ύδωρ - κατά τον ορισμό του Θαλή[3]- εκ του αειζώου πυρός. Ωκεανός, ο δημιουργός κάθε γενομένου, ο εμπνευστής κάθε καταστροφής, τα ζωογόνα ύδατα κάθε πιθανότητος που ρέουν στο λυκόφως, όπου το κατωφερώς καθρεπτιζόμενο φως του υπερκόσμου συναντά την ανωφερή σκιά και το σκοτάδι του υποκόσμου. Ωκεανός: το απύθμενα παράξενο ποτάμι, στου οποίου τα νερά δεν μπορούμε να μπούμε δύο φορές, διότι νέα νερά ρέουν επάνω μας, στου οποίου τα νερά είμαστε και δεν είμαστε· νερά τα οποία ρέουν σε αυτόν τον κύκλο, εντός του οποίου κάθε σημείο της περιφέρειας είναι ταυτοχρόνως τέλος και αρχή, λήθη και αναγέννηση. 
Τέτοια ήταν η Ασπίδα την οποία σφυρηλάτησε και έθεσε στα πόδια της Θέτιδος, της μητέρας του Αχιλλέως, ο Ήφαιστος. « Και ως γερακίνα αυτή από τον Όλυμπο πηδάει τον χιονισμένο» φέρνοντάς την στον γιο της. Τον βρίσκει να θρηνεί δίπλα στο σώμα του Πατρόκλου. 
Οι μαύρες φωτιές του Τάρταρου που καίνε στην ψυχή του Αχιλλέως, έχουν επισύρει τιμωρία. Έχει αμαρτήσει απέναντι στη δικαιοσύνη, απέναντι στο θεϊκό πυρ μέσα στην ίδια του την ψυχή. Έχει προσευχηθεί, ώστε οι σύντροφοί να γνωρίσουν την ήττα στην μάχη. Έχει φέρει πικρή θλίψη στον εαυτό του και στον λαό του.
 Τώρα είναι ανυπεράσπιστος στην ψυχή και στο σώμα.
 Έχει χάσει τον οπλισμό του από τον Έκτορα, τον οπλισμό τον οποίο οι Θεοί έδωσαν στον πατέρα του· και ο Πάτροκλος είναι νεκρός. Κάθε άνθρωπος, σε κάθε εποχή – είτε είναι του χρυσού ή του αργύρου, του χαλκού ή του σιδήρου – φέρει εντός του τις δυνατότητες όλων των εποχών. Κάθε άνθρωπος μπορεί σε κάθε στιγμή, να στρέψει τα μάτια του πίσω στην πηγή. 
Οι αρετές του ήρωος – φιλαλήθεια και θάρρος – επιφέρουν δημιουργικούς και λυτρωτικούς μετασχηματισμούς σε κάθε κατάσταση, σε κάθε πόλεμο, εσωτερικό και εξωτερικό, ορατό και αόρατο. 
Κατά την κατάπτωσή του ο Αχιλλέας προσεύχεται«ο πόλεμος και η σύγκρουση να παύσουν». Επιθυμεί να επιστρέψει στην πηγή, αλλά κατά την επιστροφή πρέπει να ακολουθήσει το μονοπάτι του πεπρωμένου του. 
Η πυρά του μπορεί να αναζωπυρωθεί μόνον από τις νεκρικές πυρές του Πατρόκλου και του Έκτορος. Διότι ο Αχιλλέας προορίζεται να πεθάνει στην μάχη, αμέσως μόλις έχει φονεύσει τον Έκτορα· ακριβώς όπως ο Έκτορας έχει επιφέρει τον θάνατό του στα χέρια του Αχιλλέως με τον φόνο του Πατρόκλου. 
Έτσι τώρα για τον Αχιλλέα, η αποδοχή της Ασπίδος περιλαμβάνει την αποδοχή του ίδιου του θανάτου στο κοντινό μέλλον, πολεμώντας στην Σκαιά Πύλη. 
Η Ασπίδα θα τον προστατεύσει ως τον πεπρωμένο θάνατό του, ο οποίος όμως είναι δική του επιλογή. Επιλέγει τον φλογερό θάνατο του πολεμιστού, αντί να ζήσει ως τα γεράματα – διότι «Αυτοί που πεθαίνουν για υψηλότερους σκοπούς ανταμείβονται με υψηλότερες αμοιβές» σε έναν κόσμο όπου κάθε κίνηση, είναι η κίνηση του ενός αειζώου πυρός, μέσω όλων των μεταμορφώσεών του που θνήσκουν αναγεννόμενες – όπου η ζωή δεν διασπάται από τον θάνατο, αλλά ανανεώνεται αιωνίως. 
Έτσι ο Αχιλλέας, η θλίψη των ανθρώπων, αποδέχεται την Ασπίδα και κινείται στα μονοπάτια της επιστροφής. «Τα μονοπάτια της επιστροφής». Και με την επιστροφή, η συμπόνια θα κυλήσει ξανά στην ψυχή του Αχιλλέως. 
Με την παρουσία του Πριάμου, καθώς ο γέρος άνδρας απλώνει τα χέρια του ικετευτικά προς τον άνθρωπο που έχει σκοτώσει τους γιους του, εισέρχεται στην καρδιά του Αχιλλέως η ανάγκη για θρήνο – και σηκώνει τον γέρο με τα χέρια του και θρηνεί και του λέει: «Άμοιρε εσύ και που ποτίστηκες πικρά φαρμάκια τόσα! Μονάχος να 'ρθεις πώς το βάσταξες στ᾿ Αργίτικα καράβια, τον άντρα ν᾿ αντικρίσεις, που άμετρους και ψυχωμένους γιους σου χάλασα… 
Και συ πιο πριν, ακούμε, γέροντα, χαιράμενος περνούσες… μιαν ώρα γύρω απ᾿ το κάστρο δε σου απόλειψαν οι σκοτωμοί κι οι μάχες». 
Και στο τέλος της Ιλιάδος, βλέπουμε τον Αχιλλέα ακόμη μία φορά. 
Έχοντας επιστρέψει στον Πρίαμο τον νεκρό γιο του, υπόσχεται να συγκρατήσει την μάχη, μέχρι οι φλόγες να κατακάψουν το σώμα του Έκτορος. 
Τότε ως αποχαιρετισμό σφίγγει τον καρπό του δεξιού χεριού του γέροντα, ώστε - «καμιά στα σπλάχνα του μην έχει πια τρομάρα». Μια τελευταία χειρονομία: αποδοχής, συμφιλιώσεως και τελικής αποκαταστάσεως.
 Σε αυτήν την σύντομη μελέτη, επιχειρήθηκε να δοθεί μόνο το απλούστερο περίγραμμα του συμβολισμού και της ερμηνείας της Ασπίδος του Αχιλλέως. 
Οι αναγνώστες που επιθυμούν να αναζητήσουν περισσότερα επί του θέματος, στα πεδία της πρώιμης Ελληνικής κοσμολογίας και θρησκευτικού συμβολισμού, θα ανταμειφθούν με έναν πλούτο πληροφοριών περί των παραδοσιακών δογμάτων γενικότερα. 
Οι διάφορες απόψεις του Ησιόδου, του Ηρακλείτου, του Πυθαγόρος, του Παρμενίδου, του Εμπεδοκλέους και του Πλάτωνος – που αντανακλούν τις βαθύτερες όψεις της Παραδόσεως – μπορούν να γίνουν αποδεκτές, ως εκφραστικές της καθολικότητος του οράματος, που έγκειται πέραν των ορίων οποιασδήποτε από αυτές.
 Για τους σκοπούς αυτού του δοκιμίου, οι αναγνώστες μπορούν πιο συγκεκριμένα να ανατρέξουν στην ραψωδία Σ της Ιλιάδος, στίχοι 462-τέλος και στο Έργα και Ημέραι του Ησιόδου, στίχοι 109-201. 
Επίσης, τα αποσπάσματα του Ηρακλείτου έχουν αξιοποιηθεί ελευθέρως. 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 
 [1] Χαλκός: η τρίτη μετάλλαξη, καθώς οι κοσμικές εποχές εκτυλίσσονται, της Εμπύρειου φωτιάς μέσα στα περικλείοντα ημισφαίρια του κόσμου.
 Ο κόσμος, ως τέτοιος, δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από περιορισμένος και σχηματισμένος
Η Ασπίδα του Αχιλλέως μπορεί υπό αυτήν την άποψη να συγκριθεί με την Ησιοδική Ασπίδα του Ηρακλέους, στην οποία η μορφή του Φόβου στέκεται ατενίζουσα από το κέντρο· ένα καθρέφτισμα της Εποχής του Χαλκού στο απόγειο της σκληρότητος και της βίας της.
 Στην Ιλιάδα ο ερχομός της Σιδηράς Εποχής προοιωνίζεται από την σιδερένια αιχμή του βέλους του Πανδάρου, που εκτοξεύεται κατά παράβαση ενός ιερού όρκου (Ιλιάδα, ραψωδία Δ, στίχος 103). Αυτή είναι η μόνη περίσταση όπου ο Όμηρος περιγράφει ένα βέλος ή μία αιχμή δόρατος ως «κατασκευασμένη από σίδηρο» 
[3] Ύδατα κατά τον Θαλή: τα «χαοτικά» ύδατα, που κυλούν από το κενό που διαχωρίζει τον υπέρκοσμο από τον υπόκοσμο, από το οποίο ανακύπτει η κρυσταλλοποίηση του γεμάτου νησιά Δίσκου της Γης. Μετάφραση-Απόδοση: Τήμενος Σημειώσεις του Ιστολογίου *
 Η φράση για την βασιλεία του Κρόνου δεν αναφέρεται κανονικά σε αυτό το σημείο. 
Ο Κρόνος βασίλευσε, σύμφωνα με προηγούμενο σημείο της Ησιόδειου αφηγήσεως (στίχος 111), αλλά και σύμφωνα με την ρωμαϊκή παράδοση, κατά την Χρυσή εποχή· αυτό όμως δεν αλλάζει το νόημα, καθόσον η δράση του γένους των Ηρώων αντιπροσώπευε μία προσπάθεια για την επάνοδο στην Χρυσή Εποχή. 
** Έμπυρος (στα Μεσαιωνικά Λατινικά Empyreus), και πιο συγκεκριμένα Έμπυρος Ουρανός είναι το υψηλότερο σημείο του ουρανού, το οποίο σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις καταλαμβάνεται από το στοιχείο της φωτιάς, ή τον αιθέρα κατά την Αριστοτέλεια φιλοσοφία. Στην Θεία Κωμωδία του Δάντη είναι το μέρος όπου κατοικεί ο Θεός, πηγή του φωτός και της δημιουργίας. 
*** Εννοεί τον Δίσκο της Γης.

Του Δία - Αιγίς


Υπό την αιγίδα




Η αιγίδα φέρεται ως επιθετικό όπλο του Δία. 


Χάρη στο οποίο χρωστά την επωνυμία του «Αιγίοχος». 
(Ιλιάδα) Ως αμυντικό όπλο του θεού παρουσιάζεται με τη μορφή ασπίδας και υπ’ αυτή την έννοια η λέξη «αιγίς» παράγεται από το ουσιαστικό αιξ, δηλώνοντας την ασπίδα που κατασκευάστηκε από το δέρμα την κατσίκας Αμάλθειας, του τροφού του Δία ή κατ’ άλλους από το δέρμα της τερατόμορφης κατσίκας, θυγατέρας του Ήλιου, με το γάλα της οποίας η νύμφη Αμάλθεια έθρεψε το Δία. 

Η μυθολογία αναφέρει κι άλλες εκδοχές σχετικά με την προέλευση του δέρματος αυτού. Ως επιθετικό του όπλο η «αιγίς» παρουσιάζεται υπό μορφή νεφών. 
Είναι αυτή που προκαλεί τις θύελλες, τις καταιγίδες, τις τρικυμίες, συμπυκνώνοντας τα σύννεφα, δια μέσου των οποίων ο νεφεληγερέτης Δίας αφήνει να φαίνονται απειλητικές οι αστραπές κι εξακοντίζει τους κεραυνούς. 
Με την έννοια αυτή πλέον η λέξη «αιγίς», σημαίνει ορμητικά κύματα.
 Από εδώ και η λέξη καταιγίς (=βροχή ορμητική, θύελλα) και τα σχετικά μ’ αυτήν ρήματα αιγίζω, καταιγίζω,(=κομματιάζω, καταξεσκίζω, διαλύω). 
Για την Αθηνά η αιγίς ήταν το δέρμα του τέρατος Αιγηείς που φόρεσε ως χιτώνα γύρω από το στήθος της ή κάλυψε την ασπίδα της (Διόδωρος ο Σικελιώτης). 

Η αιγίδα λοιπόν όχι μόνο παρουσιάζει περίεργο και συγκεχυμένο συνδυασμό ιδιοτήτων αλλά και πουθενά δεν καθορίζεται η χρήση της με σαφήνεια, επειδή άλλοτε φέρεται ως επιθετικό όπλο με τη μορφή αστραπών και λοιπών φυσικών φαινομένων και άλλοτε ως αμυντικό όπλο υπό μορφή ασπίδας και επενδυτή που περιβάλλει τους ώμους, καλύπτει το στήθος ή πέφτει στην πλάτη και φτάνει ως τα γόνατα. 

Ωστόσο, η ετυμολογική σύνδεση της λέξης «αιγίς» με το «αιξ», -γος, απ ‘ όπου και η σημασία «ασπίδα με δέρμα κατσίκας» είναι ευρύτερα αποδεκτή. 
Η αιγίδα χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο στα τείχη των πόλεων, σε αγάλματα ηρώων και αυτοκρατόρων, σε διακοσμητικές ασπίδες, κ.λ.π. και δήλωνε ότι το άτομο ή ο τόπος βρίσκοντας υπό τη σκέπη του Δία και της Αθηνάς.
 Από το συμφυρμό λοιπόν των ιδιοτήτων της αιγίδος (ασπίδα και θώρακας μαζί), που λειτουργούσαν προστατευτικά, η φράση «υπό την αιγίδα» έφτασε να σημαίνει μεταδοτικά «υπό την προστασία». 
Αιγίς (νέα ελληνικά αιγίδα) ονομαζόταν στην Αρχαία Ελλάδα το δέρμα κατσίκας («αιγός») και κατά προέκταση η ασπίδα, όταν αυτή καλυπτόταν από τέτοιο δέρμα. 
Με αυτό οι αρχαίοι Έλληνες σκέπαζαν τη γυμνότητά, αυτο χρησιμοποιύσαν ως στρωμα[1] τους, και αμύνονταν, καθώς ως επένδυση στην ασπίδα προσέφερε πρόσθετη προστασία. Έτσι λεγόταν και η ασπίδα του Δία, την οποία έφτιαξε ο Ήφαιστος από το δέρμα της Αμάλθειας, της κατσίκας, με το γάλα της οποίας είχε ανατραφεί ο Δίας. 
Τη στόλισε κιόλας με λαμπρές παραστάσεις. Μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις ο Δίας τη δάνειζε στα πιο αγαπημένα του παιδιά, την Αθηνά[2] και τον Απόλλωνα. 
Ο Όμηρος ονομάζει το Δία «αιγίοχο», ακριβώς επειδή κρατούσε την αιγίδα. Αλλιώς το ετυμολογεί ο Hofmann από το «αίγες» που σημαίνει «υψηλά κύμματα», οποτε το αιγίς σημαίνει θύελλα ορμητική, καταιγίς (Ομόριζο ο αιγιαλός) . 
Πάντως το ουσιαστικό κατήντησε κύριο όνομα που αφορούσε την ασπίδα του Δια.(196, Hofmann,ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ, 1974.) 1. Ο Ευριπίδης στον «Κύκλωπα» του [στ. 360] βάζει τον χορό να λέει στον Κύκλωπα: «Εὐρείας λάρυγγος, ὦ Κύκλωψ, ἀναστόμου τὸ χεῖλος: ὡς ἕτοιμά σοι ἑφθὰ καὶ ὀπτὰ καὶ ἀνθρακιᾶς ἄπο χναύειν βρύκειν κρεοκοπεῖν μέλη ξένων δασυμάλλῳ ἐν αἰγίδι κλινομένῳ.» 
Δηλαδή «Ανοιξε το λαρύγγι αντι να χασμουριέσαι γιατί έτοιμα είναι τα μέλη των καλεσμένων σου βραστά ή ψητά στά κάρβουνα, να τα καταβροχθίσεις καθώς σε μαλακό ξαπλώνεις γιδοτόμαρο. » 

2. Ο Αισχύλος στις «Ευμενίδες» του (στ.404) βάζει την Αθηνα να λέει: «ἦλθον ἄτρυτον πόδα, πτερῶν ἄτερ ῥοιβδοῦσα κόλπον αἰγίδος» δηλαδή «ηρθα μ΄ακούραστα πόδια, κουνώντας σαν φτερά τις δίπλες της αιγίδας». Αλλά και στην Ιλιάδα Ραψωδία Β. στ. 447 ... μετὰ δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη αἰγίδ᾽ ἔχουσ᾽ ἐρίτιμον ἀγήρων ἀθανάτην τε, τῆς ἑκατὸν θύσανοι παγχρύσεοι ἠερέθονται, πάντες ἐϋπλεκέες, ἑκατόμβοιος δὲ ἕκαστος: Ενώ στο ίδιο Ραψωδία Δ. στ. 166 Ζεὺς δέ σφι Κρονίδης ὑψίζυγος αἰθέρι ναίων αὐτὸς ἐπισσείῃσιν ἐρεμνὴν αἰγίδα πᾶσι Επιθετα για την αιγίδα δασύμαλλος = από πυκνό μαλλί Ευριπίδου Κύκλωψ 356 έμφυλος αιγίς = αυτή που περιλαμβάνει επίσημα (εμβλήματα) της φυλής Ευριπίδου Ίων 1580 ερίτιμος= πολύτιμη, με υψηλή τιμή. αγήρως = αθανατη = γερή , αθάνατη = ομοίως = γερή Ομήρου Ιλιάς 2.419 φθισίμβροτος = αυτή που σκοτώνει τους θνητούς. Ομήρου Οδύσσεια 22.292 

Άλλες χρήσεις της λέξης: Μεταφορικά: Σήμερα σημαίνει τη φροντίδα, την προστασία και συχνά χρησιμοποιείται στη φράση «υπό την αιγίδα...». Παράγωγα: Καταιγίς = καταιγίδα Αιγίδα ονομάζεται μια λευκή κηλίδα που βρίσκεται στον κερατοειδή χιτώνα του ματιού. Αιγίς (νέα ελληνικά αιγίδα) ονομαζόταν στην Αρχαία Ελλάδα το δέρμα κατσίκας («αιγός») και κατά προέκταση η ασπίδα, όταν αυτή καλυπτόταν από τέτοιο δέρμα. 
Με αυτό οι αρχαίοι Έλληνες σκέπαζαν τη γυμνότητά, αυτο χρησιμοποιύσαν ως στρωμα[1] τους, και αμύνονταν, καθώς ως επένδυση στην ασπίδα προσέφερε πρόσθετη προστασία. 
Έτσι λεγόταν και η ασπίδα του Δία, την οποία έφτιαξε ο Ήφαιστος από το δέρμα της Αμάλθειας, της κατσίκας, με το γάλα της οποίας είχε ανατραφεί ο Δίας. 
Τη στόλισε κιόλας με λαμπρές παραστάσεις. Μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις ο Δίας τη δάνειζε στα πιο αγαπημένα του παιδιά, την Αθηνά[2] και τον Απόλλωνα. 



Η ασπίδα του Ηρακλή




Τέλος πήρε στα χέρια του την ομορφοπλουμισμένη ασπίδα...κι ήταν ένα έξοχο πράγμα να την κοιτάζεις... Ησιόδου, Ασπίς, μτφρ. Π. Λεκατσά, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1975,στ. 139-140,..... ...Ήταν ακόμη μαστορεμένη επάνω μια εξόρμηση και μια απώθηση, κι άναβε ο θόρυβος και ο τρόμος και το φονικό..... ό.π., στ. 154-155 ...
Ήταν εκεί ζωγραφισμένα και κοπάδια αγριογούρουνων και λιονταριών... ό.π., στ. 168-169 ...
Εδώ παρασταινόταν και η μάχη των γενναίων Λαπιθών... ό.π., στ. 178 ...Εδώ ήταν σταματημένα και του τρομερού Άρη τα γοργοπόδαρα άλογα, μαλαματένια, κι ο ίδιος ο καταστρεφτικός Άρης... ό.π., στ. 191-192 ...Εκεί ήταν και των αθανάτων θεών ο ιερός χορός... ό.π., στ. 201 ...
Εκεί ήταν και λιμάνι με καλό αραξοβόλι στην ακαταπόνητη θάλασσα, κυκλικό, φτιαγμένο από καλάϊ... ό.π., σελ. 203-204 ...
Κοντά βρισκόταν μια ωχυρωμένη πολιτεία... οι άνθρωποι σ' αυτήν διασκέδαζαν με γιορτές και χορούς.
 Γιατί συνήθιζαν να φέρνουν τη νύφη στο σπίτι του γαμπρού πάνω σε αμάξι με όμορφους τροχούς, ενώ τραγουδούσαν συνέχεια το νυφιάτικο τραγούδι... ό.π., στ. 270-274 ...οι κοπέλλες πάλι έσερναν ένα θελκτικό χορό, απάνω στο σκοπό που δίναν οι κιθάρες... ό.π., στ. 278-179 ...
Κι οι ζευγάδες ώργωναν τη θεϊκή γη...ήταν εκεί και πολλά σπαρτά...άλλοι θέριζαν με τα κοφτερά εργαλεία...άλλοι τα έκαναν δεμάτια...
Μερικοί τρυγούσαν αμπέλια... ό.π., στ. 286-292 ...Άλλοι αγωνίζονταν με γροθιές και με πάλεμα... ό.π., στ. 301-302 ...
Ολόγυρα στον κύκλο του τροχού κυλούσαν τα νερά του Ωκεανού... ό.π., στ. 314



Ή Ασπίδα του Ηρακλή είναι υπερεξελιγμένη κοσμική συσκευή, για ταξίδια στον Σπειροειδή Γαλαξία. 

Παρείχε απόλυτη προστασία στον Ηρακλή την οποία μόνο αυτός μπορούσε να ενεργοποιήσει. 
Του παρείχε δυνατότητες συμπύκνωσης και αποσυμπύκνωσης.
 Ήταν αδιαπέραστη από όλες τις κοσμικές ακτινοβολίες και αναλλοίωτη από το “Αναλίσκον πυρ του Σειρίου”.
 Ήταν απρόσβλητη από κάθε ενέργεια”.“



Η ΑΣΠΙΔΑ ΤΟΥ ΑΙΑΝΤΑ


Στην Ιλιάδα υπάρχουν οι ακόλουθες περιγραφές για την ασπίδα του Αίαντα του Τελαμώνιου από τη μονομαχία του με τον Έκτορα (Η 219-232, 244-248, 258-267):

Και ο Αίας επροχώρησε μ' ασπίδα ωσάν πύργον, \ χάλκινην μ' επτά δέρματα, που του έκαμε ο Τυχίος \ των σκυτοτόμων έξοχος, εγκάτοικος στην Ύλην, \ λαμπρήν την ετεχνούργησεν εφτά-διπληνμε δέρμα \ δυνατών ταύρων, κι έβαλεν δίπλαν χαλκού ογδόην. \ Αυτήν στα στήθη επρόβαλεν ο Τελαμώνιος Αίας. \ Κι εστάθη εμπρός στον Έκτορα και τούπε με φοβέρες: \ «Ω Έκτωρ, θα γνωρίσεις συ, μόνος με μόνον τώρα, \ αν άλλοι εδώ των Δαναών ευρίσκονται ανδρει ωμένοι, \ έξω από τον λεοντόκαρδον Πηλείδην ανδροφόνον, \ Αλλ' αυτός μένει στα κυρτά θαλασσοπόρο πλοία, \ Αφού στον πρώτον αρχηγόν Ατρείδην εχολώθη. \ Αλλ' εμείς είμεθ' αρκετοί με σε να μετρηθούμε \ Και πάμπολλοι, αλλ' άρχισε πρώτος εσύ την μάχην».

[ο Έκτορας]είπε και το μακρόσκιον ετίναξε κοντάρι. \ Και την φρικτήν του Αίαντος εκτύπησεν ασπίδα \ Και τον χαλκόν που όγδοος επτά σκεπάζει δίπλες. \Τες έξι δίπλες έσχισε κι εστάθη στην εβδόμην \ Της λόγχης ο σκληρός χαλκός...και ο Έκτωρ πρώτος έκρουσε στηνμέσην την ασπίδα, \ και η λόγχη δεν την έσπασε, ώστ' εκυρτώθ' η άκρη \ τότε πηδώντας έμπηξε την λόγχην στην ασπίδα \ του Έκτορος και απ' την ορμήν τον έκοφεν ο Αίας, \ και τονλαιμόν του λάβωσε η λόγχη κι έσταξ' αίμα. \ Και όμως ο Έκτωρ μ' όλ' αυτά την μάχην δεν αφήνει. \ Τραβιέται οπίσω κι απ' την γην με το τρανό του χέρι \ Πέτραν σηκώνει ολόμαυρην, μεγάλην και τραχείαν \ Του Αίαντος την φοβερήν επτάδιπλην ασπίδα \ Μ' αυτήν κτυπά στον ομφαλόν κι εβρόντησε ο χαλκός της.




Η ασπίδα του Αίαντα περιγράφεται ως αποτελούμενη από επτά επάλληλα στρώματα από βόειο δέρμα και ένα όγδοο εξωτερικό από σκληρό ορείχαλκο. Αναφέρεται και ο κατασκευαστής της, ο Τυχίος από την Ύλη, που ήταν ονομαστός τεχνίτης του δέρματος.


Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο μηχανισμός λειτουργίας της ασπίδας βασίζεται στην τριβή. 
Κατά την κρούση του δόρατος, η ασπίδα παρα μορφώνεται και η τριβή ανάμεσα στα στρώματα του δέρματος απορροφά την ενέργεια της κρούσης. 
Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη ικανού αριθμού στρώσεων και, όπως αποδείχθηκε, οι επτά στρώσεις αποτελούν τον ελάχιστο (και ιδανικό) αριθμό, που κάνει την ασπίδα άτρωτη κάτω από τις δοσμένες συνθήκες . 
Το γεγονός αυτό, που επίσης επιβεβαιώνει απόλυτα τις ομηρικές περιγραφές, επαληθεύεται με τα παρόντα αποτελέσματα τόσο αριθμητικά όσο και πειρα ματικά με βάση τα μοντέλα της προηγούμενης περίπτωσης. 
Εκτός από την αριθμητική έγινε και πειραμα τική μελέτη, κατά την οποία τα μοντέλα της ασπίδας κατασκευάστηκαν και δοκιμάσθηκαν σε διάτρηση, με τη βοήθεια αεροβόλου όπλου του οποίου το βλήμα περιείχε ενέργεια όση και το δόρυ, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. 
Δοκιμάστηκαν διάφοροι συνδυασμοί αριθμού και πάχους στρώσεων, με ίο συνολικό πάχος της ασπίδας να παραμένει σταθερό.

 Επιβεβαιώθηκε απόλυτα ότι ο αριθμός των επτά στρώσεων είναι αναγκαίος για τη μη διά τρηση της ασπίδας και επίσης η ακρίβεια της ομηρικής περιγραφής ότι η τελευταία (όγδοη) στρώση του δέρματος συγκράτησε το δόρυ».

Η ασπίδα από τον Τάφο του Φιλίππου

Η χρυσελεφάντινη ασπίδα από τη χρυσοποίκιλτη πανοπλία του Φιλίππου Β' Αυτή η αριστουργηματική χρυσελεφάντινη ασπίδα είναι το πιο εντυπωσιακό και οπωσδήποτε το πιο πολύτιμο όπλο του αρχαίου κόσμου που γνωρίζουμε.


 Ήταν κατασκευασμένη από ξύλο, δέρμα και ύφασμα που κάλυπτε την εσωτερική της επιφάνεια. 
Επίχρυσα, ασημένια ελάσματα, προσηλωμένα με πολλά μικροσκοπικά ασημένια καρφάκια στο εσωτερικό της, στερέωναν το σύστημα ανάρτησης -τη λαβή που περνούσε στο μπράτσο ο πολεμιστής και την αντιλαβή από όπου την έπιανε- και μαζί με τα στεφάνια και τα μικρότερα διάσπαρτα μετάλλινα στοιχεία συγκρατούσαν τα αλλεπάλληλα στρώματα. 
Εξαιρετικά εντυπωσιακός και απολύτως μοναδικός είναι ο διάκοσμος της εξωτερικής πλευράς της ασπίδας που ήταν ολόκληρη επιχρυσωμένη.
 Ένθετα μέσα στην επιχρύσωση, ώστε να σχηματίζουν ένα πολύπλοκο σύστημα μαιάνδρων και σπειρομαιάνδρων που καλύπτει την περιφέρεια της ασπίδας, βρίσκονται στοιχεία από ελεφαντόδοντο στα κενά των οποίων προσαρμόζονται πλακίδια από διάφανο, χυτό γυαλί -το μεγάλο τεχνολογικό επίτευγμα της εποχής- που πίσω του λαμπυρίζουν χρυσά ελάσματα. Στο κέντρο, σαν επίσημα, υπάρχει το χρυσελεφάντινο ανάγλυφο σύμπλεγμα ενός Έλληνα πολεμιστή που κατατροπώνει μια Αμαζόνα, πιθανότατα μια παράσταση της τραγικής συνάντησης του Αχιλλέα με την Πενθεσίλεια, που διαπιστώνει ότι την ερωτεύεται την ώρα που την σκοτώνει. 
Ο χρόνος και η υγρασία του τάφου διάβρωσαν σε μεγάλο βαθμό το ελεφαντόδοντο των μορφών, ωστόσο η εξαιρετική ποιότητα του πλασίματος των λεπτομερειών και η τολμηρή σύνθεση των σωμάτων των δύο μορφών που εκφράζει με τρόπο απαράμιλλο όλη την ένταση και το πάθος της μοιραίας στιγμής μαρτυρούν την εξαιρετική ικανότητα του δημιουργού που θα πρέπει να ήταν σπουδαίος καλλιτέχνης


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η μέχρι κεραίας επαλήθευση των (εξαιρετικά λεπτομερειακών) περιγραφών της Ιλιάδας για την κατασκευή και τη συμπεριφορά στη μάχη των ασπίδων του Αχιλλέα και του Αίαντα του Τελαμώνιου αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό γεγονός στην περιοχή της λεγόμενης πειραματι κής αρχαιολογίας.
 Αποδεικνύεται ότι οι Έλληνες της εποχής εκείνης κατείχαν τεχνολογικές γνώσεις εξαιρετικά προηγμένες ακόμη και με σημε ρινά κριτήρια.
Ασφαλώς δεν υπάρχουν αποδείξεις επιστημονικής γνώσης που να στήριζε τις τεχνολογικές αυτές δυνατότητες και πάλι όμως εγείρονται ερωτηματικά που δύσκολα μπορούν να αγνοηθούν. 
Ιδιαίτερα εν όψει του τρόπου, με τον οποίο οι περιγραφές αυτές έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας, δηλαδή προφορικά (τουλάχιστο μέχρι να εφευρεθεί η γραφή) από γενεά σε γενεά, χωρίς όμως να χάσουν την ακρίβεια και την αξιοπιστία τους. 
Έτσι η ύπαρξη ενός θαυμαστού κόσμου, όχι μόνο γεμάτου με αρμονία και κάλλος αλλά και τεχνολογικά προηγμένου σε εκπληκτικό βαθμό, δεν αποτελεί προϊόν φαντα σίας ή ποιητικής έμπνευσης, αλλά φαίνεται να ήταν απόλυτα χειροπιαστή πραγματικότητα.
----------------------------------------------------------------------------
 Ασπίδα που βρέθηκε στους Δελφούς:






Η ασπίδα από το Ιδαίο Αντρο με τους Κουρήτες γύρω από το Δία:

Η χάλκινη ασπίδα που βρέθηκε στο Ιδαίο Αντρο:

Ανασύνθεση της ασπίδας της Αθηνάς Παρθένου με την παράσταση της Αμαζονομαχίας. Εικάζεται ότι, μεταξύ των άλλων μορφών, εικονίζονται ο «Φειδίας» (στο κέντρο στην κορυφή, κρατάει λίθο) και ο «Περικλής» (στο κάτω μέρος, με το χέρι διαγώνια στο πρόσωπο):






Η λεγόμενη «ασπίδα Strangford» από την Αθήνα. Υστερορρωμαϊκό αντίγραφο (3ος αι. μ.Χ.) της ασπίδας της Αθηνάς Παρθένου, με την παράσταση της Αμαζονομαχίας. Στο εσωτερικό έφερε ζωγραφική παράσταση της Γιγαντομαχίας, αποσπάσματα της οποίας σώζονται μέχρι σήμερα:




Μουσειο αρχαιας Ολυμπιας.Ορειχαλκινο περιβλημα οπλιτικής ασπίδας:


ΠΗΓΗ
ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ:
http://ellas2.wordpress.com
http://underinformation.wordpress.com
http://innoutworld.blogspot.gr/
http://aioniaellinikipisti.blogspot.com
http://aylogyros.blogspot.
http://www.explorecrete.com/archaeology
http://eleftheri-epistimi.blogspot.gr