Τετάρτη 12 Αυγούστου 2015

"Η (κατά Πλάτωνα) «αποκατάσταση» των ψυχών"

Για να εξηγήσουμε τι είναι η ονομαζόμενη από τον Πλάτωνα «αποκατάσταση» θα αντιγράψουμε ένα μικρό απόσπασμα από τον «Τίμαιο» του Πλάτωνα, στο οποίο ο Πλάτων λέγει ότι : …..όποιος ζήσει σωστά κατά τη διάρκεια του κατάλληλου χρόνου, θα πορευτεί πάλι στη κατοικία του συννόμου άστρου και θα έχει ζωή ευδαίμονα. ……. Έσπειρε άλλους στη γη, άλλους στην σελήνη και άλλους στα υπόλοιπα όργανα του χρόνου που υπήρχαν. ….. καὶ ὁ μὲν εὖ τὸν προσήκοντα χρόνον βιούς, πάλιν εἰς τὴν τοῦ συννόμου πορευθεὶς οἴκησιν ἄστρου, βίον εὐδαίμονα καὶ συνήθη ἕξοι, ……… ἔσπειρεν τοὺς μὲν εἰς γῆν, τοὺς δ᾽ εἰς σελήνην, τοὺς δ᾽ εἰς τἆλλα ὅσα ὄργανα χρόνου. ……


Εδώ εις αυτό το σημείο θα αναφέρουμε τι είναι η αναφερόμενη εκ του Πλάτωνος σπορά των ψυχών. Αρχικώς θα αναρωτηθούμε όπως και οι περισσότεροι πλατωνικοί διατυμπανίζουν : ο Πλάτωνας αναφέρεται σε διανομή σε άστρα, αφού ο Πλάτωνας λέει ότι ο δημιουργός έσπειρε άλλες ψυχές στη γη άλλες στον ήλιο και άλλες στην σελήνη ;; Και πρέπει να θεωρήσουμε τη σπορά διπλή, μια μέσα στους ουράνιους θεούς και μια στον υποσελήνιο Κόσμο, την οποία έχει παραδώσει ο Πλάτωνας στον «Πολιτικό, 272.e» ;; Εδώ, όμως, ο Πλάτωνας θέλει να αναγάγει την αιτία της ύπαρξης των ψυχών στον δημιουργό. Γιατί πρέπει αυτές πρώτα να γεννηθούν, και έπειτα έτσι να διανεμηθεί καθεμία τους σε άλλον ηγεμόνα του ουρανού. Είναι, λοιπόν, ορθό να εννοήσουμε ως σπορά τη γέννηση της ψυχής, επειδή στον πατέρα ταιριάζει να σπέρνει και να γεννά Λόγους και επειδή η ψυχή είναι Λόγος αποτελούμενος από λόγους και έχει για πατέρα της τον δημιουργό του σύμπαντος. Γιατί αυτή είναι η πρώτη σπορά, δεύτερη είναι η σπορά στους νέους θεούς, και τρίτη η σπορά στον υποσελήνιο Κόσμο. Και η πρώτη αφορά και τις θεϊκές ψυχές, η δεύτερη και τους δαίμονες (γιατί και η τάξη των δαιμόνων έχει διανεμηθεί γύρω από τους θεούς), ενώ η τρίτη αφορά μόνο τις ψυχές που είναι συνδεδεμένες με τον υποσελήνιο Κόσμο.
Τώρα, λοιπόν, γίνεται η πρώτη διανομή των επιμέρους ψυχών γύρω από τις θεϊκές, προτού καν εισαχθούν  στον Κόσμο. Γιατί και κατά την υπερκόσμια και κατά την εγκόσμια διευθέτηση τα μέρη συνυφαίνονται με τα σύνολα, ώστε, αν και στις εδώ τελετές αναφέρεται κάποια εγκατάσταση των μυημένων κοντά στον Θεό, αποτελεί εικόνα αυτής της δημιουργικής τοποθέτησης των επιμέρους ψυχών δίπλα στις καθολικές και της διανομής τους γύρω από τους ηγεμόνες θεούς. Γιατί και οι ίδιες οι θεϊκές ψυχές έχουν διανεμηθεί γύρω από τις δυνάμεις της καθολικής ψυχής. Γιατί προέκυψαν με βάση τις πολύμορφες δυνάμεις που υπάρχουν μέσα σε εκείνη και εγκαταστάθηκαν άλλες στην περιφορά της ταυτότητας της καθολικής ψυχής, και άλλες στις περιφορές της διαφορετικότητας. Γύρω από αυτές πάλι έχουν διανεμηθεί οι επιμέρους ψυχές, οι οποίες μοιράστηκαν τις καθολικές δυνάμεις τους και οδηγούνται μαζί με αυτές προς το νοητό και συμπληρώνονται από αυτές με απαρέγκλιτη νόηση και έχουν τακτοποιηθεί από τους αριθμούς των ηγεμόνων τους. Όπως ακριβώς, λοιπόν, αυτές οι θεϊκές εγκόσμιες ψυχές ανεβαίνουν στον υπερουράνιο τόπο μέσω των δώδεκα θεών για τους οποίους κάνει λόγο ο Πλάτων στον «Φαίδρο» 247 a, έτσι λοιπόν και οι επιμέρους ψυχές, όπως λέγει ο Πλάτων στον «Φαίδρο, 247.a», ανεβαίνουν μέσω των θεϊκών ψυχών. Γιατί είναι ενωμένες με αυτές σύμφωνα με την υπερκόσμια διευθέτηση, την οποία στον «Τίμαιο» αποκάλεσε «διανομή», υπό την έννοια ότι γίνεται σύμφωνα με τον θεϊκό νόμο ο οποίος είναι εγκατεστημένος μαζί με τον Δία, όπως έχει γραφτεί στον «Γοργία, 481 b, 523 a», και μαζί του διευθετεί τις εγκόσμιες τάξεις, τόσο τις καθολικές όσο και τις επιμέρους. Υπάρχει, λοιπόν, μια ομοιότητα όλων των επιμέρους ψυχών και μια διαίρεση τους σύμφωνα με τις ηγεμονίες των θεών, και ο δημιουργός είναι αίτιος και των δύο. Και αυτά υπάρχουν στις ψυχές με υπερκόσμιο τρόπο, ώστε οι διαφορές των ψυχών δεν προέρχονται από τα σώματα ούτε από τις τέτοιου είδους σχέσεις τους, όπως λένε κάποιοι, άλλα από την ίδια την ουσία τους. Γιατί και η τοποθέτηση τους δίπλα σε διαφορετικούς ηγεμόνες και η διανομή τους αφορά την ίδια την ουσία τους. Γιατί όσα έχουν από την μία δημιουργία, αυτά τα έχουν στην ουσία τους.
Επειδή, όμως, έχει ειπωθεί ότι οι επιμέρους ψυχές έχουν διανεμηθεί γύρω από τα άστρα, είναι φανερό ότι έχουν τέταρτη σειρά από την ψυχή του σύμπαντος. Γιατί κάτω από εκείνη βρίσκονται οι ψυχές των σφαιρών, τόσο των ουράνιων όσο και αυτών που περιέχουν όλα τα υποσελήνια στοιχεία. Κάτω από αυτά τα άστρα βρίσκονται τα μερικότερα γένη των θεών τα οποία περιέχονται μέσα στις ολότητες όλων των σφαιρών που έχουν αναφερθεί. Κάτω και από αυτά τα γένη, τέλος, βρίσκονται οι επιμέρους ψυχές. Και η ψυχή του σύμπαντος είναι μόνο καθολική, οι ψυχές που μοιράστηκαν τις σφαίρες είναι καθολικά μερικές, οι ψυχές που περιέχονται μέσα στις σφαίρες είναι αντιστρόφως μερικά καθολικές, ενώ οι επιμέρους ψυχές είναι οι τελευταίες και μόνο μερικές.
Ο Πλάτωνας, λοιπόν, χαρακτήρισε «άστρα» όλες τις θεϊκές ψυχές που συμπεριλαμβάνονται μέσα στις ολότητες είτε στον ουρανό είτε κάτω από τη σελήνη, παίρνοντας το όνομα από αυτά που είναι γνωστά σε όλους και αποδίδοντας το σε όλες. Γιατί όλες έχουν οπωσδήποτε κάποια οχήματα με τη μορφή των άστρων, αφού ο Σωκράτης, στην «Πολιτεία, 621.b», τις ψυχές που πάνω στα οχήματα τους ορμούν εις την γένεσιν τις παρομοίασε με την μορφή κάποιων διαττόντων αστέρων, και ο ίδιος ο Πλάτωνας, στον «Τίμαιο, 42 b» θα πει ότι κάποιες έχουν σπαρθεί από τον δημιουργό γύρω από την γη και γύρω από την σελήνη. Γιατί είναι παράλογο να έχουν διανεμηθεί οι επιμέρους ψυχές γύρω από τα κυριολεκτικώς αποκαλούμενα άστρα, και οι υποσελήνιοι θεοί να μην είναι «αγελάρχες» ψυχών, θεοί οι οποίοι μέσα σε κάθε στοιχείο αντιστοιχούν σε εκείνους τους θεούς, θεοί αέρινοι, υδάτινοι και γήινοι, για τους οποίους είπε ο Πλάτωνας ότι «φανερώνονται όσο τυχόν θέλουν».
Πρώτα λοιπόν έλαβαν υπόσταση, δεύτερον διανεμήθηκαν στις θεϊκές ηγεμονίες και τρίτον επιβιβάστηκαν σε οχήματα και παρατήρησαν την φύση και άκουσαν τους νόμους της Ειμαρμένης. Από αυτά είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι κατά τον Πλάτωνα οι ψυχές κατά την κορυφαία ζωή τους είναι ανώτερες από την Ειμαρμένη. Γιατί αυτό το προνόμιο, το οποίο τους δίνει ο πατέρας του σύμπαντος, τους ανήκει από τη φύση τους.
Όσο αφορά το όχημα της ψυχής πρέπει,  όπως συνηθίζει να λέει και ο Ιάμβλιχος, να γνωρίζουμε ότι γεννιέται από το σύνολο του αιθέρα.
Οι ψυχές ως προς την ουσία τους είναι υπερφυείς, υπερκόσμιες και υπεράνω της Ειμαρμένης, επειδή έλαβαν την πρώτη υπόστασή τους ξεχωριστή από τον ορατό Κόσμο. Ως προς τα οχήματά τους, όμως, και τους κλήρους που έλαβαν να διοικούν, έχουν γίνει εγκόσμιες, λαμβάνοντας και αυτή τη θέση από τον δημιουργό. Για αυτό και μετά την εξάρτηση των οχημάτων από αυτές, τους λέει τους νόμους της Ειμαρμένης, σύμφωνα με τους οποίους κληρώθηκαν να διοικούν τα σώματα, όπως αν κανείς είναι ο ίδιος απαλλαγμένος από τις φασαρίες της πολιτικής και από τις βουλευτικές υπηρεσίες, ενώ τα κτήματά του πληρώνουν τους οφειλόμενους φόρους.
Δεν σταματά, όμως, μόνο εδώ η υπαγωγή των ψυχών στην Ειμαρμένη ούτε υπάγονται οι ψυχές στην Ειμαρμένη μόνο κατά αυτόν τον τρόπο. Γιατί από την Ειμαρμένη περιστρέφονται όχι μόνο τα οχήματα των ψυχών αλλά και των ίδιων των θεών. Προκειμένου, λοιπόν, να τεθούν και οι ίδιες οι ψυχές μαζί με τα οχήματα τους κάτω από την βασιλεία της Ειμαρμένης, οι ψυχές χρειάζονται καθόδους και επαφή με τον Κόσμο της γένεσης, επαφή που είναι η δεύτερη μετά την σπορά (γιατί η σπορά προηγείται) αποτελώντας μια δεύτερη διανομή των οχημάτων κάτω από τις θεϊκές περιφορές, όπως ακριβώς έχει πραγματοποιηθεί με διαίρεση των ίδιων των ψυχών στις θεϊκές ψυχές, διαίρεση η οποία γίνεται και από τη μια δημιουργική αιτία (και για αυτό είναι αιώνια και είναι αδύνατον να υπάρξει μεταβολή των ηγεμόνων αυτού του είδους), γίνεται, όμως, ασφαλώς και από την Ειμαρμένη (γιατί αυτή είναι η κυρίαρχη των περιόδων η οποία συνέχει τις καθολικές και τις μερικές περιόδους και συγκεντρώνει τα όμοια με τα όμοια) και από τις ίδιες τις ψυχές, τόσο τις θεϊκές όσο και τις επιμέρους (γιατί λόγω της μεταξύ τους ένωσης είναι και τα οχήματα ενωμένα μεταξύ τους). Για αυτό και, όταν η επιμέρους ψυχή συντάσσει τον εαυτό της με την καθολική ψυχή, και όπως η μια ψυχή μιμείται τη νόηση της άλλης ψυχής, έτσι και το ένα σώμα απεικονίζει την κίνηση του άλλου σώματος.
Η πρώτη, λοιπόν, σπορά των οχημάτων όχι μόνο καθιστά την ψυχή εγκόσμια, αλλά υπάγει ολόκληρη τη σύσταση της σε κάποιο συγκεκριμένο ηγεμόνα. Γιατί άλλο πράγμα είναι το να είναι εγκόσμια και άλλο πράγμα το να είναι σεληνιακή ή ερμαϊκή. Γιατί αυτό είναι μερικότερο είδος ζωής και, όπως, αφού επιβιβαστεί σε όχημα, γίνεται πολίτιδα της ψυχής του σύμπαντος, έτσι και, αφού σπαρθεί μαζί με το όχημα, γίνεται πολίτιδα της σεληνιακής ή της ηλιακής περιφοράς ή κάποιας άλλης. Και η εξάρτηση του οχήματος της ψυχής  από το σύμπαν αποτελεί προσθήκη στην υπερκόσμια ζωή και σχέση κατά το ήμισυ με το σώμα. Όταν, όμως, η σπορά προοδεύσει, τοποθετεί επικεφαλής της ψυχής μια πιο επιμέρους ηγεμονία.
Μετά τη σπορά, έχει καθοριστεί μια γέννηση για κάθε ψυχή. Στην συνέχεια πραγματοποιούν δεύτερες και τρίτες καθόδους ανάλογα με τις επιλογές τους, ωστόσο μια είναι κοινή για όλες. Γιατί πρέπει κάθε ψυχή να μπει στον κόσμο της γένεσης. Γιατί τέτοιο είναι το είδος των επιμέρους ψυχών, καθώς δεν μπορεί να μείνει ψηλά με αμετάτρεπτο τρόπο. Και εδώ πλέον υπάγεται στα σκήπτρα της Ειμαρμένης. Γιατί υποδέχονται από το σύμπαν και το θνητό είδος της ζωής και το ορατό σώμα και προσλαμβάνουν τη φυσική σχέση με αυτά. Ωστόσο, αν ζήσουν καλά, μπορούν και εδώ να μείνουν καθαρές από τις προσθήκες της Ειμαρμένης, στον βαθμό που δεν είναι μεγάλη ανάγκη να επικοινωνεί η ψυχή με τις προσθήκες αυτές λόγω των σωμάτων. Γιατί τα επακόλουθα της Ειμαρμένης ποια σχέση έχουν με τον σοφό που στον «Θεαίτητο» «ερευνά την πορεία των άστρων πάνω από τον ουρανό» και θεωρεί ότι δεν γνωρίζει ούτε σε ποιο μέρος της γης βρίσκεται ;; Όταν, όμως, στρέφεται προς το σώμα, είναι ανάγκη να επικοινωνεί με όσα δίνει η Ειμαρμένη. Γιατί, αν οι ψυχές κυριαρχηθούν από το θνητό είδος της ζωής, γίνονται δούλες της Ειμαρμένης. Γιατί το σύμπαν τις χρησιμοποιεί ως άλογες. Και αυτό, πάλι, συμβαίνει στις ψυχές και από τον εαυτό τους (γιατί έτσι επέλεξαν και, αφού επέλεξαν, ζουν τη ζωή που τους ταιριάζει), συμβαίνει όμως και από το σύμπαν. Γιατί κάθε πράγμα οδηγείται όπως ταιριάζει στη φύση του, και κάθε είδος ζωής συμπληρώνει κάποια ανάγκη του σύμπαντος, και τίποτα μέσα στο σύμπαν δεν αφήνεται άτακτο και ακαθόριστο, αλλά όλα οδηγούνται προς αυτό που αναλογεί στη ζωή τους. Έτσι, λοιπόν, οι ψυχές κατά την περίοδο τους αφήνουν την πάντα τακτοποιημένη και πρωταρχική ζωή και μέσω των μεσαίων τρόπων ζωής οδηγούνται στην τελευταία ζωή, που εξαρτάται από την Ειμαρμένη. Επίσης, αφήνουν την τάξη που είναι ανώτερη από την Ειμαρμένη και υπάγονται στους νόμους της Ειμαρμένης και στον «θρόνο της Ανάγκης», αφού περάσουν μέσα από τις Μοίρες – κατά πως λέγει στην «Πολιτεία, 620 e».
Όσο για την «πρώτη γέννηση», την οποία ο δημιουργός προαναγγέλλει στις ψυχές, όταν διακηρύσσει τους νόμους της Ειμαρμένης, η ερμηνεία της δεν είναι απλή : ο Ιάμβλιχος αποκαλεί πρώτη γέννηση την σπορά των ψυχών στα οχήματα και ενισχύει την άποψη του η συνέχεια του κειμένου. Γιατί ο Πλάτωνας προσέθεσε το «έπρεπε αυτές αφού σπάρθηκαν» ως συναφές με το προηγούμενο.
Κάποιος άλλος ερμηνεύει την πρώτη γέννηση των ψυχών ως τη μια κάθοδο τους. Γιατί πρέπει καθεμιά από αυτές τις ψυχές οπωσδήποτε να έρθει σε επαφή με τον κόσμο της γένεσης. Γιατί αυτό είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους. Αυτός, λοιπόν, ορίζει γενικά ότι αυτή η γέννηση είναι κάτι σαν τη μια κάθοδο κάθε ψυχής.
Άλλη ερμηνεία, ακριβέστερη και από την προηγούμενη, είναι ότι για κάθε επιμέρους ψυχή έχει καθοριστεί μια κάθοδος όχι γενικά άλλα σε καθεμία «περίοδο του θεϊκού γεννήματος»[1]. Γιατί δεν είναι πιθανό καμία ψυχή, ούτε και από τις αποκαλούμενες άχραντες ούτε και από όσες μπορούν να υποστούν φθορά και πλάνη, να μένει ψηλά για μια ολόκληρη περίοδο, δεν μπορεί πλέον να κατεβαίνει στον κόσμο της γένεσης σε μια δεύτερη περίοδο. Γιατί όλα τα σχήματα του σύμπαντος που αναπτύσσεται, τη διατήρησαν αμετάπτωτη. Και τα ίδια σχήματα ανανεώνονται ξανά και ξανά για πάντα. Επιπλέον, η ζωή της επιμέρους ψυχής είναι μικρότερη από την περίοδο του σύμπαντος, ώστε, αν καθ’ όλη αυτήν την περίοδο είχε αρκετή δύναμη για να παραμείνει ψηλά, έλαβε αμετάτρεπτη τη νοητική (γιατί ζει με παρόμοιο τρόπο καθ’ όλο τον χρόνο), ώστε, αν ολόκληρος ο χρόνος με την εξέλιξη του δεν της έκανε τίποτα καινούργιο, αυτή ανήκει σε όσα μένουν πάντα στη φυσική τους κατάσταση. Άρα είναι ανάγκη κάθε επιμέρους ψυχή να πραγματοποιεί μια κάθοδο σε κάθε περίοδο, και κάποιες να πραγματοποιούν περισσότερες από άλλες, γιατί έχουν μεγάλη αυτεξουσιότητα. Αυτή, λοιπόν, την κάθοδο ο Πλάτωνας την έχει ονομάσει «πρώτη γέννηση». Το δηλώνει, μάλιστα, και ο ίδιος, όταν, συζητώντας για τους κλήρους της ψυχής μετά την πρώτη γέννηση, προσθέτει : «κι αν αποτύχει σε αυτά, κατά τη δεύτερη γέννηση θα μεταβληθεί στη φύση της γυναίκας». Άρα πρώτη γέννηση εννοεί την κάθοδο από το νοητό. Επειδή, όμως, η πρώτη γέννηση συμβαίνει μετά την σπορά των ψυχών στα οχήματα, κατά την οποία υπάγονται για πρώτη φορά στην Ειμαρμένη, για τον λόγο αυτό προσέθεσε : «και ότι έπρεπε αυτές, αφού καθεμία τους σπάρθηκε στο όργανο του χρόνου που της ταιριάζει, να γεννήσει το πιο θεοσεβές ανάμεσα στα ζωντανά όντα».
Γιατί έπρεπε, μετά τη σπορά στα κατάλληλα άστρα, να γεννήσουν το πιο θεοσεβές ανάμεσα στα ζωντανά όντα. Και αυτός είναι ο πρώτος νόμος της Ειμαρμένης, κάθε επιμέρους ψυχή να έρχεται σε επαφή με τον κόσμο της γένεσης μέσα σε κάθε κοσμική περίοδο. Γιατί είναι ανάγκη η περίοδος της να είναι μικρότερη από την περίοδο του σύμπαντος.
Και είναι κοινό σε όλες τις επιμέρους ψυχές. Διαφέρουν, όμως, μεταξύ τους, ως προς τις ηγεμονίες των θεών (γιατί καθεμία τους υπάχθηκε σε διαφορετική «αγελαρχική» εποπτεία) και ως προς τους τύπους ζωής που υποδεικνύουν (γιατί και ανάμεσα στις ψυχές που υπάγονται στον ίδιο θεό άλλες επιλέγουν τον τρόπο ζωής που τους ταιριάζει, και άλλες όχι, και άλλες συμμετέχουν στον ίδιο θεό ως προς μια ιδιότητα και άλλες ως προς άλλη. Γιατί τι άλλο μπορούμε να υποθέσουμε, αν από τις ψυχές που είναι εξαρτημένες από την μαντική δύναμη του Ήλιου άλλες επιδεικνύουν ιατρικό ή ιερατικό τύπο ζωής, και άλλες ερμαϊκό ή σεληνιακό ;; Γιατί δεν είναι ο ίδιος ο τρόπος της παρεκτροπής και στις δύο περιπτώσεις). Επιπλέον θα διαφέρουν και ως προς της ηθικές επιλογές τους. Γιατί, ακόμα κι αν και οι δυο επιλέξουν ιερατικό τύπο ζωής, ορθά και η άλλη εσφαλμένα. Γιατί κάθε τύπος ζωής επιδέχεται το καλό η το κακό. Επομένως, αν πρέπει να μιλήσουμε γενικά, οι ψυχές είτε υπάγονται στην ίδια δύναμη του θεού και επιλέγουν τον ίδιο τύπο ζωής και ζουν με ηθικώς παρόμοιο τρόπο, είτε υπάγονται στην ίδια δύναμη αλλά δεν επιλέγουν τον ίδιο τύπο ζωής ούτε ζουν με ηθικώς παρόμοιο τρόπο, είτε ούτε υπάγονται στην ίδια δύναμη ούτε ζουν με ηθικώς παρόμοιο τρόπο ούτε επιλέγουν τον ίδιο τύπο ζωής. Γιατί αυτή είναι η μεγαλύτερη διαφοροποίηση από όλες.
Οι τρόποι, λοιπόν, των διαφορών είναι τόσοι. Γιατί, καθώς όλα είναι τρία, είτε θα τα αρνηθούμε όλα είτε θα τα επιβεβαιώσουμε όλα είτε θα αρνηθούμε τα δύο και θα επιβεβαιώσουμε το ένα, είτε το αντίστροφο, και αυτό με τρις τρόπους, είτε δηλαδή τα άκρα σε αντιδιαστολή με το μέσο, είτε τα πρώτα σε αντιδιαστολή προς το τελευταίο είτε το πρώτο σε αντιδιαστολή με τα υπόλοιπα. Άρα κατ’ αρχάς είναι ανάγκη τόσες να είναι οι διαφορές της ψυχής όσον αφορά τις ηθικές επιλογές της και τον τύπο ζωής της. Κοινό χαρακτηριστικό, όμως, κάθε ψυχής είναι, όπως έχει ειπωθεί, η μια κάθοδος σε κάθε περίοδο, «για να μην αδικηθεί καμία» από τον δημιουργό, λέει ο Πλάτωνας, επειδή θα έχει αναγκαστεί να κατέβει περισσότερες φορές από τις άλλες. Άρα στην περίπτωση αυτών των ψυχών η αυτεξουσιότητα συνδυάζεται με την αναγκαιότητα (γιατί όσο μερικότερη γίνεται η αυτεξουσιότητα, τόσο περισσότερο μειώνεται ως προς τη δύναμη), ενώ στην περίπτωση των θεϊκών και των δαιμονικών ψυχών η ζωή ήταν ανεξάρτητη, ελεύθερη, εύκολη και υπεράνω κάθε αναγκαιότητας.
Άρα οι ψυχές πραγματοποιούν από μόνες τους τις πρώτες καθόδους και οδηγούνται επίσης και από τη Ειμαρμένη, και σε αυτές είναι μεγαλύτερη η αυτεξουσιότητα, επειδή αυτή ανήκει στις ψυχές από την ουσία τους, ωστόσο υπάρχει και το καθορισμένο από την Ειμαρμένη. Γιατί ο νόμος της Ειμαρμένης, ο οποίο υπάρχει μέσα τους, τις οδηγεί στην πρώτη γέννηση, πολύ περισσότερο αυτό το κάνει ο νόμος που υπάρχει μέσα στο σύμπαν και η δύναμη της Ειμαρμένης. Πραγματοποιούν, μάλιστα, την πρώτη κάθοδο, όταν ήδη σπάρθηκαν γύρω από τους ορατούς θεούς, προκειμένου να τους έχουν σαν σωτήρες τους εις την περί την γένεση περιπλάνησή τους [πλάνη τους] και προκειμένου να τους επικαλούνται σαν επόπτες.
Πώς, όμως, οι ψυχές κυριαρχούν σε αυτές τις σωματικές ζωές ;; Ίσως με το να περιέχουν τις αιτίες τους. Γιατί με τις αιτίες τους καθιστούν και τις ζωές πιο αρμονικές. Γιατί αυτό που εκ φύσεως κυριαρχεί σε κάποια πράγματα, περιέχει μέσα του τη λογική αρχή αυτών στα οποία κυριαρχεί, προκειμένου να έχει υπόψη του αυτή τη λογική αρχή και έτσι να καθορίζει τα μέτρα της κίνησης του αντικειμένου στο οποίο κυριαρχεί. Γιατί χτυπιέται από τον Οδυσσέα ο θυμός στο στήθος του, αλλά και αυτό που τον χτυπά είναι θυμός. Αυτός όμως ο θυμός είναι πλέον εκπαιδευμένος και διευθετεί και τον εξωτερικό θυμό, προκειμένου να πραγματοποιήσει την κίνηση του με δίκη [δικαιοσύνη]. Αν, όμως, υποχωρούσε στο πάθος και την υλική κίνηση, οπωσδήποτε θα κατέστρεφε και την υπόλοιπη τάξη της ψυχής.
Όταν, λοιπόν, οι ψυχές κυριαρχήσουν στα υλικά πάθη και διευθετήσουν τις εσωτερικές ζωές, ζουν με δικαιοσύνη, ενώ, αν κυριαρχηθούν, διολισθαίνουν στην αδικία. Γιατί, αν ακολουθούν τις αμέτρητες επιθυμίες του σώματος, έχουν και τις δικές τους δυνάμεις να είναι άτακτες και να επεκτείνουν πέραν του δέοντος γύρω από τον Κόσμο του γίγνεσθαι.
Πως, όμως, άλλοτε ακολουθούν τη δίκη [δικαιοσύνη] και άλλοτε όχι ; Προ πολλού έχει ειπωθεί για αυτές το «όσα θέλουν να ακολουθούν πάντα τη δικαιοσύνη και εσάς». Ίσως, λοιπόν, θέλουν πάντα να ακολουθούν τη δίκη [δικαιοσύνη] και τους θεούς, αλλά δεν τους ακολουθούν πάντα, σύμφωνα με τους λόγους στον «Γοργία, 459 e, 527b», οι οποίοι διαχωρίζουν την αληθινή βούληση από την φαινομενική εντύπωση. Ίσως ακολουθούν τη δίκη [δικαιοσύνη] και τους θεούς αυτές στις οποίες κυριαρχεί το θείο. Γιατί αυτός  που θέλει τα αγαθά, θέλει να ακολουθεί τη δικαιοσύνη. Γιατί αυτό είπε και ο Πλάτωνας και σε εκείνο το χωρίο: «επειδή μέσα σε αυτά καθοδηγεί όσα θέλουν να ακολουθούν πάντα τη δικαιοσύνη και εσάς». Γιατί εκ φύσεως το θεϊκό μέρος που υπάρχει μέσα μας ακολουθεί τη δίκη [δικαιοσύνη], ενώ το άλογα είδη της ζωής ακολουθούν το θεϊκό μέρος που υπάρχει μέσα μας.
«Και όποιος ζήσει σωστά κατά τη διάρκεια του κατάλληλου χρόνου, θα πορευτεί πάλι στην κατοικία του συννόμου άστρου και θα έχει ζωή ευδαίμονα» λέγει ο Πλάτωνας. Και αυτά πραγματοποιούνται από τις ίδιες τις ψυχές (γιατί είναι αυτοκινούμενες και τοποθετούν τον εαυτό τους στον κατάλληλο τόπο), πραγματοποιούνται και από την Ειμαρμένη (γιατί εκείνη καθορίζει τους οικείους κλήρους κάθε ψυχής και τους προσαρμόζει στα οικεία είδη της ζωής), πραγματοποιείται και από τους θεούς που διευθετούν το σύμπαν (γιατί εκείνοι απονέμουν αυτό που αξίζει στα πάντα, και για αυτό λένε ότι η Δίκη [Δικαιοσύνη] από το κέντρο της σφαίρας του ήλιου απλώνεται παντού και κατευθύνει τα πάντα). Αλλά, όπως ακριβώς μέσα στο σύμπαν «η Δίκη [Δικαιοσύνη], η οποία ακολουθεί τον Δία, είναι τιμωρός των παραβατών του θεϊκού νόμου», όπως λέγει ο Πλάτων στους «Νόμους, 716.a», έτσι και η ενέργεια της Δίκης γύρω από τις ψυχές ανακαλεί στην τάξη όσες έχουν ξεχάσει τους νόμους της Ειμαρμένης και αντάλλαξαν την ανώτερη ζωή με την κατώτερη.
Ποιος είναι, όμως, «ο κατάλληλος χρόνος», ποιο είναι «το σύννομο άστρο» και ποια «η ευδαίμων ζωή» ;;
Ο κατάλληλος χρόνος είναι σαν κι αυτόν που ο ίδιος ο Πλάτωνας καθόρισε στον «Φαίδρο, 249.a» για τις ψυχές που περιφέρονται εδώ μέσα με την πρώτη γέννηση τους, ο χιλιετής ή κάποιος άλλος παρόμοιος. Γιατί, όπως στην περίπτωση των ψυχών που επέλεξαν τη φιλοσοφική ζωή, ο χρόνος είναι χιλιετής, έτσι και στην περίπτωση των άλλων ψυχών ο χρόνος είναι διαφορετικός, μεγαλύτερος ή μικρότερος, καθορισμένος όχι ενιαία αλλά ανάλογα με το είδος της ζωής.
Το σύννομο άστρο είναι αυτό γύρω από το οποίο πραγματοποιήθηκε η σπορά και η διανομή των ψυχών και των οχημάτων, ώστε, αν κάποιες ψυχές είχαν από την αρχή για κλήρο τους τη γη, και αυτές μετά την πρώτη ζωή τους, εφόσον ακολουθήσουν τη δίκη [δικαιοσύνη] και τους θεούς, να αναχωρήσουν για το αιθέριο όχημα της καθολικής γης, εγκαταλείποντας τον γήινο όγκο (και εγκαθιστούν μέσα σε εκείνο τον εαυτό τους και το σύμφυτο όργανο τους, καθώς οι ίδιες συμπληρώνονται με νοητική ζωή και συμπληρώνουν τα οχήματα τους με θεϊκό φως και με δημιουργική δύναμη) και, αν κάποιες προόδευσαν γύρω από τον ήλιο, να ανατρέξουν στην ολότητά τους και με εκείνη να διακοσμήσουν το σύμπαν έχοντας λάβει τέτοια δύναμη από την συμπαράταξη τους με εκείνη, δύναμη με βάση την οποία προνοούν για το σύμπαν χωρίς να αποκόβονται από την νόησή τους.
Η ευδαίμων ζωή είναι αυτή που καθορίζεται από την ιδιότητα των ηγεμόνων. Γιατί αυτοί είναι εκείνοι που, παίζοντας τον ρόλο των δαιμόνων, κρατούν τις επιμέρους ψυχές και τις ανυψώνουν προς το νοητό, όπως ακριβώς ανυψώνουν τις θεϊκές ψυχές οι ηγεμόνες των ανεξάρτητων θεών. Για αυτό και στην «Πολιτεία, 540 c» τις έχει αποκαλέσει «ευδαίμονες» ψυχές, επειδή είναι εξαρτημένες από εκείνους οι οποίοι είναι κάτι σαν δαίμονες. Γιατί παντού αυτό που βρίσκεται αμέσως από πάνω παίζει το ρόλο του δαίμονα σε σχέση με αυτό που κρίνεται άξιο της πρόνοιας εκείνων.
Πρέπει, όμως να διακρίνουμε και την συνοχή των θεωριών. Γιατί ο Πλάτωνας έδωσε υπόσταση στις ψυχές από την δημιουργική και ζωογονική  αιτία, και μετά τη γέννηση τους υπέταξε καθεμία σε διαφορετική θεϊκή ψυχή, καθιστώντας και την πρόοδο και την διανομή τους υπερκόσμια. Μετά την υπερκόσμια πρόοδο και διανομή τους, τις εισήγαγε στο σύμπαν, δίνοντας τους όχημα [στις ψυχές, όχι το σώμα] και τις έσπειρε γύρω από τα άστρα. Κατόπιν τις κατέβασε εις γένεσιν [στον κόσμο της γένεσης] και τους έχει δώσει το θνητό είδος της ζωής. Μετά από αυτά διαίρεσε τους τρόπους ζωής τους απένειμε τους κλήρους που ταιριάζουν στους τρόπους ζωής. Γιατί η πρόοδος των ψυχών πραγματοποιείται από τα υπερκόσμια μέχρι τον Κόσμο, και η κάθοδό τους γίνεται από την καθολική ζωή μέχρι τον κόσμο της γένεσης.
Επειδή, λοιπόν, τώρα έχει κάνει λόγο για τις ψυχές που μετά την πρώτη γέννησης τους αποκαθιστούνται στο σύννομο άστρο τους και υποστηρίζει ότι αυτές, αφού εγκαταλείψουν το σώμα, θα έχουν ευδαίμονα ζωή, πως θα πούμε ότι αυτά συμφωνούν με τα όσα λέγονται στον «Φαίδρο, 249 a»;; Γιατί εκεί αυτός που επέλεξε τη φιλοσοφική ζωή αποκαθίστατο μετά από τρεις ζωές. Θα πούμε λοιπόν ότι ο κλήρος που παραδίδεται εδώ δεν αποτελεί αποκατάσταση στο ίδιο αρχικό σημείο από όπου έχει έρθει κάθε ψυχή (γιατί αυτό συμβαίνει μετά από τρεις χιλιετίες περιόδους), αλλά είναι μια επιστροφή προς το άστρο κάτω από το οποίο η ψυχή ήταν τοποθετημένη ως προς την ουσία της και είχε κοινή ζωή με εκείνο. Γιατί αυτό είναι δυνατόν να υπάρξει και στις μη φιλοσοφικές ψυχές, το «να ανυψωθούν από την δικαιοσύνη σε κάποιο τόπο του ουρανού και να ζήσουν αντάξια του τρόπου ζωής που έζησαν μέσα στο είδος του ανθρώπου». Γιατί αυτό έχει ειπωθεί στον «Φαίδρο» για τις μη φιλοσοφικές ψυχές των οποίων άλλη είναι η εκ νέου αποκατάσταση στο ίδιο αρχικό σημείο και άλλη η άνοδος στο σύννομο άστρο. Γιατί η αποκατάσταση χρειάζεται τρεις περιόδους, ενώ η άνοδος μπορεί να συμβεί και σε μια περίοδο, και η πρώτη ανεβάζει την ψυχή στο νοητό από το οποίο ξεκίνησε να κατεβαίνει, ενώ η δεύτερη την ανυψώνει σε ένα χαμηλότερο είδος ζωής. Γιατί υπάρχουν βαθμοί ευδαιμονίας. Και η άνοδος είναι διπλή, μια αυτή όσων ανεβαίνουν και μια αυτή όσων έχουν ανέβει. Επομένως και η ψυχή που έφτασε στο σύννομο άστρο είναι δυνατόν είτε να συνταχθεί με τις εγκόσμιες δυνάμεις του θεού της είτε να προχωρήσει και πιο πάνω. Αν, μάλιστα, πρόκειται να ανέβει στο ίδιο το νοητό, χρειάζεται την περίοδο των τριών χιλιάδων ετών. Γιατί με αυτήν επιτυγχάνεται η κορυφαία αναπτέρωση.
Προς περισσότερη κατανόηση του τι είναι η γη και κατ’ επέκταση και τι είναι το αιθέριο όχημα της καθολικής γης και έχοντας κατά νου ότι  ο Πλάτων σχετικά με την γη σε κάποιο σημείο στον «Τίμαιο» [40. b.8 – c.3] λέγει: «τη γη που είναι τροφός μας και που είναι τυλιγμένη γύρω από τον πόλο ο οποίος έχει εκτεθεί από τη μια άκρη ως την άλλη, την επινόησε ως φύλακα και δημιουργό της νύχτας και της ημέρας, πρώτη και παλιότερη από όσους θεούς έχουν γεννηθεί μέσα στον ουρανό. …….. γῆν δὲ τροφὸν μὲν ἡμετέραν, ἰλλομένην δὲ  τὴν περὶ τὸν διὰ παντὸς πόλον τεταμένον, φύλακα καὶ δη μιουργὸν νυκτός τε καὶ ἡμέρας ἐμηχανήσατο, πρώτην καὶ πρεσβυτάτην θεῶν ὅσοι ἐντὸς οὐρανοῦ γεγόνασιν» θα πούμε ότι η φυσική διδασκαλία για την γη προστίθεται αμέσως μετά το χωρίο για την κίνηση των άστρων, όχι επειδή ο διάλογος παράγει τώρα για πρώτη φορά τη γη με τούτο το χωρίο (γιατί ήδη της έδωσε υπόσταση, όταν έδωσε υπόσταση στον Κόσμο από το σύνολο των στοιχείων, και των ακραίων και των μεσαίων) αλλά επειδή η αναφορά στη γη συμβάλλει στην περιγραφή της πορείας των πλανητών και των απλανών αστέρων και στην περιγραφή του χρόνου και των χρονικών περιόδων, αφού η γη κατέστη φύλακας της νύχτας και της ημέρας. Γιατί ολόκληρος ο ουρανός χορεύει γύρω από αυτήν και περιστρέφεται κυκλικά, και αυτή είναι το κέντρο του Σύμπαντος, όσο είναι αυτό δυνατόν για ένα φυσικό σώμα. Γιατί άλλο είναι το αδιαίρετο κέντρο, το οποίο, μέσα στην αληθέστατη σφαίρα που περιέχει ολόκληρο τον φυσικό και αισθητό Κόσμο, κατέχει τη μεσαία θέση και από τη μέση απλώνεται παντού και αποτελεί δύναμη της σφαίρας και έχει θέση αντίστοιχη με τους πόλους, και άλλο είναι το φυσικό κέντρο, το οποίο η Φύση τοποθέτησε στη μέση και γύρω από το οποίο κινούνται όλα τα άστρα κυκλικά και προς το οποίο αποτελούν τις ενέργειες τους και το οποίο λέμε ασφαλώς ότι είναι η γη. Επομένως, αφού ο Πλάτωνας έκανε λόγο για την κυκλική περιστροφή των ουράνιων σωμάτων, δικαιολογημένα προσέθεσε σε όσα ειπώθηκαν και την αναφορά στη γη.
Επίσης, και από μια άλλη άποψη η φύση της γης επέχει τη θέση της μητέρας σε σχέση με την ουράνια φύση. Γιατί όσα δημιουργεί ο ουρανός με πατρικό τρόπο, αυτά θα δημιουργήσει η γη με μητρικό τρόπο. Γιατί όλα τα ουράνια φαινόμενα, μέσω των οποίων πραγματοποιείται ο κύκλος της γένεσης, λαμβάνουν υπόσταση από τον ουρανό σαν πατέρα τους, ο οποίος κυβερνά από ψηλά ολόκληρη την υλική και κινητή ουσία, και από την γη σαν μητέρα τους. Γιατί η γη παρέχει την ύλη στις αναθυμιάσεις οι οποίες προέρχονται από όσα συρρέουν σε αυτήν και από τον εαυτό της, όπως ακριβώς ο ουρανός τους παρέχει το είδος και την μορφή. Άρα και για τον λόγο αυτό δικαιολογημένα ο Πλάτωνας συνέδεσε την αναφορά στη γη με την αναφορά στον ουρανό, λαμβάνοντας υπόψη του την ίδια την φύση των πραγμάτων και παρατηρώντας τη συμφωνία τους, την επικοινωνία τους και τη συγγενή σύνδεσή τους μέσα στις αρχές.
Αλλά όμως ο Πλάτωνας με τη σειρά του λόγου έκανε εμπράκτως ολοφάνερη τη δύναμη της αναλογίας, εισάγοντας την αναφορά στους πλανήτες στην αρχή και στη μέση, και παραδίδοντας την αναφορά στη γη πριν από τις υπόλοιπες υποσελήνιες θεότητες. Γιατί έτσι τα άκρα γίνονται πρώτα και μεσαία, ενώ τα μεσαία πάλι μετακινούνται στην θέση των ίδιων των άκρων. «και αυτό κάνει με τον καλύτερο τρόπο η αναλογία από τη φύση της«.
Άρα από όλες τις απόψεις η φυσική διδασκαλία για την γη είναι σύμφυτη με τη μελέτη το ουρανού. Αρκετά για τη σειρά του λόγου.
Ποια είναι, όμως, η γη από πού προέρχεται, πως λέγεται «τροφός μας» και «η παλαιότερη και πρώτη από τους θεούς» ;; Γιατί, αν μπορέσουμε να κατανοήσουμε αυτά τα πράγματα, θα έχουμε, προς το παρόν τουλάχιστον, μια ικανοποιητική ερμηνεία της γης.
Η γη, λοιπόν, προέρχεται πρώτα από τη νοητή γη, η οποία περιέχει ενιαία όλες τις νοητές τάξεις των θεών και είναι εδραιωμένη αιώνια μέσα στον πατέρα, και από τη νοητική γη, η οποία είναι παραταγμένη μαζί με τον ουρανό και υποδέχεται όλες τις δημιουργίες του ουρανού. Γιατί, σε αντιστοιχία με εκείνες τις δυο, τούτη η γη μένει αιώνια, εφόσον βρίσκεται στο κέντρο του ουρανού, και συνέχεται ολόγυρα από τον ουρανό και είναι γεμάτη με γεννητική δύναμη και δημιουργική τελειότητα. Άρα η αληθινή γη δεν είναι τούτος ο σωματικός και παχύς όγκος (γιατί λόγω του όγκου δεν θα ήταν «η παλαιότερη και η πρώτη από όσους θεούς έχουν τοποθετηθεί μέσα στον ουρανό») ούτε είναι η ψυχή τούτου εδώ του σώματος. Γιατί δεν θα βρισκόταν «γύρω από τον πόλο που έχει εκταθεί από την μια άκρη ως την άλλη». Γιατί δεν το κάνει αυτό η ψυχή αλλά το σώμα της γης. Αντιθέτως, αν πρέπει να πούμε την πάσα αλήθεια για τη γη, είναι ζωντανό Ον αποτελούμενο από θεϊκή ψυχή και ζωντανό σώμα. Για αυτό και το σύνολο είναι ζωντανό Ον, όπως λέει ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο, 32.d». Γιατί υπάρχει μέσα σε αυτό το ζωντανό Ον νους άυλος και υπερβατικός, ο οποίος κρατά στην ίδια θέση τούτον εδώ τον ορατό όγκο. Υπάρχει μέσα του και θεϊκή ψυχή η οποία χορεύει γύρω από αυτόν εδώ τον νου και σώμα αιθέριο που είναι άμεσα εξαρτημένο από την ψυχή. Τελευταίος υπάρχει τούτος ο ορατός όγκος, ο οποίος από κάθε του πλευρά διαπνέεται από το όχημα της ψυχής και συμπληρώνεται με ζωή, λόγω της οποίας η γη γεννά και τρέφει κάθε λογής ζωντανά όντα, άλλα ριζωμένα μέσα της και άλλα κινούμενα γύρω της. Άρα είναι αναγκαίο να αποδώσουμε στη γη ψυχή και νου, την ψυχή για να την κάνει γόνιμη, και τον νου για να τη συγκρατεί στο κέντρο του σύμπαντος.
Αυτή, λοιπόν, είναι η γη : θεϊκό ζωντανό ον και σύνολο νοητικών και ψυχικών ουσιών και άυλων δυνάμεων. Καθώς, λοιπόν, είναι τέτοια, λέγεται «τροφός μας», πρώτον επειδή έχει κατά κάποιο τρόπο μια δύναμη αντίρροπη προς τον ουρανό και, όπως ακριβώς εκείνος περιέχει θεϊκά ζωντανά όντα, έτσι και αυτή φαίνεται να περιέχει γήινα ζωντανά όντα. Δεύτερον επειδή ζωογονεί τις ζωές μας από τη δική της ζωή. Γιατί όχι μόνο παράγει καρπούς και τρέφει με αυτούς τα σώματά μας, αλλά συμπληρώνει και τις ψυχές μας με τις δικές της εκλάμψεις. Γιατί, αφού είναι θεϊκό ζωντανό Ον και γέννησε εμάς που έχουμε γεννηθεί ως επιμέρους ζωντανά όντα, μέσω του σώματός της τρέφει και συνέχει το σώμα μας, από την ψυχή της τελειοποιεί τη δική μας ψυχή, με τον νου της διεγείρει τον νου που βρίσκεται μέσα μας, και έτσι με το σύνολο της γίνεται τροφός ολόκληρης της υπόστασής μας. Για αυτό φαίνεται ότι ο Πλάτωνας την είπε «τροφό μας», υποδεικνύοντας τη νοητική θρεπτική ενέργειά της. Γιατί, αν είναι «τροφός μας», και αν εμείς είμαστε στην πραγματικότητα ψυχές και νόες, ως προς εκείνα κυρίως θα μας τελειοποιεί, παρακινώντας τον νου μας.
Εάν, τώρα, η γη είναι θεϊκό ζωντανό Ον που περιλαμβάνει πολλά επιμέρους ζωντανά όντα, λέγεται ότι «είναι τυλιγμένη γύρω από τον πόλο που έχει εκταθεί από την μία άκρη ως την άλλη», επειδή συγκεντρώνεται και συμπτύσσεται γύρω από τον άξονα του σύμπαντος. Γιατί είναι πόλος και ο άξονας και λέγεται και εδώ πόλος επειδή γύρω από αυτόν γυρίζει [πολεί] το σύμπαν. Επειδή, όμως, ο πόλος είναι αδιαίρετος ενώ ο άξονας είναι πόλος με διάσταση, όπως αν κανείς έλεγε τη γραμμή «σημείο που σύρθηκε», λέγεται ότι έχει εκταθεί από την μία άκρη ως την άλλη, επειδή διαπερνά από την μία άκρη ως την άλλη το κέντρο της γης. Γιατί δεν έχει ειπωθεί ότι «έχει  εκταθεί από την μία άκρη ως την άλλη» σαν να σημαίνει «από την μία άκρη του σύμπαντος ως την άλλη». Γιατί μια τέτοια ερμηνεία θα εμπεριέχει ανακρίβεια.
Το «τυλιγμένη [ιλλομένη]» δηλώνει την συμπτυγμένη και συγκεντρωμένη και όχι αυτήν που κινείται, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στο «Περί ουρανού, Β΄ 13, 293b 30 – 32». Γιατί ο Πλάτωνας διατηρεί ιδιαιτέρως ακίνητη την γη και, προσθέτοντας την αιτία για την οποία είναι ακίνητη, λέει στον «Φαίδωνα, 109.a» : «Γιατί, αν ένα ισόρροπο πράγμα μπει στη μέση κάποιου ομοιογενούς πράγματος, δεν θα μπορεί να κλίνει προς τη μια ή την άλλη πλευρά περισσότερο ή λιγότερο«. Επιπλέον το επιχείρημα ότι το «τυλιγμένη» σημαίνει την μαζεμένη και όχι την κινούμενη επιβεβαιώνεται από την ελληνική γλώσσα, δια στόματος Ομήρου στην «Ιλιάς» ραψωδία Ν΄ 572, αποκαλεί «ιλλάδας» [ιλλάδες] τους δεσμούς. Και ο ίδιος ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 76.Bc» θα πει στην συνέχεια ότι οι τρίχες ίλλονται στο κεφάλι, όταν ριζώνουν και συμπυκνώνονται μέσα στο δέρμα, ώστε να είναι και από αυτό φανερό πως είπε εδώ τη γη «ιλλομένη».
Αν, όμως, υποστηρίξουμε ότι η φράση «γιατί μόνο η Εστία μένει στον οίκο των θεών», που έχει ειπωθεί από τον Πλάτωνα στον «Φαίδρο, 247 a», έχει ειπωθεί  για την ίδια την γη, πολύ θα απέχει ο Πλάτωνας από το να αποδώσει κίνηση στη γη. Όμως, ακόμα κι αν δεν ταυτίσουμε την εκεί Εστία με τη γη, ωστόσο πρέπει να θεωρήσουμε ότι μέσα στη γη υπάρχει μια δύναμη που φυλάει την εστία. Γιατί, όπως λέμε ότι στον ουρανό οι πόλοι συγκρατούνται από την Εστία, το ίδιο ισχύει για τη γη μέσα στα στοιχεία, και η αντιστοιχία που υπάρχει ανάμεσα στην υπερκόσμια Εστία και στον μεγάλο ηγεμόνα των δώδεκα θεών, υπάρχει μεταξύ της γης και του ουρανού μέσα στα εγκόσμια. Πως, λοιπόν, είναι λογικό εμείς να ερμηνεύσουμε το ιλλομένη (τυλιγμένη) ως ειλλουμένη (περιστρεφόμενη) και να θεωρήσουμε ότι η γη περιστρέφεται, ωσάν να λέμε κάτι που πιστεύει ο Πλάτωνας ;; Ο Πλάτωνας  την καθιστά ακίνητη. Γιατί ασφαλώς δεν θα έκανε το τέλειο έτος μόνο από οκτώ περιόδους, αλλά θα συμπεριλάμβανε ως ένατη και την περίοδο της γης, αποκαθιστώντας και αυτήν μαζί με τις άλλες και δημιουργώντας από όλες τις περιόδους μια αποκατάσταση για τον κύκλο της ταυτότητας. Έτσι, λοιπόν, θα εξηγήσουμε τον πόλο, τον άξονα και τη γη που συγκρατείται στο κέντρο γύρω από αυτόν.
Πρέπει, όμως, από αυτές τις λέξεις να μεταβούμε στη φύση και να παρατηρήσουμε ότι οι πόλοι έχουν δυνάμεις που εδραιώνουν και συνέχουν το σύμπαν και διεγείρουν ολόκληρο τον όγκο του σύμπαντος προς τον έρωτα για τα νοητά και συγκρατούν το αδιαίρετο με τρόπο αδιαίρετο και ενωμένο, και χωρίς διάσταση αυτό που έχει διάσταση (για αυτό και στην «Πολιτεία, 616.c» έφτιαξε “τα άγκιστρα της ηλακάτης [του αδραχτιού] από διαμάντι”, υποδεικνύοντας τον απαρέγκλιτο και ατσάλινο χαρακτήρα τους). Πρέπει, επίσης, να θεωρήσουμε τον άξονα ως μια θεότητα που συνδέει τα κέντρα του σύμπαντος, που συνέχει ολόκληρο τον Κόσμο, που κινεί τις θεϊκές περιφορές, που γύρω της πραγματοποιεί ο χορός του σύμπαντος και οι κυκλικές περιστροφές, που σηκώνει ολόκληρο τον ουρανό και που για τον λόγο αυτόν την έχουν ονομάσει Άτλαντα, επειδή έχει αμετάτρεπτη και ακαταπόνητη ενέργεια. Αλλά όμως και το «έχει εκταθεί» υποδεικνύει ότι αυτή η μια δύναμη, η οποία φρουρεί την κυκλική κίνηση του σύμπαντος, ανήκει στην τάξη των Τιτάνων.
Αν, όμως, όπως υποστηρίζει ο θεϊκός Ιάμβλιχος, επιθυμούμε να εννοήσουμε τη φράση «τον πόλο που έχει εκταθεί από την μία άκρη ως την άλλη» σαν να αναφέρεται στον ουρανό, ούτε κι έτσι θα απομακρυνθούμε από την σκέψη του Πλάτωνα. Γιατί, όπως λέει ο ίδιος ο Πλάτωνας στον «Κρατύλο, 405.cd», οι ικανοί στην αστρονομία αποκαλούν τον ουρανό «πόλο» επειδή περιστρέφεται (περιπολεί) αρμονικά. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, λοιπόν, θα μπορούσε να ονομαστεί «πόλος που έχει εκταθεί από την μία άκρη στην άλλη» ο ουρανός ο οποίος είναι στο σύνολό του λυγισμένος, επειδή δεν έχει γωνίες (γιατί έτσι έχει εκταθεί η επιφάνεια του κύκλου), και ότι γύρω του είναι τυλιγμένη η γη, ότι τοπικά αλλά επειδή η γη, λόγω της επιθυμίας της να του μοιάσει, συγκλίνει προς το κέντρο, προκειμένου, όπως εκείνος κινείται γύρω από το κέντρο, έτσι και αυτή να συγκεντρωθεί στο κέντρο και, αφού γίνει όσο μπορεί σφαιρική, να γίνει όμοια με τον ουρανό, που είναι κατ’ ουσίαν σφαιρικός, και να συμπτυχθεί γύρω από τον ουρανό έτσι, όπως ο ουρανός ολόκληρος έχει εκταθεί γύρω από αυτήν. Ωστόσο,  σύμφωνα και με τις δυο ερμηνείες ο Πλάτωνας έχει παραδώσει την αιτία για την οποία η γη κρατιέται στο κέντρο, επειδή ο άξονας είναι δύναμη που συνέχει τη γη, επειδή η γη συγκρατείται ολόκληρη από τον κύκλο του ουρανού και συγκεντρώνεται στο κέντρο του σύμπαντος.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η μία σωτηρία της ψυχής που προβάλλεται από τον δημιουργό, η σωτηρία η οποία απαλλάσσει από τον κύκλο της γένεσης, από την μεγάλη περιπλάνηση και από την άσκοπη ζωή είναι η αναδρομή προς το νοητικό είδος της ψυχής και η φυγή από όλα όσα έχουν προσκολληθεί σε εμάς από την γέννηση. Γιατί πρέπει η ψυχή, η οποία ρίχτηκε σαν σπόρος μέσα στην γενεσιουργό σπορά, να αποβάλει το άχυρο και το φλούδι, θα λέγαμε, το οποίο απέκτησε από τη γένεση της από όσα την έχουν περιβάλει, να γίνει άνθος και καρπός νοητικός, αγαπώντας τη νοητική ζωή αντί για την τροφή της δοξασίας και επιδιώκοντας την ομοιόμορφη και απλή ενέργεια της περιφοράς της ταυτότητας αντί για την πλανόδια κίνηση της περιφοράς της διαφορετικότητας. Γιατί υπάρχει και μέσα της καθένας από τους δυο κύκλους και οι δύο δυνάμεις και οι δυο ίπποι, ο αγαθός και ο αντίθετος, εκ των οποίων ο ένας οδηγεί την ψυχή στον κόσμο της γένεσης, ενώ ο άλλος από τον κόσμο της γένεσης προς το αληθινό ΟΝ, και ο ένας την περιστρέφει στον γενεσιουργό κύκλο, ενώ ο άλλος στον νοητικό. Γιατί η περιφορά της ταυτότητας και της ομοιότητας ανεβάζει την ψυχή προς τον νου, προς τη νοητή φύση και προς  την πρώτη και άριστη έξη – και αυτή η έξη κατά την οποία η ψυχή έχει αναπτερωθεί και διοικεί ολόκληρο τον Κόσμο μαζί με τους θεούς, αφού εξομοιωθεί με τους ίδιους τους θεούς, και αυτό το καθολικό είδος της ζωής μέσα στην ψυχή, όπως ακριβώς το μερικό είναι όταν η ψυχή πέσει στο έσχατο σώμα και ανήκει σε ένα επιμέρους πράγμα αντί για το σύνολο, και το καθολικό – μερικό είδος της ζωής, το οποίο βρίσκεται ανάμεσά τους, είναι όταν ζει μαζί με το μεσαίο όχημα ως πολίτιδα του Κόσμου της γένεσης – απορρίπτοντας, λοιπόν, την προηγούμενη έξη η οποία ακολουθούσε τη σχέση με ολόκληρο τον Κόσμο της γένεσης και με το άλογο στοιχείο, χορηγώντας νου στη δοξασία και οδηγώντας ολόκληρη την ψυχή από την περιπλάνηση γύρω από τον κόσμο της γένεσης προς την ευδαίμονα ζωή. Αυτή τη ζωή εύχονται να πετύχουν όσοι, κατά τον Ορφέα, μυούνται στα μυστήρια του Διονύσου και της Κόρης, καθώς «και να απελευθερωθούν από τον κύκλο και να ξανασάνουν από την αθλιότητακύκλου τ᾽ ἂν λήξαι καὶ ἀναπνεύσαι κακότητος».

Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος [23-2-2006, ΕΛΛΑΣ]

[1] Βλ. Πλάτωνας «Πολιτεία» βιβλίο Ι’ 546b. Δηλαδή «θεϊκό γέννημα» είναι το Σύμπαν.
———————————————————————————————————————————————————-
Πηγές
Πλάτων
  • Τίμαιος  (40.b-c,  41.c – 42.d)
  • Φαίδρος
  • Φαίδων
  • Πολιτικός
  • Επινομίς
  • Πολιτεία
  • Γοργίας
  • Κρατύλος
Αριστοτέλης
  • Περί ουρανού
Πρόκλος

  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄, 233. 05 – 234.06.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄, 260. 07 – 265.12.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄, 266. 15 – 271.28.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄[συνέχεια], 276. 25 – 279.05.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄ [συνέχεια], 279. 06 – 280.33.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄[συνέχεια], 288. 30 – 289.25.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄[συνέχεια], 289. 29 – 292.10.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Δ΄, 133. 16 – 144.15.
  • “Εις τον Τίμαιον του Πλάτωνος”,  τόμος Ε΄[συνέχεια], 296. 07 – 300.20.


Πηγή:
eleysis69.wordpress.com