Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

"Ημισφαιρικός Συγχρονισμός Εγκεφάλου (Hemi-Sync)"

Ο Robert Monroe ανέπτυξε και κατοχύρωσε (1) την τεχνολογία του "ρυθμού δύο ακουστικών εξόδων" [binaural beat] την οποία ονόμασε σύστημα ηχητικής καθοδήγησης Hemi-Sync. Tο ίδρυμα Monroe, ένας μη κερδοσκοπικός ερευνητικός και εκπαιδευτικός οργανισμός, ενσωμάτωσε το σύστημα Hemi-Sync μέσα σε μία εκπαιδευτική διαδικασία. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, τα άτομα ακούνε έναν συνδυασμό πολλαπλών ηχητικών ρυθμών δύο ακουστικών εξόδων, οι οποίοι είναι αναμεμιγμένοι με μουσική, ροζ ήχο (2), ή φυσικό ήχο κυμάτων. Κατά τη διαδικασία του Hemi-Sync, συνδυάζονται οι συχνότητες των δυο ακουστικών εξόδων ρυθμών, οι οποίες σε συνδυασμό με την επίδραση διαφόρων άλλων ερεθισμάτων, ενθαρρύνουν την εστίαση του νου, προάγοντας έτσι την πρόσβαση σε ανώτερα συνειδησιακά επίπεδα

Οι αρχαίοι πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν τη φυσική δύναμη του ήχου και της μουσικής για να επηρεάσουν με ασφάλεια τις καταστάσεις συνείδησης κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών τελετών, και για να προάγουν την ψυχολογική και σωματική υγεία. Σήμερα, η πεποίθηση ότι τα ηχητικά ερεθίσματα μπορούν να επηρεάσουν τη συνείδηση είναι ευρέως αποδεκτή (Poole 1993). Το Hemi-Sync αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο επιστήμης στην τεχνολογική εφαρμογή των φυσικών δυνάμεων του ήχου, και παρουσιάζει μία ποικιλία ωφέλιμων εφαρμογών. Μελέτες έχουν αποδείξει βελτιώσεις στην αισθητηριακή ολοκλήρωση [sensory integration] (Morris 1990), τη χαλάρωση, το διαλογισμό, τη μείωση του stress, τον έλεγχο του πόνου, τον ύπνο (Wilson 1990; Rhodes 1993), και τη φροντίδα της υγείας (Carter 1993). Επίσης, το Hemi-Sync έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό στις εξής καταστάσεις: βελτίωση του περιβάλλοντος εκμάθησης [enriched learning environments], ενδυνάμωση της μνήμης (Kennerly 1994), βελτιωμένη δημιουργικότητα (Hiew 1995), αυξημένη διαίσθηση, βελτιωμένη αξιοπιστία στην όραση εξ αποστάσεως [remote viewing] (3) (McMoneagle 1993), τηλεπάθεια (4), και εξωσωματικές εμπειρίες (5). Η κατανόηση της αποτελεσματικότητας του Hemi-Sync πηγαίνει πέρα από τη γνώση σχετικά με τη φυσική δύναμη του ήχου - ας θυμηθούμε και τα ευρέως γνωστά αυτόνομα αποτελέσματα της περιορισμένης περιβαλλοντικής διέγερσης, της ελεγχόμενης αναπνοής, της προοδευτικής χαλάρωσης, και της ψυχολογικής κατάστασης των ατόμων που ασκήθηκαν σε επιβεβαιώσεις [affirmations] και οραματισμό. Η παρούσα εργασία εξετάζει το πρότυπο εγκεφάλου-νου, τα εγκεφαλικά κύματα και το συσχετισμό τους με καταστάσεις συνειδητότητας, το ρόλο του ενεργοποιητικού δικτυωτού συστήματος [reticular activating system (RAS)] στην ρύθμιση των εγκεφαλικών κυμάτων, την ευεργετική κοινωνικο-ψυχολογική εξαρτημένη μάθηση [conditioning] και τις εκπαιδευτικές διαδικασίες.



Ρυθμοί Δυο Ακουστικών Εξόδων και η Φυσιολογία του Εγκεφάλου

Οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων ανακαλύφτηκαν το 1839 από έναν Γερμανό ερευνητή, τον H. W. Dove. Η ικανότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται τους ρυθμούς δυο ακουστικών εξόδων φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της εξελικτικής προσαρμογής. Πολλά εξελιγμένα είδη δύνανται να συλλάβουν τους ρυθμούς δυο ακουστικών εξόδων εξαιτίας της εγκεφαλικής δομής τους. Οι συχνότητες στις οποίες μπορεί να παρατηρηθεί αλλαγή, εξαρτάται από το μέγεθος του κρανίου. Στον άνθρωπο, οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων μπορούν να γίνουν αντιληπτοί όταν οι συχνότητες (6) είναι χαμηλότερες από περίπου 1500 Hz (Oster 1973). Ωστόσο, αυτό που μας ενδιαφέρει κυρίως σε αυτό γεγονός, είναι αυτή η έμφυτη ικανότητα του εγκεφάλου να συλλαμβάνει τις διαφορές φάσης μεταξύ των αυτιών, έτσι ώστε να καθιστά ικανή την αντίληψη των ρυθμών δυο ακουστικών εξόδων.


Εγκέφαλος | Ημισφαίρια | Συνείδηση | Εγκεφαλικές Συχνότητες. Η διαδικασία του Ημισφαιρικού Συγχρονισμού του Εγκεφάλου (Hemi-Sync)Η αίσθηση της ακοής των δύο ακουστικών εξόδων ρυθμών συμβαίνει όταν δύο συναφείς ήχοι, σχεδόν παρομοίων συχνοτήτων (κάτω από 1500 Hz) παρουσιάζονται, ένας σε κάθε αυτί, έτσι ώστε ο εγκέφαλος να ανιχνεύει τις διαφορές φάσεις μεταξύ αυτών των ήχων.

Αυτή η διαφορά φάσης, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα παρείχε κατευθυντήριες πληροφορίες στον ακροατή. Όταν όμως παρουσιάζεται με στερεοφωνικά ακουστικά ή ηχεία, ο εγκέφαλος ενοποιεί τα δύο σήματα, δημιουργώντας την αίσθηση ενός τρίτου ήχου, ο οποίος ονομάζεται ρυθμός δύο ακουστικών εξόδων.

Γινόμενοι αντιληπτοί ως ένας κυμαινόμενος ρυθμός, στη συχνότητα της διαφοράς μεταξύ των δύο ηχητικών μέσων εισόδου, οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων γεννιούνται στον εγκεφαλικό φλοιό μέσα στις περιοχές επεξεργασίας του ήχου οι οποίες αποκαλούνται άνω ελαιώδεις πυρήνες [superior olivary nuclei] (Oster 1973). Αυτή η ακουστική αίσθηση είναι νευρολογικά κατευθυνόμενη στο δικτυωτό σχηματισμό (Swann et al. 1982) και ταυτόχρονη ένταση ήχου διαβιβάζεται στον εγκεφαλικό φλοιό όπου μπορεί, αντικειμενικά, να μετρηθεί ως FFR [frequency-following response (αντίδραση προκύπτουσα από συχνότητες)] (Oster 1973; Smith, Marsh, & Brown 1975; Marsh, Brown & Smith 1975; Smith et al. 1978; Hink et al. 1980).

Έχουν λάβει χώρα αναρίθμητες αναφορές και ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός ερευνητικών προσπαθειών, που αναφέρουν ευεργετικές αλλαγές στην εγκεφαλική κατάσταση, οι οποίες συσχετίζονται με τους ρυθμούς δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync. Οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων έχουν συσχετισθεί με μεταβολή στις καταστάσεις διέγερσης [arousal states], στην εστίαση της προσοχής [attentional focus], και στην επίγνωση [awareness], τα οποία οδηγούν σε ολοκληρωμένη λειτουργία των αισθητήριων οργάνων (Morris 1990), καλύτερη ανταπόκριση κατά την εκπαίδευση άλφα κυμάτων μέσω της βιοανάδρασης (Foster 1990), χαλάρωση, διαλογισμό, μείωση του stress, έλεγχο του πόνου, βελτίωση του ύπνου (Wilson 1990; Rhodes 1993), φροντίδα της υγείας (Carter 1993), βελτίωση του περιβάλλοντος εκμάθησης (Akenhead 1993), βελτιωμένη μνήμη (Kennerly 1994), δημιουργικότητα (Hiew 1995), θεραπεία παιδιών με αναπτυξιακά προβλήματα (Morris 1996), διευκόλυνση της προσοχής (Guilfoyle & Carbone 1996), κορυφαίες, καθώς και άλλες εξαιρετικές εμπειρίες (Masluk 1997), διευκόλυνση κατά τη μετάβαση σε υπνωτική κατάσταση [hypnotisability] (Brady 1997), θεραπεία της κατάθλιψης των αλκοολικών (Waldkoetter & Sanders 1997), και θετικές επιδράσεις στην απόδοση επαγρύπνησης [vigilance performance] και στην ψυχική διάθεση (Lane et al. 1998).

Η παθητική ακρόαση των δυο ακουστικών εξόδων ρυθμών του Hemi-Sync ενδέχεται να μην δημιουργήσει, αυτόματα εστιασμένη κατάσταση συνείδησης. Η διαδικασία του Hemi-Sync περιλαμβάνει έναν αριθμό παραγόντων; όπου οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων αποτελούν έναν εξ αυτών. Όλοι διατηρούμε μία ψυχοφυσιολογική κεκτημένη ταχύτητα [psychophysiological momentum], μία ομοιόσταση η οποία μπορεί να αντισταθεί στην επίδραση των δυο ακουστικών εξόδων ρυθμών. Πρακτικές όπως οι ψαλμοί που γίνονται με κλειστό στόμα, οι θιβετανικοί ψαλμοί, οι αναπνευστικές ασκήσεις, η αυτογενής εκπαίδευση, και η βιοανάδραση μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διακόψουν την ομοιόσταση αντιστεκόμενων υποκειμένων (Tart 1975). Οι φυσικώς συμβαίνοντες ultradian ρυθμοί οδηγούμενοι από το ενεργοποιητικό δικτυωτό σύστημα (RAS) οι οποίοι χαρακτηρίζονται από περιοδικές αλλαγές στη διέγερση (Webb & Dube 1981; Rossi 1986; Shannahoff-Khalsa 1991), μπορούν να επηρεάσουν την αποδοτικότητα των ρυθμών δυο ακουστικών εξόδων. Η εμπειρία ενός ανθρώπου, ανταποκρινόμενη στην διέγερση μέσω των ρυθμών δυο ακουστικών εξόδων μπορεί επίσης να επηρεαστεί από έναν αριθμό παρεμβαλλόμενων ψυχολογικών παραγόντων.

Εγκεφαλικά Κύματα και Συνειδητότητα

Οι αντιφατικότητες σχετικά με τον εγκέφαλο, το νου, και τη συνείδηση υπήρχαν από τότε που οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι διαφωνούσαν σχετικά με τη φύση της σχέσης νου-σώματος, και καμμία απ' αυτές τις αμφισβητήσεις δεν έχουν επιλυθεί. Οι σύγχρονοι νευρολόγοι έχουν τοποθετήσει το νου στον εγκέφαλο και έχουν δηλώσει ότι η συνείδηση είναι αποτέλεσμα ηλεκτροχημικής νευρολογικής δραστηριότητας. Ωστόσο, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός παρατηρήσεων που αντικρούουν την εγκυρότητα αυτών των ισχυρισμών. Δεν υπάρχει κάποια νευρολογική έρευνα, η οποία να αποδεικνύει συμπερασματικά, ότι τα υψηλότερα επίπεδα του νου (διαίσθηση, ενόραση, δημιουργικότητα, φαντασία, κατανόηση, σκέψη, λογική, πρόθεση, αποφασιστικότητα, γνώση, επιθυμία, πνεύμα, ή ψυχή) εδρεύουν στον εγκεφαλικό ιστό (Hunt 1995). Μία λύση στις αντιφάσεις που περιβάλλουν τον υψηλότερο νου και τη συνείδηση, και γενικώς του προβλήματος νου-σώματος θα απαιτούσε μία αναθεώρηση των επιστημονικών απόψεων, ώστε να γίνουν αποδεκτές μέθοδοι πέραν της λογικής γνώσης (de Quincey 1994), και κάλλιστα θα μπορούσε να αποφύγει την αποκλειστική κατανόηση του εγκεφάλου μέσω νευροχημικών μελετών.

Είμαστε στο μέσον μιας επανάστασης, η οποία είναι εστιασμένη στη μελέτη της συνείδησης (Owens 1995). Ο Penfield (1975), ένας διαπρεπής σύγχρονος νευροφυσιολόγος, ανακάλυψε ότι ο ανθρώπινος νους συνέχιζε να εργάζεται παρά τη μειωμένη δραστηριότητα του εγκεφάλου, λόγω αναισθησίας. Τα εγκεφαλικά κύματα ήταν σχεδόν απόντα ενώ ο νους ήταν τόσο δραστήριος όσο ήταν και στη κατάσταση της εγρήγορσης. Η μοναδική διαφορά έγκειτο στο περιεχόμενο της συνειδητής εμπειρίας. Συνεχίζοντας την εργασία του Penfield, διάφοροι ερευνητές (Fischer 1971; West 1980; Delmonte 1984; Wallace 1986; Goleman 1988; Mavromatis 1991; Jevning, Wallace, & Beidenbach 1992) έχουν αναφέρει πως ασθενείς οι οποίοι βρίσκονταν σε κωματώδη κατάσταση παρουσίασαν ενδείξεις επίγνωσης (Hunt 1995). Υπάρχει ένα αυξανόμενο ρεύμα αποδείξεων που δείχνει ότι η μειωμένη φλοιώδης διέγερση, με ταυτόχρονη διατήρηση της επίγνωσης, είναι εφικτή. Αυτές οι καταστάσεις αναφέρονται με διάφορους χαρακτηρισμούς ως διαλογιστική, εκστατική, υπναγωγική, υπνωτική, και μεταφυσική (Budzynski 1986). Αυτές οι ποικίλες μορφές συνείδησης βασίζονται στη διατήρηση της επίγνωσης ως μία φυσιολογικώς μειωμένη κατάσταση διέγερσης η οποία χαρακτηρίζεται από κυριαρχία του παρασυμπαθητικού συστήματος (Mavromatis 1991). Υποκείμενα που μεταβαίνουν εύκολα σε υπνωτική κατάσταση και γνώστες του διαλογισμού, έχουν αποδείξει ότι η διατήρηση της συνείδησης με μειωμένη διέγερση του φλοιού είναι πράγματι πιθανή σε ορισμένα άτομα, είτε ως φυσική, είτε ως επίκτητη ικανότητα (Sabourin, Cutcomb, Crawford, & Pribram 1993). Όλο και περισσότεροι επιστήμονες εκφράζουν αμφιβολίες σχετικά με το νευρολογικό πρότυπο εγκέφαλος-νους, επειδή αποτυγχάνει να απαντήσει σε πολλές ερωτήσεις σχετικά με τις συνηθισμένες μας εμπειρίες και επειδή αποφεύγει με επιδεξιότητα τα μυστηριώδη και πνευματικά ερωτηματικά μας. Μελέτες στην εξ αποστάσεως διανοητική επιρροή και διανοητική θεραπεία, επίσης αντικρούουν την αντίληψη ότι ο νους εντοπίζεται στον εγκέφαλο (Dossey 1994; Dossey 1996). Έχει αποδειχθεί ότι μη τοπικά γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε υποατομικό επίπεδο και ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι οι φυσικές αρχές που βρίσκονται πίσω απ' αυτά τα γεγονότα, επίσης αποτελούν εξήγηση των μη τοπικών αποτελεσμάτων μεσολαβούσας της συνειδήσεως [nonlocal conscious-mediated effects] (Dossey 1996). Τα επιστημονικά τεκμήρια που υποστηρίζουν το φαινόμενο της εξ αποστάσεως όρασης από μόνη της επαρκούν να αποδείξουν ότι η νοητική συνείδηση δεν αποτελεί ένα τοπικό φαινόμενο (McMoneagle 1993).

Εάν η νοητική συνείδηση δεν είναι ο εγκέφαλος, τότε γιατί η επιστήμη συσχετίζει τις καταστάσεις της συνείδησης και τη διανοητική λειτουργία με τα εγκεφαλικά κύματα; Και γιατί η διαδικασία του Hemi-Sync περιλαμβάνει μία τεχνολογία ρυθμών δυο ακουστικών εξόδων η οποία έχει τη δυνατότητα να επιφέρει τροποποιήσεις στα εγκεφαλικά κύματα; Η πρώτη ερώτηση μπορεί να απαντηθεί βάσει των παρόντων τεχνολογικών μας δυνατοτήτων, όσον αφορά τα όργανα μέτρησης που διαθέτουμε. Δεν υπάρχει κάποιος αντικειμενικός τρόπος μέτρησης του νου ή της συνείδησης με κάποιο όργανο. Η νοητική-συνείδηση φαίνεται να είναι ένα φαινόμενο πεδίου [field phenomenon] που αλληλεπιδρά με το σώμα και τις νευρολογικές δομές του εγκεφάλου (Hunt 1995). Αυτό το πεδίο δεν είναι δυνατό να μετρηθεί με τα υπάρχοντα όργανα. Από την άλλη, το ηλεκτρικό δυναμικό του ανθρωπίνου σώματος μπορεί να μετρηθεί και να ποσολογηθεί εύκολα. Η σύγχρονη επιστήμη αρέσκεται σε καταστάσεις που μπορούν να μετρηθούν και αν ποσολογηθούν. Εδώ, το πρόβλημα έγκειται στην υπεραπλούστευση των παρατηρήσεων. Τα ΗΕΓ πρότυπα που μετριούνται στον εγκεφαλικό φλοιό, είναι το αποτέλεσμα της ηλεκτρονευρολογικής δραστηριότητας του εγκεφάλου. Αλλά, η ηλεκτρονευρολογική δραστηριότητα του εγκεφάλου δεν είναι ο νους-συνείδηση. Έτσι, οι ΗΕΓ μετρήσεις, δεν αποτελούν παρά έμμεσα μέσα για την αποτίμηση της συσχέτισης νου-συνείδησης, με τις νευρολογικές δομές του εγκεφάλου. Όσο χονδροειδές κι αν φαίνεται, το ΗΕΓ υπήρξε ένας αξιόπιστος τρόπος για υπολογίσουν οι ερευνητές τις καταστάσεις συνείδησης, βασισμένοι στις σχετικές αναλογίες των ΗΕΓ συχνοτήτων. Για να το πούμε αλλιώς, ορισμένα ΗΕΓ πρότυπα έχουν ιστορικά συσχετισθεί με συγκεκριμένες καταστάσεις συνείδησης. Εάν και δεν είναι απόλυτο, είναι λογικό να υποθέσουμε, σύμφωνα με την τρέχουσα ΗΕΓ βιβλιογραφία, ότι όταν αναδύεται ένα συγκεκριμένο ΗΕΓ πρότυπο, πιθανότατα συνοδεύεται από μία ιδιαίτερη κατάσταση συνείδησης.

Το δεύτερο ερώτημα που εγείρεται στην προηγούμενη παράγραφο, απαιτεί μία πιο σύνθετη επεξήγηση. Η διαδικασία του Hemi-Sync περιλαμβάνει την αποτελεσματική τεχνολογία των ρυθμών δυο ακουστικών εξόδων, όπου μεταβάλλοντας τις καταστάσεις διέγερσης , την εστίαση της προσοχής, και την επίγνωση, επιτρέπουμε ένα αυξημένο ρεπερτόριο των εμπειριών του νου-συνείδηση. Όταν τα εγκεφαλικά κύματα μετακινούνται σε χαμηλότερες συχνότητες και διατηρείται η επίγνωση, αναδύεται μία μοναδική κατάσταση. Οι εκπαιδευόμενοι μέσω της διαδικασίας του Hemi-Sync αποκαλούν αυτήν την κατάσταση υπναγωγία - "νους άγρυπνος/σώμα κοιμώμενο." Ελαφρώς υψηλότερες συχνότητες εγκεφαλικών κυμάτων μπορούν να οδηγήσουν σε υπερ-υποβλητικές [hyper-suggestive] καταστάσεις συνείδησης. Ακόμη υψηλότερες συχνότητες συνδέονται με αυξημένη επίγνωση κι εστιασμένα επίπεδα της προσοχής, για την ευνοϊκότερη απόδοση πολλών εργασιών.

Οι αντιληπτές αλλαγές της πραγματικότητας εξαρτώνται από την κατάσταση της συνείδησης του ατόμου (Tart 1975). Ορισμένες καταστάσεις συνείδησης παρέχουν περιορισμένες εικόνες της πραγματικότητας, ενώ κάποιες άλλες παρέχουν μία ευρύτερη επίγνωση της πραγματικότητας. Κατά το μεγαλύτερο μέρος, οι καταστάσεις της συνείδησης ποικίλουν σε αντίδραση ως προς το συνεχώς μεταβαλλόμενο εσωτερικό περιβάλλον και στα περιβάλλοντα ερεθίσματα. Για παράδειγμα, οι καταστάσεις της συνείδησης υπόκεινται σε επιρροές όπως τα φάρμακα, και οι κιρκαδικοί και οι ultradian ρυθμοί (Webb & Dube 1981; Rossi 1986; Shannahoff-Khalsa 1991). Συγκεκριμένες καταστάσεις συνείδησης μπορούν επίσης να αποκτηθούν με μάθηση ως προσαρμοστικές συμπεριφορές απαιτητικών περιστάσεων (Green & Green 1986). Λειτουργώντας μέσω του μηχανισμού του εκτεταμένου ενεργοποιητικού δικτυωτού-θαλαμικού συστήματος [extended reticular-thalamic activation system (ERTAS)], το Hemi-Sync προσφέρει πρόσβαση σε μία ευρεία ποικιλία εμπειριών αυξημένης επίγνωσης γι' αυτούς που θέλουν να εξερευνήσουν τα βασίλεια της συνείδησης.


Συγχρονισμός Ημισφαιρίων

Η ονομασία "Hemi-Sync" επιλέχθηκε ως σήμα κατατεθέν διότι η αντίληψη του ρυθμού δυο ακουστικών εξόδων υποδηλώνει ότι τα κέντρα επεξεργασίας του ήχου στα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου λειτουργούν συντονισμένα μεταξύ τους. Πολλές από τις καταστάσεις συνείδησης που δύνανται να προκληθούν μέσω αυτής της τεχνολογίας, έχουν αναγνωριστεί ότι παρουσιάζουν έναν μοναδικό, βάσει των συχνοτήτων των εγκεφαλικών κυμάτων, συντονισμό των ημισφαιρίων του εγκεφάλου. Αν και τα συγχρονισμένα εγκεφαλικά κύματα έχουν από καιρό συσχετιστεί με διαλογιστικές και υπναγωγικές καταστάσεις, το Hemi-Sync μπορεί να είναι μοναδικό στην ικανότητα να προκαλέσει και να βελτιώσει τέτοιες καταστάσεις συνείδησης. Ο λόγος είναι φυσιολογικός.


Κάθε αυτί έρχεται σε επαφή και με τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου (Rosenzweig 1961).

Κάθε ημισφαίριο έχει το δικό του κέντρο επεξεργασίας του ήχου (ελαιώδης πυρήνας) το οποίο λαμβάνει σήματα απ' το κάθε αυτί.
Όταν ένας ρυθμός δυο ακουστικών εξόδων γίνεται αντιληπτός, στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο ηλεκτροχημικά, συναπτικά κύματα ίσου πλάτους και συχνότητας, ένα σε κάθε ημισφαίριο.

Αυτός είναι ο ημισφαιρικός συγχρονισμός της συναπτικής δραστηριότητας [hemispheric synchrony of synaptic activity].

Οι μοναδικοί ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του συστήματος Hemi-Sync φαίνεται να συνεισφέρουν στον ημισφαιρικό συγχρονισμό, ο οποίος παρατηρείται σε διαλογιστικές και υπναγωγικές καταστάσεις της συνείδησης. Οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync μπορούν επίσης να εμπλουτίσουν την εγκεφαλική λειτουργία καθιστώντας ικανό το χρήστη να προσαρμόσει την cross-collosal συνδετικότητα σε καθορισμένες συχνότητες εγκεφαλικών κυμάτων.

Τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια είναι σαν δύο ξεχωριστές υπομονάδες επεξεργασίας πληροφοριών. Και τα δύο αποτελούν πολύπλοκα γνωστικά συστήματα - και τα δύο επεξεργάζονται πληροφορίες, ανεξάρτητα και παράλληλα - και η αλληλεπίδρασή τους είναι ούτε αυθαίρετη, ούτε συνεχής (Zaidel 1985). Οι καταστάσεις της συνείδησης μπορούν να οριστούν όχι μόνο με όρους αναλογιών των συχνοτήτων των εγκεφαλικών κυμάτων, αλλά και με όρους ημισφαιρικής εξειδίκευσης και/ή αλληλεπίδρασης. Το γνωστικό ρεπερτόριο ενός ανθρώπου και, επομένως, η ικανότητα του να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και να συναλλάσσεται με τον καθημερινό κόσμο, υπόκειται στην ικανότητά του να βιώνει διάφορες καταστάσεις συνείδησης (Tart 1975).

Η Διαδικασία του Hemi-Sync Μεταβάλλει τις Καταστάσεις της Συνείδησης

Tο εκτεταμένο ενεργοποιητικό δικτυωτό-θαλαμικό σύστημα [ERTAS] ρυθμίζει τη δραστηριότητα των εγκεφαλικών κυμάτων (Newman 1997), γεγονός που αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο στην μεταμόρφωση της συνείδησης. Χρησιμοποιούμε τη λέξη δικτυωτό, διότι ο νευρικός δικτυωτός σχηματισμός από μόνος του αποτελεί μία μεγάλη, σα δίκτυο, διάχυτη περιοχή του εγκεφαλικού στελέχους (Anch et al. 1988). Tο ενεργοποιητικό δικτυωτό σύστημα [RAS] μεταφράζει και αντιδρά σε πληροφορίες εσωτερικών ερεθισμάτων, αισθημάτων, διαθέσεων, και πεποιθήσεων, καθώς και εξωτερικών αισθητηριακών ερεθισμάτων ρυθμίζοντας τις καταστάσεις διέγερσης, προσεκτικής εστίασης, και την επίγνωση - εξ ορισμού, στοιχεία της συνείδησης αυτού καθ' εαυτού (Empson 1986; Tice & Steinberg 1989). Ο τρόπος που μεταφράζουμε, ανταποκρινόμαστε και αντιδρούμε στις πληροφορίες, διευθύνεται απ' το δικτυωτό σχηματισμό του εγκεφάλου, ο οποίος διεγείρει το θάλαμο και τον εγκεφαλικό φλοιό, και ελέγχει την προσοχή και τα επίπεδα διέγερσης (Empson 1986).

Για να μεταβάλλουμε τις καταστάσεις διέγερσης, την εστίαση της προσοχής, και την επίγνωση, είναι απαραίτητο να παράσχουμε κάποιου είδους εισερχόμενες πληροφορίες στο ενεργοποιητικό δικτυωτό σύστημα. Οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync παρέχουν αυτές τις πληροφορίες. Αυτές οι πληροφορίες είναι οι σύνθετοι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync, το πρότυπο των οποίων είναι όμοιο με αυτό του εγκεφαλικού κύματος,. Αυτοί οι μοναδικοί ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων [νευρολογικώς αποδεδειγμένοι απ' το ΗΕΓ FFR (αντίδραση προκύπτουσα από συχνότητες)] αναγνωρίζονται από το RAS ως πρότυπα πληροφοριών εγκεφαλικών κυμάτων. Εάν οι εσωτερικές διεγέρσεις, αισθήματα, διαθέσεις, πεποιθήσεις, και τα εξωτερικά αισθητήρια ερεθίσματα δε βρίσκονται σε σύγκρουση με αυτές τις πληροφορίες (π.χ. ένας ενδογενής, ακόμη κι ασυνείδητος, φόβος μπορεί να αποτελέσει πηγή σύγκρουσης), το RAS θα μεταβάλλει τις καταστάσεις της συνείδησης για να εναρμονιστεί με το ερέθισμα του Hemi-Sync, ως μία φυσική λειτουργία επίτευξης διατήρησης της ομοιόστασης (7).

Με την πάροδο του χρόνου, το RAS απεικονίζει τα εσωτερικά και τα εξωτερικά περιβάλλοντα, τις καταστάσεις διέγερσης, την εστίαση της προσοχής, και την επίγνωση για να καθορίσει, σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τον πιο κατάλληλο τρόπο για να αντιμετωπίσει τις υπάρχουσες καταστάσεις. Όσο δεν αναπτύσσεται κάποια σύγκρουση, το RAS αυθόρμητα συνεχίζει να ευθυγραμμίζει την κατάσταση συνείδησης του ακροατή με τις πληροφορίες, στο όμοιο με εγκεφαλικό κύμα πρότυπο, του ηχητικού πεδίου του Hemi-Sync.

Σε αντικειμενικούς, μετρήσιμους όρους, η έρευνα που έχει βασιστεί στο ΗΕΓ, παρέχει αποδείξεις της επιρροής του Hemi-Sync's στις καταστάσεις διέγερσης, στην εστίαση της προσοχής και στην επίγνωση. Αφότου το RAS ρυθμίζει το ΗΕΓ του φλοιού (Swann et al. 1982), ελέγχει και ρυθμίζει την απόδοση των ΗΕΓ χρονικών του RAS. Έχουν λάβει χώρα αρκετές ελεύθερες μελέτες ΗΕΓ (Foster 1990; Sadigh 1990; Hiew 1995, μεταξύ άλλων) που υποδηλώνουν ότι οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync προκαλούν μεταβολές στο ΗΕΓ. Επειδή το RAS είναι υπεύθυνο για τη ρύθμιση του ΗΕΓ (Swann et al. 1982; Empson 1986), αυτές οι μελέτες τεκμηριώνουν μετρήσιμες αλλαγές στη λειτουργία του RAS, κατά την έκθεση στο Hemi-Sync.

Όμως, αυτό είναι ένα μέρος της διαδικασίας του Hemi-Sync. Η προσωπική εμπειρία της συνείδησης είναι κάτι παραπάνω από τις καταστάσεις εγρήγορσης, την προσεκτική εστίαση, και τα επίπεδα επίγνωσης. Tο γνωστικό περιεχόμενο της εμπειρίας, είναι αυτό που της δίνει νόημα. Αν και οι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων του Hemi-Sync, προκαλούν μία συγκεκριμένη κατάσταση διέγερσης του εγκεφαλικού φλοιού, ο χαρακτήρας της εστιασμένης κατάστασης της συνείδησης, εξαρτάται από την κοινωνικο-ψυχολογική εξαρτημένη μάθηση και τη διανοητική ικανότητα του ατόμου. Η εκπαιδευτική εφαρμογή της τεχνολογίας του Hemi-Sync ενσωματώνει αυτές τις διαστάσεις. Από την άποψη της κοινωνικο-ψυχολογικής εξαρτημένης μάθησης [social-psychological conditioning], το σύστημα ηχητικής καθοδήγησης Hemi-Sync παρέχει οδηγίες σχετικά με τη χαλάρωση και την αναπνοή, επιβεβαιώσεις [affirmations] για την αντικειμενικοποίηση του προσωπικού στόχου, και καθοδηγούμενη οπτική φαντασία. Στα εκπαιδευτικά προγράμματα του ιδρύματος Monroe, ειδικευμένοι εκπαιδευτές - οι οποίοι είναι ευαίσθητοι στους περίπλοκους δείκτες εκφράσεως των συμμετεχόντων, όπως τη γλώσσα του σώματος και την εκφραστικότητα - παρέχουν συμβουλές, και ενθαρρύνουν την αλληλεπίδραση της ομάδας για να διασφαλίσουν το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάδυση εμπλουτισμένων γνωστικών εμπειριών, μέσω συγκεκριμένων προκληθέντων καταστάσεων φλοιώδους διεγέρσεως λόγω του Hemi-Sync, που αποκαλούνται "Focus Levels".

Οι εκπαιδευτές έχουν εμπειρίες των βασίλειων που εξερευνούν οι συμμετέχοντες. Επειδή έχουν, από πρώτο χέρι, γνώση αυτών των "κόσμων", μπορούν να βοηθήσουν τους άλλους να μεταβάλλουν την κοινωνικο-ψυχολογική εξαρτημένη μάθηση. Οι εκπαιδευτές ενθαρρύνουν την ενδοσκόπηση των εκπαιδευομένων, ώστε να διευκολύνουν την αφομοίωση και τη συνειδητοποίηση των καινούριων εμπειριών. Όπου κριθεί απαραίτητο, οι εκπαιδευτές ενθαρρύνουν τους συμμετέχοντες να επανεξετάσουν τις εμπειρίες τους, δίδοντάς τους μια πιο χρήσιμη προοπτική.

Μέχρι το βαθμό που οι διανοητική ικανότητα ορίζει την ικανότητα ενός ανθρώπου να βιώνει, οι διανοητικές ικανότητες μπορούν να εμπλουτιστούν μέσω των εκπαιδευτικών διαδικασιών. Στους συμμετέχοντες παρέχεται υλικό προς μελέτη. Σχεδιάζονται ενημερωτικές ομιλίες καθ' όλη τη διάρκεια του προγράμματος. Η χρήση πολλαπλών μέσων εμπλουτίζει την παρουσίαση του εκπαιδευτικού υλικού. Οι προγραμματισμένες ομαδικές συζητήσεις παρέχουν την ευκαιρία της ανταλλαγής εμπειριών, καθώς και της αμοιβαίας έμπνευσης. Η ανάπτυξη μέσω της εξάσκησης βρίσκεται στον πυρήνα της εκπαιδευτικής διαδικασίας, και παρέχονται στους συμμετέχοντες πολλές ευκαιρίες για να βιώσουν τις εντυπωσιακές εστιασμένες καταστάσεις συνείδησης, που προκαλούνται μέσω της διαδικασίας του Hemi-Sync.

Περίληψη

Το κατοχυρωμένο σύστημα ηχητικής-καθοδήγησης Hemi-Sync, παρέχει ένα ασφαλές, φυσικό τρόπο μεταβολής των καταστάσεων διέγερσης, της εστίασης της προσοχής, και της επίγνωσης. Η διαδικασία Hemi-Sync, αποτελεί ένα μοναδικό συνδυασμό αυτής της αποτελεσματικής τεχνολογίας τροποποίησης των εγκεφαλικών κυμάτων, με αποτελεσματικές ψυχοφυσιολογικές επαγωγικές τεχνικές (περιορισμένη περιβαλλοντική διέγερση, ελεγχόμενη αναπνοή, προοδευτική χαλάρωση, κτλ.), υποστηρικτικές κοινωνικο-ψυχολογικές μεθόδους εξαρτημένης μάθησης, και συμβατικές διδακτικές μεθόδους.

Υποσημειώσεις

1α. Αριθμός Ευρεσιτεχνίας: 3884218; Έτος Έκδοσης: 1975; Πολιτεία/Χώρα: VA; Marketed as: Hemi-Sync; Εφευρέτης: Robert A. Monroe; Tίτλος: Method of Inducing and Maintaining Various Stages of Sleep in the Human Being.

β. Αριθμός Ευρεσιτεχνίας: 5213562; Έτος Έκδοσης: 1993; Πολιτεία/Χώρα: VA; Marketed as: Hemi-Sync; Εφευρέτης: Robert A. Monroe; Tίτλος: Method of Inducing Mental, Emotional and Physical States of Consciousness, Including Specific Mental Activity, in Human Beings.

γ. Αριθμός Ευρεσιτεχνίας: 5356368; Έτος Έκδοσης: 1994; Πολιτεία/Χώρα: VA; Marketed as: Hemi-Sync; Εφευρέτης: Robert A. Monroe; Tίτλος: Method of Inducing Desired States of Consciousness.

2. Ο ροζ ήχος (Pink sound) είναι "λευκός θόρυβος" (όπως ο ήχος που ακούγεται από την τηλεόραση όταν ο δίαυλος διακόψει τη μετάδοση) ο οποίος έχει αντισταθμιστεί για την ανθρώπινη ακοή για να δημιουργήσει έναν πιο ευχάριστο φυσικό ήχο.

3. Εξ αποστάσεως όραση [remote viewing], είναι η ικανότητα περιγραφής αντικειμένων και δραστηριοτήτων που εμποδίζονται από τις πληροφορίες που εισρέουν στο σώμα μέσω των αισθητήριων οργάνων λόγω χώρου ή χρόνου αποκλειστικά μέσω νοητικών διεργασιών.

4. Η τηλεπάθεια συχνά αναφέρεται ως απευθείας επικοινωνία νου προς νου, ένας μάλλον περιορισμένος ορισμός συγκρινόμενος με τον ευρύτερο ορισμό του Robert Monroe: μη λεκτική επικοινωνία.

5. Ο νους κάποιου ανθρώπου βιώνεται πάντα, σαν να είναι μέσα ή έξω απ' το σώμα. Εξαρτάται από το που εστιάζεται η επίγνωση. "Εξωσωματική εμπειρία" απλά σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάποια άμεση σύνδεση με συγκεκριμένα υλικά επίπεδα της συνείδησης.

Η εξωσωματική εμπειρία είναι μία συνειδησιακή εμπειρία η οποία χαρακτηρίζεται από μετατόπιση του ενεργειακού πεδίου του νου και της συνείδησης , καθώς και του "σκηνικού πλαισίου". (Hunt 1995)

6. Οι ηλεκτρονικώς παραγόμενοι ρυθμοί δυο ακουστικών εξόδων μπορεί να γίνουν αντιληπτοί, όταν δύο ηχητικοί τόνοι ελαφρώς διαφορετικών συχνοτήτων, αναφερόμενοι ως συχνότητες, παρουσιάζονται σε κάθε αυτί.

7. Ο εγκέφαλος, αυτόματα και ενεργά ρυθμίζει όλες τις σωματικές λειτουργίες για να διατηρεί την ομοιόσταση - μία εσωτερική ισορροπία (Green & Green 1977; Swann et al. 1982). Σε μία φυσική και συνεχής προσπάθεια να διατηρήσει μία ομοιόσταση των στοιχείων της συνείδησης, το δικτυωτό ενεργοποιητικό σύστημα [RAS] ελέγχει και διατηρεί, ενεργά, τη νευρική ανταπάντηση των αυξανόμενων καταστάσεων των εγκεφαλικών κυμάτων - εκτός εάν, φυσικά, υπάρχει λόγος να προβεί σε κάποια ρύθμιση, εξαιτίας νέων πληροφοριών από εσωτερικές πηγές ή εξωτερικά αισθητηριακά εισερχόμενα στοιχεία.

__________________________________


Βιβλιογραφία

1. Anch, A.M., Browman, C.P., Mitler, M.M. & Walsh, J.K. (1988). Sleep: A Scientific Perspective. (Englewood Cliffs: Prentice Hall), pp. 96-97.

2. Budzynski, T. H. (1986). Clinical applications of non-drug-induced states. In B. B. Wolman & M. Ullman (Eds.), Handbook of States of Consciousness, pp. 428-460. (New York: Van Nostrand Reinhold Company).

3. Carter, G. (1993). Healing Myself. (Norfolk: Hampton Roads Publishing Company).

4. de Quincey, C. (1994). Consciousness all the way down: In Journal of Consciousness Studies, 1 (2), pp. 217-229.

5. Delmonte, M. M. (1984). Electrocortical activity and related phenomena associated with meditation practice: A literature review. International Journal of Neuroscience, 24, pp. 217-231.

6. Dossey, L. (1994). Healing, energy, & consciousness: into the future or a retreat to the past: Subtle Energies, 5 (1), pp. 1-33.

7. Dossey, L. (1996). Dialogue. Subtle Energies, 5 (3), pp. 264-265.

8. Empson, J. (1986). Human Brainwaves: The Psychological Significance of the Electroencephalogram. (London: The Macmillan Press Ltd.)

9. Fischer, R. (1971). A cartography of ecstatic and meditative states. Science, 174 (4012), pp. 897-904.

10. Foster, D. S. (1990). EEG and subjective correlates of alpha frequency binaural beat stimulation combined with alpha biofeedback. Hemi-Sync Journal, VIII (2), pp. 1-2.

11. Goleman, G. M. (1988). Meditative Mind: The Varieties of Meditative Experience. (New York: G. P. Putnam).

12. Green, E. E. & Green, A. M. (1986). Biofeedback and states of consciousness. In B. B. Wolman & M. Ullman (Eds.), Handbook of States of Consciousness, pp. 553-589. (New York: Van Nostrand Reinhold Company).

13. Guilfoyle, G. & Carbone, D. (1996). The facilitation of attention utilizing therapeutic sounds. Presented at the New York State Association of Day Service Providers Symposium, October 18, 1996, Albany, New York.

14. Hiew, C. C. (1995). Hemi-Sync into creativity. Hemi-Sync Journal, XIII (1), pp. 3-5.

15. Hink, R. F., Kodera, K., Yamada, O., Kaga, K., & Suzuki, J. (1980). Binaural interaction of a beating frequency following response. Audiology, 19, pp. 36-43.

16. Hunt, V. V. (1995). Infinite Mind: The Science of Human Vibrations. (Malibu: Malibu Publishing Company).

17. Jevning, R., Wallace, R. K., & Beidenbach, M. (1992). The physiology of meditation: A review. A wakeful hypnometabolic integrated response. Neuroscience and Behavioral Reviews, 16, pp. 415-424.

18. Kennerly, R. C. (1994). http://www.MonroeInstitute.org/research/human-memory-kennerly.html

19. Mavromatis, A. (1991). Hypnagogia. (New York: Routledge).

20. McMoneagle, J. (1993) Mind Trek. (Norfolk: Hampton Roads Publishing Company).

21. Marsh, J.T., Brown, W.S., & Smith, J.C. (1975). Far-field recorded frequency-following responses: Correlates of low pitch auditory perception in humans. Electroencephalography and Clinical Neurophysiology, 38, pp. 113-119.

22. Monroe, R. A. (1985). Far Journeys. (New York: Doubleday).

23. Morris, S.E. (1990). Hemi-Sync and the facilitation of sensory integration. Hemi-Sync Journal, VIII(4), pp. 5-6.

24. Newman, J. (1997). Putting the puzzle together Part I: Toward a general theory of the neural correlates of consciousness. Journal of Consciousness Studies, Vol. 4 No. 1, pp. 47-66.

25. Oster, G. (1973). Auditory beats in the brain. Scientific American, 229, pp. 94-102.

26. Owens, J. E. (1995). Integrating paradigms. Hemi-Sync Journal, XIII (3), pp.1-3.

27. Penfield, W. (1975). The Mystery of the Mind. (Princeton: Princeton University Press).

28. Poole, W. (1993). The Healing Power of Music. In K. Buttler & E. Fox (Eds.), The Heart of Healing, pp. 130-135. (Atlanta: Turner Publishing, Inc.)

29. Rhodes, L. (1993). Use of the Hemi-Sync super sleep tape with a preschool-aged child. Hemi-Sync Journal, XI(4), pp. iv-v.

30. Rosenzweig, M. R. (1961). Auditory localization. In Perception: Mechanisms and Models. (San Francisco: W. H. Freeman and Company).

31. Rossi, E. L. (1986). Altered states of consciousness in everyday life: The ultradian rhythms. In B. B. Wolman & M. Ullman (Eds.), Handbook of States of Consciousness, pp. 97-133. (New York: Van Nostrand Reinhold Company).

32. Sabourin, M. E., Cutcomb, S. E., Crawford, H. J., & Pribram, K. (1990). EEG correlates of hypnotic susceptibility and hypnotic trance: Spectral analysis and coherence. International Journal of Psychophysiology, 10, pp. 125-142.

33. Sadigh, M. (1990). http://www.MonroeInstitute.org/research/effects-of-hemi-sync-on-electrocortical-activity.html

34. Shannahoff-Khalsa, D. (1991). Lateralized rhythms of the central and autonomic nervous systems. International Journal of Psychophysiology, 11, pp. 225-251.

35. Smith, J. C., Marsh, J. T., & Brown, W. S. (1975). Far-field recorded frequency-following responses: Evidence for the locus of braistem sources. Electroencephalography and Clinical Neurophysiology, 39, pp. 465-472.

36. Smith, J.C., Marsh, J.T., Greenberg, S., & Brown, W.S. (1978). Human auditory frequency-following responses to a missing fundamental. Science, 201, pp. 639-641.

37. Swann, R., Bosanko, S., Cohen, R., Midgley, R., & Seed, K.M. (1982). The Brain - A User's Manual. p. 92. (New York: G. P. Putnam's Sons).

38. Tart, C. T. (1975) States of consciousness. pp. 72-73. (New York: E. P. Dutton & Company).

39. Tice, L. E. & Steinberg, A. (1989). A Better World, A Better You. pp. 57-62. (New Jersey: Prentice Hall).

40. Waldkoetter, R. O. & Sanders, G. O. (1997). Auditory brainwave stimulation in treating alcoholic depression. Perceptual and Motor Skills, 84, p. 226.

41. West, M. A. (1980). Meditation and the EEG. Psychological Medicine, 10, pp. 369-375.

42. Webb, W. B., & Dube, M. G. (1981). Temporal characteristics of sleep. In J. Aschoff (Ed.), Handbook of Behavioral Neurobiology, pp. 510-517. (New York: Plenum Press).

43. Wilson, E.S. (1990). Preliminary study of the Hemi-Sync sleep processor. Colorado Association for Psychophysiologic Research.

44. Zaidel, E. (1985). Academic implications of dual-brain theory. In The Dual Brain. (New York: The Guilford Press).


Πηγή: Η Διαδικασία του HEMI-SYNC®, του F. Holmes Atwater, Τμήμα Ερευνών, The Monroe Institute, Ιούνιος 1999