Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

"Δίων ο Συρακούσιος" (409 – 354 π.Χ)

Χάρτης Συρακουσών

Μετά την ίδρυσή της κυρίως από Κορίνθιους Έλληνες το 734 π.Χ. η πόλη των Συρακουσών ακμάζει και γίνεται μια από τις σημαντικότερες αρχαίες Ελληνικές πόλεις η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα δημιουργεί δικές της αποικίες.

Ο Κικέρων την χαρακτηρίζει ως «Ωραιοτάτην και καταστόλιστον πόλιν».

Ποιητές όπως ο Πίνδαρος, δραματουργοί όπως ο Αισχύλος, φιλόσοφοι όπως ο Πλάτων, περπατούν στο χώμα της και την αναδεικνύουν σε μεγάλο κέντρο του Ελληνικού πολιτισμού. Η δημοκρατική της διακυβέρνηση διακόπτεται το 485 π.Χ από τον Γέλωνα, τύραννο της Γέλας και έκτοτε την σκυτάλη παίρνει ο Ιέρωνας και κατόπιν ο Θρασύβουλος.


Διονύσιος Ι σκίτσο του Guillaume Rouillé_πηγή wikimedia commons

Η δημοκρατία αποκαθίσταται, αλλά αυτό δεν έμελλε να διαρκέσει πολύ στην πολυτάραχη ιστορία της. Μπροστά στον κίνδυνο των Καρχηδόνιων κατακτητών και την αδυναμία υποστήριξής τους από την Αθήνα οι Συρακούσιοι επιλέγουν τον αυτοκράτορα Διονύσιο, ο οποίος και εγκαθίσταται ως τύραννος το 406 π.Χ. Με αρκετές στρατιωτικές επιχειρήσεις, ανακτά χαμένα εδάφη και δυνάμεις, σε μια περίοδο που διαρκεί μέχρι τον θάνατό του το 356 π.Χ. και την διαδοχή του από τον λιγότερο ικανό γιο του, Διονύσιο τον νεώτερο ο οποίος με την σειρά του ανατράπηκε από τον θείο του, στρατηγό Δίωνα, μετά από αποτυχημένο δωδεκαετή κύκλο διακυβέρνησης. Περί το 346 π.Χ. ο Διονύσιος ο νεότερος επανέρχεται στο προσκήνιο και ακολουθεί μια περίοδος εσωτερικών αναταράξεων, τόσο στρατιωτικών όσο και πολιτικών, με πρωταγωνιστές τον Τιμολέοντα, τον Αγαθοκλή και τον Ιέρωνα Β᾽, η οποία διαρκεί μέχρι την άλωση των Συρακουσών από τους Ρωμαίους το 212 π.Χ.
Αυτός που προσπάθησε να εφαρμόσει τα Πλατωνικά ιδεώδη που ανέκαθεν τον ενέπνεαν και προκαλούσαν τον θαυμασμό του, εγκαθιδρύοντας την πραγματική δημοκρατία στις Συρακούσες με σκοπό την δόμηση μιας ιδανικής πολιτείας, ήταν ο Δίων ο Συρακούσιος.
Γιος του Ιππαρίνου, Συρακούσιου γηγενή, προερχόταν από οικογένεια ευγενών, που σχετιζόταν με αυτή των Διονυσίων, των τυράννων της Σικελίας, καθώς ο στρατηγός Ιππάρινος, το 406 π.Χ. υποστήριξε το πραξικόπημα του Διονυσίου του Πρεσβύτερου στον οποίο έδωσε την κόρη του και αδελφή του Δίωνα, Αριστομάχη, ως σύζυγο. Ο Διονύσιος και η Αριστομάχη απέκτησαν τέσσερα παιδιά, τον Ιππάρινο, τον Νησέα, την Σωφροσύνη και την Αρετή. Ο Διονύσιος πάντρεψε την Σωφροσύνη με το γιό του Διονύσιο τον Νεότερο, στον οποίο επίσης κληροδότησε την εξουσία του. Την Αρετή την πάντρεψε με τον Δίωνα.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Διονύσιος Α’, παντρεύτηκε δύο γυναίκες την ίδια ημέρα, την Δωρίδα και την Αριστομάχη, αδελφή του Δίωνα. Ο Διονύσιος Β’ όμως ήταν γιός της Δωρίδος, οπότε αν αληθεύει η άποψη του Κορνηλίου Νέπου ότι η Σωφροσύνη ήταν θυγατέρα της Αριστομάχης, τότε αυτός είχε παντρευτεί την ετεροθαλή αδελφή του.
Ο Δίων, εκτός από την ευγενή καταγωγή και τον αξιόλογο χαρακτήρα των προγόνων του, προικίσθηκε και με πολλά προτερήματα από τη φύση, όπως πειθήνια διάθεση, ευγένεια, εύπλαστη νόηση, απαραίτητη για την κατάκτηση γνώσεων και εύμορφο πρόσωπο, το οποίο ήταν ένα ουδόλως ευκαταφρόνητο προσόν. Είχε επίσης κληρονομήσει μεγάλο πλούτο από τον πατέρα του, τον οποίον ο ίδιος είχε αυξήσει με τα δώρα που έλαβε από τον τύραννο. Ήταν εξοικειωμένος με τον γέροντα Διονύσιο, όχι τόσο λόγω του χαρακτήρα του, αλλά εξαιτίας της διαπροσωπικής σχέσης που είχε μαζί του, ώστε ακόμη και όταν η σκληρότητα του Διονυσίου συχνά τον προσέβαλε, αυτός εξακολουθούσε να φροντίζει για την ασφάλειά του. Τον βοήθησε σε σημαντικά θέματα και ο τύραννος είχε επηρεαστεί πολύ από τις συμβουλές του, με εξαίρεση κάποιες βίαιες αλλά ωστόσο, χιουμοριστικές εκφάνσεις του χαρακτήρα του.
Είχε επιμεληθεί προσωπικά όλες τις εκπροσωπήσεις του γέροντα στον έξω κόσμο ως εξέχουσας σημασίας πράξεις για την πολιτική του. Επιμελώς αποφόρτιζε τις εντάσεις και διαχειριζόταν ακούραστα κάθε περίπτωση, μετριάζοντας την σκληρή εικόνα που δημιουργούσε το όνομα του τυράννου με την δική του καλοσύνη. Οι Καρχηδόνιοι τον σέβονταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε όταν τον έστειλε εκεί ο Διονύσιος, του έδειξαν έκδηλα το θαυμασμό τους, κάτι που σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, ουδέποτε θα έκαναν σε άλλον επισκέπτη που μιλούσε την Ελληνική γλώσσα.
Η τιμητική αυτή στάση του Δίωνα, δεν άφηνε ασυγκίνητο τον Διονύσιο Α᾽ , ο οποίος τον ευνοούσε όσο κανέναν άλλον και τον αγαπούσε ως παιδί του. Όταν έφθασε στη Σικελία η είδηση ότι ο Πλάτων βρισκόταν στον Τάραντα, ο Διονύσιος μη δυνάμενος να του αρνηθεί να τον συναντήσει καθώς γνώριζε την διακαή επιθυμία του να ακούει τις ομιλίες του, ενέκρινε όλα τα απαραίτητα προκειμένου να επισκεφθεί ο Πλάτωνας τις Συρακούσες με λαμπρότητα. Ο Δίωνας τον θαύμαζε και τον αγαπούσε τόσο που είχε αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην μελέτη της ιδανικής πολιτείας του.

Διονύσιος ο πρεσβύτερος και η δαμόκλειος σπάθη_Brittanica 1911

Από τη μεριά του και ο Πλάτων τηρούσε φιλική στάση απέναντι του, παρόλο που προσβλήθηκε βάναυσα από τον Διονύσιο Α᾽ όταν αυτός τον εξεδίωξε από τις Συρακούσες στην πρώτη επίσκεψή του και αποδέχθηκε τις παρακλήσεις του Δίωνα επισκεπτόμενος για δεύτερη φορά την πόλη του. Η αλλόκοτη συμπεριφορά του Διονυσίου ήταν δείγμα γραφής υπερόπτη χαρακτήρα που αρεσκόταν στις κολακείες. Αυτός άλλωστε ήταν ο λόγος που επιθυμούσε φιλοσόφους και ποιητές στην παρέα του καθώς θεωρούσε τον εαυτό του μεγάλο ποιητή. Όταν όμως τύγχανε των επικρίσεών τους γινόταν κακεντρεχής και εχθρικός.
«Αν ερευνήσει κάποιος όλες τις κακίες, θα βρει ότι η πιο αισχρή απ’ όλες είναι η κολακεία»………..Δίων ο Συρακούσιος
Στο μεσοδιάστημα των επισκέψεων του Πλάτωνα, ο Διονύσιος αρρωσταίνει βαριά και καθώς φαινόταν πολύ καταβεβλημένος, ο Δίων ρωτούσε εναγωνίως τους γιατρούς για την κατάστασή του ενώ ταυτόχρονα παρακαλούσε να του επιτρέψουν να του μιλήσει για κάτι πολύ σημαντικό που αφορούσε το κληροδότημά του σε περίπτωση που η υγεία του πήγαινε προς το χειρότερο. Ειδικότερα, όπως τους αποκάλυψε, ήθελε να του πει ότι πίστευε πως τα υπόλοιπα παιδιά του, πέραν του Διονυσίου του Νεότερου, θα έπρεπε να έχουν κάποιο μέρισμα από το βασίλειό του. Οι γιατροί όμως δεν κράτησαν μυστικά αυτά που τους είπε ο Δίωνας και τα ανέφεραν στον Διονύσιο, ο οποίος τρομοκρατημένος που θα έχανε την αποκλειστικότητα στην αποδοχή της κληρονομιάς του πατέρα του, ανάγκασε τους γιατρούς να δώσουν στον πατέρα του μια υπνωτική ουσία, ώστε ο Δίων να μην έχει την ευκαιρία να του μιλήσει.
Η ζωή του Διονυσίου του Πρεσβύτερου, τελειώνει λίγες ημέρες αργότερα, μέσα σε βαθύ ύπνο, σύμφωνα με τον Κορνήλιο Νέπο (Ρωμαίος βιογράφος και ιστορικός). Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, ο Διονύσιος Α᾽ δηλητηριάζεται από τον γιο του, ή πεθαίνει από χαρά στα επινίκια της τραγωδίας του «Έκτορος λύτρα» με την οποία συμμετείχε σε δραματικούς αγώνες στην Αθήνα.

Η αρχή της διχόνοιας μεταξύ του Δίωνα και του Διονυσίου του Νεότερου ήταν πλέον γεγονός. Μια διχόνοια που ευνοήθηκε από αρκετές καταστάσεις που ακολούθησαν. Στην αρχή της βασιλείας του Διονυσίου, πορεύονταν για κάποιο χρονικό διάστημα κρατώντας μια υποτιθέμενη φιλική στάση. Όταν ο Δίων προσπάθησε επίμονα να τον πείσει να δεχθεί τον Πλάτωνα στις Συρακούσες και να ασπαστεί τις συμβουλές του, ο Διονύσιος πρόθυμος να μιμηθεί τον πατέρα του, συμμορφώθηκε με τις επιθυμίες του. Παράλληλα, ανακαλεί τον ιστορικό της εποχής, Φίλιστο, έναν άνθρωπο που συμπαθούσε τους τυράννους. Ο Πλάτων, όμως που ασκούσε μεγάλη επιρροή στον Διονύσιο, με το κύρος του κατάφερε να τον πείσει να βάλει τέλος στην τυραννία του και να αποκαταστήσει την ελευθερία των Συρακουσίων.
Τα επιχειρήματα όμως του Φιλίστου τον μετέπεισαν, απέτρεψαν την επίτευξη των στόχων του και τον έκαναν να σκληρύνει την στάση του. Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Φίλιστος, το 405 π.Χ βοήθησε τον Διονύσιο Α’ να καταλάβει την εξουσία και υπήρξε ο κύριος σύμβουλός του. Αργότερα όμως γνώρισε τη δυσμένειά του – όπως άλλωστε συνέβη με την πλειονότητα των ακολούθων του – και εξορίστηκε.
Γνωρίζοντας ότι ξεπεράστηκε από τον Δίωνα στην ικανότητα, την επιρροή, τις εκδηλώσεις αγάπης του λαού στο πρόσωπο του και φοβούμενος ότι αν τον κρατούσε μαζί του, θα του έδινε ίσως την ευκαιρία να τον ανατρέψει, τον υποχρέωσε σε φυγή προς την Κόρινθο με μια τριήρη, λέγοντας ότι το έκανε για το καλό αμφοτέρων, προς αποφυγήν κάποιας απροσδόκητης τροπής που θα μπορούσε να προκαλέσει η φοβία που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον.


Συρακούσιο νόμισμα εποχής Δίωνα 357 π.Χ

Όμως καθώς πολλοί άνθρωποι αγανάκτησαν με αυτήν την πράξη, που σημειωτέον, απετέλεσε μια επιπλέον αιτία μίσους προς το πρόσωπό του, ο Διονύσιος φόρτωσε όλα τα υπάρχοντα του Δίωνα, σε καράβια, που στη συνέχεια έστειλε να τον ακολουθήσουν. Θέλησε με αυτόν τον τρόπο να παρουσιάσει την απόφαση του αυτή ως μια κίνηση που προήλθε από ενδιαφέρον για την ασφάλειά του και όχι από μίσος.
Αλλά όταν έμαθε ότι ο Δίων στρατολογούσε πλοία και πολεμιστές στην Πελοπόννησο με σκοπό να του επιτεθεί, υποχρέωσε την Αρετή, σύζυγο του Δίωνα, σε γάμο με άλλο άνδρα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την επονείδιστη ανατροφή του ανήλικου γιου του σε ένα περιβάλλον χλιδής και διαφθοράς.

Με την ιδιοτελή ανοχή του, το παιδί γαλουχήθηκε με ξέφρενη καλοπέραση, άκρατες οινοποσίες και ερωτοτροπίες με γυναίκες που ο ίδιος φρόντιζε να βρίσκονται πάντα κοντά του, χωρίς να μπορεί να μπορεί να αντιδράσει και να επιστρέψει στον τρόπο ζωής που έμαθε από τον πατέρα του και παρ’ όλες τις απέλπιδες προσπάθειες που επιχείρησαν ορισμένοι οικογενειακοί φίλοι με αποτέλεσμα ο νεαρός πλέον γιος του Δίωνα να οδηγηθεί στην αυτοκτονία.
Όταν ο Δίων φθάνει στην Κόρινθο συνεργάζεται με τον Ηρακλείδη – διοικητή ιππικού, επίσης εξορισμένο από τον Διονύσιο – σε μία προσπάθεια να οργανώσουν την πολεμική εκστρατεία εναντίον του τυράννου. Προχωρούσαν αργά, λόγω του κλίματος φόβου που ενέπνεε η μεγάλη δύναμη της πολυετούς τυραννίας. Αλλά ο Δίων, δεν βασιζόταν τόσο στην αριθμητική υπεροχή του, όσο στην θέληση και το θάρρος που τρέφονταν από το γενικό μίσος προς την τυραννία. Με μόνο δύο πλοία, επιτέθηκε σε μια δύναμη που αναπτυσσόταν για πενήντα χρόνια και την υπερασπιζόντουσαν πεντακόσια πλοία, δέκα χιλιάδες ιππείς και εκατό χιλιάδες πεζικάριοι. Το έκανε να φαίνεται εύκολο ότι μπήκε στις Συρακούσες την τρίτη μόλις ημέρα αφότου πάτησε το πόδι του στις ακτές της Σικελίας και αυτό είχε ευεργετική επίδραση στο ηθικό όλων των βασανισμένων ανθρώπων.
Ο Διονύσιος Β᾽ εκείνη την εποχή απουσίαζε στην Ιταλία εν αναμονή συγκέντρωσης του στόλου του, υποθέτοντας ότι κανείς από τους εχθρούς του δε θα τολμούσε να του επιτεθεί χωρίς δύναμη ανάλογη της δικής του. Μια υπόθεση βέβαια, λανθασμένη. Ο Δίων μετρίασε την υπερηφάνεια του τυράννου όταν με τους λιγοστούς άνδρες του, πρώην υπερασπιστές του Διονυσίου Β᾽, κατόρθωσε να πάρει στην κατοχή του το τμήμα της Σικελίας που ήταν στην διακυβέρνηση του. Με παρόμοια επιτυχία εξασφάλισε και την πόλη των Συρακουσών, εκτός από την ακρόπολη και το γειτονικό στην πόλη νησί και υποχρέωσε τον Διονύσιο σε μια συνθηκολόγηση με ταπεινωτικούς όρους όπως την ανάληψη της εξουσίας στην Σικελία από τον ίδιο, στην Ιταλία από τον Διονύσιο Β᾽ και στις Συρακούσες από τον Απολλοκράτη, που τον εμπιστευόταν.
Μια ξαφνική αλλαγή ακολουθεί την περίοπτη και απρόσμενη επιτυχία. Η τύχη, που σε κάποιο από τα γυρίσματά της τον εξύψωσε, τώρα απειλούσε να τον κατακρημνίσει. Κάποια στιγμή καθορίζει το μέλλον του γιου του, ενώ κάποια άλλη τον φέρνει αντιμέτωπο με την προσπάθεια να αποκτήσει ξανά την σύζυγό του αλλά και με το τραγικό νέο ότι δεν πρόλαβε να απομακρύνει τον γιο του από τον κόσμο της πλάνης που είχε μεγαλώσει, διότι ήταν ήδη νεκρός.
Μια διαφωνία ανέκυψε μεταξύ αυτού και του Ηρακλείδη ο οποίος αρνούμενος να παραδώσει την κυριαρχία στον Δίωνα ίδρυσε κόμμα εναντίον του. Ο Ηρακλείδης δεν ασκούσε λιγότερη επιρροή απ’ ότι ο Δίων στους αριστοκράτες με την συγκατάθεσή των οποίων διοικούσε τον στόλο, αλλά ο Δίων είχε υπό τον έλεγχό του τις χερσαίες δυνάμεις. Ο Δίων μη δυνάμενος να υπομείνει αυτή την αντίθεση απάντησε λακωνικά με έναν στίχο του Ομήρου από το δεύτερο βιβλίο της Ιλιάδας που υποδήλωνε τις απόψεις του για το θέμα: «Ένα κράτος δεν μπορεί να κυβερνηθεί σωστά υπό την εξουσία των πολλών». Αυτή η απάντηση προκάλεσε δυσφορία στον λαό καθότι αποκάλυπτε μια κρυφή πτυχή του εαυτού του, σύμφωνα με την οποία επιθυμούσε να εξουσιάζει τα πάντα.
Ο ίδιος χωρίς να προσπαθήσει να εκτονώσει αυτό το συναίσθημα με κάποιον συμβιβασμό, ακολουθεί μια σκληρή και αδιάλλακτη πολιτική, καταδικάζοντας τον Ηρακλείδη σε θάνατο, με τον ερχομό του στις Συρακούσες, πράξη η οποία τρομοκράτησε τους πάντες καθώς ουδείς μετά τον θάνατο του Ηρακλείδη θεωρούσε τον εαυτό του ασφαλή. Χωρίς αντίπαλο ο Δίων, μοίρασε στους στρατιώτες του την περιουσία εκείνων που γνώριζε ότι δεν είχε την εύνοιά τους. Μετά από αυτήν την κίνηση και καθώς τα καθημερινά του έξοδα όλο και αυξάνονταν, βάδιζε προς την χρεωκοπία, διότι δεν υπήρχε κάτι άλλο να τον στηρίξει εκτός από την περιουσία των φίλων του.
Όμως με τις συνθήκες που ο ίδιος διαμόρφωσε, είχε κερδίσει μεν την εύνοια των στρατιωτών αλλά από την άλλη είχε χάσει την υποστήριξη των αριστοκρατών. Προσπαθούσε εναγωνίως να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες, μη μπορώντας να αντέξει ότι μια άσχημη γνώμη γι αυτόν είχε γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από αυτούς που κάποτε τον τιμούσαν.

Πλουτάρχου «Βίοι παράλληλοι» αντίγραφο του Ulrich-Han_1470_Πανεπιστήμιο Leeds_wikimedia commons

Οι δε πολίτες όταν οι προθέσεις των στρατιωτών στράφηκαν εναντίον του, έλεγαν «ήταν ένας τύραννος που δεν πρέπει να επιβιώσει».
Ενώ ο ίδιος δεν γνώριζε πως να διαχειριστεί την κατάσταση και ήταν ανήσυχος για τις εξελίξεις, ένας Αθηναίος υπεράνω κάθε υποψίας, ονόματι Κάλιππος (Βίοι Παράλληλοι Πλούταρχου εδάφιο 54) που τον είχε συνοδεύσει  κατά την επιστροφή του στη Σικελία από την Πελοπόννησο, άνθρωπος δολοπλόκος, άνανδρος και διόλου θρησκευόμενος, τον πλησίασε και του είπε ότι «διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο, λόγω της δυσαρέσκειας του λαού και των εχθρικών συναισθημάτων των στρατιωτών, τον οποίον δεν θα μπορούσε να αποφύγει, εκτός και αν επέλεγε κάποιον από τους φίλους του, ο οποίος προσποιούμενος ότι ήταν εχθρός του εντασσόταν στους αντιπάλους, κατορθώνοντας να πληροφορηθεί τα σχέδιά τους».
Η πρόταση εγκρίθηκε και τον ρόλο ανέλαβε ο ίδιος ο Κάλιππος, ο οποίος αφού οπλίστηκε από τον ανυποψίαστο Δίωνα, ξεκίνησε να αναζητά συνεργούς για την δολοφονία του. Μετά από συναντήσεις με τους εχθρούς του κατάφερε να οργανώσει μια πραγματική συνωμοσία εναντίον του.
Επειδή όμως ορισμένοι γνώριζαν τι συνέβαινε, αυτό δεν άργησε να υποπέσει στην αντίληψη της Αριστομάχης, αδελφής του Δίωνα αλλά και της συζύγου του Αρετής, οι οποίες έντρομες ζήτησαν να τον συναντήσουν και να τον ενημερώσουν για τον κίνδυνο. Ο Δίων τις διαβεβαίωσε ότι δεν επρόκειτο για συνωμοσία εναντίον του αλλά ήταν κάτι το οποίο ο ίδιος είχε οργανώσει. Οι γυναίκες κατά παρέκκλιση, έφεραν τον Κάλιππο στο ναό της Περσεφόνης και τον υποχρέωσαν να ορκιστεί ότι «ο Δίων δεν διατρέχει κίνδυνο από αυτόν». Ο όρκος όχι μόνο δεν αποθάρρυνε τον Κάλιππο (καθότι άθρησκος) αλλά τουναντίον τον έπεισε ότι έπρεπε να επισπεύσει τις ενέργειές του πριν αποκαλυφθεί το σχέδιό του.
Κατά την διάρκεια ενός εορτασμού στην πόλη την ώρα που ο Δίων παρέμενε στο σπίτι του απομονωμένος από τις λαϊκές συγκεντρώσεις και αναπαυόταν στο δωμάτιό του, αυτός τοποθετεί συνεργούς του στα καίρια σημεία φύλαξης της πόλης, περικυκλώνει το σπίτι του Δίωνα και εγκαθιστά έμπιστους στην είσοδο. Είχε επίσης επανδρώσει μια τριήρη με στρατιώτες την οποία ανέθεσε στον αδελφό του Φιλοκράτη. Το σχέδιο ήταν να παραπλανήσει τους υπόλοιπους με υποτιθέμενες ασκήσεις κωπηλασίας στο λιμάνι ενώ στην πραγματικότητα εξασφάλιζε ασφαλή τρόπο διαφυγής.
Στη συνέχεια επέλεξε μεταξύ των ακολούθων του μερικούς νέους άνδρες από την Ζάκυνθο, με θάρρος και εξαιρετική αντοχή, τους οποίους διέταξε να μεταβούν στο σπίτι του Δίωνα άοπλοι, έτσι ώστε να φαίνεται ότι πήγαιναν να του μιλήσουν. Οι νέοι έγιναν δεκτοί, αλλά μόλις πέρασαν το κατώφλι του σπιτιού, ασφάλισαν την πόρτα, ακινητοποίησαν τον Δίωνα που καθόταν στον καναπέ του τον φίμωσαν και τον έδεσαν. Ο θόρυβος που προκλήθηκε ακούστηκε για τα καλά έξω από το σπίτι. και θα μπορούσαν οι φρουροί να τον έσωζαν, σπάζοντας την πόρτα και εξουδετερώνοντας τους άοπλους Ζακύνθιους που τον κρατούσαν. Ουδείς όμως το έκανε μέχρι ο Λύκων ο Συρακούσιος, να οπλίσει από το παράθυρο τα χέρια των Ζακυνθίων και ο Δίων να οδηγηθεί στον θάνατο.
Μετά την δολοφονία αρκετοί πήγαν να δουν την σκηνή. Ορισμένοι από αυτούς σκοτώθηκαν ως ένοχοι από εκείνους που αγνοούσαν τους πραγματικούς ενόχους. Αρχικά φάνηκε ότι μια τέτοια πράξη βίας δεν θα γινόταν αποδεκτή και πολλοί έσπευσαν να την χαρακτηρίσουν ως απεχθή ζητώντας την τιμωρία των ενόχων. Αργότερα, όταν η είδηση διαδόθηκε σε όλη την πόλη επηρέασε την διάθεση των κατοίκων, ώστε αυτοί που όσο ζούσε τον θεωρούσαν τύραννο, τώρα τον αποκαλούσαν απελευθερωτή της χώρας και διώκτη τυράννου (εννοούν τον Διονύσιο τον νεώτερο).
Έτσι αίφνης ο οίκτος αντικατέστησε το μίσος με τέτοιο τρόπο που ευχόντουσαν να μπορούσαν να τον εξιλεώσουν στο βήμα του Αχέροντα, ακόμα και με το αίμα τους. Ως εκ τούτου, τιμήθηκε με την ανέγερση ταφικού μνημείου στο πλέον κεντρικό σημείο της πόλης, όπου ενταφιάστηκε δημοσία δαπάνη. Ο θάνατος τον είχε συναντήσει στα πενήντα πέντε χρόνια, τέσσερα χρόνια μετά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο.
Ως επιμύθιο αξίζει να αναφερθεί ο τρόπος θανάτου του Καλίππου, ο οποίος διετέλεσε τύραννος Συρακουσών για δεκατρείς μήνες και θανατώθηκε με το ίδιο ξίφος που δολοφονήθηκε ο Δίων από την ίδια ομάδα Ζακυνθίων.
 Γράφει ο Πυθεύς
Βιβλιογραφία
Κορνηλίου Νέπου «Βίοι Επιφανών Ηγετών» (έκδοση 1886)
Πολυαίνου «Στρατηγήματα» Βιβλίο Ε’
The Columbia Electronic Encyclopedia, 6th edition




Πηγή: