Παρασκευή 6 Μαΐου 2016

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ - Ο ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΗΣ ΣΟΦΙΣΤΙΚΗΣ

Με τον Πρωταγόρα εισάγεται το ρεύμα του σχετικισμού και του υποκειμενισμού στη φιλοσοφία. Ο Πρωταγόρας πίστευε ότι η γνώση δεν προσδιορίζεται αντικειμενικά, αλλά με τις αισθήσεις. Άρα, γνώση είναι ό,τι αντιλαμβανόμαστε όπως αποτυπώνεται στις αισθήσεις μας. Ο Πρωταγόρας εισήγαγε και την έννοια του «ανθρωποκεντρισμού», με τη χαρακτηριστική ρήση «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Η έκφραση αυτή σημαίνει ότι ο άνθρωπος αποτελεί μέτρο της αλήθειας και της γνώσης και γι’ αυτό κάθε υποκειμενική άποψη για κάποιο θέμα έχει την άξια της.



Θεωρείται ο ιδρυτής της σοφιστικής. Γεννήθηκε στα Άβδηρα, περί το 480 π.Χ. Το αρχικό του επάγγελμα ήταν αχθοφόρος. Τον ανακάλυψε ο Δημόκριτος, τον πήρε κοντά του, και τον έκανε γραμματέα του και μαθητή του. Περιηγήθηκε διάφορες ελληνικές πόλεις, καθώς και της Κάτω Ιταλίας, σαν διδάσκαλος της ρητορικής. Σχετίσθηκε με τον Περικλή και τον Ευριπίδη και τιμήθηκε πολύ στην Αθήνα. Ύστερα όμως κατηγορήθηκε για αθεΐα και ασέβεια ύστερα από κατηγορία που διατύπωσε εναντίον του ο Πυθόδωρος. Αυτός ουσιαστικά ήταν ο εκπρόσωπος της συντηρητικής Αθήνας εναντίον των σοφιστών. Ανήκε στον κύκλο των ολιγαρχικών που υποκίνησαν το πραξικόπημα του 411 π.Χ. και περίπου εκείνη την περίοδο πρέπει να κατηγόρησε και τον Πρωταγόρα. Όλα τα βιβλία του συγκεντρώθηκαν στην αγορά και κάηκαν, ενώ ο Πρωταγόρας προσπάθησε να διαφύγει στη Σικελία. Το πλοίο όμως στο οποίο επέβαινε ναυάγησε και ο ίδιος πνίγηκε σε ηλικία περίπου εβδομήντα ετών, γεγονός που δεν φαίνεται να γνωρίζει ο Πλάτωνας στο Μένωνα. Τα βιβλία του κάηκαν δημόσια στην αγορά.
Ο Πρωταγόρας ήταν πιθανόν ο πρώτος δάσκαλος που δίδασκε με ανταμοιβή και ήταν ξακουστός για τα υψηλά δίδακτρα που χρέωνε. Οι μέθοδοι διδασκαλίας ήταν πρόδρομοι των σημερινών διαλέξεων και είχαν ως περιεχόμενο ανάλυση ποιημάτων,συζητήσεις για τα νοήματα και τις σωστές χρήσεις των λέξεων και γενικούς κανόνες ρητορικής. Όπως είναι φυσικό οι μαθητές του ήταν πλούσιοι και οικονομικά ευκατάστατοι Αθηναίοι με κοινωνικό υπόβαθρο.
Εστίαζε την εκπαίδευση που παρείχε σε πρακτικά ζητήματα αποδίδοντας μεγάλη αξία στη ρητορική δεινότητα και ευγλωττία (ορθοέπεια). Θεωρώντας πως για κάθε θέση μπορούν να διατυπωθούν επιχειρήματα υπέρ και κατά, προετοίμαζε τους μαθητές του με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σε θέση να υπερασπιστούν αλλά και να επικρίνουν, με λογικά επιχειρήματα, κάθε αμφιλεγόμενη θέση.
Στο Διογένη το Λαέρτιο διαβάζουμε ένα μακρύ κατάλογο των έργων του σοφιστή, όπου συνενώνει τίτλους διαφόρων τεχνικών συγγραμμάτων. Όπως μαρτυρούν οι τίτλοι των έργων του -από τα οποία σώθηκαν ελάχιστα αποσπάσματα-, τα περισσότερα πραγματεύονταν ζητήματα πολιτικά και ηθικά. Υπήρξαν όμως και συγγράμματα για τη ρητορική και τη γραμματική, ενώ ασχολήθηκε και με την παιδαγωγική και τα μαθηματικά.
Ορισμένες πληροφορίες για τη διδασκαλία του διέσωσαν και διάφοροι συγγραφείς (δοξογράφοι) αλλά και ο Πλάτωνας που του αφιέρωσε το φερώνυμο διάλογο του. H κριτική εξέταση των τίτλων είναι δύσκολη, καθώς πολλοί από αυτούς ίσως αποτελούν τμήματα μεγαλύτερων έργων του.   Από το Διογένη πληροφορούμαστε ότι η πρώτη εργασία που διάβασε ο Πρωταγόρας ήταν η Περί θεών όπου αναφέρεται το σπίτι του Ευριπίδη ως χώρος ανάγνωσης. Το έργο αρχίζει ως εξής: Για τους θεούς δεν μπορώ να ξέρω ούτε αν υπάρχουν ούτε αν δεν υπάρχουν ούτε ποια είναι η μορφή τους. Γιατί πολλά πράγματα εμποδίζουν τη γνώση: το γεγονός ότι είναι αόρατοι και η συντομία της ζωής.
Καθαρότερα δεν μπορούσε να διατυπωθεί ένας αγνωστικισμός που σβήνει το μύθο από την παράδοση της ελληνικής ζωής. Αν πίσω από τη διατύπωση του Πρωταγόρα κρύβεται πλήρης άρνηση απέναντι στους θεούς, δεν το γνωρίζουμε. Καμιά φορά κατατάσσουν τον Πρωταγόρα ανάμεσα στους άθεους, ενώ ο Κικέρωνας τον διαχωρίζει από αυτούς.
Πολλοί ερμηνευτές υποστήριξαν ότι με την παραπάνω ρήση εκφράζεται ένας συγκαλυμμένος αθεϊσμός. Ωστόσο, θα ήταν ορθότερο να δεχτούμε ότι ο Πρωταγόρας αρνείται να προχωρήσει στη μεταφυσική σφαίρα και ουσιαστικά δεν θεολογεί, γιατί πιστεύει ότι η ανθρώπινη γνώση δεν μπορεί να συλλάβει πράγματα μη αισθητά. Δεν απορρίπτει αλλά και δεν αποδέχεται τη θεία ύπαρξη γιατί αισθάνεται ότι δεν έχει τα μέσα να την προσεγγίσει. Το πρόβλημα επομένως φαίνεται να είναι κατ’ αρχήν γνωσιολογικό και όχι θεολογικό.
Ο Πρωταγόρας, όπως και ο Ηράκλειτος, πίστευε στη διηνεκή ροή των όντων στο σύμπαν. Ο άνθρωπος γνωρίζει πράγματα όχι όπως είναι αυτά, αλλά όπως του εμφανίζονται στις αισθήσεις του. Κατά τον Πρωταγόρα δεν υπάρχουν αλήθειες που να ισχύουν, και κάτι που στον ένα φαίνεται αληθινό μπορεί στον άλλο να φανεί ψευδές. Την αρετή ακόμα την θεωρούσε απλώς σαν μια αγαθή έξι, που προπαρασκευάζει καλύτερη ψυχική διάθεση και προτρέπει τους ανθρώπους στη δράση.
Το θεμέλιο της δραστηριότητας του, την εκπαίδευση του πολιτικού ανθρώπου, ο Πρωταγόρας το έθεσε με το έργο που αργότερα κυκλοφόρησε με τον επιθετικό διπλό τίτλο Αλήθεια ή Καταβάλλοντες (H αλήθεια ή Οι λόγοι που νικούν). Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πλάτωνα άρχιζε ως εξής: Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έατιν, των δε μη όντων ως ουκ έατιν (Για όλα τα πράγματα μέτρο είναι ο άνθρωπος, γι’ αυτά που υπάρχουν ότι υπάρχουν, για όσα δεν υπάρχουν ότι δεν υπάρχουν).
Επειδή στην ιστορία της φιλοσοφίας κυριαρχεί η διαδοχή δράσης αντίδρασης, η φράση αυτή κατ’ αρχάς πρέπει να εκληφθεί ως επίθεση. Περιέχει τη διαμαρτυρία εναντίον του ελεατικού χωρισμού της αισθησικής αντίληψης από την πραγματικότητα, εναντίον του αιτήματος για μια απόλυτη, αμετάβλητη ουσία που είναι προσιτή μόνο στη σκέψη
Το σύγγραμμα αυτό στρεφόταν ενάντια σε εκείνους που θεωρούσαν το ον ως ένα και μοναδικό και επομένως απόλυτο. Άρα, η σκέψη του Πρωταγόρα αντιτίθεται στη σκέψη του Παρμενίδη, αλλά ταυτόχρονα συνδέεται με αυτή, καθώς στη φράση μέτρον-άνθρωπος διακρίνεται η παρμενιδική ενότητα σκέψης-είναι, η οποία τώρα μεταφέρεται στο άτομο που σκέφτεται και αισθάνεται.
Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, η γνώση είναι προϊόν δύο παραγόντων, του πράγματος, αυτού που βρίσκεται έξω από εμάς, και των αισθητηρίων μας. O άνθρωπος γνωρίζει τα αντικείμενα του όχι όπως αυτά υπάρχουν αλλά όπως ο ίδιος τα προσλαμβάνει μέσα του και αφού οι παραστάσεις του υποστούν μια καθαρά υποκειμενική επεξεργασία.
Εδώ πλέον εισάγεται ο απεριόριστος σχετικισμός, η σχετικότητα των αισθήσεων, η οποία καταπολεμήθηκε σφοδρά από το Σωκράτη, σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις αξιών και περιέχεται ως δυνατότητα. Επίσης στο Θεαίτητο του Πλάτωνα διαπιστώνουμε μια υπεράσπιση της διδασκαλίας του Πρωταγόρα, που ξεκινά από τη φράση μέτρον-άνθρωπος.
H γεύση του υγιούς ανθρώπου, που για το ίδιο πράγμα είναι αντίθετη από του αρρώστου, αναγνωρίζεται το ίδιο αληθινή και έγκυρη. Βέβαια, ο υγιής είναι καλύτερα από τον άρρωστο, και καθήκον του γιατρού είναι να τον ξανακάνει καλά. Με το ίδιο πνεύμα πρέπει ο παιδαγωγός να καθοδηγήσει το μαθητή του και ο πολιτικός να αποκαταστήσει την καλύτερη κατάσταση στην κοινότητα.
Ωστόσο, ο καθένας από μας αποτελεί το μέτρο των πραγμάτων που για τα άτομα εμφανίζονται με πάρα πολλές διαφορές και μόνο με αυτή την εμφάνιση υπάρχουν γι’ αυτούς. Εδώ δημιουργείται το πρόβλημα από πού έρχονται στους ανθρώπους τα μέτρα για το «καλύτερο» ή το «χειρότερο» που ξεπερνούν καθετί ατομικό. H απόπειρα του Πρωταγόρα να δώσει λύση φαίνεται καλύτερα στις απόψεις του για τη φύση και τη γένεση του κράτους.
Για τα προβλήματα αυτά ο Πρωταγόρας διατύπωσε τις απόψεις του στο σύγγραμμα Περί της εν αρχήι καταστάσεως. Τα βασικά χαρακτηριστικά των απόψεων του τα αναγνωρίζουμε από ένα χωρίο του ομώνυμου με αυτόν πλατωνικού διαλόγου.
Στο μύθο που απαγγέλλει εκεί δίνει μια θεωρία για τη γένεση του ανθρώπινου πολιτισμού, ξεκινώντας τον κάτω από πρωτόγονες συνθήκες: O άνθρωπος που για να επιβιώσει δεν είναι τόσο καλά εξοπλισμένος όσο τα ζώα, δεν μπορεί να ζήσει απομονωμένος, παρ’ όλο που ο Προμηθέας του χάρισε τη φωτιά. Όμως οι απόπειρες για να ενωθούν οι άνθρωποι αποτυγχάνουν από την έλλειψη σημαντικών προϋποθέσεων και καταλήγουν σε έναν πόλεμο όλων προς όλους. Τότε, ο Δίας στέλνει με τον Ερμή την αιδώ και τη δίκην (ηθικότητα-δικαιοσύνη) στους ανθρώπους και έτσι καθιστά δυνατές την κρατική ζωή και την ανάπτυξη του πολιτισμού τους.
Αν αφαιρέσουμε το μύθο, διαπιστώνουμε ότι είναι πεποίθηση του Πρωταγόρα ότι κάθε άνθρωπος έχει μέσα του έμφυτο το αίσθημα της ηθικότητας και της δικαιοσύνης. Τις εξαιρέσεις, ανθρώπους δηλαδή που δεν εντάσσονται σε ένα κοινωνικό σύστημα, η κοινότητα είναι υποχρεωμένη να τους παραμερίζει. Ωστόσο, η έμφυτη ικανότητα για πολιτικές αρετές δεν αρκεί από μόνη της, αλλά πρέπει να αναπτυχθεί με την παιδεία. H σημασία της, βασική για όλη τη σοφιστική, προβάλλει με ιδιαίτερη καθαρότητα από την ανάπτυξη των συμφραζομένων.
Σε ένα σημαντικό απόσπασμα παρατίθεται η άποψη ότι η μάθηση χρειάζεται τη φυσική ικανότητα (φύσις) και την άσκηση (άσκησις). O Πρωταγόρας δεν αντιτίθεται ριζοσπαστικά στην αρχαϊκή-κλασική πεποίθηση για τη μεγάλη αξία της φυσικής ικανότητας, απλώς προσθέτει και την παιδαγωγική επίδραση.
Ως προς τα άλλα, ο Πρωταγόρας του Πλάτωνα που και σε αυτό μπορούμε να τον ταυτίσουμε με το ιστορικό πρόσωπο, αντιμετωπίζει την τιμωρία ως παιδαγωγικό μέτρο.
Για τον Πρωταγόρα ισχύει αυτό που είπε ο Πρόδικος για τους σοφιστές: Αυτοί είναι κάτι ανάμεσα σε πολιτικούς και φιλοσόφους, που σημαίνει κυρίως αγωνιστές με το λόγο.
Το πιο εκτεταμένο έργο του είναι οι Αντιλογίαι γιατί μόνο γι’ αυτές παραδίδεται ο αριθμός δύο βιβλίων. Δεν έχουμε καθαρή εικόνα για το περιεχόμενο τους. Μια γενική ένδειξη μας δίνει η πληροφορία του Διογένη του Λαέρτιου: Για κάθε πράγμα υπάρχουν δύο λόγοι αντίθετοι ο ένας προς τον άλλον. H άποψη αυτή αναιρεί την αντίφαση και οδηγεί στην παντοδυναμία της ρητορικής. Αυτή έχει τη δυνατότητα ακόμη και μια αδύνατη πρόταση να την κάνει ισχυρή (τον ήττω λόγον κρείτω ποιείν).
Τέλος, η περίφημη ρήση του «για όλα τα πράγματα μέτρο είναι ο άνθρωπος, και για όσα υπάρχουν και για όσα δεν υπάρχουν» με την οποία ξεκινούσε κάποιο έργο του με τίτλο Αλήθεια ή Καταβάλλοντες Λόγοι, οδηγεί σε ένα πολύ προκλητικό συμπέρασμα, το οποίο για πολλούς εγκαινιάζει την παράδοση του σχετικισμού: όλες οι υποκειμενικές αντιλήψεις ευσταθούν. Όπως διατυπώνεται η πρόταση μπορεί να δεχτεί πολλές ερμηνείες ως προς την εμβέλεια των πραγμάτων που θεωρούνται υποκειμενικά. 
Στην πραγματικότητα ο Πρωταγόρας με τον όρο «πράγματα» δεν πρέπει να εννοούσε μόνο τα αισθητά, αλλά κάθε κρίση που μπορεί να εκφέρει ένα υποκείμενο για οποιοδήποτε ζήτημα.
Επίσης, ο Πρωταγόρας αυτό που ισχυρίστηκε είναι το εξής: τα πράγματα που υπάρχουν γύρω μας, με αντικειμενικό τρόπο (αέρας), και που κανείς δεν αμφισβητεί ότι υπάρχουν, υπάρχουν για τον καθένα από εμάς με έναν διαφορετικό τρόπο (ψυχρός, θερμός κλπ) και κατ’; αυτή την έννοια, είναι για τον καθένα από εμάς κάτι διαφορετικό (για άλλους ψυχρός, για άλλους θερμός κλπ) όχι όμως για τον καθένα άλλο (για άλλους αέρας και για άλλους νερό).
Η θέση λοιπόν του Πρωταγόρα ότι ο άνθρωπος είναι το μέτρο για όλα τα πράγματα θεμελιώνει το σχετικισμό, στη σφαίρα της γνωσιολογίας, αν και εκφράζονται επιφυλάξεις για το κατά πόσο πρόθεση του Πρωταγόρα ήταν να εισηγηθεί μια νέα ριζοσπαστική θεωρία για τη γνώση ή απλώς να καταρρίψει τις απόψεις παλαιότερων φιλοσόφων, όπως ο Παρμενίδης.
Ο Πρωταγόρας εκτός όλων των άλλων διατύπωσε και ένα πρωτότυπο επιχείρημα για την ύπαρξη των θεών, το οποίο σύμφωνα με την παράδοση, οδήγησε τον ίδιο στην εξορία και τα βιβλία του στην πυρά:
«Για τους θεούς δεν μπορώ να γνωρίζω τίποτα: ούτε ότι υπάρχουν, ούτε ότι δεν υπάρχουν, ούτε τι λογής μορφή έχουν. Γιατί είναι πολλά τα όσα εμποδίζουν να γνωρίζουμε από τη μια το άδηλο του ζητήματος και από την άλλη η συντομία της ανθρώπινης ζωής.»
Αυτό που κυριαρχεί στο επιχείρημα αυτό του Πρωταγόρα δεν είναι η αμφισβήτηση της ύπαρξης των θεών αλλά η αμφισβήτηση της γνώσης που εμείς ως άνθρωποι μπορούμε να έχουμε γι’ αυτούς. Μπορεί δηλαδή ο Πρωταγόρας με τα κριτήρια των συγχρόνων του να εμφανιζόταν πράγματι ως «άθεος», εμείς, ωστόσο οφείλουμε να διακρίνουμε τη σκεπτικιστική του στάση, η οποία πολύ πιθανόν να απορρέει από τις γνωσιολογικές του απόψεις, παρά από την πλήρη άρνηση της ύπαρξής τους.
Σε σχέση με τους νόμους για τον Πρωταγόρα δεν υπάρχει απόλυτο καλό και απόλυτη δικαιοσύνη, που να μπορούν να έχουν ισχύ οριστικού κανόνα για τις ηθικο-πολιτικές πράξεις. Όμως, το μέτρο του δικαίου και του καλού δεν είναι όπως στην περίπτωση της αλήθειας και των θεών, το μεμονωμένο άτομο, αλλά ολόκληρη η κοινότητα στην οποία αυτό ανήκει. Δίκαιο, επομένως, είναι ό,τι φαίνεται δίκαιο στην πόλη- κράτος ή στην πλειοψηφία της. Σε πολιτικό πλαίσιο δίκαιο είναι ό,τι ωφελεί την πόλη και αποσπά την ευρύτερη δυνατή συναίνεση των κυβερνωμένων.





Πηγή:
sciencearchives