Στη σκέψη «Πόσο παλιά είναι η Ελληνική Γλώσσα» αυθόρμητα θεωρούμε ότι η Ελληνική γλώσσα είναι τόσο παλιά όσο είναι και τα...
κείμενα που γράφτηκαν με το αλφάβητο (7ος – 8ος π.Χ αιώνας, Ομηρικά Έπη, έργα του Ησίοδου). Η αρχαιολογική σκαπάνη, όμως, έφερε στο φως, στις αρχές του 20ου αιώνα, τις πινακίδες της Γραμμικής Β [ο Α. Εβανς, στην Κρήτη, ο Κ. Μπλεγκεν στην Πύλο και άλλοι ερευνητές αργότερα, στα Χανιά (1973) στις Μυκήνες (δεκαετία του 50’), Τίρυνθα (δεκαετία του 70’) στην Θήβα, στην Κέα, και αλλού]. Αυτές, μάλιστα, της Θήβας ήταν και οι πολυπληθέστερες που ανακαλύφθηκαν σε τοποθεσία πάνω απ’ τον Ισθμό της Κορίνθου.
Ο αρχιτέκτονας Μ. Βεντρις με τη βοήθεια του Ελληνιστή Τσαντγουϊκ, αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β, ήταν η Ελληνική γλώσσα. το 1952 και απέδειξε ότι η γλώσσα που κρυβόταν πίσω από την γραμμική Β ήταν η Ελληνική γλώσσα. Υπόψη ότι μέχρι τότε η διεθνής ήταν η Ελληνική γλώσσα. Υπόψη ότι μέχρι τότε η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν δεχόταν ότι υπήρχαν Έλληνες και κατά συνέπεια ούτε και μιλιόταν στην Ελλάδα η Ελληνική πριν από το 1000 π.Χ.
Η κρατούσα άποψη σήμερα είναι ότι οι πινακίδες της Γραμμικής Β, δεν είναι παλαιότερες του 1400 π.Χ. Τόσο οι πινακίδες της Κρήτης όσο και οι πινακίδες της Πύλου γράφτηκαν από τους Μυκηναΐους. Έτσι βγήκε και το ασφαλές συμπέρασμα ότι οι Μυκηναΐοι (Αχαιοί ) μιλούσαν και έγραφαν Ελληνικά.
Οι πινακίδες της Γραμμικής Β από την Κρήτη είναι και οι παλαιότερες και ανέρχονται στις 3000 περίπου. Οι αντίστοιχες της Πυλού προέρχονται από μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Κάποια άνοιξη κοντά στο 1200 π.Χ το ανάκτορο της Πύλου καταστράφηκε από φωτιά, οι πινακίδες (περίπου 1300 τον αριθμό) κατασκευασμένες από νωπό άργιλο που απλά είχε στεγνώσει στον ήλιο, ψήθηκαν, σκλήρυναν και έτσι διατηρήθηκαν μέχρι που τις έφερε στο φως η σκαπάνη των αρχαιολόγων (1939).
Ο Α. Εβανς, πρώτος διατύπωσε την άποψη που ισχύει ακόμα και σήμερα, ότι δηλ. Στο χρονικό διάστημα 1900 -1200 π.Χ αναπτύχθηκαν στην Κρήτη τρία είδη γραφής, η εικονογραφική η ιερογλυφική ( pictographic) η Γραμμική Α και η Γραμμική Β[3].
1. Άποψη του Τσαντγουϊκ είναι ότι οι Έλληνες δανείστηκαν από την Κρήτη τα σύμβολα της Γραμμικής Β και τα προσάρμοσαν στην γλώσσα τους [1] (δηλ. κάτι ανάλογο με τη χρήση του Λατινικού αλφαβήτου από διάφορους λαούς που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες). Σε άλλο σημείο του βίβλου του [1] υποστηρίζει ότι στην Πυλό η Ελληνική «θα πρέπει να λαλούνταν πολλούς αιώνες πριν από την εποχή των πινακίδων».
Η Γραμμική Β είναι μια συλλαβική γραφή δηλ. κάθε σύμβολο αποδίδει μια συλλαβή. Σύμφωνα με τον κατάλογο που δημοσίευσε ο Αμερικανός E.L. Bennett τα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β’ είναι 87. Σήμερα είναι αποδεκτό ότι δεν είναι περισσότερα από 90 [2]. Στα κείμενα τα σύμβολα, χρησιμοποιούνται ως συλλαβογράμματα και ως ιδεογράμματα [3]. Γραφόταν δε από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Στην πλειοψηφία τους οι πινακίδες της Γραμμικής Β, είναι λογιστικές καταγραφές των τοπικών ανακτόρων της Κρήτης και της Πυλού. Μέσα από τις πινακίδες μας μεταφέρονται περισσότερα από 150 κύρια ονόματα, ανδρικά ή γυναικεία, πολλά από τα οποία απαντώνται στα Ομηρικά έπη καθώς και στους μετέπειτα αιώνες (π.χ. Ιδομενεύς, Αιγεύς, Δευκαλίων, Αμφιμήδης, Τριπτόλεμος, κ.α) και πλήθος τοπωνυμίων (περίπου 200 όπως Κνωσός, Φαιστός, Ριον, Κυδωνία κ.α)
Το χρησιμοποιηθέν σύστημα αρίθμησης ήταν δεκαδικό και έχουν καταγράφει αγαθά σε ποσότητες που δηλώνονται με πενταψήφιο αριθμό.
Οι πινακίδες μας μετέφεραν πλήθος επαγγελμάτων για άνδρες και γυναίκες (π.χ. κναφεύς, δουοτόμους δηλ. ξυλουργός, χαλκεύς, ποιμήν, κυανουργός δηλ. τεχνίτης του λαζουρίτη, μελέτρια δηλ. αλέστρια, λοετροχόος δηλ. λουστροκόμος, κ.α ) ή αξιωμάτων ανθρώπων της εποχής π.χ. άναξ, βασιλεύς, επετας δηλ. ακόλουθος, κορετήρ δηλ. κυβερνήτης λαγέτας δηλ. ηγέτης Στράτου κ.α., πράγμα που δηλώνει μιαν οργανωμένη κοινωνία.
Από τη μελέτη του γραφικού χαρακτήρα διαπιστώθηκαν περίπου 70 γράφεις στην Κρήτη και 40 περίπου στην Πύλο.
Η χρησιμοποιούμενη γλώσσα των πινακίδων περιέχει, κατά τους ειδικούς, στοιχεία της δωρικής διαλέκτου, Αυτό γέννησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με το ποτέ τελικά εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο οι Δωριείς δεδομένου ότι η επίσημη εκδοχή είναι ο 11ος π.Χ αιώνας. Περί τούτου ο Τσαντγουικ το 1976 διατύπωσε τη θεωρεία ότι οι Δωριείς προϋπήρχαν στα μυκηναϊκά βασίλεια και κάποια στιγμή επαναστάτησαν και τα ανέτρεψαν. Ο Όμηρος πάντως, αναφέρει ότι στα χρόνια του Τρωικού πολέμου, η Κρήτη κατοικείται από Ετεοκρήτες μεγαλητορες, αοι Κύδωνες, από δίους Πελασγούς, από Δωριείς τριχαϊκες και Αχαιούς.
Οποίο κι αν είναι το περιεχόμενο των πινακίδων της Γραμμικής Β αποτελούν γραπτά μνημεία της Ελληνικής γλώσσας και αποδεικνύουν με το περιεχόμενο τους την χωρίς διακοπή συνεχεία της Ελληνικής γλώσσας επί τέσσαρες περίπου χιλιετίες.
Βιβλιογραφία
[1] Ο Μυκηναϊκός Κόσμος, John Chadwick Εκδ.Gutenberg , Αθηνα 1999
[2] Η Γραμμική Β και οι συγγενικές γραφές, John Chadwick, Εκδ . Παπαδήμα, Αθηνά 2005
[3] Εισαγωγή στην Γραμμική Β J.T. Hooker, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθηνά 19
κείμενα που γράφτηκαν με το αλφάβητο (7ος – 8ος π.Χ αιώνας, Ομηρικά Έπη, έργα του Ησίοδου). Η αρχαιολογική σκαπάνη, όμως, έφερε στο φως, στις αρχές του 20ου αιώνα, τις πινακίδες της Γραμμικής Β [ο Α. Εβανς, στην Κρήτη, ο Κ. Μπλεγκεν στην Πύλο και άλλοι ερευνητές αργότερα, στα Χανιά (1973) στις Μυκήνες (δεκαετία του 50’), Τίρυνθα (δεκαετία του 70’) στην Θήβα, στην Κέα, και αλλού]. Αυτές, μάλιστα, της Θήβας ήταν και οι πολυπληθέστερες που ανακαλύφθηκαν σε τοποθεσία πάνω απ’ τον Ισθμό της Κορίνθου.
Ο αρχιτέκτονας Μ. Βεντρις με τη βοήθεια του Ελληνιστή Τσαντγουϊκ, αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β, ήταν η Ελληνική γλώσσα. το 1952 και απέδειξε ότι η γλώσσα που κρυβόταν πίσω από την γραμμική Β ήταν η Ελληνική γλώσσα. Υπόψη ότι μέχρι τότε η διεθνής ήταν η Ελληνική γλώσσα. Υπόψη ότι μέχρι τότε η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν δεχόταν ότι υπήρχαν Έλληνες και κατά συνέπεια ούτε και μιλιόταν στην Ελλάδα η Ελληνική πριν από το 1000 π.Χ.
Η κρατούσα άποψη σήμερα είναι ότι οι πινακίδες της Γραμμικής Β, δεν είναι παλαιότερες του 1400 π.Χ. Τόσο οι πινακίδες της Κρήτης όσο και οι πινακίδες της Πύλου γράφτηκαν από τους Μυκηναΐους. Έτσι βγήκε και το ασφαλές συμπέρασμα ότι οι Μυκηναΐοι (Αχαιοί ) μιλούσαν και έγραφαν Ελληνικά.
Οι πινακίδες της Γραμμικής Β από την Κρήτη είναι και οι παλαιότερες και ανέρχονται στις 3000 περίπου. Οι αντίστοιχες της Πυλού προέρχονται από μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Κάποια άνοιξη κοντά στο 1200 π.Χ το ανάκτορο της Πύλου καταστράφηκε από φωτιά, οι πινακίδες (περίπου 1300 τον αριθμό) κατασκευασμένες από νωπό άργιλο που απλά είχε στεγνώσει στον ήλιο, ψήθηκαν, σκλήρυναν και έτσι διατηρήθηκαν μέχρι που τις έφερε στο φως η σκαπάνη των αρχαιολόγων (1939).
Ο Α. Εβανς, πρώτος διατύπωσε την άποψη που ισχύει ακόμα και σήμερα, ότι δηλ. Στο χρονικό διάστημα 1900 -1200 π.Χ αναπτύχθηκαν στην Κρήτη τρία είδη γραφής, η εικονογραφική η ιερογλυφική ( pictographic) η Γραμμική Α και η Γραμμική Β[3].
1. Άποψη του Τσαντγουϊκ είναι ότι οι Έλληνες δανείστηκαν από την Κρήτη τα σύμβολα της Γραμμικής Β και τα προσάρμοσαν στην γλώσσα τους [1] (δηλ. κάτι ανάλογο με τη χρήση του Λατινικού αλφαβήτου από διάφορους λαούς που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες). Σε άλλο σημείο του βίβλου του [1] υποστηρίζει ότι στην Πυλό η Ελληνική «θα πρέπει να λαλούνταν πολλούς αιώνες πριν από την εποχή των πινακίδων».
Η Γραμμική Β είναι μια συλλαβική γραφή δηλ. κάθε σύμβολο αποδίδει μια συλλαβή. Σύμφωνα με τον κατάλογο που δημοσίευσε ο Αμερικανός E.L. Bennett τα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β’ είναι 87. Σήμερα είναι αποδεκτό ότι δεν είναι περισσότερα από 90 [2]. Στα κείμενα τα σύμβολα, χρησιμοποιούνται ως συλλαβογράμματα και ως ιδεογράμματα [3]. Γραφόταν δε από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Στην πλειοψηφία τους οι πινακίδες της Γραμμικής Β, είναι λογιστικές καταγραφές των τοπικών ανακτόρων της Κρήτης και της Πυλού. Μέσα από τις πινακίδες μας μεταφέρονται περισσότερα από 150 κύρια ονόματα, ανδρικά ή γυναικεία, πολλά από τα οποία απαντώνται στα Ομηρικά έπη καθώς και στους μετέπειτα αιώνες (π.χ. Ιδομενεύς, Αιγεύς, Δευκαλίων, Αμφιμήδης, Τριπτόλεμος, κ.α) και πλήθος τοπωνυμίων (περίπου 200 όπως Κνωσός, Φαιστός, Ριον, Κυδωνία κ.α)
Το χρησιμοποιηθέν σύστημα αρίθμησης ήταν δεκαδικό και έχουν καταγράφει αγαθά σε ποσότητες που δηλώνονται με πενταψήφιο αριθμό.
Οι πινακίδες μας μετέφεραν πλήθος επαγγελμάτων για άνδρες και γυναίκες (π.χ. κναφεύς, δουοτόμους δηλ. ξυλουργός, χαλκεύς, ποιμήν, κυανουργός δηλ. τεχνίτης του λαζουρίτη, μελέτρια δηλ. αλέστρια, λοετροχόος δηλ. λουστροκόμος, κ.α ) ή αξιωμάτων ανθρώπων της εποχής π.χ. άναξ, βασιλεύς, επετας δηλ. ακόλουθος, κορετήρ δηλ. κυβερνήτης λαγέτας δηλ. ηγέτης Στράτου κ.α., πράγμα που δηλώνει μιαν οργανωμένη κοινωνία.
Από τη μελέτη του γραφικού χαρακτήρα διαπιστώθηκαν περίπου 70 γράφεις στην Κρήτη και 40 περίπου στην Πύλο.
Η χρησιμοποιούμενη γλώσσα των πινακίδων περιέχει, κατά τους ειδικούς, στοιχεία της δωρικής διαλέκτου, Αυτό γέννησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με το ποτέ τελικά εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο οι Δωριείς δεδομένου ότι η επίσημη εκδοχή είναι ο 11ος π.Χ αιώνας. Περί τούτου ο Τσαντγουικ το 1976 διατύπωσε τη θεωρεία ότι οι Δωριείς προϋπήρχαν στα μυκηναϊκά βασίλεια και κάποια στιγμή επαναστάτησαν και τα ανέτρεψαν. Ο Όμηρος πάντως, αναφέρει ότι στα χρόνια του Τρωικού πολέμου, η Κρήτη κατοικείται από Ετεοκρήτες μεγαλητορες, αοι Κύδωνες, από δίους Πελασγούς, από Δωριείς τριχαϊκες και Αχαιούς.
Οποίο κι αν είναι το περιεχόμενο των πινακίδων της Γραμμικής Β αποτελούν γραπτά μνημεία της Ελληνικής γλώσσας και αποδεικνύουν με το περιεχόμενο τους την χωρίς διακοπή συνεχεία της Ελληνικής γλώσσας επί τέσσαρες περίπου χιλιετίες.
Βιβλιογραφία
[1] Ο Μυκηναϊκός Κόσμος, John Chadwick Εκδ.Gutenberg , Αθηνα 1999
[2] Η Γραμμική Β και οι συγγενικές γραφές, John Chadwick, Εκδ . Παπαδήμα, Αθηνά 2005
[3] Εισαγωγή στην Γραμμική Β J.T. Hooker, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθηνά 19