Ο 5ος αι. π.Χ., που οριοθετείται από δυο σημαντικά ιστορικά γεγονότα για τους Έλληνες, την Περσική εισβολή και τον Πελοποννησιακό πόλεμο,
είναι μια εποχή απίστευτης ακμής του πολιτικού και πνευματικού βίου,
εποχή έντονου προβληματισμού και ανακατατάξεων, με κέντρο την Αθήνα.
Μετά την ανάπτυξη του εμπορίου και της χρηματιστικής, που δημιούργησαν
νέες οικονομικές μορφές, τους αποικισμούς, που άνοιξαν τον οπτικό
ορίζοντα, την ακμή της λυρικής ποίησης, που έμαθε τους
ανθρώπους να εκφράζονται, η παλιά αριστοκρατική ηθική φαίνεται
γερασμένη.
Ο άνθρωπος πνίγεται από τα δεσμά της παράδοσης και τις
ταξικές προκαταλήψεις και αρχίζει να συνειδητοποιεί τη δύναμή του.
Διάχυτη είναι η ροπή για ορθολογική κριτική όλων των σχέσεων. Το κενό
αυτό στην πολιτική και πνευματική ζωή της Ελλάδας, και ιδιαίτερα της
Αθήνας, ήρθαν να καλύψουν οι σοφιστές [1].
Σκηνή δικαστηρίου στην παλιά Ρώμη. Εκδίωξη των Σοφιστών. Λιθογραφία, Paget, HM (Henry Marriott), 1899. Συλλογή Mid-Manhattan Library.
Νεωτεριστές με επαναστατική κοσμοθεωρία,
τροφοδότησαν το πνεύμα της αδίστακτης κριτικής, που διψούσε για αλλαγή
και πρόοδο, συμπλήρωσαν την ιωνική ορθολογιστική φιλοσοφία,
διερεύνησαν τον άνθρωπο σαν άτομο και σαν κοινωνικό ον, ανέτρεψαν το
δογματισμό και τις παραδοσιακές μορφές θρησκευτικού και ηθικοπολιτικού
βίου, έκαναν αντικείμενο της έρευνάς τους τη γνωστική δύναμη του ανθρώπινου νου και μόνο σ’ αυτή έδειξαν απόλυτη εμπιστοσύνη.
Η φιλοσοφία τους εκτόπισε την ποίηση,
που είχε ως τώρα τα πρωτεία, και έγινε ο μοναδικός φορέας της αττικής
μόρφωσης. Με τα μαθήματα που έδιναν πηγαίνοντας από πόλη σε πόλη
κέντρισαν τους συγχρόνους τους να απαρνηθούν την πολιτιστική
πραγματικότητα και να αναζητήσουν την αλήθεια ακολουθώντας ένα νέο
δρόμο. Η πνευματική αυτογνωσία που επιδίωκαν ήταν όρος
για την απελευθέρωση του ατόμου από την αριστοκρατική παράδοση και τη
συνειδητή συμμετοχή του στη διοίκηση του κράτους. Έτσι έγιναν οι πρώτοι θεωρητικοί θεμελιωτές της δημοκρατίας και κατέλαβαν την πρώτη θέση στην ιστορία της πολιτικής μόρφωσης των Ελλήνων.
Η φιλοσοφία τους έχει δυο βασικές διαφορές από την προηγούμενη φιλοσοφία:
α) απευθύνεται σ’ ένα ευρύτερο κοινό, ενώ
η προηγούμενη φιλοσοφία έμεινε περιορισμένη σε στενούς κύκλους, σε μια
πνευματικά και οικονομικά ανώτερη τάξη.
β) Έχει ως σκοπό το μετασχηματισμό της
γνώσης σε ενέργεια, θέτει δηλ. τη γνώση στην υπηρεσία της πρακτικής
ζωής, ενώ η προηγούμενη φιλοσοφία θεωρούσε τη γνώση αυτοσκοπό.
Μέθοδος των σοφιστών είναι η επαγωγή.
Ξεκινούν από την εμπειρία και με βάση τα εμπειρικά δεδομένα συνάγουν
ορισμένα συμπεράσματα θεωρητικού και πρακτικού χαρακτήρα, όπως για το
δυνατό ή το αδύνατο ή το σχετικό της γνώσης, για την αρχή, την πρόοδο
και το σκοπό του ανθρώπινου πολιτισμού, για την αρχή και τη δομή της
γλώσσας, για τη γένεση και το χαρακτήρα ή την αξία της θρησκείας, για
τη διαφορά ελεύθερων και σκλάβων, Ελλήνων και βαρβάρων, για τη
διαμόρφωση και την αξία των νόμων, για τη γένεση της κοινωνίας κ.λ.π.
Οι σοφιστές διέδωσαν στο λαό φιλοσοφικά αγαθά, ξύπνησαν το γενικό ενδιαφέρον των Ελλήνων για τη φιλοσοφία και έγιναν διάσημοι «καθηγητές»
που συνετέλεσαν στην ανύψωση του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου
του λαού. Οι νεωτεριστικές τους απόψεις ενθουσίαζαν ιδιαίτερα τους νέους
της εποχής, που συνωθούνταν για να ακούσουν τους τολμηρούς καθηγητές –
φιλόσοφους. Επειδή όμως έδρασαν σε μια εποχή ανακατατάξεων και υπήρξαν
καρπός και όργανο μιας αναστάτωσης στη νοοτροπία και στη ζωή των
Ελλήνων, που στέκονταν τότε στο κατώφλι μιας νέας εποχής, οδηγήθηκαν και σε μερικά μονόπλευρα, υπερβολικά
και ίσως επικίνδυνα συμπεράσματα. Έδωσαν έτσι την ευκαιρία στο
κατεστημένο της εποχής να τους κατηγορήσει, να τους συκοφαντήσει και να
παρουσιάσει στους μεταγενέστερους την εικόνα τους αλλοιωμένη,
παραποιημένη και κακογραμμένη. Το γεγονός έχει ιδιαίτερη σημασία αν
σκεφτούμε πως ό,τι ξέρουμε για τους σοφιστές το γνωρίζουμε κυρίως από μαρτυρίες των εχθρών τους, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, που τους παρουσίασαν λίγο-πολύ ως απατεώνες, αγύρτες και ψευτοφιλόσοφους που καπηλεύονταν τη σοφία και την επιστήμη.
Οι σοφιστές είχαν και μια άλλη ατυχία, που έγινε αιτία να καταδικαστούν σε πνευματικό θάνατο
για ολόκληρες χιλιετίες: Έμειναν πλανόδιοι δάσκαλοι και δεν ίδρυσαν
σχολές, στις οποίες θα ήταν δυνατό οι μαθητές να επαγρυπνήσουν για τη
διαφύλαξη των συγγραμμάτων τους και την υπεράσπιση της τιμής τους. Τα
συγγράμματά τους χάθηκαν ή, το πιο πιθανό, τα κατέστρεψαν οι ολιγαρχικοί
που επικράτησαν σ’ όλη την Ελλάδα ύστερα από την υποταγή στους
Μακεδόνες. Η έκταση όμως των γνώσεων και η δημιουργική μεγαλοφυΐα τους
είχαν δημιουργήσει μια ζωντανή παράδοση, που έγινε η πιο σημαντική πηγή
για τη φιλοσοφική ανάπτυξη της αρχαιότητας.
Κυριότεροι σοφιστές ήταν ο Πρωταγόρας, ο Γοργίας, ο Πρόδικος, ο Ιππίας, ο Αλκιδάμας, ο Λυκόφρων, ο Αντιφώντας, ο Ιππόδαμος, ο Φαλέας.
Οι εχθροί τους σκόπιμα ανέμειξαν στη σοφιστική κίνηση, ονόματα γνωστών
πολιτικών εκπροσώπων της ολιγαρχίας, όπως τον Καλλικλή, φανατικό εχθρό
των σοφιστών, τον τυχοδιώκτη Κριτία, έναν από τους αιμοσταγείς τριάκοντα
τυράννους, και το Θρασύβουλο από τη Χαλκηδόνα, οι οποίοι χρησιμοποίησαν
σοφιστικά επιχειρήματα για να καταπολεμήσουν τους ασύμφορους για την
ολιγαρχία δημοκρατικούς νόμους του Περικλή, ενώ οι θεωρίες τους δεν
έχουν την παραμικρή συγγένεια με τη σοφιστική σκέψη.
Υποσημειώσεις
[1] Lesky Α., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, σελ. 481 κ.ε.
– Ντόκα Αγ., Ελληνικός Διαφωτισμός, σελ. 66-74.
– Βέικου Θ., Η Αρχαία Σοφιστική, σελ. 27-35.
Αλέξης Τότσικας
Φιλόλογος – Συγγραφέας
«Ανθολόγιο | Δώδεκα Αποσπάσματα Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων», Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1997.
Πηγή:
argolikivivliothiki.gr