Mακριά στη Δύση, καθώς μας λέει η Ελληνική Μυθολογία, πέρα από τον
Ωκεανό, κατοικούσε ένα φοβερό τέρας, γεννημένο από τις θαλάσσιες
θεότητες, τον Φόρκυ και την Κητώ. Το τέρας αυτό λεγόταν Γοργώ η Μέδουσα,
ήταν θνητό και είχε δυο αθάνατες αδελφές: την Σθεννώ και την Ευρυάλη. Η
Γοργώ, που φορούσε πάντα κατάμαυρα ρούχα, είχε φτερά και μπορούσε να
πετά γρήγορα στους αιθέρες.
Το πρόσωπο της ήταν στρογγυλό και πάντοτε θυμωμένο. Το στόμα της ήταν ορθάνοιχτο και τα μάτια της γουρλωμένα. Είχε φίδια αντί για μαλλιά, τεράστια δόντια κάπρου, πλακουτσωτή μύτη και γλώσσα που πεταγόταν έξω. Όποιος αντίκριζε το φριχτό αυτό πρόσωπο η συναντούσε το βλέμμα της πέτρωνε κυριολεκτικά από το φόβο.
Τη Μέδουσα αποκεφάλισε ο Περσέας, με την βοήθεια της Αθηνάς και του Ερμή. Ακόμα και τότε όμως η όψη του κομμένου κεφαλιού ήταν αρκετή για να απολιθώσει εκείνον που θα το έβλεπε.
Η Αθηνά, που σύμφωνα με ένα άλλο Μύθο σκότωσε την Γοργώ κατά την
διάρκεια της Γιγαντομαχίας, βοήθησε τον Περσέα οδηγώντας τον πρώτα στην
πόλη Δεικτήριο της Σάμου και δείχνοντας του σε απεικόνηση τις τρεις
Γοργόνες, έτσι ώστε να ξεχωρίζει την Μέδουσα από τις αθάνατες αδελφές
της. Ύστερα τον προειδοποίησε να μην κοιτάξει ποτέ καταπρόσωπο τη
Μέδουσα αλλά μόνο τον αντικατοπτρισμό και του χάρισε μια καλογυαλισμένη
ασπίδα. Για το λόγο αυτό, μετά την επιστροφή του στη Σέριφο, ο Περσέας
χάρισε το κεφάλι του τέρατος στην θεά της Γνώσης και της Σοφίας, η οποία
το στερέωσε στην αιγίδα της.
Ο μύθος, με τις διάφορες τοπικές παραλλαγές του, έγινε πολύ δημοφιλής. Σε όλη την Αρχαία Ελλάδα, το προσωπείο της Γοργούς εμφανίζονταν ως αποτρεπτικό σημείο. Στην αγορά του Άργους, κοντά στο ιερό του Κηφισού, υπήρχε ένα παλαιό, λίθινο Γοργόνειο, το οποίο χαρακτηρίζοταν ως έργο των Κυκλώπων (Παυσανίας. Β΄20,7 ). Στον 8ο αιώνα ανήκουν εξ άλλου πήλινα προσωπεία, που το σχήμα τους θυμίζει αγγείο, με άγριους χαυλιόδοντες, από το ιερό της Ήρας στην Τίρυνθα. Κύριο χαρακτηριστικό της φοβερής αυτής μάσκας ήταν το άγριο μάτι που είχε τη δύναμη να διώχνει μακριά το κακό και τους βέβηλους. Ποιό είναι όμως το βαθύτερο νόημα πίσω από τον Μύθο; Τι συμβολίζει η Μέδουσα καθώς και η αίσθηση της απολίθωσης την οποία προκαλούσε;
Ο Ρόμπερτ Γκρέηβς στους Ελληνικούς Μύθους αναφέρει ότι οι ιέρειες της Τριπλής Θεάς φορούσαν προφυλακτικά προσωπεία – με πύρινα άγρια μάτια και γλώσσα που ξεπετιόταν ανάμεσα από τα δόντια – για να φοβίζουν τους ξένους και να τους κρατούν μακρυά από τα Μυστήρια τους. Η τριπλή Θεά, όρος που υποδηλώνει την μητριαρχική θρησκεία της Σελήνης, σχετίζεται με την γονιμότητα και τον κύκλο της γέννησης, της ανάπτυξης και του θανάτου.
Τα ονόματα των Γοργόνων είναι επωνυμίες της Σελήνης Θεάς, οι Ορφικοί ονόμαζαν το πρόσωπο του Φεγγαριού «Γοργόνος κεφαλή» και ο Preller (Griech. Mythol. II ) βλέπει στο στρογγυλοπρόσωπο κεφάλι της Μέδουσας την ίδια τη Σελήνη.
Από αυτά και μόνο, καταδεικνύεται η στενή σχέση των τριών Γοργόνων με το Φεγγάρι. Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες έμμεσες αναφορές.
Έχει βρεθεί, για παράδειγμα, ένα Γοργόνιον σε τρισκελή από νόμισμα των Συρακουσών
(Harrison. Themis 525. Fig.149). Η Τρισκελής είναι Σεληνιακό σύμβολο και συμβολίζει τις τρεις όψεις της Σελήνης που διαδέχονται η μία την άλλη. Σε ένα άλλο νόμισμα, των Μεγάρων (Head, Historia Numinorum 392), αναπαρίστανται τρία μισοφέγγαρα σε σχήμα Τρισκελίδος. Από την άλλη πλευρά, τα ολόμαυρα ρούχα που τυλίγουν το ολοστρόγγυλο πρόσωπο της Μέδουσας πιστεύεται ότι είναι τα σκοτάδια της νύχτας που περιβάλλουν το Φεγγάρι. Ακόμα και ο κάπρος είναι ζώο αφιερωμένο στη Σεληνιακή θεότητα και ο λόγος είναι ότι οι χαυλιόδοντες του σχηματίζουν μοσοφέγγαρο. Το ότι η Γοργώ είχε δόντια κάπρου είναι μια ακόμα ένδειξη της Σεληνιακής της φύσης.
Γιατί όμως το φεγγάρι, η ολοστρόγγυλη πανσέληνος μπορεί και παίρνει τέτοια τρομακτική όψη; Τι συμβολίζει ο δίσκος της νύχτας που απολιθώνει από τρόμο τους θνητούς; Στο βιβλίο του «Η Γέννεση κατά τους Αρχαίους Έληνες» ο Απόστολος Γονιδέλης αναφέρει ότι: το όνομα της Μέδουσας παράγεται από το ρήμα «μέδω» που σημαίνει άρχω, βασιλεύω, κυριαρχώ, προστατεύω. Ο δε μεδέων η η μεδέουσα, ήταν ο προστάτης, ο φύλακας, ο κυρίαρχος. Άρα Μέδουσα, καταλήγει ο συγγραφέας, σημαίνει τη βασίλισσα, την προστάτιδα, αυτήν που είχε ορισθεί να φυλάει κάτι. Τι όμως προστάτευε η Μέδουσα; Σε τι είδους μυστήρια ήτανε φύλακας;
Είναι γνωστό ότι σε όλους τους πολιτισμούς η πανσέληνος είναι συνδεδεμένη με τα μυστήρια του Έρωτα και της αναπαραγωγής. Ακόμα και σήμερα, σε όλο τον κόσμο, οι ερωτευμένοι αισθάνονται την επιρροή του ολόγιομου φεγγαριού. Είναι όμως δυνατόν η ίδια η μορφή του Έρωτα να συσχετίζεται με την όψη τηες Μέδουσας και να προκαλεί τέτοιο ανείπωτο τρόμο;
Ο μύθος της Γοργούς-Μέδουσας είχε από καιρό γίνει πρότυπο ψυχαναλυτικής ερμηνείας των μύθων. Ο ίδιος ο Φρόϋντ συσχέτισε το 1922 το αποτροπιαστικό κεφάλι της Μέδουσας με το μητρικό αιδοίο. Στη θέα του οποίου παγώνει, «απολιθώνεται» ο νεαρός άνδρας. Ίσως όμως ο συσχετισμός να είναι κατά πολύ βαθύτερος.
Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο Μπέκσον, ο ψυχισμός του ανθρώπου βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή με οτιδήποτε συμβαίνει, κάθε στιγμή, σε ολόκληρο το Σύμπαν. Θεωρητικά θα μπορούσαμε να βιώσουμε τον κόσμο μέσα από τις εμπειρίες του κάθε ανθρώπου, της κάθε ζωντανής ύπαρξης που υπάρχει. Το να νοιώσω όμως την πραγματικότητα μέσα από τα μάτια του οποιουδήποτε άλλου σημαίνει να αποδεχθώ όχι μόνο τις στιγμές της ευτυχίας αλλά και όλες τις θλίψεις, τους πόνους και τους χωρισμούς που εκείνος αισθάνθηκε. Το να ενωθώ μέ το Σύμπαν σημαίνει να νοιώσω τον πόνο και τον θάνατο αμέτρητων υπάρξεων. Κάτι τέτοιο θα ήταν ένα συντριπτικό βίωμα για το ανθρώπινο «εγώ», θα κατέλυε την δόμηση του όπως ακριβώς μια κοσμογονική θύελλα συντρίβει το τσόφλι ενός αυγού. Ο εγκέφαλος λοιπόν, σύμφωνα με τον Μπένκσον, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός περιφρούρησης, μια βαλβίδα που φιλτράρει τα εξωτερικά συμβάντα, επιτρέποντας να φτάσουν στη συνείδηση μονάχα εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την επιβίωση μας. Ρόλος του Νου είναι να φρουρεί τις πύλες της αντίληψης και να απορρίπτει όλα εκείνα που δεν ταιριάζουν στο σχηματοποιημένο κόσμο της σύμβασης που έχει δομήσει.
Η εμπειρία του Έρωτα αντιπροσωπεύει για τους μηχανισμούς του Νου έναν μεγάλο κίνδυνο. Κατά τη διάρκεια της ερωτικής εμπειρίας οι μηχανισμοί της ανασφάλειας και της δυσπιστίας χαλαρώνουν και ο εραστής αρχίζει να βυθίζεται στα βιώματα του συντρόφου του. Μέσα από μια διαρκή προσπάθεια προσέγγισης και ψυχικής συνταύτισης το κάθε άτομο αρχίζει να διακρίνει τον κόσμο με τα μάτια του «άλλου». Αυτό εμπλουτίζει την συνείδηση όμως παράλληλα αρχίζει να καταργεί και τα όρια ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εσύ», στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Ο δομημένος κόσμος της σύμβασης, γεμάτος οριοθετημένα αντικείμενα και συμβάντα, αρχίζει να χάνει τα όρια του. Τα πάντα μοιάζουν να συγχωνεύονται μεταξύ τους. Τα περιγράμματα γίνονται ασαφή και η αίσθηση του απομονωμένου εαυτού αντικαθίσταται από μια ευρύτερη αίσθηση της πραγματικότητας που οριοθετείται από τον όρο «εμείς».
Αυτή η εμπειρία είναι ουσιαστικά εκείνη που περιγράφει ο Πλάτωνας σαν ανάβαθμους της Ερωτικής Μυσταγωγίας, στο «Συμπόσιο».
Μια τέτοιου είδους εμπειρία συνδυάζεται, όπως ήδη αναφέραμε, από μια αίσθηση απώλειας του «εγώ». Σαν φυσικό αποτέλεσμα αυτής της αίσθησης, την ανακούφιση και την αίσθηση της ελευθερίας συνοδεύει ένας αρχέγονος φόβος, καθώς τα τείχη που απομονώνουν αλλά συγχρόνως και προστατεύουν, αρχίζουν να διαβρώνονται. Όλα αυτά τα χρόνια, παρόλη την αίθηση της ασφυξίας και της μοναξιάς η απομονωμένη οντότητα αισθάνονταν προστατευμένη μέσα στα όρια της απονεκρωμένης, νοητικής πραγματικότητας. Τώρα, ξαφνικά βρίσκεται απροστάτευτη μπροστα στην πύρινη ανάσα της ζωής, στο στριφογύρισμα μιας δίνης που την βυθίζει στο μυστήριο. Τα πάντα γύρω μοιάζουν να παίρνουν ζωή και η επικινδυνότητα τους την τρομάζει.
Ο Ρόναλντ Λάϊνγκ στο βιβλίο του «διχασμένος εαυτός» αναφέρεται στην αίσθηση της κατακρήμνησης και της εσωτερικής κατάρευσης που εκφράζεται με τον τρόμο που βιώνει κανείς, ότι ο κόσμος από στιγμή σε στιγμή θα καταρεύσει μέσα του και θα εξαλείψει όλη του την ταυτότητα, όπως ένα αέριο αφανίζει το κενό. Οποιαδήποτε επαφή με την επικίνδυνη πραγματικότητα του ¨Ερωτα βιώνεται από τον Νου σαν τρομερή απειλή και συνδέεται με τον τρόμο της απορρόφησης και της παρεισβολής.
Οι Αρχαίοι γνώριζαν ότι μια ερωτική φιλοσοφία δεν είναι απλά μια ιδιότυπη διανοητική ερμηνεία του Σύμπαντος αλλά συνεπάγεται και συνεπιφέρει έναν ολόκληρο κόσμο γεμάτο παραστάσεις, βιώματα και πιθανότητες. Μια Ερωτική Φιλοσοφία, σημαίνει ψυχικό άνοιγμα προς οτιδήποτε υπάρχει στον Κόσμο, σημαίνει μεγαλύτερη δυνατότητα επικοινωνίας με οποιεσδήποτε μορφές ζωής η διαστάσεις που μέσα στα όρια της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας παραμένουν σφραγισμένες εξ αιτίας των διανοητικών μας ασπίδων.
Πραγματική Σοφία σημαίνει να μπορεί κανείς να επεκτείνει τα όρια της συνείδησης όλο και περισσότερο στο μυστήριο που μας περιβάλλει. Αυτό όμως προϋποθέτει αποδοχή όλο και περισσότερων συναισθηματικών βιωμάτων που διαρκώς ανακαλύπτουμε. Η όλη διαδικασία δεν είναι ούτε αυτόματη ούτε και εύκολη. Για να συνδεθεί ένα άτομο με οτιδήποτε άλλο, απαιτείται να έχει σταθερή αίσθηση της αυτόνομης ταυτότητας του. Διαφορετικά η οποιαδήποτε σχέση απειλεί να του στερήσει την αίσθηση του «εγώ». Το άτομο φοβάται να εμβαθύνει στον κόσμο της «καρδιάς» κι αυτό γιατί η αβεβαιότητα που νοιώθει για τη σταθερότητα της αυτονομίας του προξενεί φόβο μήπως αφανιστεί και χάσει τον εαυτό του.
Μπροστά στον τρόμο αυτό του Χάους, η Αθηνά αντιπροσωπεύει τον κόσμο της νόησης, τον Νου. Είναι αυτή που διατηρεί την τάξη, τα όρια της σύμβασης που συνθέτουν την ανθρώπινη διάσταση. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι η Θεά της Σοφίας προστατεύει και υποστηρίζει ήρωες που θεμελιώνουν την ύπαρξη τους στην διανόηση, οπως για παράδειγμα ο Οδυσσέας. Σύμφωνα με τον Walter Burkert, σφαίρα επιρροής της Αθηνάς είναι η δύναμη του πολιτισμού, η οργανωτική σοφία. Ακόμα και στον πόλεμο η Αθηνά δεν αντιπροσωπεύει την άγρια ορμή αλλά την στρατιωτική πειθαρχία.
Έμβλημα και ταυτοχρόνως όπλο της Αθηνάς είναι η αιγίς. Όταν υψώνει την αιγίδα, οι εχθροί της καταλαμβάνονται από πανικό και ευθύς καταστρέφονται. Στην Τεγέα μάλιστα, στο ναό της Αθηνάς, έδειχναν μερικές τρίχες από το κεφάλι της Γοργόνας, που η ίδια η Αθηνά είχε χαρίσει φυλαχτό για την πόλη.
Ποια είναι λοιπόν η σχέση του Νου με τον φόβο που προκαλεί ο Έρωτας;
Σύμφωνα με τον Μύθο, οι τρεις Γοργόνες, που ονομάζονταν Σθενώ, Ευρυάλη και Μέδουσα ήταν αρχικά πανέμορφες κοπέλλες που ζούσαν στην Λιβύη. Αλλά κάποια νύχτα η Μέδουσα πλάγιασε με τον Ποσειδώνα μπροστα σε έναν από τους ναούς της Αθηνάς. Η θεά οργίστηκε για την «ιεροσυλία» και μετέτρεψε την Μέδουσα σε ένα πανάσχημο, φτερωτό τέρας. Ο Μύθος εμπεριέχει όμως ένα βαθύτερο νόημα. Όπως η Αθηνά μετατρέπει την πανώρια κόρη σε ένα δύσμορφο τέρας με άγρια μάτια, χάλκινα χέρια και λέπια φιδιού, έτσι και ο Νους αντιλαμβάνεται την εμπειρία της ολοκληρωμένης, ερωτικής συνεύρεσης σαν ένα εφιάλτη.
Αυτό είναι και το περιεχόμενο της Μυστηριακής διδασκαλίας του Έρωτα.
Ο μεγαλύτερος φόβος για την αίσθηση της προσωπικής ταυτότητας είναι η καταστροφή των προστατευτικών ορίων. Η μορφή της Μέδουσας, του αρχέγονου φόβου, συνταυτίζεται με την όψη του Έρωτα για τον αμύητο. Είναι η μεγάλη δοκιμασία που αργά η γρήγορα ο καθένας μας καλείται να αντιμετωπίσει.
Ένας ξαφνικός, δυνατός φόβος μας κάνει να πετρώνουμε στη θέση μας. Παρόμοια, μια διαρκής φοβία πετροποιεί κάθε συναίσθημα, απολιθώνει την εσωτερική ζωή.
Με τον όρο «απολίθωση» μπορούμε λοιπόν, να περιγράψουμε μια ιδιαίτερη μορφή τρόμου, από τον οποίο κάποιος μεταβάλλεται σε στήλη άλατος, σε πέτρα. Από την εμπειρία αυτή προέρχεται άλλωστε και η γνωστή φράση «πάγωσε από τον φόβο του». Παρόμοια, στον ίδιο όρο μπορούμε να συμπεριλάβουμε και τον φόβο μήπως συμβεί κάτι τέτοιο, δηλαδή τον φόβο μήπως μεταβληθεί κανείς από ζωντανό πρόσωπο σε άψυχο αντικείμενο, σε πέτρα, ρομπότ, αυτόματο, χωρίς προσωπική αυτονομία δράσης, σ’ ένα πράγμα χωρίς υποκειμενικότητα. Στις δύο αυτές έννοιες ο ψυχίατρος Ρόναλντ Λάϊνγκ προσθέτει και μια τρίτη. Την μαγική πράξη με την οποία μπορεί κάποιος να μεταβάλλει τον άλλον σε πέτρα, κατ’ επέκταση, την πράξη με την οποία αρνιέται κανείς την αυτονομία του άλλου, αγνοεί τα συναισθήματα του, τον θεωρεί σαν πράγμα, δολοφονεί κάθε ζωή μέσα του. Από τις μελέτες της ψυχολογίας διαφαίνεται ότι ο άνθρωπος που κατατρώγεται από φοβίες χρησιμοποιεί ένα βασικό μηχανισμό για τη διατήρηση της ασφάλειας του. Ο μηχανισμός αυτός είναι μια εσωτερική, διανοητική κεφαλή Μέδουσας που στρέφει προς τον άλλον και κατά προέκταση προς την επικινδυνότητα του εξωτερικού κόσμου.
Η έννοια αυτή μπορεί να επεκταθεί και στο κοσμικό επίπεδο. Κάτω από την επιρροή του φόβου ο Νους μέσω της κριτικής και των μηχανισμών της αποπροσωποποίησης απολιθώνει γύρω του οτιδήποτε υπάρχει. Έτσι, η οντολογική ανασφάλεια που ενυπάρχει στον κάθε άνθρωπο μετατρέπει το Σύμπαν σε ένα σωρό από απονεκρωμένα αντικείμενα αφαιρώντας του με αυτό τον τρόπο την δυνατότητα να τον βλάψει. Αυτό είναι κάτι που η εκάστοτε εξουσία γνωρίζει φυσικά πολύ καλά. Η αποδοχή, για παράδειγμα ενός μηχανιστικού κόσμου, όπως τον περιέγραψαν οι επιστημονικές θεωρίες του Διαφωτισμού, καθίσταται δυνατή μόνο για εκείνους τους ανθρώπους που η οντολογική τους ανασφάλεια έχει αντικαταστήσει την αίσθηση τής ερωτικής πληρότητας. Ένα άτομο που αντιλαμβάνεται το Σύμπαν σαν έμψυχο δεν θα μπορούσε να ενστερνιστεί τις δοξασίες σύμφωνα με τις οποίες το παλόμενο δίχτυ των αναρίθμητων υπάρξεων είναι «άψυχα μόρια», «ορολογιακοί μηχανισμοί» και σωροί από πέτρες. Θα πρέπει πρώτα οι αισθήσεις του να αμβλυνθούν, ο νους του να γεμίσει με φοβίες και η καρδιά του να κλείσει σε οποιαδήποτε μορφή επαφής. Η στήριξη των θεωριών της επιστημονικής νεκρολαγνείας είναι κατά συνέπεια, αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την επιβολή του φόβου.
Σε ένα βαθύτερο μεταφυσικό επίπεδο το όλο θέμα ριζώνει σε μια ευρύτερη θεωρία, τη θεωρία της κοσμικής αντίθεσης ανάμεσα στα αρχέτυπα του Έρωτα και του Φόβου. Σύμφωνα με αυτή την θεωρία ο Έρως και ο Φόβος είναι οι δυο αντίθετοι πόλοι της Ύπαρξης, αυτό που απλοϊκά ονομάζουμε ρίζα του κακού και του καλού.
Ο Έρωτας αντιπροσωπεύει τη δημιουργική Δύναμη του Σύμπαντος, την Αρχή της Γονιμότητας και της Παγκόσμιας Ζωής. Αντίθετα ο Φόβος οδηγεί στην καταστροφή του κάθε τι που υπάρχει, στο σημείο της απόλυτης εκμηδένησης. Η κάθε μια από τις δύο αρχές μετατρέπει και μετατρέπεται στην άλλη. Όσο λοιπόν περισσότερο φόβο έχουμε, τόσο η δύναμη και οι δυνατότητες του Έρωτα λιγοστεύουν. Όσο περισσότερο δυναμώνει η εμπιστοσύνη, η αγάπη και η συνειδητή συνταύτιση, τόσο οι ανασφάλειες λιγοστεύουν.
Εάν τώρα, χαράξουμε μια ευθεία που αντιπροσωπεύει την εξελικτική πορεία, τότε στην μια άκρη αυτής της ευθείας βρίσκεται το Θεικό Απόλυτο με το οποίο ταυτίζεται το Αρχέτυπο του έρωτα. Στην άλλη άκρη, η σκοτεινή δύναμη του Φόβου που σαν μαύρη τρύπα απορροφά και εκμηδενίζει τα πάντα.
Κάθε ύπαρξη που γεννιέται βρίσκεται σε ένα σημείο της ιδεατής αυτής ευθείας, ανάμεσα στους δυο πόλους. Όσο πιο κοντά βρίσκεται προς το άκρο του Έρωτα, τόσο πιο εξελιγμένη είναι. Αντίθετα όσο πιο πολύ είναι βυθισμένη στις ανασφάλειες και τις φοβίες τοσο βαθύτερα βρίσκεται στο κενό του αρχέγονου τρόμου. Η πορεία μπορεί να είναι προς οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές και προϋποθέτει την συμμετοχή και την πρόθεση μας. Μια υγιής κοινωνία είναι εκείνη που μετατρέπει τον φόβο σε έρωτα. Μέσα στα πλαίσια της, ρόλος της κάθε ύπαρξης είναι να μεταλλάζει, ψυχολογικά, τις ανασφάλειες και τις φοβίες σε εμπιστοσύνη και αίσθηση ασφάλειας. Αντίθετα, μια κοινωνία καταπίεσης προσπαθεί να καταστρέψει τον Έρωτα στις συνειδήσεις των ανθρώπων και να ενδυναμώσει τις ανασφάλειες τους.
Στο μεγάλο ταξείδι της Μύησης, ο κάθε άνθρωπος αντικρίζει το προσωπείο της Μέδουσας. Για ορισμένους είναι ο απόλυτος φόβος, για κάποιους άλλους η πύλη προς την αιωνιότητα . Πίσω από αυτήν η Μεγάλη Θεά προσμένει τους εκλεκτούς μυημένους για να τους οδηγήσει στα μυστικά της γέννησης, του θανάτου και της αναγέννησης. Τα φίδια που αναδεύονται στα μαλλιά της Γοργώς, γνωρίζουν ότι αλλάζοντας το δέρμα τους θα παραμείνουν για πάντα νέα. Γνωρίζουν πως η συνείδηση εξελίσσεται όπως οι κύκλοι του Φεγγαριού, μέσα από μια αιώνια σπειροειδή επαναφορά, μετατρέποντας αδιάκοπα με την παλλίροια του έρωτα τον φόβο. Τα φίδια ψιθυρίζοντας τα μυστικά των Προγόνων μας σέρνουν προς το άνοιγμα που σχηματίζεται στο στόμα της Μέδουσας. Πίσω από τα κοφτερά δόντια του κάπρου, μέσα στη δίνη που οδηγεί σε μια λαμπερή και πέρα από τα όρια, αιωνιότητα. Αυτή είναι η βάση της Αρκαδικής φιλοσοφίας και αυτή ειναι και η αρχή του Κύκλου μας….
Πηγή:
arcadiancircle
μέσω conspiracyfeeds
Το πρόσωπο της ήταν στρογγυλό και πάντοτε θυμωμένο. Το στόμα της ήταν ορθάνοιχτο και τα μάτια της γουρλωμένα. Είχε φίδια αντί για μαλλιά, τεράστια δόντια κάπρου, πλακουτσωτή μύτη και γλώσσα που πεταγόταν έξω. Όποιος αντίκριζε το φριχτό αυτό πρόσωπο η συναντούσε το βλέμμα της πέτρωνε κυριολεκτικά από το φόβο.
Τη Μέδουσα αποκεφάλισε ο Περσέας, με την βοήθεια της Αθηνάς και του Ερμή. Ακόμα και τότε όμως η όψη του κομμένου κεφαλιού ήταν αρκετή για να απολιθώσει εκείνον που θα το έβλεπε.
Ο μύθος, με τις διάφορες τοπικές παραλλαγές του, έγινε πολύ δημοφιλής. Σε όλη την Αρχαία Ελλάδα, το προσωπείο της Γοργούς εμφανίζονταν ως αποτρεπτικό σημείο. Στην αγορά του Άργους, κοντά στο ιερό του Κηφισού, υπήρχε ένα παλαιό, λίθινο Γοργόνειο, το οποίο χαρακτηρίζοταν ως έργο των Κυκλώπων (Παυσανίας. Β΄20,7 ). Στον 8ο αιώνα ανήκουν εξ άλλου πήλινα προσωπεία, που το σχήμα τους θυμίζει αγγείο, με άγριους χαυλιόδοντες, από το ιερό της Ήρας στην Τίρυνθα. Κύριο χαρακτηριστικό της φοβερής αυτής μάσκας ήταν το άγριο μάτι που είχε τη δύναμη να διώχνει μακριά το κακό και τους βέβηλους. Ποιό είναι όμως το βαθύτερο νόημα πίσω από τον Μύθο; Τι συμβολίζει η Μέδουσα καθώς και η αίσθηση της απολίθωσης την οποία προκαλούσε;
Ο Ρόμπερτ Γκρέηβς στους Ελληνικούς Μύθους αναφέρει ότι οι ιέρειες της Τριπλής Θεάς φορούσαν προφυλακτικά προσωπεία – με πύρινα άγρια μάτια και γλώσσα που ξεπετιόταν ανάμεσα από τα δόντια – για να φοβίζουν τους ξένους και να τους κρατούν μακρυά από τα Μυστήρια τους. Η τριπλή Θεά, όρος που υποδηλώνει την μητριαρχική θρησκεία της Σελήνης, σχετίζεται με την γονιμότητα και τον κύκλο της γέννησης, της ανάπτυξης και του θανάτου.
Τα ονόματα των Γοργόνων είναι επωνυμίες της Σελήνης Θεάς, οι Ορφικοί ονόμαζαν το πρόσωπο του Φεγγαριού «Γοργόνος κεφαλή» και ο Preller (Griech. Mythol. II ) βλέπει στο στρογγυλοπρόσωπο κεφάλι της Μέδουσας την ίδια τη Σελήνη.
Από αυτά και μόνο, καταδεικνύεται η στενή σχέση των τριών Γοργόνων με το Φεγγάρι. Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες έμμεσες αναφορές.
Έχει βρεθεί, για παράδειγμα, ένα Γοργόνιον σε τρισκελή από νόμισμα των Συρακουσών
(Harrison. Themis 525. Fig.149). Η Τρισκελής είναι Σεληνιακό σύμβολο και συμβολίζει τις τρεις όψεις της Σελήνης που διαδέχονται η μία την άλλη. Σε ένα άλλο νόμισμα, των Μεγάρων (Head, Historia Numinorum 392), αναπαρίστανται τρία μισοφέγγαρα σε σχήμα Τρισκελίδος. Από την άλλη πλευρά, τα ολόμαυρα ρούχα που τυλίγουν το ολοστρόγγυλο πρόσωπο της Μέδουσας πιστεύεται ότι είναι τα σκοτάδια της νύχτας που περιβάλλουν το Φεγγάρι. Ακόμα και ο κάπρος είναι ζώο αφιερωμένο στη Σεληνιακή θεότητα και ο λόγος είναι ότι οι χαυλιόδοντες του σχηματίζουν μοσοφέγγαρο. Το ότι η Γοργώ είχε δόντια κάπρου είναι μια ακόμα ένδειξη της Σεληνιακής της φύσης.
Γιατί όμως το φεγγάρι, η ολοστρόγγυλη πανσέληνος μπορεί και παίρνει τέτοια τρομακτική όψη; Τι συμβολίζει ο δίσκος της νύχτας που απολιθώνει από τρόμο τους θνητούς; Στο βιβλίο του «Η Γέννεση κατά τους Αρχαίους Έληνες» ο Απόστολος Γονιδέλης αναφέρει ότι: το όνομα της Μέδουσας παράγεται από το ρήμα «μέδω» που σημαίνει άρχω, βασιλεύω, κυριαρχώ, προστατεύω. Ο δε μεδέων η η μεδέουσα, ήταν ο προστάτης, ο φύλακας, ο κυρίαρχος. Άρα Μέδουσα, καταλήγει ο συγγραφέας, σημαίνει τη βασίλισσα, την προστάτιδα, αυτήν που είχε ορισθεί να φυλάει κάτι. Τι όμως προστάτευε η Μέδουσα; Σε τι είδους μυστήρια ήτανε φύλακας;
Είναι γνωστό ότι σε όλους τους πολιτισμούς η πανσέληνος είναι συνδεδεμένη με τα μυστήρια του Έρωτα και της αναπαραγωγής. Ακόμα και σήμερα, σε όλο τον κόσμο, οι ερωτευμένοι αισθάνονται την επιρροή του ολόγιομου φεγγαριού. Είναι όμως δυνατόν η ίδια η μορφή του Έρωτα να συσχετίζεται με την όψη τηες Μέδουσας και να προκαλεί τέτοιο ανείπωτο τρόμο;
Ο μύθος της Γοργούς-Μέδουσας είχε από καιρό γίνει πρότυπο ψυχαναλυτικής ερμηνείας των μύθων. Ο ίδιος ο Φρόϋντ συσχέτισε το 1922 το αποτροπιαστικό κεφάλι της Μέδουσας με το μητρικό αιδοίο. Στη θέα του οποίου παγώνει, «απολιθώνεται» ο νεαρός άνδρας. Ίσως όμως ο συσχετισμός να είναι κατά πολύ βαθύτερος.
Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο Μπέκσον, ο ψυχισμός του ανθρώπου βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή με οτιδήποτε συμβαίνει, κάθε στιγμή, σε ολόκληρο το Σύμπαν. Θεωρητικά θα μπορούσαμε να βιώσουμε τον κόσμο μέσα από τις εμπειρίες του κάθε ανθρώπου, της κάθε ζωντανής ύπαρξης που υπάρχει. Το να νοιώσω όμως την πραγματικότητα μέσα από τα μάτια του οποιουδήποτε άλλου σημαίνει να αποδεχθώ όχι μόνο τις στιγμές της ευτυχίας αλλά και όλες τις θλίψεις, τους πόνους και τους χωρισμούς που εκείνος αισθάνθηκε. Το να ενωθώ μέ το Σύμπαν σημαίνει να νοιώσω τον πόνο και τον θάνατο αμέτρητων υπάρξεων. Κάτι τέτοιο θα ήταν ένα συντριπτικό βίωμα για το ανθρώπινο «εγώ», θα κατέλυε την δόμηση του όπως ακριβώς μια κοσμογονική θύελλα συντρίβει το τσόφλι ενός αυγού. Ο εγκέφαλος λοιπόν, σύμφωνα με τον Μπένκσον, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός περιφρούρησης, μια βαλβίδα που φιλτράρει τα εξωτερικά συμβάντα, επιτρέποντας να φτάσουν στη συνείδηση μονάχα εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την επιβίωση μας. Ρόλος του Νου είναι να φρουρεί τις πύλες της αντίληψης και να απορρίπτει όλα εκείνα που δεν ταιριάζουν στο σχηματοποιημένο κόσμο της σύμβασης που έχει δομήσει.
Η εμπειρία του Έρωτα αντιπροσωπεύει για τους μηχανισμούς του Νου έναν μεγάλο κίνδυνο. Κατά τη διάρκεια της ερωτικής εμπειρίας οι μηχανισμοί της ανασφάλειας και της δυσπιστίας χαλαρώνουν και ο εραστής αρχίζει να βυθίζεται στα βιώματα του συντρόφου του. Μέσα από μια διαρκή προσπάθεια προσέγγισης και ψυχικής συνταύτισης το κάθε άτομο αρχίζει να διακρίνει τον κόσμο με τα μάτια του «άλλου». Αυτό εμπλουτίζει την συνείδηση όμως παράλληλα αρχίζει να καταργεί και τα όρια ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εσύ», στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Ο δομημένος κόσμος της σύμβασης, γεμάτος οριοθετημένα αντικείμενα και συμβάντα, αρχίζει να χάνει τα όρια του. Τα πάντα μοιάζουν να συγχωνεύονται μεταξύ τους. Τα περιγράμματα γίνονται ασαφή και η αίσθηση του απομονωμένου εαυτού αντικαθίσταται από μια ευρύτερη αίσθηση της πραγματικότητας που οριοθετείται από τον όρο «εμείς».
Αυτή η εμπειρία είναι ουσιαστικά εκείνη που περιγράφει ο Πλάτωνας σαν ανάβαθμους της Ερωτικής Μυσταγωγίας, στο «Συμπόσιο».
Μια τέτοιου είδους εμπειρία συνδυάζεται, όπως ήδη αναφέραμε, από μια αίσθηση απώλειας του «εγώ». Σαν φυσικό αποτέλεσμα αυτής της αίσθησης, την ανακούφιση και την αίσθηση της ελευθερίας συνοδεύει ένας αρχέγονος φόβος, καθώς τα τείχη που απομονώνουν αλλά συγχρόνως και προστατεύουν, αρχίζουν να διαβρώνονται. Όλα αυτά τα χρόνια, παρόλη την αίθηση της ασφυξίας και της μοναξιάς η απομονωμένη οντότητα αισθάνονταν προστατευμένη μέσα στα όρια της απονεκρωμένης, νοητικής πραγματικότητας. Τώρα, ξαφνικά βρίσκεται απροστάτευτη μπροστα στην πύρινη ανάσα της ζωής, στο στριφογύρισμα μιας δίνης που την βυθίζει στο μυστήριο. Τα πάντα γύρω μοιάζουν να παίρνουν ζωή και η επικινδυνότητα τους την τρομάζει.
Ο Ρόναλντ Λάϊνγκ στο βιβλίο του «διχασμένος εαυτός» αναφέρεται στην αίσθηση της κατακρήμνησης και της εσωτερικής κατάρευσης που εκφράζεται με τον τρόμο που βιώνει κανείς, ότι ο κόσμος από στιγμή σε στιγμή θα καταρεύσει μέσα του και θα εξαλείψει όλη του την ταυτότητα, όπως ένα αέριο αφανίζει το κενό. Οποιαδήποτε επαφή με την επικίνδυνη πραγματικότητα του ¨Ερωτα βιώνεται από τον Νου σαν τρομερή απειλή και συνδέεται με τον τρόμο της απορρόφησης και της παρεισβολής.
Οι Αρχαίοι γνώριζαν ότι μια ερωτική φιλοσοφία δεν είναι απλά μια ιδιότυπη διανοητική ερμηνεία του Σύμπαντος αλλά συνεπάγεται και συνεπιφέρει έναν ολόκληρο κόσμο γεμάτο παραστάσεις, βιώματα και πιθανότητες. Μια Ερωτική Φιλοσοφία, σημαίνει ψυχικό άνοιγμα προς οτιδήποτε υπάρχει στον Κόσμο, σημαίνει μεγαλύτερη δυνατότητα επικοινωνίας με οποιεσδήποτε μορφές ζωής η διαστάσεις που μέσα στα όρια της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας παραμένουν σφραγισμένες εξ αιτίας των διανοητικών μας ασπίδων.
Πραγματική Σοφία σημαίνει να μπορεί κανείς να επεκτείνει τα όρια της συνείδησης όλο και περισσότερο στο μυστήριο που μας περιβάλλει. Αυτό όμως προϋποθέτει αποδοχή όλο και περισσότερων συναισθηματικών βιωμάτων που διαρκώς ανακαλύπτουμε. Η όλη διαδικασία δεν είναι ούτε αυτόματη ούτε και εύκολη. Για να συνδεθεί ένα άτομο με οτιδήποτε άλλο, απαιτείται να έχει σταθερή αίσθηση της αυτόνομης ταυτότητας του. Διαφορετικά η οποιαδήποτε σχέση απειλεί να του στερήσει την αίσθηση του «εγώ». Το άτομο φοβάται να εμβαθύνει στον κόσμο της «καρδιάς» κι αυτό γιατί η αβεβαιότητα που νοιώθει για τη σταθερότητα της αυτονομίας του προξενεί φόβο μήπως αφανιστεί και χάσει τον εαυτό του.
Μπροστά στον τρόμο αυτό του Χάους, η Αθηνά αντιπροσωπεύει τον κόσμο της νόησης, τον Νου. Είναι αυτή που διατηρεί την τάξη, τα όρια της σύμβασης που συνθέτουν την ανθρώπινη διάσταση. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι η Θεά της Σοφίας προστατεύει και υποστηρίζει ήρωες που θεμελιώνουν την ύπαρξη τους στην διανόηση, οπως για παράδειγμα ο Οδυσσέας. Σύμφωνα με τον Walter Burkert, σφαίρα επιρροής της Αθηνάς είναι η δύναμη του πολιτισμού, η οργανωτική σοφία. Ακόμα και στον πόλεμο η Αθηνά δεν αντιπροσωπεύει την άγρια ορμή αλλά την στρατιωτική πειθαρχία.
Έμβλημα και ταυτοχρόνως όπλο της Αθηνάς είναι η αιγίς. Όταν υψώνει την αιγίδα, οι εχθροί της καταλαμβάνονται από πανικό και ευθύς καταστρέφονται. Στην Τεγέα μάλιστα, στο ναό της Αθηνάς, έδειχναν μερικές τρίχες από το κεφάλι της Γοργόνας, που η ίδια η Αθηνά είχε χαρίσει φυλαχτό για την πόλη.
Ποια είναι λοιπόν η σχέση του Νου με τον φόβο που προκαλεί ο Έρωτας;
Σύμφωνα με τον Μύθο, οι τρεις Γοργόνες, που ονομάζονταν Σθενώ, Ευρυάλη και Μέδουσα ήταν αρχικά πανέμορφες κοπέλλες που ζούσαν στην Λιβύη. Αλλά κάποια νύχτα η Μέδουσα πλάγιασε με τον Ποσειδώνα μπροστα σε έναν από τους ναούς της Αθηνάς. Η θεά οργίστηκε για την «ιεροσυλία» και μετέτρεψε την Μέδουσα σε ένα πανάσχημο, φτερωτό τέρας. Ο Μύθος εμπεριέχει όμως ένα βαθύτερο νόημα. Όπως η Αθηνά μετατρέπει την πανώρια κόρη σε ένα δύσμορφο τέρας με άγρια μάτια, χάλκινα χέρια και λέπια φιδιού, έτσι και ο Νους αντιλαμβάνεται την εμπειρία της ολοκληρωμένης, ερωτικής συνεύρεσης σαν ένα εφιάλτη.
Αυτό είναι και το περιεχόμενο της Μυστηριακής διδασκαλίας του Έρωτα.
Ο μεγαλύτερος φόβος για την αίσθηση της προσωπικής ταυτότητας είναι η καταστροφή των προστατευτικών ορίων. Η μορφή της Μέδουσας, του αρχέγονου φόβου, συνταυτίζεται με την όψη του Έρωτα για τον αμύητο. Είναι η μεγάλη δοκιμασία που αργά η γρήγορα ο καθένας μας καλείται να αντιμετωπίσει.
Ένας ξαφνικός, δυνατός φόβος μας κάνει να πετρώνουμε στη θέση μας. Παρόμοια, μια διαρκής φοβία πετροποιεί κάθε συναίσθημα, απολιθώνει την εσωτερική ζωή.
Με τον όρο «απολίθωση» μπορούμε λοιπόν, να περιγράψουμε μια ιδιαίτερη μορφή τρόμου, από τον οποίο κάποιος μεταβάλλεται σε στήλη άλατος, σε πέτρα. Από την εμπειρία αυτή προέρχεται άλλωστε και η γνωστή φράση «πάγωσε από τον φόβο του». Παρόμοια, στον ίδιο όρο μπορούμε να συμπεριλάβουμε και τον φόβο μήπως συμβεί κάτι τέτοιο, δηλαδή τον φόβο μήπως μεταβληθεί κανείς από ζωντανό πρόσωπο σε άψυχο αντικείμενο, σε πέτρα, ρομπότ, αυτόματο, χωρίς προσωπική αυτονομία δράσης, σ’ ένα πράγμα χωρίς υποκειμενικότητα. Στις δύο αυτές έννοιες ο ψυχίατρος Ρόναλντ Λάϊνγκ προσθέτει και μια τρίτη. Την μαγική πράξη με την οποία μπορεί κάποιος να μεταβάλλει τον άλλον σε πέτρα, κατ’ επέκταση, την πράξη με την οποία αρνιέται κανείς την αυτονομία του άλλου, αγνοεί τα συναισθήματα του, τον θεωρεί σαν πράγμα, δολοφονεί κάθε ζωή μέσα του. Από τις μελέτες της ψυχολογίας διαφαίνεται ότι ο άνθρωπος που κατατρώγεται από φοβίες χρησιμοποιεί ένα βασικό μηχανισμό για τη διατήρηση της ασφάλειας του. Ο μηχανισμός αυτός είναι μια εσωτερική, διανοητική κεφαλή Μέδουσας που στρέφει προς τον άλλον και κατά προέκταση προς την επικινδυνότητα του εξωτερικού κόσμου.
Η έννοια αυτή μπορεί να επεκταθεί και στο κοσμικό επίπεδο. Κάτω από την επιρροή του φόβου ο Νους μέσω της κριτικής και των μηχανισμών της αποπροσωποποίησης απολιθώνει γύρω του οτιδήποτε υπάρχει. Έτσι, η οντολογική ανασφάλεια που ενυπάρχει στον κάθε άνθρωπο μετατρέπει το Σύμπαν σε ένα σωρό από απονεκρωμένα αντικείμενα αφαιρώντας του με αυτό τον τρόπο την δυνατότητα να τον βλάψει. Αυτό είναι κάτι που η εκάστοτε εξουσία γνωρίζει φυσικά πολύ καλά. Η αποδοχή, για παράδειγμα ενός μηχανιστικού κόσμου, όπως τον περιέγραψαν οι επιστημονικές θεωρίες του Διαφωτισμού, καθίσταται δυνατή μόνο για εκείνους τους ανθρώπους που η οντολογική τους ανασφάλεια έχει αντικαταστήσει την αίσθηση τής ερωτικής πληρότητας. Ένα άτομο που αντιλαμβάνεται το Σύμπαν σαν έμψυχο δεν θα μπορούσε να ενστερνιστεί τις δοξασίες σύμφωνα με τις οποίες το παλόμενο δίχτυ των αναρίθμητων υπάρξεων είναι «άψυχα μόρια», «ορολογιακοί μηχανισμοί» και σωροί από πέτρες. Θα πρέπει πρώτα οι αισθήσεις του να αμβλυνθούν, ο νους του να γεμίσει με φοβίες και η καρδιά του να κλείσει σε οποιαδήποτε μορφή επαφής. Η στήριξη των θεωριών της επιστημονικής νεκρολαγνείας είναι κατά συνέπεια, αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την επιβολή του φόβου.
Σε ένα βαθύτερο μεταφυσικό επίπεδο το όλο θέμα ριζώνει σε μια ευρύτερη θεωρία, τη θεωρία της κοσμικής αντίθεσης ανάμεσα στα αρχέτυπα του Έρωτα και του Φόβου. Σύμφωνα με αυτή την θεωρία ο Έρως και ο Φόβος είναι οι δυο αντίθετοι πόλοι της Ύπαρξης, αυτό που απλοϊκά ονομάζουμε ρίζα του κακού και του καλού.
Ο Έρωτας αντιπροσωπεύει τη δημιουργική Δύναμη του Σύμπαντος, την Αρχή της Γονιμότητας και της Παγκόσμιας Ζωής. Αντίθετα ο Φόβος οδηγεί στην καταστροφή του κάθε τι που υπάρχει, στο σημείο της απόλυτης εκμηδένησης. Η κάθε μια από τις δύο αρχές μετατρέπει και μετατρέπεται στην άλλη. Όσο λοιπόν περισσότερο φόβο έχουμε, τόσο η δύναμη και οι δυνατότητες του Έρωτα λιγοστεύουν. Όσο περισσότερο δυναμώνει η εμπιστοσύνη, η αγάπη και η συνειδητή συνταύτιση, τόσο οι ανασφάλειες λιγοστεύουν.
Εάν τώρα, χαράξουμε μια ευθεία που αντιπροσωπεύει την εξελικτική πορεία, τότε στην μια άκρη αυτής της ευθείας βρίσκεται το Θεικό Απόλυτο με το οποίο ταυτίζεται το Αρχέτυπο του έρωτα. Στην άλλη άκρη, η σκοτεινή δύναμη του Φόβου που σαν μαύρη τρύπα απορροφά και εκμηδενίζει τα πάντα.
Κάθε ύπαρξη που γεννιέται βρίσκεται σε ένα σημείο της ιδεατής αυτής ευθείας, ανάμεσα στους δυο πόλους. Όσο πιο κοντά βρίσκεται προς το άκρο του Έρωτα, τόσο πιο εξελιγμένη είναι. Αντίθετα όσο πιο πολύ είναι βυθισμένη στις ανασφάλειες και τις φοβίες τοσο βαθύτερα βρίσκεται στο κενό του αρχέγονου τρόμου. Η πορεία μπορεί να είναι προς οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές και προϋποθέτει την συμμετοχή και την πρόθεση μας. Μια υγιής κοινωνία είναι εκείνη που μετατρέπει τον φόβο σε έρωτα. Μέσα στα πλαίσια της, ρόλος της κάθε ύπαρξης είναι να μεταλλάζει, ψυχολογικά, τις ανασφάλειες και τις φοβίες σε εμπιστοσύνη και αίσθηση ασφάλειας. Αντίθετα, μια κοινωνία καταπίεσης προσπαθεί να καταστρέψει τον Έρωτα στις συνειδήσεις των ανθρώπων και να ενδυναμώσει τις ανασφάλειες τους.
Στο μεγάλο ταξείδι της Μύησης, ο κάθε άνθρωπος αντικρίζει το προσωπείο της Μέδουσας. Για ορισμένους είναι ο απόλυτος φόβος, για κάποιους άλλους η πύλη προς την αιωνιότητα . Πίσω από αυτήν η Μεγάλη Θεά προσμένει τους εκλεκτούς μυημένους για να τους οδηγήσει στα μυστικά της γέννησης, του θανάτου και της αναγέννησης. Τα φίδια που αναδεύονται στα μαλλιά της Γοργώς, γνωρίζουν ότι αλλάζοντας το δέρμα τους θα παραμείνουν για πάντα νέα. Γνωρίζουν πως η συνείδηση εξελίσσεται όπως οι κύκλοι του Φεγγαριού, μέσα από μια αιώνια σπειροειδή επαναφορά, μετατρέποντας αδιάκοπα με την παλλίροια του έρωτα τον φόβο. Τα φίδια ψιθυρίζοντας τα μυστικά των Προγόνων μας σέρνουν προς το άνοιγμα που σχηματίζεται στο στόμα της Μέδουσας. Πίσω από τα κοφτερά δόντια του κάπρου, μέσα στη δίνη που οδηγεί σε μια λαμπερή και πέρα από τα όρια, αιωνιότητα. Αυτή είναι η βάση της Αρκαδικής φιλοσοφίας και αυτή ειναι και η αρχή του Κύκλου μας….
Πηγή:
arcadiancircle
μέσω conspiracyfeeds