Ο θεός των Δελφών ως θεός της διαλεκτικής και η σημασία του δελφικού Ε
Στο επόμενο χωρίο (κεφ. 5-6) από την περίφημη δελφική πραγματεία του Πλουτάρχου Περί τοῦ ΕΙ τοῦ ἐν Δελφοῖς, ένας από τους ομιλητές, ο Θέωνας, στηριγμένος στη σύνδεση του δελφικού Ε με τον υποθετικό σύνδεσμο εἰ (=εάν), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Απόλλωνας με τους αμφίσημους χρησμούς του καλεί τους ανθρώπους να χρησιμοποιήσουν τη διαλεκτική μέθοδο και τη δύναμη του υποθετικού συλλογισμού για να τον κατανοήσουν σωστά.
Δεν είναι, συνεπώς, απλώς μάντης, αλλά Διδάσκαλος που προτρέπει τον κάθε άνθρωπο να ακολουθήσει το δικό του δρόμο της φώτισης και της αλήθειας. Τούτο το είχε κατανοήσει ήδη ο Όμηρος και ακόμη νωρίτερα ο Ηρακλής, ο Χείρων και ο Άτλαντας:
Ο Θέωνας είπε: «Ότι ο θεός είναι κατ’ εξοχήν διαλεκτικός το
φανερώνουν οι περισσότεροι από τους χρησμούς. Γιατί πράγματι είναι στη
δική του δικαιοδοσία και να λύνει και να προκαλεί αμφιβολίες. Επιπλέον,
όταν δόθηκε κάποτε χρησμός να διπλασιάσουν το βωμό στη Δήλο -ένα καθήκον
που απαιτεί εξαιρετική τριβή με τη γεωμετρία— ο Πλάτωνας είπε ότι ο
θεός δεν προστάζει αυτόν καθαυτό το διπλασιασμό, αλλά προτρέπει τους
Έλληνες να ασχοληθούν με τη γεωμετρία.
Με τον ίδιο τρόπο ο θεός, διατυπώνοντας αμφίσημους χρησμούς, μεγαλύνει και συστήνει τη διαλεκτική ως αναγκαία για όσους πρόκειται να τον κατανοήσουν με ορθό τρόπο. Και είναι στο πεδίο της διαλεκτικής που έχει τη μέγιστή του δύναμη αυτός εδώ ο σύνδεσμος που συνάπτει προτάσεις, επειδή δίνει μορφή στο πιο λογικό όλων, το συλλογισμό. Και πώς μπορεί να μην είναι λογικότατος ο υποθετικός λόγος;
Εφόσον, βέβαια, ακόμη και τα θηρία έχουν γνώση της ύπαρξης των πραγμάτων, όμως μόνο στον άνθρωπο έχει δώσει η φύση την ικανότητα για παρατήρηση και κρίση επί της λογικής ακολουθίας. Γιατί το ότι υπάρχει «μέρα» και «φως» το αισθάνονται βέβαια και οι λύκοι, τα σκυλιά και τα πουλιά. Ότι, όμως, «αν (=εἰ) είναι μέρα, τότε υπάρχει και φως» δεν το καταλαβαίνει κανένα άλλο ον εκτός από τον άνθρωπο, γιατί είναι ο μόνος που αντιλαμβάνεται την έννοια της υπόθεσης και της απόδοσής της, της φανερής σύνδεσης και της συνάρτησης αυτών μεταξύ τους, της σχέσης και της διαφοράς τους, απ’ τις οποίες λαμβάνουν την πιο έγκυρη εκκίνησή τους οι αποδείξεις μας.
Επειδή, λοιπόν, η φιλοσοφία σχετίζεται με την αλήθεια και φως της αλήθειας είναι η απόδειξη και αρχή της απόδειξης είναι ο υποθετικός λόγος, είναι εύλογο που η δύναμη, η οποία συνέχει και παράγει τον υποθετικό λόγο, αφιερώθηκε από άνδρες σοφούς στο θεό που προπάντων αγαπά την αλήθεια. Ο θεός είναι και μάντης και η μαντική τέχνη εξάγει συμπεράσματα για το μέλλον με βάση τα παρόντα ή τα παρελθόντα. Γιατί κανενός πράγματος η γέννηση δεν είναι δίχως αιτία, ούτε δίχως λογική η πρόγνωσή του.
Επειδή, όμως, όλα όσα γίνονται τώρα ακολουθούν όσα έχουν ήδη γίνει και όσα πρόκειται να γίνουν ακολουθούν όσα γίνονται τώρα, και έχουν συναρμοστεί σε μια εξελικτική πορεία που οδηγεί από την αρχή προς το τέλος, αυτός, ο οποίος ξέρει να συνδέει τις αιτίες μεταξύ τους σε ένα σύστημα και να τις συμπλέκει σύμφωνα με τους νόμους της φύσης, και γνωρίζει και προλέγει (Ιλιάδα Α 70)
όσα υπάρχουν, όσα θα υπάρξουν και όσα υπήρξαν.
Και καλώς ο «Όμηρος έβαλε στην πρώτη θέση τα παρόντα, και κατόπιν το μέλλον και το παρελθόν. Γιατί ο συλλογισμός που βασίζεται στη δύναμη του υποθετικού λόγου εκκινεί από τα όντα. Για παράδειγμα: «αν υπάρχει αυτό, τότε έχει προηγηθεί εκείνο» και ξανά «αν υπάρχει αυτό, τότε θα συμβεί το εξής». Γιατί η τεχνική και λογική επεξεργασία, όπως έχει ειπωθεί, συνίσταται στη γνώση της αλληλουχίας (των αιτιών), ενώ η αίσθηση παρέχει στη λογική την αντίληψη (όσων υπάρχουν).
Επομένως, αν και είναι κάπως φτωχό για να το πω, εντούτοις δε θα αρνηθώ να πω ότι αυτού του είδους ο συλλογισμός είναι ο τρίποδας της αλήθειας: αυτός θεμελιώνει την αλληλουχία της απόδοσης προς την υπόθεση και, αφού συμπεριλάβει την υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων, εξάγει το συμπέρασμα της απόδειξης.
Ο Πύθιος, λοιπόν, αν πράγματι ευχαριστιέται με τη μουσική και τις φωνές των κύκνων και τους ήχους της κιθάρας, πού είναι το παράξενο αν από την αγάπη του για τη διαλεκτική ασπάζεται και αγαπά τούτο το μέρος του λόγου, το οποίο βλέπει επιπλέον να χρησιμοποιούν προπάντων και πιο πολύ απ’ όλα οι φιλόσοφοι.
Ο Ηρακλής, όταν ακόμη δεν είχε απελευθερώσει τον Προμηθέα, ούτε είχε συζητήσει με τους σοφούς του κύκλου του Χείρωνα και του Άτλαντα, όντας νέος και ως Βοιωτός απορρίπτοντας εντελώς τη διαλεκτική και περιγελώντας στην αρχή το εἰ, κατόπιν αποφάσισε να αποσπάσει με τη βία τον τρίποδα και να αγωνιστεί με το θεό για την κατοχή της τέχνης του. Όταν, όμως, μεγάλωσε στα χρόνια, φαίνεται ότι έγινε κι αυτός πάρα πολύ ικανός στη μαντική και ταυτόχρονα στη διαλεκτική».
Πηγή:
heterophoton
Στο επόμενο χωρίο (κεφ. 5-6) από την περίφημη δελφική πραγματεία του Πλουτάρχου Περί τοῦ ΕΙ τοῦ ἐν Δελφοῖς, ένας από τους ομιλητές, ο Θέωνας, στηριγμένος στη σύνδεση του δελφικού Ε με τον υποθετικό σύνδεσμο εἰ (=εάν), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Απόλλωνας με τους αμφίσημους χρησμούς του καλεί τους ανθρώπους να χρησιμοποιήσουν τη διαλεκτική μέθοδο και τη δύναμη του υποθετικού συλλογισμού για να τον κατανοήσουν σωστά.
Δεν είναι, συνεπώς, απλώς μάντης, αλλά Διδάσκαλος που προτρέπει τον κάθε άνθρωπο να ακολουθήσει το δικό του δρόμο της φώτισης και της αλήθειας. Τούτο το είχε κατανοήσει ήδη ο Όμηρος και ακόμη νωρίτερα ο Ηρακλής, ο Χείρων και ο Άτλαντας:
Με τον ίδιο τρόπο ο θεός, διατυπώνοντας αμφίσημους χρησμούς, μεγαλύνει και συστήνει τη διαλεκτική ως αναγκαία για όσους πρόκειται να τον κατανοήσουν με ορθό τρόπο. Και είναι στο πεδίο της διαλεκτικής που έχει τη μέγιστή του δύναμη αυτός εδώ ο σύνδεσμος που συνάπτει προτάσεις, επειδή δίνει μορφή στο πιο λογικό όλων, το συλλογισμό. Και πώς μπορεί να μην είναι λογικότατος ο υποθετικός λόγος;
Εφόσον, βέβαια, ακόμη και τα θηρία έχουν γνώση της ύπαρξης των πραγμάτων, όμως μόνο στον άνθρωπο έχει δώσει η φύση την ικανότητα για παρατήρηση και κρίση επί της λογικής ακολουθίας. Γιατί το ότι υπάρχει «μέρα» και «φως» το αισθάνονται βέβαια και οι λύκοι, τα σκυλιά και τα πουλιά. Ότι, όμως, «αν (=εἰ) είναι μέρα, τότε υπάρχει και φως» δεν το καταλαβαίνει κανένα άλλο ον εκτός από τον άνθρωπο, γιατί είναι ο μόνος που αντιλαμβάνεται την έννοια της υπόθεσης και της απόδοσής της, της φανερής σύνδεσης και της συνάρτησης αυτών μεταξύ τους, της σχέσης και της διαφοράς τους, απ’ τις οποίες λαμβάνουν την πιο έγκυρη εκκίνησή τους οι αποδείξεις μας.
Επειδή, λοιπόν, η φιλοσοφία σχετίζεται με την αλήθεια και φως της αλήθειας είναι η απόδειξη και αρχή της απόδειξης είναι ο υποθετικός λόγος, είναι εύλογο που η δύναμη, η οποία συνέχει και παράγει τον υποθετικό λόγο, αφιερώθηκε από άνδρες σοφούς στο θεό που προπάντων αγαπά την αλήθεια. Ο θεός είναι και μάντης και η μαντική τέχνη εξάγει συμπεράσματα για το μέλλον με βάση τα παρόντα ή τα παρελθόντα. Γιατί κανενός πράγματος η γέννηση δεν είναι δίχως αιτία, ούτε δίχως λογική η πρόγνωσή του.
Επειδή, όμως, όλα όσα γίνονται τώρα ακολουθούν όσα έχουν ήδη γίνει και όσα πρόκειται να γίνουν ακολουθούν όσα γίνονται τώρα, και έχουν συναρμοστεί σε μια εξελικτική πορεία που οδηγεί από την αρχή προς το τέλος, αυτός, ο οποίος ξέρει να συνδέει τις αιτίες μεταξύ τους σε ένα σύστημα και να τις συμπλέκει σύμφωνα με τους νόμους της φύσης, και γνωρίζει και προλέγει (Ιλιάδα Α 70)
όσα υπάρχουν, όσα θα υπάρξουν και όσα υπήρξαν.
Και καλώς ο «Όμηρος έβαλε στην πρώτη θέση τα παρόντα, και κατόπιν το μέλλον και το παρελθόν. Γιατί ο συλλογισμός που βασίζεται στη δύναμη του υποθετικού λόγου εκκινεί από τα όντα. Για παράδειγμα: «αν υπάρχει αυτό, τότε έχει προηγηθεί εκείνο» και ξανά «αν υπάρχει αυτό, τότε θα συμβεί το εξής». Γιατί η τεχνική και λογική επεξεργασία, όπως έχει ειπωθεί, συνίσταται στη γνώση της αλληλουχίας (των αιτιών), ενώ η αίσθηση παρέχει στη λογική την αντίληψη (όσων υπάρχουν).
Επομένως, αν και είναι κάπως φτωχό για να το πω, εντούτοις δε θα αρνηθώ να πω ότι αυτού του είδους ο συλλογισμός είναι ο τρίποδας της αλήθειας: αυτός θεμελιώνει την αλληλουχία της απόδοσης προς την υπόθεση και, αφού συμπεριλάβει την υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων, εξάγει το συμπέρασμα της απόδειξης.
Ο Πύθιος, λοιπόν, αν πράγματι ευχαριστιέται με τη μουσική και τις φωνές των κύκνων και τους ήχους της κιθάρας, πού είναι το παράξενο αν από την αγάπη του για τη διαλεκτική ασπάζεται και αγαπά τούτο το μέρος του λόγου, το οποίο βλέπει επιπλέον να χρησιμοποιούν προπάντων και πιο πολύ απ’ όλα οι φιλόσοφοι.
Ο Ηρακλής, όταν ακόμη δεν είχε απελευθερώσει τον Προμηθέα, ούτε είχε συζητήσει με τους σοφούς του κύκλου του Χείρωνα και του Άτλαντα, όντας νέος και ως Βοιωτός απορρίπτοντας εντελώς τη διαλεκτική και περιγελώντας στην αρχή το εἰ, κατόπιν αποφάσισε να αποσπάσει με τη βία τον τρίποδα και να αγωνιστεί με το θεό για την κατοχή της τέχνης του. Όταν, όμως, μεγάλωσε στα χρόνια, φαίνεται ότι έγινε κι αυτός πάρα πολύ ικανός στη μαντική και ταυτόχρονα στη διαλεκτική».
Πηγή:
heterophoton