Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Τα αθύρματα* του Τιμαγόρα (σιγιλλάρια νευροσπαστούμενα)

Ήταν υπναγωγία (1) ή κοιμόμουν; Κοιμόμουν νομίζω, γιατί είδα το Μορφέα (2) να σιμώνει σιωπηλά και να μου γνέφει να τον ακολουθήσω. Προχώρησα. Σκοτάδια, ημίφως, δεν ξέρω αν φώτιζε το λυχνάρι ή ο χρόνος που εξατμίστηκε, ύστερα φως, πολύ φως και να ’μαι εγώ πίσω στα παιδικάτα μου. Θα ’μουν 5-6 χρονών ίσως, δεν πήγαινα ακόμα σχολείο (3).

Εικόνα 1α, β: Αττικός ευθρόμορφος αστράγαλος. Αποδίδεται στο ζωγράφο του Σωτάδη. Εικονίζεται πιθανόν ο Ήφαιστος με Νηρηίδες. Περίπου 460-450 π.Χ. Βρέθηκε στην Αίγινα. Τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο
Εικόνα 2: Μαρμάρινο άγαλμα παιδιού ρωμαϊκής περιόδου. Cleveland Museum of Art

Να, εκεί είμαι. Στο αίθριο του πατρικού μου. Απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα βλέπω τη μανούλα να υφαίνει στην κάμαρη. Κάτω οι αγνύθες (4), πάνω τα στημόνια και τα υφάδια, κροκί το ύφασμα. Λες να φτιάχνει χιτωνίσκο για μένα; Θα ήθελα πολύ έναν τέτοιο. Αυτός που φοράω δεν μου αρέσει, είναι μεγάλος και με εμποδίζει να τρέχω και να σκαρφαλώνω. Ήταν του αδελφού μου, αλλά αυτός μεγάλωσε και δεν τον φοράει πια. Αλήθεια, πού πήγε; Πάλι έφυγε;
Εικόνα 3: Οικία με αυλή στο Ερκολάνο, αυτοκρατορικής εποχής

Πάλι μόνος μου θα παίξω; Ούτε δραπετίνδα (5) ούτε ψηλαφίνδα (6) ούτε απόρραξη (7) μπορώ, αφού χρειάζονται δύο παιδιά και παραπάνω. Την παλιο-Διδώ, την κόρη της δούλης μας της Γλαύκης, ένα παλιοκόριτσο που με ζηλεύει, δεν τη θέλω καθόλου πια. Όλο με τραβολογάει και πέφτω και χτυπάω τα γόνατά μου, και μια φορά μου έσπασε το αγαπημένο μου άλικο (8) περιστεράκι. Επίτηδες το έκανε η κακιά. Την είδα που κρυφογελούσε! «Κατά λάθος» είπε, έριξε και κάτι δάκρυα στα ψέμματα και δεν την τιμώρησε ο πατέρας. Αλλά εγώ έκλαιγα, έκλαιγα, έκλαιγα. Ο πατέρας είπε ότι θα μου αγοράσει άλλο, καινούργιο και πιο ωραίο, αλλά εγώ ήθελα αυτό! Το επιδιόρθωσε λίγο, δένοντας τα σπασμένα κομμάτια τού πηλού με λιναρόσχοινο, αλλά του κάκου! Το περιστέρι μου δεν είχε πια φτερά για να πετάξει…ούτε διάθεση…
Εικόνα 4: Πλαταγή (κουδουνίστρα) σε μορφή περιστεριού. 4ος αι. μ.Χ. Από την ανασκαφή για το Μετρό Αθηνών (Στ. Ελευθεράτου, Το Μουσείο και η ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, Αθήνα 2006, αρ. 438).

Ο Τιμαγόρας Τιμαγόρα και τα αθύρματά του. Εγώ. Νάτο το πλουμιστό αλογάκι μου, με δυο ρόδες παρακαλώ, να τρέχει σβουν-σβουν-σβουν στις πλάκες της αυλής να παραλάβει τη Λευκοθέα, την πλαγγόνα (9) της Διδούς, για να την πάει στη θάλασσα. Και άσε την παλιο-Διδώ να σκούζει! Δεν θα μας πιάσει, όπως τρέχουμε σαν τον άνεμο!
Εικόνα 5: Πήλινο αλογάκι με ρόδες από την Αθήνα. 4ος αι. μ.Χ.
Εικόνα 6: Πήλινο αλογάκι που θα είχε πιθανόν πήλινους τροχούς. 4ος αι. μ.Χ. Από την ανασκαφή για το Μετρό Αθηνών (Στ. Ελευθεράτου, Το Μουσείο και η ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, Αθήνα 2006, αρ. 439).
Εικόνα 7: Πλαγγόνα με κινητά μέλη

Είπα θάλασσα! Πόσο μ’ αρέσει η θάλασσα! Μια φορά την είδα με παιδικά μάτια, με πήγε ο πατέρας, τότε που είχε μια δουλειά στο λιμάνι. Με κρατούσε απ’ το χέρι και περπατούσε γοργά και γω έτρεχα να τον προφτάσω, λαχάνιαζα, αλλά δε με ΄νοιαζε. Χαιρόμουν που έβγαινα απ’ το σπίτι. Φοβόμουν κιόλας…πολύς ο κόσμος, φασαρία πολλή, πραμάτειες δω και κει, άμαξες πάνω κάτω, μεγάλοι οι δρόμοι, μεγάλα τα σπίτια, μεγάλοι οι άνθρωποι…σαν τον πατέρα.
Εικόνα 8: Παράσταση ενός αγοριού που παίζει με πηνίο (γιο-γιο) στο εσωτερικό μετάλλιο (tondo) μιας αττικής κύλικας του 440 π.Χ. περίπου. Antikensammlumg Museum, Βερολίνο
Εικόνα 9: Πήλινο γιο-γιο ελληνιστικής περιόδου

Όταν μεγαλώσω, θα γίνω και γω σαν τον πατέρα. Μεγάλος! Και θα πηγαίνω με το γιο-γιο (10) και τον τροχό μου (11) όπου θέλω…στη θάλασσα. Και θα παίζω με όποιον θέλω, ίσως με κείνο το αγοράκι στο παραδίπλα σπίτι που είδα μια φορά απ΄ τη μισάνοιχτη πόρτα της αυλής να παίζει αστραγάλους (12) στο δρόμο, αλλά η μανούλα δε με αφήνει να το πλησιάσω, γιατί είναι, λέει, νόθο. Μάλλον άρρωστο θα εννοεί, αλλά εμένα μια χαρά μου φάνηκε! Και οι αστράγαλοι είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι! Έχω πολλούς τέτοιους, κοκκάλινους και χάλκινους, σκέτους και χρωματιστούς. Μερικοί ήταν του αδελφού μου, αλλά τώρα δεν παίζει πια και μου τους έδωσε προσωρινά μέχρι να τους προσφέρει στους θεούς (13). Τελειώνει το σχολείο και είναι σα μεγάλος! Μάλλον γι’ αυτό δε μου δίνει σημασία…
Εικόνα 10: Οστέινοι και χάλκινοι αστράγαλοι (κότσια)

Ο Τιμαγόρας Τιμαγόρα και τα αθύρματά του. Εγώ. Όταν ήμουν πιο μικρός, έπαιζα πολύ με την πλαταγή (14) και ύστερα με το στρόβιλο (15). Μου άρεσε να τον βλέπω να γυρίζει ατέλειωτα σε ένα στριφογυριστό τρελό χορό, μόνος του πάνω στην πλακόστρωτη αυλή και να σταματά απότομα στο κατώφλι της κάμαρης σα να σκούντησε την ξεχασμένη συνοδό του.
Εικόνα 11: Πλαταγή (κουδουνίστρα), β’ μισό 3ου-4ος αι. μ.Χ. Ίσως εικονίζεται ο Αγαθός Δαίμων ή ο Τελεσφόρος. Από την ανασκαφή για το Μετρό Αθηνών (Στ. Ελευθεράτου, Το Μουσείο και η ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, Αθήνα 2006, αρ. 437).
Εικόνα 12: Στρόμβος (σβούρα) κλασικών χρόνων. Από την ανασκαφή για το Μετρό Αθηνών (Στ. Ελευθεράτου, Το Μουσείο και η ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, Αθήνα 2006, αρ. 440).

Καμιά φορά παίζω και με τα ζάρια του αδελφού μου. Τα ρίχνω και τα ξαναρίχνω, όπως κάνουν οι μεγάλοι, αλλά βαριέμαι γρήγορα. Αυτό δεν είναι παιχνίδι για μένα ακόμα.
Εικόνα 13: Οστέινα ζάρια
Εικόνα 14: Οστέινος κύβος (ζάρι). 3ος-6ος αι. μ.Χ. Από την ανασκαφή για το Μετρό Αθηνών (Στ. Ελευθεράτου, Το Μουσείο και η ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, Αθήνα 2006, αρ. 346).

Όταν μεγαλώσω και γίνω σαν τον πατέρα, θα πάρω τα αθύρματα μαζί μου. Θα τα βάζω κάτω απ’ το μαξιλάρι μου και θα παίζω τα βράδια, όταν θα ’χω τελειώσει τις δουλειές των μεγάλων. Άραγε, οι μεγάλοι γιατί δεν παίζουν; Γιατί ξεχνούν τα αθύρματά τους; Γιατί ξεχνούν να είναι παιδιά; Γι’ αυτό είναι συνέχεια κατσούφηδες και βιαστικοί, όλο απασχολημένοι με δουλειές;!



Εγώ τα δικά μου αθύρματα θα τα πάρω μαζί μου, ακόμα και στην πικρή λίμνη που μου ΄πε η μανούλα ότι πάνε οι γέροι και δεν ξαναγυρίζουν πια (16). Θα τα πάρω μαζί μου. Ναι. Θα τα πάρω όλα…

Εικόνα 15: Ανάγλυφο σε κίονα του ναού της Εφεσίας Αρτέμιδος. Πιθανόν ο Θάνατος ως φτερωτός νέος με ξίφος. Περίπου 325-300 π.Χ.

Γέρασα. Πότε άραγε; Εγώ είμαι παιδί. Να, ακόμα παίζω στην αυλή, το βλέπω ολοκάθαρα μπροστά μου. Δεν μπορεί. Πώς άσπρισαν και αραίωσαν μεμιάς τα μαλλιά μου; Πώς βάρυνα και κείτομαι ανήμπορος στην κλίνη; Σε ποια ρωγμή του Καιρού (17) χάθηκε η νιότη και η ζωή μου;

Γέρασα εδώ και χρόνια, τρέχοντας να προλάβω τα μάταια τα ανθρώπινα, θαρρώ. Δεν κοιμόμουν και δεν ήταν ο Μορφέας ούτε ο Ύπνος. Ήταν ο δίδυμος αδελφός του, ο φτερωτός Θάνατος. Ζώντας, έτρεχα σ’ αυτόν. Και ο χρόνος εξατμίστηκε… εξαερώθηκε…δεν το κατάλαβα…όλα που ήτανε να γίνουν, καμώθηκαν έτσι ή αλλιώς, άθελα ή θελητά, σωστά και λάθος… και άξαφνα τέλειωσαν χωρίς να το θέλω, χωρίς να ρωτηθώ… σε μια πρόσκαιρη ζωή, σε μια στιγμή, σε μιαν ανάσα, σ’ ένα ρόγχο…Πού πήγε η ζωή μου; Τα αθύρματά μου θέλω! Ακούτεεε!!! Τα αθύρματάαα μουου!

--------------------------------------
*Αθύρματα = παιχνίδια. Kυρίως τα αλογάκια με τροχούς, που σέρνονταν με σχοινί.

Σιγιλλάρια νευροσπαστούμενα = βλέπε σημείωση 9

(1) Υπναγωγία = το ανάμεσα ύπνου-ξύπνιου. Σύμφωνα με τον ορισμό της Βικιπέντια, περιλαμβάνει έντονες ονειρικές, ακουστικές, οπτικές ή απτές αισθήσεις που συχνά συνοδεύονται από υπνοπαράλυση και σχετίζονται με τη μετάβαση από την κατάσταση εγρήγορσης στον ύπνο.

(2) Μορφέας = Αδελφός ή γιος του Ύπνου και της Νύχτας ή της Πασιθέας, και του Ερέβους. Ήταν ο φτερωτός θεός των ονείρων και κυβερνούσε τις ανθρώπινες μορφές που παρουσιάζονταν στα όνειρα. Βοηθοί του ήταν ο Φάντασος για τα άψυχα αντικείμενα και ο Φοβήτορας για τα ζώα.

(3) σχολείο = στην αρχαία Αθήνα σχολείο πήγαιναν τα αγόρια, αλλά πιθανότατα και τα κορίτσια από 6-7 χρονών και άνω, συνήθως με τη συνοδεία κάποιου έμπιστου οικιακού δούλου. Το σχολείο ήταν το σπίτι του παιδαγωγού δασκάλου και έκεί διδάσκονταν ανάγνωση, γραφή, αριθμητική, μουσική, παράλληλα με άθληση από τον παιδοτρίβη. Οι πιο πλούσιες οικογένειες μπορούσαν να εξασφαλίσουν κατ’ οίκον διδασκαλία. Παρότι τα κορίτσια δεν παρακολουθούσαν πιθανώς όλο τον κύκλο των μαθημάτων, και εκπαιδεύονταν στα βασικά από τη μητέρα τους, εντούτοις αρκετές γυναίκες, ιδίως των ανώτερων κοινωνικο-οικονομικών τάξεων ήταν εγγράμματες και λίαν μορφωμένες.

(4) αγνύθες = πήλινα υφαντικά βάρη

(5) δραπετίνδα = κρυφτό. Το ίδιο μάλλον ήταν και η αποδιδρασκίνδα ή φυγίνδα

(6) ψηλαφίνδα ή μυίνδα ή χαλκή μυία = τυφλόμυγα

(7) απόρραξις = παιχνίδι με μπάλα από δέρμα ζώου ή από ραμμένα κομμάτια υφάσματος γεμισμένα με άχυρα και/ή αλογότριχες. Κάθε παιδί έριχνε τη μπάλα στο έδαφος με δύναμη, ώστε να αναπηδήσει. Νικητής ήταν αυτός που η μπάλα του αναπηδούσε τις περισσότερες φορές. Εκτός από την απόρραξη, άλλα ομαδικά παιχνίδια ήταν η ακινητίνδα, δηλαδή τα σημερινά αγαλματάκια ακούνητα, αμίλητα και αγέλαστα, ο ασκωλιασμός δηλαδή παιδιά που έβαζαν το ένα τους πόδι μέσα σε φουσκωμένο σακί αλειμμένο με λάδι, προσπαθώντας να ισορροπήσουν, σαν το σημερινό κουτσό. Επίσης η βασιλίνδα, κάτι σαν το κλέφτες και αστυνόμοι, τα πεντάλιθα, τα σημερινά πεντόβολα, η χυτρίνδα, όπου ένα παιδί καθόταν στο έδαφος, παριστάνοντας τη χύτρα. Ένα άλλο, κάνοντας το φύλακα της χύτρας, έτρεχε γύρω από το καθισμένο παιδί, στηρίζοντας το αριστερό του χέρι πάνω στο καθήμενο. Τα υπόλοιπα προσπαθούσαν να αγγίξουν τη χύτρα, χωρίς να ακουμπήσουν το φύλακα ή να χτυπηθούν από αυτόν. Το κολλαβίζειν, το σημερινό μπιζ, η σκαπέρδα, δηλαδή η διελκυστίνδα με σχοινί περασμένο σε πάσσαλο, μπηγμένο στο έδαφος. Κάθε ομάδα τραβώντας δυνατά το σχοινί προσπαθούσε να φέρει την άλλη προς τον πάσσαλο.

(8) άλικος = κατακόκκινος

(9) πλαγγόνα = πήλινη κούκλα. Αυτές που είχαν κινητά μέλη σαν μαριονέτες (νευρόσπαστα) ήταν αγαπημένα παιχνίδια των κοριτσιών, που τις έντυναν με κομματάκια υφάσματος που περίσσευαν στο σπίτι. Ονομάζονταν και «δαίδαλα», καθώς η σύλληψη της κατασκευής τους αποδιδόταν στον Δαίδαλο. Λατρεύω τη φράση του Μάρκου Αυρηλίου για τα «σιγιλλάρια νευροσπαστούμενα», τα ανδρείκελα, τα ανθρωπάρια μαριονέτες (Μάρκος Αυρήλιος, Τα ες αυτόν 7, 3). Ήταν αγαπημένη φράση και του Σεφέρη. Αξίζει για τη σοφία που περικλείει να διαβαστεί όλο το απόσπασμα. Κείμενο και μετάφραση στο σύνδεσμο:

www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=503

(10) γιο-γιο = το αρχαίο πηνίο, γνωστό παιχνίδι ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. Το γιο-γιο αποτελείται από δύο δίσκους που ενώνονται στο κέντρο με έναν κυλινδρικό άξονα. Πάνω στον άξονα στερεωνόταν η αρχή μιας κλωστής, που στη συνέχεια τυλιγόταν γύρω του. Αφήνοντάς το να πέσει η κλωστή ξετυλιγόταν, ενώ με μια κίνηση του χεριού ξαναμαζευόταν γύρω από τον άξονα.

(11) Τροχός = ήταν διαμέτρου από 0,80-1,30μ., συνήθως χάλκινοι σαν τη σημερινή ρόδα που παίζουν τα παιδιά.

(12) αστράγαλοι = κότσια (τα) ή κόττα (τα). Τα κότσια ήταν αστράγαλοι μικρών μηρυκαστικών ζώων (συνήθως παίρνονταν από τα πίσω πόδια κατσικιών και αρνιών). Τοποθετούνταν σε κύκλο και όποιο παιδί κατάφερνε - χτυπώντας τα από απόσταση - να τα βγάλει έξω από τον κύκλο, κέρδιζε αντίστοιχα κότσια. Το παιχνίδι αστραγαλισμός παιζόταν και με κύβους, πεσσούς, μικρούς καρπούς, καρύδια κλπ.

(13) Τα παιδικά παιχνίδια προσφέρονταν στους θεούς κατά την ενηλικίωση των παιδιών σε διαβατήριες τελετές αποχωρισμού από την παιδική ηλικία. Συχνά τα βρίσκουμε σε ιερά, αλλά και σε τάφους ως αφιερώματα (κτερίσματα) παιδιών που πέθαναν πριν ενηλικιωθούν. Τα κορίτσια αφιέρωναν τις πλαγγόνες, μαζί με άλλα παιχνίδια και βοστρύχους από τα μαλλιά τους, στην Άρτεμη, προστάτιδα σε κάθε μεταβατική φάση στη ζωή του ανθρώπου και της σύλληψης παιδιών στα ανδρόγυνα, και στην Αφροδίτη, θεά του έρωτα και της γονιμότητας, τις παραμονές του γάμου τους.

(14) πλαταγή = κρότος, πάταγος. Εδώ σημαίνει πήλινη κουδουνίστρα. Στο εσωτερικό της ακόμα και ένα χαλικάκι ή ένας βώλος πηλού έκανε τον θόρυβο που έπρεπε για να απασχοληθεί το μωρό, αλλά και για να ξορκιστούν τα κακά πνεύματα που πλησίαζαν στην κούνια του.

(15) στρόβιλος ή βέμβιξ ή βόμβυκας ή στρόμβος ή κώνος = σβούρα. Δημοφιλέστατο παιδικό παιχνίδι. Ακόμα και ο προστάτης των παιδικών παιχνιδιών Ερμής έχει απαθανατισθεί να απολαμβάνει το παιχνίδι αυτό. Οι στρόβιλοι ήταν γνωστοί από τους προϊστορικούς χρόνους, διαδόθηκαν όμως ιδιαιτέρως από τους αρχαϊκούς χρόνους και εξής. Κατασκευάζονταν από ξύλο, ορείχαλκο και συχνότερα από πηλό. Κάποιοι ήταν διακοσμημένοι με φύλλα κισσού ή ανθέμια ή έφεραν παραστάσεις ζώων. Η παλιότερη αναφορά του στρόβιλου βρίσκεται στην ομηρική Ιλιάδα.

(16) λίμνη Αχερουσία = η χώρα του Άδη

(17) Καιρός = θεός της ευνοϊκής χρονικής στιγμής, δηλαδή της ευκαιρίας, γνωστός ήδη τον 5ο αι. π.Χ., αλλά πολύ αγαπητός την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο. Οι Ρωμαίοι τον ονόμαζαν Tempus. Ο Παυσανίας αναφέρει βωμό του στην Ολυμπία. Άγαλμά του με φτερά στα πόδια, γιατί πετά γρήγορα και χάνεται, είχε φιλοτεχνήσει ο Λύσιππος στη Σικυώνα. Αργότερα, ο Καιρός πήρε τη σημασία της λέξης Χρόνος.


Πρόσθετες πληροφορίες
Anne Pearson, H αρχαία Ελλάδα, εκδ. Αστέρη Δελασθάνη
Πωλ Φωρ, Η καθημερινή ζωή στην αρχαία Ελλάδα
https://olympia.gr/2016/12/03/%CE%BC%CE%B5-%CE%B1%CF%85%CF%84%CE%AC-%CF%84%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B9%CE%B1-%CE%AD%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B6%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CE%AC/
http://www.romanoimpero.com/2009/07/la-vita-dei-romani.html
http://el.m.wikipedia.org/wiki/Επίσκυρος
Βασιλική Χριστοπούλου, Αρχαιολόγος


Πηγή: