«Από τα πληρώματα της ΝΑΜΣ [Ναυτικής Αεροπορικής Μοίρας Σμύρνης]
ξεχώρισε ο παράτολμος αεροπόρος Αθανάσιος (Θάνος) Βελούδιος, ο οποίος
την 25η Ιουνίου 1920 προσγείωσε το αεροπλάνο του μέσα στον περίβολο της
Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας, στην Προύσα, και ύψωσε στον ιστό της
την Ελληνική σημαία».
Αυτό μας λέει η ιστοσελίδα της Πολεμικής μας Αεροπορίας, στις «Επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία (1919-1922)», επιβεβαιώνοντας τον απίστευτο σε έκταση και συμβολικό εκτόπισμα άθλο του Θάνου Βελλούδιου-Μούρραη στη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Παρά το λαμπρό ανδραγάθημα, εκείνος είχε πολλά ακόμα να θυμάται από το ηρωικό στρατιωτικό του μητρώο. Στο άρθρο του «Ελληνευρετικαί εκδόσεις του Θάνου Αλ. Δ. Μούρραη-Βελλούδιου» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οδός Πανός» (τεύχος 37, 7-8/1988), ο καλλιτέχνης και στρατιωτικός ανακαλεί χαρακτηριστικά:
«Εγώ κατεύκασα βομβαρδίσας 25.3.1921 από αέρος το Στρατηγείον εις τον Σιδηροδρομικόν Σταθμόν Αφιόν Καρά Χισάρ (Πρυμνησίας), του ολετήρος του Ελληνισμού Κεμάλ, εις την εσωτέραν Μικρασίαν. Εγώ εβομβάρδισα κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο επανειλημμένως τα θωρηκτά GOEBEN και BRESLAU εις τον Τουρκικόν Ναύσταθμον του Ναγαρά εις τα Δαρδανέλλια. Εγώ άνοιξα τον δρόμον της Ανεμοπορίας εν Ελλάδι, λαβών το Πτυχίον τής Προκεχωρημένης Εκπαιδεύσεως αυτής εν Wasserkuppe της Γερμανίας. Εγώ ετραυματίσθην ίσως από τον άσσον Αεροπόρον Immelmann εις τον Πρίνον της Θάσου, ιπτάμενος με ένα Sopwith Fighter. Εγώ ως μόνος Έλλην, ανεκύκλωσα εν ακροβατή πτήσει λούπινγκ το βαρύ βομβαρδιστικόν αεροπλάνον Hawker Horsley Rolls-Royce. Εγώ ανετίναξα (Φεβρ. 1921) δια βομβών από αέρος την Σιδηροδρομικήν Γέφυραν ανατολικής έξωθεν του Ουσάκ, αναχαιτίσας την φυγήν των ατάκτων Τούρκων Τσετών του Κεμάλ».
Κι ενώ αυτά θα έφταναν κανονικά να τον στέψουν εθνικό ήρωα, δεν ήταν παρά υποσημείωση στην πλούσια και πολυσχιδή καριέρα του, καθώς πέρα από πρωτοπόρος αεροπόρος ήταν επίσης αβάν-γκαρντ καλλιτέχνης, λαογράφος, συνθέτης και ηθοποιός, αν και εκείνος θα παρέθετε μερικούς ακόμα τίτλους, όπως «ελληνοράπτης», «ελληνευρέτης» και προπάντων «φαντασιομέτρης»!
«Με κτηθείσαν, πείραν 93 ετών, πέρα από κάθε από ολούθε στοχεύουσαν Βελλουδιοκτόνον φθονοθανοφαγίαν ημεδαπών και αλλοδαπών», ο Βελλούδιος έζησε ως φαινόμενο σχεδόν εκατό χρόνια, παραμένοντας μπροστάρης κάθε εικαστικής πρωτοπορίας. Ο «Πορθητής της Προύσας» θα γινόταν βασικός συνεργάτης του Άγγελου Σικελιανού στις Δελφικές Γιορτές, μιας και οι λαογραφικές του γνώσεις για την πατρίδα μας ήταν τεράστιες, θα έγραφε μουσική, θα έπαιζε σε αξιόλογες ταινίες, θα άφηνε παρακαταθήκη βιβλία και έργα τέχνης με όχημα την παροιμιώδη ελληνικότητά του.
Λάτρης του ζεϊμπέκικου και της ελληνικής ψυχής, ο «ελληνευρέτης πάντων των ενισχυόντων την ελληνικήν ιδιοπροσωπίαν» πέρασε σαν σίφουνας από τον κόσμο μας ως σουρεαλιστής και ντανταϊστής καλλιτέχνης αντλώντας έμπνευση από την πλούσια ιστορία της Ελλάδας. Θα περνούσε πολλά χρόνια μελετώντας και καταγράφοντας τη «ζώσα λαογραφία», ζώντας μια βιωματική σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό. Καταβυθίστηκε στη λαϊκή μας παράδοση και όργωσε την ελληνική περιφέρεια για να κάνει την τέχνη του, αν και τίποτα από όλα αυτά δεν τον εμπόδισε να παραμείνει ένας άρτιος πιλότος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς ήταν πάντα περισσότερα του ενός πράγματος.
Ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης, όπως ήθελε ο ίδιος το όνομά του, φιγουράρει πλέον στα ιστορικά κιτάπια του τόπου μας ως πρωτοποριακός καλλιτέχνης και την ίδια ώρα διατηρεί το προνόμιο να περιλαμβάνεται στις λαμπρότερες σελίδες της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας!
Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι ήταν «ελληνοδίφης», απλώνοντας την ελληνικότητά του σε ό,τι κι αν έκανε. Και έκανε πολλά, είναι η αλήθεια…
Πρώτα χρόνια
Ένα σχεδίασμα βιογραφικού σημειώματος μας παρέχει ο ίδιος ο Βελλούδιος. Σύμφωνα με τα όσα θυμόταν λοιπόν, ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης γεννιέται στις 16 Ιουλίου 1895 στο Κολωνάκι της Αθήνας. Η καταγωγή της οικογένειας είναι μεγαλοαστική. Ο παππούς του, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, ήταν καθηγητής αρχαιολογίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και ο πατέρας του, Δημήτριος Μούρραης-Βελλούδιος, μαθηματικός. Η οικογένεια μετρούσε επίσης μεγαλοκαθηγητάδες στο εξωτερικό αλλά και το εσωτερικό. Ο αδελφός του πατέρα του, Όθωνας Ρουσόπουλος, ήταν αυτός που ίδρυσε την Εμπορική Ακαδημία (μετέπειτα ΑΣΟΕΕ).
Ο Δημήτρης Βελλούδιος παντρεύεται κάποια στιγμή και αποκτά δύο παιδιά, τη Μαρίκα (1894-1989) και τον Θάνο-Αλέξανδρο. Η σύζυγός του θα πεθάνει όμως πολύ νωρίς, όταν ο Θάνος ήταν μόλις τριών χρονών, και ο ίδιος ο Δημήτρης θα την ακολουθήσει το 1916.
Τα παιδιά έχουν σταλεί εντωμεταξύ σε συγγενείς τους στην Ελβετία, όπου θα σπουδάσει τέχνη ο Θάνος στη Βασιλεία και αργότερα στο Λονδίνο.
Στη συνέχεια, ο νεαρός Βελλούδιος «ειργάσθη εις το Σίτυ, ως νέος», όπως το θυμόταν, είχε κολλήσει ωστόσο και το μικρόβιο της αεροπορίας. «Επέταξε ως άλλος Ίκαρος χωρίς κινητήρα και έλαβε το Πτυχίον του Ανεμοπόρου εν Γερμανία, ως ο πρώτος Έλλην Ανεμοπόρος των χρόνων μας».
Γνωρίζοντας καλά αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά, θα καταφτάσει στην Ελλάδα πάνω στην ώρα για τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Προτού καταταγεί βέβαια ως σημαιοφόρος στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όπου είχε βρεθεί για να σπουδάσει.
Το απίστευτο περιστατικό
Ο ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919 και την ίδια κιόλας μέρα άρχισε η ανάπτυξη της Ναυτικής Αεροπορικής Μοίρας Σμύρνης (ΝΑΜΣ), η οποία αριθμούσε 10 αεροσκάφη Airco De Havilland D.H.9 και 15 καταδιωκτικά Sopwith Camel 1F.1. Η ΝΑΜΣ δημιούργησε Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου και επιχειρούσε κυρίως από τα αεροδρόμια Καζαμίρ, Μαγνησίας και Ουσάκ.
Η πρώτη Μονάδα της ΣΑ, που διατέθηκε στις δυνάμεις της Μικράς Ασίας, ήταν η 533η Μοίρα με αεροσκάφη Breguet 14A2/B2. Η πρώτη αποστολή βομβαρδισμού έγινε στις 18 Ιουνίου 1919, όταν 3 Airco De Havilland D.H.9 υποστήριξαν την ελληνική επίθεση στο Αϊδίνιο. Την 20ή Δεκεμβρίου 1919 οργανώθηκε η Διεύθυνση Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατιάς (ΔΑΥΣ), που ενσωμάτωσε όλες τις αεροπορικές δυνάμεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Επιπλέον, οι Μοίρες 532, 533 και 534 μετονομάστηκαν σε Α΄, Β΄ (στο Καζαμίρ) και Γ΄ (στην Πάνορμο) Μοίρες Αεροπλάνων αντίστοιχα, με τυπική δύναμη 8-12 αεροσκάφη καθεμιά.
Τις αποστολές αναγνώρισης, πολυβολισμού και βομβαρδισμού αναλάμβανε πρωτίστως η ΣΑ, ενώ τα πληρώματα της ΝΑΜΣ εκτελούσαν κυρίως αποστολές βομβαρδισμού, λόγω μικρής εμπειρίας στη συνεργασία με τις επίγειες δυνάμεις. Την περίοδο Ιουνίου-Οκτωβρίου 1920 έγινε η προέλαση του ελληνικού στρατού μέχρι την Προύσα. Από τον Αύγουστο είχαν οργανωθεί περιπολίες από ελληνικά καταδιωκτικά, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις σποραδικές εμφανίσεις της Οθωμανικής Αεροπορίας.
Οι ήρωες αεροπόροι της περιόδου αυτής είναι ελάχιστα γνωστοί. Πιλότοι όπως οι Δημήτρης Μάρακας, Γεώργιος Μαμαλάκης, Μιχάλης Πετροπουλέας κ.ά. εκτέλεσαν επικίνδυνες αποστολές σε όλες τις φάσεις και τα μέτωπα. Από τα πληρώματα της ΝΑΜΣ ξεχώρισε φυσικά ο παράτολμος αεροπόρος Βελλούδιος, ο οποίος την 25η Ιουνίου 1920 προσγείωσε το αεροπλάνο του μέσα στον περίβολο της Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στην Προύσα και ύψωσε στον ιστό της την ελληνική σημαία!
Ο ίδιος το θυμόταν ως εξής: «Την Παρασκευή 25 Ιουνίου 1920, εορτήν των Αγίων Έρωτος, Στρατιώτου Λογανδρείου και Φεβρωνίας Βασιλίδος Οσίας, προσεγειώθη στην Προύσαν της Μικράς Ασίας εις τας προσβάσεις του Ολύμπου της Βιθυνίας, όπου και ύψωσε εκεί, ο πρώτος και μόνος, την ελληνικήν Σημαίαν» (μιλούσε στο τρίτο πρόσωπο). Η υψωμένη γαλανόλευκη στην τουρκική Σχολή Ευελπίδων αναπτέρωσε το ηθικό του ελληνικού στρατού και στον Βελλούδιο κόλλησαν τώρα το παρατσούκλι «Πορθητής της Προύσας».
Ο πιλότος δεν έμεινε βέβαια εκεί, προσβάλλοντας τον εχθρό σε αρκετά
ακόμα σημαντικά χτυπήματα. Ο ίδιος ο Κεμάλ γλίτωσε τον θάνατο όταν
-σύμφωνα πάντα με την αφήγηση του ίδιου του Βελλούδιου- φυγαδεύτηκε την
τελευταία στιγμή, καθώς το αεροσκάφος του αεροπόρου βομβάρδιζε ανηλεώς
το στρατηγείο του στο Αφιόν Καραχισάρ: «Στο Αφιόν Καρά Χισσάρ την
αρχαίαν Ελληνική Πρυμνησίαν εις την εσωτέραν Μικρασίαν, με παρατηρητήν
τον Π. Ψύχαν επυρπόλησε δια βομβών (25 Μαρτίου 1921) το Στρατηγείο του
Κεμάλ Ατατούρκ όπου για μερικά δευτερόλεπτα, εγλύτωσε ο ολετήρ αυτός από
βέβαιον θάνατο».
Σε όλες τις μάχες που πήρε μέρος πολέμησε με γενναιότητα και ηρωισμό, υπερβαίνοντας συχνά τα επιχειρησιακά του καθήκοντα, αν και είχε τη φρόνηση να μην υποτιμά τις εντολές των ανωτέρων του ριψοκινδυνεύοντας το όλο εγχείρημα. Και βέβαια φαινόταν να το διασκεδάζει! Να πώς διηγήθηκε ο αντισμήναρχος Βελλούδιος το 1990 την πτητική εμπειρία με τα αεροπλάνα της εποχής: «Πετούσα με FARMAN Type Metallique που ήταν εντεταμένα με χαλύβδινα σύρματα όπως αυτά του κλειδοκύμβαλου. Τα σύρματα ανέδιδον μετά από ορισμένη ταχύτητα πτήσεως, μελωδικούς ήχους όπως αι κινέζικαι αιολικαί άρπαι».
Συνεχίζοντας τη βιογραφική του αφήγηση, ο Βελλούδιος θυμόταν (πάντα σε τρίτο πρόσωπο): «Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Ναυτικού της Αεροπορίας επί 21 χρόνια, ως πρωτοπόρος πιλότος και εκπαιδευτής, εν συνεχή πολεμική πτητική ενεργεία, τραυματισθείς ως ιπτάμενος χειριστής. Έχει γράψει παλαιότερα στην Ναυτική Επιθεώρηση, του Ναυτικού Πολεμικού Επιτελείου, μελέτην αεροπορικής Στρατηγικής καθώς και Τεχνικά Εγχειρίδια».
Έκανε όμως και άλλα πολλά στο ελληνικό στράτευμα: «Διοργάνωσε και διοίκησε τα κλιμάκια των Στρατιωτικών Αθλητικών Ομάδων, ως και συνέθεσε τον Πυρρίχιόν των»…
Η εξίσου απίστευτη μεταπολεμική ζωή
Όπως μας βεβαιώνει ο Λεωνίδας Χρηστάκης: «Είτε από χαρακτήρα, είτε από μια τάση μαγικής θολούρας και μυστηριώδους υπερβατικής σύγχυσης, ο Βελλούδιος δεν μίλησε ποτέ για τα χρόνια 1925-1950». Δεν κοκορεύτηκε ποτέ για τα πολεμικά του κατορθώματα, καθώς πλέον τον απασχολούσαν άλλα, εξίσου ηρωικά και ιδεαλιστικά.
Από το 1920 ως και την άνθηση της underground εικαστικής πρωτοπορίας στα μεταπολιτευτικά χρόνια, ο Βελλούδιος «ήταν τόσο γνωστός που αισθανόσουν ντροπή να μην τον ξέρεις τουλάχιστον σε μία από τις επιδόσεις του. Όλοι οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι των τελευταίων πενήντα χρόνων είχανε ‘κοινωνήσει’ στις απειράριθμες γνώσεις του», φανερώνει ο επίσης πολυπράγμονας Λεωνίδας Χρηστάκης στο πόνημά του «Οι Δικοί μας Άγιοι» (1998).
Τόσο η καλλιτεχνική του δράση όσο και η φυσική του παρουσία σε «ποικίλους κύκλους των Αθηνών» οδηγούσε τις συζητήσεις για το νέο ελληνικό πνεύμα αλλά και το μέτρο του ανθρώπου, «δηλαδή το μέτρο του κόσµου, ήτοι το φαντασιόµετρο», όπως το προσδιόριζε ο ίδιος.
Πριν καταταγεί ακόμα στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όντας ο μόνος Έλληνας που συμμετείχε στις πυρετώδεις διεργασίες της σύγχρονης τέχνης του Μεσοπολέμου. Ο Βελλούδιος ήταν ένας από τους πρώτους έλληνες αεροπόρους, παρόντας ακόμα και στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο, και ταυτοχρόνως ένας γόνιμος καλλιτέχνης, ακροβατώντας μεταξύ στρατιωτικής πειθαρχίας και δημιουργικής αναρχίας.
Συνάμα ήταν βέβαια και ένας έξοχος μελετητής της ελληνικής παράδοσης, γι’ αυτό και του ανέθεσε το 1927 ο Άγγελος Σικελιανός να παρουσιάσει τον πυρρίχιο χορό κατά τη διάρκεια των Δελφικών Εορτών. Ως χορογράφος και «ρυθμοδότης» που ήταν, μελέτησε τις αναπαραστάσεις των αγγείων της κλασικής αρχαιότητας και αναβίωσε έναν πανάρχαιο πολεμικό χορό!
Τον ίδιο ζήλο και επιστημοσύνη θα έδειχνε και αργότερα, όταν θα μελετούσε τον ζεϊμπέκικο χορό, για τον οποίο θα συγκέντρωνε σπάνια ντοκουμέντα και θα τον προσδιόριζε ως έναν «πρωτοελληνικό φρυγικό χορό»: «…και έγραψε σχετική πραγματεία με βάσην τον Πρωτοελληνικό Φρυγικό χορό Ζεϋμπέκικο-Αρτοζήνα (Τουθόα, Λούσιος, Τρόπαια, Άκοβα), εις τις Δελφικές Εορτές των παγκοσμίων Αμφικτυονιών των Σικελιανών του 1927 και 1930», θυμόταν εκείνος.
Η επιμονή του να ενσωματώσει στην ιστορική διαδρομή των Ελλήνων τον αντρικό χορό στα καπηλειά και τα καφενεία υπήρξε καθοριστική για τη διάσωση αλλά και την απενεχοποίηση της λαϊκής μας κουλτούρας. Μας παραδίδεται άλλωστε πως ο Βελλούδιος ήταν αυτός που έμαθε στον Γιάννη Τσαρούχη να χορεύει το ζεϊμπέκικο τόσο αριστοτεχνικά. Για το ζεϊμπέκικο που λάτρευε έλεγε χαρακτηριστικά:
«Αυτός ο χορός, ή μάλλον η όρχησις – διότι είναι κατ’ εξοχήν ανδρική όρχησις, αφού υπονοεί και ορισμένους αδένας του άρρενος εις την σύνθεσίν της και την ετυμολογία της. Διότι μόνον ένας άνδρας έχει το βάρος να χορέψει μόνος και εκ του εαυτού του για τον εαυτόν του. Είναι ένα είδος, ας πούμε, κινησιολογικής υπερβατικής μεταρσιώσεως. Και έτσι ο κατατρυχόμενος από διάφορα βάρη οικονομικά, οικογενειακά, οιασδήποτε κοινωνικής σειράς πηγαίνει σε μία ταβέρναν εις ένα κέντρον, σηκώνεται, και χωρίς να ‘χει ανάγκην από συντροφιά γυναικός ή άλλου ατόμου αρχίζει και χορεύει μονήρης, σόλο, μίαν όρχησιν χαλαρώσεως που είναι ο Αρτοζήνας-Ζεϊμπέκικος».
«Δηλαδή αρχίζει και περιδινίζεται, περιστρέφεται, απλώνει τα χέρια
του σαν φτερούγες και τα κινεί σαν να ήθελε να πετάξει. Και πράγματι
φαντάζεται ότι στις ωμοπλάτες του έχει φτερά και αιωρείται μεταξύ ας
πούμε χρόνου και διαστήματος χώρων. Αφού εκτελέσει αυτό το γύμνασμα
αισθάνεται χαλαρωμένος και πάει και κάθεται στην καρέκλα του, εις το
κουτούκι … χωρίς να έχει το μίσος της πάλης των τάξεων, που λένε».
Ο Βελλούδιος έγραψε πολλά ακόμα και έκανε ακόμα περισσότερα. Ας τον ακούσουμε: «Συνέγραψε το Λαογραφικόν έργον του τα «Ελληνικά Πνεύματα» Αερικά, Ξωτικά και καλικάντζαροι με τις σχετικές 45 έγχρωμες φιγουμογραφίες των, και κείμενα σε 4 γλώσσες. Συνέθεσε και την σχετική Μουσική Ελληνική Σουίτα Κοντσέρτο Μεσογειακό (δια τους Έλληνας Αερικούς Αεροπόρους). «Πέραν του Καλού και του Κακού, Gradus ad Helicon». Επεδόθη προσέτι σε διαφόρους Υψηλής Ελληνοραπτικής Ανδρικάς Δημιουργίας, φουστανέλλες, χιτώνες κτλ. ενδυμασίες στυλιζαρισμένες», δικαιώνοντας τον τίτλο που κόλλησε ο ίδιος στον εαυτό του, αυτό το περιβόητο «ελληνοράπτης»!
Μελετώντας την ελληνική ενδυματολογική παράδοση στο διάβα των αιώνων, ο Βελλούδιος δημιούργησε «40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων», τα οποία φορούσε μάλιστα κι ο ίδιος χειμώνα καλοκαίρι. Όπως το περιβόητο «κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας»! «Εγώ εδημιούργησα 40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων και αναξυρίδων, που τα φοράω – το καλοκαίρι. Τον χειμώνα φοράω κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας».
Στα βιβλία του επιχείρησε να συνθέσει την ελληνική ιδιοσυστασία μέσα από τα θραύσματα της παράδοσης και του βίου των ανθρώπων της επαρχίας, τους οποίους συναναστράφηκε με άδολη φιλία και όχι ως ακαδημαϊκός μελετητής. Έγραψε για τα αερικά, τους καλικάντζαρους, τα πανάρχαια παγανιστικά έθιμα, αλλά και τον Άγιο Νικόλαο, αναδεικνύοντας τη βυζαντινή παράδοση των ελληνικών Χριστουγέννων.
«Εγώ ξεφασούλησα τον Άγιο Βασίλειο από την πλαστοπροσωπεία Του με τον Άγιο Νικόλαο (Μπάρμπα Νοέλη) και έδωσα ολοκληρωμένα Βυζαντινά Χριστούγεννα δια τους Έλληνας, με βιβλίο και πρότυπο εκκλησάκι για τα Κάλανδα», εξομολογείται: «Στο βιβλίο μου, ξετουρκεύω τον Ναό του Αιόλου-Αέρηδες από Τέμενος των Περιδινούμενων Ντρεβίσηδων, τοποθετώντας εκεί την Γέννησιν του Χριστού, κατά πρότυπον των Μεγάλων Ζωγράφων της Αναγεννήσεως», λέει στο πόνημά του «Αερικά, Ξωτικά και Καλικάντζαροι» (1978).
Παρά το γεγονός ότι συστηνόταν ως «φαντασιομέτρης», δεν ήταν καθόλου εκκεντρική φιγούρα, αλλά ένας σοβαρός μελετητής της ελληνικότητας και ένας ταγμένος καλλιτέχνης στην εμπροσθοφυλακή της πρωτοπορίας. Αλλοπρόσαλλος μπορεί να φαινόταν στα μάτια του αδαούς, κανείς δεν σκέφτηκε πάντως να αμφισβητήσει ποτέ το κύρος του ως δαφνοστεφούς απόστρατου αξιωματικού με αξιοθαύμαστη πολεμική δράση.
Ήταν άλλωστε ολότελα συγκροτημένος ως προσωπικότητα, όπως ακριβώς πρόσταζε η «φαντασιομετρία» του: «Η Τέχνη της Φαντασιομετρίας πραγματοποιεί με επιμελή διερεύνηση την επισήμανση του πνεύματος του εσωτέρου πυρήνος, του σπέρματος και της ουσίας κάθε πράγματος, εμψύχου ή αψύχου, ή και ενός φαινομένου ή ιδέας. Η πραγματοποίησις των δημιουργημάτων της τέχνης αυτής πρέπει να είναι ιστορικά εξειλκυσμένη και προφητικά προβεβλημένη. Εκ προοιμίου ο “Φαντασιομέτρης” πρέπει να είναι “γεωμετρημένος”, εις την έννοιαν του ρητού πού ήταν γραμμένο εις το υπέρθυρο της Ακαδημίας του Πλάτωνος, που έλεγε: Ουδείς αγεωμέτρητος εισίτω!». Τη φαντασιομετρία του την ξεδίπλωσε σε όλη της τη σουρεαλιστική μεγαλοπρέπεια στο βιβλίο «Ελληνοκεντρική Φαντασιομετρική Τέχνη για Προχωρημένους» (1983).
Ο ασίγαστος Βελλούδιος υπήρξε ένας γενναίος πιονέρος της ελληνικής
αεροπορίας, φίλος των ντανταϊστών της Ζυρίχης, συνοδοιπόρος του
ελληνικού σουρεαλισμού, λαογράφος, συνθέτης, ηθοποιός και καλλιτέχνης,
επιδρώντας καθοριστικά στην εγχώρια τέχνη και τους πρωταγωνιστές της
στον έναν σχεδόν αιώνα που έζησε.
Τι άλλο έκανε; «Εγώ ξετούρκεψα τον χορό Ζεϊμπέκικο και του έδωσα την ευγενικιά του ‘Ελληνική’ καταγωγή και θρησκευτικότητα, ως Αρτοζήν. Εγώ ξεμόρτησα την λέξη μάνγκας και της έδωσα την ευγενικιά της «Ελληνική-Βυζαντινή» καταγωγή και έννοια μέγας (μεγιστάν). Εγώ ξεφράγκεψα την ντυσιά των Νεοελλήνων απλούστευσα την φουστανέλλα, και εδημιούργησα την φουστανέλλα-φράκο εσπερίδος, και την εφόρεσα με ελληνοκεντρικήν έφεσιν και κομψόν συρμόν».
Ο Βελλούδιος έπαιξε σε αρκετές ταινίες, στις οποίες κρατούσε συνήθως και τον ρόλο του συμβούλου περί λαογραφίας και εθιμοτυπίας. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλμ «Η Χρυσομαλλούσα» (1978) του Τώνη Λυκουρέση, «Το Ταξίδι του Μέλιτος» (1979) του Γιώργου Πανουσόπουλου και «Ελευθέριος Βενιζέλος, 1910-1927» (1980) του Παντελή Βούλγαρη.
Ταυτοχρόνως, ήταν ένας άνθρωπος που δεν έκρυψε ποτέ τις ερωτικές του προτιμήσεις, σε καιρούς μάλιστα ιδιαίτερα δύσκολους για τη σεξουαλική ελευθερία. Ο Λεωνίδας Χρηστάκης παρατηρεί χαρακτηριστικά πως ακόμη και η ομοφυλοφιλία αποτελούσε για τον Βελλούδιο «μια τελετική τέχνη, όπου πρώτευε η διεγερτική αναζήτηση μέσα από δεκάδες ξεχασμένα ταμπού».
Για τα διονυσιακά και φαλλικά ήθη και έθιμα του τόπου μας έγραψε εξάλλου το τρίτο βιβλίο του «Ευγονία και άλλα τινά» το 1991, αναβιώνοντας μια λησμονημένη Ελλάδα που ήταν άλλοτε σε διαρκή επικοινωνία με τη φύση και τις εκδηλώσεις της. Ο Βελλούδιος αναζητούσε μανιωδώς τις πανάρχαιες ρίζες του ελληνικού παγανισμού που εμπλουτίστηκε στην πορεία από τη λαϊκή χριστιανική θρησκεία, όντας λες το έργο της ζωής του.
«Η λαογραφία, η καλλιτεχνία, η ‘άλλη’ αρχαιολογία, η παπαδιστική, και η διδασκαλία μέσω των περιηγήσεών του, ήταν οι κύριοι και βασικοί τομείς με τους οποίους ασχολήθηκε και δεκάδες πρόσωπα ωφελήθηκαν από την διέλευσή του από αυτή τη ζωή», παρατηρεί ο Χρηστάκης και έχει αναμφίβολα δίκιο. Κάτι που αναγνώρισε και ο Διονύσης Σαββόπουλος αφιερώνοντας στον μεγάλο μύστη το τραγούδι «Ποιος φτιάχνει τα ανέκδοτα» (από το άλμπουμ «Χρονοποιός»)…
Γιατί ξεχάστηκε τόσο γρήγορα ο Βελλούδιος όταν έφυγε από τον κόσμο το 1992, ένας άνθρωπος που σφράγισε όσο λίγοι τη νεοελληνική σύγχρονη τέχνη και τους πρωταγωνιστές της, αυτό παραμένει πραγματικά αξιοπερίεργο. Ίσως να φταίει πως κλείνει έτσι απλά και άδοξα το βιογραφικό του:
«Επί τι διάστημα υπηρέτησε εις τον Διεθνή Ερυθρόν Σταυρόν ως επίσης και εις το Ελληνικόν Υπουργείον των Εξωτερικών. Προεβλήθη συχνά εις την Τηλεόρασιν και τον Κινηματογράφον»…
Πηγή:
newsbeast.gr
Αυτό μας λέει η ιστοσελίδα της Πολεμικής μας Αεροπορίας, στις «Επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία (1919-1922)», επιβεβαιώνοντας τον απίστευτο σε έκταση και συμβολικό εκτόπισμα άθλο του Θάνου Βελλούδιου-Μούρραη στη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Παρά το λαμπρό ανδραγάθημα, εκείνος είχε πολλά ακόμα να θυμάται από το ηρωικό στρατιωτικό του μητρώο. Στο άρθρο του «Ελληνευρετικαί εκδόσεις του Θάνου Αλ. Δ. Μούρραη-Βελλούδιου» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οδός Πανός» (τεύχος 37, 7-8/1988), ο καλλιτέχνης και στρατιωτικός ανακαλεί χαρακτηριστικά:
«Εγώ κατεύκασα βομβαρδίσας 25.3.1921 από αέρος το Στρατηγείον εις τον Σιδηροδρομικόν Σταθμόν Αφιόν Καρά Χισάρ (Πρυμνησίας), του ολετήρος του Ελληνισμού Κεμάλ, εις την εσωτέραν Μικρασίαν. Εγώ εβομβάρδισα κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο επανειλημμένως τα θωρηκτά GOEBEN και BRESLAU εις τον Τουρκικόν Ναύσταθμον του Ναγαρά εις τα Δαρδανέλλια. Εγώ άνοιξα τον δρόμον της Ανεμοπορίας εν Ελλάδι, λαβών το Πτυχίον τής Προκεχωρημένης Εκπαιδεύσεως αυτής εν Wasserkuppe της Γερμανίας. Εγώ ετραυματίσθην ίσως από τον άσσον Αεροπόρον Immelmann εις τον Πρίνον της Θάσου, ιπτάμενος με ένα Sopwith Fighter. Εγώ ως μόνος Έλλην, ανεκύκλωσα εν ακροβατή πτήσει λούπινγκ το βαρύ βομβαρδιστικόν αεροπλάνον Hawker Horsley Rolls-Royce. Εγώ ανετίναξα (Φεβρ. 1921) δια βομβών από αέρος την Σιδηροδρομικήν Γέφυραν ανατολικής έξωθεν του Ουσάκ, αναχαιτίσας την φυγήν των ατάκτων Τούρκων Τσετών του Κεμάλ».
Κι ενώ αυτά θα έφταναν κανονικά να τον στέψουν εθνικό ήρωα, δεν ήταν παρά υποσημείωση στην πλούσια και πολυσχιδή καριέρα του, καθώς πέρα από πρωτοπόρος αεροπόρος ήταν επίσης αβάν-γκαρντ καλλιτέχνης, λαογράφος, συνθέτης και ηθοποιός, αν και εκείνος θα παρέθετε μερικούς ακόμα τίτλους, όπως «ελληνοράπτης», «ελληνευρέτης» και προπάντων «φαντασιομέτρης»!
«Με κτηθείσαν, πείραν 93 ετών, πέρα από κάθε από ολούθε στοχεύουσαν Βελλουδιοκτόνον φθονοθανοφαγίαν ημεδαπών και αλλοδαπών», ο Βελλούδιος έζησε ως φαινόμενο σχεδόν εκατό χρόνια, παραμένοντας μπροστάρης κάθε εικαστικής πρωτοπορίας. Ο «Πορθητής της Προύσας» θα γινόταν βασικός συνεργάτης του Άγγελου Σικελιανού στις Δελφικές Γιορτές, μιας και οι λαογραφικές του γνώσεις για την πατρίδα μας ήταν τεράστιες, θα έγραφε μουσική, θα έπαιζε σε αξιόλογες ταινίες, θα άφηνε παρακαταθήκη βιβλία και έργα τέχνης με όχημα την παροιμιώδη ελληνικότητά του.
Λάτρης του ζεϊμπέκικου και της ελληνικής ψυχής, ο «ελληνευρέτης πάντων των ενισχυόντων την ελληνικήν ιδιοπροσωπίαν» πέρασε σαν σίφουνας από τον κόσμο μας ως σουρεαλιστής και ντανταϊστής καλλιτέχνης αντλώντας έμπνευση από την πλούσια ιστορία της Ελλάδας. Θα περνούσε πολλά χρόνια μελετώντας και καταγράφοντας τη «ζώσα λαογραφία», ζώντας μια βιωματική σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό. Καταβυθίστηκε στη λαϊκή μας παράδοση και όργωσε την ελληνική περιφέρεια για να κάνει την τέχνη του, αν και τίποτα από όλα αυτά δεν τον εμπόδισε να παραμείνει ένας άρτιος πιλότος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς ήταν πάντα περισσότερα του ενός πράγματος.
Ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης, όπως ήθελε ο ίδιος το όνομά του, φιγουράρει πλέον στα ιστορικά κιτάπια του τόπου μας ως πρωτοποριακός καλλιτέχνης και την ίδια ώρα διατηρεί το προνόμιο να περιλαμβάνεται στις λαμπρότερες σελίδες της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας!
Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι ήταν «ελληνοδίφης», απλώνοντας την ελληνικότητά του σε ό,τι κι αν έκανε. Και έκανε πολλά, είναι η αλήθεια…
Ένα σχεδίασμα βιογραφικού σημειώματος μας παρέχει ο ίδιος ο Βελλούδιος. Σύμφωνα με τα όσα θυμόταν λοιπόν, ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης γεννιέται στις 16 Ιουλίου 1895 στο Κολωνάκι της Αθήνας. Η καταγωγή της οικογένειας είναι μεγαλοαστική. Ο παππούς του, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, ήταν καθηγητής αρχαιολογίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και ο πατέρας του, Δημήτριος Μούρραης-Βελλούδιος, μαθηματικός. Η οικογένεια μετρούσε επίσης μεγαλοκαθηγητάδες στο εξωτερικό αλλά και το εσωτερικό. Ο αδελφός του πατέρα του, Όθωνας Ρουσόπουλος, ήταν αυτός που ίδρυσε την Εμπορική Ακαδημία (μετέπειτα ΑΣΟΕΕ).
Ο Δημήτρης Βελλούδιος παντρεύεται κάποια στιγμή και αποκτά δύο παιδιά, τη Μαρίκα (1894-1989) και τον Θάνο-Αλέξανδρο. Η σύζυγός του θα πεθάνει όμως πολύ νωρίς, όταν ο Θάνος ήταν μόλις τριών χρονών, και ο ίδιος ο Δημήτρης θα την ακολουθήσει το 1916.
Τα παιδιά έχουν σταλεί εντωμεταξύ σε συγγενείς τους στην Ελβετία, όπου θα σπουδάσει τέχνη ο Θάνος στη Βασιλεία και αργότερα στο Λονδίνο.
Στη συνέχεια, ο νεαρός Βελλούδιος «ειργάσθη εις το Σίτυ, ως νέος», όπως το θυμόταν, είχε κολλήσει ωστόσο και το μικρόβιο της αεροπορίας. «Επέταξε ως άλλος Ίκαρος χωρίς κινητήρα και έλαβε το Πτυχίον του Ανεμοπόρου εν Γερμανία, ως ο πρώτος Έλλην Ανεμοπόρος των χρόνων μας».
Γνωρίζοντας καλά αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά, θα καταφτάσει στην Ελλάδα πάνω στην ώρα για τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Προτού καταταγεί βέβαια ως σημαιοφόρος στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όπου είχε βρεθεί για να σπουδάσει.
Ο ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919 και την ίδια κιόλας μέρα άρχισε η ανάπτυξη της Ναυτικής Αεροπορικής Μοίρας Σμύρνης (ΝΑΜΣ), η οποία αριθμούσε 10 αεροσκάφη Airco De Havilland D.H.9 και 15 καταδιωκτικά Sopwith Camel 1F.1. Η ΝΑΜΣ δημιούργησε Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου και επιχειρούσε κυρίως από τα αεροδρόμια Καζαμίρ, Μαγνησίας και Ουσάκ.
Η πρώτη Μονάδα της ΣΑ, που διατέθηκε στις δυνάμεις της Μικράς Ασίας, ήταν η 533η Μοίρα με αεροσκάφη Breguet 14A2/B2. Η πρώτη αποστολή βομβαρδισμού έγινε στις 18 Ιουνίου 1919, όταν 3 Airco De Havilland D.H.9 υποστήριξαν την ελληνική επίθεση στο Αϊδίνιο. Την 20ή Δεκεμβρίου 1919 οργανώθηκε η Διεύθυνση Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατιάς (ΔΑΥΣ), που ενσωμάτωσε όλες τις αεροπορικές δυνάμεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Επιπλέον, οι Μοίρες 532, 533 και 534 μετονομάστηκαν σε Α΄, Β΄ (στο Καζαμίρ) και Γ΄ (στην Πάνορμο) Μοίρες Αεροπλάνων αντίστοιχα, με τυπική δύναμη 8-12 αεροσκάφη καθεμιά.
Τις αποστολές αναγνώρισης, πολυβολισμού και βομβαρδισμού αναλάμβανε πρωτίστως η ΣΑ, ενώ τα πληρώματα της ΝΑΜΣ εκτελούσαν κυρίως αποστολές βομβαρδισμού, λόγω μικρής εμπειρίας στη συνεργασία με τις επίγειες δυνάμεις. Την περίοδο Ιουνίου-Οκτωβρίου 1920 έγινε η προέλαση του ελληνικού στρατού μέχρι την Προύσα. Από τον Αύγουστο είχαν οργανωθεί περιπολίες από ελληνικά καταδιωκτικά, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις σποραδικές εμφανίσεις της Οθωμανικής Αεροπορίας.
Οι ήρωες αεροπόροι της περιόδου αυτής είναι ελάχιστα γνωστοί. Πιλότοι όπως οι Δημήτρης Μάρακας, Γεώργιος Μαμαλάκης, Μιχάλης Πετροπουλέας κ.ά. εκτέλεσαν επικίνδυνες αποστολές σε όλες τις φάσεις και τα μέτωπα. Από τα πληρώματα της ΝΑΜΣ ξεχώρισε φυσικά ο παράτολμος αεροπόρος Βελλούδιος, ο οποίος την 25η Ιουνίου 1920 προσγείωσε το αεροπλάνο του μέσα στον περίβολο της Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στην Προύσα και ύψωσε στον ιστό της την ελληνική σημαία!
Ο ίδιος το θυμόταν ως εξής: «Την Παρασκευή 25 Ιουνίου 1920, εορτήν των Αγίων Έρωτος, Στρατιώτου Λογανδρείου και Φεβρωνίας Βασιλίδος Οσίας, προσεγειώθη στην Προύσαν της Μικράς Ασίας εις τας προσβάσεις του Ολύμπου της Βιθυνίας, όπου και ύψωσε εκεί, ο πρώτος και μόνος, την ελληνικήν Σημαίαν» (μιλούσε στο τρίτο πρόσωπο). Η υψωμένη γαλανόλευκη στην τουρκική Σχολή Ευελπίδων αναπτέρωσε το ηθικό του ελληνικού στρατού και στον Βελλούδιο κόλλησαν τώρα το παρατσούκλι «Πορθητής της Προύσας».
Σε όλες τις μάχες που πήρε μέρος πολέμησε με γενναιότητα και ηρωισμό, υπερβαίνοντας συχνά τα επιχειρησιακά του καθήκοντα, αν και είχε τη φρόνηση να μην υποτιμά τις εντολές των ανωτέρων του ριψοκινδυνεύοντας το όλο εγχείρημα. Και βέβαια φαινόταν να το διασκεδάζει! Να πώς διηγήθηκε ο αντισμήναρχος Βελλούδιος το 1990 την πτητική εμπειρία με τα αεροπλάνα της εποχής: «Πετούσα με FARMAN Type Metallique που ήταν εντεταμένα με χαλύβδινα σύρματα όπως αυτά του κλειδοκύμβαλου. Τα σύρματα ανέδιδον μετά από ορισμένη ταχύτητα πτήσεως, μελωδικούς ήχους όπως αι κινέζικαι αιολικαί άρπαι».
Συνεχίζοντας τη βιογραφική του αφήγηση, ο Βελλούδιος θυμόταν (πάντα σε τρίτο πρόσωπο): «Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Ναυτικού της Αεροπορίας επί 21 χρόνια, ως πρωτοπόρος πιλότος και εκπαιδευτής, εν συνεχή πολεμική πτητική ενεργεία, τραυματισθείς ως ιπτάμενος χειριστής. Έχει γράψει παλαιότερα στην Ναυτική Επιθεώρηση, του Ναυτικού Πολεμικού Επιτελείου, μελέτην αεροπορικής Στρατηγικής καθώς και Τεχνικά Εγχειρίδια».
Έκανε όμως και άλλα πολλά στο ελληνικό στράτευμα: «Διοργάνωσε και διοίκησε τα κλιμάκια των Στρατιωτικών Αθλητικών Ομάδων, ως και συνέθεσε τον Πυρρίχιόν των»…
Όπως μας βεβαιώνει ο Λεωνίδας Χρηστάκης: «Είτε από χαρακτήρα, είτε από μια τάση μαγικής θολούρας και μυστηριώδους υπερβατικής σύγχυσης, ο Βελλούδιος δεν μίλησε ποτέ για τα χρόνια 1925-1950». Δεν κοκορεύτηκε ποτέ για τα πολεμικά του κατορθώματα, καθώς πλέον τον απασχολούσαν άλλα, εξίσου ηρωικά και ιδεαλιστικά.
Από το 1920 ως και την άνθηση της underground εικαστικής πρωτοπορίας στα μεταπολιτευτικά χρόνια, ο Βελλούδιος «ήταν τόσο γνωστός που αισθανόσουν ντροπή να μην τον ξέρεις τουλάχιστον σε μία από τις επιδόσεις του. Όλοι οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι των τελευταίων πενήντα χρόνων είχανε ‘κοινωνήσει’ στις απειράριθμες γνώσεις του», φανερώνει ο επίσης πολυπράγμονας Λεωνίδας Χρηστάκης στο πόνημά του «Οι Δικοί μας Άγιοι» (1998).
Τόσο η καλλιτεχνική του δράση όσο και η φυσική του παρουσία σε «ποικίλους κύκλους των Αθηνών» οδηγούσε τις συζητήσεις για το νέο ελληνικό πνεύμα αλλά και το μέτρο του ανθρώπου, «δηλαδή το μέτρο του κόσµου, ήτοι το φαντασιόµετρο», όπως το προσδιόριζε ο ίδιος.
Πριν καταταγεί ακόμα στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όντας ο μόνος Έλληνας που συμμετείχε στις πυρετώδεις διεργασίες της σύγχρονης τέχνης του Μεσοπολέμου. Ο Βελλούδιος ήταν ένας από τους πρώτους έλληνες αεροπόρους, παρόντας ακόμα και στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο, και ταυτοχρόνως ένας γόνιμος καλλιτέχνης, ακροβατώντας μεταξύ στρατιωτικής πειθαρχίας και δημιουργικής αναρχίας.
Συνάμα ήταν βέβαια και ένας έξοχος μελετητής της ελληνικής παράδοσης, γι’ αυτό και του ανέθεσε το 1927 ο Άγγελος Σικελιανός να παρουσιάσει τον πυρρίχιο χορό κατά τη διάρκεια των Δελφικών Εορτών. Ως χορογράφος και «ρυθμοδότης» που ήταν, μελέτησε τις αναπαραστάσεις των αγγείων της κλασικής αρχαιότητας και αναβίωσε έναν πανάρχαιο πολεμικό χορό!
Τον ίδιο ζήλο και επιστημοσύνη θα έδειχνε και αργότερα, όταν θα μελετούσε τον ζεϊμπέκικο χορό, για τον οποίο θα συγκέντρωνε σπάνια ντοκουμέντα και θα τον προσδιόριζε ως έναν «πρωτοελληνικό φρυγικό χορό»: «…και έγραψε σχετική πραγματεία με βάσην τον Πρωτοελληνικό Φρυγικό χορό Ζεϋμπέκικο-Αρτοζήνα (Τουθόα, Λούσιος, Τρόπαια, Άκοβα), εις τις Δελφικές Εορτές των παγκοσμίων Αμφικτυονιών των Σικελιανών του 1927 και 1930», θυμόταν εκείνος.
Η επιμονή του να ενσωματώσει στην ιστορική διαδρομή των Ελλήνων τον αντρικό χορό στα καπηλειά και τα καφενεία υπήρξε καθοριστική για τη διάσωση αλλά και την απενεχοποίηση της λαϊκής μας κουλτούρας. Μας παραδίδεται άλλωστε πως ο Βελλούδιος ήταν αυτός που έμαθε στον Γιάννη Τσαρούχη να χορεύει το ζεϊμπέκικο τόσο αριστοτεχνικά. Για το ζεϊμπέκικο που λάτρευε έλεγε χαρακτηριστικά:
«Αυτός ο χορός, ή μάλλον η όρχησις – διότι είναι κατ’ εξοχήν ανδρική όρχησις, αφού υπονοεί και ορισμένους αδένας του άρρενος εις την σύνθεσίν της και την ετυμολογία της. Διότι μόνον ένας άνδρας έχει το βάρος να χορέψει μόνος και εκ του εαυτού του για τον εαυτόν του. Είναι ένα είδος, ας πούμε, κινησιολογικής υπερβατικής μεταρσιώσεως. Και έτσι ο κατατρυχόμενος από διάφορα βάρη οικονομικά, οικογενειακά, οιασδήποτε κοινωνικής σειράς πηγαίνει σε μία ταβέρναν εις ένα κέντρον, σηκώνεται, και χωρίς να ‘χει ανάγκην από συντροφιά γυναικός ή άλλου ατόμου αρχίζει και χορεύει μονήρης, σόλο, μίαν όρχησιν χαλαρώσεως που είναι ο Αρτοζήνας-Ζεϊμπέκικος».
Ο Βελλούδιος έγραψε πολλά ακόμα και έκανε ακόμα περισσότερα. Ας τον ακούσουμε: «Συνέγραψε το Λαογραφικόν έργον του τα «Ελληνικά Πνεύματα» Αερικά, Ξωτικά και καλικάντζαροι με τις σχετικές 45 έγχρωμες φιγουμογραφίες των, και κείμενα σε 4 γλώσσες. Συνέθεσε και την σχετική Μουσική Ελληνική Σουίτα Κοντσέρτο Μεσογειακό (δια τους Έλληνας Αερικούς Αεροπόρους). «Πέραν του Καλού και του Κακού, Gradus ad Helicon». Επεδόθη προσέτι σε διαφόρους Υψηλής Ελληνοραπτικής Ανδρικάς Δημιουργίας, φουστανέλλες, χιτώνες κτλ. ενδυμασίες στυλιζαρισμένες», δικαιώνοντας τον τίτλο που κόλλησε ο ίδιος στον εαυτό του, αυτό το περιβόητο «ελληνοράπτης»!
Μελετώντας την ελληνική ενδυματολογική παράδοση στο διάβα των αιώνων, ο Βελλούδιος δημιούργησε «40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων», τα οποία φορούσε μάλιστα κι ο ίδιος χειμώνα καλοκαίρι. Όπως το περιβόητο «κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας»! «Εγώ εδημιούργησα 40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων και αναξυρίδων, που τα φοράω – το καλοκαίρι. Τον χειμώνα φοράω κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας».
Στα βιβλία του επιχείρησε να συνθέσει την ελληνική ιδιοσυστασία μέσα από τα θραύσματα της παράδοσης και του βίου των ανθρώπων της επαρχίας, τους οποίους συναναστράφηκε με άδολη φιλία και όχι ως ακαδημαϊκός μελετητής. Έγραψε για τα αερικά, τους καλικάντζαρους, τα πανάρχαια παγανιστικά έθιμα, αλλά και τον Άγιο Νικόλαο, αναδεικνύοντας τη βυζαντινή παράδοση των ελληνικών Χριστουγέννων.
«Εγώ ξεφασούλησα τον Άγιο Βασίλειο από την πλαστοπροσωπεία Του με τον Άγιο Νικόλαο (Μπάρμπα Νοέλη) και έδωσα ολοκληρωμένα Βυζαντινά Χριστούγεννα δια τους Έλληνας, με βιβλίο και πρότυπο εκκλησάκι για τα Κάλανδα», εξομολογείται: «Στο βιβλίο μου, ξετουρκεύω τον Ναό του Αιόλου-Αέρηδες από Τέμενος των Περιδινούμενων Ντρεβίσηδων, τοποθετώντας εκεί την Γέννησιν του Χριστού, κατά πρότυπον των Μεγάλων Ζωγράφων της Αναγεννήσεως», λέει στο πόνημά του «Αερικά, Ξωτικά και Καλικάντζαροι» (1978).
Παρά το γεγονός ότι συστηνόταν ως «φαντασιομέτρης», δεν ήταν καθόλου εκκεντρική φιγούρα, αλλά ένας σοβαρός μελετητής της ελληνικότητας και ένας ταγμένος καλλιτέχνης στην εμπροσθοφυλακή της πρωτοπορίας. Αλλοπρόσαλλος μπορεί να φαινόταν στα μάτια του αδαούς, κανείς δεν σκέφτηκε πάντως να αμφισβητήσει ποτέ το κύρος του ως δαφνοστεφούς απόστρατου αξιωματικού με αξιοθαύμαστη πολεμική δράση.
Ήταν άλλωστε ολότελα συγκροτημένος ως προσωπικότητα, όπως ακριβώς πρόσταζε η «φαντασιομετρία» του: «Η Τέχνη της Φαντασιομετρίας πραγματοποιεί με επιμελή διερεύνηση την επισήμανση του πνεύματος του εσωτέρου πυρήνος, του σπέρματος και της ουσίας κάθε πράγματος, εμψύχου ή αψύχου, ή και ενός φαινομένου ή ιδέας. Η πραγματοποίησις των δημιουργημάτων της τέχνης αυτής πρέπει να είναι ιστορικά εξειλκυσμένη και προφητικά προβεβλημένη. Εκ προοιμίου ο “Φαντασιομέτρης” πρέπει να είναι “γεωμετρημένος”, εις την έννοιαν του ρητού πού ήταν γραμμένο εις το υπέρθυρο της Ακαδημίας του Πλάτωνος, που έλεγε: Ουδείς αγεωμέτρητος εισίτω!». Τη φαντασιομετρία του την ξεδίπλωσε σε όλη της τη σουρεαλιστική μεγαλοπρέπεια στο βιβλίο «Ελληνοκεντρική Φαντασιομετρική Τέχνη για Προχωρημένους» (1983).
Τι άλλο έκανε; «Εγώ ξετούρκεψα τον χορό Ζεϊμπέκικο και του έδωσα την ευγενικιά του ‘Ελληνική’ καταγωγή και θρησκευτικότητα, ως Αρτοζήν. Εγώ ξεμόρτησα την λέξη μάνγκας και της έδωσα την ευγενικιά της «Ελληνική-Βυζαντινή» καταγωγή και έννοια μέγας (μεγιστάν). Εγώ ξεφράγκεψα την ντυσιά των Νεοελλήνων απλούστευσα την φουστανέλλα, και εδημιούργησα την φουστανέλλα-φράκο εσπερίδος, και την εφόρεσα με ελληνοκεντρικήν έφεσιν και κομψόν συρμόν».
Ο Βελλούδιος έπαιξε σε αρκετές ταινίες, στις οποίες κρατούσε συνήθως και τον ρόλο του συμβούλου περί λαογραφίας και εθιμοτυπίας. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλμ «Η Χρυσομαλλούσα» (1978) του Τώνη Λυκουρέση, «Το Ταξίδι του Μέλιτος» (1979) του Γιώργου Πανουσόπουλου και «Ελευθέριος Βενιζέλος, 1910-1927» (1980) του Παντελή Βούλγαρη.
Ταυτοχρόνως, ήταν ένας άνθρωπος που δεν έκρυψε ποτέ τις ερωτικές του προτιμήσεις, σε καιρούς μάλιστα ιδιαίτερα δύσκολους για τη σεξουαλική ελευθερία. Ο Λεωνίδας Χρηστάκης παρατηρεί χαρακτηριστικά πως ακόμη και η ομοφυλοφιλία αποτελούσε για τον Βελλούδιο «μια τελετική τέχνη, όπου πρώτευε η διεγερτική αναζήτηση μέσα από δεκάδες ξεχασμένα ταμπού».
Για τα διονυσιακά και φαλλικά ήθη και έθιμα του τόπου μας έγραψε εξάλλου το τρίτο βιβλίο του «Ευγονία και άλλα τινά» το 1991, αναβιώνοντας μια λησμονημένη Ελλάδα που ήταν άλλοτε σε διαρκή επικοινωνία με τη φύση και τις εκδηλώσεις της. Ο Βελλούδιος αναζητούσε μανιωδώς τις πανάρχαιες ρίζες του ελληνικού παγανισμού που εμπλουτίστηκε στην πορεία από τη λαϊκή χριστιανική θρησκεία, όντας λες το έργο της ζωής του.
«Η λαογραφία, η καλλιτεχνία, η ‘άλλη’ αρχαιολογία, η παπαδιστική, και η διδασκαλία μέσω των περιηγήσεών του, ήταν οι κύριοι και βασικοί τομείς με τους οποίους ασχολήθηκε και δεκάδες πρόσωπα ωφελήθηκαν από την διέλευσή του από αυτή τη ζωή», παρατηρεί ο Χρηστάκης και έχει αναμφίβολα δίκιο. Κάτι που αναγνώρισε και ο Διονύσης Σαββόπουλος αφιερώνοντας στον μεγάλο μύστη το τραγούδι «Ποιος φτιάχνει τα ανέκδοτα» (από το άλμπουμ «Χρονοποιός»)…
Γιατί ξεχάστηκε τόσο γρήγορα ο Βελλούδιος όταν έφυγε από τον κόσμο το 1992, ένας άνθρωπος που σφράγισε όσο λίγοι τη νεοελληνική σύγχρονη τέχνη και τους πρωταγωνιστές της, αυτό παραμένει πραγματικά αξιοπερίεργο. Ίσως να φταίει πως κλείνει έτσι απλά και άδοξα το βιογραφικό του:
«Επί τι διάστημα υπηρέτησε εις τον Διεθνή Ερυθρόν Σταυρόν ως επίσης και εις το Ελληνικόν Υπουργείον των Εξωτερικών. Προεβλήθη συχνά εις την Τηλεόρασιν και τον Κινηματογράφον»…
Πηγή:
newsbeast.gr