Ο ρωμαίος αυτοκράτορας Φλάβιος Θεοδόσιος γεννήθηκε στην επαρχία της
Γαλικίας στη Βορειοδυτική Ισπανία. Ο πατέρας του, Φλάβιος Θεοδόσιος και
αυτός, ήταν στρατηγός του αυτοκράτορα του δυτικού τμήματος της ΡωμαΪκής
Αυτοκρατορίας Γρατιανού. Το όνομα και η καταγωγή της μητέρας του είναι
άγνωστα. Οι γονείς μπορεί και οι παππούδες του Θεοδοσίου φαίνεται
ότι ήταν χριστιανοί. Ο ίδιος δεν έλαβε ιδιαίτερη μόρφωση αλλά ήταν
ευφυής και είχε έφεση στη μελέτη της Ιστορίας. Ακολούθησε τη στρατιωτική
σταδιοδρομία και διακρίθηκε σε διάφορες εκστρατείες του πατέρα του στη
Βρετανία, στη Γαλατία και στα Βαλκάνια.
Οταν ο πατέρας του έπεσε σε δυσμένεια και εξαιτίας των δολοπλοκιών των εχθρών του στην Αυλή του Γρατιανού καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε, ο Θεοδόσιος αποσύρθηκε στα κτήματά του στην Ισπανία όπου το 376 παντρεύτηκε την Ισπανίδα Αιλία Φλάκιλλα με την οποία απέκτησε δύο γιους, τον Αρκάδιο και τον Ονώριο, και μια κόρη, την Πουλχερία.
Βάρβαροι φύλακες των συνόρων
Μετά την καταστροφική ήττα των Ρωμαίων από τους Βησιγότθους κοντά στην Αδριανούπολη το 378 και τον θάνατο του αυτοκράτορα του ανατολικού τμήματος της Αυτοκρατορίας Ουάλεντος, ο Γρατιανός κάλεσε τον Θεοδόσιο να αναλάβει την εκστρατεία εναντίον των Σαρματών. Κατ' αυτήν ο Θεοδόσιος απέδειξε τις μεγάλες του στρατηγικές ικανότητες. Ανταμείβοντάς τον ο Γρατιανός, τον Ιανουάριο του 379, τον ανακήρυξε συναυτοκράτορά του στο τμήμα της Ανατολής.
Ο Θεοδόσιος εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Πρώτο μέλημά του υπήρξε η ανασυγκρότηση του στρατεύματος. Στην επικράτεια του Θεοδοσίου περιλαμβάνονταν και οι περιοχές της Δακίας (σημερινής Ρουμανίας) και της Μακεδονίας, στις οποίες είχαν διεισδύσει βάρβαροι δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στην Αυτοκρατορία. Ο Θεοδόσιος αποφάσισε, αντί να προσπαθήσει να εκδιώξει τα βαρβαρικά αυτά φύλα από τη ρωμαϊκή επικράτεια, να τα εκμεταλλευθεί προς το συμφέρον της Αυτοκρατορίας. Ετσι αφενός ενέταξε στον στρατό του μεγάλον αριθμό Τευτόνων και όχι μόνο στις χαμηλότερες βαθμίδες και αφετέρου, το 383, ο Θεοδόσιος υπέγραψε συνθήκη συμμαχίας με τους Βησιγότθους και τους επέτρεψε να εγκατασταθούν ως σύμμαχοι (φεδεράτοι) στην περιοχή ανάμεσα στον Δούναβη και στην οροσειρά του Αίμου. Με τη νέα αυτή ρύθμιση οι Βησιγότθοι διατηρούσαν την αυτονομία τους αλλά ταυτόχρονα γίνονταν φύλακες των βορειοανατολικών συνόρων της Αυτοκρατορίας.
Επίσημη θρησκεία ο χριστιανισμός
Το σοβαρότερο όμως πρόβλημα με το οποίο ήλθε αντιμέτωπος ο Θεοδόσιος ήταν ο έντονος ανταγωνισμός ανάμεσα στους οπαδούς των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων. Ο Θεοδόσιος ανατράφηκε σε χριστιανικό περιβάλλον αλλά βαπτίστηκε χριστιανός στα 34 του χρόνια, το 380, ύστερα από μια σοβαρή ασθένεια. Για να δώσει τέλος στις διενέξεις, τον Φεβρουάριο του 380 εξέδωσε διάταγμα, σε συμφωνία με τον Γρατιανό, με το οποίο αναγνώριζε ως επίσημη θρησκεία του κράτους τον χριστιανισμό σύμφωνα με τις αποφάσεις της A´ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας της Βιθυνίας το 325 και συνεκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη το 381 τη B´ Οικουμενική Σύνοδο η οποία επικύρωσε τις αποφάσεις της Νίκαιας και έδωσε στο Σύμβολο της Πίστεως την τελική μορφή του.
Ενώ όμως ο Θεοδόσιος ήταν απασχολημένος στην Ανατολή, στη Δύση ο αυτοκράτορας Γρατιανός δολοφονήθηκε στη Λυών το 383. Διάδοχός του ήταν ο ετεροθαλής αδελφός του Ουαλεντινιανός B', αλλά ο στρατός στη Βρετανία ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Μάξιμο, έναν Ισπανό, ο οποίος το 387 εισέβαλε στην Ιταλία. Ο Ουαλεντινιανός B´ έφυγε από την Ιταλία και βρήκε καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη ζητώντας βοήθεια από τον Θεοδόσιο. Ο Θεοδόσιος δεν μπορούσε να του την αρνηθεί δεδομένου ότι, μετά τον θάνατο της Αιλίας Φλάκιλλας το 386, είχε παντρευτεί την αδελφή του Ουαλεντινιανού Γάλλα. Αλλωστε ο Θεοδόσιος είχε συγκροτήσει αξιόλογο στρατό που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον σφετεριστή Μάξιμο. Αφού λοιπόν έστειλε τον Ουαλεντινιανό στην Ιταλία με μία μοίρα του στόλου του, ο Θεοδόσιος, την άνοιξη του 388, επικεφαλής μεγάλης στρατιάς, κίνησε εναντίον του Μάξιμου, ο οποίος στο μεταξύ είχε εισβάλει στα Βαλκάνια.
Δημόσια μετάνοια
Αφού νίκησε τον Μάξιμο και αποκατέστησε τον Ουαλεντινιανό B´ δίνοντάς του ως σύμβουλο τον έμπιστό του φράγκο στρατηγό Αρβογάστη, ο Θεοδόσιος δεν επέστρεψε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη αλλά παρέμεινε ως το 391 στο Μεδιόλανο (Μιλάνο) όπου ανέπτυξε στενή φιλία με τον επίσκοπο της πόλης Αμβρόσιο. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του Θεοδοσίου ταραχές ξέσπασαν στη Θεσσαλονίκη. Οι κάτοικοι της πόλης σκότωσαν έναν από τους στρατηγούς του Θεοδοσίου και αρκετούς στρατιώτες. Ο Θεοδόσιος οργισμένος διέταξε να σφαγιασθούν χιλιάδες Θεσσαλονικείς (390), πράξη που επιτιμήθηκε αυστηρά από τον Αμβρόσιο ο οποίος ζήτησε από τον αυτοκράτορα να μετανοήσει δημοσίως για το αμάρτημά του αρνούμενος να του προσφέρει την Αγία Μετάληψη. Αρχικά ο Θεοδόσιος δίστασε να υποκύψει στον εκβιασμό του επισκόπου αλλά τελικά κάμφθηκε. Μερικοί ιστορικοί αξιολογούν το περιστατικό ως την πρώτη παραχώρηση της κοσμικής εξουσίας έναντι της εκκλησιαστικής, πράγμα που οδήγησε κατά τους μετέπειτα αιώνες την Εκκλησία να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία.
Κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων
Τον Φεβρουάριο του 391 ο Θεοδόσιος εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευε τις θυσίες και τις συνάξεις σε ναούς ειδωλολατρικών θρησκειών. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, τον Νοέμβριο του 391, ο Θεοδόσιος ήταν αποφασισμένος να πατάξει κάθε είδους παγανισμό. Αλλωστε ήταν ο πρώτος ρωμαίος αυτοκράτορας που δεν έφερε τον τίτλο του Pontifex Maximus, δηλαδή του Μεγάλου Αρχιερέα των θρησκειών των Ρωμαίων. Εναν χρόνο αργότερα ο Θεοδόσιος εξέδωσε ένα ακόμη αυστηρότερο διάταγμα με το οποίο απαγόρευε εντελώς όλες τις παγανιστικές λατρείες και το 393 απαγόρευσε ακόμη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στο μεταξύ νέα κρίση συντάραξε το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Ο Αρβογάστης πρόδωσε την εμπιστοσύνη που του είχε δείξει ο Θεοδόσιος και σκότωσε τον αυτοκράτορα Ουαλεντινιανό, και ανακήρυξε αυτοκράτορα τον δάσκαλο της ρητορικής Ευγένιο, ο οποίος υποστηριζόταν από την ειδωλολατρική πτέρυγα της Συγκλήτου.
Ο Θεοδόσιος αποφάσισε να μην ξαναμοιραστεί την εξουσία με άλλον εκτός από τους δύο γιους του. Αφού αναγόρευσε Αύγουστο του δυτικού τμήματος της Αυτοκρατορίας τον επτάχρονο γιο του Ονώριο και παραχώρησε πολλές εξουσίες στον Αρκάδιο στην Κωνσταντινούπολη, ο Θεοδόσιος εκστράτευσε τον Μάιο του 394 εναντίον του σφετεριστή Ευγένιου και του στρατηγού Νικομάχου Φλαβιανού που τον υποστήριζε εν ονόματι των ρωμαίων ειδωλολατρών. Ο Θεοδόσιος νίκησε τον Νικόμαχο και τον Ευγένιο, τους σκότωσε, καθώς και τον Αρβογάστη, και παρέμεινε μόνος αυτοκράτορας σε Ανατολή και Δύση.
H χριστιανική παράδοση θεωρεί τη νίκη αυτή του Θεοδοσίου τον θρίαμβο της μιας και αληθινής θρησκείας. Ωστόσο ο Θεοδόσιος φαίνεται ότι καταπονήθηκε σε αυτή την εκστρατεία, αρρώστησε και πέθανε στο Μεδιόλανο ύστερα από μερικούς μήνες. Τον διαδέχτηκαν οι δύο γιοι του, όπως το είχε προβλέψει. Για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον χριστιανισμό ο Θεοδόσιος ονομάστηκε Μέγας. Μετά την επικήδειο τελετή στο Μεδιόλανο, η σορός του Θεοδοσίου μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη στο μαυσωλείο που είχε ανεγείρει ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος B', γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Παρά την επιθυμία του Θεοδοσίου να παραμείνει ενιαία η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετά τον θάνατό του, τα δύο τμήματά της χωρίστηκαν άνισα: στη φθίνουσα Δύση και στην κραταιά βυζαντινή Ανατολή.
Πηγή:
tovima.gr
Οταν ο πατέρας του έπεσε σε δυσμένεια και εξαιτίας των δολοπλοκιών των εχθρών του στην Αυλή του Γρατιανού καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε, ο Θεοδόσιος αποσύρθηκε στα κτήματά του στην Ισπανία όπου το 376 παντρεύτηκε την Ισπανίδα Αιλία Φλάκιλλα με την οποία απέκτησε δύο γιους, τον Αρκάδιο και τον Ονώριο, και μια κόρη, την Πουλχερία.
Βάρβαροι φύλακες των συνόρων
Μετά την καταστροφική ήττα των Ρωμαίων από τους Βησιγότθους κοντά στην Αδριανούπολη το 378 και τον θάνατο του αυτοκράτορα του ανατολικού τμήματος της Αυτοκρατορίας Ουάλεντος, ο Γρατιανός κάλεσε τον Θεοδόσιο να αναλάβει την εκστρατεία εναντίον των Σαρματών. Κατ' αυτήν ο Θεοδόσιος απέδειξε τις μεγάλες του στρατηγικές ικανότητες. Ανταμείβοντάς τον ο Γρατιανός, τον Ιανουάριο του 379, τον ανακήρυξε συναυτοκράτορά του στο τμήμα της Ανατολής.
Ο Θεοδόσιος εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Πρώτο μέλημά του υπήρξε η ανασυγκρότηση του στρατεύματος. Στην επικράτεια του Θεοδοσίου περιλαμβάνονταν και οι περιοχές της Δακίας (σημερινής Ρουμανίας) και της Μακεδονίας, στις οποίες είχαν διεισδύσει βάρβαροι δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στην Αυτοκρατορία. Ο Θεοδόσιος αποφάσισε, αντί να προσπαθήσει να εκδιώξει τα βαρβαρικά αυτά φύλα από τη ρωμαϊκή επικράτεια, να τα εκμεταλλευθεί προς το συμφέρον της Αυτοκρατορίας. Ετσι αφενός ενέταξε στον στρατό του μεγάλον αριθμό Τευτόνων και όχι μόνο στις χαμηλότερες βαθμίδες και αφετέρου, το 383, ο Θεοδόσιος υπέγραψε συνθήκη συμμαχίας με τους Βησιγότθους και τους επέτρεψε να εγκατασταθούν ως σύμμαχοι (φεδεράτοι) στην περιοχή ανάμεσα στον Δούναβη και στην οροσειρά του Αίμου. Με τη νέα αυτή ρύθμιση οι Βησιγότθοι διατηρούσαν την αυτονομία τους αλλά ταυτόχρονα γίνονταν φύλακες των βορειοανατολικών συνόρων της Αυτοκρατορίας.
Επίσημη θρησκεία ο χριστιανισμός
Το σοβαρότερο όμως πρόβλημα με το οποίο ήλθε αντιμέτωπος ο Θεοδόσιος ήταν ο έντονος ανταγωνισμός ανάμεσα στους οπαδούς των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων. Ο Θεοδόσιος ανατράφηκε σε χριστιανικό περιβάλλον αλλά βαπτίστηκε χριστιανός στα 34 του χρόνια, το 380, ύστερα από μια σοβαρή ασθένεια. Για να δώσει τέλος στις διενέξεις, τον Φεβρουάριο του 380 εξέδωσε διάταγμα, σε συμφωνία με τον Γρατιανό, με το οποίο αναγνώριζε ως επίσημη θρησκεία του κράτους τον χριστιανισμό σύμφωνα με τις αποφάσεις της A´ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας της Βιθυνίας το 325 και συνεκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη το 381 τη B´ Οικουμενική Σύνοδο η οποία επικύρωσε τις αποφάσεις της Νίκαιας και έδωσε στο Σύμβολο της Πίστεως την τελική μορφή του.
Ενώ όμως ο Θεοδόσιος ήταν απασχολημένος στην Ανατολή, στη Δύση ο αυτοκράτορας Γρατιανός δολοφονήθηκε στη Λυών το 383. Διάδοχός του ήταν ο ετεροθαλής αδελφός του Ουαλεντινιανός B', αλλά ο στρατός στη Βρετανία ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Μάξιμο, έναν Ισπανό, ο οποίος το 387 εισέβαλε στην Ιταλία. Ο Ουαλεντινιανός B´ έφυγε από την Ιταλία και βρήκε καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη ζητώντας βοήθεια από τον Θεοδόσιο. Ο Θεοδόσιος δεν μπορούσε να του την αρνηθεί δεδομένου ότι, μετά τον θάνατο της Αιλίας Φλάκιλλας το 386, είχε παντρευτεί την αδελφή του Ουαλεντινιανού Γάλλα. Αλλωστε ο Θεοδόσιος είχε συγκροτήσει αξιόλογο στρατό που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον σφετεριστή Μάξιμο. Αφού λοιπόν έστειλε τον Ουαλεντινιανό στην Ιταλία με μία μοίρα του στόλου του, ο Θεοδόσιος, την άνοιξη του 388, επικεφαλής μεγάλης στρατιάς, κίνησε εναντίον του Μάξιμου, ο οποίος στο μεταξύ είχε εισβάλει στα Βαλκάνια.
Δημόσια μετάνοια
Αφού νίκησε τον Μάξιμο και αποκατέστησε τον Ουαλεντινιανό B´ δίνοντάς του ως σύμβουλο τον έμπιστό του φράγκο στρατηγό Αρβογάστη, ο Θεοδόσιος δεν επέστρεψε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη αλλά παρέμεινε ως το 391 στο Μεδιόλανο (Μιλάνο) όπου ανέπτυξε στενή φιλία με τον επίσκοπο της πόλης Αμβρόσιο. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του Θεοδοσίου ταραχές ξέσπασαν στη Θεσσαλονίκη. Οι κάτοικοι της πόλης σκότωσαν έναν από τους στρατηγούς του Θεοδοσίου και αρκετούς στρατιώτες. Ο Θεοδόσιος οργισμένος διέταξε να σφαγιασθούν χιλιάδες Θεσσαλονικείς (390), πράξη που επιτιμήθηκε αυστηρά από τον Αμβρόσιο ο οποίος ζήτησε από τον αυτοκράτορα να μετανοήσει δημοσίως για το αμάρτημά του αρνούμενος να του προσφέρει την Αγία Μετάληψη. Αρχικά ο Θεοδόσιος δίστασε να υποκύψει στον εκβιασμό του επισκόπου αλλά τελικά κάμφθηκε. Μερικοί ιστορικοί αξιολογούν το περιστατικό ως την πρώτη παραχώρηση της κοσμικής εξουσίας έναντι της εκκλησιαστικής, πράγμα που οδήγησε κατά τους μετέπειτα αιώνες την Εκκλησία να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία.
Κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων
Τον Φεβρουάριο του 391 ο Θεοδόσιος εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευε τις θυσίες και τις συνάξεις σε ναούς ειδωλολατρικών θρησκειών. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, τον Νοέμβριο του 391, ο Θεοδόσιος ήταν αποφασισμένος να πατάξει κάθε είδους παγανισμό. Αλλωστε ήταν ο πρώτος ρωμαίος αυτοκράτορας που δεν έφερε τον τίτλο του Pontifex Maximus, δηλαδή του Μεγάλου Αρχιερέα των θρησκειών των Ρωμαίων. Εναν χρόνο αργότερα ο Θεοδόσιος εξέδωσε ένα ακόμη αυστηρότερο διάταγμα με το οποίο απαγόρευε εντελώς όλες τις παγανιστικές λατρείες και το 393 απαγόρευσε ακόμη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στο μεταξύ νέα κρίση συντάραξε το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Ο Αρβογάστης πρόδωσε την εμπιστοσύνη που του είχε δείξει ο Θεοδόσιος και σκότωσε τον αυτοκράτορα Ουαλεντινιανό, και ανακήρυξε αυτοκράτορα τον δάσκαλο της ρητορικής Ευγένιο, ο οποίος υποστηριζόταν από την ειδωλολατρική πτέρυγα της Συγκλήτου.
Ο Θεοδόσιος αποφάσισε να μην ξαναμοιραστεί την εξουσία με άλλον εκτός από τους δύο γιους του. Αφού αναγόρευσε Αύγουστο του δυτικού τμήματος της Αυτοκρατορίας τον επτάχρονο γιο του Ονώριο και παραχώρησε πολλές εξουσίες στον Αρκάδιο στην Κωνσταντινούπολη, ο Θεοδόσιος εκστράτευσε τον Μάιο του 394 εναντίον του σφετεριστή Ευγένιου και του στρατηγού Νικομάχου Φλαβιανού που τον υποστήριζε εν ονόματι των ρωμαίων ειδωλολατρών. Ο Θεοδόσιος νίκησε τον Νικόμαχο και τον Ευγένιο, τους σκότωσε, καθώς και τον Αρβογάστη, και παρέμεινε μόνος αυτοκράτορας σε Ανατολή και Δύση.
H χριστιανική παράδοση θεωρεί τη νίκη αυτή του Θεοδοσίου τον θρίαμβο της μιας και αληθινής θρησκείας. Ωστόσο ο Θεοδόσιος φαίνεται ότι καταπονήθηκε σε αυτή την εκστρατεία, αρρώστησε και πέθανε στο Μεδιόλανο ύστερα από μερικούς μήνες. Τον διαδέχτηκαν οι δύο γιοι του, όπως το είχε προβλέψει. Για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον χριστιανισμό ο Θεοδόσιος ονομάστηκε Μέγας. Μετά την επικήδειο τελετή στο Μεδιόλανο, η σορός του Θεοδοσίου μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη στο μαυσωλείο που είχε ανεγείρει ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος B', γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Παρά την επιθυμία του Θεοδοσίου να παραμείνει ενιαία η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετά τον θάνατό του, τα δύο τμήματά της χωρίστηκαν άνισα: στη φθίνουσα Δύση και στην κραταιά βυζαντινή Ανατολή.
KEIMENA: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ
Πηγή:
tovima.gr