H εξέγερση των σκλάβων μεταξύ του 73-71 π.X. δεν ήρθε από το πουθενά.
Αντικατοπτρίζει τις μεγάλες κοινωνικές αναταραχές που υπήρχαν στην
Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Κατά το δεύτερο αιώνα π.X. ο ρωμαϊκός στρατός
κατέλαβε την Μεσόγειο και επεκτάθηκε σε όλη την Ευρώπη.
Αυτές οι συνεχείς και αυξανόμενες κατακτήσεις έφεραν ένα μεγάλο αριθμό σκλάβων στην Ιταλική ύπαιθρο για την χρησιμοποίησή τους στις αγροτικές εργασίες (latifumdia).
Κάθε βδομάδα οι δουλέμποροι μετέφεραν ανθρώπους από την Αφρική, τη Γαλατία, τη Γερμανία, το Δούναβη, τη Ρωσία, την Ασία και την Ελλάδα στα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου και της Μεσογείου. Πολύ συχνές ήταν οι πωλήσεις χιλιάδων σκλάβων μέσα σε μία μέρα (για παράδειγμα 10.000 στη Δήλο).
Μέσα στο 177 π.Χ. 40.000 άνθρωποι από τις Σάρδεις και το 167 π.Χ. 150.000 Ηπειρώτες αιχμαλωτίστηκαν από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και πουλήθηκαν σαν δούλοι. Οι Ηπειρώτες μάλιστα πουλήθηκαν στην τιμή του ενός δολαρίου το κεφάλι! (Κατά μια εκτίμηση η αντιστοιχία είναι ένα τάλαντο προς 20.000 δολάρια).
Ενώ όμως, στις πόλεις οι δούλοι είχαν μια σχετική επαφή με τους ιδιοκτήτες τους (αφέντες) και είχαν κάποιες πιθανότητες ορισμένοι ακόμα και να χειραφετηθούν, αντίθετα στα μεγάλα αγροκτήματα επικρατεί η απόλυτη κτηνωδία. Οι δούλοι βρίσκονταν κάτω από το ανελέητο μαστίγωμα του επιστάτη, ο οποίος αμειβόταν περισσότερο όσο έβγαιναν μεγαλύτερα κέρδη από τους δούλους που του είχαν εμπιστευθεί. Η δε αμοιβή των δούλων ήταν τροφή και ενδυμασία τόση, όση χρειάζονταν για να μπορούν να δουλεύουν από το πρωί μέχρι τη νύχτα καθημερινά μέχρι τα βαθειά τους γεράματα. Εάν δυστροπούσαν ή έδειχναν ανυπακοή τότε αλυσοδένονταν και περνούσαν τη νύκτα τους στην υπόγεια φυλακή (ergastulum).
Αν και όχι συχνά, όπως θα ήταν αναμενόμενο, ξεσπούσαν εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Έτσι το 196 π.Χ. επαναστάτησαν στην Ετρουρία οι δούλοι της υπαίθρου και οι ελεύθεροι εργάτες. Οι ρωμαϊκές λεγεώνες κατέστειλαν την επανάσταση. Σύμφωνα με το Λίβιο, πολλοί σκοτώθηκαν ή πιάστηκαν αιχμάλωτοι, ενώ άλλοι μαστιγώθηκαν και σταυρώθηκαν. [Ο θάνατος με σταύρωμα ήταν ποινή που επιβαλλόταν σ’ αυτούς που επαναστατούσαν εναντίον της Ρωμαϊκής κυριαρχίας (imperium)]. Παρόμοια εξέγερση γίνεται το 185 π.Χ. στην Απουλία. Επτά χιλιάδες δούλοι συλλαμβάνονται και καταδικάζονται να εργάζονται στα ορυχεία.
Το 139 π.Χ. ξεσπά στη Σικελία, ο Πρώτος Δουλικός Πόλεμος. Τετρακόσιοι δούλοι συντάσσονται με το κάλεσμα του Εύνου και σφάζουν τους ελεύθερους πολίτες στην πόλη Έννα. Απ’ όλα τα αγροκτήματα και τις ιδιωτικές φυλακές της Σικελίας καταφθάνουν χιλιάδες σκλαβωμένοι και ο αριθμός των επαναστατών ανεβαίνει στις 70.000.
Κατέλαβαν τον Ακράγαντα, νίκησαν τις δυνάμεις του ρωμαίου πραίτορα και διατήρησαν τον έλεγχο σχεδόν ολόκληρου του νησιού μέχρι το 131 π.Χ. Εκείνη τη χρονιά μια ρωμαϊκή στρατιά τους εγκλώβισε μέσα στην Έννα και τους ανάγκασε να παραδοθούν λόγω της πείνας αφού δεν μπορούσαν λόγω του εγκλωβισμού να προμηθεύονται τρόφιμα. Ο Εύνος οδηγήθηκε στη Ρώμη ρίχτηκε σε υπόγεια φυλακή, όπου τον άφησαν να πεθάνει από την πείνα και τις μολύνσεις. Άλλες εξεγέρσεις έγιναν το 133 π.Χ. κατά την διάρκεια των οποίων θανατώθηκαν 150 δούλοι στη Ρώμη, 450 στις Μιντούρνες και 4000 στη Σινούεσσα.
Μέσα στις συνεχείς αναταραχές και επαναστάσεις που ξεσπούσαν από τους ανταγωνισμούς των Ρωμαίων εξουσιαστών και των υπερασπιστών τους, ξεσπά και ο Δεύτερος Δουλικός Πόλεμος και πάλι στη Σικελία. Γύρω στα 104 π.Χ. η ρωμαϊκή Σύγκλητος ζητά βοήθεια από τους βασιλιάδες της ανατολής προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι Κίμβροι. Τότε ο Νικομήδης της Βιθυνίας απαντά πως όλοι οι άνδρες στο βασίλειό του είχαν πουληθεί σαν δούλοι προκειμένου να πληρωθούν οι φόροι προς τη Ρώμη. Προκειμένου να αποκτηθεί στρατός αποφασίστηκε από την Σύγκλητο να απελευθερωθούν όλοι οι άνδρες που είχαν περιπέσει στην κατάσταση του δούλου προκειμένου να πληρωθούν οι φόροι.
Εκατοντάδες δούλοι στη Σικελία μόλις έμαθαν για την απόφαση της Συγκλήτου συγκεντρώθηκαν έξω από το ανάκτορο του Ρωμαίου Πραίτορα απαιτώντας την απελευθέρωσή τους.
Οι ιδιοκτήτες τους (αφέντες) διαμαρτυρήθηκαν και ο Πραίτορας ανέστειλε την εφαρμογή του διατάγματος. Οι δούλοι οργανώθηκαν υπό τον Σάλβιο και πολιόρκησαν την πόλη Μοργαντία. Οι κάτοικοι της πόλης υποσχέθηκαν στους δούλους τους πως θα τους απελευθερώσουν εάν τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν την πολιορκία. Η πολιορκία αντιμετωπίστηκε, αλλά οι δούλοι δεν απελευθερώθηκαν. Τότε πολλοί απ’ αυτούς ενώθηκαν με τους επαναστάτες. Το ίδιο διάστημα (103 π.Χ.) άλλοι 6000 δούλοι στο δυτικό άκρο του νησιού εξεγέρθηκαν με τον Αθηνίωνα, άνθρωπο μορφωμένο και αποφασισμένο. Αφού σύντριψαν τις λεγεώνες που στάλθηκαν από τον πραίτορα κινήθηκαν ανατολικά και ενώθηκαν με τις δυνάμεις των επαναστατών του Σάλβιου.
Οι ενωμένες δυνάμεις των σκλάβων, νικούν τα στρατεύματα που στάλθηκαν από την Ιταλία εναντίον τους αλλά πεθαίνει ο Σάλβιος. Καινούργιες λεγεώνες καταφθάνουν το 101 π.Χ. με τον ύπατο Μάνιο Ακύλιο. Ο Αθηνίωνας τον προκαλεί σε μονομαχία αλλά σκοτώνεται. Χιλιάδες σκλάβοι κατασφάζονται από τις ρωμαϊκές λεγεώνες ενώ πολλές ακόμα χιλιάδες επιστρέφονται στα αφεντικά τους. Μερικές εκατοντάδες απ’ αυτούς στέλνονται στη Ρώμη για να γίνουν θέαμα στις ρωμαϊκές αρένες πολεμώντας με τα άγρια θηρία (ad bestias) στις πανηγυρικές εκδηλώσεις που δόθηκαν για τον θρίαμβο του Ακύλιου.
Οι δούλοι αντί να πολεμήσουν βυθίζουν τα ξίφη τους ένας στον άλλο και αλληλοσκοτώνονται όλοι τους, αρνούμενοι να προσφέρουν το επιθυμητό θέαμα στους αφεντάδες.
Η Εξέγερση του Σπάρτακου
Είναι η μεγαλύτερη εξέγερση, ο Τρίτος Δουλικός Πόλεμος. Πραγματοποιήθηκε από το 73 ως το 71 π.Χ. και εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ιταλίας.
Ο Σπάρτακος γεννήθηκε ελεύθερος αγρότης στη Θράκη και εκπαιδεύτηκε από τον ρωμαϊκό στρατό μάλλον σαν βοηθητικός στρατιώτης. Λιποτάκτησε, τον κήρυξαν παράνομο και όταν τον συνέλαβαν τον πούλησαν για σκλάβο. Πουλήθηκε το 73 π.Χ. στη σχολή για μονομάχους του Βατιάτου στη Καπούα, 20 μίλια από τον Βεζούβιο. Την ίδια χρονιά ο Σπάρτακος και δυο Γαλάτες μονομάχοι ο Κρίξος και ο Οινόμαος, ξεκίνησαν ταραχές στην σχολή που γρήγορα γενικεύθηκαν. Λέγεται ότι ήταν προσχεδιασμένη απόπειρα απόδρασης. Από τους διακόσιους περίπου σκλάβους – μονομάχους, μόνο γύρω στους ογδόντα κατάφεραν να δραπετεύσουν χρησιμοποιώντας μαχαίρια κουζίνας.
Στον δρόμο βρήκαν ένα κάρο με όπλα για μονομάχους και οπλίστηκαν. Όταν οι στρατιώτες προσπάθησαν να σταματήσουν τους δραπέτες, αυτοί εύκολα τους νίκησαν με τα όπλα μονομάχων που ήταν εξοικειωμένοι. Έπειτα πήραν τα καλύτερα στρατιωτικά όπλα και ξεκίνησαν την πορεία τους νότια από τον Βεζούβιο. Κατά μήκος της πορείας έπαιρναν μαζί τους δούλους χωραφιών. Μετά από έκκληση που έγινε από τους απελευθερωμένους σκλάβους ολοένα κα περισσότεροι δούλοι από τα γύρω αγροκτήματα δραπέτευαν και συντάσσονταν με τον Σπάρτακο, άνδρα με υψηλό φρόνημα και γενναιότητα, αλλά και με κατανόηση και ευγένεια που ξεπερνούσε την κατάστασή του, αναφέρει ο Πλούταρχος. Οι σκλάβοι, αρχικά ζούσαν στις πλαγιές του Βεζούβιου λεηλατώντας τις περιουσίες των πλουσίων της περιοχής.
Η αποτυχία των πραιτοριανών
Πολλοί λίγοι είχαν καταλάβει πόσο καλά ο Σπάρτακος είχε οργανώσει την ομάδα των σκλάβων. Τους έμαθε να κατασκευάζουν και να επισκευάζουν τα όπλα τους και να μάχονται οργανωμένα. Οι Πραιτοριανοί επιχείρησαν να βάλουν τέλος στην εξέγερση. Ο πραίτορας Κλαύδιος με στρατό 3000 αντρών έστησε καρτέρι στους εξεγερμένους στον Βεζούβιο σε ένα σημείο που είχε μόνο ένα πέρασμα για την κορυφή. Το υπόλοιπο βουνό ήταν απόκρημνο και γλιστερό.
Αλλά η δύσβατη επιφάνεια του βουνού δεν ενόχλησε τον Σπάρτακο και τους εξεγερμένους. Αφού κατασκεύασαν σχοινιά από τα άγρια αμπέλια του βουνού και με αυτά σκαρφάλωσαν στην κορφή. Έτσι αιφνιδίασαν τους Ρωμαίους και κατέλαβαν εύκολα το ρωμαϊκό στρατόπεδο.
Έπειτα κινήθηκαν προς τις Άλπεις παίρνοντας μαζί τους συνολικά 70.000 σκλάβους που συναντούσαν στο δρόμο τους. Ο Σπάρτακος ήθελε να περάσουν γρήγορα τις Άλπεις και μετά να πάει ο καθένας προς τον τόπο καταγωγής του. Πολλοί όμως από τους συντρόφους του ήθελαν να λεηλατήσουν την ρωμαϊκή επαρχία. Αυτοί που ήταν υπέρ της συνέχισης της λεηλασίας ήταν κυρίως οι Γαλάτες και οι Γερμανοί και προ πάντων ο Κρίξος. Λέγεται ότι ο Σπάρτακος ήταν εντελώς αντίθετος στις λεηλασίες και σίγουρα είχε καταφέρει να μην συσσωρεύεται χρυσάφι και ασήμι από τους εξεγερμένους, αλλά οι λεηλασίες να περιορίζονται στα αναγκαία για την οργάνωση και εξοπλισμό τους. Αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν διαφωνίες στο στρατόπεδο των σκλάβων, για το τι θα έπρεπε να κάνουν, οι οποίες δεν λύνονταν. Είναι όμως αξιοσημείωτο το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι από πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου, με διαφορετικές πολιτιστικές καταβολές, κατάφεραν να πετύχουν την συνεργασία και την ανάπτυξη ισχυρής αλληλεγγύης μεταξύ τους.
Η ρωμαϊκή σύγκλητος έπρεπε να πάρει στα σοβαρά πια την κατάσταση. Το 72 π.Χ. Ο Σπάρτακος είχε ξεσηκώσει περίπου 70.000 σκλάβους, κυρίως από αγροτικές περιοχές. Η Σύγκλητος θορυβημένη έστειλε εναντίον των επαναστατών τους δύο ύπατους, τον Γέλλιο Πουμπλίκολα και τον Κορνήλιο Λεντούλο Κλαυδιανό, τον καθένα με δύο λεγεώνες.
Οι Γαλάτες και οι Γερμανοί που είχαν διαχωριστεί από τον Σπάρτακο, νικήθηκαν από τον Πουμπλίκολα και ο Κρίξος σκοτώθηκε. Ο Σπάρτακος νίκησε τον Λεντούλο και μετά τον Πουμπλίκολα. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του Κρίξου, ο Σπάρτακος έβαλε 300 αιχμαλώτους απ’ αυτές τις μάχες να μονομαχήσουν σε ζευγάρια μέχρι θανάτου. Στο Πίκενο την κεντρικής Ιταλίας, ο Σπάρτακος νίκησε τον στρατό των υπάτων και μετά προωθήθηκε βόρεια όπου νίκησε τον ανθύπατο της Γαλατίας, Κάσσιο. Με τις νίκες του αυτές ο Σπάρτακος άρχισε να αλλάζει άποψη και να σκέφτεται και την περίπτωση της συνέχισης της λεηλασίας καθώς και τη προέλαση του στρατού προς τη Ρώμη.
Είναι η στιγμή που περισσότεροι από τους μισούς δούλους της Ιταλίας ήταν έτοιμοι να στασιάσουν και μέσα στην Ρώμη κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πότε θα ξεσπούσε μια εξέγερση. Οι πλούσιοι, όλοι όσοι απολάμβαναν κάθε είδος πολυτέλειας που προέρχονταν από την δουλεία, έτρεμαν στη σκέψη ότι θα έχαναν τα πάντα: κυριαρχία, περιουσία, ζωή. Συγκλητικοί και εκατομμυριούχοι αναζητούσαν ένα σωτήρα στρατηγό. Αλλά λίγοι έδειξαν προθυμία να αναλάβουν μια νέα εκστρατεία απέναντι στον σκληραγωγημένο και για μια ολόκληρη τριετία ακατάβλητο στρατό των σκλάβων.
Ο Μάρκος Λικίνιος Κράσσος
Το φθινόπωρο που η εξέγερση είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της και ο Σπάρτακος είχε συγκεντρώσει περίπου 120.000 άνδρες, η Σύγκλητος ψήφισε την παραχώρηση της εξουσίας στον Μάρκο Λικίνιο Κράσσο που υπήρξε πραίτορας το 73 π.Χ. αν και εκείνη την περίοδο δεν είχε κανένα αξίωμα. Ο Κράσσος ήταν ίσως ο πλουσιότερος ρωμαίος της εποχής. Σ’ αυτόν δόθηκαν 6 επί πλέον λεγεώνες, εκτός των τεσσάρων που είχαν οι ύπατοι. Έτσι ηγήθηκε μιας δύναμης από συνολικά 10 λεγεώνες (40.000 περίπου στρατιώτες)με σκοπό να αντιμετωπίσει την εξέγερση. Ο Κράσσος πληροφορήθηκε, σωστά, ότι οι εξεγερμένοι θα πήγαιναν βόρεια προς τις Άλπεις και τοποθέτησε τις περισσότερες δυνάμεις του έτσι ώστε να μπλοκάρουν την διαφυγή.
Στο μεταξύ έστειλε τον υπαρχηγό του Mummius και δύο νέες λεγεώνες νότια για να πιέσουν τον Σπάρτακο και τους συντρόφους του να κινηθούν βόρεια. Ο Mummius είχε ρητές εντολές να μην έλθει σε ουσιαστική μάχη εκ παρατάξεως. Όμως αυτός παρέβη τις εντολές του και ενεπλάκη σε μάχη στην οποία ηττήθηκε. Όταν ο Mummius και οι επιζήσαντες στρατιώτες του επέστρεψαν, τους περίμενε, με διαταγή του Κράσσου, η έσχατη τιμωρία του ρωμαϊκού στρατού, ο αποδεκατισμός. Όσοι είχαν σχέση με την ήττα αυτή, χωρίσθηκαν σε ομάδες των δέκα και από κάθε ομάδα επιλέγονταν ένας με κλήρωση που πήγαινε στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Το 71 π.Χ. ο Σπάρτακος βρίσκεται τελικά στα βόρεια. Ο Κράσσος έκανε ανασύνταξη δυνάμεων για να επιτεθεί. Εν τω μεταξύ η Σύγκλητος καλεί πίσω τον Πομπήιο από την Ισπανία και οι λεγεώνες του ξεκινούν το ταξίδι τους. Στο μεταξύ οι εξεγερμένοι σκλάβοι άλλαξαν πορεία και κατευθύνθηκαν νότια προς την Σικελία και συγκεκριμένα στο Ρήγιο, σκοπεύοντας να δραπετεύσουν με πειρατικά πλοία που είχαν μισθώσει, χωρίς να ξέρουν πως οι πειρατές είχαν ήδη σαλπάρει. Στον ισθμό Μπρούτιουμ (Bruttium) ο Κράσσος έχτισε ένα τείχος για να μπλοκάρει τη διαφυγή. Συνάντησε ένα μεγάλο τμήμα του στρατού των Σπαρτακιστών που είχε αποκοπεί και είχε επιδοθεί σε λεηλασίες και μετά από σφοδρή μάχη σκοτώνονται 12.300 σκλάβοι με ελάχιστες ρωμαϊκές απώλειες.
Ο Σπάρτακος έμαθε ότι τα στρατεύματα του Κράσσου θα ενισχυθούν και από άλλα που γυρίζουν από την Ισπανία. Ξεκίνησαν λοιπόν πάλι με κατεύθυνση προς το βορά με τον Κράσσο να τους ακολουθεί από κοντά. Όταν ο Σπάρτακος κατάφερε τελικά να φύγει από το Ρήγιο, δεν μπορούσε να πάει στο Βρινδίσιο και να πλεύσει ανατολικά. Η απόπειρα τους να διαφύγουν αποκόπηκε στο Βρινδίσιο από μια ακόμα ρωμαϊκή στρατιωτική δύναμη που ανακλήθηκε από την Μακεδονία. Ήταν οι λεγεώνες του Μάρκου Λικίνιου Λούκουλλου. Δεν είχε μείνει καμιά άλλη επιλογή στους εξεγερμένους παρά να δώσουν μάχη με τα στρατεύματα του Κράσσου.
Οι σκλάβοι πέτυχαν μια τελευταία μικρή νίκη εναντίον κάποιων δυνάμεων του Κράσσου. Ο Σπάρτακος γνωρίζει πλέον πως έχει να αντιμετωπίσει ολόκληρη την ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τώρα πλέον και αυτή ακόμα η πολιορκία και ενδεχόμενη κατάληψη της Ρώμης θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα σ’ αυτό και τους συντρόφους του. Γι’ αυτό το λόγο το στράτευμα των επαναστατημένων σκλάβων παρακάμπτει τη Ρώμη και πορεύεται προς το νότο διασχίζοντας κατά μήκος την Ιταλία προς τους Θουρίους.
Τελικά κατατροπώθηκαν από τις ρωμαϊκές λεγεώνες σε μια μεγάλη μάχη στην Νότιο Ιταλία. Οι Σπαρτακιστές γρήγορα περικυκλώθηκαν και σφαγιάσθηκαν. Πολλοί ακόμα κατάφεραν να διαφύγουν στα γύρω βουνά. Πιστεύεται ότι ο Σπάρτακος σκοτώθηκε σ’ αυτή τη μάχη. Σύμφωνα με αυτή την άποψη πραγματοποίησε, μαζί με τους δικούς του ανθρώπους, επίθεση στο ισχυρότερο και πολυπληθέστερο τμήμα του ρωμαϊκού στρατού και αφού σκότωσε δύο εκατόνταρχους συνέχισε να μάχεται τραυματισμένος βαριά μέχρις ότου οι εχθρικές δυνάμεις τον κατακρεούργησαν
σε τέτοιο βαθμό που ήταν αργότερα αδύνατο να αναγνωρισθεί σε ποιόν ανήκε το κορμί. Μόνο χίλιοι Ρωμαίοι στρατιώτες σκοτώθηκαν. Περίπου 5000 σκλάβοι δραπέτευσαν και διασκορπίστηκαν βόρεια αλλά αιχμαλωτίστηκαν από τον στρατό του Πομπήιου βόρεια της Ρώμης, καθώς επέστρεφε από την Ισπανία. Ο Πομπήιος αργότερα προσπάθησε να διεκδικήσει την δόξα για τον εαυτό του, μολονότι στην πραγματικότητα δεν είχε συμμετάσχει σε καμία από τις μάχες. Η Σύγκλητος αποφάσισε να αποδοθεί θρίαμβος στον Πομπήιο για τις νίκες του στην Ισπανία και επευφημία (πολύ μικρότερης σημασίας τιμητική εκδήλωση) στον Κράσσο, επειδή είχε νικήσει απλά σκλάβους. Έξι χιλιάδες εξεγερμένοι που συνελήφθησαν σταυρώθηκαν κατά μήκος της Αππίας Οδού από την Καπούα, απ’ όπου ξεκίνησε η εξέγερση, ως την Ρώμη. Τα πτώματά τους αφέθηκαν κρεμασμένα στους σταυρούς για πολλούς μήνες. Για να πάρουν θάρρος οι αφέντες και να τρομοκρατηθούν οι δούλοι…
Η εξέγερση του Σπάρτακου αποτελεί σημαντικό σημείο της ιστορίας των κοινωνικών αγώνων λόγω των μεγάλων διαστάσεων που έλαβε, αλλά και του σοβαρού κινδύνου στον οποίο έφερε την πανίσχυρη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Είναι παραδεκτό από όλους τους μελετητές και συγγραφείς που αναφέρονται σ’ αυτή την περίοδο, πως αν ο Σπάρτακος επέλεγε εξ αρχής να πορευθεί προς τη Ρώμη, προτού προλάβουν να επιστρέψουν οι λεγεώνες από τα άκρα της αυτοκρατορίας, είναι αρκετά πιθανό η παγκόσμια ιστορία να ήταν πολύ διαφορετική.
Δείτε επίσης:
Πηγή:
Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.25, Μάιος 2004
anarchypress.wordpress.com
Αυτές οι συνεχείς και αυξανόμενες κατακτήσεις έφεραν ένα μεγάλο αριθμό σκλάβων στην Ιταλική ύπαιθρο για την χρησιμοποίησή τους στις αγροτικές εργασίες (latifumdia).
Κάθε βδομάδα οι δουλέμποροι μετέφεραν ανθρώπους από την Αφρική, τη Γαλατία, τη Γερμανία, το Δούναβη, τη Ρωσία, την Ασία και την Ελλάδα στα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου και της Μεσογείου. Πολύ συχνές ήταν οι πωλήσεις χιλιάδων σκλάβων μέσα σε μία μέρα (για παράδειγμα 10.000 στη Δήλο).
Μέσα στο 177 π.Χ. 40.000 άνθρωποι από τις Σάρδεις και το 167 π.Χ. 150.000 Ηπειρώτες αιχμαλωτίστηκαν από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και πουλήθηκαν σαν δούλοι. Οι Ηπειρώτες μάλιστα πουλήθηκαν στην τιμή του ενός δολαρίου το κεφάλι! (Κατά μια εκτίμηση η αντιστοιχία είναι ένα τάλαντο προς 20.000 δολάρια).
Ενώ όμως, στις πόλεις οι δούλοι είχαν μια σχετική επαφή με τους ιδιοκτήτες τους (αφέντες) και είχαν κάποιες πιθανότητες ορισμένοι ακόμα και να χειραφετηθούν, αντίθετα στα μεγάλα αγροκτήματα επικρατεί η απόλυτη κτηνωδία. Οι δούλοι βρίσκονταν κάτω από το ανελέητο μαστίγωμα του επιστάτη, ο οποίος αμειβόταν περισσότερο όσο έβγαιναν μεγαλύτερα κέρδη από τους δούλους που του είχαν εμπιστευθεί. Η δε αμοιβή των δούλων ήταν τροφή και ενδυμασία τόση, όση χρειάζονταν για να μπορούν να δουλεύουν από το πρωί μέχρι τη νύχτα καθημερινά μέχρι τα βαθειά τους γεράματα. Εάν δυστροπούσαν ή έδειχναν ανυπακοή τότε αλυσοδένονταν και περνούσαν τη νύκτα τους στην υπόγεια φυλακή (ergastulum).
Αν και όχι συχνά, όπως θα ήταν αναμενόμενο, ξεσπούσαν εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Έτσι το 196 π.Χ. επαναστάτησαν στην Ετρουρία οι δούλοι της υπαίθρου και οι ελεύθεροι εργάτες. Οι ρωμαϊκές λεγεώνες κατέστειλαν την επανάσταση. Σύμφωνα με το Λίβιο, πολλοί σκοτώθηκαν ή πιάστηκαν αιχμάλωτοι, ενώ άλλοι μαστιγώθηκαν και σταυρώθηκαν. [Ο θάνατος με σταύρωμα ήταν ποινή που επιβαλλόταν σ’ αυτούς που επαναστατούσαν εναντίον της Ρωμαϊκής κυριαρχίας (imperium)]. Παρόμοια εξέγερση γίνεται το 185 π.Χ. στην Απουλία. Επτά χιλιάδες δούλοι συλλαμβάνονται και καταδικάζονται να εργάζονται στα ορυχεία.
Το 139 π.Χ. ξεσπά στη Σικελία, ο Πρώτος Δουλικός Πόλεμος. Τετρακόσιοι δούλοι συντάσσονται με το κάλεσμα του Εύνου και σφάζουν τους ελεύθερους πολίτες στην πόλη Έννα. Απ’ όλα τα αγροκτήματα και τις ιδιωτικές φυλακές της Σικελίας καταφθάνουν χιλιάδες σκλαβωμένοι και ο αριθμός των επαναστατών ανεβαίνει στις 70.000.
Κατέλαβαν τον Ακράγαντα, νίκησαν τις δυνάμεις του ρωμαίου πραίτορα και διατήρησαν τον έλεγχο σχεδόν ολόκληρου του νησιού μέχρι το 131 π.Χ. Εκείνη τη χρονιά μια ρωμαϊκή στρατιά τους εγκλώβισε μέσα στην Έννα και τους ανάγκασε να παραδοθούν λόγω της πείνας αφού δεν μπορούσαν λόγω του εγκλωβισμού να προμηθεύονται τρόφιμα. Ο Εύνος οδηγήθηκε στη Ρώμη ρίχτηκε σε υπόγεια φυλακή, όπου τον άφησαν να πεθάνει από την πείνα και τις μολύνσεις. Άλλες εξεγέρσεις έγιναν το 133 π.Χ. κατά την διάρκεια των οποίων θανατώθηκαν 150 δούλοι στη Ρώμη, 450 στις Μιντούρνες και 4000 στη Σινούεσσα.
Μέσα στις συνεχείς αναταραχές και επαναστάσεις που ξεσπούσαν από τους ανταγωνισμούς των Ρωμαίων εξουσιαστών και των υπερασπιστών τους, ξεσπά και ο Δεύτερος Δουλικός Πόλεμος και πάλι στη Σικελία. Γύρω στα 104 π.Χ. η ρωμαϊκή Σύγκλητος ζητά βοήθεια από τους βασιλιάδες της ανατολής προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι Κίμβροι. Τότε ο Νικομήδης της Βιθυνίας απαντά πως όλοι οι άνδρες στο βασίλειό του είχαν πουληθεί σαν δούλοι προκειμένου να πληρωθούν οι φόροι προς τη Ρώμη. Προκειμένου να αποκτηθεί στρατός αποφασίστηκε από την Σύγκλητο να απελευθερωθούν όλοι οι άνδρες που είχαν περιπέσει στην κατάσταση του δούλου προκειμένου να πληρωθούν οι φόροι.
Εκατοντάδες δούλοι στη Σικελία μόλις έμαθαν για την απόφαση της Συγκλήτου συγκεντρώθηκαν έξω από το ανάκτορο του Ρωμαίου Πραίτορα απαιτώντας την απελευθέρωσή τους.
Οι ιδιοκτήτες τους (αφέντες) διαμαρτυρήθηκαν και ο Πραίτορας ανέστειλε την εφαρμογή του διατάγματος. Οι δούλοι οργανώθηκαν υπό τον Σάλβιο και πολιόρκησαν την πόλη Μοργαντία. Οι κάτοικοι της πόλης υποσχέθηκαν στους δούλους τους πως θα τους απελευθερώσουν εάν τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν την πολιορκία. Η πολιορκία αντιμετωπίστηκε, αλλά οι δούλοι δεν απελευθερώθηκαν. Τότε πολλοί απ’ αυτούς ενώθηκαν με τους επαναστάτες. Το ίδιο διάστημα (103 π.Χ.) άλλοι 6000 δούλοι στο δυτικό άκρο του νησιού εξεγέρθηκαν με τον Αθηνίωνα, άνθρωπο μορφωμένο και αποφασισμένο. Αφού σύντριψαν τις λεγεώνες που στάλθηκαν από τον πραίτορα κινήθηκαν ανατολικά και ενώθηκαν με τις δυνάμεις των επαναστατών του Σάλβιου.
Οι ενωμένες δυνάμεις των σκλάβων, νικούν τα στρατεύματα που στάλθηκαν από την Ιταλία εναντίον τους αλλά πεθαίνει ο Σάλβιος. Καινούργιες λεγεώνες καταφθάνουν το 101 π.Χ. με τον ύπατο Μάνιο Ακύλιο. Ο Αθηνίωνας τον προκαλεί σε μονομαχία αλλά σκοτώνεται. Χιλιάδες σκλάβοι κατασφάζονται από τις ρωμαϊκές λεγεώνες ενώ πολλές ακόμα χιλιάδες επιστρέφονται στα αφεντικά τους. Μερικές εκατοντάδες απ’ αυτούς στέλνονται στη Ρώμη για να γίνουν θέαμα στις ρωμαϊκές αρένες πολεμώντας με τα άγρια θηρία (ad bestias) στις πανηγυρικές εκδηλώσεις που δόθηκαν για τον θρίαμβο του Ακύλιου.
Οι δούλοι αντί να πολεμήσουν βυθίζουν τα ξίφη τους ένας στον άλλο και αλληλοσκοτώνονται όλοι τους, αρνούμενοι να προσφέρουν το επιθυμητό θέαμα στους αφεντάδες.
Η Εξέγερση του Σπάρτακου
Είναι η μεγαλύτερη εξέγερση, ο Τρίτος Δουλικός Πόλεμος. Πραγματοποιήθηκε από το 73 ως το 71 π.Χ. και εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ιταλίας.
Ο Σπάρτακος γεννήθηκε ελεύθερος αγρότης στη Θράκη και εκπαιδεύτηκε από τον ρωμαϊκό στρατό μάλλον σαν βοηθητικός στρατιώτης. Λιποτάκτησε, τον κήρυξαν παράνομο και όταν τον συνέλαβαν τον πούλησαν για σκλάβο. Πουλήθηκε το 73 π.Χ. στη σχολή για μονομάχους του Βατιάτου στη Καπούα, 20 μίλια από τον Βεζούβιο. Την ίδια χρονιά ο Σπάρτακος και δυο Γαλάτες μονομάχοι ο Κρίξος και ο Οινόμαος, ξεκίνησαν ταραχές στην σχολή που γρήγορα γενικεύθηκαν. Λέγεται ότι ήταν προσχεδιασμένη απόπειρα απόδρασης. Από τους διακόσιους περίπου σκλάβους – μονομάχους, μόνο γύρω στους ογδόντα κατάφεραν να δραπετεύσουν χρησιμοποιώντας μαχαίρια κουζίνας.
Στον δρόμο βρήκαν ένα κάρο με όπλα για μονομάχους και οπλίστηκαν. Όταν οι στρατιώτες προσπάθησαν να σταματήσουν τους δραπέτες, αυτοί εύκολα τους νίκησαν με τα όπλα μονομάχων που ήταν εξοικειωμένοι. Έπειτα πήραν τα καλύτερα στρατιωτικά όπλα και ξεκίνησαν την πορεία τους νότια από τον Βεζούβιο. Κατά μήκος της πορείας έπαιρναν μαζί τους δούλους χωραφιών. Μετά από έκκληση που έγινε από τους απελευθερωμένους σκλάβους ολοένα κα περισσότεροι δούλοι από τα γύρω αγροκτήματα δραπέτευαν και συντάσσονταν με τον Σπάρτακο, άνδρα με υψηλό φρόνημα και γενναιότητα, αλλά και με κατανόηση και ευγένεια που ξεπερνούσε την κατάστασή του, αναφέρει ο Πλούταρχος. Οι σκλάβοι, αρχικά ζούσαν στις πλαγιές του Βεζούβιου λεηλατώντας τις περιουσίες των πλουσίων της περιοχής.
Η αποτυχία των πραιτοριανών
Πολλοί λίγοι είχαν καταλάβει πόσο καλά ο Σπάρτακος είχε οργανώσει την ομάδα των σκλάβων. Τους έμαθε να κατασκευάζουν και να επισκευάζουν τα όπλα τους και να μάχονται οργανωμένα. Οι Πραιτοριανοί επιχείρησαν να βάλουν τέλος στην εξέγερση. Ο πραίτορας Κλαύδιος με στρατό 3000 αντρών έστησε καρτέρι στους εξεγερμένους στον Βεζούβιο σε ένα σημείο που είχε μόνο ένα πέρασμα για την κορυφή. Το υπόλοιπο βουνό ήταν απόκρημνο και γλιστερό.
Αλλά η δύσβατη επιφάνεια του βουνού δεν ενόχλησε τον Σπάρτακο και τους εξεγερμένους. Αφού κατασκεύασαν σχοινιά από τα άγρια αμπέλια του βουνού και με αυτά σκαρφάλωσαν στην κορφή. Έτσι αιφνιδίασαν τους Ρωμαίους και κατέλαβαν εύκολα το ρωμαϊκό στρατόπεδο.
Έπειτα κινήθηκαν προς τις Άλπεις παίρνοντας μαζί τους συνολικά 70.000 σκλάβους που συναντούσαν στο δρόμο τους. Ο Σπάρτακος ήθελε να περάσουν γρήγορα τις Άλπεις και μετά να πάει ο καθένας προς τον τόπο καταγωγής του. Πολλοί όμως από τους συντρόφους του ήθελαν να λεηλατήσουν την ρωμαϊκή επαρχία. Αυτοί που ήταν υπέρ της συνέχισης της λεηλασίας ήταν κυρίως οι Γαλάτες και οι Γερμανοί και προ πάντων ο Κρίξος. Λέγεται ότι ο Σπάρτακος ήταν εντελώς αντίθετος στις λεηλασίες και σίγουρα είχε καταφέρει να μην συσσωρεύεται χρυσάφι και ασήμι από τους εξεγερμένους, αλλά οι λεηλασίες να περιορίζονται στα αναγκαία για την οργάνωση και εξοπλισμό τους. Αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν διαφωνίες στο στρατόπεδο των σκλάβων, για το τι θα έπρεπε να κάνουν, οι οποίες δεν λύνονταν. Είναι όμως αξιοσημείωτο το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι από πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου, με διαφορετικές πολιτιστικές καταβολές, κατάφεραν να πετύχουν την συνεργασία και την ανάπτυξη ισχυρής αλληλεγγύης μεταξύ τους.
Η ρωμαϊκή σύγκλητος έπρεπε να πάρει στα σοβαρά πια την κατάσταση. Το 72 π.Χ. Ο Σπάρτακος είχε ξεσηκώσει περίπου 70.000 σκλάβους, κυρίως από αγροτικές περιοχές. Η Σύγκλητος θορυβημένη έστειλε εναντίον των επαναστατών τους δύο ύπατους, τον Γέλλιο Πουμπλίκολα και τον Κορνήλιο Λεντούλο Κλαυδιανό, τον καθένα με δύο λεγεώνες.
Οι Γαλάτες και οι Γερμανοί που είχαν διαχωριστεί από τον Σπάρτακο, νικήθηκαν από τον Πουμπλίκολα και ο Κρίξος σκοτώθηκε. Ο Σπάρτακος νίκησε τον Λεντούλο και μετά τον Πουμπλίκολα. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του Κρίξου, ο Σπάρτακος έβαλε 300 αιχμαλώτους απ’ αυτές τις μάχες να μονομαχήσουν σε ζευγάρια μέχρι θανάτου. Στο Πίκενο την κεντρικής Ιταλίας, ο Σπάρτακος νίκησε τον στρατό των υπάτων και μετά προωθήθηκε βόρεια όπου νίκησε τον ανθύπατο της Γαλατίας, Κάσσιο. Με τις νίκες του αυτές ο Σπάρτακος άρχισε να αλλάζει άποψη και να σκέφτεται και την περίπτωση της συνέχισης της λεηλασίας καθώς και τη προέλαση του στρατού προς τη Ρώμη.
Είναι η στιγμή που περισσότεροι από τους μισούς δούλους της Ιταλίας ήταν έτοιμοι να στασιάσουν και μέσα στην Ρώμη κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πότε θα ξεσπούσε μια εξέγερση. Οι πλούσιοι, όλοι όσοι απολάμβαναν κάθε είδος πολυτέλειας που προέρχονταν από την δουλεία, έτρεμαν στη σκέψη ότι θα έχαναν τα πάντα: κυριαρχία, περιουσία, ζωή. Συγκλητικοί και εκατομμυριούχοι αναζητούσαν ένα σωτήρα στρατηγό. Αλλά λίγοι έδειξαν προθυμία να αναλάβουν μια νέα εκστρατεία απέναντι στον σκληραγωγημένο και για μια ολόκληρη τριετία ακατάβλητο στρατό των σκλάβων.
Ο Μάρκος Λικίνιος Κράσσος
Το φθινόπωρο που η εξέγερση είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της και ο Σπάρτακος είχε συγκεντρώσει περίπου 120.000 άνδρες, η Σύγκλητος ψήφισε την παραχώρηση της εξουσίας στον Μάρκο Λικίνιο Κράσσο που υπήρξε πραίτορας το 73 π.Χ. αν και εκείνη την περίοδο δεν είχε κανένα αξίωμα. Ο Κράσσος ήταν ίσως ο πλουσιότερος ρωμαίος της εποχής. Σ’ αυτόν δόθηκαν 6 επί πλέον λεγεώνες, εκτός των τεσσάρων που είχαν οι ύπατοι. Έτσι ηγήθηκε μιας δύναμης από συνολικά 10 λεγεώνες (40.000 περίπου στρατιώτες)με σκοπό να αντιμετωπίσει την εξέγερση. Ο Κράσσος πληροφορήθηκε, σωστά, ότι οι εξεγερμένοι θα πήγαιναν βόρεια προς τις Άλπεις και τοποθέτησε τις περισσότερες δυνάμεις του έτσι ώστε να μπλοκάρουν την διαφυγή.
Στο μεταξύ έστειλε τον υπαρχηγό του Mummius και δύο νέες λεγεώνες νότια για να πιέσουν τον Σπάρτακο και τους συντρόφους του να κινηθούν βόρεια. Ο Mummius είχε ρητές εντολές να μην έλθει σε ουσιαστική μάχη εκ παρατάξεως. Όμως αυτός παρέβη τις εντολές του και ενεπλάκη σε μάχη στην οποία ηττήθηκε. Όταν ο Mummius και οι επιζήσαντες στρατιώτες του επέστρεψαν, τους περίμενε, με διαταγή του Κράσσου, η έσχατη τιμωρία του ρωμαϊκού στρατού, ο αποδεκατισμός. Όσοι είχαν σχέση με την ήττα αυτή, χωρίσθηκαν σε ομάδες των δέκα και από κάθε ομάδα επιλέγονταν ένας με κλήρωση που πήγαινε στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Το 71 π.Χ. ο Σπάρτακος βρίσκεται τελικά στα βόρεια. Ο Κράσσος έκανε ανασύνταξη δυνάμεων για να επιτεθεί. Εν τω μεταξύ η Σύγκλητος καλεί πίσω τον Πομπήιο από την Ισπανία και οι λεγεώνες του ξεκινούν το ταξίδι τους. Στο μεταξύ οι εξεγερμένοι σκλάβοι άλλαξαν πορεία και κατευθύνθηκαν νότια προς την Σικελία και συγκεκριμένα στο Ρήγιο, σκοπεύοντας να δραπετεύσουν με πειρατικά πλοία που είχαν μισθώσει, χωρίς να ξέρουν πως οι πειρατές είχαν ήδη σαλπάρει. Στον ισθμό Μπρούτιουμ (Bruttium) ο Κράσσος έχτισε ένα τείχος για να μπλοκάρει τη διαφυγή. Συνάντησε ένα μεγάλο τμήμα του στρατού των Σπαρτακιστών που είχε αποκοπεί και είχε επιδοθεί σε λεηλασίες και μετά από σφοδρή μάχη σκοτώνονται 12.300 σκλάβοι με ελάχιστες ρωμαϊκές απώλειες.
Ο Σπάρτακος έμαθε ότι τα στρατεύματα του Κράσσου θα ενισχυθούν και από άλλα που γυρίζουν από την Ισπανία. Ξεκίνησαν λοιπόν πάλι με κατεύθυνση προς το βορά με τον Κράσσο να τους ακολουθεί από κοντά. Όταν ο Σπάρτακος κατάφερε τελικά να φύγει από το Ρήγιο, δεν μπορούσε να πάει στο Βρινδίσιο και να πλεύσει ανατολικά. Η απόπειρα τους να διαφύγουν αποκόπηκε στο Βρινδίσιο από μια ακόμα ρωμαϊκή στρατιωτική δύναμη που ανακλήθηκε από την Μακεδονία. Ήταν οι λεγεώνες του Μάρκου Λικίνιου Λούκουλλου. Δεν είχε μείνει καμιά άλλη επιλογή στους εξεγερμένους παρά να δώσουν μάχη με τα στρατεύματα του Κράσσου.
Οι σκλάβοι πέτυχαν μια τελευταία μικρή νίκη εναντίον κάποιων δυνάμεων του Κράσσου. Ο Σπάρτακος γνωρίζει πλέον πως έχει να αντιμετωπίσει ολόκληρη την ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τώρα πλέον και αυτή ακόμα η πολιορκία και ενδεχόμενη κατάληψη της Ρώμης θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα σ’ αυτό και τους συντρόφους του. Γι’ αυτό το λόγο το στράτευμα των επαναστατημένων σκλάβων παρακάμπτει τη Ρώμη και πορεύεται προς το νότο διασχίζοντας κατά μήκος την Ιταλία προς τους Θουρίους.
Τελικά κατατροπώθηκαν από τις ρωμαϊκές λεγεώνες σε μια μεγάλη μάχη στην Νότιο Ιταλία. Οι Σπαρτακιστές γρήγορα περικυκλώθηκαν και σφαγιάσθηκαν. Πολλοί ακόμα κατάφεραν να διαφύγουν στα γύρω βουνά. Πιστεύεται ότι ο Σπάρτακος σκοτώθηκε σ’ αυτή τη μάχη. Σύμφωνα με αυτή την άποψη πραγματοποίησε, μαζί με τους δικούς του ανθρώπους, επίθεση στο ισχυρότερο και πολυπληθέστερο τμήμα του ρωμαϊκού στρατού και αφού σκότωσε δύο εκατόνταρχους συνέχισε να μάχεται τραυματισμένος βαριά μέχρις ότου οι εχθρικές δυνάμεις τον κατακρεούργησαν
σε τέτοιο βαθμό που ήταν αργότερα αδύνατο να αναγνωρισθεί σε ποιόν ανήκε το κορμί. Μόνο χίλιοι Ρωμαίοι στρατιώτες σκοτώθηκαν. Περίπου 5000 σκλάβοι δραπέτευσαν και διασκορπίστηκαν βόρεια αλλά αιχμαλωτίστηκαν από τον στρατό του Πομπήιου βόρεια της Ρώμης, καθώς επέστρεφε από την Ισπανία. Ο Πομπήιος αργότερα προσπάθησε να διεκδικήσει την δόξα για τον εαυτό του, μολονότι στην πραγματικότητα δεν είχε συμμετάσχει σε καμία από τις μάχες. Η Σύγκλητος αποφάσισε να αποδοθεί θρίαμβος στον Πομπήιο για τις νίκες του στην Ισπανία και επευφημία (πολύ μικρότερης σημασίας τιμητική εκδήλωση) στον Κράσσο, επειδή είχε νικήσει απλά σκλάβους. Έξι χιλιάδες εξεγερμένοι που συνελήφθησαν σταυρώθηκαν κατά μήκος της Αππίας Οδού από την Καπούα, απ’ όπου ξεκίνησε η εξέγερση, ως την Ρώμη. Τα πτώματά τους αφέθηκαν κρεμασμένα στους σταυρούς για πολλούς μήνες. Για να πάρουν θάρρος οι αφέντες και να τρομοκρατηθούν οι δούλοι…
Η εξέγερση του Σπάρτακου αποτελεί σημαντικό σημείο της ιστορίας των κοινωνικών αγώνων λόγω των μεγάλων διαστάσεων που έλαβε, αλλά και του σοβαρού κινδύνου στον οποίο έφερε την πανίσχυρη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Είναι παραδεκτό από όλους τους μελετητές και συγγραφείς που αναφέρονται σ’ αυτή την περίοδο, πως αν ο Σπάρτακος επέλεγε εξ αρχής να πορευθεί προς τη Ρώμη, προτού προλάβουν να επιστρέψουν οι λεγεώνες από τα άκρα της αυτοκρατορίας, είναι αρκετά πιθανό η παγκόσμια ιστορία να ήταν πολύ διαφορετική.
Δείτε επίσης:
Σπάρτακος: Η αληθινή Ιστορία του Θρακιώτη μονομάχου
Πηγή:
Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.25, Μάιος 2004
anarchypress.wordpress.com